latina
Member
- Μηνύματα
- 1.414
- Likes
- 299
- Επόμενο Ταξίδι
- ??
- Ταξίδι-Όνειρο
- κούβα και ινδία
Στις 31/3 είναι η επίσημη ανακοίνωση των γαστρονομικών αριστείων του 2009. Οι φετινοί «Χρυσοί Σκούφοι», όμως, έχουν σημαντικές καινοτομίες. Εκτός από τα καθιερωμένα βραβεία υψηλής γαστρονομίας για όλη την Ελλάδα, φέτος (και στο εξής κάθε χρόνο) βραβεύονται και τα καλύτερα εστιατόρια και ταβέρνες ελληνικής κουζίνας ανά την επικράτεια - και είναι πολλά. Το ειδικό βραβείο για την άριστη σχέση ποιότητας-τιμής επανέρχεται φέτος δυνατά. Φυσικά, θα επιβραβευτούν το καλύτερο σέρβις και η καλύτερη wine list αλλά και η προσωπικότητα της χρονιάς. Ποιοι θα είναι οι νικητές; Οι απαντήσεις στις 31 Μαρτίου στο «Ledra Marriott»...
η ελληνικη κουζινα στο επικεντρο!
Καθώς η ελληνική γαστρονομία παίρνει φωτιά σ' ολόκληρη την επικράτεια, οι «Χρυσοί Σκούφοι» βραβεύουν για πρώτη φορά τα καλύτερα εστιατόρια σε όλη την Ελλάδα καθιερώντας τα Βραβεία Ελληνικής Κουζίνας. Η γαλανόλευκη κυματίζει πλέον υπερήφανη πάνω από μαρμίτες, κερδίζοντας με το σπαθί της καταξίωση και επιβράβευση.
Φέτος, στο 16ο σκαλοπάτι τους, οι «Χρυσοί Σκού*φοι» επιχειρούν με μεγάλη χαρά μια σημαντική καινοτομία που σφραγίζει την εξέλιξή τους. Βραβεύουν για πρώτη φορά, εκτός από τα καλύτερα ρεστοράν υψηλής γαστρονομίας της χώρας, και τα καλύτερα εστιατόρια της επικράτειας που τιμούν την ελληνική γεύση - σε παραδοσιακή ή σύγχρονη εκδοχή. Και σ' αυτήν την περίπτωση η μεθοδολογία που εφαρμόζουμε είναι η ίδια με αυτήν της υψηλής γαστρονομίας, με κάποιες μικρές παραλλαγές. Από την Αλεξανδρούπολη, την Ξάνθη και τη Φλώρινα μέχρι την Κέρκυρα, τη Ρόδο και την Κρήτη, οι γαστρονομικοί επιθεωρητές «αθηνοράματος», «Alpha Guide» και «Χρυσών Σκούφων» κυριολεκτικά ανέσκαψαν παραδοσιακές μαρμίτες και προχωρημένες κουζίνες για να καταγράψουν και να αξιολογήσουν όλο το φάσμα της ελληνικής κουζίνας, να ξεχωρίσουν την αφρόκρεμα και να τη βραβεύσουν. Με μια απονομή ξεχωριστών αριστείων τιμούμε και αναδεικνύουμε όλους τους χώρους εστίασης που διακρίνονται στο χώρο της ελληνικής κουζίνας, ανεξάρτητα από το γαστρονομικό τους στιλ.
Στην έναρξη της τελετής απονομής στις 31 Μαρτίου, οι «Χρυσοί Σκούφοι» θα υπογραμμίσουν τη φετινή τους καινοτομία μ' ένα γαστρονομικό χάπενινγκ στηριγμένο σε τάπας που αντλούν την έμπνευσή τους από την κρητική παράδοση με την υπογραφή του Χριστόφορου Πέσκια, συμβούλου γεύσης της Creta Farm (που στηρίζει το νέο Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας). Οι δημιουργίες του Πέσκια θα συνοδεύονται από ελληνικά ποτά: το εμβληματικό METAXA (επίσης υποστηρικτής του νέου Βραβείου Ελληνικής Κουζίνας), σε μορφή δροσερού απεριτίφ με τόνικ, και τρεις εξαιρετικές μπίρες (Pilsner, Weiss, Smoked) της Craft , της πρώτης ντόπιας μικροζυθοποιίας (υποστηρικτής των φετινών «Χρυσών Σκούφων»).
Πώς έφτασε η ελληνική κουζίνα στο πόντιουμ των «Χρυσών Σκούφων»
Η άνθηση της ελληνικής κουζίνας την τελευταία δεκαετία, που οδήγησε τους φετινούς «Χρυσούς Σκούφους» στη θέσπιση του νέου βραβείου, δεν είναι βέβαια ένα τυχαίο γεγονός ούτε οφείλεται αποκλειστικά σε κάποιους ταλαντούχους σεφ. Έπρεπε να δημιουργηθούν πρώτα οι κοινωνικές συνθήκες που θα προετοίμαζαν το έδαφος για να γίνει η Ελλάδα μόδα και στις κουζίνες των εστιατορίων. Καθώς οι Αθηναίοι άρχισαν να ακολουθούν ξέφρενους ρυθμούς μητροπολιτικής ζωής, στερήθηκαν τη σιγουριά του σπιτικού φαγητού, τη θαλπωρή της παράδοσης. Η «κυριλέ» γαλλική κουζίνα δεν μπορούσε να καλύψει αυτό το γαστρο-συναισθηματικό κενό και την ανάγκη για αυθεντικό ελληνικό φαγητό. Παράλληλα, πολλοί Έλληνες σεφ βγήκαν στο εξωτερικό, δούλεψαν δίπλα σε διάσημους συναδέλφους τους και προπονήθηκαν σε προχωρημένες μαγειρικές τεχνικές. Οι δύο αυτές συνθήκες σε συνδυασμό με την τάση των τελευταίων χρόνων για επιστροφή στις ρίζες έστρωσαν το δρόμο όπου θα πατούσε γκάζι η ελληνική κουζίνα.
Η ιστορία της βράβευσης της ελληνικής κουζίνας από τους «Χρυσούς Σκούφους» ξεκινάει το 1996. Εστιατόρια όπως η «Βιτρίνα», το «Απάγκιο», η «Καλλίστη», τα «Κιούπια» κέρδισαν τα πρώτα ειδικά βραβεία μαγειρεύοντας περήφανα από τη μια τις σπεσιαλιτέ της ελληνικής τοπικής κουζίνας και από την άλλη τις εξελιγμένες γεύσεις ενός νεοελληνικού ρεπερτορίου που άρχισε τότε να εμφανίζεται. Στους «Χρυσούς Σκούφους» του 2003 τιμώνται για πρώτη φορά και τα 10 καλύτερα εστιατόρια της υπόλοιπης Ελλάδας, εκτός από αυτά της Αθήνας, και ταυτόχρονα βραβεύονται δυνατά ελληνικά ονόματα, όπως ο «Διόνυσος» στο «Elounda Beach», με τον Γιάννη Μπαξεβάνη, και ο «Μαυρίκος» στη Ρόδο, με τον Δημήτρη Μαυρίκο στην κουζίνα. Την επόμενη (ολυμπιακή) σεζόν 2003-04 θα ξεσπάσει... η επανάσταση. Το opening δύο εμβληματικών ελληνικών υπερπαραγωγών όπως ο «Milos» και το «48» πυροδοτεί την αλλαγή νοοτροπίας των σεφ και των επιχειρηματιών της εστίασης μέσα στο κλίμα ολυμπιακού ενθουσιασμού που επικρατεί. Από φτωχός συγγενής, η ελληνική κουζίνα γίνεται προνομιούχο πεδίο γαστρονομικού μάρκετινγκ και τα εστιατόρια που την υπηρετούν ανθούν το ένα μετά το άλλο σ' όλη την Ελλάδα. Η ουσία αυτής της επανάστασης όμως βρίσκεται σε πολλά επιμέρους στοιχεία. Ο «Milos» έφερε τις πρώτες ύλες στο προσκήνιο, εκφράζοντας την ελληνική δωρικότητα του να διαλέγεις υπέροχα ψάρια, εξαιρετικά κρέατα, σπάνια και αυθεντικά βότανα και με άψογη μαγειρική τεχνική να δημιουργείς, χωρίς φρου φρου κι αρώματα, «γαλανόλευκες» σπεσιαλιτέ που η γευστική τους αλήθεια συγκλονίζει. Ο Χριστόφορος Πέσκιας καλλιτέχνησε στο «48» πατώντας στο ρηξικέλευθο μονοπάτι της καινοτομίας. μελέτησε τις γευστικές μνήμες της παράδοσης και δημιούργησε εμπνεόμενος από αυτές conceptual νεολογισμούς μεταμοντέρνου γαστρονομικού ελληνισμού - σύμβολό του το περίφημο σούσι ντομάτας. Από το φυτώριο του «48» ξεπήδησαν πολλά νέα ταλέντα, που μας μαγείρεψαν μια απρόσμενα δημιουργική κουζίνα σε εστιατόρια όπως το «Αθήρι», το «Urban», το «Oil Resto», ο «Βασίλαινας», το «Aleria» και άλλα.
Μέσα στο κλίμα της ελληνικής γαστρονομικής ευφορίας που ακολούθησε ζήσαμε την ανάπτυξη καινούργιων τάσεων, που διεύρυναν ακόμη περισσότερο το στιλιστικό ρεπερτόριο της νεοελληνικής γεύσης. Είδαμε το «λόμπι» της κρητικής κουζίνας να καταλαμβάνει την πρωτεύουσα με πάμπολλα ρεστοράν και ταβέρνες. Είδαμε κι άλλους να παίρνουν θάρρος και να σερβίρουν σιγά σιγά τοπικές σπεσιαλιτέ από διάφορες γωνιές της Ελλάδας -Μάνη, Νάξος, Λήμνος, Μέτσοβο, Λέσβος, Κάρπαθος- και να χρωματίζουν με τον τρόπο τους το ψηφιδωτό της παραδοσιακής γαστρονομίας. Είδαμε όμως και ιδιότυπα στιλ να πλουτίζουν τον εθνικό γευστικό κήπο: ο Βασίλης Καλίδης ανακατεύει την τράπουλα των παραδοσιακών συνταγών και υλικών και δημιουργεί πρωτόγνωρους συνδυασμούς (π.χ. σουτζουκάκια σμυρναίικα από γαύρο). ο Γιάννης Μπαξεβάνης στη «Γιορτή» του φέρνει την ταβέρνα σε επαφή με τον Michelin μέσα από το εκφραστικό ραφινάρισμα της παράδοσης. ο Χριστόφορος Πέσκιας κεντάει μια πρωτότυπη νεο-κρητική κουζίνα στο «Dakos». ο Γιώργος Βενιέρης απλώνει στο «Electra Restaurant» την ελεγκάντσα μιας νέας γαστρονομικής αισθητικής η οποία μετατρέπει την παράδοση σε σπεσιαλιτέ που θα εντυπωσίαζαν και Γάλλους.
Και δεν είναι μόνο η πρωτεύουσα. Τώρα αρχίζει να παίρνει φωτιά και η υπόλοιπη Ελλάδα. Γαστρονομικά «συντηρητικές» περιοχές, όπως η Αλεξανδρούπολη, η Ξάνθη, η Καβάλα και η Φλώρινα, διαθέτουν πλέον ελληνικά εστιατόρια με ψαγμένη κουζίνα που θα μπορούσαν να κάνουν άνετα καριέρα στην Αθήνα. Στους κατεξοχήν τουριστικούς μας προορισμούς, η διάδοση των καλών ελληνικών εστιατορίων αποτελεί πλέον βασικό χαρακτηριστικό του γαστρονομικού τους χάρτη. Ακόμη και πετυχημένοι Έλληνες σεφ του εξωτερικού επιστρέφουν στα πάτρια και κάνουν σουξέ· για παράδειγμα, ο Γιώργος Καλομπάρης από τη Μελβούρνη, που «μετοίκησε» στο «Belvedere» της Μυκόνου.
Η ελληνική κουζίνα στην Ελλάδα έχει πάρει φωτιά και οι «Χρυσοί Σκούφοι», βραβεύοντας την αφρόκρεμα, ρίχνουν την κατάλληλη στιγμή το λάδι που θα τη φουντώσει. Αποδεικνύουν έτσι για ακόμη μία φορά τα γρήγορα αντανακλαστικά, τη διορατικότητα και την τεχνογνωσία που τους έχουν αναδείξει σε κορυφαίο γαστρονομικό γεγονός της χώρας.
τι αλλαζει φετος???
Στη φετινή διοργάνωση καθιερώνονται δύο ομάδες βραβείων: οι «Χρυσοί Σκούφοι» και τα νεοσύστατα Βραβεία Ελληνικής Κουζίνας. Η πρώτη αφορά τα εστιατόρια που διακρίνονται για τις επιδόσεις τους στο χώρο της υψηλής γαστρονομίας και γι' αυτόν το λόγο τιμούνται με «Χρυσό Σκούφο» (έναν ή περισσότερους, ανάλογα με το επίπεδο). Απαραίτητη προϋπόθεση γι' αυτό είναι η αξιολόγηση του εστιατορίου από τους κριτές να εκφράζεται με βαθμό από 14,5/20 και πάνω. Η δεύτερη ομάδα αφορά εστιατόρια ή ταβέρνες που διακρίνονται για τις επιδόσεις τους στην ελληνική κουζίνα. Εδώ το κατώφλι της βράβευσης γράφει 13,5/20· και αυτή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να ανεβεί ένα εστιατόριο (ή μια ταβέρνα) στο πόντιουμ των διακεκριμένων. Είναι προφανές ότι, αν ένα εστιατόριο προσφέρει ελληνική κουζίνα άξια για βαθμό ίσο ή μεγαλύτερο του 14,5/20, βραβεύεται τόσο με «Χρυσό Σκούφο» όσο και με Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας.
πηγη: www.athinorama.gr -Δημητρης Αντωνοπουλος
η ελληνικη κουζινα στο επικεντρο!
Καθώς η ελληνική γαστρονομία παίρνει φωτιά σ' ολόκληρη την επικράτεια, οι «Χρυσοί Σκούφοι» βραβεύουν για πρώτη φορά τα καλύτερα εστιατόρια σε όλη την Ελλάδα καθιερώντας τα Βραβεία Ελληνικής Κουζίνας. Η γαλανόλευκη κυματίζει πλέον υπερήφανη πάνω από μαρμίτες, κερδίζοντας με το σπαθί της καταξίωση και επιβράβευση.
Φέτος, στο 16ο σκαλοπάτι τους, οι «Χρυσοί Σκού*φοι» επιχειρούν με μεγάλη χαρά μια σημαντική καινοτομία που σφραγίζει την εξέλιξή τους. Βραβεύουν για πρώτη φορά, εκτός από τα καλύτερα ρεστοράν υψηλής γαστρονομίας της χώρας, και τα καλύτερα εστιατόρια της επικράτειας που τιμούν την ελληνική γεύση - σε παραδοσιακή ή σύγχρονη εκδοχή. Και σ' αυτήν την περίπτωση η μεθοδολογία που εφαρμόζουμε είναι η ίδια με αυτήν της υψηλής γαστρονομίας, με κάποιες μικρές παραλλαγές. Από την Αλεξανδρούπολη, την Ξάνθη και τη Φλώρινα μέχρι την Κέρκυρα, τη Ρόδο και την Κρήτη, οι γαστρονομικοί επιθεωρητές «αθηνοράματος», «Alpha Guide» και «Χρυσών Σκούφων» κυριολεκτικά ανέσκαψαν παραδοσιακές μαρμίτες και προχωρημένες κουζίνες για να καταγράψουν και να αξιολογήσουν όλο το φάσμα της ελληνικής κουζίνας, να ξεχωρίσουν την αφρόκρεμα και να τη βραβεύσουν. Με μια απονομή ξεχωριστών αριστείων τιμούμε και αναδεικνύουμε όλους τους χώρους εστίασης που διακρίνονται στο χώρο της ελληνικής κουζίνας, ανεξάρτητα από το γαστρονομικό τους στιλ.
Στην έναρξη της τελετής απονομής στις 31 Μαρτίου, οι «Χρυσοί Σκούφοι» θα υπογραμμίσουν τη φετινή τους καινοτομία μ' ένα γαστρονομικό χάπενινγκ στηριγμένο σε τάπας που αντλούν την έμπνευσή τους από την κρητική παράδοση με την υπογραφή του Χριστόφορου Πέσκια, συμβούλου γεύσης της Creta Farm (που στηρίζει το νέο Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας). Οι δημιουργίες του Πέσκια θα συνοδεύονται από ελληνικά ποτά: το εμβληματικό METAXA (επίσης υποστηρικτής του νέου Βραβείου Ελληνικής Κουζίνας), σε μορφή δροσερού απεριτίφ με τόνικ, και τρεις εξαιρετικές μπίρες (Pilsner, Weiss, Smoked) της Craft , της πρώτης ντόπιας μικροζυθοποιίας (υποστηρικτής των φετινών «Χρυσών Σκούφων»).
Πώς έφτασε η ελληνική κουζίνα στο πόντιουμ των «Χρυσών Σκούφων»
Η άνθηση της ελληνικής κουζίνας την τελευταία δεκαετία, που οδήγησε τους φετινούς «Χρυσούς Σκούφους» στη θέσπιση του νέου βραβείου, δεν είναι βέβαια ένα τυχαίο γεγονός ούτε οφείλεται αποκλειστικά σε κάποιους ταλαντούχους σεφ. Έπρεπε να δημιουργηθούν πρώτα οι κοινωνικές συνθήκες που θα προετοίμαζαν το έδαφος για να γίνει η Ελλάδα μόδα και στις κουζίνες των εστιατορίων. Καθώς οι Αθηναίοι άρχισαν να ακολουθούν ξέφρενους ρυθμούς μητροπολιτικής ζωής, στερήθηκαν τη σιγουριά του σπιτικού φαγητού, τη θαλπωρή της παράδοσης. Η «κυριλέ» γαλλική κουζίνα δεν μπορούσε να καλύψει αυτό το γαστρο-συναισθηματικό κενό και την ανάγκη για αυθεντικό ελληνικό φαγητό. Παράλληλα, πολλοί Έλληνες σεφ βγήκαν στο εξωτερικό, δούλεψαν δίπλα σε διάσημους συναδέλφους τους και προπονήθηκαν σε προχωρημένες μαγειρικές τεχνικές. Οι δύο αυτές συνθήκες σε συνδυασμό με την τάση των τελευταίων χρόνων για επιστροφή στις ρίζες έστρωσαν το δρόμο όπου θα πατούσε γκάζι η ελληνική κουζίνα.
Η ιστορία της βράβευσης της ελληνικής κουζίνας από τους «Χρυσούς Σκούφους» ξεκινάει το 1996. Εστιατόρια όπως η «Βιτρίνα», το «Απάγκιο», η «Καλλίστη», τα «Κιούπια» κέρδισαν τα πρώτα ειδικά βραβεία μαγειρεύοντας περήφανα από τη μια τις σπεσιαλιτέ της ελληνικής τοπικής κουζίνας και από την άλλη τις εξελιγμένες γεύσεις ενός νεοελληνικού ρεπερτορίου που άρχισε τότε να εμφανίζεται. Στους «Χρυσούς Σκούφους» του 2003 τιμώνται για πρώτη φορά και τα 10 καλύτερα εστιατόρια της υπόλοιπης Ελλάδας, εκτός από αυτά της Αθήνας, και ταυτόχρονα βραβεύονται δυνατά ελληνικά ονόματα, όπως ο «Διόνυσος» στο «Elounda Beach», με τον Γιάννη Μπαξεβάνη, και ο «Μαυρίκος» στη Ρόδο, με τον Δημήτρη Μαυρίκο στην κουζίνα. Την επόμενη (ολυμπιακή) σεζόν 2003-04 θα ξεσπάσει... η επανάσταση. Το opening δύο εμβληματικών ελληνικών υπερπαραγωγών όπως ο «Milos» και το «48» πυροδοτεί την αλλαγή νοοτροπίας των σεφ και των επιχειρηματιών της εστίασης μέσα στο κλίμα ολυμπιακού ενθουσιασμού που επικρατεί. Από φτωχός συγγενής, η ελληνική κουζίνα γίνεται προνομιούχο πεδίο γαστρονομικού μάρκετινγκ και τα εστιατόρια που την υπηρετούν ανθούν το ένα μετά το άλλο σ' όλη την Ελλάδα. Η ουσία αυτής της επανάστασης όμως βρίσκεται σε πολλά επιμέρους στοιχεία. Ο «Milos» έφερε τις πρώτες ύλες στο προσκήνιο, εκφράζοντας την ελληνική δωρικότητα του να διαλέγεις υπέροχα ψάρια, εξαιρετικά κρέατα, σπάνια και αυθεντικά βότανα και με άψογη μαγειρική τεχνική να δημιουργείς, χωρίς φρου φρου κι αρώματα, «γαλανόλευκες» σπεσιαλιτέ που η γευστική τους αλήθεια συγκλονίζει. Ο Χριστόφορος Πέσκιας καλλιτέχνησε στο «48» πατώντας στο ρηξικέλευθο μονοπάτι της καινοτομίας. μελέτησε τις γευστικές μνήμες της παράδοσης και δημιούργησε εμπνεόμενος από αυτές conceptual νεολογισμούς μεταμοντέρνου γαστρονομικού ελληνισμού - σύμβολό του το περίφημο σούσι ντομάτας. Από το φυτώριο του «48» ξεπήδησαν πολλά νέα ταλέντα, που μας μαγείρεψαν μια απρόσμενα δημιουργική κουζίνα σε εστιατόρια όπως το «Αθήρι», το «Urban», το «Oil Resto», ο «Βασίλαινας», το «Aleria» και άλλα.
Μέσα στο κλίμα της ελληνικής γαστρονομικής ευφορίας που ακολούθησε ζήσαμε την ανάπτυξη καινούργιων τάσεων, που διεύρυναν ακόμη περισσότερο το στιλιστικό ρεπερτόριο της νεοελληνικής γεύσης. Είδαμε το «λόμπι» της κρητικής κουζίνας να καταλαμβάνει την πρωτεύουσα με πάμπολλα ρεστοράν και ταβέρνες. Είδαμε κι άλλους να παίρνουν θάρρος και να σερβίρουν σιγά σιγά τοπικές σπεσιαλιτέ από διάφορες γωνιές της Ελλάδας -Μάνη, Νάξος, Λήμνος, Μέτσοβο, Λέσβος, Κάρπαθος- και να χρωματίζουν με τον τρόπο τους το ψηφιδωτό της παραδοσιακής γαστρονομίας. Είδαμε όμως και ιδιότυπα στιλ να πλουτίζουν τον εθνικό γευστικό κήπο: ο Βασίλης Καλίδης ανακατεύει την τράπουλα των παραδοσιακών συνταγών και υλικών και δημιουργεί πρωτόγνωρους συνδυασμούς (π.χ. σουτζουκάκια σμυρναίικα από γαύρο). ο Γιάννης Μπαξεβάνης στη «Γιορτή» του φέρνει την ταβέρνα σε επαφή με τον Michelin μέσα από το εκφραστικό ραφινάρισμα της παράδοσης. ο Χριστόφορος Πέσκιας κεντάει μια πρωτότυπη νεο-κρητική κουζίνα στο «Dakos». ο Γιώργος Βενιέρης απλώνει στο «Electra Restaurant» την ελεγκάντσα μιας νέας γαστρονομικής αισθητικής η οποία μετατρέπει την παράδοση σε σπεσιαλιτέ που θα εντυπωσίαζαν και Γάλλους.
Και δεν είναι μόνο η πρωτεύουσα. Τώρα αρχίζει να παίρνει φωτιά και η υπόλοιπη Ελλάδα. Γαστρονομικά «συντηρητικές» περιοχές, όπως η Αλεξανδρούπολη, η Ξάνθη, η Καβάλα και η Φλώρινα, διαθέτουν πλέον ελληνικά εστιατόρια με ψαγμένη κουζίνα που θα μπορούσαν να κάνουν άνετα καριέρα στην Αθήνα. Στους κατεξοχήν τουριστικούς μας προορισμούς, η διάδοση των καλών ελληνικών εστιατορίων αποτελεί πλέον βασικό χαρακτηριστικό του γαστρονομικού τους χάρτη. Ακόμη και πετυχημένοι Έλληνες σεφ του εξωτερικού επιστρέφουν στα πάτρια και κάνουν σουξέ· για παράδειγμα, ο Γιώργος Καλομπάρης από τη Μελβούρνη, που «μετοίκησε» στο «Belvedere» της Μυκόνου.
Η ελληνική κουζίνα στην Ελλάδα έχει πάρει φωτιά και οι «Χρυσοί Σκούφοι», βραβεύοντας την αφρόκρεμα, ρίχνουν την κατάλληλη στιγμή το λάδι που θα τη φουντώσει. Αποδεικνύουν έτσι για ακόμη μία φορά τα γρήγορα αντανακλαστικά, τη διορατικότητα και την τεχνογνωσία που τους έχουν αναδείξει σε κορυφαίο γαστρονομικό γεγονός της χώρας.
τι αλλαζει φετος???
Στη φετινή διοργάνωση καθιερώνονται δύο ομάδες βραβείων: οι «Χρυσοί Σκούφοι» και τα νεοσύστατα Βραβεία Ελληνικής Κουζίνας. Η πρώτη αφορά τα εστιατόρια που διακρίνονται για τις επιδόσεις τους στο χώρο της υψηλής γαστρονομίας και γι' αυτόν το λόγο τιμούνται με «Χρυσό Σκούφο» (έναν ή περισσότερους, ανάλογα με το επίπεδο). Απαραίτητη προϋπόθεση γι' αυτό είναι η αξιολόγηση του εστιατορίου από τους κριτές να εκφράζεται με βαθμό από 14,5/20 και πάνω. Η δεύτερη ομάδα αφορά εστιατόρια ή ταβέρνες που διακρίνονται για τις επιδόσεις τους στην ελληνική κουζίνα. Εδώ το κατώφλι της βράβευσης γράφει 13,5/20· και αυτή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να ανεβεί ένα εστιατόριο (ή μια ταβέρνα) στο πόντιουμ των διακεκριμένων. Είναι προφανές ότι, αν ένα εστιατόριο προσφέρει ελληνική κουζίνα άξια για βαθμό ίσο ή μεγαλύτερο του 14,5/20, βραβεύεται τόσο με «Χρυσό Σκούφο» όσο και με Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας.
πηγη: www.athinorama.gr -Δημητρης Αντωνοπουλος
Last edited by a moderator: