• Η αναδρομή στο παρελθόν συνεχίζεται! Ψηφίστε την Ταξιδιωτική Ιστορία του μήνα για τους μήνες Μάρτιο - Αύγουστο 2020 !

Ιταλία Κροατία Σερβία Βενετία - Ζάγκρεμπ - Βελιγράδι

Μηνύματα
191
Likes
849

Η ιδέα και η προετοιμασία

Είχαν περάσει πια δύο χρόνια από το Erasmus στην Πολωνία και παρόλο που το είχαμε συζητήσει πολλές φορές, ακόμη δεν είχαμε καταφέρει να οργανώσουμε το πολυπόθητο reunion. Αρχικά, ελπίζαμε να ξανασυναντηθούμε στην Κωνσταντινούπολη τον Σεπτέμβρη του 16, αλλά μετά από ένα τόσο ταραχώδες καλοκαίρι στην Τουρκία, οι ίδιοι οι Τούρκοι φίλοι είπαν ότι είναι καλύτερα να αναβάλλουμε το ταξίδι. Αργότερα, έπεσαν πολλές ιδέες για ταξίδια αλλά κανένα από αυτά δεν κανονίστηκαν ποτέ. Το να οργανώσεις ταξίδι με παρέα είναι αρκετά δύσκολο από μόνο του, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για άτομα από διαφορετικές χώρες, με διαφορετικές αργίες και διαφορετικές low cost πτήσεις. Έτσι, το reunion αφηνόταν πάντα για "μια άλλη φορά", μέχρι που φέτος, αποφάσισα ότι δε σήκωνε άλλη αναβολή. Ήξερα ότι από την επόμενη χρονιά, ένα τέτοιο ταξίδι στην Ευρώπη θα ήταν πολύ πιο δύσκολο, είχα το χρόνο, είχα τη διάθεση, είχα τα ταξιδιωτικά μίλια που σχεδόν αναιρούσαν το γεγονός ότι δεν είχα ιδιαίτερα πολλά λεφτά. Έμαθα και ότι μία από τις αγαπημένες μου φίλες και πρώην συγκάτοικος θα πέρναγε ένα εξάμηνο στο Ζάγκρεμπ, μία πόλη όπου ζούσαν τρεις ακόμη φίλοι από το Erasmus και ήξερα ότι δε θα υπήρχε ποτέ πιο κατάλληλη στιγμή για μια εξόρμηση στην Κροατία.

Βασικός προορισμός του ταξιδιού λοιπόν ήταν το Ζάγκρεμπ, αλλά τα εισιτήρια για εκεί κόστιζαν περισσότερα μίλια από αυτά που είχα να διαθέσω και οι τιμές τους για τις ημερομηνίες που ήθελα ήταν γύρω στα 400 ευρώ με επιστροφή. Με πόνο ψυχής ανακάλυψα ότι η ryan δεν πραγματοποιεί πια την πτήση για Λιουμπλιάνα, που θα ήταν μια ιδανική λύση, οπότε επόμενη εναλλακτική ήταν η όμορφη Βουδαπέστη, όπου μάλιστα θα μπορούσε να με φιλοξενήσει μια φίλη. Μοναδικό μειονέκτημα ήταν το ότι στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας είχα ξαναπάει, και όσο κι αν την αγάπησα, θα προτιμούσα να δω μια καινούρια πόλη. Ψάχνοντας τη λίστα των happy miles προορισμών της Aegean, κατέληξα στο ότι μία πτήση θα γινόταν σίγουρα από ή προς το Βελιγράδι κι έπειτα, με μεγάλο ενθουσιασμό ανακάλυψα ότι με πολύ λίγα μίλια θα μπορούσα να πετάξω στη Βενετία, μία πόλη που για ευνόητους λόγους ήταν πολύ ψηλά στο bucket list μου. Έτσι λοιπόν, κλείστηκαν τα εισιτήρια Αθήνα - Βενετία και 8 μέρες αργότερα Βελιγράδι - Αθήνα. Όταν ανακοίνωσα ότι το ταξίδι είχε πλέον κλειστεί, τέσσερις ακόμη φίλοι από διαφορετικές χώρες αποφάσισαν ότι ήθελαν επίσης να συμμετάσχουν, τουλάχιστον σε κάποιο μέρος του κι έπειτα ξεκίνησε ένας μεγάλος αγώνας για τη δημιουργία ενός προγράμματος που θα μας βόλευε όλους.

Προσωπικά, μου φαινόταν μεγάλη χαμένη ευκαιρία να έχω αεροπορικά εισιτήρια από/προς μία πόλη και να μην αφιερώσω τουλάχιστον μία μέρα να τη δω. Στη δε Βενετία, θα ήθελα να περάσω όσες περισσότερες μέρες γινόταν, μέχρι που οι τιμές των χόστελ μου έκοψαν τα φτερά. Τελικά, κατέληξα με ένα πολλά υποσχόμενο και πολύ φορτωμένο πρόγραμμα, το οποίο ήξερα πως δεν υπήρχε περίπτωση να τηρηθεί.

Μέρα 1η: Άφιξη στη Βενετία στις 9:30 το πρωί, συνάντηση με Ιταλίδα φίλη, συμμετοχή σε κάποιο walking tour, επίσκεψη στα αξιοθέατα της πλατείας του Αγίου Μάρκου, βόλτα στην πόλη, εκδρομή στο Μπουράνο, διανυκτέρευση.
Μέρα 2η: Βενετία, Συλλογή Πέγκυ Γκούγκενχαϊμ, ατέλειωτες βόλτες στην πόλη, αναχώρηση με νυχτερινό λεωφορείο (flixbus) στις 1:30 το βράδυ. Θεωρήσαμε ότι η ταλαιπωρία του νυχτερινού λεωφορείο άξιζε, αφού κερδίζαμε μία ολόκληρη μέρα στην πόλη χωρίς να πληρώσουμε ένα έξτρα βράδυ διαμονής. Το εισιτήριο κόστισε 18.50 ευρώ για την κάθε μία μας.
Μέρα 3η: Άφιξη στο Ζάγκρεμπ γύρω στις 7 το πρωί, συνάντηση με 3 ακόμη φίλους, περιήγηση στα αξιοθέατα του κέντρου του Ζάγκρεμπ και βραδινή έξοδος
Μέρα 4η: Mirogoj Cemetery, Maksimir Park, εκδρομή στο Samobor, επιστροφή και βραδινή έξοδος.
Μέρα 5η: εκδρομή στη Ριέκα για να επισκεφτούμε μια φίλη που μένει εκεί.
Μέρα 6η: Plitvice lakes
Μέρα 7η: ένα ακόμα πρωινό στο Ζάγκρεμπ με κάποιο walking tour ή επίσκεψη στο museum of Broken relationships, αναχώρηση για Βελιγράδι και άφιξη αργά το απόγευμα.
Μέρα: ό,τι προλάβουμε από Βελιγράδι
Μέρα 9η: επιστροφή στην Αθήνα με την πτήση των 13:00.

Στη Βενετία και στο Βελιγράδι θα μέναμε σε χόστελ. Στο Ζάγκρεμπ, κάποιοι από εμάς θα φιλοξενούνταν από τους ντόπιους φίλους και οι υπόλοιποι θα μένανε σε χόστελ, στην πληρωμή του οποίου θα συνείσφεραν ακόμη και αυτή που δε θα έμεναν τελικά εκεί. Έτσι, η Βενετία βγήκε 36 ευρώ το άτομο, το Ζάγκρεμπ βγήκε μόλις 18 ευρώ το άτομο για 4 βράδια (τρία άτομα μείναμε σε χόστελ, η τιμή του οποίο διαιρέθηκε διά του 6), ενώ το Βελιγράδι κόστισε μόλις 11 ευρώ για 2 βράδια. Το πρόγραμμα προφανώς δε βγήκε ακριβώς όπως το είχαμε σχεδιάσει, αλλά το ταξίδι ήταν υπέροχο, γεμάτο αντιθέσεις, μαγικές εικόνες και εξαιρετική παρέα.

20180518_142203.jpg


 
Last edited by a moderator:
Μηνύματα
191
Likes
849
Ημέρα 1η:

Η πτήση μου προσγειώθηκε στη Βενετία στις 9:30 ακριβώς, χωρίς προβλήματα ή καθυστερήσεις και περίπου 10 λεπτά αργότερα βρισκόμουν ήδη στο λεωφορείο που με εισιτήριο 8 ευρώ με μετέφερε στην Piazzale Roma, απ' όπου συνέχισα με το βαπορέττο μέχρι τη στάση San Zaccaria. Το βαπορέττο ήταν γεμάτο, όμως τα κομμάτια θέας που κατάφερνα να δω ανάμεσα στα κεφάλια των συνεπιβατών ήταν αρκετά για να με ενθουσιάσουν. Όταν πια αποβιβάστηκα, έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Οι καινούριες εικόνες ήταν πάρα πολλές για να τις επεξεργαστώ. Το γαλάζιο, οι γόνδολες, οι προβλήτες, τα απέναντι νησιά, οι γέφυρες, και από την άλλη ο κόσμος (μα πόσος κόσμος), πολυπληθή γκρουπ με ξεναγούς με σημαιούλες, πάγκοι με σουβενίρ και καρτ ποστάλ, παγωτά, ζευγάρια, τουρίστες... Ήμουν στη Βενετία!

O ιδιοκτήτης του χόστελ μου είχε δώσει ακριβέστατες οδηγίες, οπότε δε δυσκολεύτηκα καθόλου να βρω το διαμέρισμα. Τον ίδιο τον ιδιοκτήτη δεν τον είδα ποτέ. Μου έδωσε τον κωδικό του κουτιού όπου βρισκόταν το κλειδί, μου είχε αφήσει την απόδειξη στο κρεβάτι και μου είχε στείλει φωτογραφία ενός χρηματοκιβωτίου όπου θα έπρεπε να αφήσω τα κλειδιά. Το χόστελ (San Marco flat) ήταν συμπαθέστατο, με καθαρά δωμάτια, προσωπικά ντουλαπάκια, αξιοπρεπέστατο μπάνιο και κουζίνα, ενώ η τοποθεσία του ήταν εξαιρετική. Σύντομα έφτασε και η Ιταλίδα φίλη, που επίσης επισκεπτόταν την πόλη για πρώτη φορά, και μαζί ξεκινήσαμε την εξερεύνηση. Όταν έβγαλε τη μηχανή της για να βγάλει την πρώτη φωτογραφία, συνειδητοποίησε ότι είχε καταφέρει να ξεχάσει και την μπαταρία και την κάρτα μνήμης. Δυστυχώς λοιπόν, θα πρέπει να αρκεστείτε σε φωτογραφίες από τα κινητά μας.

Ξεκινήσαμε τη βόλτα μας δίπλα στην προκυμαία, όπου κάναμε μία στάση στη γέφυρα απέναντι από τη Γέφυρα των Στεναγμών, όπου καταφέραμε να σταθούμε για περίπου πέντε δευτερόλεπτα πριν αναγκαστούμε να φύγουμε λόγω κινδύνου καταπάτησης από ένα τεράστια γκρουπ Γιαπωνέζων τουριστών και κατευθυνθήκαμε προς την πλατεία του Αγίου Μάρκου. Πρόκειται ίσως για την πιο εντυπωσιακή πλατεία που έχω δει ποτέ, όμως και πάλι, ο κόσμος ήταν τόσο πολύς που ήταν αδύνατο να την απολαύσεις. Αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στα πιο γνωστά μέρη της πόλης το απόγευμα, όπου ελπίζαμε πως τα πλήθη θα είχαν αραιώσει, και στρίβοντας στο πρώτο στενό που βρήκαμε μπροστά μας, αρχίσαμε να περιπλανιόμαστε στην πόλη χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ε λοιπόν, όπου και να στρίβαμε, όποιον δρόμο και να παίρναμε, η εικόνα που θα βρισκόταν μπροστά μας θα ήταν βγαλμένη από παραμύθι. Ο κόσμος μέσα στα στενά της Βενετίας δεν ήταν πολύς κι έτσι μπορούσαμε να απολαύσουμε το θέαμα με την ησυχία μας. Και το θέαμα ήταν υπέροχο: κάθε γέφυρα, κάθε κανάλι, κάθε κτίριο ήταν πιο όμορφο από το προηγούμενο, ενώ οι γόνδολες συμπλήρωναν τη μαγεία της εικόνας. Λέγαμε πως ανακαλύψατε το πιο γραφικό στενό της πόλης κι έπειτα στρίβαμε στο επόμενο και ανακαλύπταμε ακόμη περισσότερη μαγεία. Είχαμε στο πρόγραμμα μουσεία, παλάτια και walking tours, αλλά έχοντας πια πάρει μια γεύση από την απίστευτη ομορφιά της πόλης, αποφασίσαμε πως δε θα κάναμε τίποτε από αυτά και πως απλά θα περάσουμε δυο ολόκληρες μέρες περπατώντας και ρουφώντας της υπέροχες εικόνες.

20180516_114212.jpg
20180517_100526.jpg
20180517_114843.jpg
20180516_124045.jpg


Μετά από περίπου δύο ώρες περιήγησης, χωρίς καν να καταλάβουμε πώς, είχαμε βρεθεί και πάλι μπροστά στις στάσεις των vaporetti και το επόμενο για Burano έφευγε μόλις σε 2 λεπτά. Τρέξαμε να επιβιβαστούμε και ήμασταν αρκετά τυχερές ώστε να προλάβουμε ελεύθερες δύο από τις λίγες θέσεις στο εξωτερικό του. Η μία περίπου ώρα του ταξιδιού πέρασε ευχάριστα, με τον ήλιο και τη θάλασσα να μας χαϊδεύουν το πρόσωπο. Το Μπουράνο ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Χρώματα παντού! Ακολουθώντας τον κόσμο βρεθήκαμε στους γνωστούς δρόμους με τα πολύχρωμα σπιτάκια γύρω από τα κανάλια. Κάθε εικόνα ήταν βγαλμένη από καρτ ποστάλ, ενώ η αντανάκλαση των σπιτιών στο νερό ήταν το κάτι άλλο. Ήταν λες και ολόκληρο το νησί ήταν ένα τεράστιο στούντιο φωτογράφησης. Πάρα πολλές κοπέλες, ντυμένες και βαμμένες στην τρίχα έβαζαν τις φίλες και τα αγόρια τους να τις φωτογραφίζουν από κάθε οπτική γωνία, ενώ εκείνες κοίταζαν μελαγχολικά στο κενό, ενώ σε κάθε γέφυρα έπρεπε να σκύψεις για να περάσεις κάτω από τα χιλιάδες σέλφι στικ. Δεν κατηγορώ κανέναν που ήθελε να βγάλει την τέλεια φωτογραφία σε ένα τόσο υπέροχο μέρος (άλλωστε κι εμείς φωτογραφηθήκαμε ουκ ολίγες φορές), αλλά σίγουρα η όλη κατάσταση χαλάει λίγο την ατμόσφαιρα του νησιού, ενώ φανερά ενοχλούσε τους λίγους ντόπιους που συναντήσαμε.

34561607_10204948651194184_9122283019401428992_n.jpg
20180516_161430.jpg
20180516_152808.jpg


Αφού χορτάσαμε τα πιο κεντρικά κανάλια, χωθήκαμε στα εξίσου πολύχρωμα αλλά λιγότερο πολυσύχναστα στενά του νησιού, τα οποία δεν υστερούσαν σε τίποτα σε ομορφιά. Περπατήσαμε αθόρυβα ανάμεσα σε μικρές αυλές, όπου Ιταλίδες γιαγιάδες έπιναν τον καφέ τους και μικρά παιδιά έπαιζαν ποδόσφαιρο, ανακαλύψαμε υπέροχα σπίτια και χαθήκαμε σε μαγευτικά σοκάκια. Η προσοχή στη λεπτομέρεια σε κάθε σπίτι ήταν απίστευτη. Οι κουρτίνες, τα λουλούδια στα περβάζια, οι καρέκλες στις αυλές... όλα φαίνονταν να είναι ειδικά επιλεγμένα, ώστε να ταιριάζουν στο χρώμα του σπιτιού.

20180516_155803.jpg
20180516_154835.jpg
20180516_154825.jpg
20180516_154757.jpg

Η ώρα είχε πάει σχεδόν τέσσερις κι εμείς, μαγεμένες από την ομορφιά του τοπίου, είχαμε ξεχάσει να φάμε το οτιδήποτε από το πρωί. Έτσι, όταν τα στομάχια μας άρχισαν να παραπονιούνται, βγήκαμε πάλι στον κεντρικό δρόμο του νησιού, αναζητώντας φτηνό φαγητό. Στο δρόμο μας περάσαμε από πολλά μαγαζιά με δαντέλες και σουβενίρ, που στις βιτρίνες τους είχαν ταμπέλες που έγραφαν no photos στα αγγλικά και στα... κινέζικα! Περάσαμε από κάποια εστιατόρια που φαίνονταν υπέροχα (και ακριβά) και από πολλά κακόγουστα, τουριστικά καφέ και τελικά καταλήξαμε να αγοράζουμε δύο τεράστια κομμάτια πίτσας από έναν φούρνο. Τα φάγαμε καθισμένες σε ένα παγκάκι μπροστά στο κανάλι, κάναμε μια τελευταία βόλτα στο παραμυθένιο νησί και γεμάτες υπέροχες εικόνες πήραμε το δρόμο της επιστροφής, απολαμβάνοντας τον απογευματινό ήλιο να αγγίζει τη Βενετία.

20180516_194444.jpg


Ο κόσμος ήταν αισθητά λιγότερος, οπότε αυτή τη φορά μπορέσαμε να θαυμάσουμε τη γέφυρα των στεναγμών για 5 ολόκληρα λεπτά και στη συνέχεια να απολαύσουμε μια βόλτα στην πλατεία του Αγίου Μάρκου. Έχοντας κάνει Erasmus στο Wroclaw της Πολωνίας, και οι δύο είχαμε πεισμώσει ότι το Rynek του Wroclaw είναι η ομορφότερη πλατεία της Ευρώπης. Και διατηρήσαμε αυτή την άποψη ακόμη και μετά από επισκέψεις στην Κρακοβία, την Πράγα, τη Βουδαπέστη, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ, ακόμη και τις Βρυξέλλες και τη Ρώμη. Όμως, όσο απίστευτα προκατειλημμένες και να είμαστε, έπρεπε να παραδεχτούμε ότι η πλατεία του Αγίου Μάρκου διεκδικεί άξια τα πρωτεία. Σταθήκαμε μπροστά από το επιβλητικό Campanile, επεξεργαστήκαμε την περίτεχνη διακόσμηση της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου, θαυμάσαμε το παλάτι των Δόγηδων, κοντοσταθήκαμε να απολαύσουμε την υπέροχη μουσική και κυριολεκτικά κλοτσήσαμε ένα περιστέρι (είναι τόσο μαθημένα στον κόσμο που δεν κουνιούνται τα άτιμα). Όταν ο ήλιος είχε σχεδόν πέσει, επιστρέψαμε στην προκυμαία, όπου είδαμε τη θάλασσα να βάφεται χρυσαφιά κι έπειτα επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας για λίγη ξεκούραση.

20180517_102015.jpg
20180517_102011.jpg
20180516_122017.jpg


Παρά την κούρασή μας, δυο ώρες αργότερα βγήκαμε για μια σύντομη βραδινή βόλτα στη Βενετία. Ήταν λες και ήμασταν σε άλλη πόλη. Οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι και βασίλευε ησυχία. Περπατήσαμε στις άδειες γέφυρες, απολαύσαμε τη γαλήνη του τοπίου, περιπλανηθήκαμε για άλλη μια φορά στην πλατεία του Αγίου Μάρκου κι έπειτα πήραμε το βαπορέττο για μια νυχτερινή κρουαζιέρα. Πήραμε έτσι μια γεύση από το Grande Canal, στο οποίο σκοπεύαμε να αφιερώσουμε την αυριανή μέρα, και θαυμάσαμε τα φώτα της πόλης να καθρεπτίζονται στο νερό. Η φωτισμένη γέφυρα Rialto άρχισε να αχνοφαίνεται στο βάθος, κι όσο πιο κοντά πλησιάζαμε, τόσο πιο μαγική γινόταν η εικόνα. Κατεβήκαμε στην αντίστοιχη στάση και ανεβήκαμε στη γέφυρα που μας φάνηκε ότι ήταν γεμάτη κόσμο (πού να ξέραμε ότι το επόμενο πρωί ο κόσμος θα ήταν δεκαπλάσιος). Διεκδικήσαμε λίγο χώρο και απολαύσαμε το θέαμα του νυχτερινού καναλιού. Κάναμε μια βόλτα στη γύρω περιοχή, πήραμε ένα σάντουιτς κι ένα παγωτό από ένα από τα τουριστικά μαγαζιά και έπειτα σιγά - σιγά πήραμε το δρόμο της επιστροφής, απολαμβάνοντας την απόλυτη ηρεμία. Περάσαμε από κάποιες πλατειούλες και δρόμους με όμορφα εστιατόρια και από ένα δυο δρομάκια στα οποία έφτανε η μουσική κάποιου κοντινού μπαρ, αλλά γενικά, επικρατούσε μια υπέροχη ησυχία, που δημιουργούσε όμορφη ατμόσφαιρα. Γυρίσαμε στο χόστελ μας κατά τις 12 και μέχρι τις 12:05 μας είχε ήδη πάρει ο ύπνος.
 

Attachments

Μηνύματα
191
Likes
849
Μέρα 2η:

Η σημερινή μέρα προβλεπόταν γεμάτη, επειδή αφ' ενός θέλαμε να δούμε όσα πιο πολλά πράγματα μπορούσαμε κι αφετέρου είχαμε στόχο να κουραστούμε όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να είναι βέβαιο ότι θα κοιμηθούμε στο λεωφορείο το βράδυ. Ο ιδιοκτήτης του χόστελ μας είχε πει ότι μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματά μας στην κουζίνα μόνο μέχρι τις 2, όμως οι δυο κοπέλες που έμεναν μαζί μας στο δωμάτιο μας πρότειναν να βάλουμε τις βαλίτσες μας στα ντουλάπια τους, αρκεί να γυρίζαμε να της πάρουμε κατά τις 9. Η πτήση τους ήταν την επόμενη μέρα στις 4 τα ξημερώματα, οπότε ήθελαν να κοιμηθούν νωρίς. Πήραμε πρωινό από ένα γειτονικό φούρνο, εξερευνήσαμε τα υπέροχα κανάλια γύρω από το διαμέρισμά μας που είχαμε παραμελήσει την προηγούμενη μέρα κι έπειτα κατευθυνθήκαμε προς τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, στην οποία αυτή το φορά σκοπεύαμε να μπούμε. Η ουρά ήταν μικρή συγκριτικά με την προηγούμενη μέρα και προχωρούσε γρήγορα, οπότε δε χρειάστηκε να περιμένουμε πάνω από 10 λεπτά. Η εκκλησία είναι επιβλητική, με τη χρυσή διακόσμηση να εντυπωσιάζει, αλλά θεωρώ πως το εξωτερικό της υπερτερεί του εσωτερικού της. Στη συνέχεια, πήραμε το βαπορέττο με στόχο να κάνουμε την πρωινή μας "κρουαζιέρα". Όταν το βαπορέττο βγήκε πια στο Μεγάλο Κανάλι μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Καμία φωτογραφία (πόσο μάλλον οι δικές μου), κανένα βίντεο και καμία περιγραφή δε μπορεί να σε προετοιμάσει για την ομορφιά της εικόνας. Σχεδόν κρεμαστήκαμε από την άκρη του πλοίου και θαυμάζαμε το τοπίο.

Περάσαμε μπροστά από την πανέμορφη Santa Maria della Salute, το κτίριο της συλλογής Guggenheim και την Galleria de l' Accedmia, το εντυπωσιακό Ca' Rezzonico και το παραμυθένιο Ca' Foscari... το ένα κτίριο πιο όμορφο από το άλλο... Κάθε εκατοστό της διαδρομής άξιζε να φωτογραφηθεί. Δυστυχώς, η Ponte dell' Accademia βρισκόταν υπό συντήρηση, οπότε θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι την επόμενη φορά για να τη θαυμάσουμε. Αρχίζαμε να πλησιάζουμε τη γέφυρα Rialto και δε μπορούσαμε να αποφασίσουμε αν είναι πιο όμορφη τη μέρα και τη νύχτα. Τελικά κατεβήκαμε στη γέφυρα Rialto, όπου υπήρχε πολύς περισσότερος κόσμος απ' ότι θα πίστευα ποτέ ότι χωρούσε σε μια γέφυρα και μετά από πολλές σπρωξιές και πατήματα, καταφέραμε να διεκδικήσουμε λίγο χώρο πάνω της. Η θέα του μεγάλου καναλιού μας αποζημίωσε για όλο το ποδοπάτημα και την αποπνιχτική ατμόσφαιρα.

20180517_133521.jpg
20180517_133457.jpg
20180517_104126.jpg
20180517_103235.jpg

20180517_104937.jpg


Απολαύσαμε τη μαγική εικόνα για όσο πιο πολύ μας επέτρεπε ο κόσμος, βγάλαμε τις φωτογραφίες μας, φωτογραφήσαμε και πέντε - έξι παρέες τουριστών και συνεχίσαμε προς το Fondaco Dei Tedeschi, η ταράτσα του οποίου προσφέρει θέα της πόλης από ψηλά. Όταν όμως φτάσαμε στην κορυφή, συνειδητοποιήσαμε πως η είσοδος στην ταράτσα, αν και δωρεάν γίνεται μόνο με κράτηση. Χωρίς να ελπίζουμε ότι θα καταφέρναμε να δούμε τη θέα, επιχειρήσαμε να κάνουμε την κράτηση μέσα από τα μηχανήματα στον χώρο και με μεγάλη μας χαρά είδαμε ότι υπήρχαν κενές θέσεις για περίπου μιάμιση ώρα αργότερα. Με στόχο να επιστρέψουμε σύντομα, περπατήσαμε για λίγο στο μεγάλο δρόμο δίπλα στο πολυκατάστημα και στρίψαμε σε ένα τυχαίο στενό για να αποφύγουμε τις ορδές τουριστών. Χαθήκαμε και πάλι σε σοκάκια, γέφυρες, πλατείες και κανάλια, περπατώντας χωρίς προορισμό. Όλες αυτές οι ατέλειωτες βόλτες στη Βενετία δε μπορούν να γίνουν ποτέ βαρετές, επειδή δεν πρόκειται να δεις την ίδια εικόνα να επαναλαμβάνεται. Κάθε κανάλι, κάθε γέφυρα, κάθε κτίριο είναι τελείως διαφορετικό από το προηγούμενο και κάθε χιλιοστό της πόλης μοιάζει λες και είναι βγαλμένο από πίνακα ζωγραφικής. Τελικά, καταλήξαμε στη Libreria Acqua Alta, που δικαίως αυτοχαρακτηρίζεται ως το πιο όμορφο βιβλιοπωλείο του κόσμου. Περάσαμε αρκετή ώρα στα ατμοσφαιρικά της δωμάτια, περιτριγυρισμένες από σωρούς βιβλίων στοιβαγμένα σε γόνδολες και ήμασταν μάλιστα τόσο τυχερές που καταφέραμε να κάτσουμε στο ένα μοναδικό τραπεζάκι που έχει δίπλα στο κανάλι.

20180517_180653.jpg
20180517_112536.jpg


Με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής προς το εμπορικό κέντρο, όπου περιμέναμε στην ουρά μέχρι να έρθει η ώρα για την οποία είχαμε κάνει κράτηση. Η θέα των κόκκινων σκεπών να χωρίζονται από τα γαλάζια νερά του καναλιού ήταν το κάτι άλλο. Θα μπορούσα να μείνω εκεί για ώρες, αν ο χρόνος επίσκεψης δεν περιοριζόταν στα 15 λεπτά.

20180517_125259.jpg
20180517_125243.jpg


Απόλυτα ικανοποιημένες από την έως τώρα μέρα μας, περάσαμε τη γέφυρα Rialto για να εξερευνήσουμε και την άλλη πλευρά του καναλιού. Για μια ακόμη φορά, γεμίσαμε υπέροχες εικόνες. Κάναμε βόλτα στην αποβάθρα, περπατήσαμε κατά μήκος του καναλιού, ανεβήκαμε σε όσες ξύλινες προβλήτες επιτρεπόταν η πρόσβαση, περιπλανηθήκαμε ανάμεσα στην υπαίθρια αγορά και όταν χόρτασε το μάτι μας γαλάζιο, χαθήκαμε σε στενά σοκάκια.

20180517_131235.jpg
20180517_121315.jpg
20180517_120907.jpg


Η ώρα ήταν 2:30, η θερμοκρασία είχε περάσει τους 30 βαθμούς και το πλήθος των τουριστών ήταν το μεγαλύτερο που είδαμε τις δυο μέρες μας στην πόλη. Αποζητώντας λίγη ηρεμία και σκιά, αποφασίσαμε να επισκεπτούμε τους Giardini Biennale. Αφού λοιπόν πρώτα προμηθευτήκαμε δύο γευστικότατες και χορταστικότατες μερίδες μακαρόνια από το Dal Moro's Fresh Pasta To Go (και ψάξαμε 15 λεπτά για να βρούμε κάδο να πετάξουμε τα κουτιά τους), επιβιβαστήκαμε και πάλι στο βαπορέττο. Αυτή τη φορά φροντίσαμε να σταθούμε από την αντίθετη πλευρά, ώστε να θαυμάσουμε τα κτίρια που δεν είχαμε δει πριν: Palazzo Corner della Ca' Grande, Palazzo Grassi, Palazzo Mocenigo Casa Nuova κλπ κλπ... όλα τους υπέροχα.

Οι ίδιοι οι κήποι είναι όμορφοι και καταπράσινοι και προσφέρουν μια ανάσα δροσιάς μακριά από το χαμό της πόλης, αλλά δεν είναι και κάτι το ιδιαίτερο. Όμως, η περιοχή γύρω τους μας μάγεψε. Από τη μία ήταν οι ήσυχοι γραφικοί δρόμοι, με τα υπέροχα σπίτια και τις απλωμένες μπουγάδες και το γραφικό λιμανάκι με τις πολύχρωμες βαρκούλες, όπου πήραμε επιτέλους μια γεύση από την καθημερινότητα των ντόπιων. Από την άλλη, μεγάλα και άδεια πεζοδρόμια που προσφέρουν υπέροχες, ήρεμες βόλτες δίπλα στη θάλασσα.

20180517_152836.jpg
20180517_152559.jpg
20180517_152429.jpg


Αφού χορτάσαμε την ομορφιά και πάνω απ' όλα την ηρεμία του τοπίου και είδαμε ότι η ζέστη είχε υποχωρήσει αλλάξαμε βαπορέττο για να πάμε στο νησί του San Giorgio Maggiore. Εντυπωσιακός ναός εσωτερικά και εξωτερικά, ευχάριστη βόλτα στη γύρω περιοχή και όμορφη θέα του απέναντι νησιού. Από κει μπήκαμε και πάλι στο βαπορέττο και αυτή τη φορά κατεβήκαμε στην Basilica di Santa Maria della Salute. Θαυμάσαμε την περίτεχνη αρχιτεκτονική του ναού και χαζέψαμε μία ομάδα καλλιτεχνών κάθε ηλικίας που καθισμένοι στα σκαλοπάτια ζωγράφιζαν την πόλη κι έπειτα αρχίσαμε να εξερευνούμε τη γύρω περιοχή. Ο πολύς κόσμος είχε φύγει, οπότε η βόλτα μας ήταν υπέροχη. Για μια ακόμη φορά δε χορταίναμε εικόνες: πολύχρωμα σπίτια γύρω από κανάλια, στενά δρομάκια, υπέροχα κτίρια και λίγο παραπάνω πράσινο απ' ότι στην υπόλοιπη πόλη. Στη συνέχεια ακολούθησε μια υπέροχη βόλτα δίπλα στη θάλασσα, με θέα το απέναντι νησί.
20180517_134126.jpg




20180517_190415.jpg
20180517_191028.jpg
20180517_190853.jpg


Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει και παρόλο που είχε συννεφιάσει, η θάλασσα είχε πάρει ένα υπέροχο χρώμα, οπότε μαζί με λίγους ακόμη επισκέπτες καθίσαμε στα σκαλιά της εκκλησίας και απολαύσαμε το θέαμα.

20180517_193756.jpg


Κάτι η μαγεία της εικόνας, κάτι ο πόνος στα πόδια μας, δε θέλαμε να σηκωθούμε. Κι όταν πια το πήραμε απόφαση, μπήκαμε στο λάθος βαπορέττο και καταλήξαμε να πηγαίνουμε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Δε μας πείραξε όμως. Είχαμε αρκετό χρόνο, οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε μια ακόμη βόλτα στο μεγάλο κανάλι και απλά να επιστρέψουμε στο χόστελ από διαφορετικό δρόμο. Οι καμπάνες της εκκλησίας άρχισαν να χτυπάνε και η βόλτα στα χρυσαφιά νερά του Μεγάλου Καναλιού, όταν τα γύρω κτίρια είχαν μόλις αρχίσει να ανάβουν τα φώτα τους υπό τους μελωδικούς ήχους της καμπάνας είναι μία εμπειρία που δε θα ξεχάσω ποτέ. Μα πόση ομορφιά! Κάναμε την τελευταία μας βόλτα στα κανάλια και τα στενά της Βενετίας επιστρέφοντας στο χόστελ, πήραμε τις βαλίτσες μας και ευχαριστήσαμε τις κοπέλες που μας της είχαν κρατήσει, καθίσαμε λίγο στις αποβάθρες βλέποντας την πόλη να σκοτεινιάζει και σιγά σιγά, ήταν η ώρα να πούμε αντίο στην υπέροχη πόλη.

Φτάσαμε στο σταθμό των τραίνων του Mestre κατά τις 10, οπότε είχαμε ακόμη τρεις ώρες μέχρι να έρθει το λεωφορείο μας. Ξοδέψαμε τη μία από αυτές γυρνώντας όλη τη γύρω περιοχή και ψάχνοντας ένα μαγαζί που να μας άφηνε να χρησιμοποιήσουμε την τουαλέτα, γιατί και οι δύο αρνούμασταν να πληρώσουμε 1..5 ευρώ για τις τουαλέτες του σταθμού και σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία και καφέ ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν μπάνιο. Φάγαμε βραδινό σε ένα καφέ εκεί κοντά και όταν αυτό έκλεινε κατά τις 12 πήγαμε να περιμένουμε στο σταθμό. Ήμασταν 5 - 6 άτομα και οι φύλακες είπαν ότι μπορούσαν να κρατήσουν το σταθμό ανοιχτό μέχρι τη 1 παρά, μέχρι που ένας άστεγος, που καθόταν εκεί χωρίς να ενοχλεί κανέναν, αρνήθηκε να φύγει, όπως του είπαν. Τότε, μας έβγαλαν όλους έξω. Ευτυχώς το λεωφορείο ήρθε στην ώρα του και σύντομα, βρισκόμασταν στο δρόμο για το Ζάγκρεμπ.

Μέσα σε δύο μέρες ίσα που προλαβαίνεις να πάρεις μια γεύση από τη Βενετία. Σίγουρα ελπίζω πως θα έχω την ευκαιρία να την ξαναεπισκεφτώ, κατά προτίμηση σε κάποια περίοδο που ο κόσμος θα είναι λιγότερος.
 

Attachments

Μηνύματα
191
Likes
849
Μέρα 3η: Ζάγκρεμπ

Ο οδηγός του λεωφορείου μας ξύπνησε όταν φτάσαμε στα κροατικά σύνορα και έπρεπε να βγούμε από το λεωφορείο δύο φορές για έλεγχο διαβατηρίων. Περίπου μία ώρα ύπνου ακόμη και βρισκόμασταν στο Ζάγκρεμπ. Κάναμε συνάλλαγμα στο σταθμό των λεωφορείων, που παραδόξως πρόσφερε πολύ καλή ισοτιμία, αφήσαμε τα πράγματά μας στο χόστελ, στο οποίο φυσικά δε μπορούσαμε να κάνουμε ακόμη τσεκ ιν. Εκεί μας περίμεναν ήδη δυο Τούρκοι φίλοι που είχαν φτάσει οδικώς από Βουδαπέστη και όλοι μαζί ξεκινήσαμε για μια πρώτη βόλτα στην πόλη, ελπίζοντας να ξυπνήσουμε. Από την πρώτη στιγμή, πάθαμε πλάκα με την ευγένεια και τη φιλική διάθεση των Κροατών. Αρχικά, μπήκαμε σε ένα σούπερ μάρκετ με στόχο να προμηθευτούμε σαμπουάν και νερό. Αναγκαστικά, δώσαμε ένα κατοστάρικο στην κοπέλα στο ταμείο για προϊόντα αξίας 12 kuna και ζητήσαμε συγγνώμη, εξηγώντας ότι μόλις είχαμε πάρει συνάλλαγμα. Εκείνη όχι μόνο δε μας διαολόστειλε, αλλά μας ρώτησε αν χρειαζόμαστε οδηγίες για το κέντρο της πόλης και μας έδειξε πώς να πάμε σε έναν ωραίο φούρνο για να πάρουμε πρωινό. Ακολουθήσαμε το δρόμο που μας έδειξε και σε 5 λεπτά βρισκόμασταν μπροστά από έναν πάγκο γεμάτο φρέσκες λιχουδιές. Η κοπέλα στο φούρνο μας είδε που συζητούσαμε στα αγγλικά τι να πάρουμε και χωρίς καν να τη ρωτήσουμε, άρχισε να μας εξηγεί τι είναι το κάθε προϊόν και να μας υποδεικνύει τις παραδοσιακές νοστιμιές που έπρεπε οπωσδήποτε να δοκιμάσουμε. Τελικά, επιλέξαμε κάποια κρουασανοειδή με βανίλια και κρέμα βατόμουρο, ψωμάκια με σοκολάτα, κάτι γλυκά που θύμιζαν ντόνατς (νομίζω λέγονται Krafne) και κρέπες. Όλα αυτά ήταν αρκετά για να χορτάσουν ολόκληρο στρατό και μας κόστισαν γύρω στα 10 ευρώ για 4 άτομα. Η κοπέλα, φανερά χαρούμενη που ακολουθήσαμε τη συμβουλή της μας είπε πως περίπου 500 μέτρα μακριά υπήρχε ένα πάρκο, όπου θα μπορούσαμε να κάνουμε πικ νικ με όσα είχαμε αγοράσει.

Όταν αργότερα μιλήσαμε στους Κροάτες φίλους μας για την καλοσύνη των συμπατριωτών τους, εκείνοι γέλασαν ειρωνικά και ισχυρίστηκαν πως αυτή η συμπεριφορά είναι μόνο προς τους τουρίστες και πως αν εκείνoi έδιναν 100 kuna για ένα μπουκαλάκι νερό, η πωλήτρια απλά θα τους άφηνε να πεθάνουν από τη δίψα. Με την άποψη αυτή συμφώνησε και η φίλη από τα Σκόπια που ζει πλέον στο Ζάγκρεμπ, υποστηρίζοντας ότι οι ντόπιοι δεν είναι εξίσου φιλικοί ούτε προς τα άτομα από τις μικρότερες χώρες της πρώην Γιουκοσλαβίας. Σίγουρα αυτοί ξέρουν καλύτερα από μένα, αλλά έχω να πω πως γνώρισα καμιά δεκαριά παιδιά από την Κροατία όσο ήμουν στο Erasmus και παρά τις τελείως διαφορετικές τους προσωπικότητες ήταν όλοι απίστευτα πρόθυμοι να ανοίξουν το σπίτι τους, να μαγειρέψουν και να κεράσουν, να βοηθήσουν. Γενικά, έχω την καλύτερη γνώμη για τους Κροάτες.

Ακολουθώντας τη συμβουλή της κοπέλας, κάναμε ένα μικρό πικ νικ στο μικρό και καταπράσινο πάρκο Ribnjak Park, κάτω από τον Καθεδρικό Ναό του Ζάγκρεμπ. Ήταν ακόμη σχετικά νωρίς, οπότε στο πάρκο υπήρχαν μόνο 2 – 3 άνθρωποι που έβγαζαν βόλτα τα σκυλιά τους και κανά δυο γονείς με μικρά παιδιά ή καροτσάκια. Καθισμένοι στο γρασίδι απολαύσαμε το πρωινό μας το οποίο ήταν όντως πεντανόστιμο. Έχοντας πια ξυπνήσει για τα καλά, προχωρήσαμε προς τον Καθεδρικό του Ζάγκρεμπ. Το εξωτερικό του ναού είναι εντυπωσιακό, παρόλο που ένα μέρος του είναι καλυμμένο με σκαλωσιές, ενώ το εσωτερικό του είναι εξίσου όμορφο. Ο αριθμός των πιστών που βρίσκονταν στην εκκλησία στις 10 το πρωί μιας καθημερινής μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Υπήρχαν 10 – 15 άνθρωποι καθισμένοι στα στασίδια, ενώ υπήρχε και μια μικρή ουρά 5 – 6 ατόμων. Υποθέσαμε ότι οι τελευταίοι θα περίμεναν να ανέβουν σε κάποιο καμπαναριό που προσφέρει πανοραμική θέα της πόλης, όπως συμβαίνει σε πολλούς Καθεδρικούς ναούς της Ευρώπης, αλλά όχι, περίμεναν να εξομολογηθούν! Η πλατεία μπροστά από την εκκλησία είναι επίσης πολύ όμορφη, με το άγαλμα της Παναγίας να στέκεται μπροστά από όμορφα κτίρια.
20180518_095512.jpg
20180518_095534.jpg
20180518_100230.jpg

Κάναμε μία όμορφη βόλτα στα γραφικά δρομάκια της περιοχής και κατεβαίνοντας κάποια σκαλιά, συναντήσαμε την υπαίθρια αγορά της πόλης. Χαζέψαμε τα ξύλινα παιχνίδια και τα λουλούδια, αγοράσαμε λαχταριστές φρέσκες φράουλες και συνεχίσαμε προς την κεντρική πλατεία του Ζάγκρεμπ όπου γινόταν ένας χαμός από ανθρώπους και τραμ. Το άγαλμα του Josip Jelačić μπροστά από το πολύχρωμα κτίρια δημιουργούσε μια όμορφη εικόνα και φυσικά, δεν παραλείψαμε να βγάλουμε τις απαραίτητες φωτογραφίες. Συνεχίσαμε τη βόλτα μας σε μεγάλους πεζόδρομους, γεμάτους μουσικούς του δρόμου και γεμάτα τραπεζάκια εστιατορίων και καφέ. Η ατμόσφαιρα ήταν υπέροχη και ήμασταν ενθουσιασμένοι. Νιώθαμε πως είχαμε ξυπνήσει μετά από δυο μέρες ονείρου στη μαγική Βενετία και βρισκόμασταν και πάλι σε μια πραγματική, ζωντανή πόλη.

20180518_100439.jpg


20180518_105139.jpg
20180518_102849.jpg
20180518_102845.jpg


Κάπου εκεί συναντήσαμε επιτέλους την πρώτη φίλη, την Σκοπιανή συγκάτοικό μου από την Πολωνία, που σπουδάζει στο Ζάγκρεμπ με πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών και είχε μόλις τελειώσει το μάθημά της. Μετά τον ενθουσιασμό του reunion αποφασίσαμε ότι ήταν η ώρα να κάτσουμε κάπου και την ακολουθήσαμε μέχρι την όπερα του Ζάγκρεμπ. Θαυμάσαμε το όμορφο κτίριο και καθίσαμε στα εξωτερικά τραπεζάκια ενός συμπαθητικού καφέ ακριβώς δίπλα. Είχαμε όλοι να πούμε τόσο πολλά, που ούτε που καταλάβαμε πώς πέρασε η ώρα. Κάποια στιγμή, οι σερβιτόροι ξεκίνησαν να κλείνουν τις ομπρέλες, μιας και ο ήλιος πια είχε πέσει. Με το που τελείωσαν, ξέσπασε μία ξαφνική καταιγίδα που μας έκανε όλους μούσκεμα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα. Παραδόξως, οι σερβιτόροι δεν επιχείρησαν καν να ξανανοίξουν τις ομπρέλες και βιάστηκαν να πληρωθούν από όλους τους πελάτες, μην αφήνοντας μας άλλη επιλογή παρά το να φύγουμε. Έτσι, μετακινηθήκαμε στην απέναντι καφετέρια όπου συνεχίσαμε τη συζήτησή μας.

Ευτυχώς, η βροχή κράτησε μόλις σαράντα λεπτά και σύντομα μπορούσαμε να βγούμε πάλι έξω και να συνεχίσουμε την περιήγηση στην πόλη. Συναντήσαμε ΄δυο ακόμη φίλες, η μία Ρουμάνα που μόλις είχε φτάσει αεροπορικώς κι η άλλη ντόπια, που μόλις είχαν σχολάσει από τη δουλειά και όλοι μαζί αρχίσαμε να ανηφορίζουμε σε γραφικά δρομάκια. Περνώντας δρόμους γεμάτους υπέροχα μαγαζιά, φτάσαμε στην Kamenita Vrata, χώρο προσκυνήματος της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας που επιβίωσε από μια μεγάλη φωτιά. Για τα λίγα μέτρα της μικρής πύλης, η βαβούρα της πόλης εξαφανίζεται και επικρατεί ευλαβική ατμόσφαιρα, με αρκετούς πιστούς να προσκυνάνε την εικόνα. Συνεχίσαμε το δρόμο μας μέχρι τη διάσημη εκκλησία του Αγίου Μάρκου και την πραγματικά ιδιαίτερη σκεπή της. Βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες μπροστά στο σήμα κατατεθέν της πόλης και προχωρήσαμε προς την «Άνω πόλη», όπου είδαμε το μικρότερο τελεφερίκ του κόσμου και θαυμάσαμε την υπέροχη θέα της πόλης από ψηλά. Καθίσαμε για λίγο στο πεζούλι απολαμβάνοντας τη θέα και χαζεύοντας τις δυο νύφες όπου φωτογραφίζονταν στην περιοχή.

20180518_140955.jpg
20180518_141002.jpg
20180518_141108.jpg
20180518_141312.jpg
20180518_141611.jpg
20180518_142025.jpg


Εκεί μας συνάντησαν δύο ακόμη Κροάτες φίλοι, η οποίοι δήλωσαν ότι πεθαίνουν της πείνας, πρότειναν να δοκιμάσουμε το παραδοσιακό Strukli, και μας οδήγησε στο La Štruk, ένα όμορφο μαγαζάκι με υπέροχη αυλή. Μας πρότεινε την ψητή εκδοχή έναντι της τηγανιτής και το δοκιμάσαμε με τυρί, κρέας, κολοκύθα, μέλι και μήλο και κανέλα. Όλα ήταν νοστιμότατα, αλλά το μήλο και κανέλα ήταν αυτό που μου έκλεψε την καρδιά. Μετά το φαγητό, περπατήσαμε μέχρι την όμορφη εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης και περάσαμε το Grič Tunnel. Η ώρα ήταν πια 7:30, ήμασταν όλοι εξαντλημένοι (άλλοι από τη δουλειά κι άλλοι από το ταξίδι) και οι περισσότεροι από εμάς χρειάζονταν απεγνωσμένα ένα μπάνιο. Οπότε, αποφασίσαμε να πάμε για λίγες ώρες ξεκούρασης και να ξανασυναντηθούμε για βραδινή έξοδο. Γυρίσαμε με τα πόδια στο hostel μας και επιτέλους κάναμε το check in. Είχαμε επιλέξει το Palmers Lodge Hostel, το οποίο δε μας απογοήτευσε. Κόστιζε μόλις 8 ευρώ την βραδιά (νομίζω υπήρχε κάποια προσφορά), ήταν σε εξαιρετική τοποθεσία και είχε ό,τι χρειαζόμασταν. Πλυθήκαμε, ξεβρομίσαμε, κοιμηθήκαμε για λίγο και κατά τις 10 αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε.

Ο καιρός ήταν καλός οπότε οι Κροάτες φίλοι πρότειναν να πάρουμε ποτό από το σούπερ μάρκετ και να καθίσουμε σε κάποιο πάρκο. Έτσι, βρεθήκαμε μπροστά στον κεντρικό σταθμό των τραίνων, κατεβήκαμε στο σούπερ μάρκετ της υπόγειας στοάς, προμηθευτήκαμε τα απαραίτητα ποτά καθώς και ένα πελώρια κομμάτια πίτσας που κόστιζαν γύρω στο 1.60 και αντιστοιχούσαν σε τρία κομμάτια κανονικής πίτσας το καθένα και καθίσαμε στο πάρκο κοντά στην King Tomislav Square. Περάσαμε μια υπέροχη βραδιά, πίνοντας και γελώντας και φέρνοντας στο μυαλό αγαπημένες αναμνήσεις από το Erasmus. Στη συνέχεια, πήραμε το δρόμο για το κέντρο της πόλης, όπου γυρίσαμε διάφορα μπαρ. Κάποια ονόματα που θυμάμαι είναι το Thalia, το Alcatraz και το Funk. Η νυχτερινή ζωή τους μου άρεσε πολύ. Άπειρες παρέες να πίνουν σε πάρκα και πεζόδρομους, γεμάτα μαγαζιά, χαλαρή ατμόσφαιρά, μουσική για όλες τις προτιμήσεις και ωραίος κόσμος. Η πρώτη μας μέρα στην Κροατία είχε στεφθεί με απόλυτη επιτυχία.
 
Μηνύματα
191
Likes
849
Μέρα 4η: Σάμομπορ

Παρά το ξενύχτι τη προηγούμενης ημέρας, το πρωινό ξύπνημα έγινε την προγραμματισμένη του ώρα και στις 10:30 βρισκόμασταν ήδη όλοι μαζί στον υπέροχο κήπο - καφετέρια του αρχαιολογικού μουσείου. Εκεί, ήπιαμε τον καφέ μας μαζί με πρωινό που είχαμε αγοράσει από έναν από τους υπέροχους φούρνους της πόλης. Γενικά, πολλές φορές αγοράσαμε κάτι από φούρνο και καθίσαμε να το φάμε σε κάποια καφετέρια, όπου παραγγείλαμε μόνο κάποιο ρόφημα και κανένας σερβιτόρος δε φάνηκε να δυσανασχετεί με αυτό.

Μετά το πρωινό μοιραστήκαμε στα αυτοκίνητα δύο φίλων και σε 35 περίπου λεπτά βρισκόμασταν στο Σάμομπορ. Προσπεράσαμε την όμορφη κεντρική πλατεία της πόλης, την οποία θα βλέπαμε αργότερα και αρχίσαμε την πεζοπορία με τελικό προορισμό τα ερείπια του κάστρου της πόλης. Το πράσινο, ο καλός καιρός και η εξαιρετική παρέα έκαναν τη βόλτα ιδιαίτερα ευχάριστη. Η διαδρομή ήταν σχετικά εύκολη, με κάποια ανηφορικά σημεία και διήρκεσε περίπου 25 λεπτά. Σύντομα βρισκόμασταν μπροστά στα απομεινάρια του άλλοτε μεγαλοπρεπούς κάστρου. Η εικόνα των πεσμένων και σε κάποια σημεία καλυμμένων από αναρριχητικά φυτά τειχών μέσα στο καταπράσινο τοπίο ήταν υπέροχη, ενώ η απόλυτη ησυχία γύρω μας έδινε μια ξεχωριστή αίσθηση στο χώρο. Ήμασταν οι μόνοι επισκέπτες και το μόνο που ακουγόταν εκτός από τις φωνές μας ήταν το θρόισμα των φύλων και το κελάηδημα των πουλιών. Περπατήσαμε ανάμεσα στα ερείπια, είδαμε το κάστρο από όλες τις πλευρές, αγγίξαμε τους τοίχους του, ανακαλύψαμε τα μονοπάτια του και θαυμάσαμε την εξαιρετική θέα της πόλης από ψηλά, ενώ ένας από τους Κροάτες φίλους μας έδινε πληροφορίες για την ιστορία του τόπου. Μετά από περίπου μία ώρα ξεκινήσαμε την κατάβαση.

Περπατήσαμε κατά μήκος του μικρού ποταμιού, περνώντας από όμορφες γεφυρούλες και μεγάλες εκτάσεις πράσινου. Στην πόλη γινόταν κάποιου είδους φεστιβάλ, οπότε υπήρχαν παντού φουσκωτά, κλόουν, παιχνίδια και τραμπολίνο, όπου μικρά παιδιά έτρεχαν και έπαιζαν γελώντας... υπέροχη ατμόσφαιρα. Στη συνέχεια, το πρόγραμμα είχε μεσημεριανό στο Επόμενή μας στάση θα ήταν το εστιατόριο ''GABREKU 1929", για το οποίο όλοι οι Κροάτες φίλοι είχαν να πουν τα καλύτερα λόγια. Το εστιατόριο ήταν ένας μεγάλος, όμορφος χώρος, με ζεστή παραδοσιακή ατμόσφαιρα και ξύλινα έπιπλα. Οι περισσότεροι από εμάς παραγγείλαμε το διάσημο αγριογούρουνο με σος κράνμπερι και νιόκι, το οποίο ήταν εξαιρετικό. Το κρέας λουκούμι, η σάλτσα θεϊκή και η μερίδα τεράστια. Ήταν το πιο ακριβό πιάτο στον κατάλογο και κόστιζε κάτι λιγότερο από 15 ευρώ, ενώ υπήρχαν πολλά άλλα πιάτα που κόστιζαν κάτω από 10. Γενικά, το εστιατόριο ήταν εξαιρετικό και το προτείνω ανεπιφύλακτα.

Αφού χωνέψαμε την τεράστια ποσότητα κρέατος κατευθυνθήκαμε προς το κέντρο της πόλης, όπου επικρατούσε γιορτινή ατμόσφαιρα. Μια ομάδα κλόουν στεκόταν δίπλα σε ένα φανάρι και έδινε παράσταση για τα σταματημένα αυτοκίνητα κάθε φορά που αυτό ήταν κόκκινο, ταχυδακτυλουργοί απασχολούσαν τα μικρά παιδιά και μουσικοί του δρόμου έπαιζαν κροατικά τραγούδια. Χαζέψαμε το θέαμα μαζί με τους ντόπιους, περπατήσαμε στην πανέμορφη πλατεία και στους όμορφους δρόμους γύρω από αυτήν, περιεργαστήκαμε τα γραφικά σπιτάκια με τις κόκκινες σκεπές, επισκεφτήκαμε την εκκλησία της πόλης, καθίσαμε δίπλα στο ποτάμι, βγάλαμε φωτογραφίες, γεμίσαμε όμορφες εικόνες. Κανείς μας δεν πεινούσε, αλλά οι Κροάτες φίλοι επέμεναν ότι δε μπορούμε να φύγουμε από την πόλη χωρίς να δοκιμάσουμε το παραδοσιακό γλυκό kremšnita. Έτσι, καταλήξαμε σε ένα ζαχαροπλαστείο, όπου αγοράσαμε τρία κομμάτια για να μοιραστούμε όλοι μαζί. Νόστιμο γλυκό, μου θύμισε λίγο μιλφέιγ. Η ώρα είχε πάει πια 7 κι εμείς, έχοντας απολαύσει την πόλη με όλες μας τις αισθήσεις, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Στη διαδρομή πετύχαμε και μία πομπή από αυτοκίνητα που πήγαιναν για γάμο. Όλα τους στολισμένα με λουλούδια, κροατικές σημαίες να ανεμίζουν από τα παράθυρα και οδηγούς να φωνάζουν και να κορνάρουν. Οι φίλοι μάς είπαν ότι σε κάθε γάμο κάποιος κρατάει τουλάχιστον μία μεγάλη Κροατική σημαία και είναι μάλιστα μεγάλη τιμή να είσαι ο "σημαιοφόρος", ενώ σε κάποια μέρη της χώρας κρύβουν και ψάχνουν τη σημαία πριν την τελετή. Έτσι πήραμε και μια γεύση από τις γαμήλιες παραδόσεις της Κροατίας καθώς και από τον ευμετάβλητο καιρό της χώρας αυτήν την εποχή. Ξεκινήσαμε τη διαδρομή με τον ήλιο να λάμπει στον ουρανό, πέντε λεπτά αργότερα οδηγούσαμε κάτω από μαύρα σύννεφα και σταγόνες βροχής, έπειτα από δεκαπέντε λεπτά είχαμε πάλι λιακάδα, έπειτα ξανά βροχή και στη συνέχεια ήλιο με δύο ολόκληρα ουράνια τόξα.

Γενικά, το Σάμομπορ μου άρεσε πολύ. Όταν είχα δει φωτογραφίες του στο ίντερνετ δε μου είχε γεμίσει το μάτι, όμως η πόλη έχει μια ιδιαίτερη ομορφιά και ατμόσφαιρα που με τράβηξε αμέσως, ενώ το φαγητό ήταν από τα καλύτερα που έχω φάει σε οποιοδήποτε ταξίδι. Η πρόσβαση σε αυτήν είναι εύκολη και με λεωφορεία από το Ζάγκρεμπ, οπότε την προτείνω ως μονοήμερη και σε όσους δεν έχουν δικό τους μεταφορικό μέσο.

Επιστρέψαμε στο χόστελ για ξεκούραση και ξαναβγήκαμε αργά το βράδυ. Όπως και την προηγούμενη μέρα, πήραμε ποτά από το σούπερ μάρκετ και καθίσαμε να πιούμε στο πάρκο κι έπειτα πήγαμε στο κλαμπ Katran, όπου είχαμε μια πολύ ωραία βραδιά με μουσική, χορό και ποτό. Γυρίσαμε σπίτι ξημερώματα και πέσαμε κατευθείαν στο κρεβάτι, ώστε να χωρέσουμε λίγες ώρες ύπνου πριν την επόμενη μέρα.
 
Μηνύματα
191
Likes
849
Το επόμενο πρωί αναγκάσαμε τους εαυτούς μας να σηκωθούμε από το κρεβάτι και ήμασταν έτοιμοι λίγο πριν τις 11. Η θερμοκρασία έφτανε ήδη τους 30 βαθμούς, δημιουργώντας τις ιδανικές συνθήκες για μία μέρα αφιερωμένη σε πάρκα και εξωτερικούς χώρους. Με φρέσκα κρουασάν στο χέρι ξεκινήσαμε για το βοτανικό κήπο του Ζάγκρεμπ, που απείχε μόλις 10 λεπτά περπάτημα από το χόστελ μας. Ο κήπος είναι μικρός αλλά όμορφος, γεμάτος μικρά καταπράσινα μονοπάτια, μια μικρή λίμνη και ένα όμορφο κιόσκι για ξεκούραση. Δε θα πρότεινα να βγείτε από το δρόμο σας για να τον επισκεφτείτε, αλλά αν βρίσκεστε στην περιοχή είναι ό,τι πρέπει για ένα μικρό διάλειμμα και η είσοδος είναι δωρεάν.

20180520_131610.jpg


Στη συνέχεια, πήραμε το τραμ με προορισμό το Κοιμητήριο Mirogoj. Η πιο κοντινή στάση τραμ ήταν περίπου ένα τέταρτο μακριά από την είσοδο, οπότε ξεκινήσαμε το περπάτημα σε έναν ανηφορικό δρόμο με πολύ πράσινο και όμορφες μονοκατοικίες, μέχρι που βρεθήκαμε μπροστά σε μια μεγαλοπρεπή πύλη, καλυμμένη από αναρριχητικά φυτά. Η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου νεκροταφείου έγκειται στην ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του και στο γεγονός ότι αποτελεί τον τελευταίο τόπο κατοικίας επιφανών Κροατών, αλλά και ανθρώπων από πολλές διαφορετικές θρησκείες. Περάσαμε σχεδόν δύο ώρες απολαμβάνοντας την ηρεμία του χώρου, περπατώντας ανάμεσα σε κολώνες αρχαιοελληνικού στυλ, μαθαίνοντας για σημαντικές προσωπικότητες της Κροατίας και θαυμάζοντας τα περίτεχνα αγάλματα.

20180520_144726.jpg
20180520_144831.jpg

Αφού χάσαμε στο τσακ το λεωφορείο που έφευγε από την έξοδο του νεκροταφείου, περπατήσαμε πίσω στη στάση και πήραμε το τραμ προς το πάρκο Maksimir. Είχε πια φτάσει μεσημέρι και τα στομάχια μας διαμαρτύρονταν, οπότε πρώτα απ' όλα σταματήσαμε σε έναν από τους αγαπημένους πια φούρνους και προμηθευτήκαμε μπούρεκ με τυρί, κρέας και μήλο (περίπου 1 ευρώ για το κάθε τεράστιο κομμάτι) και κατευθυνθήκαμε στο πάρκο για το καθιερωμένο πλέον πικ νικ. Δε δυσκολευτήκαμε καθόλου να βρούμε χώρο στο γρασίδι ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες παρέες και οικογένειες. Οι ηλιόλουστες μέρες με φίλους, μπύρες και κιθάρα σε κάποιο πράσινο πάρκο είναι ίσως αυτό που μου λείπει περισσότερο από τα Erasmus και στην Πολωνία και στο Βέλγιο, οπότε πραγματικά απόλαυσα τη στιγμή. Μετά από ένα από τα ομορφότερα μεσημεριανά που έχω φάει σε ταξίδι ξεκίνησε η εξερεύνηση του πάρκου, που θύμιζε περισσότερο δάσος. Οι μεγάλοι ανοιχτοί χώροι με γρασίδι που ήταν γεμάτες παιδιά να παίζουν, σκυλιά να τρέχουν, παρέες να παίζουν κιθάρα και οικογένειες να κάνουν πικνικ εναλλάσσονταν με σημεία με πολλά δέντρα, κρυμμένα μονοπάτια και υπέροχες λίμνες.
20180520_164423.jpg

Η βόλτα κράτησε περίπου δύο ώρες κι ο μόνος λόγος που δεν μείναμε περισσότερο είναι ότι ήμασταν όλοι άυπνοι και κουρασμένοι μετά από 5 μέρες ασταμάτητου περπατήματος. Επειδή την επόμενη μέρα είχαμε κανονίσει εκδρομή στις λίμνες Plitvice αποφασίσαμε ότι χρειαζόμασταν ένα διάλειμμα και επιστρέψαμε στο χόστελ μας για μπάνιο και ξεκούραση. Ξαναβγήκαμε κατά τις 9:30 για βραδινό, κατά τη διάρκεια του οποίου δοκιμάσαμε εξαιρετικά παραδοσιακά cevapcici και για μια βραδινή βόλτα στην πόλη και επιστρέψαμε πάλι στις 12, ώστε να απολαύσουμε αρκετές ώρες ύπνου πριν την αυριανή εκδρομή.
 
Μηνύματα
191
Likes
849
Μέρα 6η: Λίμνες Plitvice

Η εκδρομή στις λίμνες Plitvice ήταν ίσως το πιο πολυαναμενόμενο κομμάτι του ταξιδιού. Το καθυστερούσαμε από μέρα σε μέρα επειδή προβλέπονταν βροχές, αλλά σύντομα καταλάβαμε ότι ο καιρός της Κροατίας είναι απρόβλεπτος κι αλλάζει συνεχώς, οπότε δεν είχε νόημα να βασιζόμαστε στις προβλέψεις. Τα εισιτήρια του λεωφορείου κλείστηκαν μέσω ίντερνετ την προηγούμενη ημέρα με αναχώρηση από Ζάγκρεμπ στις 9 το πρωί και με επιστροφή στις 6 το απόγευμα, γεγονός που σήμαινε ότι θα είχαμε περίπου 7 ώρες στις λίμνες. Αν είχαμε τη δυνατότητα θα φεύγαμε πιο αργά, αλλά το επόμενο λεωφορείο ήταν ήδη γεμάτο όταν κάναμε την κράτηση. Το κόστος των εισιτηρίων ήταν 16 ευρώ. Ξεκινήσαμε από το χόστελ μας νωρίς το πρωί, ώστε να έχουμε αρκετό χρόνο να προμηθευτούμε φαγητό από (πού αλλού) κάποιον φούρνο. Μετά από ένα μικρό μπέρδεμα σχετικά με την αποβάθρα επιβιβαστήκαμε σε ένα μισοάδειο λεωφορείο, το οποίο μας πήγε μέχρι μία κοντινή πόλη, απ' όπου πήραμε αμέσως το επόμενο λεωφορείο για τις λίμνες. Εκτιμήσαμε ιδιαίτερα την προθυμία των οδηγών, που παρόλο που μίλαγαν ελάχιστα αγγλικά προσπάθησαν με κάθε τρόπο να απαντήσουν στις ερωτήσεις μας. Στις 11 είχαμε ήδη βγάλει φοιτητικό εισιτήριο για το πάρκο (γύρω στα 16 ευρώ) και είχαμε πάρει το μονοπάτι που οδηγούσε στον παράδεισο. Μπήκαμε από την είσοδο δύο, διασχίσαμε την καταγάλανη λίμνη με το καραβάκι που πέρναγε κάθε δέκα λεπτά και ακολουθώντας το μονοπάτι ανάμεσα σε πλούσια βλάστηση ακούγαμε ήδη το βουητό των καταρρακτών. Ενθουσιασμένοι, σχεδόν τρέχαμε προς τον ήχο του νερού και το θέαμα πραγματικά δε μας απογοήτευσε. Το καταγάλανο χρώμα του νερού, οι καταρράκτες που έπεφταν από ψηλά, και το πράσινο τον δέντρων δημιουργούσαν μαγικές εικόνες, οι οποίες δύσκολα αποτυπώνονται από το φακό. Περπατάγαμε αργά, βγάζαμε φωτογραφίες και δε χορταίναμε την ομορφιά γύρω μας. Είχαμε ακόμη αρκετό χρόνο μπροστά μας οπότε δε νοιαζόμασταν ιδιαίτερα για το πού πηγαίναμε. Απλά ακολουθούσαμε όποιο μονοπάτι βρισκόταν μπροστά μας, αναπνέαμε τον καθαρό αέρα και θαυμάζαμε τις υπέροχες εικόνες που εμφανίζονταν συνεχώς μπροστά μας. Μετά από περίπου δύο ώρες περπατήματος είχαμε ανακαλύψει μικρούς και μεγάλους καταρράκτες και είχαμε ακολουθήσει υπέροχες διαδρομές ανάμεσα στα δέντρα. Βρήκαμε μια μικρή λιμνούλα κρυμμένη ανάμεσα σε τεράστιους κορμούς δέντρων και καθίσαμε εκεί για την πρώτη μας στάση για φαγητό. Ήταν πια 13:30, οπότε αποφασίσαμε να οργανωθούμε λίγο παραπάνω και να αρχίσουμε την πορεία μας προς το πιο διάσημο κομμάτι του πάρκου, το μεγάλο καταρράκτη. Έτσι, περπατήσαμε μέχρι την πιο κοντινή στάση λεωφορείου και σε περίπου 15 λεπτά βρισκόμασταν στο σημείο εκκίνησης της επόμενης διαδρομής μας. Γενικά, το πάρκο είναι τεράστιο και τα καραβάκια και τα λεωφορεία συμπεριλαμβάνονται στην τιμή του εισιτηρίου, οπότε δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσει κανείς να το διασχίσει ολόκληρο με τα πόδια.

20180521_123431.jpg


20180521_124752.jpg


Ο κόσμος ήταν τώρα αισθητά περισσότερος κι εμείς αποφασίσαμε να αφήσουμε για αργότερα τα μπαλκόνια που υπόσχονταν μαγευτική θέα και να κατηφορίσουμε προς τους υπόλοιπους καταρράκτες. Σύντομα φτάσαμε στην είσοδο της σπηλιάς και προσεχτικά κατεβήκαμε τα γλιστερά σκαλοπάτια, εξερευνήσαμε το σκοτάδι, θαυμάσαμε τη θέα των λιμών μέσα από τους βράχους και σύντομα βρισκόμασταν δίπλα στο νερό. Μπορούσαμε ήδη να διακρίνουμε ορδές κόσμου να περιμένουν μπροστά από το μεγάλο καταρράκτη, οπότε ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε προς τα κει, μην και χρειαστεί να περιμένουμε ώρα στην ουρά και δεν προλάβουμε να τον δούμε. Στόχος μας ήταν να βιαστούμε, αλλά τελικά μας πήρε τουλάχιστον 45 λεπτά να περπατήσουμε περίπου ένα χιλιόμετρο επειδή σταματάγαμε κάθε λίγο και λιγάκι να θαυμάσουμε κάποιον άλλον καταρράκτη.

20180521_162518.jpg


20180521_150903.jpg
20180521_144236.jpg


Ακόμη δεν κατάλαβα γιατί ακριβώς περίμενε ο κόσμος στη σειρά, μιας και δεν υπήρχε πράγματι ουρά. Το μονοπάτι πριν από το μεγάλο καταρράκτη ήταν σχετικά στενό και πρόσφερε θέα που έκοβε την ανάσα, αλλά ο κόσμος που περίμενε φαινόταν να έχει την εντύπωση ότι περίμενε κάποιο σήμα για να προχωρήσει, κάτι που σίγουρα δεν ήταν απαραίτητο. Έτσι λοιπόν τους προσπεράσαμε και σύντομα μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Ο καταρράκτης ήταν όσο μεγαλοπρεπής όσο τον περιμέναμε, με τα νερά να πέφτουν ορμητικά από έναν τεράστιο βράχο.

20180521_142356.jpg


20180521_142822.jpg

Αφού απολαύσαμε το θέαμα για αρκετή ώρα και φωτογραφηθήκαμε από κάθε πιθανή γωνία, πήραμε το δρόμο της επιστροφής, με στόχο να δούμε τους καταρράκτες από την άλλη πλευρά της σπηλιάς. Αν και μικρότεροι, ήταν όλοι τους πανέμορφοι, ιδίως χάρη στο καταγάλανο χρώμα της λίμνης όπου έπεφταν. Ο κόσμος είχε αρχίσει να γίνεται πολύς, και αναγκαστήκαμε να πούμε αρκετά excuse me και να καταστρέψουμε άθελά μας φωτογραφίες τουριστών στο πέρασμά μας. Το πλήθος των τουριστών δεν ήταν ακόμη αρκετό για να χαλάσει το μέρος, όμως φαντάζομαι ότι η κατάσταση θα είναι ανυπόφορη τους καλοκαιρινούς μήνες, ειδικά επειδή τα μονοπάτια είναι πολύ στενά και μετά βίας χωράνε δύο άτομα να περπατάνε δίπλα - δίπλα. Χαρήκαμε λοιπόν που είχαμε προλάβει να έρθουμε όσο τα πράγματα ήταν ακόμη υποφερτά και που είχαμε επιλέξει να το κάνουμε καθημερινή και όχι Κυριακή, όπως αρχικά υπολογίζαμε. Μετά το δεύτερο διάλειμμα για φαγητό είχαμε περίπου δύο ώρες μέχρι την αναχώρηση του λεωφορείου μας και σκοπεύαμε να της περάσουμε θαυμάζοντας τη θέα των λιμών από ψηλά. Ανηφορίσαμε λοιπόν και πάλι και προς μεγάλη μας ευχαρίστηση είδαμε ότι τα περισσότερα μπαλκόνια ήταν σχεδόν άδεια. Η πανοραμική θέα ήταν ασύλληπτα όμορφη απ' όπου και να σταματούσαμε να τη θαυμάσουμε. Οι δύο λίμνες απλώνονταν κάτω από τα πόδια μας καταγάλανες, πλαισιωμένες από καταπράσινα δέντρα, ενώ οι καταρράκτες ήταν λευκές γραμμές που έσπαγαν τη μαγεία του γαλάζιου. Μετά την εξερεύνηση του τοπίου, περάσαμε την τελευταία μας μισή ώρα καθισμένη στην άκρη ενός βράχου, τρώγοντας παγωτό και απολαμβάνοντας την υπέροχη θέα.

20180521_140552.jpg
20180521_140323.jpg


Απογοητευμένοι που έπρεπε να φύγουμε, σηκωθήκαμε για να κατευθυνθούμε προς την έξοδο, που όπως είχαμε δει ήταν μόλις 10 λεπτά μακριά. Έλα όμως που τελικά εκεί δεν ήταν η έξοδος, αλλά απλά και μόνο η στάση των εσωτερικών λεωφορείων και ένα - δύο κιόσκια. Κοιτάμε στο χάρτη, μας έλεγε πως η έξοδος που θέλαμε ήταν 18 λεπτά μακριά, ενώ εμείς στη διάθεσή μας είχαμε μόνο 10. Ε λοιπόν, αρχίζουμε όλοι να τρέχουμε σαν τρελοί, παλεύοντας να μην κοντοσταθούμε για μια παραπάνω φωτογραφία και όταν τελικά φτάσαμε στο σωστό σημείο ξεψυχισμένοι, λαχανιασμένοι και μισοπεθαμένοι, είδαμε με ανακούφιση πολύ κόσμο να περιμένει στη στάση. Πήγαμε λοιπόν κι εμείς εκεί και περιμέναμε, περιμέναμε, περιμέναμε... Όλοι είχαν αρχίσει να εκνευρίζονται και να αναρωτιούνται αν βρίσκονται στο σωστό σημείο, ο κόσμος πλήθαινε και το λεωφορείο δεν έλεγε να φανεί. Άρχισαν οι ιστορίες για άρρωστα μικρά παιδιά που δεν μπορούσαν να περιμένουν άλλο στον ήλιο, φοιτητές που θα έφταναν μετά που είχε κλείσει η εστία τους και ταξιδιώτες που θα έχαναν την πτήση τους από το Ζάγκρεμπ. Όταν το λεωφορείο έφτασε με περίπου μία ώρα καθυστέρηση το σπρώξιμο και οι φωνές ήταν απερίγραπτες. Με κάποιον τρόπο καταφέραμε να χωθούμε από τους πρώτους και να βρούμε να κάτσουμε, ενώ ο διάδρομος ανάμεσα στα καθίσματα ήταν ασφυκτικά γεμάτος από όρθιους επιβάτες. Τελικά, μετά από λίγα μόλις χιλιόμετρα εμφανίστηκε ένα δεύτερο λεωφορείο στο οποίο μετεπιβιβάστηκαν οι όρθιοι. Μ' αυτά και μ' αυτά, μέχρι να φτάσουμε στο Ζάγκρεμπ είχε πάει 9:30, οπότε φάγαμε ένα γρήγορο βραδινό σε ένα μικρό εστιατόριο που ήταν στο δρόμο μας και ψόφιοι από την κούραση επιστρέψαμε στο χόστελ μας.
 

Attachments

Μηνύματα
191
Likes
849
Ημέρα 7η: Ζάγκρεμπ - Βελιγράδι

Την τελευταία μέρα ξυπνήσαμε νωρίς για να φάμε το τελευταίο πρωτινό με τους Κροάτες φίλους πριν πάνε στη δουλειά. Κάτι ο αποχωρισμός, κάτι που ξέραμε πόσο δύσκολο θα ήταν να ξανακανονίσουμε να βρεθούμε όλοι μαζί (κάοια στιγμή τελειώνουν τα φοιτητικά χρόνια, τα Erasmus και τα EVS κι αρχίζει η ενήλικη ζωή), κάτι η νύστα στις 7:30 το πρωί, καταλήξαμε να τρώμε μπούρεκ και να κλαίμε σε μια άδεια καφετέρια. Αφού έφυγαν τα παιδιά, πήγαμε στο σταθμό του τραίνου να βγάλουμε εισιτήρια, τα οποία δεν είχαμε κλείσει επειδή υπήρχε μια συζήτηση να πάμε και στη Ριέκα. Κόστιζαν περίπου 20 ευρώ. Μετά, έπρεπε να τρέξουμε λίγο σε ένα από τα μπαρ που είχαμε πάει προηγούμενο βράδυ επειδή εγώ η πανέξυπνη είχα ξεχάσει το μπουφάν μου και το συνειδητοποίησα 2 μέρες αργότερα. Ευτυχώς, όλα πήγαν με βάση το πρόγραμμα, πήραμε το μπουφάν και φτάσαμε στο τραίνο δέκα ολόκληρα λεπτά νωρίτερα. Το Ζάγκρεμπ μου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Να είμαι ειλικρινής, δεν είχε καθόλου υψηλές προσδοκίες, μιας και ακόμη και οι φίλοι που ζουν εκεί είχαν πει ότι υπάρχουν πολύ ωραιότερες πόλεις στην Κροατία. Τελικά όμως, είχε μια πολύ ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και η όμορφη παλιά πόλη, τα υπέροχα πάρκα και η νυχτερινή ζωή, σε συνδυασμό με τους υπέροχους φούρνους, τους εξαιρετικούς ανθρώπους και τη ζωντάνια της πόλης με έκαναν να ερωτευτώ. Τώρα, σειρά είχε το Βελιγράδι.

Γενικά μου αρέσουν τα ταξίδια με τραίνο, αλλά το συγκεκριμένο τραίνο δεν το έλεγες και άνετο. Στο βαγόνι ήμασταν εμείς και μία συμπαθέστατη παρέα οχτώ ηλικιωμένων Γερμανών, που πραγματικά τους ζηλέψαμε. Ήταν σίγουρα γύρω στα ογδόντα, αλλά είχαν τα μπαστουνάκια τους, τα αθλητικά τους, τα ταπεράκια τους με κομμένα φρούτα για το ταξίδι και γύριζαν τα Βαλκάνια. Η διαδρομή ήταν σχετικά μονότονη, με έναν έλεγχο διαβατηρίων όταν περάσαμε τα σύνορα και κράτησε 1.5 παραπάνω ώρα απ’ ότι ήταν προγραμματισμένο. Η πρώτη εικόνα από το Βελιγράδι ήταν μάλλον άσχημη: ένα γκρίζο, μια μουντίλα, κανένα ίχνος χρώματος, αδιάφορα κτίρια, μεγάλες κακόγουστες ταμπέλες, αυτοκίνητα. Από συνήθεια, άνοιξα τα δεδομένα μου και στα έξι λεπτά που μου πήρε να συνειδητοποιήσω ότι δεν ήμασταν πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση πάνε τέσσερα ευρώ.

Επειδή είχαμε πιαστεί καθιστοί για τόσες ώρες, αποφασίσαμε να περπατήσουμε μέχρι το ξενοδοχείο, που ήταν περίπου 25 λεπτά μακριά, για να πάρουμε και μια πρώτη γεύση της πόλης όσο είχε ακόμη φως. Ε λοιπόν, όσο ανηφορίζαμε το πρόσωπο της πόλης άλλαζε. Τώρα περπατούσαμε σε μεγάλους κεντρικούς δρόμους, με όμορφα κτίρια και εστιατόρια, όμορφες πλατείες και μεγάλα πάρκα, γεμάτα παιδιά που έπαιζαν σε πολύχρωμες παιδικές χαρές. Το χόστελ που είχαμε επιλέξει ήταν το City Break hostel, το οποίο κλείσαμε στην εξωφρενική τιμή των 4.5 ευρώ το άτομο ανά βραδιά. Δυσκολευτήκαμε λίγο να το βρούμε, μιας και στεγάζεται σε μια πολυκατοικία και δεν έχει ταμπέλα και μας βγήκε λίγο η ψυχή να ανέβουμε τις πολλές σκάλες, όμως αφού φτάσαμε στο δωμάτιο, μείναμε απόλυτα ευχαριστημένοι. Ο ιδιοκτήτης ήταν ευγενέστατος και πρόθυμος να μας παρέχει κάθε λογής πληροφορίες για την πόλη και το δωμάτιο ήταν πολύ καλόγουστο, με άνετα πουφ και πολύ ατμοσφαιρικά παράθυρα πάνω στη στέγη. Βέβαια, όταν πήγαμε να ανοίξουμε ένα από τα ξεκλείδωτα ντουλάπια για να αφήσουμε τα πράγματά μας βρήκαμε κάτι βρώμικα εσώρουχα πεταμένα, αλλά οκ, όλα καλά. Το μπάνιο επίσης πολύ καθαρό και τεράστιο, αν και ανάλογα με την ώρα υπήρχε λίγος συνωστισμός. Γενικά, το προτείνω ανεπιφύλακτα ως μία καλή, φτηνή επιλογή, αρκεί να μην έχετε θέμα να ανεβείτε πολλές σκάλες.

Ο συνδυασμός του βρώμικο τραίνου και του ιδρώτα που είχε προκύψει από το περπάτημα σε ανηφορικούς λόφους και το ανέβασμα στις σκάλες μας έκανε όλους να νιώθουμε αηδιαστικοί. Μέχρι να κάνουμε όλοι το απαραίτητο μπάνιο είχε αρχίσει να βρέχει και είχαμε αράξει στα υπερβοικά άνετα πουφ, οπότε σκεφτήκαμε ότι ίσως θα έπρεπε να μοιραστούμε τις 2.5 σακούλες πατατάκια, 1/3 σοκολάτας και ένα πακέτο μπισκότα που μας είχε μείνει και ξεκουραστούμε για απόψε, ώστε να έχουμε δυνάμεις να ανακαλύψουμε την πόλη την επόμενη μέρα. Όμως, πριν πάρουμε αυτή την απόφαση, οι συγκάτοικοί μας για τις δύο επόμενες μέρες, ένα συμπαθέστατο ζευγάρι Δανών που γύρναγαν τα Βαλκάνια με interail μας πρότειναν να πάμε μαζί για φαγητό και φυσικά δεχθήκαμε. Το εστιατόριο που διάλεξαν τα παιδιά ήταν το Zlatno Burence το οποίο ήταν περίπου 15 λεπτά μακριά. Κάναμε λοιπόν μια ωραία βόλτα στην πόλη, ενώ είχε αρχίσει να σουρώνει, είδαμε το όμορφο pionirski park και το εντυπωσιακό Stari dvor και φάγαμε νοστιμότατα κρέατα. Η κούραση του ταξιδιού είχε δώσει τη θέση της στον ενθουσιασμό κι έτσι, αντί να μοιραζόμαστε πατατάκια στο χόστελ, καταλήξαμε να πίνουμε ράκυα στο άκουσμα ζωντανής μουσικής τη Cetinjska. Πήγα σε 2 - 3 μαγαζιά, το ένα δίπλα στο άλλο κι η ατμόσφαιρα ήταν υπέροχη, με ωραία μουσική, ατμοσφαιρικά μαγαζιά με τραπέζια έξω και πολύ κόσμο, παρόλο που ήταν βράδυ καθημερινής. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο κατά τις 2 και πέσαμε ξεροί για ύπνο, αφού πρώτα βάλαμε ξυπνητήρι για τις 8 το πρωί. Είχαμε μία μέρα στο Βελιγράδι και θέλαμε να την εκμεταλλευτούμε στο έπακρο.
 

chris7

Member
Μηνύματα
3.218
Likes
26.921
Επόμενο Ταξίδι
Λουξεμβούργο
Ταξίδι-Όνειρο
Καναδάς
Ημέρα 7η: Ζάγκρεμπ - Βελιγράδι

Την τελευταία μέρα ξυπνήσαμε νωρίς για να φάμε το τελευταίο πρωτινό με τους Κροάτες φίλους πριν πάνε στη δουλειά. Κάτι ο αποχωρισμός, κάτι που ξέραμε πόσο δύσκολο θα ήταν να ξανακανονίσουμε να βρεθούμε όλοι μαζί (κάοια στιγμή τελειώνουν τα φοιτητικά χρόνια, τα Erasmus και τα EVS κι αρχίζει η ενήλικη ζωή), κάτι η νύστα στις 7:30 το πρωί, καταλήξαμε να τρώμε μπούρεκ και να κλαίμε σε μια άδεια καφετέρια. Αφού έφυγαν τα παιδιά, πήγαμε στο σταθμό του τραίνου να βγάλουμε εισιτήρια, τα οποία δεν είχαμε κλείσει επειδή υπήρχε μια συζήτηση να πάμε και στη Ριέκα. Κόστιζαν περίπου 20 ευρώ. Μετά, έπρεπε να τρέξουμε λίγο σε ένα από τα μπαρ που είχαμε πάει προηγούμενο βράδυ επειδή εγώ η πανέξυπνη είχα ξεχάσει το μπουφάν μου και το συνειδητοποίησα 2 μέρες αργότερα. Ευτυχώς, όλα πήγαν με βάση το πρόγραμμα, πήραμε το μπουφάν και φτάσαμε στο τραίνο δέκα ολόκληρα λεπτά νωρίτερα. Το Ζάγκρεμπ μου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Να είμαι ειλικρινής, δεν είχε καθόλου υψηλές προσδοκίες, μιας και ακόμη και οι φίλοι που ζουν εκεί είχαν πει ότι υπάρχουν πολύ ωραιότερες πόλεις στην Κροατία. Τελικά όμως, είχε μια πολύ ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και η όμορφη παλιά πόλη, τα υπέροχα πάρκα και η νυχτερινή ζωή, σε συνδυασμό με τους υπέροχους φούρνους, τους εξαιρετικούς ανθρώπους και τη ζωντάνια της πόλης με έκαναν να ερωτευτώ. Τώρα, σειρά είχε το Βελιγράδι.

Γενικά μου αρέσουν τα ταξίδια με τραίνο, αλλά το συγκεκριμένο τραίνο δεν το έλεγες και άνετο. Στο βαγόνι ήμασταν εμείς και μία συμπαθέστατη παρέα οχτώ ηλικιωμένων Γερμανών, που πραγματικά τους ζηλέψαμε. Ήταν σίγουρα γύρω στα ογδόντα, αλλά είχαν τα μπαστουνάκια τους, τα αθλητικά τους, τα ταπεράκια τους με κομμένα φρούτα για το ταξίδι και γύριζαν τα Βαλκάνια. Η διαδρομή ήταν σχετικά μονότονη, με έναν έλεγχο διαβατηρίων όταν περάσαμε τα σύνορα και κράτησε 1.5 παραπάνω ώρα απ’ ότι ήταν προγραμματισμένο. Η πρώτη εικόνα από το Βελιγράδι ήταν μάλλον άσχημη: ένα γκρίζο, μια μουντίλα, κανένα ίχνος χρώματος, αδιάφορα κτίρια, μεγάλες κακόγουστες ταμπέλες, αυτοκίνητα. Από συνήθεια, άνοιξα τα δεδομένα μου και στα έξι λεπτά που μου πήρε να συνειδητοποιήσω ότι δεν ήμασταν πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση πάνε τέσσερα ευρώ.

Επειδή είχαμε πιαστεί καθιστοί για τόσες ώρες, αποφασίσαμε να περπατήσουμε μέχρι το ξενοδοχείο, που ήταν περίπου 25 λεπτά μακριά, για να πάρουμε και μια πρώτη γεύση της πόλης όσο είχε ακόμη φως. Ε λοιπόν, όσο ανηφορίζαμε το πρόσωπο της πόλης άλλαζε. Τώρα περπατούσαμε σε μεγάλους κεντρικούς δρόμους, με όμορφα κτίρια και εστιατόρια, όμορφες πλατείες και μεγάλα πάρκα, γεμάτα παιδιά που έπαιζαν σε πολύχρωμες παιδικές χαρές. Το χόστελ που είχαμε επιλέξει ήταν το City Break hostel, το οποίο κλείσαμε στην εξωφρενική τιμή των 4.5 ευρώ το άτομο ανά βραδιά. Δυσκολευτήκαμε λίγο να το βρούμε, μιας και στεγάζεται σε μια πολυκατοικία και δεν έχει ταμπέλα και μας βγήκε λίγο η ψυχή να ανέβουμε τις πολλές σκάλες, όμως αφού φτάσαμε στο δωμάτιο, μείναμε απόλυτα ευχαριστημένοι. Ο ιδιοκτήτης ήταν ευγενέστατος και πρόθυμος να μας παρέχει κάθε λογής πληροφορίες για την πόλη και το δωμάτιο ήταν πολύ καλόγουστο, με άνετα πουφ και πολύ ατμοσφαιρικά παράθυρα πάνω στη στέγη. Βέβαια, όταν πήγαμε να ανοίξουμε ένα από τα ξεκλείδωτα ντουλάπια για να αφήσουμε τα πράγματά μας βρήκαμε κάτι βρώμικα εσώρουχα πεταμένα, αλλά οκ, όλα καλά. Το μπάνιο επίσης πολύ καθαρό και τεράστιο, αν και ανάλογα με την ώρα υπήρχε λίγος συνωστισμός. Γενικά, το προτείνω ανεπιφύλακτα ως μία καλή, φτηνή επιλογή, αρκεί να μην έχετε θέμα να ανεβείτε πολλές σκάλες.

Ο συνδυασμός του βρώμικο τραίνου και του ιδρώτα που είχε προκύψει από το περπάτημα σε ανηφορικούς λόφους και το ανέβασμα στις σκάλες μας έκανε όλους να νιώθουμε αηδιαστικοί. Μέχρι να κάνουμε όλοι το απαραίτητο μπάνιο είχε αρχίσει να βρέχει και είχαμε αράξει στα υπερβοικά άνετα πουφ, οπότε σκεφτήκαμε ότι ίσως θα έπρεπε να μοιραστούμε τις 2.5 σακούλες πατατάκια, 1/3 σοκολάτας και ένα πακέτο μπισκότα που μας είχε μείνει και ξεκουραστούμε για απόψε, ώστε να έχουμε δυνάμεις να ανακαλύψουμε την πόλη την επόμενη μέρα. Όμως, πριν πάρουμε αυτή την απόφαση, οι συγκάτοικοί μας για τις δύο επόμενες μέρες, ένα συμπαθέστατο ζευγάρι Δανών που γύρναγαν τα Βαλκάνια με interail μας πρότειναν να πάμε μαζί για φαγητό και φυσικά δεχθήκαμε. Το εστιατόριο που διάλεξαν τα παιδιά ήταν το Zlatno Burence το οποίο ήταν περίπου 15 λεπτά μακριά. Κάναμε λοιπόν μια ωραία βόλτα στην πόλη, ενώ είχε αρχίσει να σουρώνει, είδαμε το όμορφο pionirski park και το εντυπωσιακό Stari dvor και φάγαμε νοστιμότατα κρέατα. Η κούραση του ταξιδιού είχε δώσει τη θέση της στον ενθουσιασμό κι έτσι, αντί να μοιραζόμαστε πατατάκια στο χόστελ, καταλήξαμε να πίνουμε ράκυα στο άκουσμα ζωντανής μουσικής τη Cetinjska. Πήγα σε 2 - 3 μαγαζιά, το ένα δίπλα στο άλλο κι η ατμόσφαιρα ήταν υπέροχη, με ωραία μουσική, ατμοσφαιρικά μαγαζιά με τραπέζια έξω και πολύ κόσμο, παρόλο που ήταν βράδυ καθημερινής. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο κατά τις 2 και πέσαμε ξεροί για ύπνο, αφού πρώτα βάλαμε ξυπνητήρι για τις 8 το πρωί. Είχαμε μία μέρα στο Βελιγράδι και θέλαμε να την εκμεταλλευτούμε στο έπακρο.
Έλα βρε Χριστίνα, και νόμισα ότι μας ξέχασες. Από πέρσι έχεις να γράψεις. :)
Περιμένουμε τη συνέχεια της υπέροχης ιστορίας σου.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.655
Μηνύματα
906.605
Μέλη
39.405
Νεότερο μέλος
Ioanna Kara

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom