Anas Tassos
Member
- Μηνύματα
- 168
- Likes
- 1.231
- Ταξίδι-Όνειρο
- Παπούα Νεα Γουινέα
Κεφάλαιο 9ο. Ερμπίλ / Άρβηλα / Hweler
Τρίτη, 27 Σεπτεμβρίου. Πάμε Ερμπίλ και Σακλάβα.
Παίρνουμε πρωινό στο ξενοδοχείο όπου δυστυχώς δε διαθέτουν καφέ. Χρειάστηκε αρκετό ψάξιμο στο Ντοχούκ, ώσπου να βρούμε ένα καφενείο που διαθέτει καφέ. Το καφενείο είναι λαϊκό και δε διαθέτει τόσο πολλά καθίσματα. Ένας ηλικιωμένος Κούρδος, με σαλβάρια, αμέσως σηκώνεται και μου δίνει την καρέκλα του να καθίσω. Δε μπορώ να αντισταθώ στην επιμονή του. Τι φιλόξενο κόσμο συνάντησα στο Κουρδιστάν! Δε θέλω να γράφω κάθε λίγο αναφορές, ελπίζω να γράψω στο τέλος ένα κεφάλαιο για να σας πω τις συνολικές εντυπώσεις από αυτό το ταξίδι, χωρίς να διακόπτω συνέχεια. Αλλά κάθε τόσο η νοσταλγία με σπρώχνει σε ενδιάμεσα σχόλια.
Στο Ιρακινό Κουρδιστάν δεν υπάρχει λεωφορειακή συγκοινωνία. Το μόνο δημόσιο συγκοινωνιακό μέσον που διατίθεται είναι το συλλογικό ταξί. Υπάρχουν εταιρίες που τα διαθέτουν με καθορισμένο κόμιστρο για κάθε διαδρομή. Και φυσικά υπάρχουν και ιδιωτικά ταξί.
Κατεβαίνουμε δίπλα στο ξενοδοχείο όπου βρίσκεται το γραφείο ταξί «Μπαζ». Έχει σήμα το γεράκι, έτσι λέγεται στα Αραβικά το αρπακτικό πτηνό. Ένα ταξί με έναν χοντρό οδηγό μας φορτώνει με τις αποσκευές μας, και φεύγουμε. Ταξιδεύουμε τέσσερες επιβάτες, πληρώνοντας 15,000 δηνάρια Ιράκ ο καθένας.
(Την εποχή του ταξιδιού η ανταλλακτική αξία είναι 1,500 Ιρακινά δηνάρια στο ένα ευρώ)
Ο οδηγός είναι πολύ φιλικός και καθώς κάθομαι δίπλα του, πιάνουμε την κουβέντα, δε θυμάμαι πως τα καταφέραμε και με ποιες γλώσσες συνεννοηθήκαμε. Οι άλλοι πίσω (οι Κούρδοι και ο Γιάννης) το ρίχνουν στον ύπνο. Ο χοντρός φίλος ταξιτζής τρέχει σαν παλαβός. Δεν αφήνει αυτοκίνητο χωρίς να το προσπεράσει!
Κάνουμε μόνο μια στάση στο δρόμο γιατί ένας ντόπιος που ανακατεύτηκε θέλει να πάρει λίγο αέρα και να ξεράσει.
Σε δυο ώρες και κάτι λεπτά περίπου φθάνουμε στην πόλη Ερμπίλ. Τακτοποιούμαστε σ` ένα ξενοδοχείο κοντά στον σταθμό των ταξί.
Το τέμενος Τζελίλ Χαγιάτ είναι το μεγαλύτερο του Ερμπίλ. Κτίστηκε σε στιλ που θυμίζει το τζαμί του Μοχάμεντ Άλι στο Κάιρο και ολοκληρώθηκε πρόσφατα, το 2007. Η φωτογραφία πάρθηκε μέσα από το ταξί.
Το Ερμπίλ, με γύρω στο ένα εκατομμύριο κατοίκους, είναι πρωτεύουσα της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής. Κι εδώ μεγάλη ανάπτυξη και οικοδομική δραστηριότητα. Αλλά δεν είναι κάτι σαν το Ντόχουκ, είναι όντως ένα αξιοθέατο, και χρειάζεται χρόνο.
Και αφού δεν έχουμε και πολύ στη διάθεσή μας ξεκινάμε αμέσως για το κέντρο της πόλης. Καθόμαστε σε μια ψησταριά στο κέντρο, όπου παραγγέλνουμε φαγητό καθώς έχει σχεδόν μεσημεριάσει και αρχίζω να προγραμματίζω τις επόμενες κινήσεις μας, συζητώντας και τρώγοντας το ψητό κοτόπουλο (που είναι χάλια, μάλλον χθεσινό, τι περίμενα τέτοια ώρα).
Εκτός από το Ερμπίλ θέλω να πάμε και λίγο στα βουνά του Κουρδιστάν, σε μια περιοχή όπου η πόλη Σακλάβα προτείνεται, από τον τουριστικό οδηγό και άλλους ταξιδιώτες, ως ημερήσια εκδρομή. Με τη σκέψη ότι καλό είναι, λόγω της συγκοινωνιακής δυσκολίας, να πάμε πρώτα εκεί, μόλις τελειώνουμε ότι μπορέσαμε από το χάλια κοτόπουλο, βγαίνω στο δρόμο και παίρνω ταξί. Ζητώ από τον ταξιτζή να μας πάει στο σταθμό των συλλογικών ταξί για τη Σακλάβα. Ο ταξιτζής μού απαντάει ότι μπορεί να μας πάει και ο ίδιος ως εκεί. Αγγλικά δε μιλάει τίποτα, αλλά είναι ένας συμπαθέστατος ηλικιωμένος με σαλβάρια. Και συνεννοούμαστε με μια λογική τιμή να μας πάει στη Σακλάβα μετ επιστροφής.
Η απόσταση από Ερμπίλ έως Shaqlawa (Σακλάβα) είναι περίπου 50 χλμ με Βορειανατολική κατεύθυνση. Ο δρόμος ανεβαίνει στα βουνά. Φθάνουμε μετά μία ώρα.
Ο ταξιτζής μας, όντας μουσουλμάνος, μας αφήνει κοντά στο τζαμί όπου πάει να προσευχηθεί. Όσην ώρα προσεύχεται κάνουμε μια βόλτα στην πόλη. Αλλά δεν είναι κάτι που ενθουσιάζει. Είναι και μεσημέρι και όλα δείχνουν κλειστά. Η Shaqlawa είναι μια κωμόπολη με αρκετές χριστιανικές εκκλησίες πάνω στα βουνά, σε υψόμετρο 900 μέτρα περίπου. Οι Ιρακινοί έρχονται συχνά για εκδρομή και φαγητό ξεφεύγοντας από την ζέστη και την μονοτονία της υπόλοιπης χώρας. Αλλά νομίζω ότι δεν έχει κάτι το πραγματικά αξιόλογο για τον ξένο τουρίστα.
Επιστρέφουμε στο χώρο σαν πλατεία κοντά στο τζαμί. Εδώ μας υποδέχονται πολύ φιλόξενα ο σεΐχης του τζαμιού με τον γιό του. Μας δείχνουν έναν πλάτανο 700 χρόνων και μας προσφέρουν τσάι δίπλα σε μια δεξαμενή νερού. Ωραίος κόσμος.
Το κινητό τηλέφωνο του ταξιτζή μας χτυπάει και είναι τα παιδιά του που τον ψάχνουν ανήσυχα, διότι δεν πήγε σπίτι για μεσημεριανό φαγητό. Φοβήθηκαν μήπως έχει πάει κούρσα στο Κιρκούκ, όπου του λένε ότι προ ολίγου έγινε μια φονική επίθεση, και ρωτάνε που βρίσκεται. Δίνει εξηγήσεις ότι είναι στην αντίθετη κατεύθυνση στα βουνά και είναι απόλυτα ασφαλής.
Άποψη του κάστρου Khanzad στο ενδιάμεσο της διαδρομής Ερμπίλ - Σακλάβα.
Άποψη της Σακλάβα από κάποιο λόφο.
Σακλάβα. Σε πρώτο πλάνο ο ταξιτζής. Πίσω ο σεΐχης με το γιο του και ο συνταξιδιώτης μου.
Επιστρέφουμε στο Ερμπίλ όπου έχουμε πολύ λίγο χρόνο ξεκούρασης, μιλάμε για καμιά ώρα, στο ξενοδοχείο. Θέλω να επισκεφθούμε τώρα το απόγευμα την πόλη.
Μια πόλη με ιστορία έξι χιλιετιών.
Το Ερμπίλ έχει ιστορία τουλάχιστον έξι χιλιετών. Σουμέριοι, Ασσύριοι, Μήδοι υπήρξαν διαδοχικά οι κύριοι της αρχαίας πόλης που βρισκόταν πάνω σε ένα λόφο, οχυρωμένο σαν ακρόπολη.
Ο Κύρος ο Μέγας έκανε την πόλη πρωτεύουσα μιας Περσικής σατραπείας. Στα αρχαία χρόνια οι Έλληνες το ονόμαζαν Άρβηλα ενώ σήμερα ονομάζεται από τους Κούρδους Hewlêr.
Το 331 προ Χριστού έγινε στα Γαυγάμηλα η αποφασιστική μάχη στην οποία ο Αλέξανδρος κατατρόπωσε το Δαρείο τον Τρίτο καταλύοντας την αυτοκρατορία των Περσών. Ως ημερομηνία της μάχης θεωρείται η 1η Οκτωβρίου του 331. Ενώ η τοποθεσία τοποθετείται σε απόσταση εκατό περίπου χιλιομέτρων ΒΔ του Ερμπίλ, κάπου κοντά στο Ντοχούκ. Ωστόσο επειδή τα αρχαία Άρβηλα/Ερμπίλ ήταν και τότε το βασικό σημείο αναφοράς της περιοχής η μάχη είναι γνωστή και ως «Μάχη στα Άρβηλα».
Και δε θα μπορούσε ο ποιητής Καβάφης να αγνοήσει
«...την τελειωτική την μάχη,
όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός που στ` Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ` τ` Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην κ` εσαρώθη».
Μεγάλη λοιπόν ιστορία το Ερμπίλ, που στη συνέχεια της ιστορίας το κατέκτησαν, μεταξύ άλλων, Σελευκίδες, Πάρθοι, Ρωμαίοι, Αρμένιοι, Άραβες και Πέρσες Μουσουλμάνοι, Σελτζούκοι και Οθωμανοί Τούρκοι, ώσπου να καταλήξει στο νεότευκτο Ιράκ μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι κάτοικοι του σύγχρονου Ερμπίλ/Hawler είναι βέβαια σε πολύ μεγάλο ποσοστό Κούρδοι αλλά η πόλη είναι πολυεθνική και πολυπολιτισμική, με σημαντικές μειονότητες (Αράβων, Τουρκομάνων, Ασσυρίων, Χαλδαίων, Γιεζίντι και άλλες μικρότερες) και ποικιλία θρησκευτικών κοινοτήτων διαφόρων Ισλαμικών, Χριστιανικών και άλλων παραδόσεων.
Από το 1970 το Ερμπίλ έγινε έδρα μιας Συνέλευσης της «Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής» που ήταν χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα και γρήγορα καταργήθηκε. Η ανασύσταση έγινε το 1992, μετά τον πρώτο Πόλεμο του κόλπου, στον οποίο οι καταπιεσμένοι Κούρδοι συνήψαν ισχυρούς δεσμούς με τις Η.Π.Α.
Η διεθνώς αναγνωρισμένη Αυτονομία της Κουρδικής Περιοχής ήρθε μετά το δεύτερο πόλεμο του κόλπου και την πτώση του καθεστώτος Σαντάμ Χουσεΐν το 2003.
Δυστυχώς διαμάχες και βίαιες συγκρούσεις μεταξύ αντιμαχόμενων Κουρδικών παρατάξεων χαρακτηρίζουν το βίο του Αυτόνομου Ιρακινού Κουρδιστάν.
Αυτά τα λίγα που γράφω είναι τα κατά τη γνώμη μου απαραίτητα για την κατανόηση του ιστορικού περιβάλλοντος στην περιοχή. Περισσότερα ίσως γράψω στο τέλος συμπληρώνοντας την ιστορία και με μια σύντομη επισκόπηση των αλλαγών που επήλθαν στα εννέα χρόνια που πέρασαν από το ταξίδι.
Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι για αρκετά χρόνια παρακολουθούσα επιμελώς τις εξελίξεις στην περιοχή και όντως πραγματοποίησα το ταξίδι σε πολύ καλή στιγμή, ίσως στην καλύτερη χρονική συγκυρία.
Απόγευμα και βράδυ στο Ερμπίλ.
Νωρίς το απόγευμα λοιπόν φεύγουμε για να επισκεφτούμε το φρούριο της πόλης.
Το κάστρο είναι μια ακρόπολη πάνω σένα φύσει οχυρό «τελ», ένα λόφο όπου υπάρχουν ενδείξεις κατοίκησης από 8,000 χρόνια. Η πόλη του Ερμπίλ πάνω στην ακρόπολη είχε διαμορφωθεί πριν έξι χιλιάδες χρόνια και από τότε μέχρι σήμερα παραμένει ζωντανή, χωρίς σταματημό.
Για τούτο και η ακρόπολη του Ερμπίλ θεωρείται μια από τις παλαιότερες συνεχώς κατοικούμενες τοποθεσίες παγκοσμίως.
Το φρούριο που βλέπουμε σήμερα είναι βασικά Οθωμανικό κατασκεύασμα.
Ανεβαίνουμε στο λόφο, που έχει ύψος 32 μέτρα, από σκαλοπάτια. Το 2006 η τοπική κυβέρνησε έδιωξε από το κάστρο τους τρεις χιλιάδες κατοίκους που ως τότε απέμεναν εκεί και άρχισε εργασίες συντήρησης και ανάπλασης του χώρου.
Πέρυσι (στο 2010) υποβλήθηκε επίσημη υποψηφιότητα για την εγγραφή της ακρόπολης του Ερμπίλ στη λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco. Η τοπική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να διαθέσει κονδύλια 13 εκατομμυρίων US$ για τα έργα αποκατάστασης.
(Η συμπερίληψη της ακρόπολης του Ερμπίλ στη λίστα Παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco εγκρίθηκε το 2014).
Οι εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και υπάρχουν πολλές σκαλωσιές που εμποδίζουν την πρόσβαση σε μερικές περιοχές του κάστρου. Η επιφάνεια στην κορυφή του λόφου που περικλείεται από τα τείχη του φρουρίου είναι περίπου εκατό στρέμματα.
Διασχίζουμε την κεντρική περιοχή του κάστρου που είναι ανοιχτή σε επίσκεψη. Βλέπουμε το μεγάλο τζαμί και τα λουτρά.
Αναμνηστική φωτογραφία στο κάστρο. Πίσω μας το τζαμί και το Χαμάμ.
Επισκεπτόμαστε και ένα ενδιαφέρον «Κουρδικό μουσείο υφαντών» με αξιοπρόσεκτα κιλίμια καθώς και το μαγαζί Antikqala, με αξιόλογες αντίκες.
Ανεβήκαμε στο φρούριο από μια σκάλα κοντά στη γειτονιά που μένουμε, στη βόρεια πλευρά, αλλά καταλήγουμε στην αντίθετη πλευρά, μπροστά στη νότια πύλη, που είναι πάνω από τη μεγάλη κεντρική πλατεία της πόλης.
Η κεντρική πλατεία από τη Νότια πύλη του κάστρου.
Ερμπίλ. Θέα της πόλης από τη Βόρεια πλευρά του κάστρου.
Απόψεις της κεντρικής εισόδου της ακρόπολης τού Ερμπίλ από την κεντρική πλατεία.
Απόψεις της Κεντρικής πλατείας του Ερμπίλ.
Η πλατεία, όπου κατεβαίνουμε σε λίγο, είναι ήδη διαμορφωμένη με σιντριβάνια και ολόγυρα σκεπαστές στοές αλλά οι εργασίες συνεχίζονται.
Γύρω της εκτείνεται το τεράστιο παζάρι της πόλης. Από ότι κατάλαβα οι σκεπαστές στοές έχουν αναλάβει το ρόλο να κρύψουν τα παλιά μαγαζιά του παζαριού. Τώρα με τις στοές οι πλευρικές προσόψεις του παζαριού έχουν πάρει μια ομοιομορφία ενώ οι καταστηματάρχες εκσυγχρονίζουν τα μαγαζιά τους.
Προσωπικά βρίσκω πετυχημένη την όλη επέμβαση και ανάπλαση της πλατείας και το αποτέλεσμα μου αρέσει.
Επιστρέφουμε για λίγο στο ξενοδοχείο αλλά το βράδυ ξαναήρθαμε και το περνάμε κάνοντας βόλτα στην ίδια αυτή κεντρική πλατεία.
Η οποία είναι πολυσύχναστη όλη την ημέρα αλλά προ πάντων το βραδάκι αποτελεί χώρο περιπάτου και συνάντησης για όλες τις κοινωνικές τάξεις της πόλης. Ο κόσμος κάνει βόλτες στις πασαρέλες που έχουν διαμορφωθεί και βγάζει αναμνηστικές φωτογραφίες. Κάθονται στα παγκάκια, καταναλώνοντας πασατέμπο, τσάι, αναψυκτικά, παγωτά κλπ.
Καθόμαστε και εμείς σε ένα παγκάκι κόβοντας κίνηση. Σε λίγο ένας Κούρδος ηλικιωμένος (δηλαδή κοντά στα χρόνια μου!) με μαύρη παραδοσιακή ενδυμασία κάθεται δίπλα μας. Αυτή είναι μια συνηθισμένη συμπεριφορά στη Μέση Ανατολή. Σε κάποια στιγμή το κινητό του κάνει ηχητικό σήμα ότι πήρε κάποιο μήνυμα.
Ο άνθρωπος αφού το βλέπει γυρίζει στο μέρος μου και μου ζητάει ευγενικά να του μεταφράσω στα Κουρμανζτί το μήνυμα που του στάλθηκε στην Αραβική γλώσσα, την οποία δεν καταλαβαίνει. Εντάξει την ερώτηση την κατάλαβα (και τη θυμάμαι άνευ σημειώσεων!) αλλά οι γνώσεις μου δε φθάνουν μέχρις αυτό το σημείο. Ούτε στα Αραβικά, που κάτι καταλαβαίνω και συνεννοούμαι στα βασικά, ούτε στα Κουρμαντζί από τα οποία έχω μάθει τόσες λέξεις που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Σπας λέμε το ευχαριστώ, είναι η μοναδική Κουρδική λέξη που μου έμεινε ως σήμερα. Να το μεταδώσω και σε σας, αν σκοπεύετε να πάτε στο Κουρδιστάν θα σας χρειαστεί!
Τετάρτη, 28 Σεπτεμβρίου. Πρωί στο Ερμπίλ, επιστροφή στο Ντοχούκ.
Η χθεσινή ημέρα ήταν αξιόλογη και περάσαμε καλά. Συζητάμε τι θα κάνουμε στη συνέχεια. Ο συνταξιδιώτης μου προτείνει να μείνουμε άλλη μια ημέρα στο Ερμπίλ. Βασικό επιχείρημα ότι περνάμε πιο ευχάριστα. Ειδικά το βράδυ που βγαίνουμε στην κεντρική πλατεία, με τα σιντριβάνια, τη βόλτα και τα μαγαζιά στο παζάρι το θεωρεί δικαιολογημένα πιο ευχάριστο από το Ντοχούκ.
Όμως εγώ προτιμώ να γυρίσουμε σήμερα στο Ντοχούκ. Ο βασικός λόγος είναι ότι σήμερα είναι Τετάρτη και ενδείκνυται για την επίσκεψη στην κοινότητα των Γεζίντι, η οποία την τηρεί ως ιερή ημέρα. Η απόφαση πέφτει σε εμένα που έχω μελετήσει τα αξιοθέατα που υπάρχουν και το διαθέσιμο χρόνο. Έτσι δυστυχώς δε θα εξαντλήσουμε τα αξιοθέατα του Ερμπίλ, που εκτός των άλλων έχει και μια Χριστιανική συνοικία με διαφορετική ατμόσφαιρα από το κέντρο.
Πάντως δε θα φύγουμε πολύ πρωί από την πόλη, γιατί πρέπει να δούμε και μια φορά ακόμα την ιστορική ακρόπολη. Θα κάνουμε το εξής. Θα ξαναπάμε επίσκεψη νωρίς το πρωί στο κάστρο του Ερμπίλ και θα φύγουμε για Ντοχούκ το μεσημέρι. Οι πιθανότητα να καταφέρουμε να πάμε στο Λάλις (ιερό τόπο των Γεζίντι) έτσι περιορίζονται, αλλά ελπίζω να τα καταφέρουμε. Θα δούμε. Το σίγουρο είναι ότι πάλι θα ξεκινήσουμε την ημέρα μας νωρίς.
Μετά το πρωινό στο ξενοδοχείο πάμε βόλτα στην κεντρική περιοχή. Ανεβαίνουμε στο κάστρο για μια τελευταία ματιά. Έτσι κατεβαίνοντας βλέπουμε και την αγορά σε πλήρη κίνηση. Καταλήγουμε πάλι στην κεντρική πλατεία με τα σιντριβάνια.
Καθόμαστε για λίγο σε μια καφετέρια, κάτω από ένα μαγαζί με αναμνηστικά, στα αριστερά όπως βλέπουμε την κύρια νότια πύλη της ακρόπολης. Το διπλανό μαγαζί έχει πολλές εικόνες του ιμάμη Χουσεΐν. Ίσως απευθύνεται σε σιίτες μουσουλμάνους, που τον τιμούν ιδιαίτερα, αλλά δεν το ρώτησα. ‘Ομως λόγω γλώσσας και καθώς καθόμαστε σε μικρή απόσταση από τους άλλους πελάτες, προκαλέσαμε το ενδιαφέρον των υπόλοιπων που μας κατάλαβαν ότι είμαστε ξένοι και μας ρώτησαν εκείνοι από πού είμαστε κλπ.
Όλα καλά αλλά ένας τύπος με κελεμπία μας κοιτάει έντονα και εχθρικά. Δεν είναι Κούρδος αλλά Ιρακινός Άραβας που έχει έρθει για δουλειές και όπως φάνηκε είναι φανατικός εχθρός των Αμερικανών.
Τους οποίους βρίζει στα Αραβικά και για να γίνει πιο κατανοητός πετάει συνέχεια και μια «εγγλέζικη» φράση: «Αμέρικα φίνις». Το finish το λέει κουνώντας οριζόντια την παλάμη του, και με προφορά. Όπως το κάνει η Ντόρα Μπακογιάννη όταν ζητάει Shοκολατάκι, αλλά στην πιο μπρουτάλ εκδοχή. Του εξηγώ ότι εμείς δεν είμαστε Αμερικανοί και τότε κάπως ησυχάζει. «Γιουνάν οκ» λέει και τελειώσαμε.
Που βρέθηκε αυτός εδώ δε μια περιοχή φιλοαμερικανική που η πλειοψηφία των κατοίκων λατρεύει τους δυο Προέδρους που ανέδειξε η οικογένεια Μπους;
Στο παζάρι του Ερμπίλ.
Το μεσημέρι επιστρέφουμε στο Ντοχούκ με ταξί από το ίδιο πρακτορείο «Μπαζ». Αυτή τη φορά ο ταξιτζής μας είναι ένας ηλικιωμένος με παραδοσιακή κουρδική φορεσιά (κεφαλόδεσμο και σαλβάρια) και οδηγεί ήρεμα. Πάντως είναι αμίλητος και αυστηρός, πχ δεν επιτρέπει τσιγάρα. Μαζί μας ταξιδεύει τώρα μόνο ένας ακόμα επιβάτης. Είναι ο Μαχμούντ ένας πελώριος δίμετρος ντόπιος που όμως έχει φιλικότατη συμπεριφορά. Ο Μαχμούντ είναι επαγγελματίας στρατιωτικός. Το αντιλήφθηκα σε έναν καθοδόν αστυνομικό έλεγχο, που μας έκαναν. Εκεί είδαν και το πιστόλι με το οποίο ήταν ζωσμένος ο Μαχμούντ, εγώ δεν το είχα δει, οπότε δόθηκαν εξηγήσεις. Τον ερώτησα και εγώ και μου εξήγησε στα Αραβικά ότι αν και είναι Κούρδος από το Ντοχούκ δεν είναι πεσμεργκά αλλά επαγγελματίας του εθνικού Ιρακινού στρατού και αναστέναξε λέγοντας ότι έρχεται από τη Φαλούτζα.
Από την άλλη ο Γιάννης, για να του εξηγήσει από πού έρχεται εκείνος, του δείχνει φωτογραφίες από παραλίες της Κορινθίας. Και ο Μαχμούντ, που δεν έχει δει ποτέ θάλασσα από κοντά, αναστενάζει και πάλι.
Ένα καλό που έχουν τα συλλογικά ταξί σε σχέση με τα πριβέ, πέραν του οικονομικού, είναι ότι μπορώ να ταξιδεύω με ντόπιους συνταξιδιώτες. Αυτό είναι κατ αρχήν μια θετική ταξιδιωτική εμπειρία αλλά προ παντός αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα σε μέρη με κάποιο θέμα ασφάλειας. Γιατί ταξιδεύω δίνοντας πολύ μικρότερο στόχο από ότι με μισθωμένο πριβέ όχημα. Εδώ στο Κουρδιστάν το πλεονέκτημα αυτό είναι απόλυτο, διότι σας διαβεβαιώνω ότι κανείς δεν αντιλαμβάνεται το γεγονός ότι είμαι ξένος και τουρίστας. Θα χρησιμοποιούμε κατά προτίμηση συλλογικά ταξί και θα παρουσιαστούν και περιπτώσεις που δε μας κατάλαβαν ούτε οι συνεπιβάτες . Για καλύτερη απόκρυψη έχουμε συνεννοηθεί να μην ανταλλάσσουμε περιττά λόγια μεταξύ μας.
Φθάνουμε κανονικά στο Ντοχούκ, περίπου σε δυόμιση ώρες. Πηγαίνουμε τώρα για τακτοποίηση στο ξενοδοχείο «Ντολφίν». Βρίσκεται στο κέντρο του παζαριού. Είναι καινούργιο και πολύ καλό, και με τιμές καλύτερες από το προηγούμενο. Αφήνουμε τα πράγματά μας και πάμε για φαγητό στο γνωστό μας εστιατόριο «Ντουνιά».
Η ώρα έχει κάπως περάσει και σχεδόν έχω παραιτηθεί από την ελπίδα να προλάβω σήμερα τη μάζωξη των Γιεζίντι στο Λαλίς. (Το Λαλίς είναι το ιερότερο σημείο της θρησκείας των Γιαζίντι).
Αλλά κάνω μια τελευταία έρευνα, υπόψη ότι δεν ξέρω και πώς να πάω.
Πηγαίνω σε ένα πιο παλιό ξενοδοχείο, το «Παρλεμάν» που, όπως γράφει και ο Lonely Planet, είναι κέντρο των λιγοστών ταξιδιωτών. Ο μάνατζερ μου δίνει αμέσως πληροφορίες πώς να βρω ταξί για το Lalish. Και με ενθαρρύνει να φύγω αμέσως, λέγοντάς μου να μην ανησυχώ.
Το Lalish είναι χωριό, δεν υπάρχει πιάτσα αγοραίων με στάνταρ τιμές. Παίρνουμε ένα ταξί και πάμε ως ένα μέρος που μου υπέδειξαν, σε μια έξοδο της πόλης Ντοχούκ, όπου κάνουν πιάτσα ταξί για χωριά της περιοχής. Μόλις ανακοινώνω τον προορισμό μας οι ταξιτζήδες φωνάζουν το κατάλληλο για το χωριό, φαίνεται ότι το κάθε χωριό έχει το δικό του ταξιτζή.
Ο δικός μας ταξιτζής λέγεται Μπασίρ και συμφωνούμε να μας πάει στο Lalish, με κόμιστρο 30,000 δηνάρια με επιστροφή. Δε μιλάει καθόλου αγγλικά, αλλά δείχνει μεγάλη προθυμία. Είναι κι ο ίδιος Γιαζίντ και όταν του εξηγώ ότι θέλω να μας πάει στη μάζωξη των ομοθρήσκων του, χτυπάει το στήθος του περήφανα. Αυτή η σωματική γλώσσα δε χρειάζεται μετάφραση. Σε λίγο κάνει ένα τηλεφώνημα. Όπως κατάλαβα ειδοποίησε τους αρμοδίους της Lalish ότι έρχεται σε λίγο με δύο Έλληνες επισκέπτες.
(Η συνέχεια της ημέρας στο επόμενο ποστ – 10o κεφάλαιο)
Τρίτη, 27 Σεπτεμβρίου. Πάμε Ερμπίλ και Σακλάβα.
Παίρνουμε πρωινό στο ξενοδοχείο όπου δυστυχώς δε διαθέτουν καφέ. Χρειάστηκε αρκετό ψάξιμο στο Ντοχούκ, ώσπου να βρούμε ένα καφενείο που διαθέτει καφέ. Το καφενείο είναι λαϊκό και δε διαθέτει τόσο πολλά καθίσματα. Ένας ηλικιωμένος Κούρδος, με σαλβάρια, αμέσως σηκώνεται και μου δίνει την καρέκλα του να καθίσω. Δε μπορώ να αντισταθώ στην επιμονή του. Τι φιλόξενο κόσμο συνάντησα στο Κουρδιστάν! Δε θέλω να γράφω κάθε λίγο αναφορές, ελπίζω να γράψω στο τέλος ένα κεφάλαιο για να σας πω τις συνολικές εντυπώσεις από αυτό το ταξίδι, χωρίς να διακόπτω συνέχεια. Αλλά κάθε τόσο η νοσταλγία με σπρώχνει σε ενδιάμεσα σχόλια.
Στο Ιρακινό Κουρδιστάν δεν υπάρχει λεωφορειακή συγκοινωνία. Το μόνο δημόσιο συγκοινωνιακό μέσον που διατίθεται είναι το συλλογικό ταξί. Υπάρχουν εταιρίες που τα διαθέτουν με καθορισμένο κόμιστρο για κάθε διαδρομή. Και φυσικά υπάρχουν και ιδιωτικά ταξί.
Κατεβαίνουμε δίπλα στο ξενοδοχείο όπου βρίσκεται το γραφείο ταξί «Μπαζ». Έχει σήμα το γεράκι, έτσι λέγεται στα Αραβικά το αρπακτικό πτηνό. Ένα ταξί με έναν χοντρό οδηγό μας φορτώνει με τις αποσκευές μας, και φεύγουμε. Ταξιδεύουμε τέσσερες επιβάτες, πληρώνοντας 15,000 δηνάρια Ιράκ ο καθένας.
(Την εποχή του ταξιδιού η ανταλλακτική αξία είναι 1,500 Ιρακινά δηνάρια στο ένα ευρώ)
Ο οδηγός είναι πολύ φιλικός και καθώς κάθομαι δίπλα του, πιάνουμε την κουβέντα, δε θυμάμαι πως τα καταφέραμε και με ποιες γλώσσες συνεννοηθήκαμε. Οι άλλοι πίσω (οι Κούρδοι και ο Γιάννης) το ρίχνουν στον ύπνο. Ο χοντρός φίλος ταξιτζής τρέχει σαν παλαβός. Δεν αφήνει αυτοκίνητο χωρίς να το προσπεράσει!
Κάνουμε μόνο μια στάση στο δρόμο γιατί ένας ντόπιος που ανακατεύτηκε θέλει να πάρει λίγο αέρα και να ξεράσει.
Σε δυο ώρες και κάτι λεπτά περίπου φθάνουμε στην πόλη Ερμπίλ. Τακτοποιούμαστε σ` ένα ξενοδοχείο κοντά στον σταθμό των ταξί.
Το τέμενος Τζελίλ Χαγιάτ είναι το μεγαλύτερο του Ερμπίλ. Κτίστηκε σε στιλ που θυμίζει το τζαμί του Μοχάμεντ Άλι στο Κάιρο και ολοκληρώθηκε πρόσφατα, το 2007. Η φωτογραφία πάρθηκε μέσα από το ταξί.
Το Ερμπίλ, με γύρω στο ένα εκατομμύριο κατοίκους, είναι πρωτεύουσα της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής. Κι εδώ μεγάλη ανάπτυξη και οικοδομική δραστηριότητα. Αλλά δεν είναι κάτι σαν το Ντόχουκ, είναι όντως ένα αξιοθέατο, και χρειάζεται χρόνο.
Και αφού δεν έχουμε και πολύ στη διάθεσή μας ξεκινάμε αμέσως για το κέντρο της πόλης. Καθόμαστε σε μια ψησταριά στο κέντρο, όπου παραγγέλνουμε φαγητό καθώς έχει σχεδόν μεσημεριάσει και αρχίζω να προγραμματίζω τις επόμενες κινήσεις μας, συζητώντας και τρώγοντας το ψητό κοτόπουλο (που είναι χάλια, μάλλον χθεσινό, τι περίμενα τέτοια ώρα).
Εκτός από το Ερμπίλ θέλω να πάμε και λίγο στα βουνά του Κουρδιστάν, σε μια περιοχή όπου η πόλη Σακλάβα προτείνεται, από τον τουριστικό οδηγό και άλλους ταξιδιώτες, ως ημερήσια εκδρομή. Με τη σκέψη ότι καλό είναι, λόγω της συγκοινωνιακής δυσκολίας, να πάμε πρώτα εκεί, μόλις τελειώνουμε ότι μπορέσαμε από το χάλια κοτόπουλο, βγαίνω στο δρόμο και παίρνω ταξί. Ζητώ από τον ταξιτζή να μας πάει στο σταθμό των συλλογικών ταξί για τη Σακλάβα. Ο ταξιτζής μού απαντάει ότι μπορεί να μας πάει και ο ίδιος ως εκεί. Αγγλικά δε μιλάει τίποτα, αλλά είναι ένας συμπαθέστατος ηλικιωμένος με σαλβάρια. Και συνεννοούμαστε με μια λογική τιμή να μας πάει στη Σακλάβα μετ επιστροφής.
Η απόσταση από Ερμπίλ έως Shaqlawa (Σακλάβα) είναι περίπου 50 χλμ με Βορειανατολική κατεύθυνση. Ο δρόμος ανεβαίνει στα βουνά. Φθάνουμε μετά μία ώρα.
Ο ταξιτζής μας, όντας μουσουλμάνος, μας αφήνει κοντά στο τζαμί όπου πάει να προσευχηθεί. Όσην ώρα προσεύχεται κάνουμε μια βόλτα στην πόλη. Αλλά δεν είναι κάτι που ενθουσιάζει. Είναι και μεσημέρι και όλα δείχνουν κλειστά. Η Shaqlawa είναι μια κωμόπολη με αρκετές χριστιανικές εκκλησίες πάνω στα βουνά, σε υψόμετρο 900 μέτρα περίπου. Οι Ιρακινοί έρχονται συχνά για εκδρομή και φαγητό ξεφεύγοντας από την ζέστη και την μονοτονία της υπόλοιπης χώρας. Αλλά νομίζω ότι δεν έχει κάτι το πραγματικά αξιόλογο για τον ξένο τουρίστα.
Επιστρέφουμε στο χώρο σαν πλατεία κοντά στο τζαμί. Εδώ μας υποδέχονται πολύ φιλόξενα ο σεΐχης του τζαμιού με τον γιό του. Μας δείχνουν έναν πλάτανο 700 χρόνων και μας προσφέρουν τσάι δίπλα σε μια δεξαμενή νερού. Ωραίος κόσμος.
Το κινητό τηλέφωνο του ταξιτζή μας χτυπάει και είναι τα παιδιά του που τον ψάχνουν ανήσυχα, διότι δεν πήγε σπίτι για μεσημεριανό φαγητό. Φοβήθηκαν μήπως έχει πάει κούρσα στο Κιρκούκ, όπου του λένε ότι προ ολίγου έγινε μια φονική επίθεση, και ρωτάνε που βρίσκεται. Δίνει εξηγήσεις ότι είναι στην αντίθετη κατεύθυνση στα βουνά και είναι απόλυτα ασφαλής.
Άποψη του κάστρου Khanzad στο ενδιάμεσο της διαδρομής Ερμπίλ - Σακλάβα.
Άποψη της Σακλάβα από κάποιο λόφο.
Σακλάβα. Σε πρώτο πλάνο ο ταξιτζής. Πίσω ο σεΐχης με το γιο του και ο συνταξιδιώτης μου.
Επιστρέφουμε στο Ερμπίλ όπου έχουμε πολύ λίγο χρόνο ξεκούρασης, μιλάμε για καμιά ώρα, στο ξενοδοχείο. Θέλω να επισκεφθούμε τώρα το απόγευμα την πόλη.
Μια πόλη με ιστορία έξι χιλιετιών.
Το Ερμπίλ έχει ιστορία τουλάχιστον έξι χιλιετών. Σουμέριοι, Ασσύριοι, Μήδοι υπήρξαν διαδοχικά οι κύριοι της αρχαίας πόλης που βρισκόταν πάνω σε ένα λόφο, οχυρωμένο σαν ακρόπολη.
Ο Κύρος ο Μέγας έκανε την πόλη πρωτεύουσα μιας Περσικής σατραπείας. Στα αρχαία χρόνια οι Έλληνες το ονόμαζαν Άρβηλα ενώ σήμερα ονομάζεται από τους Κούρδους Hewlêr.
Το 331 προ Χριστού έγινε στα Γαυγάμηλα η αποφασιστική μάχη στην οποία ο Αλέξανδρος κατατρόπωσε το Δαρείο τον Τρίτο καταλύοντας την αυτοκρατορία των Περσών. Ως ημερομηνία της μάχης θεωρείται η 1η Οκτωβρίου του 331. Ενώ η τοποθεσία τοποθετείται σε απόσταση εκατό περίπου χιλιομέτρων ΒΔ του Ερμπίλ, κάπου κοντά στο Ντοχούκ. Ωστόσο επειδή τα αρχαία Άρβηλα/Ερμπίλ ήταν και τότε το βασικό σημείο αναφοράς της περιοχής η μάχη είναι γνωστή και ως «Μάχη στα Άρβηλα».
Και δε θα μπορούσε ο ποιητής Καβάφης να αγνοήσει
«...την τελειωτική την μάχη,
όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός που στ` Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ` τ` Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην κ` εσαρώθη».
Μεγάλη λοιπόν ιστορία το Ερμπίλ, που στη συνέχεια της ιστορίας το κατέκτησαν, μεταξύ άλλων, Σελευκίδες, Πάρθοι, Ρωμαίοι, Αρμένιοι, Άραβες και Πέρσες Μουσουλμάνοι, Σελτζούκοι και Οθωμανοί Τούρκοι, ώσπου να καταλήξει στο νεότευκτο Ιράκ μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι κάτοικοι του σύγχρονου Ερμπίλ/Hawler είναι βέβαια σε πολύ μεγάλο ποσοστό Κούρδοι αλλά η πόλη είναι πολυεθνική και πολυπολιτισμική, με σημαντικές μειονότητες (Αράβων, Τουρκομάνων, Ασσυρίων, Χαλδαίων, Γιεζίντι και άλλες μικρότερες) και ποικιλία θρησκευτικών κοινοτήτων διαφόρων Ισλαμικών, Χριστιανικών και άλλων παραδόσεων.
Από το 1970 το Ερμπίλ έγινε έδρα μιας Συνέλευσης της «Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής» που ήταν χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα και γρήγορα καταργήθηκε. Η ανασύσταση έγινε το 1992, μετά τον πρώτο Πόλεμο του κόλπου, στον οποίο οι καταπιεσμένοι Κούρδοι συνήψαν ισχυρούς δεσμούς με τις Η.Π.Α.
Η διεθνώς αναγνωρισμένη Αυτονομία της Κουρδικής Περιοχής ήρθε μετά το δεύτερο πόλεμο του κόλπου και την πτώση του καθεστώτος Σαντάμ Χουσεΐν το 2003.
Δυστυχώς διαμάχες και βίαιες συγκρούσεις μεταξύ αντιμαχόμενων Κουρδικών παρατάξεων χαρακτηρίζουν το βίο του Αυτόνομου Ιρακινού Κουρδιστάν.
Αυτά τα λίγα που γράφω είναι τα κατά τη γνώμη μου απαραίτητα για την κατανόηση του ιστορικού περιβάλλοντος στην περιοχή. Περισσότερα ίσως γράψω στο τέλος συμπληρώνοντας την ιστορία και με μια σύντομη επισκόπηση των αλλαγών που επήλθαν στα εννέα χρόνια που πέρασαν από το ταξίδι.
Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι για αρκετά χρόνια παρακολουθούσα επιμελώς τις εξελίξεις στην περιοχή και όντως πραγματοποίησα το ταξίδι σε πολύ καλή στιγμή, ίσως στην καλύτερη χρονική συγκυρία.
Απόγευμα και βράδυ στο Ερμπίλ.
Νωρίς το απόγευμα λοιπόν φεύγουμε για να επισκεφτούμε το φρούριο της πόλης.
Το κάστρο είναι μια ακρόπολη πάνω σένα φύσει οχυρό «τελ», ένα λόφο όπου υπάρχουν ενδείξεις κατοίκησης από 8,000 χρόνια. Η πόλη του Ερμπίλ πάνω στην ακρόπολη είχε διαμορφωθεί πριν έξι χιλιάδες χρόνια και από τότε μέχρι σήμερα παραμένει ζωντανή, χωρίς σταματημό.
Για τούτο και η ακρόπολη του Ερμπίλ θεωρείται μια από τις παλαιότερες συνεχώς κατοικούμενες τοποθεσίες παγκοσμίως.
Το φρούριο που βλέπουμε σήμερα είναι βασικά Οθωμανικό κατασκεύασμα.
Ανεβαίνουμε στο λόφο, που έχει ύψος 32 μέτρα, από σκαλοπάτια. Το 2006 η τοπική κυβέρνησε έδιωξε από το κάστρο τους τρεις χιλιάδες κατοίκους που ως τότε απέμεναν εκεί και άρχισε εργασίες συντήρησης και ανάπλασης του χώρου.
Πέρυσι (στο 2010) υποβλήθηκε επίσημη υποψηφιότητα για την εγγραφή της ακρόπολης του Ερμπίλ στη λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco. Η τοπική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να διαθέσει κονδύλια 13 εκατομμυρίων US$ για τα έργα αποκατάστασης.
(Η συμπερίληψη της ακρόπολης του Ερμπίλ στη λίστα Παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco εγκρίθηκε το 2014).
Οι εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και υπάρχουν πολλές σκαλωσιές που εμποδίζουν την πρόσβαση σε μερικές περιοχές του κάστρου. Η επιφάνεια στην κορυφή του λόφου που περικλείεται από τα τείχη του φρουρίου είναι περίπου εκατό στρέμματα.
Διασχίζουμε την κεντρική περιοχή του κάστρου που είναι ανοιχτή σε επίσκεψη. Βλέπουμε το μεγάλο τζαμί και τα λουτρά.
Αναμνηστική φωτογραφία στο κάστρο. Πίσω μας το τζαμί και το Χαμάμ.
Επισκεπτόμαστε και ένα ενδιαφέρον «Κουρδικό μουσείο υφαντών» με αξιοπρόσεκτα κιλίμια καθώς και το μαγαζί Antikqala, με αξιόλογες αντίκες.
Ανεβήκαμε στο φρούριο από μια σκάλα κοντά στη γειτονιά που μένουμε, στη βόρεια πλευρά, αλλά καταλήγουμε στην αντίθετη πλευρά, μπροστά στη νότια πύλη, που είναι πάνω από τη μεγάλη κεντρική πλατεία της πόλης.
Ερμπίλ. Θέα της πόλης από τη Βόρεια πλευρά του κάστρου.
Απόψεις της κεντρικής εισόδου της ακρόπολης τού Ερμπίλ από την κεντρική πλατεία.
Απόψεις της Κεντρικής πλατείας του Ερμπίλ.
Η πλατεία, όπου κατεβαίνουμε σε λίγο, είναι ήδη διαμορφωμένη με σιντριβάνια και ολόγυρα σκεπαστές στοές αλλά οι εργασίες συνεχίζονται.
Γύρω της εκτείνεται το τεράστιο παζάρι της πόλης. Από ότι κατάλαβα οι σκεπαστές στοές έχουν αναλάβει το ρόλο να κρύψουν τα παλιά μαγαζιά του παζαριού. Τώρα με τις στοές οι πλευρικές προσόψεις του παζαριού έχουν πάρει μια ομοιομορφία ενώ οι καταστηματάρχες εκσυγχρονίζουν τα μαγαζιά τους.
Προσωπικά βρίσκω πετυχημένη την όλη επέμβαση και ανάπλαση της πλατείας και το αποτέλεσμα μου αρέσει.
Επιστρέφουμε για λίγο στο ξενοδοχείο αλλά το βράδυ ξαναήρθαμε και το περνάμε κάνοντας βόλτα στην ίδια αυτή κεντρική πλατεία.
Η οποία είναι πολυσύχναστη όλη την ημέρα αλλά προ πάντων το βραδάκι αποτελεί χώρο περιπάτου και συνάντησης για όλες τις κοινωνικές τάξεις της πόλης. Ο κόσμος κάνει βόλτες στις πασαρέλες που έχουν διαμορφωθεί και βγάζει αναμνηστικές φωτογραφίες. Κάθονται στα παγκάκια, καταναλώνοντας πασατέμπο, τσάι, αναψυκτικά, παγωτά κλπ.
Καθόμαστε και εμείς σε ένα παγκάκι κόβοντας κίνηση. Σε λίγο ένας Κούρδος ηλικιωμένος (δηλαδή κοντά στα χρόνια μου!) με μαύρη παραδοσιακή ενδυμασία κάθεται δίπλα μας. Αυτή είναι μια συνηθισμένη συμπεριφορά στη Μέση Ανατολή. Σε κάποια στιγμή το κινητό του κάνει ηχητικό σήμα ότι πήρε κάποιο μήνυμα.
Ο άνθρωπος αφού το βλέπει γυρίζει στο μέρος μου και μου ζητάει ευγενικά να του μεταφράσω στα Κουρμανζτί το μήνυμα που του στάλθηκε στην Αραβική γλώσσα, την οποία δεν καταλαβαίνει. Εντάξει την ερώτηση την κατάλαβα (και τη θυμάμαι άνευ σημειώσεων!) αλλά οι γνώσεις μου δε φθάνουν μέχρις αυτό το σημείο. Ούτε στα Αραβικά, που κάτι καταλαβαίνω και συνεννοούμαι στα βασικά, ούτε στα Κουρμαντζί από τα οποία έχω μάθει τόσες λέξεις που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Σπας λέμε το ευχαριστώ, είναι η μοναδική Κουρδική λέξη που μου έμεινε ως σήμερα. Να το μεταδώσω και σε σας, αν σκοπεύετε να πάτε στο Κουρδιστάν θα σας χρειαστεί!
Τετάρτη, 28 Σεπτεμβρίου. Πρωί στο Ερμπίλ, επιστροφή στο Ντοχούκ.
Η χθεσινή ημέρα ήταν αξιόλογη και περάσαμε καλά. Συζητάμε τι θα κάνουμε στη συνέχεια. Ο συνταξιδιώτης μου προτείνει να μείνουμε άλλη μια ημέρα στο Ερμπίλ. Βασικό επιχείρημα ότι περνάμε πιο ευχάριστα. Ειδικά το βράδυ που βγαίνουμε στην κεντρική πλατεία, με τα σιντριβάνια, τη βόλτα και τα μαγαζιά στο παζάρι το θεωρεί δικαιολογημένα πιο ευχάριστο από το Ντοχούκ.
Όμως εγώ προτιμώ να γυρίσουμε σήμερα στο Ντοχούκ. Ο βασικός λόγος είναι ότι σήμερα είναι Τετάρτη και ενδείκνυται για την επίσκεψη στην κοινότητα των Γεζίντι, η οποία την τηρεί ως ιερή ημέρα. Η απόφαση πέφτει σε εμένα που έχω μελετήσει τα αξιοθέατα που υπάρχουν και το διαθέσιμο χρόνο. Έτσι δυστυχώς δε θα εξαντλήσουμε τα αξιοθέατα του Ερμπίλ, που εκτός των άλλων έχει και μια Χριστιανική συνοικία με διαφορετική ατμόσφαιρα από το κέντρο.
Πάντως δε θα φύγουμε πολύ πρωί από την πόλη, γιατί πρέπει να δούμε και μια φορά ακόμα την ιστορική ακρόπολη. Θα κάνουμε το εξής. Θα ξαναπάμε επίσκεψη νωρίς το πρωί στο κάστρο του Ερμπίλ και θα φύγουμε για Ντοχούκ το μεσημέρι. Οι πιθανότητα να καταφέρουμε να πάμε στο Λάλις (ιερό τόπο των Γεζίντι) έτσι περιορίζονται, αλλά ελπίζω να τα καταφέρουμε. Θα δούμε. Το σίγουρο είναι ότι πάλι θα ξεκινήσουμε την ημέρα μας νωρίς.
Μετά το πρωινό στο ξενοδοχείο πάμε βόλτα στην κεντρική περιοχή. Ανεβαίνουμε στο κάστρο για μια τελευταία ματιά. Έτσι κατεβαίνοντας βλέπουμε και την αγορά σε πλήρη κίνηση. Καταλήγουμε πάλι στην κεντρική πλατεία με τα σιντριβάνια.
Καθόμαστε για λίγο σε μια καφετέρια, κάτω από ένα μαγαζί με αναμνηστικά, στα αριστερά όπως βλέπουμε την κύρια νότια πύλη της ακρόπολης. Το διπλανό μαγαζί έχει πολλές εικόνες του ιμάμη Χουσεΐν. Ίσως απευθύνεται σε σιίτες μουσουλμάνους, που τον τιμούν ιδιαίτερα, αλλά δεν το ρώτησα. ‘Ομως λόγω γλώσσας και καθώς καθόμαστε σε μικρή απόσταση από τους άλλους πελάτες, προκαλέσαμε το ενδιαφέρον των υπόλοιπων που μας κατάλαβαν ότι είμαστε ξένοι και μας ρώτησαν εκείνοι από πού είμαστε κλπ.
Όλα καλά αλλά ένας τύπος με κελεμπία μας κοιτάει έντονα και εχθρικά. Δεν είναι Κούρδος αλλά Ιρακινός Άραβας που έχει έρθει για δουλειές και όπως φάνηκε είναι φανατικός εχθρός των Αμερικανών.
Τους οποίους βρίζει στα Αραβικά και για να γίνει πιο κατανοητός πετάει συνέχεια και μια «εγγλέζικη» φράση: «Αμέρικα φίνις». Το finish το λέει κουνώντας οριζόντια την παλάμη του, και με προφορά. Όπως το κάνει η Ντόρα Μπακογιάννη όταν ζητάει Shοκολατάκι, αλλά στην πιο μπρουτάλ εκδοχή. Του εξηγώ ότι εμείς δεν είμαστε Αμερικανοί και τότε κάπως ησυχάζει. «Γιουνάν οκ» λέει και τελειώσαμε.
Που βρέθηκε αυτός εδώ δε μια περιοχή φιλοαμερικανική που η πλειοψηφία των κατοίκων λατρεύει τους δυο Προέδρους που ανέδειξε η οικογένεια Μπους;
Στο παζάρι του Ερμπίλ.
Το μεσημέρι επιστρέφουμε στο Ντοχούκ με ταξί από το ίδιο πρακτορείο «Μπαζ». Αυτή τη φορά ο ταξιτζής μας είναι ένας ηλικιωμένος με παραδοσιακή κουρδική φορεσιά (κεφαλόδεσμο και σαλβάρια) και οδηγεί ήρεμα. Πάντως είναι αμίλητος και αυστηρός, πχ δεν επιτρέπει τσιγάρα. Μαζί μας ταξιδεύει τώρα μόνο ένας ακόμα επιβάτης. Είναι ο Μαχμούντ ένας πελώριος δίμετρος ντόπιος που όμως έχει φιλικότατη συμπεριφορά. Ο Μαχμούντ είναι επαγγελματίας στρατιωτικός. Το αντιλήφθηκα σε έναν καθοδόν αστυνομικό έλεγχο, που μας έκαναν. Εκεί είδαν και το πιστόλι με το οποίο ήταν ζωσμένος ο Μαχμούντ, εγώ δεν το είχα δει, οπότε δόθηκαν εξηγήσεις. Τον ερώτησα και εγώ και μου εξήγησε στα Αραβικά ότι αν και είναι Κούρδος από το Ντοχούκ δεν είναι πεσμεργκά αλλά επαγγελματίας του εθνικού Ιρακινού στρατού και αναστέναξε λέγοντας ότι έρχεται από τη Φαλούτζα.
Από την άλλη ο Γιάννης, για να του εξηγήσει από πού έρχεται εκείνος, του δείχνει φωτογραφίες από παραλίες της Κορινθίας. Και ο Μαχμούντ, που δεν έχει δει ποτέ θάλασσα από κοντά, αναστενάζει και πάλι.
Ένα καλό που έχουν τα συλλογικά ταξί σε σχέση με τα πριβέ, πέραν του οικονομικού, είναι ότι μπορώ να ταξιδεύω με ντόπιους συνταξιδιώτες. Αυτό είναι κατ αρχήν μια θετική ταξιδιωτική εμπειρία αλλά προ παντός αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα σε μέρη με κάποιο θέμα ασφάλειας. Γιατί ταξιδεύω δίνοντας πολύ μικρότερο στόχο από ότι με μισθωμένο πριβέ όχημα. Εδώ στο Κουρδιστάν το πλεονέκτημα αυτό είναι απόλυτο, διότι σας διαβεβαιώνω ότι κανείς δεν αντιλαμβάνεται το γεγονός ότι είμαι ξένος και τουρίστας. Θα χρησιμοποιούμε κατά προτίμηση συλλογικά ταξί και θα παρουσιαστούν και περιπτώσεις που δε μας κατάλαβαν ούτε οι συνεπιβάτες . Για καλύτερη απόκρυψη έχουμε συνεννοηθεί να μην ανταλλάσσουμε περιττά λόγια μεταξύ μας.
Φθάνουμε κανονικά στο Ντοχούκ, περίπου σε δυόμιση ώρες. Πηγαίνουμε τώρα για τακτοποίηση στο ξενοδοχείο «Ντολφίν». Βρίσκεται στο κέντρο του παζαριού. Είναι καινούργιο και πολύ καλό, και με τιμές καλύτερες από το προηγούμενο. Αφήνουμε τα πράγματά μας και πάμε για φαγητό στο γνωστό μας εστιατόριο «Ντουνιά».
Η ώρα έχει κάπως περάσει και σχεδόν έχω παραιτηθεί από την ελπίδα να προλάβω σήμερα τη μάζωξη των Γιεζίντι στο Λαλίς. (Το Λαλίς είναι το ιερότερο σημείο της θρησκείας των Γιαζίντι).
Αλλά κάνω μια τελευταία έρευνα, υπόψη ότι δεν ξέρω και πώς να πάω.
Πηγαίνω σε ένα πιο παλιό ξενοδοχείο, το «Παρλεμάν» που, όπως γράφει και ο Lonely Planet, είναι κέντρο των λιγοστών ταξιδιωτών. Ο μάνατζερ μου δίνει αμέσως πληροφορίες πώς να βρω ταξί για το Lalish. Και με ενθαρρύνει να φύγω αμέσως, λέγοντάς μου να μην ανησυχώ.
Το Lalish είναι χωριό, δεν υπάρχει πιάτσα αγοραίων με στάνταρ τιμές. Παίρνουμε ένα ταξί και πάμε ως ένα μέρος που μου υπέδειξαν, σε μια έξοδο της πόλης Ντοχούκ, όπου κάνουν πιάτσα ταξί για χωριά της περιοχής. Μόλις ανακοινώνω τον προορισμό μας οι ταξιτζήδες φωνάζουν το κατάλληλο για το χωριό, φαίνεται ότι το κάθε χωριό έχει το δικό του ταξιτζή.
Ο δικός μας ταξιτζής λέγεται Μπασίρ και συμφωνούμε να μας πάει στο Lalish, με κόμιστρο 30,000 δηνάρια με επιστροφή. Δε μιλάει καθόλου αγγλικά, αλλά δείχνει μεγάλη προθυμία. Είναι κι ο ίδιος Γιαζίντ και όταν του εξηγώ ότι θέλω να μας πάει στη μάζωξη των ομοθρήσκων του, χτυπάει το στήθος του περήφανα. Αυτή η σωματική γλώσσα δε χρειάζεται μετάφραση. Σε λίγο κάνει ένα τηλεφώνημα. Όπως κατάλαβα ειδοποίησε τους αρμοδίους της Lalish ότι έρχεται σε λίγο με δύο Έλληνες επισκέπτες.
(Η συνέχεια της ημέρας στο επόμενο ποστ – 10o κεφάλαιο)
Last edited: