Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.023
- Likes
- 52.881
- Επόμενο Ταξίδι
- Umhlanga
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Ναοί, βροχή, χοροί και το Μπαλί που αγάπησα
Συννεφιά σήμερα, πιο έντονη από τις προηγούμενες ημέρες, που μια χαρά μας είχε βολέψει, ελπίζουμε οι θεοί του Μπαλί να είναι μαζί μας. Έβαλα βενζίνη σε μια γειτόνισσα, κι άθελά μου πάτησα και μια προσφορά που είχε αφήσει στο πλυντήριο-σερβιετάδικο-βουλκανιζατέρ-βενζινοπωλείο της, με αποτέλεσμα να τα ακούσω από τη J. που ζήτησε οκτώ φορές συγγνώμη από την κυριούλα. Ε τώρα με εκατομμύρια προσφορές σε κάθε γωνιά του νησιού δε νομίζω να είμαι και ο πρώτος που πάτησε μία κατά λάθος, αλλά η J ήταν απαρηγόρητη "που δεν προσέχω πού πατάω, ποιος ξέρει τι θα νομίζουν αυτοί οι καλοί άνθρωποι για μας".
Είπαμε να δοκιμάσουμε πρωινό στο χωριουδάκι μας, δεν είχα και πολλή όρεξη να τρέχω στο Ubud για πρωινό και δοκιμάσαμε το Pubas που είχαμε δει τις προάλλες και που, εκτός από πολύ ωραίο περιβάλλον, είχε και φανταστικό παγωμένο mango smoothie bowl, ευχαριστηθήκαμε υγιεινά πρωινά στο Μπαλί. Έριξε και μια ασθενή βροχή όσο τρώγαμε, ωραία ήταν, μη σας πω και ρομαντικά, αρκεί να μην έριχνε τίποτε ρομαντικά καρεκλοπόδαρα κι αργότερα.
Η πρώτη στάση για σήμερα ήταν στο monkey forest στο Ubud. Έχει αλλάξει πολύ από τότε που ήταν ένα χύμα/ελεύθερο/ζουγκλοειδές-στην-πόλη μέρος, είχε πολύ κόσμο, αλλά η φύση εξακολουθεί να είναι ενδιαφέρουσα, οι μαϊμούδες έχουν την πλάκα τους και κυρίως ο ναοί δένουν τόσο όμορφα με το περιβάλλον, που είναι και το χάιλάιτ της επίσκεψης, κι όχι οι μαϊμούδες με τις οποίες ασχολούνται τα φωτογραφιζόμενα πλήθη, που μόλις έφευγες από τη βασική αρτηρία σχεδόν εξαφανίζονταν.
Σειρά είχαν οι ορυζώνες στο Jatiluwih, βόρεια και πάλι, άλλωστε ό,τι όμορφο έχει το νησί, βόρεια είναι, από το Ubud και κάτω είναι άλλος κόσμος. Δεν έχω λόγια για τη διαδρομή: απλά μαγεία. Από τις πιο όμορφες διαδρομές που έχω κάνει στην Ασία, με το στενό αλλά καλό δρόμο να ανεβοκατεβαίνει λόφους, να διασχίζει χωριά, να χαρίζει θέα σε καλλιέργειες, κηπάκους, περνώντας ανάμεσα από ντόπιους που κουβαλούν πράγματα στο κεφάλι τους και σου χαμογελούν, όπως πριν από 23 χρόνια και μάλλον όπως πριν από 423 χρόνια επίσης. Την καταευχαριστήθηκα τη διαδρομή... και μετά καταευχαριστήθηκα και το Jatiluwih. Δε νομίζω ότι μπορεί να αποτυπωθεί η ομορφιά των ορυζώνων, η αρμονία των εικόνων, οι βιβλικοί αγρότες με τα καπελάκια τους. Αφήσαμε το μηχανάκι και πήγαμε να χαθούμε στους ορυζώνες, χωρίς κούνιες, τουρίστες, ινστα-εγκαταστάσεις και τα λοιπά. Όμορφο περπάτημα σε τοπία ονειρικά με ερημικούς ναούς και μόνο πουλάκια να παρεμβαίνουν στη σιωπή. Εντελώς διαφορετικά από το Tegalalang ή και το Sideman που θα βλέπαμε αργότερα στο ταξίδι.
Το κακό ήταν ότι ο καιρός έγινε απειλητικός, οπότε πρότεινα να ξαναπάρουμε τη μηχανή για να πάμε στον αγαπημένο μου ναό στο Μπαλί, το Pura Luhur Batukaru, αφιερωμένο στο θεό Mahadeva που τον θυμόμουν ως τον πιο ατσμοσφαιρικό από όλους. Βάζοντας όμως στο GPS τον προορισμό μου, ενημερώθηκα πως έκλεινε σε λίγα λεπτά και δε θα τον προλαβαίναμε. Δεν ξέρω πόσο ακριβής ήταν η πληροφορία, αλλά κι ο Γούγλης τα ίδια νέα μου έδωσε: είναι από τους ελάχιστους ναούς στο νησί που κλείνουν στις 12 το μεσημέρι. Απογοητεύτηκα, κυρίως για τη J. που δε θα τον έβλεπε κι επειδή είναι ναός σχεδόν χωρίς επισκεψιμότητα, αλλά γι αυτό είναι οι αναποδιές, για να μένουν εκρεμμότητες που λειτουργούν ως πρόφαση για να επιστρέφουμε σε μέρη που αγαπάμε. Εσείς όμως μπορείτε να πάρετε μια ιδέα εδώ:
Δε σκιαχτήκαμε και προχωρήσαμε με το πλάνο μας, οπότε βάλαμε πλώρη για το Pura Ulun Danu Bratan που, αντιθέτως, είναι από τους ναούς που λόγω της φωτογένειάς του προσελκύει πολύ τουρισμό. Όλο ανεβαίναμε λοιπόν σε υψόμετρο κι όλο και πιο μαύρος γινόταν ο ουρανός, αλλά ταυτόχρονα ομόρφαινε και το τοπίο που γινόταν συνεχώς πιο τροπικό. Δύο χιλιόμετρα πριν φτάσουμε οι ισχνές σταγόνες έγιναν δυνατότερες και ίσα που προλάβαμε να παρκάρουμε τη μηχανή σε ένα φτωχικό μπακάλικο μιας γιαγιάκας σε μια πλαγιά πριν ανοίξουν οι ουρανοί και ρίξει καρέκλες. Μείναμε εκεί να βλέπουμε την ορατότητά μας να εξαφανίζεται, τη μηχανή να γίνεται λούτσα και την κυριούλα να μας χαμογελάει με τα λιγοστά της δόντια. Είδα ότι πουλούσε instant noodles κι ότι πίσω της είχε μια υποτυπώδη κουζίνα και τη ρώτησα αν μπορούσε να μας μαγειρέψει κάτι να φάμε, άλλωστε φαινόταν ότι θα μέναμε αρκετή ώρα μέχρι να σταματήσει η βροχή. Συνεννοηθήκαμε στα φτωχά μου bahasa, για τα οποία πρέπει να σας πω πως απογοητεύτηκα. Καποτε ήταν αρκετά καλά, άλλωστε είναι πανεύκολη γλώσσα, και κακώς δεν ασχολήθηκα πριν το ταξίδι να τα ξεσκονίσω λίγο, γιατί θεώρησα όπως και με άλλες γλώσσες που δεν πολυχρησιμοποιώ, ότι θα μου έρθουν με τη χρήση, το οποίο ίσχυσε σε μικρότερο βαθμό από το αναμενόμενο. Άπειρες λέξεις μου έκαναν κλικ και μου έφεραν αναμνήσεις από άλλες εποχές, μπορούσα να κάνω μια απλή συνεννόηση όπως με τη γιαγιάκα, αλλά με ένα απλό ξεσκόνισμα των δύο μηνών θα τα είχα πάει πολύ καλύτερα, έχει κι η μνήμη όρια και δυο δεκαετίες είναι πολύς χρόνος.
Τέλος πάντων, συνεννοηθήκαμε, φάγαμε τη σουπίτσα μας με τα instant noodles αλλά και τα μπόλικα χορταρικά και μπαχαρικά που επιλέξαμε α λα καρτ, σταμάτησε κι η βροχή και το όμορφο διάλειμμα μετά της επίσκεψης στην κυριούλα ήρθε στο τέλος του. Μας έδωσε και χαρτόνια από κούτες να βάλουμε στο κάθισμα της μηχανής για να μη γίνουμε μούσκεμα (τι καλή!) και σε λίγα λεπτά φτάσαμε στον ποθητό ναό, που είχε πολύ κόσμο, εκ των οποίων πολλοί ντόπιοι, αλλά όχι ακριβώς προσκυνητές στην πλειοψηφία τους, σε ένα σύμπλεγμα που έχει από εστιατόρια μέχρι κούνιες και παιδική χαρά για τους άπειρους Ινδονήσιους επισκέπτες φαίνεται να λειτουργεί ως οικογενειακή εκδρομή. Ο ναός είναι εκπάγλου αρμονίας πάντως ό,τι και να πει κανείς, καθώς δεσπόζει πάνω σε μια ονειρική λίμνη και η ομίχλη με τα βουνά να αχνοφαίνονται τον έκανε ακόμη πιο ατμοσφαιρικό, παρά τους πολλούς -αλλά όχι αβάσταχτα- επισκέπτες.
Για σήμερα λέγαμε να επισκεφθούμε και το Ubud και να δούμε και μια παράσταση με μπαλινέζικους χορούς, οπότε πήραμε το δρόμο προς το νότο. Εύκολη διαδρομή με μια ευθεία, μόνο κατηφόρα, αλλά καμία σχέση με την ομορφιά του δρόμου του πηγαιμού. Ήταν βέβαια ο γρήγορος δρόμος, καμιά φορά τους παίρνεις κι αυτούς, χρήσιμοι είναι. Φυσικά έβρεξε πάλι, οπότε σταματήσαμε σε ένα εντελώς... οικογενειακό warung (όπως λέγονται τα πάσης φύσεως μαγαζάκια, περίπτερα κι εστιατόρια) πάνω στο δρόμο, που δεν του φαινόταν αλλά είχε απίθανη θέα στην καταπράσινη χαράδρα από πίσω και συμπαθητικό εντελώς λοκάλ φαγητό που μας σέρβιραν στα υπερυψωμένα τραπεζάκια που κάθεσαι οκλαδόν. Η ινδονησιακή κουζίνα γενικώς μπορεί να μη διαθέτει ατελείωτη ποικιλία αλλά δεν είναι καθόλου άσχημη, αν και υστερει αισθητά σε σχέση με άλλες της “γειτονιάς”, βλέπε Βιετνάμ και Ταϊλάνδη.
Συνεχίσαμε λοιπόν, μπήκαμε στο Ubud και το περπατήσαμε για πρώτη φορά και μέρα. Ε δε χρειάζεται να γράψω πόσο έχει αλλάξει από τότε που το πρωτογνώρισα, αυτό έλειπε κιόλας να είχε μείνει στους χωματόδρομους και τα εστιατοριάκια χωρίς ρεύμα. Εξακολουθεί πάντως να έχει μια εσάνς από spirituality, δεν είναι στα χάλια της Kuta, του Seminyak και της Nusa Dua, πρόκειται άλλωστε για μέρος με βάρος και ιστορία και υπάρχει μια σχετική φινέτσα. Βρήκαμε εύκολα να κλείσουμε μια παράσταση Legong και Barong στο τοπικό παλάτι, συνδυάζοντας έτσι δύο χορούς και μας έμενε αρκετός χρόνος και για ένα μασάζ. Ε τόσα μασατζίδικα έχει η πόλη, να μην τιμήσουμε ένα; Πήγαμε στα τυφλά σε ένα σεμνό διώροφο κτίριο, πληρώσαμε το “εξωφρενικό” ποσό των 6,5 € έκαστος για μια ώρα μασάζ και βρεθήκαμε στον παράδεισο: απίστευτη ποιότητα υπηρεσιών, χωρίς καν να λαμβάνω υπόψη τον παράγοντα (χαμηλότατης) τιμής, οι κοπελίτσες έδωσαν ρεσιτάλ σε όλο το σώμα, σε βαθμό που δε θέλαμε να φύγουμε. Εύκολα το καλύτερο μασάζ που έχω κάνει ποτέ, σε όλα τα επίπεδα, η κυρία J. ήταν τόσο ενθουσιασμένη που ήθελε να ξαναπάμε την επομένη.
Μέχρι την παράσταση περίσσευε χρόνος για να επισκεφθούμε, εκτός από το παλάτι του Ubud που είναι τόσο όμορφο όσο παλιά αλλά με άπειρες Ρωσοinstagrammer, και το μουσείο τέχνης Agung Rai, γιατί η κυρία J. αν δε δει και ολίγον από τέχνη είναι σαν να μην πήγε καν στον προορισμό της. Το μουσείο είναι πολύ ενδιαφέρον, αλλά ακόμη φοβερότερο είναι το κτίριο και φοβεροτερότεροι ακόμη είναι οι κήποι, που φιλοξενούν και ξενοδοχείο-όαση στο κέντρο του Ubud. Μπήκα μάλιστα στο booking για να δω πόσο κοστίζει μια βραδιά σε τέτοιο αρχοντικό και η τιμή των 96€ μου φάνηκε πολύ χαμηλή, όπως άλλωστε όλα γενικώς στην Ινδονησία αναλοικά με την ποιότητά τους. Ήταν τόσο όμορφο το περιβάλλον που είπαμε... να ξαναφάμε, οπότε αράξαμε στους ειδυλλιακούς κήπους στο σούρουπο και το φαγητό ήταν πολύ καλό, εξαιρετική η αγαπημένη μου tom ka gai. Κάναμε περεταίρω βόλτα στους φανταστικούς κήπους και γενικώς το μέρος το απολαύσαμε, ξανακάνοντας μια γύρα στα διάφορα κτίρια και τις εκθέσεις τους, λίγο πριν κλείσουν.
Ψιχάλισε και πάλι, το οποίο σήμαινε πως η παράσταση δε θα λάμβανε χώρα στο Ubud Palace, αλλά σε έναν ειδικά διαμορφωμένο σκεπαστό χώρο απέναντι. Το πρόγραμα που μας έδωσαν βοήθησε πολύ στο να κατανοήσουμε τι βλέπαμε, αν και τα βασικά τα ξέραμε: στο legong παρακολουθείς κυρίως αυτές τις απίθανες κινήσεις που κάνουν οι χορευτές με τα δάχτυλά τους αλλά και τα φρύδια και τα μάτια, πάντα στο γενικό πλαίσιο ενός έπους με ιστορίες ρομάντσου, πριγκηπισσών και θεοτήτων που παρεμβαίνουν στην τελική μάχη για το happy end, ενώ στο barong πρωταγωνιστούν μυθικά πλάσματα, το πιο ενδιαφέρον εκ των οποίων ήταν ένα τεράστιο κυνοειδές λιοντάρι, με τέσσερα πόδια, άρα και δύο ηθοποιούς, που απαιτεί εντυπωσιακό συγχρονισμό, με δεδομένο ότι αυτός που “υποδύεται” τα πίσω πόδια και την ουρά δεν έχει ορατότητα. Εντύπωση μου έκανε και η πολυμελής (άνω των 25 ατόμων) ζωντανή ορχήστρα, ο βασικός ερμηνευτής της οποίας φαινόταν άνω των 70, αλλά κι έτσι έβγαζε όλους αυτούς τους ξένους, αλλόκοτους και λίγο μπρουτάλ ήχους που περιγράφουν τα τεκταινόμενα αλλά και τις φωνές των χορευτών (που δεν τραγουδούν ποτέ).
Μείναμε πάρα πολύ ευχαριστημένοι από τη μέρα γενικότερα, χτυπήσαμε κι ένα παγωτάκι και πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το χωριουδάκι μας, με τη βροχή να ξεκινάει λίγα δευτερόλεπτα αφότου μπήκαμε στην πανέμορφη καμπίνα μας. Βοήθησαν οι θεοί σήμερα, δεν είχαμε παράπονο.