tripakias
Member
- Μηνύματα
- 8.101
- Likes
- 12.449
- Επόμενο Ταξίδι
- Λατινική Αμερική
- Ταξίδι-Όνειρο
- Εκεί
Οντας αναξιοπιστος να τελειωσω μακροσκελεις ιστοριες αποφασισα να επικεντρωθω σε μικρες ιστοριες που εχουν σχεση με συγκεκριμενα περιστατικα και οχι με περιγραφες ολοκληρων ταξιδιων.Σκοπος οχι να δωσω ταξιδιωτικες πληροφοριες αλλα να εξωτερικευσω συναισθηματα και το πως διαφορες καταστασεις προκαλουν ηλεκτρικη δραστηριοτητα με τη βοηθεια των νευρωνων του εγκεφαλου. Η ευεργετικοτητα των ταξιδιων ακομα κι οταν τα πραγματα πηγαινουν στραβα.
Η πρωτη λοιπον ιστορια ειναι αφιερωμενη στον @giannismits, στα κοριτσια ενας μικρου donut shop στο κεντρο της Βαρκελωνης και σε ενα προσωπο που δυστυχως δεν μπορω να θυμηθω το ονομα του.
Για καποιο λογο ειχα ξεμεινει απο χρηματα εκεινο το απογευμα της Παρασκευης. Εψαξα ολες μου τις τσεπες απο καθε ρουχο και αποσκευη που ειχα φερει μαζι μου στο δωματιο του ξενοδοχειου. Ποιου ξενοδοχειου δηλαδη; Ενα δωματιο στο σπιτι ενος τεραστιου διαμερισματος στην Gran Via. Εσκυψα κατω απο το κρεββατι καθως τα κερματα εχουν ενα κακο συνηθειο να δραπετεύουν απο τα παντελονια μου και να κρυβονται εκει κατω. Μεχρι και σ'ενα σορτσακι του Ανδρεα εψαξα που ειχε αφησει στο δωματιο.
Ο Ανδρεας ηταν ο συνταξιδιωτης μου. Ταξιδιωτικος μου μεντορας και ο κηδεμονας μου, καθως ημουν λιγο πριν την ενηλικιωση αλλα ακομη ανηλικος. Ειχε γνωρισει το Καλοκαιρι μια Ιταλιδα που σπουδαζε στη Βαλενθια και ο αποκλειστικος σκοπος της επισκεψης του στη χωρα ηταν να την συναντησει. Το πρωτο βραδι που φτασαμε στη Βαρκελωνη κοινωνικοτατος οπως ηταν φροντισε να γνωριστουμε με ολους τους ενοικους του καταλυματος. Ειχε μεγαλο ταλεντο σ' αυτο. Συστηνοταν με καποιον και τον εκανε να αισθανεται σαν να γνωριζονται χρονια.
Το επομενο πρωι ο Ανδρεας θα εφευγε να παει να βρει την Ιταλιδα. Με ενημερωσε πως ειχε μιλησει με τη σπιτονοικοκυρα να με προσεχει αν χρειαστω κατι κι αφου σιγουρευτηκε πως δεν εχω κανενα θεμα να μεινω μονος, με παρακαλεσε να μην τον "δωσω" αν μιλησω με Ελλαδα. Μαλλον δεν με παρακαλεσε. Με συμβουλεψε ή μπορει και να με απειλησε με τον δικο του τροπο. "Καποια στιγμη θα καταλαβεις πως ηταν μεγαλο λαθος αν τους πεις πως σε παρατησα"
Γυρνωντας στο σπιτι της Gran Via ενιωσα τοσο αδειος. Οπως και το σπιτι εκεινο τη στιγμη. Σε εξι υπνοδωματια, δυο μεγαλα σαλονια, ενα πελωριο μπανιο με πολλες ντουζιερες και καμπινες WC και μια τεραστια κουζινα που θα ζηλευαν στο masterchef δεν υπηρχε ουτε ενας ανθρωπος. Για να σκοτωσω την πληξη μου πηγα να αγναντεψω απο το δωματιο μου τις γατες, που τριγυρνουσαν στον ακαλυπτο και σκαρφαλωναν μεχρι τη στεγη του διπλανου κτιριου που βρισκονταν λιγο κατω απο το πρεβαζι του παραθυρου μου. Μεσημερι αρχες Σεπτεμβριου και με την θερμοκρασια να ξεπερνα τους 30 βαθμους κελσιου οι γατες ξεκουραζονταν κατω απο την παχια σκια των πλατυφυλλων αναρριχομενων που στολιζαν το αιθριο του ισογειου. Η αποτυχημενη προσπαθεια να χαζεψω και να παιξω με τις γατες με εφερε να κοιταω το απογοητευμενο ειδωλο του προσωπου μου, που εμφανιζονταν στο γυαλιστερο παρκε του διαδρομου, που ενωνε το δωματιο μου με το σαλονι οπου υπηρχε μια μεγαλη τηλεοραση. Κατι τετοιες στιγμες η τηλεοραση ειναι μια καποια παρεα. Κολλησα στην ισπανικη εκδοση του "Ποιος θελει να γινει εκατομμυριοχους;" οπου στην Ελλαδα δεν ειχε αρχισει ακομη να προβαλλεται. Καπου εκει με πηρε ο υπνος στον καναπε.
Το μικρο χαμογελαστο κοριτσι απο την Ολλανδια που ειχα γνωρισει το προηγουμενο βραδι και βρισκοταν στη Βαρκελωνη για να κανει Ερασμους ηταν αυτο που ηρθε να με ξυπνησει. Σαν να ταν η μανα μου μου εφερε ενα μαξιλαρι και ενα σεντονι για να με σκεπασει. Αμεσως ενιωσα μια συναισθηματικη πληρωση. Δεν ξερω αν ηταν η φροντιδα της ή το οτι γυρισε ανθρωπος στο σπιτι. "Ευχαριστω πολυ!" της ειπα. "Ο Ανδρεας ειπε να σε προσεχουμε" μου απαντα. Ειχε κανει καλη δουλεια ο μπαγασας.
Η κοπελα αυτη ειναι το προσωπο που δεν μπορω μεχρι σημερα να θυμηθω το ονομα της και στη μνημη μου εχει καταγραφη ως η Μικρη Ολλανδεζα. Περασαμε σχεδον μια βδομαδα απιστευτα μαζι και την τελευταια μερα πριν φυγει για τις φοιτητικες εστιες της υποσχεθηκα πως θα την βγαλω για φαγητο σε ενα κεντρικο ταπας εστιατοριο στην Passeig de Gracia καπου απεναντι απο το Casa Batllo του Gaudi.
Δεν καταλαβαινε γιατι επρεπε να πληρωσω εγω. Δεχτηκε οταν της ειπα πως στην Ελλαδα οταν καποιος φευγει απο το σπιτι μας τον αποχαιρεταμε κανοντας του ενα τραπεζι. Για να το στηριξω μαλιστα επλασα μια ιστορια για καποιο ζευγαρι βασιλιαδων που ηταν πολυ στεναχωρημενοι που ενας πιστος τους υπηρετης θα εφευγε απο το παλατι. Για να του δειξουν την ευγνωμοσυνη τους και να τον αποχαιρετησουν εστησαν ενα μεγαλο γλεντι προς τιμη του. Και καπως ετσι ισως γεννιουνται οι αστικοι μυθοι. Ελπιζω η Μικρη Ολλανδεζα να μην διεδωσε τις βλακειες που της ειχα πει τοτε.
Χρονια αργοτερα καταλαβα πως δεν χρειαζοταν καμια ιστορια αφου στη χωρα της οπως και σε πολλες Δυτικες χωρες για τους ανθρωπους που φευγουν απο μια δουλεια γινεται τραπεζι.
Ηταν Παρασκευη 10 Σεπτεμβριου 1999 και εβλεπα για πρωτη φορα τη σπιτονοικοκυρα που και καλα θα με προσεχε. Ο λογος για να ζητησει τα λεφτα. Ειχε περασει μια βδομαδα και καθε βδομαδα περνουσε για να παρει τα ενοικια. Εβδομηντα χιλιαδες πεσετες και αλλες πεντακοσιες για τα χαρτια υγειας. Τι παρακαλια της εριξα να την πληρωσουμε τη Δευτερα που θα γυρνουσε ο Ανδρεας, τι οτι δεν εχω χρηματα, δεν λυγιζε με τιποτα. Ειχε τη στρυφνιλα της αειμνηστης Τασως στις ελληνικες ταινιες.
Το ξεκαθαρισμα αυτου του λογαριασμου καθως και τα πολλα αψεντια που ειχα πιει το προηγουμενο βραδι σε in νυχτερινο μαγαζι της Barceloneta με ειχαν ξετιναξει οικονομικα και κινδυνευαν να με εκθεσουν στη Μικρη Ολλανδεζα.
Τρεις χιλιαδες πεσετες καταφερα να μαζεψω και αλλες πεντακοσιες που πηγα και ζητησα πισω απο τη σπιτονοικοκυρα καθως ο Ανδρεας μου ειπε στην τελευταια τηλεφωνικη μας επικοινωνια πως της ειχε δωσει χρηματα για τα κωλοχαρτα. Τρεισιμησι χιλιαδες πεσετες και κατι κερματα. Κατι λιγο παραπανω απο 7000 χιλιαδες δραχμες, καμια 24-25 ευρω για να καταλαβαινεις κι εσυ που εισαι μικροτερος. Βεβαια η αγοραστικη τους δυναμη ηταν πολυ μεγαλυτερη απο 25 σημερινα ευρω αλλα και παλι δεν εφταναν για να πληρωσω τραπεζι δυο ατομων σε ενα καλο ταπας εστιατοριο.
Η εξομολογηση ηταν αναποφευκτη και αναγκαια για να προλαβουμε τα χειροτερα. Θα μπορουσα να της κανω αλλωστε το τραπεζι και σε ενα Burger King ή να παμε για μια φθηνη πιτσα. Πως θα της το πω; Απο καθε πορο στο δερμα μου εσταζε ιδρωτας. Δεν ειχα ομως αλλη επιλογη.
Οι εναλλακτικες μου προτασεις απορριφθηκαν. "Θα παμε εκει που ειπαμε" ηταν η αδιαλακτη σταση της. Ετσι βρεθηκαμε στο ταπας εστιατοριο που το ονομα του επισης δεν θυμαμαι (βλεπεις εχω μνημη ελεφαντα) αλλα πρεπει να ηταν καπως Txapela ή κατι τετοιο. Θυμαμαι πως περισσοτερο απ' ολα μου αρεσε η ξυλινη διακοσμηση του μαγαζιου καθως και ο εξυπνος για την εποχη τροπος που εδινες την παραγγελια σου. Σε εναν καταλογο που βρισκοταν απλωμενος πανω στο τραπεζι και μπροστα απο καθε θεση υπηρχαν ολα τα ταπας που ειχε το μαγαζι αριθμημενα και με τις φωτογραφιες τους.
Με 3500 πεσετες πιστευα πως θα μπορουσαμε να παρουμε ενα κρασι και μερικα ταπας ο καθενας. Η Μικρη Ολλανδεζα ειχε αλλη αποψη. Θα παραγγειλουμε για 2500 και θα κρατησεις ενα χιλιαρικο να εχεις για το Σαββατοκυριακο. Ουτε λογος να πληρωσει. Ισως δεν ηθελε να με προσβαλει.
Ετσι δεν θα παιρναμε κρασι αλλα μπυρα και θα τη συνοδευαμε με τα φθηνονερα ταπας του καταλογου. Οι αριθμομηχανες των κινητων πηραν φωτια κι ετσι καταληξαμε πως μπορουμε να παρουμε εφτα μικρα ταπας. Η παραγγελια δοθηκε με τα νουμερα και θυμαμαι καλα πως ειχαμε παραγγειλει το νουμερο 10 (γι αυτο θυμαμαι και την ακριβη ημερομηνια τοσα χρονια μετα) που ειχε μελανι σουπιας (που ηταν το αγαπημενο μου συστατικο τοτε) αλλα και το νουμερο 69. Στην ουσια ολα τα ταπας ηταν φετες απο μπαγκετες που ειχαν λιγο μεζε επανω. Ηταν νοστιμα αλλα πολυ μικρα και δεν υπηρχε περιπτωση να χορταιναμε ακομη κι αν τρωγαμε τα διπλασια.
Ηξερα ενα μαγαζι κοντα στο σταθμο της Diagonal που πουλουσε εξι ντονατ προς 500 πεσετες μετα τις 10 το βραδι. Αλλα η ωρα ηταν 11 και μησι και 12 εκλεινε. "Ξερω που θα παμε" λεω στη Μικρη Ολλανδεζα "Αλλα πρεπει να βιαστουμε". Οταν φτασαμε τα κοριτσια του μαγαζιου ηδη σκουπιζαν και μαζευαν για να κλεισουν. Παραγγελνω δωδεκα ντονατ αλλα η Μικρη Ολλανδεζα μου λεει εξι θα παρουμε κι αν πεινουσαμε κι αλλο θα περναμε αλλα εξι. "Μα κλεινει το μαγαζι" της λεω "μετα δεν θα εχει.".
Τελικα ειχε δικιο αυτη εφαγε εναμησι κι εγω τα υπολοιπα. Οχι επειδη πεινουσα πια αλλα απο καθαρη λαιμαργια και επειδη πρωτη φορα ετρωγα στη ζωη μου ντονατ με διαφορες κρεμες και γευσεις. Εκεινο που ηξερα απο ντονατ μεχρι τοτε ηταν αυτα με τη ζαχαρη που πουλανε στις παραλιες, που μαλιστα τοτε τα λεγαμε ακομα λουκουμαδες στο χωριο μου.
Οταν το πρωι του Σαββατου αποχαιρετησα τη Μικρη Ολλανδεζα, ηταν και η τελευταια φορα που την ειδα στη ζωη μου. Δεν φροντισα να κρατησω ουτε ενα της στοιχειο για να την ξαναβρω. Δεν θυμαμαι ουτε το προσωπο της, παρα μοναχα πως ηταν αρκετα μελαμψη και με πανεμορφο χαμογελο.
Με τα πολλα και τα λιγα ειχα μεινει με πεντακοσιες πεσετες (1000 δραχμες ή 3 ευρω) για να περασω ενα ολοκληρο Σαββατοκυριακο μονος στη Βαρκελωνη. Στους φιλους μου ακομα και σημερα ειναι γνωστο ως το ΣΚ του χιλιαρικου. Το πρωτο πραγμα που εκανα ηταν να παω να παρω μερικα νερα απο το Dia Κι αυτο επειδη το νερο βρυσης της Βαρκελωνης ηταν ο,τι πιο απαισιο ειχα δοκιμασει μεχρι τοτε σε νερο.
Μετα απο μια μαραθωνια περιπλανηση στην πολη οι πρωτες βραδινες ωρες με βρηκαν στο μαγαζι με τα ντονατ της προηγουμενης νυχτας. Οπου απο τα ιδια κοριτσια παρηγγειλα και παλι εξι ντονατ. Η κοπελα με ρωτησε αν μου αρεσουν τοσο πολυ! Της απαντησα πως ωραια ειναι, αλλα της ειπα και την ιστορια και γιατι ξαναπηγα εκει. Τοτε μου προτειναν αν θα ηθελα να μου δωσουν δωρεαν καποια χθεσινα που ειχαν. Συμφωνησα καθως εκτιμησα πως ηταν καλυτερα να κρατησω το πεντακοσαρικο για την Κυριακη. Εμεινα μεχρι το κλεισιμο του μαγαζιου οπου τις βοηθησα στο μαζεμα. Με ρωτησαν αν θα ηθελα να τις ακολουθησω για ενα ποτο σε καποιο μπαρ στη Barrio Gotico. Ειχα περιπου 600 πεσετες με τα ψιλα και μου εφταναν για ενα ποτο. Ετσι δεχθηκα. Τι το ηθελα; Περιμενα περιπου δυο ωρες μεχρι να ετοιμαστουν και με πηρε ο υπνος στην καρεκλα.
Η βραδια κυλησε χαλαρα και μπορω να πω πως με εκανε να ξεχασω την αφραγκια μου και την επομενη μερα χαλωντας και την τελευταια μου δεκαρα στα αψεντια. Κατα τις 5-6 τα ξημερωματα οι κοπελιες με οδηγησαν σε ενα κοντινο φουρνο που εβγαζε εκεινη την ωρα φρεσκα λαχταριστα κρουασαν και τα πουλουσε παμφηνα. Γι αυτο και οι πελατες τα αγοραζαν με κουτες. Μια τετοια κουτα γεματη ζεστα κρουασαν ηταν και το δωρο των κοριτσιων προς εμενα και αποτελεσαν το φαγητο μου για την Κυριακη. "Επειδη μας βοηθησες με το μαζεμα" μου ειπαν.
Τις συγκεκριμενες μπορει να μην τις ξαναειδα τις επομενες μερες μεχρι τη Δευτερα που ηταν η μερα επιστροφης στην Ελλαδα αλλα τη μια τη βρηκα στο ιδιο μαγαζι μερικα χρονια αργοτερα οταν επεστρεψα στη Βαρκελωνη ως ερασμιτης. Και μου ειχε κανει τρομερη εντυπωση που με θυμοταν.
Η πρωτη λοιπον ιστορια ειναι αφιερωμενη στον @giannismits, στα κοριτσια ενας μικρου donut shop στο κεντρο της Βαρκελωνης και σε ενα προσωπο που δυστυχως δεν μπορω να θυμηθω το ονομα του.
Για καποιο λογο ειχα ξεμεινει απο χρηματα εκεινο το απογευμα της Παρασκευης. Εψαξα ολες μου τις τσεπες απο καθε ρουχο και αποσκευη που ειχα φερει μαζι μου στο δωματιο του ξενοδοχειου. Ποιου ξενοδοχειου δηλαδη; Ενα δωματιο στο σπιτι ενος τεραστιου διαμερισματος στην Gran Via. Εσκυψα κατω απο το κρεββατι καθως τα κερματα εχουν ενα κακο συνηθειο να δραπετεύουν απο τα παντελονια μου και να κρυβονται εκει κατω. Μεχρι και σ'ενα σορτσακι του Ανδρεα εψαξα που ειχε αφησει στο δωματιο.
Ο Ανδρεας ηταν ο συνταξιδιωτης μου. Ταξιδιωτικος μου μεντορας και ο κηδεμονας μου, καθως ημουν λιγο πριν την ενηλικιωση αλλα ακομη ανηλικος. Ειχε γνωρισει το Καλοκαιρι μια Ιταλιδα που σπουδαζε στη Βαλενθια και ο αποκλειστικος σκοπος της επισκεψης του στη χωρα ηταν να την συναντησει. Το πρωτο βραδι που φτασαμε στη Βαρκελωνη κοινωνικοτατος οπως ηταν φροντισε να γνωριστουμε με ολους τους ενοικους του καταλυματος. Ειχε μεγαλο ταλεντο σ' αυτο. Συστηνοταν με καποιον και τον εκανε να αισθανεται σαν να γνωριζονται χρονια.
Το επομενο πρωι ο Ανδρεας θα εφευγε να παει να βρει την Ιταλιδα. Με ενημερωσε πως ειχε μιλησει με τη σπιτονοικοκυρα να με προσεχει αν χρειαστω κατι κι αφου σιγουρευτηκε πως δεν εχω κανενα θεμα να μεινω μονος, με παρακαλεσε να μην τον "δωσω" αν μιλησω με Ελλαδα. Μαλλον δεν με παρακαλεσε. Με συμβουλεψε ή μπορει και να με απειλησε με τον δικο του τροπο. "Καποια στιγμη θα καταλαβεις πως ηταν μεγαλο λαθος αν τους πεις πως σε παρατησα"
Γυρνωντας στο σπιτι της Gran Via ενιωσα τοσο αδειος. Οπως και το σπιτι εκεινο τη στιγμη. Σε εξι υπνοδωματια, δυο μεγαλα σαλονια, ενα πελωριο μπανιο με πολλες ντουζιερες και καμπινες WC και μια τεραστια κουζινα που θα ζηλευαν στο masterchef δεν υπηρχε ουτε ενας ανθρωπος. Για να σκοτωσω την πληξη μου πηγα να αγναντεψω απο το δωματιο μου τις γατες, που τριγυρνουσαν στον ακαλυπτο και σκαρφαλωναν μεχρι τη στεγη του διπλανου κτιριου που βρισκονταν λιγο κατω απο το πρεβαζι του παραθυρου μου. Μεσημερι αρχες Σεπτεμβριου και με την θερμοκρασια να ξεπερνα τους 30 βαθμους κελσιου οι γατες ξεκουραζονταν κατω απο την παχια σκια των πλατυφυλλων αναρριχομενων που στολιζαν το αιθριο του ισογειου. Η αποτυχημενη προσπαθεια να χαζεψω και να παιξω με τις γατες με εφερε να κοιταω το απογοητευμενο ειδωλο του προσωπου μου, που εμφανιζονταν στο γυαλιστερο παρκε του διαδρομου, που ενωνε το δωματιο μου με το σαλονι οπου υπηρχε μια μεγαλη τηλεοραση. Κατι τετοιες στιγμες η τηλεοραση ειναι μια καποια παρεα. Κολλησα στην ισπανικη εκδοση του "Ποιος θελει να γινει εκατομμυριοχους;" οπου στην Ελλαδα δεν ειχε αρχισει ακομη να προβαλλεται. Καπου εκει με πηρε ο υπνος στον καναπε.
Το μικρο χαμογελαστο κοριτσι απο την Ολλανδια που ειχα γνωρισει το προηγουμενο βραδι και βρισκοταν στη Βαρκελωνη για να κανει Ερασμους ηταν αυτο που ηρθε να με ξυπνησει. Σαν να ταν η μανα μου μου εφερε ενα μαξιλαρι και ενα σεντονι για να με σκεπασει. Αμεσως ενιωσα μια συναισθηματικη πληρωση. Δεν ξερω αν ηταν η φροντιδα της ή το οτι γυρισε ανθρωπος στο σπιτι. "Ευχαριστω πολυ!" της ειπα. "Ο Ανδρεας ειπε να σε προσεχουμε" μου απαντα. Ειχε κανει καλη δουλεια ο μπαγασας.
Η κοπελα αυτη ειναι το προσωπο που δεν μπορω μεχρι σημερα να θυμηθω το ονομα της και στη μνημη μου εχει καταγραφη ως η Μικρη Ολλανδεζα. Περασαμε σχεδον μια βδομαδα απιστευτα μαζι και την τελευταια μερα πριν φυγει για τις φοιτητικες εστιες της υποσχεθηκα πως θα την βγαλω για φαγητο σε ενα κεντρικο ταπας εστιατοριο στην Passeig de Gracia καπου απεναντι απο το Casa Batllo του Gaudi.
Δεν καταλαβαινε γιατι επρεπε να πληρωσω εγω. Δεχτηκε οταν της ειπα πως στην Ελλαδα οταν καποιος φευγει απο το σπιτι μας τον αποχαιρεταμε κανοντας του ενα τραπεζι. Για να το στηριξω μαλιστα επλασα μια ιστορια για καποιο ζευγαρι βασιλιαδων που ηταν πολυ στεναχωρημενοι που ενας πιστος τους υπηρετης θα εφευγε απο το παλατι. Για να του δειξουν την ευγνωμοσυνη τους και να τον αποχαιρετησουν εστησαν ενα μεγαλο γλεντι προς τιμη του. Και καπως ετσι ισως γεννιουνται οι αστικοι μυθοι. Ελπιζω η Μικρη Ολλανδεζα να μην διεδωσε τις βλακειες που της ειχα πει τοτε.
Χρονια αργοτερα καταλαβα πως δεν χρειαζοταν καμια ιστορια αφου στη χωρα της οπως και σε πολλες Δυτικες χωρες για τους ανθρωπους που φευγουν απο μια δουλεια γινεται τραπεζι.
Ηταν Παρασκευη 10 Σεπτεμβριου 1999 και εβλεπα για πρωτη φορα τη σπιτονοικοκυρα που και καλα θα με προσεχε. Ο λογος για να ζητησει τα λεφτα. Ειχε περασει μια βδομαδα και καθε βδομαδα περνουσε για να παρει τα ενοικια. Εβδομηντα χιλιαδες πεσετες και αλλες πεντακοσιες για τα χαρτια υγειας. Τι παρακαλια της εριξα να την πληρωσουμε τη Δευτερα που θα γυρνουσε ο Ανδρεας, τι οτι δεν εχω χρηματα, δεν λυγιζε με τιποτα. Ειχε τη στρυφνιλα της αειμνηστης Τασως στις ελληνικες ταινιες.
Το ξεκαθαρισμα αυτου του λογαριασμου καθως και τα πολλα αψεντια που ειχα πιει το προηγουμενο βραδι σε in νυχτερινο μαγαζι της Barceloneta με ειχαν ξετιναξει οικονομικα και κινδυνευαν να με εκθεσουν στη Μικρη Ολλανδεζα.
Τρεις χιλιαδες πεσετες καταφερα να μαζεψω και αλλες πεντακοσιες που πηγα και ζητησα πισω απο τη σπιτονοικοκυρα καθως ο Ανδρεας μου ειπε στην τελευταια τηλεφωνικη μας επικοινωνια πως της ειχε δωσει χρηματα για τα κωλοχαρτα. Τρεισιμησι χιλιαδες πεσετες και κατι κερματα. Κατι λιγο παραπανω απο 7000 χιλιαδες δραχμες, καμια 24-25 ευρω για να καταλαβαινεις κι εσυ που εισαι μικροτερος. Βεβαια η αγοραστικη τους δυναμη ηταν πολυ μεγαλυτερη απο 25 σημερινα ευρω αλλα και παλι δεν εφταναν για να πληρωσω τραπεζι δυο ατομων σε ενα καλο ταπας εστιατοριο.
Η εξομολογηση ηταν αναποφευκτη και αναγκαια για να προλαβουμε τα χειροτερα. Θα μπορουσα να της κανω αλλωστε το τραπεζι και σε ενα Burger King ή να παμε για μια φθηνη πιτσα. Πως θα της το πω; Απο καθε πορο στο δερμα μου εσταζε ιδρωτας. Δεν ειχα ομως αλλη επιλογη.
Οι εναλλακτικες μου προτασεις απορριφθηκαν. "Θα παμε εκει που ειπαμε" ηταν η αδιαλακτη σταση της. Ετσι βρεθηκαμε στο ταπας εστιατοριο που το ονομα του επισης δεν θυμαμαι (βλεπεις εχω μνημη ελεφαντα) αλλα πρεπει να ηταν καπως Txapela ή κατι τετοιο. Θυμαμαι πως περισσοτερο απ' ολα μου αρεσε η ξυλινη διακοσμηση του μαγαζιου καθως και ο εξυπνος για την εποχη τροπος που εδινες την παραγγελια σου. Σε εναν καταλογο που βρισκοταν απλωμενος πανω στο τραπεζι και μπροστα απο καθε θεση υπηρχαν ολα τα ταπας που ειχε το μαγαζι αριθμημενα και με τις φωτογραφιες τους.
Με 3500 πεσετες πιστευα πως θα μπορουσαμε να παρουμε ενα κρασι και μερικα ταπας ο καθενας. Η Μικρη Ολλανδεζα ειχε αλλη αποψη. Θα παραγγειλουμε για 2500 και θα κρατησεις ενα χιλιαρικο να εχεις για το Σαββατοκυριακο. Ουτε λογος να πληρωσει. Ισως δεν ηθελε να με προσβαλει.
Ετσι δεν θα παιρναμε κρασι αλλα μπυρα και θα τη συνοδευαμε με τα φθηνονερα ταπας του καταλογου. Οι αριθμομηχανες των κινητων πηραν φωτια κι ετσι καταληξαμε πως μπορουμε να παρουμε εφτα μικρα ταπας. Η παραγγελια δοθηκε με τα νουμερα και θυμαμαι καλα πως ειχαμε παραγγειλει το νουμερο 10 (γι αυτο θυμαμαι και την ακριβη ημερομηνια τοσα χρονια μετα) που ειχε μελανι σουπιας (που ηταν το αγαπημενο μου συστατικο τοτε) αλλα και το νουμερο 69. Στην ουσια ολα τα ταπας ηταν φετες απο μπαγκετες που ειχαν λιγο μεζε επανω. Ηταν νοστιμα αλλα πολυ μικρα και δεν υπηρχε περιπτωση να χορταιναμε ακομη κι αν τρωγαμε τα διπλασια.
Ηξερα ενα μαγαζι κοντα στο σταθμο της Diagonal που πουλουσε εξι ντονατ προς 500 πεσετες μετα τις 10 το βραδι. Αλλα η ωρα ηταν 11 και μησι και 12 εκλεινε. "Ξερω που θα παμε" λεω στη Μικρη Ολλανδεζα "Αλλα πρεπει να βιαστουμε". Οταν φτασαμε τα κοριτσια του μαγαζιου ηδη σκουπιζαν και μαζευαν για να κλεισουν. Παραγγελνω δωδεκα ντονατ αλλα η Μικρη Ολλανδεζα μου λεει εξι θα παρουμε κι αν πεινουσαμε κι αλλο θα περναμε αλλα εξι. "Μα κλεινει το μαγαζι" της λεω "μετα δεν θα εχει.".
Τελικα ειχε δικιο αυτη εφαγε εναμησι κι εγω τα υπολοιπα. Οχι επειδη πεινουσα πια αλλα απο καθαρη λαιμαργια και επειδη πρωτη φορα ετρωγα στη ζωη μου ντονατ με διαφορες κρεμες και γευσεις. Εκεινο που ηξερα απο ντονατ μεχρι τοτε ηταν αυτα με τη ζαχαρη που πουλανε στις παραλιες, που μαλιστα τοτε τα λεγαμε ακομα λουκουμαδες στο χωριο μου.
Οταν το πρωι του Σαββατου αποχαιρετησα τη Μικρη Ολλανδεζα, ηταν και η τελευταια φορα που την ειδα στη ζωη μου. Δεν φροντισα να κρατησω ουτε ενα της στοιχειο για να την ξαναβρω. Δεν θυμαμαι ουτε το προσωπο της, παρα μοναχα πως ηταν αρκετα μελαμψη και με πανεμορφο χαμογελο.
Με τα πολλα και τα λιγα ειχα μεινει με πεντακοσιες πεσετες (1000 δραχμες ή 3 ευρω) για να περασω ενα ολοκληρο Σαββατοκυριακο μονος στη Βαρκελωνη. Στους φιλους μου ακομα και σημερα ειναι γνωστο ως το ΣΚ του χιλιαρικου. Το πρωτο πραγμα που εκανα ηταν να παω να παρω μερικα νερα απο το Dia Κι αυτο επειδη το νερο βρυσης της Βαρκελωνης ηταν ο,τι πιο απαισιο ειχα δοκιμασει μεχρι τοτε σε νερο.
Μετα απο μια μαραθωνια περιπλανηση στην πολη οι πρωτες βραδινες ωρες με βρηκαν στο μαγαζι με τα ντονατ της προηγουμενης νυχτας. Οπου απο τα ιδια κοριτσια παρηγγειλα και παλι εξι ντονατ. Η κοπελα με ρωτησε αν μου αρεσουν τοσο πολυ! Της απαντησα πως ωραια ειναι, αλλα της ειπα και την ιστορια και γιατι ξαναπηγα εκει. Τοτε μου προτειναν αν θα ηθελα να μου δωσουν δωρεαν καποια χθεσινα που ειχαν. Συμφωνησα καθως εκτιμησα πως ηταν καλυτερα να κρατησω το πεντακοσαρικο για την Κυριακη. Εμεινα μεχρι το κλεισιμο του μαγαζιου οπου τις βοηθησα στο μαζεμα. Με ρωτησαν αν θα ηθελα να τις ακολουθησω για ενα ποτο σε καποιο μπαρ στη Barrio Gotico. Ειχα περιπου 600 πεσετες με τα ψιλα και μου εφταναν για ενα ποτο. Ετσι δεχθηκα. Τι το ηθελα; Περιμενα περιπου δυο ωρες μεχρι να ετοιμαστουν και με πηρε ο υπνος στην καρεκλα.
Η βραδια κυλησε χαλαρα και μπορω να πω πως με εκανε να ξεχασω την αφραγκια μου και την επομενη μερα χαλωντας και την τελευταια μου δεκαρα στα αψεντια. Κατα τις 5-6 τα ξημερωματα οι κοπελιες με οδηγησαν σε ενα κοντινο φουρνο που εβγαζε εκεινη την ωρα φρεσκα λαχταριστα κρουασαν και τα πουλουσε παμφηνα. Γι αυτο και οι πελατες τα αγοραζαν με κουτες. Μια τετοια κουτα γεματη ζεστα κρουασαν ηταν και το δωρο των κοριτσιων προς εμενα και αποτελεσαν το φαγητο μου για την Κυριακη. "Επειδη μας βοηθησες με το μαζεμα" μου ειπαν.
Τις συγκεκριμενες μπορει να μην τις ξαναειδα τις επομενες μερες μεχρι τη Δευτερα που ηταν η μερα επιστροφης στην Ελλαδα αλλα τη μια τη βρηκα στο ιδιο μαγαζι μερικα χρονια αργοτερα οταν επεστρεψα στη Βαρκελωνη ως ερασμιτης. Και μου ειχε κανει τρομερη εντυπωση που με θυμοταν.
Last edited: