Georgia86
Member
- Μηνύματα
- 185
- Likes
- 1.401
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ιαπωνία
Τέταρτη μέρα : Βατικανό.
Περίμενα καιρό αυτή την μέρα γιατί θα επισκεφτούμε το Βατικανό. Ήθελα καιρό να το κάνω καθώς πολλά από όσα είχα σκοπό να δούμε τα είχα διδαχθεί στην ιστορία τέχνης. Έφτιαξα πρωινό με τα υλικά που είχαμε πάρει από το σουπερ μάρκετ και μετά από λίγο φύγαμε για το κέντρο του Καθολικισμού. Από εκεί που μέναμε έφευγε ένα λεωφορείο το 982 που μας έβγαζε στο Βατικάνο κάτι που βοήθησε αρκετά για να μην τρέχουμε. Φτάσαμε σε ένα μισάωρο περίπου και μετά από λίγο περπάτημα περάσαμε από την είσοδο στην πλατεία του Αγίου Πέτρου όπου είχε πολύ κόσμο. Μας πήρε λίγη ώρα να καταλάβουμε ότι πετύχαμε τον Πάπα σε μια εμφάνισή του και χαρήκαμε που θα είχαμε και αυτή την εμπειρία. Στην πλατεία επίσης είχε και ένα κοντέινερ που το είχαν μετατρέψει σε ταχυδρομείο για να στείλεις αν θες κάρτα από το Βατικανό. Στείλαμε τρείς και κόστισαν γύρω στα τέσσερα ευρώ. Από εκεί ξεκινούσε η ουρά για να μπούμε στην βασιλική του Αγίου Πέτρου και περιμέναμε αρκετά μέχρι να ανοίξει
Σιγά σιγά φτάσαμε αφήσαμε το καρότσι σε ένα μέρος που είχε για φύλαξη δεξιά λίγο πριν ανέβεις προς την είσοδο και ξεκινήσαμε την εξερεύνηση μας. Κατασκευάστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα και είναι μια από τις τέσσερις παπικές βασιλικές της Ιταλίας. Είναι ο τόπος ταφής του Αγίου Πέτρου, με τον τάφο του να βρίσκεται κάτω από τον κύριο βωμό της Βασιλικής. Ο Michelangelo διορίστηκε από τον πάπα Παύλο ΙΙΙ το 1547 για να αναλάβει την Βασιλική και συνολικά για να ολοκληρωθεί το έργο πήρε 150 χρόνια.
Όσο ήμασταν μέσα αντιληφθήκαμε πως κάναμε κακή διαχείριση χρόνου και πως αν θέλαμε να δούμε την Καπέλα Σιξτίνα έπρεπε να είχαμε φύγει κανένα δεκάλεπτο πριν. Είχε αρκετό περπάτημα μέχρι του μουσείο του Βατικανού και πολλούς τουρίστες που έκανε το περπάτημα ακόμα πιο αργό. Είχε δυο σειρές για να μπεις, η μια ήταν για αυτούς που θέλανε να βγάλουν εισιτήριο και η άλλη ήταν για εμάς που είχαμε κλείσει θέση από το ίντερνετ. Ο κύριος που κοιτούσε τα εισιτήρια στην είσοδο μας είπε πως αργήσαμε αλλά τον παρακαλέσαμε να μας αφήσει να μπούμε, το έκανε και αμέσως βρεθήκαμε σε ένα υπέροχα δροσερό κτήριο.
Χαθήκαμε ψάχνοντας να βρούμε προς τα πού πρέπει να πάμε αλλά ακολουθώντας τις πινακίδες βρεθήκαμε στον σωστό δρόμο για την καπέλα Σιξτίνα. Είχε πολύ περπάτημα αλλά ήταν ευχάριστο γιατί είδαμε πολύ ωραία έργα τέχνης, την αιγυπτιακή συλλογή, την συλλογή χαλιών και φοβερές τοιχογραφίες. Μετά από αρκετό περπάτημα και αρκετές σκάλες βρεθήκαμε στο παρεκκλήσιο του αποστολικού παλατιού όπου βρίσκεται καπέλα σιξτίνα. Δημιουργήθηκε προς το τέλος του 15ου αιώνα και σχεδιάστηκε από τον Michelangelo και είναι γνωστός σαν χώρος σύγκλησης του συλλόγου των Καρδιναλίων για την ψήφιση του νέου Πάπα. Σηκώνοντας το κεφάλι ψηλά θα δεις υπέροχες νωπογραφίες που σου κόβουν την ανάσα με χρώματα τόσο ζωηρά που έστω για λίγο θα νιώσεις ότι βρίσκεσαι σε άλλη εποχή, μια εποχή όπου η τέχνη είχε την αξία και την προσοχή που της αξίζει! Κουρασμένοι βγήκαμε από το παρεκκλήσι και σιγά σιγά πήγαμε προς την έξοδο και το παρκάκι πίσω από μουσείο. Τόσοι άνθρωποι είχαν την ίδια σκέψη με εμάς και λιάζονταν στα παγκάκια και στο γρασίδι, ήταν πραγματικά πολύ όμορφα στο μουσείο.
Από εκεί έπρεπε να γυρίσουμε πίσω πάλι στον βασιλική του Αγίου Πέτρου για να πάρουμε το καρότσι κάτι που αποδείχτηκε μεγάλος μπελάς γιατί γινόταν χαμός από κόσμο και ο σεκιουριτάς δεν ήθελε να με αφήσει να περάσω την ουρά που ήταν τεράστια! Αλλά τον παρακάλεσα και μετά από λίγο με άφησε και με την μικρή μαζί μου πήγαμε στον χώρο αποθήκευσης και πήραμε το καρότσι. Η πείνα μας είχε πιάσει για τα καλά και ψάξαμε να βρούμε ένα ρεστοράν να φάμε, σταματήσαμε μπροστά από ένα ωραίο ρεστοράν με τραπεζάκια απέξω αλλά δεν είχε ελεύθερο και δεν θέλαμε να κάτσουμε μέσα. Ο Στάθης είχε βρει ένα ρεστοράν με επωνυμία «Tonnarello» στο google και πήγαμε εκεί, καθίσαμε και μας έφεραν μαρκαδόρους και χαρτί για την μικρή, κάτι που μας άρεσε πολύ. Παραγγείλαμε δυο cacio e pepe και μια Bolognese για την μικρή, η οποία κατέληξε να φάει το cacio e pepe που παράγγειλα για εμένα. Υπέροχες οι μακαρονάδες στην Ρώμη, αυτό της το δίνω.
Μετά από το υπέροχο φαί φύγαμε προς το Κάστρο των Αγγέλων. Η επιβλητική ροτόντα αρχικά είχε χτιστεί περί 123–139 μ.Χ σαν μαυσωλείο για τον αυτοκράτορα Ανδριανό και την οικογένεια του και την εποχή εκείνη θεωρούταν το ψηλότερο κτήριο στην Ρώμη. Μετέπειτα χρησιμοποιήθηκε από τους Πάπες σαν φρούριο και κάστρο και πλέον είναι μουσείο. Αποφασίσαμε να μην μπούμε γιατί ήταν ακριβά τα εισιτήρια και για τους τρείς μας αν και από ότι μας είπε μια φίλη μας αργότερα είχε εξαιρετική θέα. Είχαμε πλέον κουραστεί και ψάχνοντας στο google βρήκα πως πολύ κοντά μας ήταν η αφετηρία για το λεωφορείο που περνούσε δίπλα από το σπίτι μας και προχωρήσαμε προς εκεί. Την υπόλοιπη μέρα μείναμε σπίτι για ξεκούραση και όταν πεινάσαμε πήγαμε σε μια πιτσαρία που ήταν μόνο για take away και πήραμε δύο πίτσες που ήταν πολύ νόστιμες.
Η επόμενη μέρα είναι η τελευταία ολόκληρη μέρα μας στην Ρώμη και μας είχε πιάσει μια γλυκιά μελαγχολία!
Περίμενα καιρό αυτή την μέρα γιατί θα επισκεφτούμε το Βατικανό. Ήθελα καιρό να το κάνω καθώς πολλά από όσα είχα σκοπό να δούμε τα είχα διδαχθεί στην ιστορία τέχνης. Έφτιαξα πρωινό με τα υλικά που είχαμε πάρει από το σουπερ μάρκετ και μετά από λίγο φύγαμε για το κέντρο του Καθολικισμού. Από εκεί που μέναμε έφευγε ένα λεωφορείο το 982 που μας έβγαζε στο Βατικάνο κάτι που βοήθησε αρκετά για να μην τρέχουμε. Φτάσαμε σε ένα μισάωρο περίπου και μετά από λίγο περπάτημα περάσαμε από την είσοδο στην πλατεία του Αγίου Πέτρου όπου είχε πολύ κόσμο. Μας πήρε λίγη ώρα να καταλάβουμε ότι πετύχαμε τον Πάπα σε μια εμφάνισή του και χαρήκαμε που θα είχαμε και αυτή την εμπειρία. Στην πλατεία επίσης είχε και ένα κοντέινερ που το είχαν μετατρέψει σε ταχυδρομείο για να στείλεις αν θες κάρτα από το Βατικανό. Στείλαμε τρείς και κόστισαν γύρω στα τέσσερα ευρώ. Από εκεί ξεκινούσε η ουρά για να μπούμε στην βασιλική του Αγίου Πέτρου και περιμέναμε αρκετά μέχρι να ανοίξει
Σιγά σιγά φτάσαμε αφήσαμε το καρότσι σε ένα μέρος που είχε για φύλαξη δεξιά λίγο πριν ανέβεις προς την είσοδο και ξεκινήσαμε την εξερεύνηση μας. Κατασκευάστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα και είναι μια από τις τέσσερις παπικές βασιλικές της Ιταλίας. Είναι ο τόπος ταφής του Αγίου Πέτρου, με τον τάφο του να βρίσκεται κάτω από τον κύριο βωμό της Βασιλικής. Ο Michelangelo διορίστηκε από τον πάπα Παύλο ΙΙΙ το 1547 για να αναλάβει την Βασιλική και συνολικά για να ολοκληρωθεί το έργο πήρε 150 χρόνια.
Όσο ήμασταν μέσα αντιληφθήκαμε πως κάναμε κακή διαχείριση χρόνου και πως αν θέλαμε να δούμε την Καπέλα Σιξτίνα έπρεπε να είχαμε φύγει κανένα δεκάλεπτο πριν. Είχε αρκετό περπάτημα μέχρι του μουσείο του Βατικανού και πολλούς τουρίστες που έκανε το περπάτημα ακόμα πιο αργό. Είχε δυο σειρές για να μπεις, η μια ήταν για αυτούς που θέλανε να βγάλουν εισιτήριο και η άλλη ήταν για εμάς που είχαμε κλείσει θέση από το ίντερνετ. Ο κύριος που κοιτούσε τα εισιτήρια στην είσοδο μας είπε πως αργήσαμε αλλά τον παρακαλέσαμε να μας αφήσει να μπούμε, το έκανε και αμέσως βρεθήκαμε σε ένα υπέροχα δροσερό κτήριο.
Χαθήκαμε ψάχνοντας να βρούμε προς τα πού πρέπει να πάμε αλλά ακολουθώντας τις πινακίδες βρεθήκαμε στον σωστό δρόμο για την καπέλα Σιξτίνα. Είχε πολύ περπάτημα αλλά ήταν ευχάριστο γιατί είδαμε πολύ ωραία έργα τέχνης, την αιγυπτιακή συλλογή, την συλλογή χαλιών και φοβερές τοιχογραφίες. Μετά από αρκετό περπάτημα και αρκετές σκάλες βρεθήκαμε στο παρεκκλήσιο του αποστολικού παλατιού όπου βρίσκεται καπέλα σιξτίνα. Δημιουργήθηκε προς το τέλος του 15ου αιώνα και σχεδιάστηκε από τον Michelangelo και είναι γνωστός σαν χώρος σύγκλησης του συλλόγου των Καρδιναλίων για την ψήφιση του νέου Πάπα. Σηκώνοντας το κεφάλι ψηλά θα δεις υπέροχες νωπογραφίες που σου κόβουν την ανάσα με χρώματα τόσο ζωηρά που έστω για λίγο θα νιώσεις ότι βρίσκεσαι σε άλλη εποχή, μια εποχή όπου η τέχνη είχε την αξία και την προσοχή που της αξίζει! Κουρασμένοι βγήκαμε από το παρεκκλήσι και σιγά σιγά πήγαμε προς την έξοδο και το παρκάκι πίσω από μουσείο. Τόσοι άνθρωποι είχαν την ίδια σκέψη με εμάς και λιάζονταν στα παγκάκια και στο γρασίδι, ήταν πραγματικά πολύ όμορφα στο μουσείο.
Από εκεί έπρεπε να γυρίσουμε πίσω πάλι στον βασιλική του Αγίου Πέτρου για να πάρουμε το καρότσι κάτι που αποδείχτηκε μεγάλος μπελάς γιατί γινόταν χαμός από κόσμο και ο σεκιουριτάς δεν ήθελε να με αφήσει να περάσω την ουρά που ήταν τεράστια! Αλλά τον παρακάλεσα και μετά από λίγο με άφησε και με την μικρή μαζί μου πήγαμε στον χώρο αποθήκευσης και πήραμε το καρότσι. Η πείνα μας είχε πιάσει για τα καλά και ψάξαμε να βρούμε ένα ρεστοράν να φάμε, σταματήσαμε μπροστά από ένα ωραίο ρεστοράν με τραπεζάκια απέξω αλλά δεν είχε ελεύθερο και δεν θέλαμε να κάτσουμε μέσα. Ο Στάθης είχε βρει ένα ρεστοράν με επωνυμία «Tonnarello» στο google και πήγαμε εκεί, καθίσαμε και μας έφεραν μαρκαδόρους και χαρτί για την μικρή, κάτι που μας άρεσε πολύ. Παραγγείλαμε δυο cacio e pepe και μια Bolognese για την μικρή, η οποία κατέληξε να φάει το cacio e pepe που παράγγειλα για εμένα. Υπέροχες οι μακαρονάδες στην Ρώμη, αυτό της το δίνω.
Μετά από το υπέροχο φαί φύγαμε προς το Κάστρο των Αγγέλων. Η επιβλητική ροτόντα αρχικά είχε χτιστεί περί 123–139 μ.Χ σαν μαυσωλείο για τον αυτοκράτορα Ανδριανό και την οικογένεια του και την εποχή εκείνη θεωρούταν το ψηλότερο κτήριο στην Ρώμη. Μετέπειτα χρησιμοποιήθηκε από τους Πάπες σαν φρούριο και κάστρο και πλέον είναι μουσείο. Αποφασίσαμε να μην μπούμε γιατί ήταν ακριβά τα εισιτήρια και για τους τρείς μας αν και από ότι μας είπε μια φίλη μας αργότερα είχε εξαιρετική θέα. Είχαμε πλέον κουραστεί και ψάχνοντας στο google βρήκα πως πολύ κοντά μας ήταν η αφετηρία για το λεωφορείο που περνούσε δίπλα από το σπίτι μας και προχωρήσαμε προς εκεί. Την υπόλοιπη μέρα μείναμε σπίτι για ξεκούραση και όταν πεινάσαμε πήγαμε σε μια πιτσαρία που ήταν μόνο για take away και πήραμε δύο πίτσες που ήταν πολύ νόστιμες.
Η επόμενη μέρα είναι η τελευταία ολόκληρη μέρα μας στην Ρώμη και μας είχε πιάσει μια γλυκιά μελαγχολία!