delmem2233
Member
- Μηνύματα
- 392
- Likes
- 4.196
Περιεχόμενα
Μέχρι πριν από τρεις ημέρες, όταν σκεφτόμουν “Τζακάρτα”, έφερνα στο μυαλό μου μιλιούνια κόσμου σε “πιο μποτιλιαρισμένους δε γίνεται” δρόμους, γυναίκες καλυμμένες από την κορυφή μέχρι τα νύχια (πρωτεύουσα της πολυπληθέστερης μουσουλμανικής χώρας στον κόσμο γαρ), βρόμα που όμοιά της μπορεί να βρει κανείς μόνο στην Ινδία (κρίνοντας τουλάχιστον από τις χώρες στις οποίες εγώ προσωπικά έχω πάει), και χριστιανούς-Κινέζους να φοβούνται και τον ίσκιο τους (επειδή και οι μεν και οι δε, δεν έχουν τραβήξει και λίγα σε αυτήν την πόλη, ακόμη και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν). Αυτά έφερνα στο μυαλό μου, με βάση όσα είχα διαβάσει, όσα είχα ακούσει, όσα είχα δει στην τηλεόραση από τότε που με θυμάμαι να βλέπω τηλεόραση και να ενδιαφέρομαι για το τι συμβαίνει στον... έξω κόσμο. Μετρώντας γύρω στις 60 ώρες πλέον στην Τζακάρτα, μπορώ να “πω” ότι σε κάποια έπεσα μέσα, και σε κάποια έπεσα, πολύ, μα πολύ, έξω...
Είναι γεγονός ότι η πόλη είναι πήχτρα στον κόσμο. Έναντι περαιτέρω δικού μου σχολίου, παραθέτω νούμερα που μιλάνε από μόνα τους. Η Ιάβα έχει έκταση όσο η Ελλάδα, όμως 13(!) φορές τον δικό μας πληθυσμό. Και ένα μεγάλο κομμάτι αυτών των 130 εκατομμυρίων που ζουν στο νησί, κατοικούν στην πρωτεύουσα. Το εξίσου εντυπωσιακό είναι ότι σε ένα οδηγό του LP που έχω, έκδοση του 2006, αναφέρεται ότι η απόσταση από το λιμάνι στα βόρεια, μέχρι το νοτιότερο προάστιο της πόλης, είναι 25 χιλιόμετρα. Στην έκδοση του 2008, του ίδιου ταξιδιωτικού οδηγού, το σχετικό νούμερο είχε φθάσει τα 35(!) χιλιόμετρα, και σήμερα το νούμερο έχει ανέβει στα 40! Το πόσο γρήγορα μεγαλώνει/αλλάζει αυτή η πόλη, το διαπίστωσα και στο “παρατηρητήριο” του “Monas”, του “Εθνικού Μνημείου” της πόλης. Με 10.000 ρουπίες, κάτι λιγότερο από ένα ευρώ, έχεις την πόλη... πιάτο, από ύψος περίπου 130 μέτρων. Έχουν μεγάλες φωτογραφίες με νούμερα πάνω σε συγκεκριμένα κτίρια, κι ακριβώς από κάτω επεξηγηματικά σχόλια για το τι είναι το κάθε κτίριο. Το εντυπωσιακό, πέρα φυσικά από την θέα (ειδικά σήμερα που ο ουρανός είχε... The Simpsons συννεφάκια και ήταν ταμάμ για φωτογραφίες), είναι ότι μέτρησα τουλάχιστον πέντε ουρανοξύστες που έλειπαν από τις φωτογραφίες, δε... λείπουν όμως από τις δικές μου φωτογραφίες, έχοντας “ξεφυτρώσει” τα 2-3 τελευταία χρόνια...
Αφήνοντας νούμερα και το τι περίμενα να βρω εδώ στην άκρη, περιγράφοντας την Τζακάρτα θα έλεγα ότι είναι ένα... τεράστιο άσχημο, κακάσχημο σκυλί, που την πρώτη φορά που το βλέπεις... σκιάζεσαι, έτσι όπως γαβγίζει λυσσασμένα, σου δείχνει τα μεγάλα κοφτερά δόντια του, έχει αίματα στον κεφάλι και στο σώμα του λες και πριν από λίγο είχε... σφαχτεί με άλλο σκυλί, κι από το στόμα του, έτσι όπως γαβγίζει, πετάγονται σάλια στα πέντε μέτρα. Αν δεν τα... κάνεις πάνω σου όμως (συγγνώμη για το άκομψο της εικόνας), αν σταθείς στα πόδια σου και το ηρεμήσεις με τη συμπεριφορά σου, το σκυλί-φόβητρο καταλήγει σιγά-σιγά να γίνεται “σκυλάκι”, και να κάθεται να το χαϊδέψεις. Ο γράφων είναι τεράστιος λάτρης των πόλεων, κι όπως θυμάμαι να έχω ξαναγράψει, όταν είμαι σε μεγάλη πόλη είμαι σαν γουρούνι μέσα στη λάσπη. Having said that, ομολογώ ότι η Τζακάρτα είναι... δύσκολα ερωτεύσιμη. Φθάνοντας στον σιδηροδρομικό σταθμό Gambir, στο κέντρο της πόλης, είπα να περπατήσω 10-15 λεπτά μέχρι τον Jaksa, τον δρόμο με τα φθηνά καταλύματα στον οποίο αποφάσισα να μείνω. Μόνο που βγαίνοντας από την αυλή του σταθμού, διαπιστώνεις ότι... δεν υπάρχει καν πεζοδρόμιο για να περπατήσεις. Κι όταν έρχεται η ώρα να περάσεις στην απέναντι πλευρά δρόμου, πρέπει να ξεσκονίσεις τις... τακτικές που έμαθες στο Βιετνάμ, να περπατάς δηλαδή σιγά-σιγά, ελπίζοντας ότι οι οδηγοί αυτοκινήτων και... μηχανακίων θα κάνουν αυτό που πρέπει, και δεν θα πέσουν πάνω σου. Γενικό σχόλιο λοιπόν, η πόλη δεν είναι σούπερ φιλική στους πεζούς. Φθάνοντας δε στην οδό Jaksa κι αρχίζοντας να ρίχνεις βλέφαρα σε δωμάτια, σου έρχεται από τη μία να γελάσεις κι από την άλλη να κλάψεις... Δεν θέλω να το παίξω κοσμογυρισμένος, όμως έχω πάει σε σχεδόν 50 χώρες, και μπορώ να “πω” ότι τα χάλια που συνάντησα εδώ, προσωπικά τα έχω δει μόνο στην Ινδία. Mind you, ταξιδεύω on a budget, δεν μπορώ-θέλω δηλαδή να δώσω τις 240.000 ρουπίες (ένα ευρώ είναι κάτι περισσότερο από 11.000 ρουπίες) που ζητάει το Margot, ένα από τα δύο καλύτερα ξενοδοχεία στον συγκεκριμένο δρόμο. Για να μη με περάστε για... κακομαθημένο, με το “χάλια” εννοώ δωμάτια ενάμισι επί δύο, με αρχαίο ανεμιστήρα στην άκρη του κρεβατιού, χάρτινους τοίχους, φυσικά κανένα παράθυρο, και στρώματα που φαίνονται τόσο παλιά και χρησιμοποιημένα, λες και ήταν τα... πρωτότυπα που φτιάχτηκαν τη χρονιά που ανακαλύφθηκαν τα στρώματα. Είχα διαβάσει ότι το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών τα τελευταία χρόνια έχει πέσει δραματικά στον συγκεκριμένο δρόμο, όμως... αυτό που είδα, ξεπέρασε ακόμη και τις πιο... σκούρες εικόνες που είχα φέρει στο μυαλό μου. Με τα πολλά, κατέληξα στο Delima, ένα από τα παλιότερα “μαγαζιά” στη γειτονιά, επειδή το στρώμα το είδα μεγάλο και σχετικά... στιβαρό. Στον ανεμιστήρα που... έτριζε λες και είναι από εκείνα τα τεράστια τρυπάνια που χρησιμοποιούν στις οικοδομές, δεν έδωσα σημασία. Οικονομικά, δεν είμαι για να δίνω σημασία σε τέτοιες “λεπτομέρειες”. Για να... ανακεφαλαιώσω επί των πρώτων εντυπώσεων, you get the picture, το “καλώς όρισες” της Τζακάρτα με έπιασε από τον λαιμό και με κόλλησε στον τοίχο.
Να' μαι όμως ακόμη στην Τζακάρτα, τρίτη μέρα τώρα, να σκέφτομαι αν αντί για τέσσερις, θα μείνω περισσότερες ημέρες. Ξύπνησα το πρώτο πρωινό μου εδώ και ξαφνικά η πόλη είχε μεταμορφωθεί σε παράδεισο; Προφανώς όχι. Απλά... μου έριξα μια κλοτσιά στον πισινό, και μου θύμισα αυτό που έγραφα τις προάλλες από την Κουάλα Λουμπούρ, ότι δηλαδή ταξιδεύουμε, τουλάχιστον ταξιδεύω, όχι προσδοκώντας κάθε μέρα να είναι η πιο ευτυχισμένη ταξιδιωτική μέρα της ζωής μας, αλλά για να δούμε κάτι διαφορετικό, ίσως ακόμη και να μάθουμε κάτι. Πήρα πρωινό σε ένα συμπαθητικό μέρος, περπάτησα στην κεντρική λεωφόρο της πόλης, κατέληξα σε ένα άκρως εντυπωσιακό εμπορικό κέντρο (κι αυτό το λέει άνθρωπος που συνήθως μετά από μισή ώρα σε εμπορικό κέντρο δε βλέπει την ώρα να φύγει), το Grand Indonesia Shopping Town, βρήκα ένα από τα πιο φανταστικοεντυπωσιακά βιβλιοπωλεία που έχω δει ποτέ (το Gramedia στο προαναφερθέν εμπορικό κέντρο), κάθισα κάπου για καφέ, έφαγα το βράδυ σε ένα σούπερ απλό φαγάδικο όπου ο συμπαθέστατος ιδιοκτήτης ΔΕΝ προσπάθησε να με “δαγκώσει”, κι έκλεισα τη μέρα πίνοντας μία μεγάλη Bintang με κάτι λιγότερο από δύο ευρώ. Κι όλα αυτά, έχοντας μιλήσει λίγο με σχεδόν δέκα άτομα που συχνά-πυκνά με ρωτούσαν από πού είμαι, βλέποντάς με με μία φωτογραφική μηχανή στο χέρι, άτομα που ΔΕΝ μου έπιασαν κουβέντα θέλοντας να μου πουλήσουν κάτι, ή να μου αποσπάσουν την προσοχή για να βουτήξει κάποιος συνεργός τους κάτι από τον σάκο μου. Τελικά, τι χρειάζεται ο άνθρωπος-ταξιδιώτης για να πέσει το βράδυ στο κρεβάτι ικανοποιημένος; Μια μπουκιά στο στόμα που να μην τον στείλει τρέχοντας στην τουαλέτα, μία φιλική κουβέντα, στην περίπτωσή μου μία ώρα σε ένα βιβλιοπωλείο-παράδεισο, βολτίτσα σε δρόμο πνιγμένο στον κόσμο μεν, ευχάριστο δε, με την έννοια ότι βλέπεις κάτι καινούργιο, μια καλή-φθηνή μπίρα σε συμπαθητικό περιβάλλον, κι ένα καλό ντουζ πριν πέσει σε ένα -κατά προτίμηση αναπαυτικό- στρώμα. Σε αυτό το 16μηνο πλέον ταξίδι, έχω... ωριμάσει (απίστευτο κι όμως αληθινό), με την έννοια ότι δεν περιμένω κάθε μέρα να είναι “συγκλονιστική”. Είχα και συγκλονιστικές ημέρες, ίσως μάλιστα και περισσότερες απ' όσες δικαιούμουν με βάση το πόσο μα πόσο ξενέρωτος και μουντρούχος είμαι γενικά, όμως... τώρα πια, έχω... κατεβάσει ταχύτητα, καλώς ή κακώς, έχω φθάσει στο σημείο να χαίρομαι ό,τι μικρό και ασήμαντο μπορώ να χαρώ, κρατώντας στο μυαλό μου τη σκέψη ότι αν δεν ήμουν στο Χ-Ψ-Ω μέρος, θα ήμουν στη Θεσσαλονίκη, η οποία είναι καλή χρυσή και άγια, όμως προσωπικά εκεί είχα φθάσει στο σημείο να... ψάχνω ξυραφάκι για να κόψω φλέβες...
Μια και το ανέφερα στο πώς περίμενα να βρω τις γυναίκες εδώ, να “πω” το μη πρωτότυπο αλλά right on target στη συγκεκριμένη περίπτωση, “καμίιια σχέση”. Φυσικά και βλέπεις γυναίκες με καλυμμένο το κεφάλι και τους ώμους, όμως δε βλέπεις πουθενά γυναίκες-σκιές, ντυμένες από την κορφή μέχρι τα νύχια μέσα στα μαύρα. Ακόμη και οι γυναίκες με καλυμμένο το κεφάλι αποτελούν μικρή μειοψηφία. Από την άλλη, δε βλέπεις γυναίκες με μίνι (παρά μόνο στα εμπορικά κέντρα), εικόνα που στη -γενικά- πολύ πιο συντηρητική Κουάλα Λουμπούρ, βλέπεις συχνά (ας... είναι καλά οι Κινέζες). Στο Εθνικό Μνημείο μάλιστα, μία κυρία που ήταν εκεί με τη νεαρή κόρη της( ; ), με ξάφνιασε, όχι τόσο με το ότι μου ζήτησε να φωτογραφηθώ με την πιτσιρίκα, αλλά με το ότι της είπε να απλώσει το χέρι της γύρω από τη μέση μου(!), και με προέτρεψε χαμογελώντας να κάνω κι εγώ το ίδιο(!!). Παρ' όλα αυτά, η χώρα ΕΙΝΑΙ μουσουλμανική, και ειδικά αυτές τις ημέρες το καταλαβαίνεις βλέποντας τις street kitchens “εκτός λειτουργίας” το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας. Το ίδιο πρόσεξα και στην Κουάλα Λουμπούρ. Λόγω ραμαζανιού, τα μαγαζιά που συνήθως ανοίγουν για πρωινό και μένουν ανοικτά μέχρι και για... “μεταμεσονυχτιακό”, αυτές τις ημέρες είναι κλειστά μέχρι νωρίς το απόγευμα. Όταν ο ήλιος κοντεύει να δύσει, τότε μόνο βλέπεις κόσμο να κάθεται για να φάει. Κατά τη διάρκεια της ημέρας δε βλέπεις κόσμο να τρώει, κάτι που ειδικά στην “τρώμε μισή ντουζίνα φορές την ημέρα” Κουάλα Λουμπούρ, το προσέχεις με τη μία, επειδή αισθάνεσαι ότι... κάτι είναι διαφορετικό, σαν να λείπει ένας ουρανοξύστης από τον δρόμο που παίρνεις κάθε μέρα πηγαίνοντας στη δουλειά...
Για να το κλείσω σιγά-σιγά, “Dirgahaya RI ke 65” είναι ο τίτλος που δεν επέλεξα εγώ, αλλά που... αυτοεπιλέχθηκε. Είναι οι λέξεις που βλέπεις ΠΑΝΤΟΥ στην Τζακάρτα, μαζί με σημαίες της χώρας να κυματίζουν. Τονίζω ξανά το ΠΑΝΤΟΥ. Στις 17 Αυγούστου, μία μέρα πριν έρθω, γιόρτασαν τα 65α γενέθλια της χώρας τους. “Dirgahaya” υποθέτω ότι σημαίνει “συγχαρητήρια”, ή κάτι παρόμοιο. “RI” είναι τα αρχικά του “Δημοκρατία της Ινδονησίας”. “Ke”, όπως και στα Μαλαισιανά, είναι το (μεταξύ άλλων) “για”. Το 65 δεν χρειάζεται μετάφραση. Μπράβο της λοιπόν της Ινδονησίας, όχι μόνο επειδή ξεφορτώθηκε τους Ολλανδούς μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά κι επειδή ο κόσμος της, ακόμη και στη... rough πρωτεύουσά της, σε ποσοστό τέτοιο που να κάνει έναν επισκέπτη σαν εμένα να εκφέρει άποψη, έχει παραμείνει φιλικός, προσιτός, συμπαθητικότατος.
Babaduma, φοβάμαι να σου ζητήσω πληροφορίες για καταλύματα , ξέροντας ότι πέρσι έμεινες τέσσερα βράδια στο Hilton. Βασικά χρειάζομαι ένα καλό δωμάτιο στο Bandung, τη βραδιά που θα έρθει η φίλη μου. Για τις τέσσερις βραδιές στη Yogya έχουμε καταλήξει (χωρίς όμως να έχουμε κάνει και κράτηση). Αν έχεις κάτι να προτείνεις για αυτές τις δύο πόλεις, be my guest. Στο Solo και στη Surabaya θα είμαι πάλι μόνος, άνευ γυναίκας, οπότε θα βολευτώ πάλι όπως-όπως σε ό,τι φθηνότερο βρω.
Είναι γεγονός ότι η πόλη είναι πήχτρα στον κόσμο. Έναντι περαιτέρω δικού μου σχολίου, παραθέτω νούμερα που μιλάνε από μόνα τους. Η Ιάβα έχει έκταση όσο η Ελλάδα, όμως 13(!) φορές τον δικό μας πληθυσμό. Και ένα μεγάλο κομμάτι αυτών των 130 εκατομμυρίων που ζουν στο νησί, κατοικούν στην πρωτεύουσα. Το εξίσου εντυπωσιακό είναι ότι σε ένα οδηγό του LP που έχω, έκδοση του 2006, αναφέρεται ότι η απόσταση από το λιμάνι στα βόρεια, μέχρι το νοτιότερο προάστιο της πόλης, είναι 25 χιλιόμετρα. Στην έκδοση του 2008, του ίδιου ταξιδιωτικού οδηγού, το σχετικό νούμερο είχε φθάσει τα 35(!) χιλιόμετρα, και σήμερα το νούμερο έχει ανέβει στα 40! Το πόσο γρήγορα μεγαλώνει/αλλάζει αυτή η πόλη, το διαπίστωσα και στο “παρατηρητήριο” του “Monas”, του “Εθνικού Μνημείου” της πόλης. Με 10.000 ρουπίες, κάτι λιγότερο από ένα ευρώ, έχεις την πόλη... πιάτο, από ύψος περίπου 130 μέτρων. Έχουν μεγάλες φωτογραφίες με νούμερα πάνω σε συγκεκριμένα κτίρια, κι ακριβώς από κάτω επεξηγηματικά σχόλια για το τι είναι το κάθε κτίριο. Το εντυπωσιακό, πέρα φυσικά από την θέα (ειδικά σήμερα που ο ουρανός είχε... The Simpsons συννεφάκια και ήταν ταμάμ για φωτογραφίες), είναι ότι μέτρησα τουλάχιστον πέντε ουρανοξύστες που έλειπαν από τις φωτογραφίες, δε... λείπουν όμως από τις δικές μου φωτογραφίες, έχοντας “ξεφυτρώσει” τα 2-3 τελευταία χρόνια...
Αφήνοντας νούμερα και το τι περίμενα να βρω εδώ στην άκρη, περιγράφοντας την Τζακάρτα θα έλεγα ότι είναι ένα... τεράστιο άσχημο, κακάσχημο σκυλί, που την πρώτη φορά που το βλέπεις... σκιάζεσαι, έτσι όπως γαβγίζει λυσσασμένα, σου δείχνει τα μεγάλα κοφτερά δόντια του, έχει αίματα στον κεφάλι και στο σώμα του λες και πριν από λίγο είχε... σφαχτεί με άλλο σκυλί, κι από το στόμα του, έτσι όπως γαβγίζει, πετάγονται σάλια στα πέντε μέτρα. Αν δεν τα... κάνεις πάνω σου όμως (συγγνώμη για το άκομψο της εικόνας), αν σταθείς στα πόδια σου και το ηρεμήσεις με τη συμπεριφορά σου, το σκυλί-φόβητρο καταλήγει σιγά-σιγά να γίνεται “σκυλάκι”, και να κάθεται να το χαϊδέψεις. Ο γράφων είναι τεράστιος λάτρης των πόλεων, κι όπως θυμάμαι να έχω ξαναγράψει, όταν είμαι σε μεγάλη πόλη είμαι σαν γουρούνι μέσα στη λάσπη. Having said that, ομολογώ ότι η Τζακάρτα είναι... δύσκολα ερωτεύσιμη. Φθάνοντας στον σιδηροδρομικό σταθμό Gambir, στο κέντρο της πόλης, είπα να περπατήσω 10-15 λεπτά μέχρι τον Jaksa, τον δρόμο με τα φθηνά καταλύματα στον οποίο αποφάσισα να μείνω. Μόνο που βγαίνοντας από την αυλή του σταθμού, διαπιστώνεις ότι... δεν υπάρχει καν πεζοδρόμιο για να περπατήσεις. Κι όταν έρχεται η ώρα να περάσεις στην απέναντι πλευρά δρόμου, πρέπει να ξεσκονίσεις τις... τακτικές που έμαθες στο Βιετνάμ, να περπατάς δηλαδή σιγά-σιγά, ελπίζοντας ότι οι οδηγοί αυτοκινήτων και... μηχανακίων θα κάνουν αυτό που πρέπει, και δεν θα πέσουν πάνω σου. Γενικό σχόλιο λοιπόν, η πόλη δεν είναι σούπερ φιλική στους πεζούς. Φθάνοντας δε στην οδό Jaksa κι αρχίζοντας να ρίχνεις βλέφαρα σε δωμάτια, σου έρχεται από τη μία να γελάσεις κι από την άλλη να κλάψεις... Δεν θέλω να το παίξω κοσμογυρισμένος, όμως έχω πάει σε σχεδόν 50 χώρες, και μπορώ να “πω” ότι τα χάλια που συνάντησα εδώ, προσωπικά τα έχω δει μόνο στην Ινδία. Mind you, ταξιδεύω on a budget, δεν μπορώ-θέλω δηλαδή να δώσω τις 240.000 ρουπίες (ένα ευρώ είναι κάτι περισσότερο από 11.000 ρουπίες) που ζητάει το Margot, ένα από τα δύο καλύτερα ξενοδοχεία στον συγκεκριμένο δρόμο. Για να μη με περάστε για... κακομαθημένο, με το “χάλια” εννοώ δωμάτια ενάμισι επί δύο, με αρχαίο ανεμιστήρα στην άκρη του κρεβατιού, χάρτινους τοίχους, φυσικά κανένα παράθυρο, και στρώματα που φαίνονται τόσο παλιά και χρησιμοποιημένα, λες και ήταν τα... πρωτότυπα που φτιάχτηκαν τη χρονιά που ανακαλύφθηκαν τα στρώματα. Είχα διαβάσει ότι το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών τα τελευταία χρόνια έχει πέσει δραματικά στον συγκεκριμένο δρόμο, όμως... αυτό που είδα, ξεπέρασε ακόμη και τις πιο... σκούρες εικόνες που είχα φέρει στο μυαλό μου. Με τα πολλά, κατέληξα στο Delima, ένα από τα παλιότερα “μαγαζιά” στη γειτονιά, επειδή το στρώμα το είδα μεγάλο και σχετικά... στιβαρό. Στον ανεμιστήρα που... έτριζε λες και είναι από εκείνα τα τεράστια τρυπάνια που χρησιμοποιούν στις οικοδομές, δεν έδωσα σημασία. Οικονομικά, δεν είμαι για να δίνω σημασία σε τέτοιες “λεπτομέρειες”. Για να... ανακεφαλαιώσω επί των πρώτων εντυπώσεων, you get the picture, το “καλώς όρισες” της Τζακάρτα με έπιασε από τον λαιμό και με κόλλησε στον τοίχο.
Να' μαι όμως ακόμη στην Τζακάρτα, τρίτη μέρα τώρα, να σκέφτομαι αν αντί για τέσσερις, θα μείνω περισσότερες ημέρες. Ξύπνησα το πρώτο πρωινό μου εδώ και ξαφνικά η πόλη είχε μεταμορφωθεί σε παράδεισο; Προφανώς όχι. Απλά... μου έριξα μια κλοτσιά στον πισινό, και μου θύμισα αυτό που έγραφα τις προάλλες από την Κουάλα Λουμπούρ, ότι δηλαδή ταξιδεύουμε, τουλάχιστον ταξιδεύω, όχι προσδοκώντας κάθε μέρα να είναι η πιο ευτυχισμένη ταξιδιωτική μέρα της ζωής μας, αλλά για να δούμε κάτι διαφορετικό, ίσως ακόμη και να μάθουμε κάτι. Πήρα πρωινό σε ένα συμπαθητικό μέρος, περπάτησα στην κεντρική λεωφόρο της πόλης, κατέληξα σε ένα άκρως εντυπωσιακό εμπορικό κέντρο (κι αυτό το λέει άνθρωπος που συνήθως μετά από μισή ώρα σε εμπορικό κέντρο δε βλέπει την ώρα να φύγει), το Grand Indonesia Shopping Town, βρήκα ένα από τα πιο φανταστικοεντυπωσιακά βιβλιοπωλεία που έχω δει ποτέ (το Gramedia στο προαναφερθέν εμπορικό κέντρο), κάθισα κάπου για καφέ, έφαγα το βράδυ σε ένα σούπερ απλό φαγάδικο όπου ο συμπαθέστατος ιδιοκτήτης ΔΕΝ προσπάθησε να με “δαγκώσει”, κι έκλεισα τη μέρα πίνοντας μία μεγάλη Bintang με κάτι λιγότερο από δύο ευρώ. Κι όλα αυτά, έχοντας μιλήσει λίγο με σχεδόν δέκα άτομα που συχνά-πυκνά με ρωτούσαν από πού είμαι, βλέποντάς με με μία φωτογραφική μηχανή στο χέρι, άτομα που ΔΕΝ μου έπιασαν κουβέντα θέλοντας να μου πουλήσουν κάτι, ή να μου αποσπάσουν την προσοχή για να βουτήξει κάποιος συνεργός τους κάτι από τον σάκο μου. Τελικά, τι χρειάζεται ο άνθρωπος-ταξιδιώτης για να πέσει το βράδυ στο κρεβάτι ικανοποιημένος; Μια μπουκιά στο στόμα που να μην τον στείλει τρέχοντας στην τουαλέτα, μία φιλική κουβέντα, στην περίπτωσή μου μία ώρα σε ένα βιβλιοπωλείο-παράδεισο, βολτίτσα σε δρόμο πνιγμένο στον κόσμο μεν, ευχάριστο δε, με την έννοια ότι βλέπεις κάτι καινούργιο, μια καλή-φθηνή μπίρα σε συμπαθητικό περιβάλλον, κι ένα καλό ντουζ πριν πέσει σε ένα -κατά προτίμηση αναπαυτικό- στρώμα. Σε αυτό το 16μηνο πλέον ταξίδι, έχω... ωριμάσει (απίστευτο κι όμως αληθινό), με την έννοια ότι δεν περιμένω κάθε μέρα να είναι “συγκλονιστική”. Είχα και συγκλονιστικές ημέρες, ίσως μάλιστα και περισσότερες απ' όσες δικαιούμουν με βάση το πόσο μα πόσο ξενέρωτος και μουντρούχος είμαι γενικά, όμως... τώρα πια, έχω... κατεβάσει ταχύτητα, καλώς ή κακώς, έχω φθάσει στο σημείο να χαίρομαι ό,τι μικρό και ασήμαντο μπορώ να χαρώ, κρατώντας στο μυαλό μου τη σκέψη ότι αν δεν ήμουν στο Χ-Ψ-Ω μέρος, θα ήμουν στη Θεσσαλονίκη, η οποία είναι καλή χρυσή και άγια, όμως προσωπικά εκεί είχα φθάσει στο σημείο να... ψάχνω ξυραφάκι για να κόψω φλέβες...
Μια και το ανέφερα στο πώς περίμενα να βρω τις γυναίκες εδώ, να “πω” το μη πρωτότυπο αλλά right on target στη συγκεκριμένη περίπτωση, “καμίιια σχέση”. Φυσικά και βλέπεις γυναίκες με καλυμμένο το κεφάλι και τους ώμους, όμως δε βλέπεις πουθενά γυναίκες-σκιές, ντυμένες από την κορφή μέχρι τα νύχια μέσα στα μαύρα. Ακόμη και οι γυναίκες με καλυμμένο το κεφάλι αποτελούν μικρή μειοψηφία. Από την άλλη, δε βλέπεις γυναίκες με μίνι (παρά μόνο στα εμπορικά κέντρα), εικόνα που στη -γενικά- πολύ πιο συντηρητική Κουάλα Λουμπούρ, βλέπεις συχνά (ας... είναι καλά οι Κινέζες). Στο Εθνικό Μνημείο μάλιστα, μία κυρία που ήταν εκεί με τη νεαρή κόρη της( ; ), με ξάφνιασε, όχι τόσο με το ότι μου ζήτησε να φωτογραφηθώ με την πιτσιρίκα, αλλά με το ότι της είπε να απλώσει το χέρι της γύρω από τη μέση μου(!), και με προέτρεψε χαμογελώντας να κάνω κι εγώ το ίδιο(!!). Παρ' όλα αυτά, η χώρα ΕΙΝΑΙ μουσουλμανική, και ειδικά αυτές τις ημέρες το καταλαβαίνεις βλέποντας τις street kitchens “εκτός λειτουργίας” το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας. Το ίδιο πρόσεξα και στην Κουάλα Λουμπούρ. Λόγω ραμαζανιού, τα μαγαζιά που συνήθως ανοίγουν για πρωινό και μένουν ανοικτά μέχρι και για... “μεταμεσονυχτιακό”, αυτές τις ημέρες είναι κλειστά μέχρι νωρίς το απόγευμα. Όταν ο ήλιος κοντεύει να δύσει, τότε μόνο βλέπεις κόσμο να κάθεται για να φάει. Κατά τη διάρκεια της ημέρας δε βλέπεις κόσμο να τρώει, κάτι που ειδικά στην “τρώμε μισή ντουζίνα φορές την ημέρα” Κουάλα Λουμπούρ, το προσέχεις με τη μία, επειδή αισθάνεσαι ότι... κάτι είναι διαφορετικό, σαν να λείπει ένας ουρανοξύστης από τον δρόμο που παίρνεις κάθε μέρα πηγαίνοντας στη δουλειά...
Για να το κλείσω σιγά-σιγά, “Dirgahaya RI ke 65” είναι ο τίτλος που δεν επέλεξα εγώ, αλλά που... αυτοεπιλέχθηκε. Είναι οι λέξεις που βλέπεις ΠΑΝΤΟΥ στην Τζακάρτα, μαζί με σημαίες της χώρας να κυματίζουν. Τονίζω ξανά το ΠΑΝΤΟΥ. Στις 17 Αυγούστου, μία μέρα πριν έρθω, γιόρτασαν τα 65α γενέθλια της χώρας τους. “Dirgahaya” υποθέτω ότι σημαίνει “συγχαρητήρια”, ή κάτι παρόμοιο. “RI” είναι τα αρχικά του “Δημοκρατία της Ινδονησίας”. “Ke”, όπως και στα Μαλαισιανά, είναι το (μεταξύ άλλων) “για”. Το 65 δεν χρειάζεται μετάφραση. Μπράβο της λοιπόν της Ινδονησίας, όχι μόνο επειδή ξεφορτώθηκε τους Ολλανδούς μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά κι επειδή ο κόσμος της, ακόμη και στη... rough πρωτεύουσά της, σε ποσοστό τέτοιο που να κάνει έναν επισκέπτη σαν εμένα να εκφέρει άποψη, έχει παραμείνει φιλικός, προσιτός, συμπαθητικότατος.
Babaduma, φοβάμαι να σου ζητήσω πληροφορίες για καταλύματα , ξέροντας ότι πέρσι έμεινες τέσσερα βράδια στο Hilton. Βασικά χρειάζομαι ένα καλό δωμάτιο στο Bandung, τη βραδιά που θα έρθει η φίλη μου. Για τις τέσσερις βραδιές στη Yogya έχουμε καταλήξει (χωρίς όμως να έχουμε κάνει και κράτηση). Αν έχεις κάτι να προτείνεις για αυτές τις δύο πόλεις, be my guest. Στο Solo και στη Surabaya θα είμαι πάλι μόνος, άνευ γυναίκας, οπότε θα βολευτώ πάλι όπως-όπως σε ό,τι φθηνότερο βρω.
Attachments
-
67 KB Προβολές: 76