Rosa
Member
- Μηνύματα
- 1.635
- Likes
- 1.966
- Ταξίδι-Όνειρο
- Trobriand Islands...
Έργα Ελλήνων σουρεαλιστών ζωγράφων παρουσιάζει από την Παρασκευή 29 Μαΐου έως και τις 21 Αυγούστου η Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων στην έκθεση ζωγραφικής με τίτλο «Πέρα από το Πραγματικό: Απόηχοι του σουρεαλισμού στην Ελλάδα».
Περιλαμβάνονται έργα των Νίκου Εγγονόπουλου, Antoine Mayo (Αντώνη Μαλλιαράκη), Αλκη Γκίνη, Γεώργιου Δέρπαπα, Αλέξανδρου Ίσαρη, Σαράντη Καραβούζη, Δημήτρη Γέρου, Θόδωρου Πανταλέοντα και του νέου ζωγράφου Θεόφιλου Κατσιπάνου.
Αφετηρία της έκθεσης αποτελεί ο πίνακας του Νίκου Εγγονόπουλου «Σιδηροδρομικός Σταθμός» του 1936, ένα από τα πρώτα σουρεαλιστικά έργα του καλλιτέχνη, το οποίο συμπεριλήφθηκε στη Μπιενάλε Βενετίας το 1954, όταν εκπροσώπησε μόνος του την Ελλάδα.
Ο συνομήλικός του, ο «Έλλην εξ Αιγύπτου» Antoine Mayo βρέθηκε στο Παρίσι τη δεκαετία του '20. Εισχώρησε στους κόλπους των ξένων σουρεαλιστών αλλά δεν εντάχθηκε επισήμως στην ομάδα τους. Παρ' όλο που οι δύο καλλιτέχνες έπλευσαν παράλληλα, το βάρος της σουρεαλιστικής ζωγραφικής στον ελληνικό εικαστικό χάρτη έπεσε αποκλειστικά στους ώμους του Εγγονόπουλου.
Πίνακες του Mayo παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1983 στο Γαλλικό Ινστιτούτου Αθηνών, όταν είχαν ήδη εμφανιστεί οι Έλληνες εικαστικοί επίγονοι που ανίχνευαν τo αίτημα της υπερπραγματικότητας (surrealite).
Τη δεκαετία του '60, με τον Εγγονόπουλο παρόντα και σε πλήρη άνθιση, δραστηριοποιήθηκαν προς την κατεύθυνση του ονείρου ο Αλκης Γκίνης, ο Γεώργιος Δέρπαπας και ο Αλέξανδρος Ίσαρης. Προς τα τέλη της ίδιας δεκαετίας, ο Σαράντης Καραβούζης στράφηκε σε μια ζωγραφική, η οποία ανακαλούσε τα πρώιμα έργα του Τζόρτζιο Μοράντι, ενός από τους ελάχιστους άμεσους και πιστούς οπαδούς της «Μεταφυσικής Σχολής» του Ντε Κίρικο. Η βραχύβια «Μεταφυσική Σχολή», που είχε διάρκεια δύο μόνο χρόνια (1917-1919), επηρέασε βαθύτατα το εκκολαπτόμενο τότε κίνημα του σουρεαλισμού.
Ο Δημήτρης Γέρος και ο Θόδωρος Πανταλέων ακολούθησαν τα μονοπάτια του σουρεαλισμού στις αρχές της δεκαετίας του '70. Γεννημένοι μεταξύ του 1933 και του 1948 -με παλαιότερο τον Γκίνη και νεώτερο τον Γέρο- οι προαναφερθέντες καλλιτέχνες ανήκουν θεωρητικά στην ίδια γενιά. Αφοσιώνονται έως σήμερα σε μια ζωγραφική με σαφείς σουρεαλιστικές ή μεταφυσικές προεκτάσεις. Η ενασχόληση αυτή δεν εμφανίζεται μόνο περιστασιακά, όπως σε πολλούς άλλους Έλληνες καλλιτέχνες, αλλά χαρακτηρίζει το σύνολο του έργου τους.
Οι συγκεκριμένοι ζωγράφοι δεν συγκροτούν ομάδα ή κίνημα. Ο καθένας πορεύτηκε και συνεχίζει να πορεύεται μόνος του. Δεν έγραψαν ποτέ συλλογικά μανιφέστα με κοινές ιδέες ή στόχους και δεν καλλιεργήθηκε ανάμεσά τους ένα κλίμα φιλικής και γόνιμης συνεργασίας. Ο συνδετικός τους κρίκος είναι η αποποίηση του ορθολογισμού στη ζωγραφική που οδηγεί στην ανάπλαση ενός κόσμου πέρα από το πραγματικό.
Η έκθεση σκιαγραφεί τους απόηχους του σουρεαλισμού στη ζωγραφική του τόπου μας, από τη δεκαετία του '30 έως τις μέρες μας. Ο Θεόφιλος Κατσιπάνος, καλλιτέχνης που πρωτοεμφανίζεται στη χαραυγή του 21ου αιώνα, αποτελεί την καταληκτική αναφορά αυτής της έκθεσης. Οι πίνακές του αποδεικνύουν ότι η κατάργηση της λογικής σκέψης και η απελευθέρωση εικόνων από το ασυνείδητο αποτελούν ακόμα επίκαιρα ζητούμενα.
Την έκθεση επιμελήθηκε η ιστορικός Τέχνης Μπία Παπαδοπούλου. Παρουσιάζονται περίπου 70 πίνακες από την Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, τη συλλογή της Εθνικής Τραπέζης, την Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, το Μουσείο Ίωνος Βορρέ, την Πινακοθήκη Αιτωλοακαρνανίας Χρήστου και Σοφίας Μοσχανδρέου, από ιδιωτικές συλλογές και από τους ίδιους τους ζωγράφους.
Περιλαμβάνονται έργα των Νίκου Εγγονόπουλου, Antoine Mayo (Αντώνη Μαλλιαράκη), Αλκη Γκίνη, Γεώργιου Δέρπαπα, Αλέξανδρου Ίσαρη, Σαράντη Καραβούζη, Δημήτρη Γέρου, Θόδωρου Πανταλέοντα και του νέου ζωγράφου Θεόφιλου Κατσιπάνου.
Αφετηρία της έκθεσης αποτελεί ο πίνακας του Νίκου Εγγονόπουλου «Σιδηροδρομικός Σταθμός» του 1936, ένα από τα πρώτα σουρεαλιστικά έργα του καλλιτέχνη, το οποίο συμπεριλήφθηκε στη Μπιενάλε Βενετίας το 1954, όταν εκπροσώπησε μόνος του την Ελλάδα.
Ο συνομήλικός του, ο «Έλλην εξ Αιγύπτου» Antoine Mayo βρέθηκε στο Παρίσι τη δεκαετία του '20. Εισχώρησε στους κόλπους των ξένων σουρεαλιστών αλλά δεν εντάχθηκε επισήμως στην ομάδα τους. Παρ' όλο που οι δύο καλλιτέχνες έπλευσαν παράλληλα, το βάρος της σουρεαλιστικής ζωγραφικής στον ελληνικό εικαστικό χάρτη έπεσε αποκλειστικά στους ώμους του Εγγονόπουλου.
Πίνακες του Mayo παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1983 στο Γαλλικό Ινστιτούτου Αθηνών, όταν είχαν ήδη εμφανιστεί οι Έλληνες εικαστικοί επίγονοι που ανίχνευαν τo αίτημα της υπερπραγματικότητας (surrealite).
Τη δεκαετία του '60, με τον Εγγονόπουλο παρόντα και σε πλήρη άνθιση, δραστηριοποιήθηκαν προς την κατεύθυνση του ονείρου ο Αλκης Γκίνης, ο Γεώργιος Δέρπαπας και ο Αλέξανδρος Ίσαρης. Προς τα τέλη της ίδιας δεκαετίας, ο Σαράντης Καραβούζης στράφηκε σε μια ζωγραφική, η οποία ανακαλούσε τα πρώιμα έργα του Τζόρτζιο Μοράντι, ενός από τους ελάχιστους άμεσους και πιστούς οπαδούς της «Μεταφυσικής Σχολής» του Ντε Κίρικο. Η βραχύβια «Μεταφυσική Σχολή», που είχε διάρκεια δύο μόνο χρόνια (1917-1919), επηρέασε βαθύτατα το εκκολαπτόμενο τότε κίνημα του σουρεαλισμού.
Οι συγκεκριμένοι ζωγράφοι δεν συγκροτούν ομάδα ή κίνημα. Ο καθένας πορεύτηκε και συνεχίζει να πορεύεται μόνος του. Δεν έγραψαν ποτέ συλλογικά μανιφέστα με κοινές ιδέες ή στόχους και δεν καλλιεργήθηκε ανάμεσά τους ένα κλίμα φιλικής και γόνιμης συνεργασίας. Ο συνδετικός τους κρίκος είναι η αποποίηση του ορθολογισμού στη ζωγραφική που οδηγεί στην ανάπλαση ενός κόσμου πέρα από το πραγματικό.
Η έκθεση σκιαγραφεί τους απόηχους του σουρεαλισμού στη ζωγραφική του τόπου μας, από τη δεκαετία του '30 έως τις μέρες μας. Ο Θεόφιλος Κατσιπάνος, καλλιτέχνης που πρωτοεμφανίζεται στη χαραυγή του 21ου αιώνα, αποτελεί την καταληκτική αναφορά αυτής της έκθεσης. Οι πίνακές του αποδεικνύουν ότι η κατάργηση της λογικής σκέψης και η απελευθέρωση εικόνων από το ασυνείδητο αποτελούν ακόμα επίκαιρα ζητούμενα.
Την έκθεση επιμελήθηκε η ιστορικός Τέχνης Μπία Παπαδοπούλου. Παρουσιάζονται περίπου 70 πίνακες από την Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, τη συλλογή της Εθνικής Τραπέζης, την Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, το Μουσείο Ίωνος Βορρέ, την Πινακοθήκη Αιτωλοακαρνανίας Χρήστου και Σοφίας Μοσχανδρέου, από ιδιωτικές συλλογές και από τους ίδιους τους ζωγράφους.