harilander
Member
- Μηνύματα
- 563
- Likes
- 477
- Επόμενο Ταξίδι
- βλέπουμε...
- Ταξίδι-Όνειρο
- χώρα του ποτέ
Περιεχόμενα
Η καυτή άμμος του ζέσταινε το σώμα ενώ το κύμα του δρόσιζε τις πατούσες όταν η φωνή της τον έβγαλε από τις νοητικές του περιπλανήσεις. Ήρθε και έκατσε δίπλα του χώνοντας τα πόδια της μέσα στην άμμο.
Ήταν αρχές καλοκαιριού και πάντα τους άρεσε τα Σαββατοκύριακα να ξεφεύγουν σε κάποιο κοντινό νησάκι ή παραλία. Η μέρα ήταν ασυνήθιστα ζεστή , πράγμα που σου δημιουργούσε μια υποτονικότητα, σε προέτρεπε για χαλάρωμα δίπλα στο κύμα.
«ξέρεις , για αυτό που λέγαμε το αποφάσισα» του είπε εκείνη όλο αποφασιστικότητα.
«για ποιο;» απάντησε εκείνος χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του από το βιβλίο που διάβαζε.
«σου είπα, θέλω να ολοκληρώσω τις σπουδές μου και η μόνη λύση που βλέπω είναι να πάω στην Ιταλία».
Γύρισε προς την πλευρά της και βάζοντας το βιβλίο για καπέλο της λεει όλο απορία « μα καλά τώρα στα 25 σου αποφάσισες να σπουδάσεις; Θα αφήσεις τα Ισπανικά για να μάθεις Ιταλικά και το κυριότερο θα αφήσεις μια δουλειά στο δημόσιο;»
« Αα, μην ανησυχείς, έχω μιλήσει με την γυναίκα του Τάδε και μου είπε πως θα γίνει, θα κάνω ένα χρόνο Ιταλικά, θα δώσω εξετάσεις σε κάποιο περιφερειακό πανεπιστήμιο,.....θα κάτσω ένα χρόνο, .....θα..., θα.....,οσο για την δουλειά μόλις λήξει η σύμβαση μου θα... ,έχω κανονίσει με τον ....., μετά θα μπορώ να δώσω εξετάσεις για μετάταξη .... θα, θα, ένας ασυγκράτητος χείμαρρος από προτάσεις, ιδέες, όνειρα. Είναι φοβερό, εάν στις γυναίκες μπει κάτι στο μυαλό τους το φτιάχνουν, το πλάθουν στα μέτρα τους και στο παρουσιάζουν με όλες τις εναλλακτικές πιθανές λύσεις και στο σερβίρουν ώστε να μην μπορείς να πεις τίποτα!
Όλη την υπόλοιπη ημέρα αλλά και τις υπόλοιπες μέρες του καλοκαιριού όλα αυτά τριγυρνούσαν μέσα στο μυαλό του και δεν τον αφήναν να ησυχάσει. Προσπαθούσε να καθησυχάσει τις ανησυχίες του με την δικαιολογία ότι ήταν για ένα χρόνο, εξάλλου ποιος ήταν αυτός που θα έμπαινε εμπόδιο στα όνειρα της; Πως μπορούσε να εμποδίσει κάποιον να κάνει αυτό που επιθυμούσε; Πάντα του άρεσαν τα άτομα με ανήσυχο πνεύμα και ρισκάριζαν καθώς αυτός υπολόγιζε πάντα τα ρίσκα του.
Έτσι πέρασε το καλοκαίρι και τον Σεπτέμβρη άρχισαν τα εντατικά των Ιταλικών για εκείνη . Δεν άργησε να έρθει το επόμενο καλοκαίρι και μαζί με αυτό οι εξεταστικές των πανεπιστημίων. Το πανεπιστήμιο που θα έδινε εξετάσεις ήταν στο Σαλέρνο, μία πόλη στον Ιταλικό νότο κοντά στην Νάπολη. Έτσι ένα ωραίο πρωϊνό μαζί με άλλους υποψήφιους φοιτητές ξεκίνησε να πάει να δώσει εξετάσεις.
«Με πήραν! πέρασα!» ακούστηκε η φωνή της από την άλλη άκρη της γραμμής και εκείνος έμεινε με το ακουστικό στο χέρι χωρίς να ξέρει πώς να αντιδράσει.
_____________________________________________________________
photo by wikipedia.org
Αυτό το αρχείο εικόνας διανέμεται με τους όρους της άδειας Creative Commons / Αναφορά - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο
Ανέβασε το τζάμι του αυτοκινήτου για να αποφύγει τις σταγόνες της βροχής που με μανία η βαρύτητα τις κατεύθυνε προς το έδαφος και αυτές ανελέητα χτυπούσαν ότι έβρισκαν στο πέρασμα τους.
Το φθινόπωρο είχε κάνει λίγο βίαια την εισβολή του.
Γύρισε προς την συνεπιβάτης του καθώς προσπαθούσε να βολευτεί μέσα στην μικρή καμπίνα του αυτοκινήτου, « λοιπόν , ποιο είναι το σχέδιο;» της είπε όλο αγωνία.
- « μέχρι τέλος του μήνα πρέπει να πάω για να ολοκληρώσω την εγγραφή μου και να βρω ένα σπίτι να μείνω καθώς δεν λέει να μένω στο ξενοδοχείο. Θέλεις να έρθεις μαζί μου να με βοηθήσεις με την μετεγκατάσταση;» του απάντησε
- «μετά χαράς» είπε εκείνος και ένα χαμόγελο έλαμψε στο πρόσωπο του, πετούσε την σκούφια του για ταξίδια, σιγά μην έλεγε όχι σε μια τέτοια ευκαιρία, όχι ότι στο μέλλον δεν θα είχε άλλες ευκαιρίες αλλά ένα από αυτά που του έμειναν από τον στρατό είναι ότι όταν σου δίνεται μια ευκαιρία την εκμεταλλεύεσαι γιατί δεν ξέρεις πότε θα σου ξαναέρθει!
Το σχέδιο ήταν αεροπορικώς μέχρι την Ρώμη και από εκεί θα ενοικίαζαν αυτοκίνητο και οδικώς θα έφθαναν στο Σαλέρνο όπου θα έμεναν 4 μέρες ώσπου να τακτοποιηθεί και μετά αυτός θα επέστρεφε με το αυτοκίνητο στην Ρώμη για να γυρίσει σπιτάκι του.
Ωραία, βόρια έχω δει αρκετές πόλεις, την Ρώμη την είδα λίγο σε προηγούμενο επαγγελματικό ταξίδι, καιρός να πάρω και μια ιδέα από νότο , σκέφτηκε καθώς το αεροπλάνο απογειωνόταν από το Ελληνικό.
Στο Fiumicinoτους περίμενε το αυτοκίνητο που είχαν κάνει κράτηση από Αθήνα ,φόρτωσαν τα μπαγκάζια τους και ετοιμάστηκαν να ξεκινήσουν.
«ξέρεις πως θα πάμε;» τον ρώτησε εκείνη όλο απορία
«ναι παιδί μου, το έχω σου λέω, έχω τον χάρτη ,εξάλλου μου έδωσε και τυπωμένες οδηγίες από την εταιρεία ενοικίασης» της απάντησε εκείνος με στόμφο. Εντάξει , ήξερε ότι οι Ιταλοί ειδικά στο νότο είναι λίγο «καμικάζι» αλλά εδώ γύρισαν την μισή Ισπανία η Ιταλία θα τον δυσκόλευε; έλα ντε; Αυτά σκεφτόταν όταν έφτασαν στην σταθμό διοδίων στην Εθνική και όλο απορία αναρωτιόταν που είχαν πάει οι υπάλληλοι, «δεν βαριέσαι, εγώ περνάω και ας πρόσεχαν να ήταν στην θέση τους!» Βέβαια αυτοί ήταν στην θέση τους , στην έξοδο και ζητούσαν το κουπόνι που έπρεπε να πάρει πιέζοντας το κουμπί στην είσοδο…
Συμπαθητική πόλη το Σαλέρνο και ωραίο πανεπιστήμιο, από τα αρχαιότερα της Ευρώπης καθώς οι ρίζες του ξεκινούν τον 8ο αιώνα, αλλά τα περισσότερα δωμάτια ήταν νοικιασμένα και δύσκολα έβρισκες κάτι καλό και φτηνό. Για καλή τους τύχη βρήκαν δωμάτιο σε μια βίλα που νοίκιαζε τα δωμάτια της σε φοιτητές αλλά επειδή γίνονταν κάποιες εργασίες θα ήταν έτοιμη σε καμιά δεκαριά μέρες
Και έπρεπε να μείνει προσωρινά σε κάποιο άλλο σπίτι, ο Θεός να το κάνει σπίτι.
Το σπίτι ήταν στο MercatosanSeverino, ένα προάστιο κοντά στο Fisciano όπου ήταν το πανεπιστήμιο , μερικά χιλιόμετρα έξω από το Σαλέρνο.
Είχε υπολογίσει ότι εάν έφευγε νωρίς το μεσημέρι προλάβαινε να καλύψει τα σχεδόν 300 χιλιόμετρα που χρειαζόταν μέχρι το αεροδρόμιο μιας και το σπίτι ήταν κοντά στην είσοδο του αυτοκινητόδρομου Α30 που έπρεπε να πάρει για να βγει στον Α1. Βέβαια όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια ο Θεός γελάει…
«πρέπει να κατέβουμε Σαλέρνο να δω εάν ήρθαν τα λεφτά που έστειλε η μάνα μου» του είπε εκείνη καθώς έπαιρναν το πρωινό τους.
«εντάξει» απάντησε εκείνος βαριεστημένα, σκεφτόμενος ότι τα 10 χιλιόμετρα μέχρι το κέντρο δεν είναι πολύ καθυστέρηση. Δυστυχώς όμως φτάνοντας στην τράπεζα διαπιστώνουν ότι τα λεφτά δεν είχαν έρθει ακόμα και ο υπάλληλος τους πρότεινε να περάσουν αργότερα μήπως είχε κάτι νεώτερο. Άρχισαν να τον ζώνουν τα φίδια με όλες αυτές τις καθυστερήσεις. (Αχ και να ήξερε τι τον περίμενε!!) Επειδή η ώρα πέρναγε έπρεπε κάτι να κάνει. « άκου αγάπη μου, πάρε ότι υπόλοιπο συνάλλαγμα έχω να την βγάλεις εάν δεν έρθουν σύντομα γιατί πρέπει να φύγω» είπε όλο εκνευρισμό και της δίνει τις λιρέτες κρατώντας ένα ποσό για βενζίνη και διόδια. Τώρα έπρεπε να γυρίσει πίσω στο Φισσιάνο για να πάρει τον Α30 και ο ποιο γρήγορος δρόμος ήταν να μπει στον Α3 και από εκεί να βγει στον Ra2/Ε841 που οδηγούσε στον Α30. Αμ δε!! Για λόγους που ποτέ δεν έμαθε η έξοδος ήταν κλειστή έτσι αναγκαστικά συνέχισε την πορεία του στον Α3 προς Νάπολη. Αφού κάτι μουρμούρισε για τους Ιταλούς και αναθεμάτισε την τύχη του προσπάθησε να ρίξει μια κλεφτή ματιά στον χάρτη μπας και βγάλει άκρη πως θα ξαναέβρισκε τον Α30 αλλά δεν μπόρεσε να βγάλει άκρη. «δεν βαριέσαι, θα πάω μέχρι Νάπολη καθώς ο Α3 συναντιέται με τον Α1 που είναι ο δρόμος για Ρώμη, 15 χιλιόμετρα παραπάνω..» σκέφτηκε , αλλά δεν υπολόγισε την κίνηση πέριξ της Νάπολης.
Όπως ξεχύνονται τα άλογα του ιπποδρόμου στην εκκίνηση έτσι και εκείνος όρμησε στον αυτοκινητόδρομο ,μόλις απελευθερώθηκε από τα πλοκάμια της κίνησης της Νάπολης. Προσπάθησε να βγάλει τον Σένα από μέσα του και να καλύψει τον χαμένο χρόνο αλλά το μικρό Polo δεν είχε άλλα άλογα να βγάλει. «Α, ρε και να ήταν το G40» ,σκέφτηκε καθώς κόλαγε το πόδι στο πάτωμα.
Θα ήθελε περίπου καμιά εκατοστή χιλιόμετρα μέχρι το αεροδρόμιο όταν ήρθε η βροχή να του κάνει παρέα. «αυτό μας έλειπε» μονολόγησε, και αυτόματα έκοψε ταχύτητα. Μετά από λίγη ώρα η βροχή ελαττώθηκε αλλά δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για την κίνηση που όσο πλησίαζε στην Ρώμη τόσο αυξανόταν, σε σημείο να πηγαίνει σημειωτόν. Λίγο η βροχή, λίγο η ώρα που σχολούσαν οι Ρωμαίοι δεν άργησε να γίνεται το αδιαχώρητο στους δρόμους.
Αφρούς άρχισε να βγάζει από το στόμα, η πίεση είχε χτυπήσει κόκκινο καθώς έβλεπε να περνάει η ώρα και εκείνος να είναι στο ίδιο σημείο. Κάποια στιγμή είδε αεροπλάνα και αεροδρόμιο και αναθάρρησε αλλά δυστυχώς δεν ήταν το Fiumicino αλλά το ciampino.
«γ..ώ την ατυχία μου!!» ούρλιαξε μέσα στο αμάξι.
Τελικά ο θεός της γκαντεμιάς του είχε κάτσει στον σβέρκο.
Ναι, ναι, υπάρχει και τέτοιος θεός , μην κοιτάτε που δεν είναι πολύ γνωστός , απ’ολους τους μικρούς θεούς μόνο του έρωτα είναι γνωστός και τον βλέπετε να μοστράρει στους ποιο πολλούς πίνακες. Ο άλλος είναι τριχωτός, άσχημος και καμπούρης γι’ αυτό δεν τον έχετε δει!
Με την ψυχή στο στόμα παρέδωσε το αυτοκίνητο και πήρε το βανάκι για τις αναχωρήσεις. Τρέχοντας έφτασε στο γκισέ ελπίζοντας να είχε κάποια καθυστέρηση καθώς η ώρα ήταν 6:15 και η πτήση έφευγε 6:30.
«λυπάμαι, η πτήση έχει κλείσει» απάντησε ψυχρά ο υπάλληλος.
« μα πρέπει να φύγω, έχω εισιτήριο» τον ικέτεψε αλλά ο
Ιταλός ήταν ανένδοτος. « τι μπορώ να κάνω; Μπορώ να αλλάξω το εισιτήριο; Να πάρω πίσω λεφτά;» τον ξαναρώτησε. « έχει αύριο στις 10:30 την επόμενη πτήση, ίσως μπορέσεις να μπεις, έλα αύριο» ήταν τα τελευταία λόγια του Ιταλού και εκείνος έμεινε εμβρόντητος με την βαλίτσα στο χέρι. «Και τώρα; τι κάνουμε;» σκέφτηκε καθώς κατευθυνόταν στο γκισέ μιας άλλης αεροπορικής εταιρίας. Είδε ότι είχε πτήση ποιο αργά αλλά αυτός δεν είχε λεφτά καθώς ότι υπόλοιπο σε λιρέτες το είχε αφήσει στην αγαπημένη του. Πιστωτική κάρτα δεν είχε βγάλει ακόμα καθώς εκείνη την εποχή δεν ήταν και το ποιο εύκολο πράγμα. Αμέσως σκέφτηκε να πάρει τηλέφωνο σπίτι του μήπως μπορούσαν να του έβγαζαν ένα εισιτήριο από την Ελλάδα και κατευθύνθηκε σε ένα τηλέφωνο ψάχνοντας στην τσέπη για μερικά ψιλά. Για κακή του τύχη όμως κανείς δεν σήκωνε το τηλέφωνο, οι γονείς του ήταν στο εξοχικό και ο αδερφός του ποιος ξέρει που να γύρναγε. «τώρα, ποιόν να πάρω;» σκέφτηκε , καθώς κατέβαζε το ακουστικό. Ποιόν να πάρει και να πει τα παθήματα του; Ποιος μπορούσε να τον βοηθήσει; Βλέπετε η κινητή τηλεφωνία δεν είχε κάνει την εμφάνιση της ακόμα στην Ελλάδα. Προσπάθησε να βρει ένα φίλο του αλλά μάταια. Το πήρε απόφαση, θα περίμενε την επόμενη πτήση το πρωί, είχε μια αισιοδοξία ότι θα μπορούσε να επιβιβαστεί. τι διάολο, θα γυρόφερνε σαν το φάντασμα μια ζωή μέσα στο αεροδρόμιο; Αυτή η σκέψη, το να περιφέρετε σαν την άδικη κατάρα στο αεροδρόμιο και να ζητιανεύει λεφτά τον έκανε να χαμογελάσει, δεν είχε χάσει ακόμα το χιούμορ του.
Ο ήχος από το στομάχι του θύμισε ότι έχουν περάσει πολλές ώρες από τότε που έβαλε κάτι στο στόμα του και κατευθύνθηκε προς το μπαρ ψάχνοντας τις τσέπες του και με τα τελευταία λιγοστά χρήματα που του είχαν απομείνει πήρε ένα σάντουιτς και ένα νερό για να ξεγελάσει την πείνα του, η νύχτα προβλέπετε μεγάλη και δύσκολη.
Άρχισε να κόβει βόλτες μέσα στο αεροδρόμιο για να περάσει η ώρα αλλά τα λεπτά κυλούσαν βασανιστικά. Σαν φυλακισμένος που σέρνει την αλυσίδα με την μπάλα έμοιαζε καθώς πηγαινοερχόταν σέρνοντας την βαλίτσα. Έξω είχε νυχτώσει για τα καλά και η βροχή έκανε πάλι την εμφάνιση της όταν αποφάσισε να παραδοθεί στην κούραση και να ξαπλώσει στα καθίσματα. Δύσκολος ο ύπνος στα άβολα καθίσματα άλλα και η ανάγκη για λίγο ύπνο μεγάλη.
Ένα χέρι ένοιωσε να τον σκουντάει και μόλις άνοιξε τα μάτια του βλέπει ένα μουστάκι με καπέλο πάνω από την μούρη του.
«biglietoepassaporto» του είπε ο αστυνομικός. Έψαξε στην τσέπη και βαριεστημένα του τα έδειξε, προφανώς έλεγχαν εάν αυτοί που βρίσκονταν στο αεροδρόμιο τέτοια ώρα είχαν κάποιο λόγο ή ήταν άστεγοι. Κοίταξε το ρολόι, ήταν 3:30 , άντε να ξανακοιμηθείς!
Τις πρώτες πρωινές ώρες άρχισε να έρχεται κόσμος στο αεροδρόμιο και αναγκαστικά σηκώθηκε και καρτερικά περίμενε να περάσει η ώρα για να ανοίξουν τα γραφεία, η πτήση που θα τον έφερνε πίσω ήταν στις δέκα και μισή οπότε είχε αρκετή ώρα.
Κάποια στιγμή το μάτι του πήγε στον πίνακα αναχωρήσεων και είδε δίπλα στις περισσότερες πτήσεις ,που ανήκαν στην εταιρία που πέταγε, την λέξη “canceled” όποτε θορυβημένος πήγε μέχρι τα εκδοτήρια.
« έχει στάση εργασίας 10 με 4»!!! του απάντησε ο ευγενικός υπάλληλος. Αφού προσπάθησε να συνέλθει από το αρχικό σοκ τον ρώτησε τι θα γίνει και πως θα μπορέσει να φύγει. «ελάτε το απόγευμα, βέβαια προτεραιότητα έχουν οι σημερινοί επιβάτες, ίσως γίνει κάτι» ξαναείπε ο υπάλληλος. Αυτό ήταν!, δεν υπήρχε περίπτωση να φύγει, θα έμενε φυλακισμένος στο Fiumicino! Τελικά αυτός ο θεός της γκαντεμιάς δεν του είχε κάτσει απλά στο σβέρκο, είχε στρογγυλοκαθίσει! Τι άλλο είχε να κάνει εκτός από το να περιμένει. Κόντευε να συμπληρώσει εικοσιτετράωρο με πολύ λίγο ύπνο και λιγότερο φαγητό αλλά αυτό που τον προβλημάτιζε περισσότερο ήταν αυτή η αβεβαιότητα, η αβεβαιότητα για το τι θα γίνει, το στομάχι του είχε γίνει κόμπος από την αγωνία και τα νεύρα. Η στάση εργασίας είχε λήξει και οι πτήσεις γίνονταν κανονικά οπότε κατευθύνθηκε προς τα εκδοτήρια. Η απάντηση που πήρε ήταν απογοητευτική, η πτήση ήταν γεμάτη και δεν υπήρχαν θέσεις. Δεν το πίστευε αυτό που άκουγε, δεν ήταν δυνατόν να μην μπορούσε να φύγει! «δεν μπορεί, κάτι θα υπάρχει, κάτι πρέπει να γίνει» ικέτευσε τον υπάλληλο. «εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι, εάν θέλεις πήγαινε στον έλεγχο και αν σε βάλουν…» του απάντησε με τα λιγοστά αγγλικά του και συνέχισε να τακτοποιεί τα χαρτιά του. «αυτό θα κάνω» είπε και κατευθύνθηκε στο checkin, έπρεπε να το είχε κάνει από ποιο νωρίς …
Καθώς περίμενε να τελειώσουν οι άλλοι επιβάτες τον έλεγχο και να δει εάν θα υπήρχε λίστα αναμονής, στο μυαλό του σκεφτόταν εάν υπήρχαν εναλλακτικοί τρόποι απόδρασης από το αεροδρόμιο αλλά ούτε ωτοστόπ μπορούσε να κάνει αλλά ούτε και λαθραία να επιβιβαστεί. Κάποια στιγμή το βλέμμα του πήγε στην οθόνη με τις αναχωρήσεις και ξαφνικά του ήρθε μια ιδέα, ΝΑΙ , αυτό είναι σκέφτηκε από μέσα του! Κοίταξε πάλι το εισιτήριο του και κάτι έλαμψε μέσα στο μυαλό του...
Κάθε μέρα η ίδια πτήση για κάθε προορισμό έχει τον ίδιο αριθμό , την ίδια ώρα, το μόνο που αλλάζει είναι η ημερομηνία. Έτσι και σήμερα ήταν η ίδια πτήση με αυτή που έχασε, το μόνο που θα έκανε θα άλλαζε την ημερομηνία! Για καλή του τύχη οι ημερομηνίες ήταν σατανικά όμοιες , χθες 25, σήμερα 26 !! «ρε, λες;» σκέφτηκε και πήρε τι εισιτήριο στο χέρι του. Το εισιτήριο ήταν τύπου μπλοκ , όπως τα μπλοκ επιταγών, αυτόγραφο (καρμπονιζέ) και γραμμένο στο χέρι. Εκείνη την εποχή ακόμα γράφονταν στο χέρι πολλά εισιτήρια , κυρίως από πρακτορεία. Το πρώτο στέλεχος που ήταν γραμμένο με τον στυλό ήταν της πρώτης διαδρομής Αθήνα-Ρώμη, τα υπόλοιπα δύο , Ρώμη-Αθήνα και απόκομμα ήταν τα αντίγραφα που ήταν με καρμπόν. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να «διορθώσει» το 5 να γίνει 6, μια τόση δα γραμμούλα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα!
Γύρισε σελίδα και με ένα στυλό προσεκτικά διόρθωσε το νούμερο, μετά την έτριψε λίγο για να την μουτζουρώσει ελαφρά ...και έτοιμο!
Έμεινε λίγο να θαυμάσει το έργο τέχνης του. «τώρα», σκέφτηκε, «πρέπει να τα παίξω όλα για όλα, δεν υπάρχουν περιθώρια» και κατευθύνθηκε όλο αποφασιστικότητα στο γκισέ. Είχαν τσεκάρει όλοι οι επιβάτες και δεν υπήρχε κόσμος στον counter, η πτήση έφευγε σε λίγα λεπτά. Έδωσε το εισιτήριο στον υπάλληλο και περίμενε ψύχραιμος την αντίδραση του, (μα καλά ούτε μια γυναίκα δεν έχουν; όλοι άντρες
«λυπάμαι, δεν σας βρίσκω» απάντησε ο υπάλληλος.
«δεν μπορεί, για κοίταξε καλά, συνήθως κάνουν λάθος στο όνομα μου , κάποιο γράμμα είναι διπλό και το ξεχνάνε» του είπε όλο σοβαρότητα.
«λυπάμαι, δεν βρίσκω κάτι και το αεροπλάνο είναι γεμάτο»απάντησε πάλι ο υπάλληλος κάνοντας απεγνωσμένες προσπάθειες να βρει το όνομα ανάμεσα στους επιβάτες.
«κοίταξε, έχω εισιτήριο που το έχω πληρώσει, πρέπει να πετάξω» του απάντησε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής του, «δεν ξέρω τι θα κάνεις, δεν θα πληρώσω εγώ τα λάθη από τις απεργίες σας».
Πάλι βέβαια δεν βρέθηκε κάτι.
« θα χάσω την πτήση, βρες μου έναν υπεύθυνο» είπε με βλοσυρό ύφος. Τι θράσος! Να προσπαθεί να έχει και απαιτήσεις! Να τους την βγαίνει και από πάνω. Κάποια στιγμή ο υπάλληλος πήρε το εισιτήριο και ανοίγοντας μια πόρτα κατευθύνθηκε σε ένα γραφείο όπου καθόταν προφανώς ο προϊστάμενος!. Όσο μπόρεσε να δει έβλεπε τους δυο άντρες να συζητούν. «τώρα μάλιστα, θα αρχίσουν να ψάχνουν και έτσι και βρουν ότι το όνομα μου είναι στην χτεσινή πτήση δεν το γλιτώνω το ξύλο» σκέφτηκε έντρομος.
Κάποια στιγμή ο υπεύθυνος σήκωσε τους ώμους του, κάτι είπε και ο υπάλληλος γύρισε με το εισιτήριο στο χέρι. Μόλις γύρισε στο counter κάτι έγραψε στον υπολογιστή μπροστά του και ο εκτυπωτής έβγαλε ένα χαρτάκι.
«ορίστε κύριε, συγγνώμη για την ταλαιπωρία» του είπε καθώς του έδινε την κάρτα επιβίβασης.
«ευχαριστώ» είπε αμήχανα και με γουρλωμένα μάτια άρπαξε το μαγικό χαρτάκι πριν το μετανιώσει και του το πάρει πίσω.
Σχεδόν τρέχοντας διέσχισε την απόσταση μέχρι την πύλη επιβίβασης, λες και τον κυνηγούσαν ή θα καταλάβαιναν την κομπίνα του ένιωθε, ήταν ο τελευταίος επιβάτης και η πτήση έτοιμη για αναχώρηση. Μπαίνει βιαστικά στο αεροπλάνο όταν άκουει την αεροσυνοδό να του λεει «συγγνώμη κύριε».
Πάγωσε το αίμα του στιγμιαία , « από εδώ περάστε»
Το αεροπλάνο είχε πάρει πορεία για Αθήνα και εκείνος βυθίστηκε μέσα στο κάθισμα κρατώντας στο χέρι ένα ποτήρι σαμπάνια, πρώτη φορά ταξίδευε businessclass!!!
Ήταν αρχές καλοκαιριού και πάντα τους άρεσε τα Σαββατοκύριακα να ξεφεύγουν σε κάποιο κοντινό νησάκι ή παραλία. Η μέρα ήταν ασυνήθιστα ζεστή , πράγμα που σου δημιουργούσε μια υποτονικότητα, σε προέτρεπε για χαλάρωμα δίπλα στο κύμα.
«ξέρεις , για αυτό που λέγαμε το αποφάσισα» του είπε εκείνη όλο αποφασιστικότητα.
«για ποιο;» απάντησε εκείνος χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του από το βιβλίο που διάβαζε.
«σου είπα, θέλω να ολοκληρώσω τις σπουδές μου και η μόνη λύση που βλέπω είναι να πάω στην Ιταλία».
Γύρισε προς την πλευρά της και βάζοντας το βιβλίο για καπέλο της λεει όλο απορία « μα καλά τώρα στα 25 σου αποφάσισες να σπουδάσεις; Θα αφήσεις τα Ισπανικά για να μάθεις Ιταλικά και το κυριότερο θα αφήσεις μια δουλειά στο δημόσιο;»
« Αα, μην ανησυχείς, έχω μιλήσει με την γυναίκα του Τάδε και μου είπε πως θα γίνει, θα κάνω ένα χρόνο Ιταλικά, θα δώσω εξετάσεις σε κάποιο περιφερειακό πανεπιστήμιο,.....θα κάτσω ένα χρόνο, .....θα..., θα.....,οσο για την δουλειά μόλις λήξει η σύμβαση μου θα... ,έχω κανονίσει με τον ....., μετά θα μπορώ να δώσω εξετάσεις για μετάταξη .... θα, θα, ένας ασυγκράτητος χείμαρρος από προτάσεις, ιδέες, όνειρα. Είναι φοβερό, εάν στις γυναίκες μπει κάτι στο μυαλό τους το φτιάχνουν, το πλάθουν στα μέτρα τους και στο παρουσιάζουν με όλες τις εναλλακτικές πιθανές λύσεις και στο σερβίρουν ώστε να μην μπορείς να πεις τίποτα!
Όλη την υπόλοιπη ημέρα αλλά και τις υπόλοιπες μέρες του καλοκαιριού όλα αυτά τριγυρνούσαν μέσα στο μυαλό του και δεν τον αφήναν να ησυχάσει. Προσπαθούσε να καθησυχάσει τις ανησυχίες του με την δικαιολογία ότι ήταν για ένα χρόνο, εξάλλου ποιος ήταν αυτός που θα έμπαινε εμπόδιο στα όνειρα της; Πως μπορούσε να εμποδίσει κάποιον να κάνει αυτό που επιθυμούσε; Πάντα του άρεσαν τα άτομα με ανήσυχο πνεύμα και ρισκάριζαν καθώς αυτός υπολόγιζε πάντα τα ρίσκα του.
Έτσι πέρασε το καλοκαίρι και τον Σεπτέμβρη άρχισαν τα εντατικά των Ιταλικών για εκείνη . Δεν άργησε να έρθει το επόμενο καλοκαίρι και μαζί με αυτό οι εξεταστικές των πανεπιστημίων. Το πανεπιστήμιο που θα έδινε εξετάσεις ήταν στο Σαλέρνο, μία πόλη στον Ιταλικό νότο κοντά στην Νάπολη. Έτσι ένα ωραίο πρωϊνό μαζί με άλλους υποψήφιους φοιτητές ξεκίνησε να πάει να δώσει εξετάσεις.
«Με πήραν! πέρασα!» ακούστηκε η φωνή της από την άλλη άκρη της γραμμής και εκείνος έμεινε με το ακουστικό στο χέρι χωρίς να ξέρει πώς να αντιδράσει.
_____________________________________________________________
photo by wikipedia.org
Αυτό το αρχείο εικόνας διανέμεται με τους όρους της άδειας Creative Commons / Αναφορά - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο
Ανέβασε το τζάμι του αυτοκινήτου για να αποφύγει τις σταγόνες της βροχής που με μανία η βαρύτητα τις κατεύθυνε προς το έδαφος και αυτές ανελέητα χτυπούσαν ότι έβρισκαν στο πέρασμα τους.
Το φθινόπωρο είχε κάνει λίγο βίαια την εισβολή του.
Γύρισε προς την συνεπιβάτης του καθώς προσπαθούσε να βολευτεί μέσα στην μικρή καμπίνα του αυτοκινήτου, « λοιπόν , ποιο είναι το σχέδιο;» της είπε όλο αγωνία.
- « μέχρι τέλος του μήνα πρέπει να πάω για να ολοκληρώσω την εγγραφή μου και να βρω ένα σπίτι να μείνω καθώς δεν λέει να μένω στο ξενοδοχείο. Θέλεις να έρθεις μαζί μου να με βοηθήσεις με την μετεγκατάσταση;» του απάντησε
- «μετά χαράς» είπε εκείνος και ένα χαμόγελο έλαμψε στο πρόσωπο του, πετούσε την σκούφια του για ταξίδια, σιγά μην έλεγε όχι σε μια τέτοια ευκαιρία, όχι ότι στο μέλλον δεν θα είχε άλλες ευκαιρίες αλλά ένα από αυτά που του έμειναν από τον στρατό είναι ότι όταν σου δίνεται μια ευκαιρία την εκμεταλλεύεσαι γιατί δεν ξέρεις πότε θα σου ξαναέρθει!
Το σχέδιο ήταν αεροπορικώς μέχρι την Ρώμη και από εκεί θα ενοικίαζαν αυτοκίνητο και οδικώς θα έφθαναν στο Σαλέρνο όπου θα έμεναν 4 μέρες ώσπου να τακτοποιηθεί και μετά αυτός θα επέστρεφε με το αυτοκίνητο στην Ρώμη για να γυρίσει σπιτάκι του.
Ωραία, βόρια έχω δει αρκετές πόλεις, την Ρώμη την είδα λίγο σε προηγούμενο επαγγελματικό ταξίδι, καιρός να πάρω και μια ιδέα από νότο , σκέφτηκε καθώς το αεροπλάνο απογειωνόταν από το Ελληνικό.
Στο Fiumicinoτους περίμενε το αυτοκίνητο που είχαν κάνει κράτηση από Αθήνα ,φόρτωσαν τα μπαγκάζια τους και ετοιμάστηκαν να ξεκινήσουν.
«ξέρεις πως θα πάμε;» τον ρώτησε εκείνη όλο απορία
«ναι παιδί μου, το έχω σου λέω, έχω τον χάρτη ,εξάλλου μου έδωσε και τυπωμένες οδηγίες από την εταιρεία ενοικίασης» της απάντησε εκείνος με στόμφο. Εντάξει , ήξερε ότι οι Ιταλοί ειδικά στο νότο είναι λίγο «καμικάζι» αλλά εδώ γύρισαν την μισή Ισπανία η Ιταλία θα τον δυσκόλευε; έλα ντε; Αυτά σκεφτόταν όταν έφτασαν στην σταθμό διοδίων στην Εθνική και όλο απορία αναρωτιόταν που είχαν πάει οι υπάλληλοι, «δεν βαριέσαι, εγώ περνάω και ας πρόσεχαν να ήταν στην θέση τους!» Βέβαια αυτοί ήταν στην θέση τους , στην έξοδο και ζητούσαν το κουπόνι που έπρεπε να πάρει πιέζοντας το κουμπί στην είσοδο…
Συμπαθητική πόλη το Σαλέρνο και ωραίο πανεπιστήμιο, από τα αρχαιότερα της Ευρώπης καθώς οι ρίζες του ξεκινούν τον 8ο αιώνα, αλλά τα περισσότερα δωμάτια ήταν νοικιασμένα και δύσκολα έβρισκες κάτι καλό και φτηνό. Για καλή τους τύχη βρήκαν δωμάτιο σε μια βίλα που νοίκιαζε τα δωμάτια της σε φοιτητές αλλά επειδή γίνονταν κάποιες εργασίες θα ήταν έτοιμη σε καμιά δεκαριά μέρες
Και έπρεπε να μείνει προσωρινά σε κάποιο άλλο σπίτι, ο Θεός να το κάνει σπίτι.
Το σπίτι ήταν στο MercatosanSeverino, ένα προάστιο κοντά στο Fisciano όπου ήταν το πανεπιστήμιο , μερικά χιλιόμετρα έξω από το Σαλέρνο.
Είχε υπολογίσει ότι εάν έφευγε νωρίς το μεσημέρι προλάβαινε να καλύψει τα σχεδόν 300 χιλιόμετρα που χρειαζόταν μέχρι το αεροδρόμιο μιας και το σπίτι ήταν κοντά στην είσοδο του αυτοκινητόδρομου Α30 που έπρεπε να πάρει για να βγει στον Α1. Βέβαια όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια ο Θεός γελάει…
«πρέπει να κατέβουμε Σαλέρνο να δω εάν ήρθαν τα λεφτά που έστειλε η μάνα μου» του είπε εκείνη καθώς έπαιρναν το πρωινό τους.
«εντάξει» απάντησε εκείνος βαριεστημένα, σκεφτόμενος ότι τα 10 χιλιόμετρα μέχρι το κέντρο δεν είναι πολύ καθυστέρηση. Δυστυχώς όμως φτάνοντας στην τράπεζα διαπιστώνουν ότι τα λεφτά δεν είχαν έρθει ακόμα και ο υπάλληλος τους πρότεινε να περάσουν αργότερα μήπως είχε κάτι νεώτερο. Άρχισαν να τον ζώνουν τα φίδια με όλες αυτές τις καθυστερήσεις. (Αχ και να ήξερε τι τον περίμενε!!) Επειδή η ώρα πέρναγε έπρεπε κάτι να κάνει. « άκου αγάπη μου, πάρε ότι υπόλοιπο συνάλλαγμα έχω να την βγάλεις εάν δεν έρθουν σύντομα γιατί πρέπει να φύγω» είπε όλο εκνευρισμό και της δίνει τις λιρέτες κρατώντας ένα ποσό για βενζίνη και διόδια. Τώρα έπρεπε να γυρίσει πίσω στο Φισσιάνο για να πάρει τον Α30 και ο ποιο γρήγορος δρόμος ήταν να μπει στον Α3 και από εκεί να βγει στον Ra2/Ε841 που οδηγούσε στον Α30. Αμ δε!! Για λόγους που ποτέ δεν έμαθε η έξοδος ήταν κλειστή έτσι αναγκαστικά συνέχισε την πορεία του στον Α3 προς Νάπολη. Αφού κάτι μουρμούρισε για τους Ιταλούς και αναθεμάτισε την τύχη του προσπάθησε να ρίξει μια κλεφτή ματιά στον χάρτη μπας και βγάλει άκρη πως θα ξαναέβρισκε τον Α30 αλλά δεν μπόρεσε να βγάλει άκρη. «δεν βαριέσαι, θα πάω μέχρι Νάπολη καθώς ο Α3 συναντιέται με τον Α1 που είναι ο δρόμος για Ρώμη, 15 χιλιόμετρα παραπάνω..» σκέφτηκε , αλλά δεν υπολόγισε την κίνηση πέριξ της Νάπολης.
Όπως ξεχύνονται τα άλογα του ιπποδρόμου στην εκκίνηση έτσι και εκείνος όρμησε στον αυτοκινητόδρομο ,μόλις απελευθερώθηκε από τα πλοκάμια της κίνησης της Νάπολης. Προσπάθησε να βγάλει τον Σένα από μέσα του και να καλύψει τον χαμένο χρόνο αλλά το μικρό Polo δεν είχε άλλα άλογα να βγάλει. «Α, ρε και να ήταν το G40» ,σκέφτηκε καθώς κόλαγε το πόδι στο πάτωμα.
Θα ήθελε περίπου καμιά εκατοστή χιλιόμετρα μέχρι το αεροδρόμιο όταν ήρθε η βροχή να του κάνει παρέα. «αυτό μας έλειπε» μονολόγησε, και αυτόματα έκοψε ταχύτητα. Μετά από λίγη ώρα η βροχή ελαττώθηκε αλλά δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για την κίνηση που όσο πλησίαζε στην Ρώμη τόσο αυξανόταν, σε σημείο να πηγαίνει σημειωτόν. Λίγο η βροχή, λίγο η ώρα που σχολούσαν οι Ρωμαίοι δεν άργησε να γίνεται το αδιαχώρητο στους δρόμους.
Αφρούς άρχισε να βγάζει από το στόμα, η πίεση είχε χτυπήσει κόκκινο καθώς έβλεπε να περνάει η ώρα και εκείνος να είναι στο ίδιο σημείο. Κάποια στιγμή είδε αεροπλάνα και αεροδρόμιο και αναθάρρησε αλλά δυστυχώς δεν ήταν το Fiumicino αλλά το ciampino.
«γ..ώ την ατυχία μου!!» ούρλιαξε μέσα στο αμάξι.
Τελικά ο θεός της γκαντεμιάς του είχε κάτσει στον σβέρκο.
Ναι, ναι, υπάρχει και τέτοιος θεός , μην κοιτάτε που δεν είναι πολύ γνωστός , απ’ολους τους μικρούς θεούς μόνο του έρωτα είναι γνωστός και τον βλέπετε να μοστράρει στους ποιο πολλούς πίνακες. Ο άλλος είναι τριχωτός, άσχημος και καμπούρης γι’ αυτό δεν τον έχετε δει!
Με την ψυχή στο στόμα παρέδωσε το αυτοκίνητο και πήρε το βανάκι για τις αναχωρήσεις. Τρέχοντας έφτασε στο γκισέ ελπίζοντας να είχε κάποια καθυστέρηση καθώς η ώρα ήταν 6:15 και η πτήση έφευγε 6:30.
«λυπάμαι, η πτήση έχει κλείσει» απάντησε ψυχρά ο υπάλληλος.
« μα πρέπει να φύγω, έχω εισιτήριο» τον ικέτεψε αλλά ο
Ιταλός ήταν ανένδοτος. « τι μπορώ να κάνω; Μπορώ να αλλάξω το εισιτήριο; Να πάρω πίσω λεφτά;» τον ξαναρώτησε. « έχει αύριο στις 10:30 την επόμενη πτήση, ίσως μπορέσεις να μπεις, έλα αύριο» ήταν τα τελευταία λόγια του Ιταλού και εκείνος έμεινε εμβρόντητος με την βαλίτσα στο χέρι. «Και τώρα; τι κάνουμε;» σκέφτηκε καθώς κατευθυνόταν στο γκισέ μιας άλλης αεροπορικής εταιρίας. Είδε ότι είχε πτήση ποιο αργά αλλά αυτός δεν είχε λεφτά καθώς ότι υπόλοιπο σε λιρέτες το είχε αφήσει στην αγαπημένη του. Πιστωτική κάρτα δεν είχε βγάλει ακόμα καθώς εκείνη την εποχή δεν ήταν και το ποιο εύκολο πράγμα. Αμέσως σκέφτηκε να πάρει τηλέφωνο σπίτι του μήπως μπορούσαν να του έβγαζαν ένα εισιτήριο από την Ελλάδα και κατευθύνθηκε σε ένα τηλέφωνο ψάχνοντας στην τσέπη για μερικά ψιλά. Για κακή του τύχη όμως κανείς δεν σήκωνε το τηλέφωνο, οι γονείς του ήταν στο εξοχικό και ο αδερφός του ποιος ξέρει που να γύρναγε. «τώρα, ποιόν να πάρω;» σκέφτηκε , καθώς κατέβαζε το ακουστικό. Ποιόν να πάρει και να πει τα παθήματα του; Ποιος μπορούσε να τον βοηθήσει; Βλέπετε η κινητή τηλεφωνία δεν είχε κάνει την εμφάνιση της ακόμα στην Ελλάδα. Προσπάθησε να βρει ένα φίλο του αλλά μάταια. Το πήρε απόφαση, θα περίμενε την επόμενη πτήση το πρωί, είχε μια αισιοδοξία ότι θα μπορούσε να επιβιβαστεί. τι διάολο, θα γυρόφερνε σαν το φάντασμα μια ζωή μέσα στο αεροδρόμιο; Αυτή η σκέψη, το να περιφέρετε σαν την άδικη κατάρα στο αεροδρόμιο και να ζητιανεύει λεφτά τον έκανε να χαμογελάσει, δεν είχε χάσει ακόμα το χιούμορ του.
Ο ήχος από το στομάχι του θύμισε ότι έχουν περάσει πολλές ώρες από τότε που έβαλε κάτι στο στόμα του και κατευθύνθηκε προς το μπαρ ψάχνοντας τις τσέπες του και με τα τελευταία λιγοστά χρήματα που του είχαν απομείνει πήρε ένα σάντουιτς και ένα νερό για να ξεγελάσει την πείνα του, η νύχτα προβλέπετε μεγάλη και δύσκολη.
Άρχισε να κόβει βόλτες μέσα στο αεροδρόμιο για να περάσει η ώρα αλλά τα λεπτά κυλούσαν βασανιστικά. Σαν φυλακισμένος που σέρνει την αλυσίδα με την μπάλα έμοιαζε καθώς πηγαινοερχόταν σέρνοντας την βαλίτσα. Έξω είχε νυχτώσει για τα καλά και η βροχή έκανε πάλι την εμφάνιση της όταν αποφάσισε να παραδοθεί στην κούραση και να ξαπλώσει στα καθίσματα. Δύσκολος ο ύπνος στα άβολα καθίσματα άλλα και η ανάγκη για λίγο ύπνο μεγάλη.
Ένα χέρι ένοιωσε να τον σκουντάει και μόλις άνοιξε τα μάτια του βλέπει ένα μουστάκι με καπέλο πάνω από την μούρη του.
«biglietoepassaporto» του είπε ο αστυνομικός. Έψαξε στην τσέπη και βαριεστημένα του τα έδειξε, προφανώς έλεγχαν εάν αυτοί που βρίσκονταν στο αεροδρόμιο τέτοια ώρα είχαν κάποιο λόγο ή ήταν άστεγοι. Κοίταξε το ρολόι, ήταν 3:30 , άντε να ξανακοιμηθείς!
Τις πρώτες πρωινές ώρες άρχισε να έρχεται κόσμος στο αεροδρόμιο και αναγκαστικά σηκώθηκε και καρτερικά περίμενε να περάσει η ώρα για να ανοίξουν τα γραφεία, η πτήση που θα τον έφερνε πίσω ήταν στις δέκα και μισή οπότε είχε αρκετή ώρα.
Κάποια στιγμή το μάτι του πήγε στον πίνακα αναχωρήσεων και είδε δίπλα στις περισσότερες πτήσεις ,που ανήκαν στην εταιρία που πέταγε, την λέξη “canceled” όποτε θορυβημένος πήγε μέχρι τα εκδοτήρια.
« έχει στάση εργασίας 10 με 4»!!! του απάντησε ο ευγενικός υπάλληλος. Αφού προσπάθησε να συνέλθει από το αρχικό σοκ τον ρώτησε τι θα γίνει και πως θα μπορέσει να φύγει. «ελάτε το απόγευμα, βέβαια προτεραιότητα έχουν οι σημερινοί επιβάτες, ίσως γίνει κάτι» ξαναείπε ο υπάλληλος. Αυτό ήταν!, δεν υπήρχε περίπτωση να φύγει, θα έμενε φυλακισμένος στο Fiumicino! Τελικά αυτός ο θεός της γκαντεμιάς δεν του είχε κάτσει απλά στο σβέρκο, είχε στρογγυλοκαθίσει! Τι άλλο είχε να κάνει εκτός από το να περιμένει. Κόντευε να συμπληρώσει εικοσιτετράωρο με πολύ λίγο ύπνο και λιγότερο φαγητό αλλά αυτό που τον προβλημάτιζε περισσότερο ήταν αυτή η αβεβαιότητα, η αβεβαιότητα για το τι θα γίνει, το στομάχι του είχε γίνει κόμπος από την αγωνία και τα νεύρα. Η στάση εργασίας είχε λήξει και οι πτήσεις γίνονταν κανονικά οπότε κατευθύνθηκε προς τα εκδοτήρια. Η απάντηση που πήρε ήταν απογοητευτική, η πτήση ήταν γεμάτη και δεν υπήρχαν θέσεις. Δεν το πίστευε αυτό που άκουγε, δεν ήταν δυνατόν να μην μπορούσε να φύγει! «δεν μπορεί, κάτι θα υπάρχει, κάτι πρέπει να γίνει» ικέτευσε τον υπάλληλο. «εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι, εάν θέλεις πήγαινε στον έλεγχο και αν σε βάλουν…» του απάντησε με τα λιγοστά αγγλικά του και συνέχισε να τακτοποιεί τα χαρτιά του. «αυτό θα κάνω» είπε και κατευθύνθηκε στο checkin, έπρεπε να το είχε κάνει από ποιο νωρίς …
Καθώς περίμενε να τελειώσουν οι άλλοι επιβάτες τον έλεγχο και να δει εάν θα υπήρχε λίστα αναμονής, στο μυαλό του σκεφτόταν εάν υπήρχαν εναλλακτικοί τρόποι απόδρασης από το αεροδρόμιο αλλά ούτε ωτοστόπ μπορούσε να κάνει αλλά ούτε και λαθραία να επιβιβαστεί. Κάποια στιγμή το βλέμμα του πήγε στην οθόνη με τις αναχωρήσεις και ξαφνικά του ήρθε μια ιδέα, ΝΑΙ , αυτό είναι σκέφτηκε από μέσα του! Κοίταξε πάλι το εισιτήριο του και κάτι έλαμψε μέσα στο μυαλό του...
Κάθε μέρα η ίδια πτήση για κάθε προορισμό έχει τον ίδιο αριθμό , την ίδια ώρα, το μόνο που αλλάζει είναι η ημερομηνία. Έτσι και σήμερα ήταν η ίδια πτήση με αυτή που έχασε, το μόνο που θα έκανε θα άλλαζε την ημερομηνία! Για καλή του τύχη οι ημερομηνίες ήταν σατανικά όμοιες , χθες 25, σήμερα 26 !! «ρε, λες;» σκέφτηκε και πήρε τι εισιτήριο στο χέρι του. Το εισιτήριο ήταν τύπου μπλοκ , όπως τα μπλοκ επιταγών, αυτόγραφο (καρμπονιζέ) και γραμμένο στο χέρι. Εκείνη την εποχή ακόμα γράφονταν στο χέρι πολλά εισιτήρια , κυρίως από πρακτορεία. Το πρώτο στέλεχος που ήταν γραμμένο με τον στυλό ήταν της πρώτης διαδρομής Αθήνα-Ρώμη, τα υπόλοιπα δύο , Ρώμη-Αθήνα και απόκομμα ήταν τα αντίγραφα που ήταν με καρμπόν. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να «διορθώσει» το 5 να γίνει 6, μια τόση δα γραμμούλα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα!
Γύρισε σελίδα και με ένα στυλό προσεκτικά διόρθωσε το νούμερο, μετά την έτριψε λίγο για να την μουτζουρώσει ελαφρά ...και έτοιμο!
Έμεινε λίγο να θαυμάσει το έργο τέχνης του. «τώρα», σκέφτηκε, «πρέπει να τα παίξω όλα για όλα, δεν υπάρχουν περιθώρια» και κατευθύνθηκε όλο αποφασιστικότητα στο γκισέ. Είχαν τσεκάρει όλοι οι επιβάτες και δεν υπήρχε κόσμος στον counter, η πτήση έφευγε σε λίγα λεπτά. Έδωσε το εισιτήριο στον υπάλληλο και περίμενε ψύχραιμος την αντίδραση του, (μα καλά ούτε μια γυναίκα δεν έχουν; όλοι άντρες
«λυπάμαι, δεν σας βρίσκω» απάντησε ο υπάλληλος.
«δεν μπορεί, για κοίταξε καλά, συνήθως κάνουν λάθος στο όνομα μου , κάποιο γράμμα είναι διπλό και το ξεχνάνε» του είπε όλο σοβαρότητα.
«λυπάμαι, δεν βρίσκω κάτι και το αεροπλάνο είναι γεμάτο»απάντησε πάλι ο υπάλληλος κάνοντας απεγνωσμένες προσπάθειες να βρει το όνομα ανάμεσα στους επιβάτες.
«κοίταξε, έχω εισιτήριο που το έχω πληρώσει, πρέπει να πετάξω» του απάντησε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής του, «δεν ξέρω τι θα κάνεις, δεν θα πληρώσω εγώ τα λάθη από τις απεργίες σας».
Πάλι βέβαια δεν βρέθηκε κάτι.
« θα χάσω την πτήση, βρες μου έναν υπεύθυνο» είπε με βλοσυρό ύφος. Τι θράσος! Να προσπαθεί να έχει και απαιτήσεις! Να τους την βγαίνει και από πάνω. Κάποια στιγμή ο υπάλληλος πήρε το εισιτήριο και ανοίγοντας μια πόρτα κατευθύνθηκε σε ένα γραφείο όπου καθόταν προφανώς ο προϊστάμενος!. Όσο μπόρεσε να δει έβλεπε τους δυο άντρες να συζητούν. «τώρα μάλιστα, θα αρχίσουν να ψάχνουν και έτσι και βρουν ότι το όνομα μου είναι στην χτεσινή πτήση δεν το γλιτώνω το ξύλο» σκέφτηκε έντρομος.
Κάποια στιγμή ο υπεύθυνος σήκωσε τους ώμους του, κάτι είπε και ο υπάλληλος γύρισε με το εισιτήριο στο χέρι. Μόλις γύρισε στο counter κάτι έγραψε στον υπολογιστή μπροστά του και ο εκτυπωτής έβγαλε ένα χαρτάκι.
«ορίστε κύριε, συγγνώμη για την ταλαιπωρία» του είπε καθώς του έδινε την κάρτα επιβίβασης.
«ευχαριστώ» είπε αμήχανα και με γουρλωμένα μάτια άρπαξε το μαγικό χαρτάκι πριν το μετανιώσει και του το πάρει πίσω.
Σχεδόν τρέχοντας διέσχισε την απόσταση μέχρι την πύλη επιβίβασης, λες και τον κυνηγούσαν ή θα καταλάβαιναν την κομπίνα του ένιωθε, ήταν ο τελευταίος επιβάτης και η πτήση έτοιμη για αναχώρηση. Μπαίνει βιαστικά στο αεροπλάνο όταν άκουει την αεροσυνοδό να του λεει «συγγνώμη κύριε».
Πάγωσε το αίμα του στιγμιαία , « από εδώ περάστε»
Το αεροπλάνο είχε πάρει πορεία για Αθήνα και εκείνος βυθίστηκε μέσα στο κάθισμα κρατώντας στο χέρι ένα ποτήρι σαμπάνια, πρώτη φορά ταξίδευε businessclass!!!
Attachments
-
62,6 KB Προβολές: 97