St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 897
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2ο (Σκάφη και... σκαφίδια)
- Κεφάλαιο 3ο (Παπουανές τουαλέτες)
- Κεφάλαιο 4ο (Άνθρωποι πηλένιοι και το καρύκευμα του σάγκο)
- Κεφάλαιο 5ο (Μια νύχτα στο Καραγουάρι)
- Κεφάλαιο 6ο (Παπουασία, Εκεί που οι άνθρωποι μαγειρεύουν ανθρώπους)]Οι [B]κάτοικοι[/B
- Κεφάλαιο 7ο (Πρωινό με Μάγους και μαυροπίπερα)
- Κεφάλαιο 8ο («Πούνκτους», το χάραγμα του κροκόδειλου)
- Κεφάλαιο 9ο (Παπουανές πεοθήκες)
- Κεφάλαιο 10ο (Εμφύλιος)
- Κεφάλαιο 11ο (Της ζούγκλας οι εκπλήξεις)
- Κεφάλαιο 12ο (Οι άνθρωποι των χρωμάτων)
- Κεφάλαιο 13ο (Παπουανός Γαιοκτήμονας)
- Κεφάλαιο 14ο (Πού πάτε?)
- Κεφάλαιο 15ο (Στους λασπανθρώπους)
- Κεφάλαιο 16ο (Φεμινίστριες και προικοσύμφωνα)
- Κεφάλαιο 17ο (Τι ταξίδι κι αυτό!!)
Γη των Παπούα
Είμαστε δυστυχέστατοι. Το αεροπλάνο μάς απομακρύνει λεπτό προς λεπτό, όλο και περισσότερο από τον αγαπημένο τόπο της Εδέμ.
Τα Φίτζι.
Εκεί που αφήσαμε ένα κομμάτι της καρδιάς μας... Το καλλίτερο.
Πετάμε πάνω από τον μεγάλο ωκεανό. Μέγα το μέγεθός του και μέγας ο καημός μας.
«Πού φεύγουμε, πού πάμε? Καλά δεν ήμασταν στον παράδεισο? Και τι θα απογίνει? Σε λίγα χρόνια θα υπάρχει ή θα τον κατασπαράξει ο πολιτισμός?»
΄Ομως «το γαρ πολύ της σκέψεως γεννά παραφροσύνην», κι εμείς την φρόνηση την χρειαζόμαστε, πιο πολύ από κάθε άλλη φορά, για εκεί που τώρα κινήσαμε...
Επομένως στοπ οι μαυρίλες.
Τώρα για μας αρχίζει μια άλλη περιπέτεια. Μια περιπέτεια στο εσωτερικό του πιο άγριου νησιού στον κόσμο.
Την Παπούα.
Κάτω από το αεροπλάνο, που χαμηλώνει ολοένα, πρόβαλε το Σίδνευ. Δεν υπάρχει πτήση κατ΄ ευθείαν στο Πορτ Μόρεσμπι, την πρωτεύουσα της Παπούα. Θα μείνουμε 4 ώρες περίπου στην Αυστραλία και μετά, τι? Περιπέτεια, πλάκα, κίνδυνος, εκπλήξεις, κούραση, ταλαιπωρία? Τι απ΄ όλα αυτά?
Στο Πορτ Μόρεσμπι θα μείνουμε ένα βράδυ. Και, κατά πώς φαίνεται, εκεί θα τελειώσουν και οι σχέσεις μας με τον πολιτισμό.
Το ταξίδι με την Quantas κράτησε 4 ώρες. Φύγαμε στις 11 το πρωί και τώρα κοντά στις 4 το απόγευμα φτάνουμε στην Παπούα.
Παπούα λέγεται το ανατολικό τμήμα του νησιού της Νέας Γουινέας και ανήκει στη σφαίρα της πολιτικο-οικονομικής επιρροής της Αυστραλίας, παρ΄ ότι από το 1975 είναι κράτος ανεξάρτητο. Το δυτικό τμήμα ανήκει στην Ινδονησία και λέγεται΄Ιριαν Τζάια.
Προσγειωνόμαστε στο Πορτ Μόρεσμπι. Η πτήση μου φάνηκε ατελείωτη. Αυτό το μέγα πάθος της ζωής μου που λέγεται «περιπέτεια» μ΄ έκανε να κάθομαι πάνω σε... αχινούς. Δεν κρατιώμουν. Το ίδιο και οι άλλοι της παρέας. Ακόμα και το αεροπλάνο μας φάνηκε πως πήγαινε σαν χελώνα. ΄Ετσι μας ερχόταν να κατέβουμε για να... σπρώξουμε....
Στην πρωτεύουσα, το λάλαρο του μεσημεριού μας ισοπέδωσε. Η ζέστη είναι κάτι το τραγικό. Ο καιρός στο Σίδνευ ήταν ανοιξιάτικος κι εδώ, αρχές Οκτωβρίου, βράζουμε.
Δύο ανεκδιήγητα μικρά πούλμαν μας περιμένουν. Η βρωμιά τους είναι κάτι περισσότερο από εμφανής. Είναι απωθητική. Στοιβαζόμαστε όπως - όπως, μπαγκάζια και άνθρωποι, ανακατωμένοι. Από τα παράθυρα μπαίνει υγρός λίβας και μας κόβει την ανάσα. Η υγρασία εδώ σκοτώνει. Κακήν κακώς ξεκινάμε.
«Αν και το ξενοδοχείο μας έχει τέτοια χάλια, πάμε πίσω» πέταξε κάποιος
«Λες?» σκέφτηκα, αλλά τι να κάνω, το ξέρω πως πολλές φορές το σαπούνι χάνεται κάπου στα βάθη του ταξιδιού και της περιπέτειας.
Το ξενοδοχείο είναι μια κούκλα. Κατ΄ αρχήν άγρια κλιματιζόμενο. Με ατέλειωτους χώρους υποδοχής, φαγητού, καφέ, ποτού και φυσικά την απαραίτητη πισίνα, μέσα σ΄ ένα καταπράσινο κήπο. Είναι χτισμένο στην κορφή ενός λοφίσκου, πάνω σ΄ ένα ακρωτήρι. Από τη μια μεριά βλέπει το λιμάνι κι από την άλλη ένα κομμάτι της πόλης και μια γκρίζα τρικυμισμένη θάλασσα.
΄Ενα χλιαρό ντους και καθαρά ρούχα μας συνεφέρνουν.
Κάποιος απ΄ όλους είχε την φαεινή ιδέα για βόλτα στα πέριξ. Η ζέστη αποπνικτική που μετέτρεπε την πόλη σε τεράστια χύτρα που βράζει. Δεν μας έφτανε αυτό. Πολύ σύντομα ανακαλύψαμε πως το Πορτ Μόρεσμπι δεν είναι χτισμένο σε ισιάδα, αλλά σε σχεδόν κάθετες ανηφοριές. Φρίκη!!!! Στην κατηφόρα ποιος μας έπιανε. Μα σαν ερχόταν η ώρα της ανηφοριάς, η ανάσα κόνταινε, η καρδιά κοπανιόταν σαν παλαβή, ο ιδρώτας έλουζε το σώμα.
«Αμάν, ένα ταξί βρε παιδιά!!!» ξεφώνησε κάποιος ανάμεσα σε δυο λαχανιάσματα.
Πού να το ΄βρεις, αλλά κι άμα το ΄βρεις πού θα μας πάει? Φαντάζεσαι να βρεθούμε, δίχως να το πάρουμε χαμπάρι, σε παπουανό χωριό?
Σκέψεις φωναχτές που έγιναν πανικός και έβαλαν στα πόδια μας φτερά.
Μέχρι να πεις «αμήν» είχαμε «πατήσει» την κορφή του λόφου, όπου έστεκε στο ύψος του το Travel Lodge, το ξενοδοχείο μας. Αλήθεια, τι φοβηθήκαμε?
Πριν μπούμε στο κατάλυμά μας, κάτσαμε ξέπνοες κάτω στο πεζοδρόμιο. Ναι, ναι, σωστά το αναγνώσατε φίλτατοι. Στρωθήκαμε, δίχως ίχνος ντροπής, στο βρώμικο κράσπεδο. Και δεν φτάνει μονάχα αυτό, αλλά εμείς, οι μέχρι προ τινος σοβαρές και αξιοπρεπείς κυρίες, σηκώσαμε τις φούστες στο ύψος των γοφών και μείναμε εκεί αμίλητες, για ένα τέταρτο της ώρας.
Συρθήκαμε μέχρι τα δωμάτιά μας. ΄Ενα –ακόμα- ντους και ένας μυρωδάτος καφές στο δροσερό λόμπυ, ήταν τα μόνο που θα μπορούσαν να μας συνεφέρουν. Και τα κατάφεραν.
Σώοι και ασφαλείς, καθαροί και δροσεροί, βγάλαμε το συμπέρασμα
«Η Παπούα, κυρίες και κύριοι, μας άρπαξε από τα μούτρα, που λένε!!»
Είμαστε δυστυχέστατοι. Το αεροπλάνο μάς απομακρύνει λεπτό προς λεπτό, όλο και περισσότερο από τον αγαπημένο τόπο της Εδέμ.
Τα Φίτζι.
Εκεί που αφήσαμε ένα κομμάτι της καρδιάς μας... Το καλλίτερο.
Πετάμε πάνω από τον μεγάλο ωκεανό. Μέγα το μέγεθός του και μέγας ο καημός μας.
«Πού φεύγουμε, πού πάμε? Καλά δεν ήμασταν στον παράδεισο? Και τι θα απογίνει? Σε λίγα χρόνια θα υπάρχει ή θα τον κατασπαράξει ο πολιτισμός?»
΄Ομως «το γαρ πολύ της σκέψεως γεννά παραφροσύνην», κι εμείς την φρόνηση την χρειαζόμαστε, πιο πολύ από κάθε άλλη φορά, για εκεί που τώρα κινήσαμε...
Επομένως στοπ οι μαυρίλες.
Τώρα για μας αρχίζει μια άλλη περιπέτεια. Μια περιπέτεια στο εσωτερικό του πιο άγριου νησιού στον κόσμο.
Την Παπούα.
Κάτω από το αεροπλάνο, που χαμηλώνει ολοένα, πρόβαλε το Σίδνευ. Δεν υπάρχει πτήση κατ΄ ευθείαν στο Πορτ Μόρεσμπι, την πρωτεύουσα της Παπούα. Θα μείνουμε 4 ώρες περίπου στην Αυστραλία και μετά, τι? Περιπέτεια, πλάκα, κίνδυνος, εκπλήξεις, κούραση, ταλαιπωρία? Τι απ΄ όλα αυτά?
Στο Πορτ Μόρεσμπι θα μείνουμε ένα βράδυ. Και, κατά πώς φαίνεται, εκεί θα τελειώσουν και οι σχέσεις μας με τον πολιτισμό.
Το ταξίδι με την Quantas κράτησε 4 ώρες. Φύγαμε στις 11 το πρωί και τώρα κοντά στις 4 το απόγευμα φτάνουμε στην Παπούα.
Παπούα λέγεται το ανατολικό τμήμα του νησιού της Νέας Γουινέας και ανήκει στη σφαίρα της πολιτικο-οικονομικής επιρροής της Αυστραλίας, παρ΄ ότι από το 1975 είναι κράτος ανεξάρτητο. Το δυτικό τμήμα ανήκει στην Ινδονησία και λέγεται΄Ιριαν Τζάια.
Προσγειωνόμαστε στο Πορτ Μόρεσμπι. Η πτήση μου φάνηκε ατελείωτη. Αυτό το μέγα πάθος της ζωής μου που λέγεται «περιπέτεια» μ΄ έκανε να κάθομαι πάνω σε... αχινούς. Δεν κρατιώμουν. Το ίδιο και οι άλλοι της παρέας. Ακόμα και το αεροπλάνο μας φάνηκε πως πήγαινε σαν χελώνα. ΄Ετσι μας ερχόταν να κατέβουμε για να... σπρώξουμε....
Στην πρωτεύουσα, το λάλαρο του μεσημεριού μας ισοπέδωσε. Η ζέστη είναι κάτι το τραγικό. Ο καιρός στο Σίδνευ ήταν ανοιξιάτικος κι εδώ, αρχές Οκτωβρίου, βράζουμε.
Δύο ανεκδιήγητα μικρά πούλμαν μας περιμένουν. Η βρωμιά τους είναι κάτι περισσότερο από εμφανής. Είναι απωθητική. Στοιβαζόμαστε όπως - όπως, μπαγκάζια και άνθρωποι, ανακατωμένοι. Από τα παράθυρα μπαίνει υγρός λίβας και μας κόβει την ανάσα. Η υγρασία εδώ σκοτώνει. Κακήν κακώς ξεκινάμε.
«Αν και το ξενοδοχείο μας έχει τέτοια χάλια, πάμε πίσω» πέταξε κάποιος
«Λες?» σκέφτηκα, αλλά τι να κάνω, το ξέρω πως πολλές φορές το σαπούνι χάνεται κάπου στα βάθη του ταξιδιού και της περιπέτειας.
Το ξενοδοχείο είναι μια κούκλα. Κατ΄ αρχήν άγρια κλιματιζόμενο. Με ατέλειωτους χώρους υποδοχής, φαγητού, καφέ, ποτού και φυσικά την απαραίτητη πισίνα, μέσα σ΄ ένα καταπράσινο κήπο. Είναι χτισμένο στην κορφή ενός λοφίσκου, πάνω σ΄ ένα ακρωτήρι. Από τη μια μεριά βλέπει το λιμάνι κι από την άλλη ένα κομμάτι της πόλης και μια γκρίζα τρικυμισμένη θάλασσα.
΄Ενα χλιαρό ντους και καθαρά ρούχα μας συνεφέρνουν.
Κάποιος απ΄ όλους είχε την φαεινή ιδέα για βόλτα στα πέριξ. Η ζέστη αποπνικτική που μετέτρεπε την πόλη σε τεράστια χύτρα που βράζει. Δεν μας έφτανε αυτό. Πολύ σύντομα ανακαλύψαμε πως το Πορτ Μόρεσμπι δεν είναι χτισμένο σε ισιάδα, αλλά σε σχεδόν κάθετες ανηφοριές. Φρίκη!!!! Στην κατηφόρα ποιος μας έπιανε. Μα σαν ερχόταν η ώρα της ανηφοριάς, η ανάσα κόνταινε, η καρδιά κοπανιόταν σαν παλαβή, ο ιδρώτας έλουζε το σώμα.
«Αμάν, ένα ταξί βρε παιδιά!!!» ξεφώνησε κάποιος ανάμεσα σε δυο λαχανιάσματα.
Πού να το ΄βρεις, αλλά κι άμα το ΄βρεις πού θα μας πάει? Φαντάζεσαι να βρεθούμε, δίχως να το πάρουμε χαμπάρι, σε παπουανό χωριό?
Σκέψεις φωναχτές που έγιναν πανικός και έβαλαν στα πόδια μας φτερά.
Μέχρι να πεις «αμήν» είχαμε «πατήσει» την κορφή του λόφου, όπου έστεκε στο ύψος του το Travel Lodge, το ξενοδοχείο μας. Αλήθεια, τι φοβηθήκαμε?
Πριν μπούμε στο κατάλυμά μας, κάτσαμε ξέπνοες κάτω στο πεζοδρόμιο. Ναι, ναι, σωστά το αναγνώσατε φίλτατοι. Στρωθήκαμε, δίχως ίχνος ντροπής, στο βρώμικο κράσπεδο. Και δεν φτάνει μονάχα αυτό, αλλά εμείς, οι μέχρι προ τινος σοβαρές και αξιοπρεπείς κυρίες, σηκώσαμε τις φούστες στο ύψος των γοφών και μείναμε εκεί αμίλητες, για ένα τέταρτο της ώρας.
Συρθήκαμε μέχρι τα δωμάτιά μας. ΄Ενα –ακόμα- ντους και ένας μυρωδάτος καφές στο δροσερό λόμπυ, ήταν τα μόνο που θα μπορούσαν να μας συνεφέρουν. Και τα κατάφεραν.
Σώοι και ασφαλείς, καθαροί και δροσεροί, βγάλαμε το συμπέρασμα
«Η Παπούα, κυρίες και κύριοι, μας άρπαξε από τα μούτρα, που λένε!!»
Attachments
-
161,5 KB Προβολές: 656