soudianos
Member
- Μηνύματα
- 3.755
- Likes
- 6.505
- Ταξίδι-Όνειρο
- Βερακρούζ
Αθήνα 16-17 Νοέμβρη 1973
Στις 16 του Νοέμβρη του 1973 ήταν μέρα Παρασκευή όπως ήταν και χτες.
Οι φοιτητές είχαν ήδη καταλάβει το χώρο του πολυτεχνείου αρκετές μέρες πριν, ο ραδιοφωνικός τους σταθμός λειτουργούσε καλώντας τον κόσμο να ξεσηκωθεί Το Σαββατοκύριακο που θα ερχόταν οι κινητοποιήσεις προβλέπονταν μαζικότερες όπως σχεδίαζαν διάφορες εργασιακές και μη, ομάδες, απλοί πολίτες που θα κατέβαιναν στο Πολυτεχνείο για συμπαράσταση. Το απόγευμα της Παρασκευής μέρα που τα μαγαζιά ήταν ανοικτά, η κίνηση στους γύρω δρόμους από την Ομόνοια και το Σύνταγμα λιγόστευε, και η ροή της οδηγούσε στο Πολυτεχνείο.
Στις 7 το βράδι στην Πατησίων, από το ύψος του Μινιόν, ή αν δεν το θυμάστε, περίπου από το ύψος της διασταύρωσης της Βερανζέρου και μετά, ήταν αδύνατο να προχωρήσεις από το πολύ κόσμο που είχε μαζευτεί. Συνεχώς προστίθεντο κι άλλοι μεμονωμένοι πολίτες, με τα παιδιά τους, την παρέα τους τα ψώνια τους που πριν λίγο είχαν κάνει. Ήταν μια βραδιά ξάστερη και ζεστή.
Το υπόλοιπο κενό της Πατησίων μέχρι την Πανεπιστημίου συμπληρωνόταν σιγά-σιγά. Κάποια στιγμή προχώρησα για μια μικρή βόλτα προς την Σταδίου με σκοπό να ξαναγυρίσω.
Μονόδρομος όπως είναι η Σταδίου πάντα, είχε αδειάσει σχεδόν από οχήματα.
Ήταν πριν της εννέα η ώρα. Ήμουν στο ύψος της Κλαυθμώνος όταν με ταχύτητα και με δυνατό θόρυβο, είδα μπροστά μου το πρώτο τεθωρακισμένο να κατεβαίνει από το Σύνταγμα αντίθετα στο ρέμα και πίσω του άλλα 4-5 όμοια να προχωρούν προς την Ομόνοια.
Πέρασα στην Πανεπιστημίου. Η περιοχή κοντά στο Ρεξ μύριζε δακρυγόνα. Από κει μέχρι την Ομόνοια ο κόσμος έτρεχε να προστατευτεί. Πυροβολισμοί από την εκτόξευση των δακρυγόνων ακούγονταν και τα μάτια άρχισαν να τσούζουν. Έκανα κύκλο αποφεύγοντας την περιοχή πηγαίνοντας προς την Ακαδημία, Εξάρχεια, στενά και περιοχές άγνωστες. Πέρασα μακριά πίσω από το Πολυτεχνείο και το Μουσείο, έφτασα στη Λ. Αλεξάνδρας όπου επικρατούσε ερημιά. . Στο βάθος προς το μέρος του Πολυτεχνείου υπήρχε μια θολούρα από καπνούς και ο κόσμος είχε διαλύσει.
Στα πεζοδρόμια και στη πλατεία της Λ. Αλεξάνδρας οι πολίτες ήταν ελάχιστοι.
Από την μεριά των Πατησίων πλησίαζε μια ομάδα από 80-100 άτομα μαθητές γυμνασίου (των τότε γυμνασίων). Εκείνη τη στιγμή ήμουν μόνο εγώ στο πεζοδρόμιο. Φώναζαν συνθήματα εναντίον της χούντας και καλούσαν το λαό για αντίσταση.
Αυτή την ώρα κανείς δεν γνώριζε ότι κάποια απ΄ αυτά τα παιδιά μετά από μερικές ώρες δεν θα ζούσαν ή θα ήταν στα νοσοκομεία…
Πίσω γύρω στα 60 μέτρα ακολουθούσε κι άλλη ομάδα μαθητών. Μου έκανε εντύπωση ότι όλοι είχαν σχηματίσει ένα συμπαγές τετράγωνο, ήταν συντεταγμένοι κολλητά ο ένας δίπλα στον άλλο σαν ένα σώμα. Πέρασα ανάμεσα από τις δυο ομάδες στο απέναντι ερημικό κι αυτό πεζοδρόμιο. Περίμενα μέχρι να περάσουν τα παιδιά και μετά χώθηκα … στα στενά προς την Αχαρνών και βγήκα στην Αγ. Κων/νου για το λεωφορείο. Παρόλο που δεν είχε πάει ακόμη 10 η ώρα ήταν το τελευταίο λόγω της κατάστασης, και τα ταξί είχαν εξαφανιστεί. Οι επιβάτες ήμασταν σαν σαρδέλες και όλων μας τα μάτια έτσουζαν δακρυσμένα…
Η επόμενη μέρα 17 Νοέμβρη ήταν μέρα Σάββατο όπως σήμερα. Στις 10 το πρωί μπαίνω Ομόνοια από την Πειραιώς. Αμέσως μπροστά μου είδα ένα τανκ και στις άλλες γωνιές της πλατείας άλλα τέσσερα. Το πλησίασα στα 20 μέτρα , πάνω του δεν υπήρχε κανείς. Σε όλη την πλατεία δε μέτρησα πάνω από δέκα άτομα κι ούτε είδα ένστολους.
Προχώρησα στην ερημική τώρα Πατησίων. Στην πρώτη γωνία του πολυτεχνείου κάποιος με πολιτικά έβριζε κι έδιωχνε όσους ήθελαν να πλησιάσουν προς το μέρος της εισόδου, φωνάζοντας «Φύγετε απ΄ εδώ αλήτες». Οι λεπτομέρειες των γεγονότων δεν ήταν όλες γνωστές ακόμη.
Γύρισα Ομόνοια κι ανέβηκα στο καφέ ενός ξενοδοχείου πολύ γνωστό στέκι της εποχής, δεν θυμάμαι το όνομα του. Φάτσα με το Μ. Αλέξανδρο στην απέναντι πλευρά της πλατείας. Από το καφέ αυτό που βρίσκεται στον ημιόρωφο φαίνεται όλη η πλατεία. Δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμη.
Κάθισα στη δεύτερη σειρά των τραπεζιών μέσα από τη τζαμαρία. Μόλις κάθισα έσκυψα το κεφάλι και κοίταζα κάτω από το τραπέζι για κάτι που μου έπεσε. Την ίδια στιγμή πρόσεξα πως κάποιος ήταν όρθιος από πάνω μου. Ο σερβιτόρος, σκέφτηκα. Σήκωσα το κεφάλι μου παραγγέλνοντας. Δεν ήταν όμως ο σερβιτόρος. Ήταν ένας κουστουμάκιας που μόλις με είδε εξαφανίστηκε σαν να ήταν καπνός. Ούτε πρόλαβα να δω το πρόσωπο του. Η φάση αυτή όμως δεν ξέφυγε από το διπλανό μου στο άλλο τραπέζι. Όταν άκουσα να τον βρίζει χαμηλόφωνα κατάλαβα το ρόλο του….
Μετά από δυο μέρες αναχώρησα για τις ήρεμες θάλασσες…
Στις 16 του Νοέμβρη του 1973 ήταν μέρα Παρασκευή όπως ήταν και χτες.
Οι φοιτητές είχαν ήδη καταλάβει το χώρο του πολυτεχνείου αρκετές μέρες πριν, ο ραδιοφωνικός τους σταθμός λειτουργούσε καλώντας τον κόσμο να ξεσηκωθεί Το Σαββατοκύριακο που θα ερχόταν οι κινητοποιήσεις προβλέπονταν μαζικότερες όπως σχεδίαζαν διάφορες εργασιακές και μη, ομάδες, απλοί πολίτες που θα κατέβαιναν στο Πολυτεχνείο για συμπαράσταση. Το απόγευμα της Παρασκευής μέρα που τα μαγαζιά ήταν ανοικτά, η κίνηση στους γύρω δρόμους από την Ομόνοια και το Σύνταγμα λιγόστευε, και η ροή της οδηγούσε στο Πολυτεχνείο.
Στις 7 το βράδι στην Πατησίων, από το ύψος του Μινιόν, ή αν δεν το θυμάστε, περίπου από το ύψος της διασταύρωσης της Βερανζέρου και μετά, ήταν αδύνατο να προχωρήσεις από το πολύ κόσμο που είχε μαζευτεί. Συνεχώς προστίθεντο κι άλλοι μεμονωμένοι πολίτες, με τα παιδιά τους, την παρέα τους τα ψώνια τους που πριν λίγο είχαν κάνει. Ήταν μια βραδιά ξάστερη και ζεστή.
Το υπόλοιπο κενό της Πατησίων μέχρι την Πανεπιστημίου συμπληρωνόταν σιγά-σιγά. Κάποια στιγμή προχώρησα για μια μικρή βόλτα προς την Σταδίου με σκοπό να ξαναγυρίσω.
Μονόδρομος όπως είναι η Σταδίου πάντα, είχε αδειάσει σχεδόν από οχήματα.
Ήταν πριν της εννέα η ώρα. Ήμουν στο ύψος της Κλαυθμώνος όταν με ταχύτητα και με δυνατό θόρυβο, είδα μπροστά μου το πρώτο τεθωρακισμένο να κατεβαίνει από το Σύνταγμα αντίθετα στο ρέμα και πίσω του άλλα 4-5 όμοια να προχωρούν προς την Ομόνοια.
Πέρασα στην Πανεπιστημίου. Η περιοχή κοντά στο Ρεξ μύριζε δακρυγόνα. Από κει μέχρι την Ομόνοια ο κόσμος έτρεχε να προστατευτεί. Πυροβολισμοί από την εκτόξευση των δακρυγόνων ακούγονταν και τα μάτια άρχισαν να τσούζουν. Έκανα κύκλο αποφεύγοντας την περιοχή πηγαίνοντας προς την Ακαδημία, Εξάρχεια, στενά και περιοχές άγνωστες. Πέρασα μακριά πίσω από το Πολυτεχνείο και το Μουσείο, έφτασα στη Λ. Αλεξάνδρας όπου επικρατούσε ερημιά. . Στο βάθος προς το μέρος του Πολυτεχνείου υπήρχε μια θολούρα από καπνούς και ο κόσμος είχε διαλύσει.
Στα πεζοδρόμια και στη πλατεία της Λ. Αλεξάνδρας οι πολίτες ήταν ελάχιστοι.
Από την μεριά των Πατησίων πλησίαζε μια ομάδα από 80-100 άτομα μαθητές γυμνασίου (των τότε γυμνασίων). Εκείνη τη στιγμή ήμουν μόνο εγώ στο πεζοδρόμιο. Φώναζαν συνθήματα εναντίον της χούντας και καλούσαν το λαό για αντίσταση.
Αυτή την ώρα κανείς δεν γνώριζε ότι κάποια απ΄ αυτά τα παιδιά μετά από μερικές ώρες δεν θα ζούσαν ή θα ήταν στα νοσοκομεία…
Πίσω γύρω στα 60 μέτρα ακολουθούσε κι άλλη ομάδα μαθητών. Μου έκανε εντύπωση ότι όλοι είχαν σχηματίσει ένα συμπαγές τετράγωνο, ήταν συντεταγμένοι κολλητά ο ένας δίπλα στον άλλο σαν ένα σώμα. Πέρασα ανάμεσα από τις δυο ομάδες στο απέναντι ερημικό κι αυτό πεζοδρόμιο. Περίμενα μέχρι να περάσουν τα παιδιά και μετά χώθηκα … στα στενά προς την Αχαρνών και βγήκα στην Αγ. Κων/νου για το λεωφορείο. Παρόλο που δεν είχε πάει ακόμη 10 η ώρα ήταν το τελευταίο λόγω της κατάστασης, και τα ταξί είχαν εξαφανιστεί. Οι επιβάτες ήμασταν σαν σαρδέλες και όλων μας τα μάτια έτσουζαν δακρυσμένα…
Η επόμενη μέρα 17 Νοέμβρη ήταν μέρα Σάββατο όπως σήμερα. Στις 10 το πρωί μπαίνω Ομόνοια από την Πειραιώς. Αμέσως μπροστά μου είδα ένα τανκ και στις άλλες γωνιές της πλατείας άλλα τέσσερα. Το πλησίασα στα 20 μέτρα , πάνω του δεν υπήρχε κανείς. Σε όλη την πλατεία δε μέτρησα πάνω από δέκα άτομα κι ούτε είδα ένστολους.
Προχώρησα στην ερημική τώρα Πατησίων. Στην πρώτη γωνία του πολυτεχνείου κάποιος με πολιτικά έβριζε κι έδιωχνε όσους ήθελαν να πλησιάσουν προς το μέρος της εισόδου, φωνάζοντας «Φύγετε απ΄ εδώ αλήτες». Οι λεπτομέρειες των γεγονότων δεν ήταν όλες γνωστές ακόμη.
Γύρισα Ομόνοια κι ανέβηκα στο καφέ ενός ξενοδοχείου πολύ γνωστό στέκι της εποχής, δεν θυμάμαι το όνομα του. Φάτσα με το Μ. Αλέξανδρο στην απέναντι πλευρά της πλατείας. Από το καφέ αυτό που βρίσκεται στον ημιόρωφο φαίνεται όλη η πλατεία. Δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμη.
Κάθισα στη δεύτερη σειρά των τραπεζιών μέσα από τη τζαμαρία. Μόλις κάθισα έσκυψα το κεφάλι και κοίταζα κάτω από το τραπέζι για κάτι που μου έπεσε. Την ίδια στιγμή πρόσεξα πως κάποιος ήταν όρθιος από πάνω μου. Ο σερβιτόρος, σκέφτηκα. Σήκωσα το κεφάλι μου παραγγέλνοντας. Δεν ήταν όμως ο σερβιτόρος. Ήταν ένας κουστουμάκιας που μόλις με είδε εξαφανίστηκε σαν να ήταν καπνός. Ούτε πρόλαβα να δω το πρόσωπο του. Η φάση αυτή όμως δεν ξέφυγε από το διπλανό μου στο άλλο τραπέζι. Όταν άκουσα να τον βρίζει χαμηλόφωνα κατάλαβα το ρόλο του….
Μετά από δυο μέρες αναχώρησα για τις ήρεμες θάλασσες…