St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 897
Εμφύλιος
Την άλλη μέρα το πρωί ο Μπεν μας κατεβάζει για τελευταία φορά, με το σαραβαλάκι του στην προβλήτα. Μας αποχαιρετά συγκινημένος.
Του σκάζουμε ζεστά φιλιά, το ίδιο συγκινημένοι κι εμείς και μπαίνουμε στις βάρκες. Είναι η ύστατη επαφή μας με το μαγικό ποτάμι. Και είναι μια επαφή σχεδόν ερωτική. Τα μάτια κοιτούν αχόρταγα, συχνά ανίκανα να χωνέψουν τόση ομορφιά.
Στο «γήπεδο» μας περιμένουν δυο μικρούτσικα αεροπλάνα. Η Μπέτυ, που «είναι επί των αναχωρήσεων», όπως την χαρακτήρισε ο Μπεν, επιστατεί στο ξεφόρτωμα των μπαγκαζιών μας από τα σκαφάκια, επιβλέπει το φόρτωμα στα αεροσκάφη, δίνοντάς μας έτσι μερικά περίσσια λεπτά να αποχαιρετήσουμε την Ομορφιά, όπως της αξίζει.
Μ΄ ένα δάκρυ!!
Της εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας σιωπηλά, σφίγγοντάς την στην αγκαλιά μας.
Χωριζόμαστε σε δυο ομάδες και επιβιβαζόμαστε. Οι πόρτες των αεροπλάνων κλείνουν κι είναι σαν να κλείνουν για μας οι πόρτες κάποιοι Παραδείσου.
Φεύγουμε.
Το ένα τρίτο της Παπούα τελείωσε γοητεύοντάς μας.
Τόσες εμπειρίες! Τέτοιες εικόνες!! Μια ανεπανάληπτη αίσθητική απόλαυση.
Η Μπέτυ μας γνέφει από το «γήπεδο». Τα μάτια μας είναι θολά, καθώς αντιγυρίζουμε το χαιρετισμό. Το ξέρουμε ότι έτσι είναι και τα δικά της.
Είναι μεγάλο πράγμα γι΄ αυτούς να περάσουν λίγες μέρες με λευκούς. Είναι σαν γιορτή. Και γιορτινά μας υποδέχτηκαν και μας φιλοξένησαν.
Κατευθυνόμαστε προς το Τάρι.
Για πρώτη φορά στη ζωή μας θα βρεθούμε σε ορεινή ζούγκλα. Πώς θα είναι? Και Παναγιά παρθένα, τι σόι άνθρωποι θα είναι οι ορεσίβιοι Παπούα? Αν σκεφτεί κανείς ότι οι ορεσίβιοι ακόμα και των πολιτισμένων περιοχών, είναι σκληροτράχηλοι και βίαιοι, τι μπορεί άραγε να περιμένει κανείς από τους βουνίσιους τέως (?) ανρθωποφάγους?
Να!!! Πάλι η τρίχα κάγκελλο. Και μη μου πείτε πως είμαστε φοβιτσιάριδες, γιατί θα σας πω πως δεν είστε δίκαιοι.
Η πτήση από το Καραγουάρι στο Τάρι δε βαστά πολύ. Βλέπουμε κάτω βουνά, ποτάμια και ασύνορη ζούγκλα. Το κοκ-πιτ είναι ανοιχτό και βλέπουμε το λευκό πιλότο. Κάποια στιγμή διακρίνουμε ένα ξερό ξέφωτο στο έδαφος. Πρέπει να είναι το αεροδρόμιο.
«΄Αρα φτάσαμε» υποθέσαμε.
΄Ομως ο πιλότος δεν λέει να κατέβει, παρά κάνει συνεχώς κύκλους.
Δεν φτάνει αυτό, αλλά όλο γυρίζει και ρίχνει ανήσυχες ματιές στους επιβάτες. ΄Ολα τούτα μας φαίνονται ανεξήγητα. Συμβαίνει άραγε κάτι?
«Υπάρχει μεταξύ σας κάποιος υπεύθυνος?» ρωτάει και μοιάζει κομματάκι ωχρός.
Ο συνοδός μας σπεύδει στο πιλοτήριο και σε δυο λεπτά στρέφει κατάχλωμος προς εμάς , με την ανησυχητική εισαγωγή.
«Προσπαθείστε να μην πανικοβληθείτε! Χρειάζεται ψυχραιμία και θα το ξεπεράσουμε»!!!
«Πέφτουμε?!!!» ουρλιάζουμε όλοι έξαλλοι
«΄Οχι, όχι, δεν πέφτουμε, αλλά...»
«Χάλασα οι τροχοί?» πανικοβαλόμαστε
«΄Οχι, όχι βρε παιδιά, το σκάφος είναι μια χαρά, αλλά ίσως δεν μπορέσουμε να προσγειωθούμε, γιατί κάτω γίνεται... πόλεμος!!!!»
«Παναγιά Παρθένα!!!! Κι άλλο πραξικόπημα, ή μήπως κήρυξη Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου?»
«Τίποτε απ΄ όλα αυτά. Για φυλετικό πόλεμο πρόκειται. Φαγώνονται μεταξύ τους δυο φατρίες και διάλεξαν την περιοχή του αεροδρομίου να λύσουν τις διαφορές τους.»
«Μα δεν ακούμε πυροβολισμούς» λέμε την πρώτη ανοησία που σκεφτήκαμε πάνω στην ταραχή μας.
«Βρε, πού να βρουν οι άνθρωποι τα όπλα? Με τόξα και βέλη πετσοκόβονται..»
Μένουμε εμβρόντητοι. Τόξα και βέλη εν έτει 1988? Δεν το χωρεί ο νους...
Σκύβουμε πάλι στα παράθυρα. Δεν μπορούμε να δούμε το παραμικρό, διότι ο πιλότος αφήνει πάντα πίσω του τις αντιμαχόμενες ομάδες, ίσως για ασφάλεια, ίσως και για να μην δούμε και πάθουμε ομαδική υστερία. Και ξαφνικά θυμόμαστε το άλλο αεροσκάφος που προηγήθηκε με τους υπολοίπους της συντροφιάς. Ανησυχούσαμε και άρχισαν έντονες οι συζητήσεις περί της τύχης τους.
«Λέτε παιδιά να χάσουμε τους μισούς στα υψίπεδα των καννιβάλων?» λέει ο συνοδός μας, κάνοντας μια προσπάθεια χιούμορ, για να ελαφρώσει πανικού.
΄Επαθα μια κρίση άνευ προηγούμενου.
«Πες του να κατέβει αμέσως. Ποτέ ξανά στη ζωή μας δεν θα δούμε τέτοιο θέαμα.» αρχίζω τις φωνές και ετοιμάζω βιαστικά τη μηχανή.
Στέκω ορθή και έχω έξαψη. Μου ΄χει ανέβει πυρετός. Ο όποιος κίνδυνος μπορεί να μας περιμένει, με διαγείρει επικίνδυνα. Σκεφτείτε φωτογραφικά ντοκουμέντα που θα έφερνα στην Ελλάδα. Κυριολεκτικά απίστευτα!!!
Πέσανε απάνω μου να με φάνε. Με στριμώξανε και ίσα που δεν με δέσανε στην θέση μου.
Τελικά, ύστερα από άσκοπη πτήση πέντε λεπτών, ο πιλότος αποφάσισε να κατέβει, αλλά φευ! η Αστυνομία είχε προλάβει να απομακρύνει τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα και να θέσει εκτός βολής βελών το αεροδρόμιο.
«Ορίστε!!! Τι καταλάβατε με τον πανικό σας? ΄Εχετε δει πιο εύτακτους πολεμιστές? Τους είπαν ‘πηγαίνετε τώρα παρά κει’, κι εκείνοι ευχαρίστως μετακόμισαν! Κι εγώ τώρα δεν θα ‘χω τα ντοκουμέντα που χρειάζομαι. Ας όψοσθε!!!» Είχα στ΄ αλήθεια θυμώσει πολύ.
Γρήγορα μας φόρτωσαν σε λαντ ρόβερς και εν σπουδή απομακρυνθήκαμε από το πολεμικό πεδίο. Ακόμα ανησυχούσαμε για την τύχη των φίλων μας, μια και στο αεροδρόμιο δεν ήταν κανείς σε θέση να μας φωτίσει. ΄Ολοι ήταν απορροφημένοι από τον καυγά.
Πασχίζοντας να βάλουμε λίγο στην μπάντα την ανησυχία μας για τους άλλους, ρωτήσαμε τον ντόπιο ξεναγό τι γίνηκε κι αρπάχτηκαν έτσι τούτοι οι μουρλοί.
«Α! ο πόλεμος άρχισε με έναν καυγά, όπως άλλωστε αρχίζουν όλοι οι δικοί μας πόλεμοι. Δυο νεαροί διαφορετικών χωριών έπαιζαν ένα παιχνίδι. Ο χαμένος θύμωσε και λογομάχησαν. Πάνω στη λογομαχία ο κερδισμένος έδωσε μια σπρωξιά στον χαμένο. Εκείνος τον φιλοδώρησε με μια μπουνιά στη μούρη κι ο άλλος ευθύς αμέσως του την ανταπέδωσε. Γρήγορα στον καυγά μπήκαν όλοι οι θερμόαιμοι νεαροί και των δυο χωριών. Και στο τέλος έσπευσαν στο νταβαντούρι και οι μεγάλοι. Ε, τότε πια τα πράματα σοβάρεψαν. Τεντώθηκαν τόξα, σφύριξαν βέλη και τώρα κλαίμε... δυόμιση νεκρούς κι ένα χωριό καμένο. Το βλέπετε εκεί αριστερά σας που καπνίζει?»
Το καμένο χωριό το βλέπαμε, το «μισό» νεκρό δεν καταλαβαίναμε.
«Α! είναι βαρειά πληγωμένος και χαροπαλεύει, ωστόσο το σούρουπο θα έχει πεθάνει κι αυτός» προβλέπει με πάσα ηρεμία ο παπουανός.
Πολεμάνε συχνά εδώ? αναρωτηθήκαμε
«Ω!!! δυο τρεις φορές την εβδομάδα» εξηγεί και συνεχίζει γελώντας με την αντίδρασή μας. «Είναι κι αυτό ένα είδος σπορ. Μη σας παραξενεύει. ΄Αλλωστε δεν βλέπετε τις... οχυρώσεις των καταυλισμών μας?»
Τις βλέπαμε. Πανύψηλα ξύλινα κάγκελλα, που η κορφή τους ήταν εξαιρετικά αιχμηρή. «Καστρόπορτα» βαρειά στο έμπα, και τάφρος βαθειά να ζώνει ένα γύρω όλο το συγκρότημα, κάνοντας, έτσι, δύσκολη την πρόσβαση του εχθρού.
«Δηλαδή είστε κάθε ώρα έτοιμοι για... παιχνίδι?»
«Μα και βέβαια! Γι αυτό και μεριμνούμε οι καλύβες των γυναικών και των παιδιών μας να είναι μακρυά από τα σπίτια των ανδρών, για να μην κινδυνεύουν από τα ‘παιχνίδια’ μας, όπως τα είπατε. Βλέπετε ο πόλεμος είναι καθαρά αντρική υπόθεση!!!!»
Για δες που έχουν και κανόνες... ιπποσύνης οι πρώην (?) ανθρωποφάγοι!
Στο δρόμο συναντάμε παρέες νέων, βαμμένων με μαύρη γυαλιστερή μπογιά –δείγμα εχθρικών διαθέσεων- με τεράστια βαρειά τόξα και μακρυά βέλη. Πηγαίνουν να βοηθήσουν τούτη ή εκείνη την παράταξη.
«Μπορώ να φωτογραφίσω μια συντροφιά?» τον χαβά μου εγώ
«Μμμμ, δεν θα σας το συμβούλευα!! Είναι όλοι τους πολύ ξεσηκωμένοι Λίγο θέλουν για να ξεσπάσουν. Καλλίτερα να μην τους προκαλούμε».
Είμαι δυστυχέστατη, για δεύτερη φορά, μέσα σε λίγα λεπτά. Δεν φωτογράφισα έναν απίστευτο πόλεμο και μου απαγορεύουν επίσης να φωτογραφίσω απερίγραπτους πολεμιστές!! Δεν καταλαβαίνω, πια, γιατί έκανα αυτό το ταξίδι, όταν μου ξεφεύγουν τέτοιες παλαβές λεπτομέρειες. ΄Ελεος Χριστιανοί!!!
Στο ΄Αμπουα Λοτζ, το προηγηθέν κλιμάκιο της συντροφιάς πίνει αμέριμνο τον καφέ του στο σαλόνι, με την εκπληκτική θέα στην κοιλάδα.
«Εδώ είστε εσείς? Κι εμείς παρά λίγο να οργανώσουμε αποστολή διάσωσης!»
Απορήσανε.
«Καλά, βρε παιδιά, εσείς χαμπάρι δεν πήρατε? Κουλουβάχατα ήταν το αεροδρόμιο»
Πάλι δεν καταλάβαιναν
«Καλέ πόλεμος! Σφαγή! Σκοτώνονται εκεί κάτω. Τίποτε δεν είδατε?»
Ναί, είχαν δει κάτι καπνούς και άγριους πολεμιστές που πήγαιναν κατά παρέες
«Ε, για επιστράτευση πήγαιναν!»
«Κύριε ελέησον!!!!»
Μετά τον τρόμο για τη δική μας ασφάλεια και την αγωνία για την τύχη των φίλων μας, χαλαρώσαμε βάζοντας τα γέλια.
Τι περιπέτεια κι αυτή!!!!!
Την άλλη μέρα το πρωί ο Μπεν μας κατεβάζει για τελευταία φορά, με το σαραβαλάκι του στην προβλήτα. Μας αποχαιρετά συγκινημένος.
Του σκάζουμε ζεστά φιλιά, το ίδιο συγκινημένοι κι εμείς και μπαίνουμε στις βάρκες. Είναι η ύστατη επαφή μας με το μαγικό ποτάμι. Και είναι μια επαφή σχεδόν ερωτική. Τα μάτια κοιτούν αχόρταγα, συχνά ανίκανα να χωνέψουν τόση ομορφιά.
Στο «γήπεδο» μας περιμένουν δυο μικρούτσικα αεροπλάνα. Η Μπέτυ, που «είναι επί των αναχωρήσεων», όπως την χαρακτήρισε ο Μπεν, επιστατεί στο ξεφόρτωμα των μπαγκαζιών μας από τα σκαφάκια, επιβλέπει το φόρτωμα στα αεροσκάφη, δίνοντάς μας έτσι μερικά περίσσια λεπτά να αποχαιρετήσουμε την Ομορφιά, όπως της αξίζει.
Μ΄ ένα δάκρυ!!
Της εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας σιωπηλά, σφίγγοντάς την στην αγκαλιά μας.
Χωριζόμαστε σε δυο ομάδες και επιβιβαζόμαστε. Οι πόρτες των αεροπλάνων κλείνουν κι είναι σαν να κλείνουν για μας οι πόρτες κάποιοι Παραδείσου.
Φεύγουμε.
Το ένα τρίτο της Παπούα τελείωσε γοητεύοντάς μας.
Τόσες εμπειρίες! Τέτοιες εικόνες!! Μια ανεπανάληπτη αίσθητική απόλαυση.
Η Μπέτυ μας γνέφει από το «γήπεδο». Τα μάτια μας είναι θολά, καθώς αντιγυρίζουμε το χαιρετισμό. Το ξέρουμε ότι έτσι είναι και τα δικά της.
Είναι μεγάλο πράγμα γι΄ αυτούς να περάσουν λίγες μέρες με λευκούς. Είναι σαν γιορτή. Και γιορτινά μας υποδέχτηκαν και μας φιλοξένησαν.
Κατευθυνόμαστε προς το Τάρι.
Για πρώτη φορά στη ζωή μας θα βρεθούμε σε ορεινή ζούγκλα. Πώς θα είναι? Και Παναγιά παρθένα, τι σόι άνθρωποι θα είναι οι ορεσίβιοι Παπούα? Αν σκεφτεί κανείς ότι οι ορεσίβιοι ακόμα και των πολιτισμένων περιοχών, είναι σκληροτράχηλοι και βίαιοι, τι μπορεί άραγε να περιμένει κανείς από τους βουνίσιους τέως (?) ανρθωποφάγους?
Να!!! Πάλι η τρίχα κάγκελλο. Και μη μου πείτε πως είμαστε φοβιτσιάριδες, γιατί θα σας πω πως δεν είστε δίκαιοι.
Η πτήση από το Καραγουάρι στο Τάρι δε βαστά πολύ. Βλέπουμε κάτω βουνά, ποτάμια και ασύνορη ζούγκλα. Το κοκ-πιτ είναι ανοιχτό και βλέπουμε το λευκό πιλότο. Κάποια στιγμή διακρίνουμε ένα ξερό ξέφωτο στο έδαφος. Πρέπει να είναι το αεροδρόμιο.
«΄Αρα φτάσαμε» υποθέσαμε.
΄Ομως ο πιλότος δεν λέει να κατέβει, παρά κάνει συνεχώς κύκλους.
Δεν φτάνει αυτό, αλλά όλο γυρίζει και ρίχνει ανήσυχες ματιές στους επιβάτες. ΄Ολα τούτα μας φαίνονται ανεξήγητα. Συμβαίνει άραγε κάτι?
«Υπάρχει μεταξύ σας κάποιος υπεύθυνος?» ρωτάει και μοιάζει κομματάκι ωχρός.
Ο συνοδός μας σπεύδει στο πιλοτήριο και σε δυο λεπτά στρέφει κατάχλωμος προς εμάς , με την ανησυχητική εισαγωγή.
«Προσπαθείστε να μην πανικοβληθείτε! Χρειάζεται ψυχραιμία και θα το ξεπεράσουμε»!!!
«Πέφτουμε?!!!» ουρλιάζουμε όλοι έξαλλοι
«΄Οχι, όχι, δεν πέφτουμε, αλλά...»
«Χάλασα οι τροχοί?» πανικοβαλόμαστε
«΄Οχι, όχι βρε παιδιά, το σκάφος είναι μια χαρά, αλλά ίσως δεν μπορέσουμε να προσγειωθούμε, γιατί κάτω γίνεται... πόλεμος!!!!»
«Παναγιά Παρθένα!!!! Κι άλλο πραξικόπημα, ή μήπως κήρυξη Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου?»
«Τίποτε απ΄ όλα αυτά. Για φυλετικό πόλεμο πρόκειται. Φαγώνονται μεταξύ τους δυο φατρίες και διάλεξαν την περιοχή του αεροδρομίου να λύσουν τις διαφορές τους.»
«Μα δεν ακούμε πυροβολισμούς» λέμε την πρώτη ανοησία που σκεφτήκαμε πάνω στην ταραχή μας.
«Βρε, πού να βρουν οι άνθρωποι τα όπλα? Με τόξα και βέλη πετσοκόβονται..»
Μένουμε εμβρόντητοι. Τόξα και βέλη εν έτει 1988? Δεν το χωρεί ο νους...
Σκύβουμε πάλι στα παράθυρα. Δεν μπορούμε να δούμε το παραμικρό, διότι ο πιλότος αφήνει πάντα πίσω του τις αντιμαχόμενες ομάδες, ίσως για ασφάλεια, ίσως και για να μην δούμε και πάθουμε ομαδική υστερία. Και ξαφνικά θυμόμαστε το άλλο αεροσκάφος που προηγήθηκε με τους υπολοίπους της συντροφιάς. Ανησυχούσαμε και άρχισαν έντονες οι συζητήσεις περί της τύχης τους.
«Λέτε παιδιά να χάσουμε τους μισούς στα υψίπεδα των καννιβάλων?» λέει ο συνοδός μας, κάνοντας μια προσπάθεια χιούμορ, για να ελαφρώσει πανικού.
΄Επαθα μια κρίση άνευ προηγούμενου.
«Πες του να κατέβει αμέσως. Ποτέ ξανά στη ζωή μας δεν θα δούμε τέτοιο θέαμα.» αρχίζω τις φωνές και ετοιμάζω βιαστικά τη μηχανή.
Στέκω ορθή και έχω έξαψη. Μου ΄χει ανέβει πυρετός. Ο όποιος κίνδυνος μπορεί να μας περιμένει, με διαγείρει επικίνδυνα. Σκεφτείτε φωτογραφικά ντοκουμέντα που θα έφερνα στην Ελλάδα. Κυριολεκτικά απίστευτα!!!
Πέσανε απάνω μου να με φάνε. Με στριμώξανε και ίσα που δεν με δέσανε στην θέση μου.
Τελικά, ύστερα από άσκοπη πτήση πέντε λεπτών, ο πιλότος αποφάσισε να κατέβει, αλλά φευ! η Αστυνομία είχε προλάβει να απομακρύνει τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα και να θέσει εκτός βολής βελών το αεροδρόμιο.
«Ορίστε!!! Τι καταλάβατε με τον πανικό σας? ΄Εχετε δει πιο εύτακτους πολεμιστές? Τους είπαν ‘πηγαίνετε τώρα παρά κει’, κι εκείνοι ευχαρίστως μετακόμισαν! Κι εγώ τώρα δεν θα ‘χω τα ντοκουμέντα που χρειάζομαι. Ας όψοσθε!!!» Είχα στ΄ αλήθεια θυμώσει πολύ.
Γρήγορα μας φόρτωσαν σε λαντ ρόβερς και εν σπουδή απομακρυνθήκαμε από το πολεμικό πεδίο. Ακόμα ανησυχούσαμε για την τύχη των φίλων μας, μια και στο αεροδρόμιο δεν ήταν κανείς σε θέση να μας φωτίσει. ΄Ολοι ήταν απορροφημένοι από τον καυγά.
Πασχίζοντας να βάλουμε λίγο στην μπάντα την ανησυχία μας για τους άλλους, ρωτήσαμε τον ντόπιο ξεναγό τι γίνηκε κι αρπάχτηκαν έτσι τούτοι οι μουρλοί.
«Α! ο πόλεμος άρχισε με έναν καυγά, όπως άλλωστε αρχίζουν όλοι οι δικοί μας πόλεμοι. Δυο νεαροί διαφορετικών χωριών έπαιζαν ένα παιχνίδι. Ο χαμένος θύμωσε και λογομάχησαν. Πάνω στη λογομαχία ο κερδισμένος έδωσε μια σπρωξιά στον χαμένο. Εκείνος τον φιλοδώρησε με μια μπουνιά στη μούρη κι ο άλλος ευθύς αμέσως του την ανταπέδωσε. Γρήγορα στον καυγά μπήκαν όλοι οι θερμόαιμοι νεαροί και των δυο χωριών. Και στο τέλος έσπευσαν στο νταβαντούρι και οι μεγάλοι. Ε, τότε πια τα πράματα σοβάρεψαν. Τεντώθηκαν τόξα, σφύριξαν βέλη και τώρα κλαίμε... δυόμιση νεκρούς κι ένα χωριό καμένο. Το βλέπετε εκεί αριστερά σας που καπνίζει?»
Το καμένο χωριό το βλέπαμε, το «μισό» νεκρό δεν καταλαβαίναμε.
«Α! είναι βαρειά πληγωμένος και χαροπαλεύει, ωστόσο το σούρουπο θα έχει πεθάνει κι αυτός» προβλέπει με πάσα ηρεμία ο παπουανός.
Πολεμάνε συχνά εδώ? αναρωτηθήκαμε
«Ω!!! δυο τρεις φορές την εβδομάδα» εξηγεί και συνεχίζει γελώντας με την αντίδρασή μας. «Είναι κι αυτό ένα είδος σπορ. Μη σας παραξενεύει. ΄Αλλωστε δεν βλέπετε τις... οχυρώσεις των καταυλισμών μας?»
Τις βλέπαμε. Πανύψηλα ξύλινα κάγκελλα, που η κορφή τους ήταν εξαιρετικά αιχμηρή. «Καστρόπορτα» βαρειά στο έμπα, και τάφρος βαθειά να ζώνει ένα γύρω όλο το συγκρότημα, κάνοντας, έτσι, δύσκολη την πρόσβαση του εχθρού.
«Δηλαδή είστε κάθε ώρα έτοιμοι για... παιχνίδι?»
«Μα και βέβαια! Γι αυτό και μεριμνούμε οι καλύβες των γυναικών και των παιδιών μας να είναι μακρυά από τα σπίτια των ανδρών, για να μην κινδυνεύουν από τα ‘παιχνίδια’ μας, όπως τα είπατε. Βλέπετε ο πόλεμος είναι καθαρά αντρική υπόθεση!!!!»
Για δες που έχουν και κανόνες... ιπποσύνης οι πρώην (?) ανθρωποφάγοι!
Στο δρόμο συναντάμε παρέες νέων, βαμμένων με μαύρη γυαλιστερή μπογιά –δείγμα εχθρικών διαθέσεων- με τεράστια βαρειά τόξα και μακρυά βέλη. Πηγαίνουν να βοηθήσουν τούτη ή εκείνη την παράταξη.
«Μπορώ να φωτογραφίσω μια συντροφιά?» τον χαβά μου εγώ
«Μμμμ, δεν θα σας το συμβούλευα!! Είναι όλοι τους πολύ ξεσηκωμένοι Λίγο θέλουν για να ξεσπάσουν. Καλλίτερα να μην τους προκαλούμε».
Είμαι δυστυχέστατη, για δεύτερη φορά, μέσα σε λίγα λεπτά. Δεν φωτογράφισα έναν απίστευτο πόλεμο και μου απαγορεύουν επίσης να φωτογραφίσω απερίγραπτους πολεμιστές!! Δεν καταλαβαίνω, πια, γιατί έκανα αυτό το ταξίδι, όταν μου ξεφεύγουν τέτοιες παλαβές λεπτομέρειες. ΄Ελεος Χριστιανοί!!!
Στο ΄Αμπουα Λοτζ, το προηγηθέν κλιμάκιο της συντροφιάς πίνει αμέριμνο τον καφέ του στο σαλόνι, με την εκπληκτική θέα στην κοιλάδα.
«Εδώ είστε εσείς? Κι εμείς παρά λίγο να οργανώσουμε αποστολή διάσωσης!»
Απορήσανε.
«Καλά, βρε παιδιά, εσείς χαμπάρι δεν πήρατε? Κουλουβάχατα ήταν το αεροδρόμιο»
Πάλι δεν καταλάβαιναν
«Καλέ πόλεμος! Σφαγή! Σκοτώνονται εκεί κάτω. Τίποτε δεν είδατε?»
Ναί, είχαν δει κάτι καπνούς και άγριους πολεμιστές που πήγαιναν κατά παρέες
«Ε, για επιστράτευση πήγαιναν!»
«Κύριε ελέησον!!!!»
Μετά τον τρόμο για τη δική μας ασφάλεια και την αγωνία για την τύχη των φίλων μας, χαλαρώσαμε βάζοντας τα γέλια.
Τι περιπέτεια κι αυτή!!!!!