ΚΕΦΑΛΟΣ
Σε αυτό το ταξίδι η οργάνωση χαρακτηριζόταν από τα μότο “βλέποντας και κάνοντας” και “χαλαρά”. Κάποια στιγμή είχα σημειώσει σημεία ενδιαφέροντος χωρίς να τα ψάξω όμως περισσότερο.
Δευτέρα λοιπόν και τα μουσεία είναι κλειστά. Αποφασίζουμε λοιπόν να πάμε στο πιο μακρινό οικισμό στην Κέφαλο.
Πρώτα όμως μια άλλη νέα εμπειρία: πρωϊνό στα χρόνια του κοροναϊού.
Στο οικογενειακό ξενοδοχείο λειτουργούσε μπουφές με τον εξής τρόπο: τα τραπεζοκαθίσματα βρίσκονταν σε εξωτερικό χώρο και κάθε φορα που κάποιο από αυτά άδειαζε ,αμέσως ψεκαζόταν με απολυμαντικό. Στην συνέχεια σου δινόταν ένα φυλλάδιο στο οποίο τσέκαρες τις προτιμήσεις σου και στα έφερναν άμεσα στο τραπέζι σου.
Παρατηρώντας τους υπόλοιπους πελάτες καταλαβαίνουμε ότι είμαστε οι μόνοι Έλληνες σε ένα μέτριας χωρητικότητας και πληρότητας κατάλυμα.
Όλα καλά ,αλλά ένας καφές κρύος είναι απαραίτητος .Παρά τους βοριάδες στην θάλλασα ,στην στεριά έχει ιδιαίτερη ζέστη.
Η διαδρομή αποκαλύπτει ένα νησί με γόνιμα εδάφη ,παρατημένα για χάρη του τουρισμού. Βέβαια έκπληξη μου προκαλoυν τα γελάδια που υπάρχουν αριστερά και δεξιά της εθνικής; επαρχιακής; οδού.
Σε 40΄ φτάνουμε στην Κέφαλο και συνεχίζουμε προς τα δυτικά όπου πάει ο δρόμος. Στην αρχή ο δρόμος έχει πυκνή βλάστηση αριστερά δεξιά ,σύντομα όμως το σκηνικό αλλάζει. Τα εδάφη έχουν το χρώμα της άμμου με χαμηλή βλάστηση(θυμάρια και κέδροι.Μελίσια και αιγοπρόβατα αλλά ελεύθερα αλλά σε περιφραγμένους χώρους. Πολλά ξωκλήσια σε άσπρο και γαλάζιο .Υπάρχουν και κάποια χαμηλά μικρά σπίτια ,νέες οικοδομές.
Στο τέλος του δρόμου υπάρχει εστιατόριο ,ομπρέλες και δυο τρεις ξένοι .Η θάλλασα έχει κύμα .Σκέφτομαι πόσο όμορφα θα είναι το ηλιοβασίλεμα εδώ.
Παίρνουμε το δρόμο προς τα πίσω και φτάνοντας στον οικισμό στρίβουμε προς Λιμνιώνα. Κι εδώ αέρας δυνατός αλλά και να μην είχε ,μπάνιο δεν θα έκανα.
Επιστροφή και ανάβαση σε ότι έχει απομείνει από το κάστρο. Ωραία θέα προς τον κόλπο και την Νίσυρο στο βάθος.
Περιήγηση τέλος .Ώρα για μπάνιο. Στην παραλία του Αγ. Στεφάνου. Το 5αστερο νεόκτιστο ξενοδοχείο ακριβώς από πάνω φέτος δεν λειτούργησε (όπως και πολλές άλλες επιχειρήσεις στο νησί).Στην παραλία υπάρχουν ξαπλώστρες επί πληρωμή και είναι μονόδρομος ελλείψη οποιασδήποτε σκιάς. Σαν χορτάσαμε μπάνιο και χαλάρωση επιστέφουμε στην βάση μας.
Απόψε λέμε να φάμε στο Broadway .Αμ δε. Κι αυτό κλειστό τις Δευτέρες.
Περπατώντας για το κέντρο της πόλης συναντάμε ένα μαγαζί Special.Θυμήθηκα τα σχόλια για τα παγωτά του, είχε και ζέστη .Λέμε “δεν παίρνουμε μια μπαλίτσα να δροσιστούμε ,να μην μας κόψει και την όρεξη”. Μπαίνουμε μέσα απαραίτητα με τις μάσκες μας και μένουμε μπροστά στην βιτρίνα των παγωτών. Αφού αποφασίζουμε πιάνει ένα χάρτινο κύπελο σαν αυτό για τον καφέ και βάζει ...βάζει.
”Μία μπάλα παρακαλώ” εμείς. ”Μία σας βάζω “η απάντηση.
Χανόμαστε στα στενά ,κάπου αγοράζουμε ένα σουβλάκι στο χέρι , στο λιμάνι ρίχνουμε μια ματιά στα τουριστικά πλοία και παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής χαζεύοντας και συζητώντας.
''Αύριο πάλι έτσι μακριά θα πάμε;” ρωτάει το ταίρι.
“Όχι καλέ, τα μακρινά τελειώσανε. ”απαντάω.
Πού να ήξερε!!!
Σε αυτό το ταξίδι η οργάνωση χαρακτηριζόταν από τα μότο “βλέποντας και κάνοντας” και “χαλαρά”. Κάποια στιγμή είχα σημειώσει σημεία ενδιαφέροντος χωρίς να τα ψάξω όμως περισσότερο.
Δευτέρα λοιπόν και τα μουσεία είναι κλειστά. Αποφασίζουμε λοιπόν να πάμε στο πιο μακρινό οικισμό στην Κέφαλο.
Πρώτα όμως μια άλλη νέα εμπειρία: πρωϊνό στα χρόνια του κοροναϊού.
Στο οικογενειακό ξενοδοχείο λειτουργούσε μπουφές με τον εξής τρόπο: τα τραπεζοκαθίσματα βρίσκονταν σε εξωτερικό χώρο και κάθε φορα που κάποιο από αυτά άδειαζε ,αμέσως ψεκαζόταν με απολυμαντικό. Στην συνέχεια σου δινόταν ένα φυλλάδιο στο οποίο τσέκαρες τις προτιμήσεις σου και στα έφερναν άμεσα στο τραπέζι σου.
Παρατηρώντας τους υπόλοιπους πελάτες καταλαβαίνουμε ότι είμαστε οι μόνοι Έλληνες σε ένα μέτριας χωρητικότητας και πληρότητας κατάλυμα.
Όλα καλά ,αλλά ένας καφές κρύος είναι απαραίτητος .Παρά τους βοριάδες στην θάλλασα ,στην στεριά έχει ιδιαίτερη ζέστη.
Η διαδρομή αποκαλύπτει ένα νησί με γόνιμα εδάφη ,παρατημένα για χάρη του τουρισμού. Βέβαια έκπληξη μου προκαλoυν τα γελάδια που υπάρχουν αριστερά και δεξιά της εθνικής; επαρχιακής; οδού.
Σε 40΄ φτάνουμε στην Κέφαλο και συνεχίζουμε προς τα δυτικά όπου πάει ο δρόμος. Στην αρχή ο δρόμος έχει πυκνή βλάστηση αριστερά δεξιά ,σύντομα όμως το σκηνικό αλλάζει. Τα εδάφη έχουν το χρώμα της άμμου με χαμηλή βλάστηση(θυμάρια και κέδροι.Μελίσια και αιγοπρόβατα αλλά ελεύθερα αλλά σε περιφραγμένους χώρους. Πολλά ξωκλήσια σε άσπρο και γαλάζιο .Υπάρχουν και κάποια χαμηλά μικρά σπίτια ,νέες οικοδομές.
Στο τέλος του δρόμου υπάρχει εστιατόριο ,ομπρέλες και δυο τρεις ξένοι .Η θάλλασα έχει κύμα .Σκέφτομαι πόσο όμορφα θα είναι το ηλιοβασίλεμα εδώ.
Παίρνουμε το δρόμο προς τα πίσω και φτάνοντας στον οικισμό στρίβουμε προς Λιμνιώνα. Κι εδώ αέρας δυνατός αλλά και να μην είχε ,μπάνιο δεν θα έκανα.
Επιστροφή και ανάβαση σε ότι έχει απομείνει από το κάστρο. Ωραία θέα προς τον κόλπο και την Νίσυρο στο βάθος.
Περιήγηση τέλος .Ώρα για μπάνιο. Στην παραλία του Αγ. Στεφάνου. Το 5αστερο νεόκτιστο ξενοδοχείο ακριβώς από πάνω φέτος δεν λειτούργησε (όπως και πολλές άλλες επιχειρήσεις στο νησί).Στην παραλία υπάρχουν ξαπλώστρες επί πληρωμή και είναι μονόδρομος ελλείψη οποιασδήποτε σκιάς. Σαν χορτάσαμε μπάνιο και χαλάρωση επιστέφουμε στην βάση μας.
Απόψε λέμε να φάμε στο Broadway .Αμ δε. Κι αυτό κλειστό τις Δευτέρες.
Περπατώντας για το κέντρο της πόλης συναντάμε ένα μαγαζί Special.Θυμήθηκα τα σχόλια για τα παγωτά του, είχε και ζέστη .Λέμε “δεν παίρνουμε μια μπαλίτσα να δροσιστούμε ,να μην μας κόψει και την όρεξη”. Μπαίνουμε μέσα απαραίτητα με τις μάσκες μας και μένουμε μπροστά στην βιτρίνα των παγωτών. Αφού αποφασίζουμε πιάνει ένα χάρτινο κύπελο σαν αυτό για τον καφέ και βάζει ...βάζει.
”Μία μπάλα παρακαλώ” εμείς. ”Μία σας βάζω “η απάντηση.
Χανόμαστε στα στενά ,κάπου αγοράζουμε ένα σουβλάκι στο χέρι , στο λιμάνι ρίχνουμε μια ματιά στα τουριστικά πλοία και παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής χαζεύοντας και συζητώντας.
''Αύριο πάλι έτσι μακριά θα πάμε;” ρωτάει το ταίρι.
“Όχι καλέ, τα μακρινά τελειώσανε. ”απαντάω.
Πού να ήξερε!!!