Περιεχόμενα
Ισως δεν είναι μια τυπική ταξιδιωτική ιστορία αυτή που θα διαβάσετε εδώ. Δεν ήθελα όμως και να είναι. Εζησα στη Βόρεια Κορέα δύο χρόνια και όσο παράξενο και αν ακούγεται την αγάπησα όσο καμία άλλη χώρα. Και έτσι σήμερα θέλω απλά να διηγηθώ μια εμπειρία από εκείνα τα δύο σχεδόν χρόνια (από τον Ιούνιο του 2012 μέχρι το Μάρτιο του 2014) που πέρασα στην Πιονγκ Γιανγκ ως μέλος της κοινότητας των Ηνωμένων Εθνών.
Ημερολόγια από την Πιονγκ Γιανγκ
Όταν δεν έχω ύπνο, ή τύχει να ξυπνήσω πολύ νωρίς, μου αρέσει να βγαίνω στο μπαλκόνι και να παρακολουθώ την μισοκοιμισμένη Πιονγκ Γιανγκ. Κάθομαι πίσω απο το κλειστό τζάμι και μετράω τα παράθυρα στις απέναντι πολυκατοικίες που μοιάζουν με μικρά τετράγωνα κουτάκια. Ατέλιωτη σειρά απο κουτάκια που μετρούσα ξανά και ξανά μέχρι να κουραστώ. Ήξερα κάθε κίνηση στο απέναντι κτήριο, ήξερα πότε θα σβήσουν τα φώτα, πότε θα ξυπνήσουν το πρωί οι ένοικοι, ποιοι θα έβγαιναν στο μπαλκόνι τους για ένα τσιγάρο και τι ώρα οι γυναίκες θα ξεκινούσαν το μαγείρεμα.
Λατρεύω το χρυσό χρώμα του πρώτου ήλιου που δίνει ζωή ακόμα και σε αυτά τα γκρίζα σοβιετικά κτήρια της πόλης. Μα πάνω από όλα λατρεύω να παρατηρώ τους ανθρώπους. Έστω και για λίγο μπαίνω στη ζωή τους ακάλεστη, εισβάλλω στην καθημερινότητα τους και γίνομαι σιωπηλός μάρτυρας.
Μπροστά απο το κτήριο μου απλώνεται μια φτωχική συνοικία. Δεκάδες μικρά ορθογώνια σπίτια χάνονται μέσα σε δαιδαλωδεις χωμάτινους διαδρόμους χωρισμένους απο προσεκτικά καλλιεργημένους κήπους. Μπορώ σχεδόν να αγγίξω τα απλωμένα ρούχα στα σκοινιά και τις κόκκινες πιπεριές που στεγνώνουν στο δάπεδο, να μυρίσω το φρέσκο σκόρδο που μουσκεύει στην πρωινή υγρασία.
Κάθε πρωί, γύρω στις έξι, οι πρώτες πόρτες ανοίγουν, οι γιαγιάδες βγαίνουν στις αυλές και ετοιμάζουν τα κάρβουνα για το πρωινό τους. Τις έβλεπα εκεί, ατάραχες με μάτια κοκκινισμένα να κρατάνε το τσιγκινο τετράγωνο κουτί για να ετοιμάσουν τις μπρικέτες. Μόλις τις αναψουν, πυκνός καπνός βγαίνει και η ατμόσφαιρα γίνεται αποπνικτική. Κάθε φορά απορώ με τις γιαγιάδες που κάθονται νηφάλιες δίπλα στους καπνούς σαν μην τις αγγίζει καν, ενώ εγώ τρέχω πανικόβλητη να κλείσω τα παράθυρα.
Σιγα σιγα, η μικρή συνοικία ξυπνάει. Οι άντρες θα κάνουν το πρώτο τσιγάρο της ημέρας, τα παιδιά θα βγουν στις αυλές αγουροξυπνημένα, οι γυναίκες θα μπαινοβγαίνουν με ρούχα και τσαγερά.
Η κοινωνία της Βόρειας Κορέας παραμένει βαθιά συντηρητική και πατριαρχική, και παρα την ισότητα μεταξύ των δυο φύλων την οποια κατοχυρώνει και το σύνταγμα της χώρας, οι ρολόι του άντρα κ της γυναίκας στην καθημερινή ζωή είναι ξεκάθαροι.
Μέχρι τις 7 το πρωί, οι περισσότεροι έχουν ήδη φύγει για τις δουλειές τους. Η συνοικία αδειάζει, οι γιαγιάδες μένουν με όσα εγγόνια δεν πάνε σχολείο, τα παιδιά βγαίνουν να παίξουν στο δρόμο, οι παππούδες φοράνε το ψάθινο καπέλο τους και ετοιμάζονται για τη πρωινή τους βόλτα. Οσοι παραμείνουν σπίτια όλο κ κάτι θα κάνουν, θα επιδιορθώσουν κάποιο παράθυρο, θα περιποιηθούν το χωραφακι, θα ετοιμάζουν τα κάρβουνα για το κρύο χειμώνα που έρχεται σε λίγους μήνες.
Η ζωή για τους περισσότερους εδω είναι απλή και ταπεινή. Είναι και φτωχική αλλά δεν είναι άχρωμη. Είναι δύσκολη αλλά είναι συνειδητοποιημένη. Και αυτό το βλέπεις σε όσους ανθρώπους γνωρίζεις.
Γνώρισα λοιπόν τον κύριο Πακ. Ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος πατέρας ενός αγοριού 5 ετών που ήταν όλη του η περηφάνια και η ελπίδα του για το μέλλον. Ο κ.Πακ δεν έλεγε μισές αλήθειες. Μου έδειχνε τα ψηλά κτήρια και μου έλεγε ότι οι κατασκευές είναι παλιές και το χειμώνα το κρύο είναι ανυπόφορο. Η θέρμανση με σόμπες φτάνει για να ζεστάνει μόνο ένα δωμάτιο και στις πολικές θερμοκρασίες του Ιανουαρίου και του Φλεβάρη η κατάσταση είναι δύσκολη. Προσπαθούσε να αλλάξει τα παράθυρα στο διαμέρισμα του για να σταματήσει λίγο τον παγωμένο αέρα.
Γνώρισα και τον Τσε. Ο Τσε, φρεσκοπαντρεμένος 28 ετών. Στο γραφείο έφερνε πάντα την κιθάρα του και τις ελεύθερες ώρες τον άκουγες να παίζει Deep purple, Nirvana, Pink Floyd...Το μεγάλο όνειρο του ήταν να παρακολουθήσει μια ροκ συναυλία από κοντά.
Και μετά ήταν η κυρία Κιμ. Πάντα όμορφη και περιποιημένη. Το μαλλί της χτενισμένο, τα γυαλιά στη θέση τους, έμοιαζε να τα έχει όλα υπο έλεγχο. Και όμως η κυρία Κιμ είχε κάνει πριν 14 χρόνια αυτό που ελάχιστες γυναίκες θα τολμούσαν να κάνουν στην συντηρητική τους κοινωνία. Πριν ακόμα γεννήσει τον γιο της, έδιωξε τον άντρα της απο το σπίτι επειδή την χτύπησε. Αδιαφόρησε για το σκάνδαλο, έκλεισε την πόρτα στα πεθερικά της, γέννησε μόνη της και μεγαλώνει το γιο της χωρίς βοήθεια.
Και τέλος ήταν η Σονγκ. Μια εύθραυστη κοπέλα 22 ετών. Εργάζεται ως σερβιτόρα σε ένα εστιατόριο. Ονειρεύεται ταξίδια και ρομαντική αγάπη. Ξέρει ότι πιθανόν δεν θα ταξιδέψει αλλά όπως λέει, οι καιροί αλλάζουν και όλα γίνονται πιθανά.
Πέρα απο κάθε πολιτική σκοπιμότητα, την οποία μου έχουν χρεώσει κατά καιρούς όσοι έχε τύχει να διαβάσουν ότι έχω γράψει και πει , η ζωή στη Βόρεια Κορέα απέχει πολύ από τη μονοδιάστατη εικόνα της Δύσης. Περιέχει καθημερινές ιστορίες, άλλοτε αστείες και τρυφερές, άλλοτε δύσκολες και σκληρές.
Στους ανθρώπους αρέσει πάντα να υπάρχει ένας παρίας, κάποιος να κοροϊδεύουν, κάποιος να είναι ο κακός στα όρια του γελοίου για να νιώθουμε εμείς οι υπόλοιπο ασφαλείς στις "επιλογές" που δίνει η δική μας κοινωνία. Όμως ο απόλυτα κακός-σχεδόν σαν χαρακτήρας κινούμενων σχεδίων- υπάρχει μόνο στον κινηματογράφο. Οι πολιτικές ισορροπίες, οι "εχθροί", οι άξονες του κακού και του καλού στην πραγματική ζωή δεν δηλώνουν παρά μόνο συμμαχίες.
Δεν κάνω πολιτική. Έχω την μεγάλη τύχη να βρίσκομαι σε μια χώρα που ελάχιστοι γνωρίζουν, για την οποία όμως όλοι είναι έτοιμοι να πιστέψουν ότι αρνητικό ειπωθεί.
Και εγώ εδώ σας λέω, σκεφτείτε καλύτερα, μπορεί να υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση της πραγματικότητας, μπορεί η αλήθεια να είναι διαφορετική.
Εγώ πάντως αυτή την αλήθεια ψάχνω...
Ημερολόγια από την Πιονγκ Γιανγκ
Όταν δεν έχω ύπνο, ή τύχει να ξυπνήσω πολύ νωρίς, μου αρέσει να βγαίνω στο μπαλκόνι και να παρακολουθώ την μισοκοιμισμένη Πιονγκ Γιανγκ. Κάθομαι πίσω απο το κλειστό τζάμι και μετράω τα παράθυρα στις απέναντι πολυκατοικίες που μοιάζουν με μικρά τετράγωνα κουτάκια. Ατέλιωτη σειρά απο κουτάκια που μετρούσα ξανά και ξανά μέχρι να κουραστώ. Ήξερα κάθε κίνηση στο απέναντι κτήριο, ήξερα πότε θα σβήσουν τα φώτα, πότε θα ξυπνήσουν το πρωί οι ένοικοι, ποιοι θα έβγαιναν στο μπαλκόνι τους για ένα τσιγάρο και τι ώρα οι γυναίκες θα ξεκινούσαν το μαγείρεμα.
Λατρεύω το χρυσό χρώμα του πρώτου ήλιου που δίνει ζωή ακόμα και σε αυτά τα γκρίζα σοβιετικά κτήρια της πόλης. Μα πάνω από όλα λατρεύω να παρατηρώ τους ανθρώπους. Έστω και για λίγο μπαίνω στη ζωή τους ακάλεστη, εισβάλλω στην καθημερινότητα τους και γίνομαι σιωπηλός μάρτυρας.
Μπροστά απο το κτήριο μου απλώνεται μια φτωχική συνοικία. Δεκάδες μικρά ορθογώνια σπίτια χάνονται μέσα σε δαιδαλωδεις χωμάτινους διαδρόμους χωρισμένους απο προσεκτικά καλλιεργημένους κήπους. Μπορώ σχεδόν να αγγίξω τα απλωμένα ρούχα στα σκοινιά και τις κόκκινες πιπεριές που στεγνώνουν στο δάπεδο, να μυρίσω το φρέσκο σκόρδο που μουσκεύει στην πρωινή υγρασία.
Κάθε πρωί, γύρω στις έξι, οι πρώτες πόρτες ανοίγουν, οι γιαγιάδες βγαίνουν στις αυλές και ετοιμάζουν τα κάρβουνα για το πρωινό τους. Τις έβλεπα εκεί, ατάραχες με μάτια κοκκινισμένα να κρατάνε το τσιγκινο τετράγωνο κουτί για να ετοιμάσουν τις μπρικέτες. Μόλις τις αναψουν, πυκνός καπνός βγαίνει και η ατμόσφαιρα γίνεται αποπνικτική. Κάθε φορά απορώ με τις γιαγιάδες που κάθονται νηφάλιες δίπλα στους καπνούς σαν μην τις αγγίζει καν, ενώ εγώ τρέχω πανικόβλητη να κλείσω τα παράθυρα.
Σιγα σιγα, η μικρή συνοικία ξυπνάει. Οι άντρες θα κάνουν το πρώτο τσιγάρο της ημέρας, τα παιδιά θα βγουν στις αυλές αγουροξυπνημένα, οι γυναίκες θα μπαινοβγαίνουν με ρούχα και τσαγερά.
Η κοινωνία της Βόρειας Κορέας παραμένει βαθιά συντηρητική και πατριαρχική, και παρα την ισότητα μεταξύ των δυο φύλων την οποια κατοχυρώνει και το σύνταγμα της χώρας, οι ρολόι του άντρα κ της γυναίκας στην καθημερινή ζωή είναι ξεκάθαροι.
Μέχρι τις 7 το πρωί, οι περισσότεροι έχουν ήδη φύγει για τις δουλειές τους. Η συνοικία αδειάζει, οι γιαγιάδες μένουν με όσα εγγόνια δεν πάνε σχολείο, τα παιδιά βγαίνουν να παίξουν στο δρόμο, οι παππούδες φοράνε το ψάθινο καπέλο τους και ετοιμάζονται για τη πρωινή τους βόλτα. Οσοι παραμείνουν σπίτια όλο κ κάτι θα κάνουν, θα επιδιορθώσουν κάποιο παράθυρο, θα περιποιηθούν το χωραφακι, θα ετοιμάζουν τα κάρβουνα για το κρύο χειμώνα που έρχεται σε λίγους μήνες.
Η ζωή για τους περισσότερους εδω είναι απλή και ταπεινή. Είναι και φτωχική αλλά δεν είναι άχρωμη. Είναι δύσκολη αλλά είναι συνειδητοποιημένη. Και αυτό το βλέπεις σε όσους ανθρώπους γνωρίζεις.
Γνώρισα λοιπόν τον κύριο Πακ. Ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος πατέρας ενός αγοριού 5 ετών που ήταν όλη του η περηφάνια και η ελπίδα του για το μέλλον. Ο κ.Πακ δεν έλεγε μισές αλήθειες. Μου έδειχνε τα ψηλά κτήρια και μου έλεγε ότι οι κατασκευές είναι παλιές και το χειμώνα το κρύο είναι ανυπόφορο. Η θέρμανση με σόμπες φτάνει για να ζεστάνει μόνο ένα δωμάτιο και στις πολικές θερμοκρασίες του Ιανουαρίου και του Φλεβάρη η κατάσταση είναι δύσκολη. Προσπαθούσε να αλλάξει τα παράθυρα στο διαμέρισμα του για να σταματήσει λίγο τον παγωμένο αέρα.
Γνώρισα και τον Τσε. Ο Τσε, φρεσκοπαντρεμένος 28 ετών. Στο γραφείο έφερνε πάντα την κιθάρα του και τις ελεύθερες ώρες τον άκουγες να παίζει Deep purple, Nirvana, Pink Floyd...Το μεγάλο όνειρο του ήταν να παρακολουθήσει μια ροκ συναυλία από κοντά.
Και μετά ήταν η κυρία Κιμ. Πάντα όμορφη και περιποιημένη. Το μαλλί της χτενισμένο, τα γυαλιά στη θέση τους, έμοιαζε να τα έχει όλα υπο έλεγχο. Και όμως η κυρία Κιμ είχε κάνει πριν 14 χρόνια αυτό που ελάχιστες γυναίκες θα τολμούσαν να κάνουν στην συντηρητική τους κοινωνία. Πριν ακόμα γεννήσει τον γιο της, έδιωξε τον άντρα της απο το σπίτι επειδή την χτύπησε. Αδιαφόρησε για το σκάνδαλο, έκλεισε την πόρτα στα πεθερικά της, γέννησε μόνη της και μεγαλώνει το γιο της χωρίς βοήθεια.
Και τέλος ήταν η Σονγκ. Μια εύθραυστη κοπέλα 22 ετών. Εργάζεται ως σερβιτόρα σε ένα εστιατόριο. Ονειρεύεται ταξίδια και ρομαντική αγάπη. Ξέρει ότι πιθανόν δεν θα ταξιδέψει αλλά όπως λέει, οι καιροί αλλάζουν και όλα γίνονται πιθανά.
Πέρα απο κάθε πολιτική σκοπιμότητα, την οποία μου έχουν χρεώσει κατά καιρούς όσοι έχε τύχει να διαβάσουν ότι έχω γράψει και πει , η ζωή στη Βόρεια Κορέα απέχει πολύ από τη μονοδιάστατη εικόνα της Δύσης. Περιέχει καθημερινές ιστορίες, άλλοτε αστείες και τρυφερές, άλλοτε δύσκολες και σκληρές.
Στους ανθρώπους αρέσει πάντα να υπάρχει ένας παρίας, κάποιος να κοροϊδεύουν, κάποιος να είναι ο κακός στα όρια του γελοίου για να νιώθουμε εμείς οι υπόλοιπο ασφαλείς στις "επιλογές" που δίνει η δική μας κοινωνία. Όμως ο απόλυτα κακός-σχεδόν σαν χαρακτήρας κινούμενων σχεδίων- υπάρχει μόνο στον κινηματογράφο. Οι πολιτικές ισορροπίες, οι "εχθροί", οι άξονες του κακού και του καλού στην πραγματική ζωή δεν δηλώνουν παρά μόνο συμμαχίες.
Δεν κάνω πολιτική. Έχω την μεγάλη τύχη να βρίσκομαι σε μια χώρα που ελάχιστοι γνωρίζουν, για την οποία όμως όλοι είναι έτοιμοι να πιστέψουν ότι αρνητικό ειπωθεί.
Και εγώ εδώ σας λέω, σκεφτείτε καλύτερα, μπορεί να υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση της πραγματικότητας, μπορεί η αλήθεια να είναι διαφορετική.
Εγώ πάντως αυτή την αλήθεια ψάχνω...