dimosf
Member
- Μηνύματα
- 2.302
- Likes
- 5.900
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΝΟΡΒΗΓΙΑ-ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
(Σελίδες από τα παλιά ταξιδιωτικά μου ημερολόγια)
Αφορμή γι αυτό το ταξίδι στάθηκε η παρακολούθηση ενός 3ωρου εξοντωτικού σεμιναρίου-διάλεξης για τη χρονομεριστική μίσθωση (TimeSharing). Δεν αγοράσαμε αλλά πήραμε δωρεάν διανυχτερεύσεις στη Νότια Πορτογαλία. Έτσι συνδυάσαμε και μια μικρή επίσκεψη στη Λισσαβόνα
α. Λισσαβόνα
Τρίτη 25 Απριλίου 1995. Στις 5.30 απογειωθήκαμε από το ΕΛΛΗΝΙΚΟ για τη Λισσαβόνα με την TAP Airways. Μετά την Πάτρα και μέχρι την Ιβηρική ο ουρανός συννεφιασμένος, περιορίζοντας το ενδιαφέρον στα σχήματα που παίρνουν τα σύννεφα, πράγμα όχι και τόσο ασήμαντο. Έτσι η Ισπανία και στην συνέχεια η ανατολική Πορτογαλία πιάτο από κάτω μας. Φτάσαμε 4 ώρες και 20 λεπτά αργότερα (20.50 τοπική ώρα). Μόλις οι τροχοί πάτησαν στο έδαφος ξέσπασαν χειροκροτήματα από μια ομάδα νεαρών κοριτσιών κάποιας σχολής (φόραγαν «πουλάδα» στο πέτο) που γύρναγαν στην πατρίδα τους. Με ταξί φτάσαμε στην πανσιόν που είχαμε κλείσει στην κεντρική λεωφόρο Avenida da Liberdade, κάπου ανάμεσα στο πάρκο του Εδουάρδου και το Rossio. Η πανσιόν βρίσκεται στον 3ο και τον 5ο όροφο (!!!!) μιας πολυκατοικίας. Στην είσοδο της πολυκατοικίας μια καρέκλα-θρόνος, παμπάλαια με μεγάλη πλάτη και δερμάτινη. Το ασανσέρ από τα πολύ παλιά με τα περίτεχνα κάγκελα σα κλουβί πολυτελείας. Λίγο «τρομακτικό» αλλά ωραίο. Στη ρεσεψιόν και στο δωμάτιο έπιπλα σκούρα, βαριά από αυτά που βλέπουμε σε ταινίες με Ισπανούς της Αναγέννησης. Αλλά και σύγχρονα χαρακτικά στους τοίχους. Αυτή είναι η Ιβηρική!
Η επόμενη μέρα ξημέρωσε βροχερή. Ατυχία! Μετά το πρωινό ξεκινήσαμε με τα πόδια προς το λιμάνι κατά μήκος της Avenida. Είναι πολύ ωραίος δρόμος. Δύο πολύ φαρδιές νησίδες με ψηφιδωτά φτιαγμένα από άσπρες και μαύρες πέτρες και γεμάτες με κιόσκια, αγάλματα, πλατάνια και άλλα πλατύφυλλα δέντρα, χωρίζουν τη λεωφόρο σε τρία ρεύματα. Το κεντρικό με διπλή κατεύθυνση και δύο μονόδρομους σα παράδρομους. Η πρώτη πλατεία που φτάσαμε ήταν η Praça dos Restauradores και η επόμενη η κεντρική της πόλης το Rossio με το Εθνικό Θέατρο και το άγαλμα του βασιλιά Dom Pedro IV πάνω στον τεράστιο «κορινθιακού» ρυθμού κίονα. Στη συνέχεια η πεζοδρομημένη Μπαΐσια (Baixa), το εμπορικό κέντρο της πόλης με τα πολλά μαγαζιά. Μέσα από μια τεράστια μπαρόκ αψίδα βγήκαμε στην Praça de Comércio (πλατεία του εμπορίου) ή του Μαύρου Καβαλάρη από τον έφιππο ανδριάντα του βασιλιά Jose I που βρίσκεται στο κέντρο της.
Στη Λισσαβόνα υπάρχουν ακόμα τα παλιά τραμ σαν αυτά που υπήρχαν και στην Ελλάδα πριν 40 χρόνια. Ξύλινα, πολύχρωμα και πολύ όμορφα. Πάνω απ’όλα όμως για τους κατοίκους και όχι τουριστικά. Σε πάνε στις παλιές γειτονιές της πόλης και σε γλιτώνουν από τον ανήφορο μιας και η πόλη είναι χτισμένη πάνω σε 7 λόφους (άλλη μια επτάλοφη πόλη) Πήραμε το τραμ Νο 15 για το Belem (που κινείται σε ένα παράλληλο του παραλιακού δρόμου). Μετά από μια διαδρομή 30΄ κατά μήκος του Τάγου ποταμού και αφού περάσαμε κάτω από την τεράστια και εντυπωσιακότατη κρεμαστή γέφυρα του ποταμού κατεβήκαμε μπροστά στο Μουσείο των Αμαξών. Μια πολύ συνηθισμένη εικόνα κατά μήκος της διαδρομής αλλά και σε όλη την πόλη είναι τα σπίτια (μονοκατοικίες και πολυκατοικίες) καλυμμένα με πλακάκια σαν αυτά που βάζαμε παλιότερα στα μπάνια μας! Πολύ παράξενη εικόνα ομολογουμένως. Ο χώρος στον οποίο κατεβήκαμε είναι ένα μεγάλο πάρκο με τα μουσεία και το μοναστήρι των Ιερωνυμιτών από την μια μεριά και το πολύ εντυπωσιακό μνημείο των ανακαλύψεων στην άλλη όπου και η όχθη του ποταμού. Στη βάση του μνημείου έχουν φτιάξει με ψηφιδωτό τον παγκόσμιο χάρτη. Μην ξεχνάμε ότι η Πορτογαλία υπήρξε στο παρελθόν μια παγκόσμια αποικιακή δύναμη. Λίγο πιο πέρα μέσα στο νερό το σήμα κατατεθέν της πόλης ο Πύργος Belem.
Δυστυχώς τα Μουσεία ήταν κλειστά και έτσι περιοριστήκαμε στις εξωτερικές εικόνες. Με ένα ταξί γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και κάτσαμε για φαΐ ακριβώς απέναντι (είχε εν τω μεταξύ σταματήσει η βροχή). Μετά από λίγη ξεκούραση φύγαμε για το κάστρο του Αγ. Γεωργίου (Castelo de Sao Jorge). Μια από τις ομορφότερες γωνιές αυτής της πόλης. Καταπράσινο με πολλά δέντρα, ταράτσες με κήπους και παντού νερά. Πολλά νερά. Σιντριβάνια, βρύσες, στέρνες, τρεχούμενα!!! Και πολλά παγώνια. Απλά υπέροχα!!! Το σπουδαιότερο όμως είναι η θέα. Όλη η Λισσαβόνα στα πόδια μας με τον Τάγο στο βάθος. Τι να πει κανείς! Τα λόγια δεν μπορούν να περιγράψουν τέτοιες εικόνες. Αφού κάναμε μια μικρή βόλτα έξω από το κάστρο, στις παρυφές της συνοικίας Alfama, πήραμε το λεωφορείο που περνάει μπροστά από τον τεράστιο και επιβλητικότατο καθεδρικό ναό (Sé στα Πορτογαλικά) και τερματίζει στην Praça da Figueira με τα αμέτρητα περιστέρια. Βρίσκεται στο κέντρο δίπλα στο Rossio και την Baixa. Εκεί ένα ασανσέρ (!!) σε ανεβάζει στην άλλη παλιά γειτονιά της πόλης το γραφικότατο Bairo Alto (δηλ. Παλιά Γειτονιά) Το ασανσέρ αυτό κατασκευάστηκε σε σχέδια του γνωστού Aifel (κατ’άλλους από μαθητές της «σχολής» του) και σε μεταφέρει με ένα απλό εισιτήριο αστικού λεωφορείου. Στο σημείο που τερματίζει βρίσκονται τα ερείπια του Ναού Carmo που έπεσε στον μεγάλο σεισμό του 1755 που ισοπέδωσε σχεδόν όλη την πόλη. Κάναμε μια μικρή βόλτα και κατεβήκαμε. Κάτσαμε για ένα καφέ στον πεζόδρομο της Baixa. Έκανα μια βόλτα, αγόρασα CD με πορτογαλική μουσική και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο να φρεσκαριστούμε και να κατέβουμε για κάτι πρόχειρο μιας και οι βόλτες μας άνοιξαν για τα καλά την όρεξη.
Η παραμονή μας στη Λισσαβόνα τέλειωσε εδώ αφήνοντας ένα αίσθημα ανεκπλήρωτου και νοσταλγίας (Saudade που λένε και οι Πορτογάλοι) και με την υπόσχεση της επιστροφής κάποια μέρα μιας και πήραμε μόνο μια μικρή γεύση της πόλης. Σίγουρα χρειάζονται τουλάχιστον 3-4 μέρες για να δει κανείς αυτή την όμορφη πόλη του Ωκεανού.
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστών
β. Algarve-Albufeira
Την άλλη μέρα το πρωί από ένα λάθος στην χρονική εκτίμηση και πολύ κίνηση στο δρόμο για το αεροδρόμιο φτάνουμε όταν μας ψάχνουν από τα μεγάφωνα! Τις βαλίτσες τις πήραμε μαζί μας μέσα στο αεροπλάνο. Το αεροπλάνο ένα τεράστιο air bus σχεδόν άδειο έφυγε αμέσως μετά για το Faro την πρωτεύουσα της Algarve της νοτιότερης και πιο τουριστικής περιοχής της χώρας. Έβρεχε καταρρακτωδώς σε όλο το ταξίδι και είχαμε πολλές αναταράξεις. 35 λεπτά αργότερα και σαν κοτόπουλα από τα κουνήματα φτάσαμε. Η βροχή απτόητη. Ένα μικρό van μας περίμενε για το ξενοδοχείο που βρισκόταν στην Albufeira, περίπου 30 χμ από το αεροδρόμιο. Όταν φτάσαμε σταμάτησε και η βροχή και ένας λαμπρός ήλιος μας υποδέχτηκε για να μην μας αφήσει όλες τις υπόλοιπες μέρες εκεί. Το ξενοδοχείο (Club Albufeira) ήταν πολύ ωραίο με μπάνγκαλοους. Αφού τακτοποιηθήκαμε πήγαμε για ένα καφέ και λίγο κολατσιό στο μπαρ. Εκεί συναντήσαμε και άλλους Έλληνες μερικοί από τους οποίους ήταν εκεί από προηγούμενες μέρες. Μάθαμε λοιπόν ότι η βροχή που μας συντρόφεψε στο ταξίδι μας ήταν η πρώτη μετά από πολύ καιρό και γι αυτό ήταν καλοδεχούμενη από τους ντόπιους. Μας πρότειναν για φαΐ ένα εστιατόριο απέναντι από το ξενοδοχείο που κάποτε ήταν στάβλος εξ’ ου και το όνομά του (A Cocheira που σημαίνει στάβλος στα Πορτογαλικά). Ωραίο μαγαζί, ωραίο φαΐ και καλές τιμές.Ο μαγαζάτορας που κατάλαβε ότι ήμασταν έλληνες όταν πληρώσαμε μας ευχαρίστησε στα ελληνικά και αυτό ήταν μια ευχάριστη έκπληξη και τότε για πρώτη φορά κατάλαβα πως δυο τρεις κουβέντες στη γλώσσα του άλλου μπορούν να φέρουν τους ανθρώπους κοντά. Εύκολο και κυρίως δεν κοστίζει. Κέρδος μόνο φέρνει. Γυρίσαμε στο δωμάτιό μας αφού ψωνίσαμε από ένα μινι μάρκετ μιας και δεν είχαμε πρωινό, ξεκουραστήκαμε και με ένα ταξί κατεβήκαμε στο χωριό. Όμορφο χωριό με πλακόστρωτα δρομάκια και κάτασπρα σπίτια. Κάτι σε Κυκλάδες έφερνε. Είναι πολύ τουριστικό αλλά ευτυχώς ήταν πολύ νωρίς ακόμα και η τουριστική περίοδος ίσα που ξεκίναγε. Φαντάζομαι τι θα γίνεται εκεί το καλοκαίρι. Η πλατεία του χωριού με πολλά μαγαζιά γύρω της είναι και αυτή ψηφιδωτή σαν κάθε πλατεία σε ολόκληρη τη χώρα. Ένα πλακόστρωτο από την πλατεία οδηγεί προς τη θάλασσα. Στο τέλος του μια μικρή στοά και να ο Ατλαντικός!! Κάθετα βράχια από άμμο, μια πολύ φαρδιά και μεγάλη παραλία με ξανθή ψιλή σαν άχνη ζάχαρη άμμο. Τα άσπρα σπίτια πάνω στα βράχια μοιάζουν σα λευκό στεφάνι πάνω από τη θάλασσα. Τα νερά δεν είχαν ακόμα ζεσταθεί και έτσι δεν κολυμπούσε κανείς. Μόνο τα κιόσκια με τα παγκάκια ήταν γεμάτα από ντόπιους ηλικιωμένους και τουρίστες που απολάμβαναν το θέαμα. Κάτσαμε και εμείς να χαζέψουμε λίγο . Μία από τις ομορφότερες εικόνες είναι οι πολύχρωμες βάρκες και οι σωροί με τα δεμένα μεταξύ τους πήλινα δοχεία, παγίδες για τα χταπόδια που αφθονούν στην περιοχή. Γυρίσαμε στην πλατεία και κάτσαμε για φαΐ και μετά κάναμε το σχετικό χαζοτουριστικό shopping therapy! Επιστροφή στο ξενοδοχείο και ώρα για ύπνο. Τη νύχτα ξανάβρεξε αλλά το πρωί που σηκωθήκαμε ο ήλιος μας χαμογελούσε σε ένα καθαρό ουρανό με λίγα σκόρπια μικρά συννεφάκια σα κομμάτια μπαμπακιού. Η μέρα ήταν αφιερωμένη στη χαλάρωση. Κάναμε σχεδόν τα ίδια με την προηγούμενη μέρα. Albufeira, βόλτες στο χωριό και στην παραλία και χαζολόγημα. Όταν ήμασταν στην παραλία κάτι στις εικόνες με παραξένευε. Κατάλαβα τότε ότι υπήρχε μια αίσθηση απεραντοσύνης αλλά ο ουρανός έμοιαζε να είναι πολύ χαμηλά λες και θα σήκωνες το χέρι και θα τον ακουμπούσες. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αλλά ήταν πολύ έντονη η αίσθηση. Το βράδυ μια ομάδα άγγλων είχε μια γιορτή στην πισίνα. Μπάρμπεκιου, ποτό και ζωντανή μουσική και χορό. Όμορφα τέλειωσε και αυτή η μέρα.
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστώνγ. Algarve-Faro
Η 5η ημέρα ήταν μια βόλτα στην πρωτεύουσα της επαρχίας, το Faro. Πήγαμε μέχρι εκεί με Ι.Χ. Μας πήρε μαζί του ο Έλληνας υπεύθυνος της εταιρείας που μας είχε προσφέρει τη διαμονή. Περάσαμε και από την περιοχή με τα πολλά και μεγάλα ξενοδοχεία. Vilamura ονομάζεται το χωριό και η περιοχή γύρω του. Ξενοδοχεία με πολλούς ορόφους και ακόμα περισσότερα αστέρια για βόρειους παραλήδες, ατέλειωτα γήπεδα γκολφ που για να φτιαχτούν κόψανε το δάσος και για να συντηρηθούν απαιτούν τεράστιες ποσότητες νερού σε μια περιοχή με αρκετή ξηρασία. Περιοχή του “all inclusive”. Μακριά από μας! Φτάσαμε στο Faro μετά από περίπου μία ώρα και αρχίσαμε τις βόλτες μας. Δεν θα την χαρακτήριζα «ωραία πόλη». Άχαρη παραθαλάσσια με μεγάλη μαρίνα και εκεί δίπλα στη θάλασσα το όμορφο κομμάτι της. Ένα τείχος περιβάλει μια μικρή παλιά γειτονιά. Για να φτάσεις περνάς μια πύλη (Arco da Vila) και βγαίνεις στην πλατεία της όπου δεσπόζει ένας μεγαλόπρεπος ναός. Γύρω παντού πλακόστρωτα. Βέβαια επειδή κατοικείται κυκλοφορούν αυτοκίνητα. Περπατήσαμε μέσα στην παλιά αυτή γειτονιά και νοιώσαμε για λίγο σα να ήμασταν σε άλλη εποχή. Η εκκλησία ήταν δυστυχώς κλειστή. Από μια άλλη πύλη βγήκαμε στον παραλιακό δρόμο Μπροστά μας μεγάλη έκταση με βάλτους. Από ένα μικρό άνοιγμα με γέφυρα, οι βάρκες μπαίνουν σε ένα μικρό κλειστό ψαρολίμανο.
Εν τω μεταξύ είχε μεσημεριάσει και πήγαμε για φαΐ.
Εδώ να πω ότι και στο Faro αλλά και σε όλες τις πόλεις και τα χωριά που πήγαμε ή περάσαμε, ακόμα και το πιο μικρό πεζοδρόμιο ή νησίδα είναι στρωμένο με άσπρες και μαύρες τετράγωνες μικρές πλάκες που σχηματίζουν ψηφιδωτά μοτίβα. Ακόμα η οδοσήμανση όμως είναι παντού όμορφη. Σε κάθε γωνιά τα χαρακτηριστικά πλακίδια Azulejos, πολύχρωμα με όμορφα σχέδια να φέρουν το όνομα του δρόμου αλλά και στα σπίτια τον αριθμό. Μια τέχνη πανταχού παρούσα παντού στη χώρα σε σημείο υπερβολής ορισμένες φορές.
Μετά το φαΐ πήραμε το υπεραστικό λεωφορείο και περνώντας από τις τουριστικές περιοχές Quanteira, Vilamura και Νέα Albufeira, κατεβήκαμε στο σταθμό της Albufeira και από κει με ένα ταξί πήγαμε στο ξενοδοχείο, όπου και αράξαμε να ξεκουραστούμε. Το βράδυ στο «στάβλο» είχαμε ακόμα ένα υπέροχο δείπνο.
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστών
Φωτό: Η πύλη για την παλιά γειτονιά του Faro, Arco da Vila - Οδοσήμανση
δ. Algarve-Από την Albufeira στον Sao Vicente
Την άλλη μέρα κάναμε μια πολύ όμορφη και αρκετά μεγάλη εκδρομή μέχρι το Νοτιοδυτικότερο άκρο της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Την εκδρομή είχε οργανώσει ο υπεύθυνος της εταιρείας και ήταν προαιρετική. Με ένα Mini Bus 8 άτομα ξεκινήσαμε μετά το πρωινό προς τα δυτικά. Πρώτος σταθμός, έτσι για να μας ανοίξει η όρεξη, το παρεκκλήσι του Ναού του χωριού Alcantarilha, Capela dos Ossos (Παρεκκλήσι των οστών). Ένα παρεκκλήσι με τους τοίχους της καλυμμένους από ανθρώπινα ΟΣΤΑ και ΚΡΑΝΙΑ!!! (και όμως αληθινό). Είναι ένα από τα 4-5 παρεκκλήσια που υπάρχουν σε όλη τη χώρα και σκοπό έχουν να δείξουν στους πιστούς τη ματαιότητα των εγκόσμιων. Ο φανατισμός στο αποκορύφωμά του. Μετά τις σχετικές ανατριχίλες φύγαμε για την πόλη Silves. Σε όλη τη διαδρομή μέχρι εκεί αλλά και από εκεί και πέρα το τοπίο θυμίζει πάρα πολύ τη χώρα μας αλλά στο πιο πράσινο. Πορτοκαλιές, ελιές, μουσμουλιές, πάρα πολλές αμυγδαλιές, συκιές, χαρουπιές κ.ά. Αλλά και η άγρια βλάστηση ίδια.
Η πόλη Silves είναι χτισμένη αμφιθεατρικά σε ένα λόφο που ελέγχει όλη τη γύρω περιοχή και στην κορυφή του έχει ένα κάστρο από την εποχή των Μαυριτανών. Πριν μπούμε στην πόλη κάναμε μια μικρή στάση απέναντί της για να έχουμε ένα πανοραμικό στιγμιότυπό της για τις φωτογραφικές μας μηχανές που έτσι κι αλλιώς είχαν πάρει φωτιά. Σταματήσαμε έξω από τον καθεδρικό (Se λέγονται οι καθεδρικοί σε όλη τη χώρα), μπήκαμε μέσα στο τεραστίων διαστάσεων και πολύ εντυπωσιακό εσωτερικό που χτίστηκε από τους Μαυριτανούς το 13ο αι., για Τζαμί και μετατράπηκε σε Χριστιανικό Ναό μετά τη νίκη των χριστιανών και την εκδίωξη των μουσουλμάνων. Εκεί έχουν θαφτεί αρκετοί βασιλιάδες της Πορτογαλίας. Στη συνέχεια ανεβήκαμε στο κάστρο. Είναι χτισμένο από κόκκινη πέτρα και έχει απεριόριστη θέα σε όλη τη γύρω περιοχή. Υπάρχει ένα πολύ βαθύ πηγάδι που συνεχίζει να αναβλύζει και να τροφοδοτεί την πόλη με νερό, καθώς και το άγαλμα του Alfonso III του απελευθερωτή. Έξω από το κάστρο κάναμε τα σχετικά τουριστικά ψώνια μας και φύγαμε για το Portimao, βιομηχανική πόλη. Περάσαμε απ’έξω και σταματήσαμε στο μικρό κάστρο Santa Catarina που με ένα ίδιο απέναντι ελέγχουν το στενό θαλάσσιο πέρασμα που ενώνει τον ωκεανό με το λιμάνι του Portimao. Η στάση μας είχε όμως άλλο λόγο. Να δούμε και να θαυμάσουμε την Praia da Rocha, τεράστια σε μήκος αλλά κυρίως σε πλάτος παραλία με λεπτή, χρυσή άμμο. Η περιοχή είναι εξαιρετικά τουριστικοποιημένη. Η αίσθηση της απεραντοσύνης λόγω των πολλών αλλά μικρών «βαμβακένιων» σύννεφων που βρίσκονται αρκετά χαμηλά πάνω από τα κεφάλια μας είναι πολύ έντονή και πολύ παράξενη.
Στη δυτική άκρη του κόλπου βρίσκεται μια πόλη που θα μπορούσε κάποιος να τη χαρακτηρίσει ταυτόχρονα καμάρι αλλά και ντροπή του «πολιτισμού» μας Το Lagos είναι η πόλη από το λιμάνι της οποίας έφευγαν τα πλοία που ανακάλυψαν τόσους και τόσους τόπους στον πλανήτη και έκαναν την Πορτογαλία πλούσια και ισχυρή ναυτική δύναμη, αλλά και που έφταναν οι σκλάβοι που έμελλε να γεμίσουν τα σκλαβοπάζαρα της Γηραιάς Ηπείρου με τη μυϊκή τους δύναμη αλλά και τη δυστυχία τους, και την ιστορία του «πολιτισμένου μας κόσμου» με μαύρες σελίδες ντροπής.
Στο λιμάνι της και απέναντι από το κυρίως κάστρο στέκει ένα μικρό παραθαλάσσιο καστέλι (κάτι σαν Μπούρτζι) με τάφρο που γεμίζει από το νερό του ωκεανού από τον οποίο χωρίζεται με ένα τοιχίο ύψους 70 εκατοστών . Μια μικρή γέφυρα επιτρέπει την είσοδο σ’αυτό. Η τάφρος την ώρα που μπήκαμε ήταν τελείως στεγνή. Μέσα στο κάστρο υπάρχει ένα παραδοσιακό εστιατόριο με γκαρσόνια ντυμένα με «μεσαιωνικές» στολές και ένα κατάστημα που πουλάει διάφορα προϊόντα από αμυγδαλόπαστα. Κάτσαμε για φαΐ αλλά το πρώτο πιάτο δεν τρωγότανε. Νερόβραστος μπακαλιάρος με το «ζουμί» του, φρυγανιές στον πάτο του πιάτου και από πάνω ψιλοκομμένος μαϊντανός και ένα αυγό ποσέ να επιπλέει!!!!. Ευτυχώς το κυρίως πιάτο ήταν μια ποικιλία ψητών κρεατικών που μας χόρτασε και μας αποζημίωσε! Ο μαγαζάτορας μας άκουσε που μιλάγαμε και έβαλε στο κασετόφωνο το δίσκο του Βαγγέλη Παπαθανασίου ΩΔΕΣ με την Ειρήνη Παππά να τραγουδάει «40 Παλικάρια». Μετά το φαΐ ανεβήκαμε στην ταράτσα με τους 4 πυργίσκους και τη θέα προς τον ωκεανό. Οι πολύ χαρακτηριστικές εικόνες από τις παραλίες της Algarve που συνήθως βλέπουμε με τους τεράστιους αμμόβραχους να βγαίνουν από τη θάλασσα και γύρω να υπάρχουν μικρές αμμουδερές παραλίες είναι εδώ. Πολύ εντυπωσιακό τοπίο. Δεκάδες μικρά εκπαιδευτικά ιστιοπλοΐας γέμιζαν με τα πολύχρωμα πανιά τους τον ορίζοντα. Φεύγοντας από το καστέλο η τάφρος είχε γεμίσει νερό και το νερό συνέχιζε να ανεβαίνει. ΠΑΛΙΡΡΟΙΑ!! Δυστυχώς ο χρόνος δεν μας επέτρεπε επίσκεψη στην πόλη και έτσι φύγαμε για το Sagres με τους τρελούς ψαράδες του!! (έτσι έλεγε τουλάχιστον το πρόγραμμα που μας είχαν δώσει). Κάναμε διάφορες υποθέσεις για το είδος της τρέλας που τους έδερνε αλλά χωρίς αποτέλεσμα παρά τις πολύ ευφάνταστες υποθέσεις. Η διαδρομή από το Lagos στο Sagres είναι στεπώδης. Χαμηλή ξηροφυτική βλάστηση ή αμμώδης άγονη έκταση. Η κίνηση ήταν απερίγραπτη. Το Sagres είναι μια τηγανόσχημη χερσόνησος εντελώς επίπεδη. Στο σημείο που ενώνεται με τη στεριά υπάρχουν κτήρια που το απομονώνουν. Εκεί τον 15ο αι. ο Ερρίκος ο Θαλασσοπόρος έφτιαξε ανώτερη σχολή ναυσιπλοΐας από την οποία αποφοίτησαν όλοι οι μεγάλοι Πορτογάλοι θαλασσοπόροι. Σήμερα τα ερείπια αυτής της σχολής στέκουν χωρίζοντας τη χερσόνησο από τη στεριά. Το αυτοκίνητο μας άφησε εκεί. Από μια πύλη περάσαμε και βρεθήκαμε στον περίβολο της σχολής. Και τότε τους είδαμε. Εννοώ βέβαια τους ψαράδες. Η χερσόνησος είναι εντελώς επίπεδη σε ένα ύψος περίπου 70-75 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Γύρω απότομοι, κάθετοι γκρεμοί και στο βάθος ο ωκεανός λυσσομανούσε με θεόρατα κύματα. Και οι θεότρελοι καθισμένοι λες και ήταν στο μόλο του παραθαλάσσιου χωριού τους με τα πόδια να κρέμονται στο χάος ψάρευαν μεσ’την τρελή χαρά. Γέλια, αστεία και φωνές! Μεγάλα καλάμια και φυσικά ατέλειωτη σε μήκος πετονιά. Ανέβαζαν ψάρια τουλάχιστον μισού κιλού. Κάποιοι έβρισκαν πατήματα και κατέβαιναν στον κάθετο βράχο πιο χαμηλά (!!!). Όταν ρωτήσαμε αν υπήρχαν ατυχήματα μας είπαν ότι έχουν σκοτωθεί κάποιοι. Εγώ δεν μπορούσα να πλησιάσω ούτε στα τρία μέτρα από τον γκρεμό. Έβλεπα απέναντι τα κύματα να σκάνε στο βράχο έχοντας τον σκάψει και έτρεμαν τα πόδια μου. Όχι απλά τρελοί, αλλά θεότρελοι αυτοί οι Πορτογάλοι, όπως θα έλεγε και ο φίλος μας ο Οβελίξ.
Πέρα όμως από την τρέλα των ντόπιων το μέρος είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό και συνεχίζεται το ίδιο εντυπωσιακό και στην άλλη, τη δυτική πλευρά του ίδιου κόλπου. Ο κόλπος στη δυτική του πλευρά καταλήγει σε ένα ακρωτήρι. Και εκεί τελειώνει η Ευρώπη!! Νότια η Αφρική και δυτικά η Αμερική.Cabo de Sao Vicente. Το ακρωτήρι του Άγιου Βικέντιου με τον φάρο του που είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος της Ευρώπης και φέγγει ασταμάτητα φυλάγοντας τους ναυτικούς από τα θανατηφόρα βράχια της Ευρωπαϊκής αυτής άκρης. Το τοπίο γύρω από τον φάρο μοιάζει με αυτό του Sagres και οι ψαράδες το ίδιο! Μια από τις πιο έντονα φορτισμένες εικόνες ήταν μια μικροσκοπική βάρκα με τον ψαρά της σα καρυδότσουφλο να προσπαθεί να αποφύγει τα βράχια πάνω στα οποία φαινόταν να τον παρασέρνουν τα θεόρατα κύματα. Φαίνεται όμως πως περισσότερη αγωνία είχαμε εμείς απέξω παρά ο ψαράς, που τα κατάφερνε μια χαρά. Αφήσαμε τον ψαρά στα κύματα του Ατλαντικού και πήγαμε με το αυτοκίνητο εκεί κοντά στο μικρό κάστρο Beliche για καφέ. Θαυμάσιος καφές και ακόμα πιο όμορφη θέα στον ωκεανό. Από εκεί κατευθείαν στο ξενοδοχείο, κατάκοποι αλλά πολύ, μα πολύ γεμάτοι εικόνες και εντυπώσεις.
Η άλλη μέρα ήταν η Πρωτομαγιά. Χαλαρά κατεβήκαμε στο χωριό, κάναμε τις βόλτες μας, περάσαμε την πύλη και βγήκαμε στην παραλία. Το κιόσκι πρόσφερε σε μας δροσιά και τα νερά του ωκεανού σε πολλούς λουόμενους. Η ώρα πέρασε και γυρίσαμε στην πλατεία για φαΐ και ψώνια. Το ίδιο βράδυ και πάλι στον «στάβλο». Έβαλε και μια κασέτα με ελληνική μουσική (συρτάκι και τέτοια!). Δεν είχε πολύ δουλεία και με λίγα αγγλικά που ήξερε πιάσαμε κουβέντα. Δεν είχε έρθει ποτέ στην Ελλάδα αλλά το ήθελε. Μας είπε ότι έφταναν εκεί αρκετοί έλληνες. Του άρεσε η Ελληνική μουσική και είχε δυο τρεις κασέτες. Αφού πληρώσαμε πετάχτηκα μέχρι το δωμάτιο, πήρα δυο κασέτες (μία με ρεμπέτικα και μία με δημοτικά) και γύρισα να του τις δώσω. Με ευχαρίστησε και φάνηκε στα μάτια του ότι το εννοούσε. Η υπόλοιπη βραδιά πέρασε με παρέα τους άλλους πατριώτες μας δίπλα στην πισίνα.
Η άλλη μέρα ήταν και η μέρα της επιστροφής. Πρωί πρωί πετάξαμε από το Faro για τη Λισσαβόνα και μια ώρα μετά πετάξαμε για Αθήνα. Στη διάρκεια του ταξιδιού και μέχρι και την Ιταλία ο ουρανός ήταν γεμάτος σύννεφα για να μας καλωσορίσει με λιακάδα από εκεί και πέρα. Κάτω από τα πόδια μας ανάγλυφος όλος o χάρτης της χώρας. Η Ιθάκη, η Πάτρα, το Ρίο και το Αντίρριο, τα χιονισμένα βουνά Χελμός και Ζήρια, τα νησιά του Σαρωνικού και τέλος η τσιμεντούπολη. Το παιδί μας μας περίμενε και ανυπομονούσαμε να το σφίξουμε στην αγκαλιά μας. Ένα κατακίτρινο ταξί μας έφερε γρήγορα κοντά του και την οικογένεια πάλι μαζί ενωμένη.
Θαυμάσιο ταξίδι σε μια όμορφη χώρα που γνωρίσαμε λίγο μόνο, και που θα ήθελα να ξαναπάω και κατοίκους που μας μοιάζουν απ’όσο μπόρεσα να καταλάβω! Την επόμενη φορά στα βόρεια της Πορτογαλίας λοιπόν! Μόνο να έχουμε υγεία και κουράγιο!
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστών
Φωτό: Το παρεκκλήσι των Οστών στην Alcantarilha, η ψαρόβαρκα στη βάση του βράχου του ακρωτηρίου Sao Vocente
Περισσότερες φωτο στην Gallery http://www.travelstories.gr/photo/sh...y.php?cat=2088
Αφορμή γι αυτό το ταξίδι στάθηκε η παρακολούθηση ενός 3ωρου εξοντωτικού σεμιναρίου-διάλεξης για τη χρονομεριστική μίσθωση (TimeSharing). Δεν αγοράσαμε αλλά πήραμε δωρεάν διανυχτερεύσεις στη Νότια Πορτογαλία. Έτσι συνδυάσαμε και μια μικρή επίσκεψη στη Λισσαβόνα
α. Λισσαβόνα
Τρίτη 25 Απριλίου 1995. Στις 5.30 απογειωθήκαμε από το ΕΛΛΗΝΙΚΟ για τη Λισσαβόνα με την TAP Airways. Μετά την Πάτρα και μέχρι την Ιβηρική ο ουρανός συννεφιασμένος, περιορίζοντας το ενδιαφέρον στα σχήματα που παίρνουν τα σύννεφα, πράγμα όχι και τόσο ασήμαντο. Έτσι η Ισπανία και στην συνέχεια η ανατολική Πορτογαλία πιάτο από κάτω μας. Φτάσαμε 4 ώρες και 20 λεπτά αργότερα (20.50 τοπική ώρα). Μόλις οι τροχοί πάτησαν στο έδαφος ξέσπασαν χειροκροτήματα από μια ομάδα νεαρών κοριτσιών κάποιας σχολής (φόραγαν «πουλάδα» στο πέτο) που γύρναγαν στην πατρίδα τους. Με ταξί φτάσαμε στην πανσιόν που είχαμε κλείσει στην κεντρική λεωφόρο Avenida da Liberdade, κάπου ανάμεσα στο πάρκο του Εδουάρδου και το Rossio. Η πανσιόν βρίσκεται στον 3ο και τον 5ο όροφο (!!!!) μιας πολυκατοικίας. Στην είσοδο της πολυκατοικίας μια καρέκλα-θρόνος, παμπάλαια με μεγάλη πλάτη και δερμάτινη. Το ασανσέρ από τα πολύ παλιά με τα περίτεχνα κάγκελα σα κλουβί πολυτελείας. Λίγο «τρομακτικό» αλλά ωραίο. Στη ρεσεψιόν και στο δωμάτιο έπιπλα σκούρα, βαριά από αυτά που βλέπουμε σε ταινίες με Ισπανούς της Αναγέννησης. Αλλά και σύγχρονα χαρακτικά στους τοίχους. Αυτή είναι η Ιβηρική!
Η επόμενη μέρα ξημέρωσε βροχερή. Ατυχία! Μετά το πρωινό ξεκινήσαμε με τα πόδια προς το λιμάνι κατά μήκος της Avenida. Είναι πολύ ωραίος δρόμος. Δύο πολύ φαρδιές νησίδες με ψηφιδωτά φτιαγμένα από άσπρες και μαύρες πέτρες και γεμάτες με κιόσκια, αγάλματα, πλατάνια και άλλα πλατύφυλλα δέντρα, χωρίζουν τη λεωφόρο σε τρία ρεύματα. Το κεντρικό με διπλή κατεύθυνση και δύο μονόδρομους σα παράδρομους. Η πρώτη πλατεία που φτάσαμε ήταν η Praça dos Restauradores και η επόμενη η κεντρική της πόλης το Rossio με το Εθνικό Θέατρο και το άγαλμα του βασιλιά Dom Pedro IV πάνω στον τεράστιο «κορινθιακού» ρυθμού κίονα. Στη συνέχεια η πεζοδρομημένη Μπαΐσια (Baixa), το εμπορικό κέντρο της πόλης με τα πολλά μαγαζιά. Μέσα από μια τεράστια μπαρόκ αψίδα βγήκαμε στην Praça de Comércio (πλατεία του εμπορίου) ή του Μαύρου Καβαλάρη από τον έφιππο ανδριάντα του βασιλιά Jose I που βρίσκεται στο κέντρο της.
Στη Λισσαβόνα υπάρχουν ακόμα τα παλιά τραμ σαν αυτά που υπήρχαν και στην Ελλάδα πριν 40 χρόνια. Ξύλινα, πολύχρωμα και πολύ όμορφα. Πάνω απ’όλα όμως για τους κατοίκους και όχι τουριστικά. Σε πάνε στις παλιές γειτονιές της πόλης και σε γλιτώνουν από τον ανήφορο μιας και η πόλη είναι χτισμένη πάνω σε 7 λόφους (άλλη μια επτάλοφη πόλη) Πήραμε το τραμ Νο 15 για το Belem (που κινείται σε ένα παράλληλο του παραλιακού δρόμου). Μετά από μια διαδρομή 30΄ κατά μήκος του Τάγου ποταμού και αφού περάσαμε κάτω από την τεράστια και εντυπωσιακότατη κρεμαστή γέφυρα του ποταμού κατεβήκαμε μπροστά στο Μουσείο των Αμαξών. Μια πολύ συνηθισμένη εικόνα κατά μήκος της διαδρομής αλλά και σε όλη την πόλη είναι τα σπίτια (μονοκατοικίες και πολυκατοικίες) καλυμμένα με πλακάκια σαν αυτά που βάζαμε παλιότερα στα μπάνια μας! Πολύ παράξενη εικόνα ομολογουμένως. Ο χώρος στον οποίο κατεβήκαμε είναι ένα μεγάλο πάρκο με τα μουσεία και το μοναστήρι των Ιερωνυμιτών από την μια μεριά και το πολύ εντυπωσιακό μνημείο των ανακαλύψεων στην άλλη όπου και η όχθη του ποταμού. Στη βάση του μνημείου έχουν φτιάξει με ψηφιδωτό τον παγκόσμιο χάρτη. Μην ξεχνάμε ότι η Πορτογαλία υπήρξε στο παρελθόν μια παγκόσμια αποικιακή δύναμη. Λίγο πιο πέρα μέσα στο νερό το σήμα κατατεθέν της πόλης ο Πύργος Belem.
Δυστυχώς τα Μουσεία ήταν κλειστά και έτσι περιοριστήκαμε στις εξωτερικές εικόνες. Με ένα ταξί γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και κάτσαμε για φαΐ ακριβώς απέναντι (είχε εν τω μεταξύ σταματήσει η βροχή). Μετά από λίγη ξεκούραση φύγαμε για το κάστρο του Αγ. Γεωργίου (Castelo de Sao Jorge). Μια από τις ομορφότερες γωνιές αυτής της πόλης. Καταπράσινο με πολλά δέντρα, ταράτσες με κήπους και παντού νερά. Πολλά νερά. Σιντριβάνια, βρύσες, στέρνες, τρεχούμενα!!! Και πολλά παγώνια. Απλά υπέροχα!!! Το σπουδαιότερο όμως είναι η θέα. Όλη η Λισσαβόνα στα πόδια μας με τον Τάγο στο βάθος. Τι να πει κανείς! Τα λόγια δεν μπορούν να περιγράψουν τέτοιες εικόνες. Αφού κάναμε μια μικρή βόλτα έξω από το κάστρο, στις παρυφές της συνοικίας Alfama, πήραμε το λεωφορείο που περνάει μπροστά από τον τεράστιο και επιβλητικότατο καθεδρικό ναό (Sé στα Πορτογαλικά) και τερματίζει στην Praça da Figueira με τα αμέτρητα περιστέρια. Βρίσκεται στο κέντρο δίπλα στο Rossio και την Baixa. Εκεί ένα ασανσέρ (!!) σε ανεβάζει στην άλλη παλιά γειτονιά της πόλης το γραφικότατο Bairo Alto (δηλ. Παλιά Γειτονιά) Το ασανσέρ αυτό κατασκευάστηκε σε σχέδια του γνωστού Aifel (κατ’άλλους από μαθητές της «σχολής» του) και σε μεταφέρει με ένα απλό εισιτήριο αστικού λεωφορείου. Στο σημείο που τερματίζει βρίσκονται τα ερείπια του Ναού Carmo που έπεσε στον μεγάλο σεισμό του 1755 που ισοπέδωσε σχεδόν όλη την πόλη. Κάναμε μια μικρή βόλτα και κατεβήκαμε. Κάτσαμε για ένα καφέ στον πεζόδρομο της Baixa. Έκανα μια βόλτα, αγόρασα CD με πορτογαλική μουσική και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο να φρεσκαριστούμε και να κατέβουμε για κάτι πρόχειρο μιας και οι βόλτες μας άνοιξαν για τα καλά την όρεξη.
Η παραμονή μας στη Λισσαβόνα τέλειωσε εδώ αφήνοντας ένα αίσθημα ανεκπλήρωτου και νοσταλγίας (Saudade που λένε και οι Πορτογάλοι) και με την υπόσχεση της επιστροφής κάποια μέρα μιας και πήραμε μόνο μια μικρή γεύση της πόλης. Σίγουρα χρειάζονται τουλάχιστον 3-4 μέρες για να δει κανείς αυτή την όμορφη πόλη του Ωκεανού.
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστών
β. Algarve-Albufeira
Την άλλη μέρα το πρωί από ένα λάθος στην χρονική εκτίμηση και πολύ κίνηση στο δρόμο για το αεροδρόμιο φτάνουμε όταν μας ψάχνουν από τα μεγάφωνα! Τις βαλίτσες τις πήραμε μαζί μας μέσα στο αεροπλάνο. Το αεροπλάνο ένα τεράστιο air bus σχεδόν άδειο έφυγε αμέσως μετά για το Faro την πρωτεύουσα της Algarve της νοτιότερης και πιο τουριστικής περιοχής της χώρας. Έβρεχε καταρρακτωδώς σε όλο το ταξίδι και είχαμε πολλές αναταράξεις. 35 λεπτά αργότερα και σαν κοτόπουλα από τα κουνήματα φτάσαμε. Η βροχή απτόητη. Ένα μικρό van μας περίμενε για το ξενοδοχείο που βρισκόταν στην Albufeira, περίπου 30 χμ από το αεροδρόμιο. Όταν φτάσαμε σταμάτησε και η βροχή και ένας λαμπρός ήλιος μας υποδέχτηκε για να μην μας αφήσει όλες τις υπόλοιπες μέρες εκεί. Το ξενοδοχείο (Club Albufeira) ήταν πολύ ωραίο με μπάνγκαλοους. Αφού τακτοποιηθήκαμε πήγαμε για ένα καφέ και λίγο κολατσιό στο μπαρ. Εκεί συναντήσαμε και άλλους Έλληνες μερικοί από τους οποίους ήταν εκεί από προηγούμενες μέρες. Μάθαμε λοιπόν ότι η βροχή που μας συντρόφεψε στο ταξίδι μας ήταν η πρώτη μετά από πολύ καιρό και γι αυτό ήταν καλοδεχούμενη από τους ντόπιους. Μας πρότειναν για φαΐ ένα εστιατόριο απέναντι από το ξενοδοχείο που κάποτε ήταν στάβλος εξ’ ου και το όνομά του (A Cocheira που σημαίνει στάβλος στα Πορτογαλικά). Ωραίο μαγαζί, ωραίο φαΐ και καλές τιμές.Ο μαγαζάτορας που κατάλαβε ότι ήμασταν έλληνες όταν πληρώσαμε μας ευχαρίστησε στα ελληνικά και αυτό ήταν μια ευχάριστη έκπληξη και τότε για πρώτη φορά κατάλαβα πως δυο τρεις κουβέντες στη γλώσσα του άλλου μπορούν να φέρουν τους ανθρώπους κοντά. Εύκολο και κυρίως δεν κοστίζει. Κέρδος μόνο φέρνει. Γυρίσαμε στο δωμάτιό μας αφού ψωνίσαμε από ένα μινι μάρκετ μιας και δεν είχαμε πρωινό, ξεκουραστήκαμε και με ένα ταξί κατεβήκαμε στο χωριό. Όμορφο χωριό με πλακόστρωτα δρομάκια και κάτασπρα σπίτια. Κάτι σε Κυκλάδες έφερνε. Είναι πολύ τουριστικό αλλά ευτυχώς ήταν πολύ νωρίς ακόμα και η τουριστική περίοδος ίσα που ξεκίναγε. Φαντάζομαι τι θα γίνεται εκεί το καλοκαίρι. Η πλατεία του χωριού με πολλά μαγαζιά γύρω της είναι και αυτή ψηφιδωτή σαν κάθε πλατεία σε ολόκληρη τη χώρα. Ένα πλακόστρωτο από την πλατεία οδηγεί προς τη θάλασσα. Στο τέλος του μια μικρή στοά και να ο Ατλαντικός!! Κάθετα βράχια από άμμο, μια πολύ φαρδιά και μεγάλη παραλία με ξανθή ψιλή σαν άχνη ζάχαρη άμμο. Τα άσπρα σπίτια πάνω στα βράχια μοιάζουν σα λευκό στεφάνι πάνω από τη θάλασσα. Τα νερά δεν είχαν ακόμα ζεσταθεί και έτσι δεν κολυμπούσε κανείς. Μόνο τα κιόσκια με τα παγκάκια ήταν γεμάτα από ντόπιους ηλικιωμένους και τουρίστες που απολάμβαναν το θέαμα. Κάτσαμε και εμείς να χαζέψουμε λίγο . Μία από τις ομορφότερες εικόνες είναι οι πολύχρωμες βάρκες και οι σωροί με τα δεμένα μεταξύ τους πήλινα δοχεία, παγίδες για τα χταπόδια που αφθονούν στην περιοχή. Γυρίσαμε στην πλατεία και κάτσαμε για φαΐ και μετά κάναμε το σχετικό χαζοτουριστικό shopping therapy! Επιστροφή στο ξενοδοχείο και ώρα για ύπνο. Τη νύχτα ξανάβρεξε αλλά το πρωί που σηκωθήκαμε ο ήλιος μας χαμογελούσε σε ένα καθαρό ουρανό με λίγα σκόρπια μικρά συννεφάκια σα κομμάτια μπαμπακιού. Η μέρα ήταν αφιερωμένη στη χαλάρωση. Κάναμε σχεδόν τα ίδια με την προηγούμενη μέρα. Albufeira, βόλτες στο χωριό και στην παραλία και χαζολόγημα. Όταν ήμασταν στην παραλία κάτι στις εικόνες με παραξένευε. Κατάλαβα τότε ότι υπήρχε μια αίσθηση απεραντοσύνης αλλά ο ουρανός έμοιαζε να είναι πολύ χαμηλά λες και θα σήκωνες το χέρι και θα τον ακουμπούσες. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αλλά ήταν πολύ έντονη η αίσθηση. Το βράδυ μια ομάδα άγγλων είχε μια γιορτή στην πισίνα. Μπάρμπεκιου, ποτό και ζωντανή μουσική και χορό. Όμορφα τέλειωσε και αυτή η μέρα.
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστώνγ. Algarve-Faro
Η 5η ημέρα ήταν μια βόλτα στην πρωτεύουσα της επαρχίας, το Faro. Πήγαμε μέχρι εκεί με Ι.Χ. Μας πήρε μαζί του ο Έλληνας υπεύθυνος της εταιρείας που μας είχε προσφέρει τη διαμονή. Περάσαμε και από την περιοχή με τα πολλά και μεγάλα ξενοδοχεία. Vilamura ονομάζεται το χωριό και η περιοχή γύρω του. Ξενοδοχεία με πολλούς ορόφους και ακόμα περισσότερα αστέρια για βόρειους παραλήδες, ατέλειωτα γήπεδα γκολφ που για να φτιαχτούν κόψανε το δάσος και για να συντηρηθούν απαιτούν τεράστιες ποσότητες νερού σε μια περιοχή με αρκετή ξηρασία. Περιοχή του “all inclusive”. Μακριά από μας! Φτάσαμε στο Faro μετά από περίπου μία ώρα και αρχίσαμε τις βόλτες μας. Δεν θα την χαρακτήριζα «ωραία πόλη». Άχαρη παραθαλάσσια με μεγάλη μαρίνα και εκεί δίπλα στη θάλασσα το όμορφο κομμάτι της. Ένα τείχος περιβάλει μια μικρή παλιά γειτονιά. Για να φτάσεις περνάς μια πύλη (Arco da Vila) και βγαίνεις στην πλατεία της όπου δεσπόζει ένας μεγαλόπρεπος ναός. Γύρω παντού πλακόστρωτα. Βέβαια επειδή κατοικείται κυκλοφορούν αυτοκίνητα. Περπατήσαμε μέσα στην παλιά αυτή γειτονιά και νοιώσαμε για λίγο σα να ήμασταν σε άλλη εποχή. Η εκκλησία ήταν δυστυχώς κλειστή. Από μια άλλη πύλη βγήκαμε στον παραλιακό δρόμο Μπροστά μας μεγάλη έκταση με βάλτους. Από ένα μικρό άνοιγμα με γέφυρα, οι βάρκες μπαίνουν σε ένα μικρό κλειστό ψαρολίμανο.
Εν τω μεταξύ είχε μεσημεριάσει και πήγαμε για φαΐ.
Εδώ να πω ότι και στο Faro αλλά και σε όλες τις πόλεις και τα χωριά που πήγαμε ή περάσαμε, ακόμα και το πιο μικρό πεζοδρόμιο ή νησίδα είναι στρωμένο με άσπρες και μαύρες τετράγωνες μικρές πλάκες που σχηματίζουν ψηφιδωτά μοτίβα. Ακόμα η οδοσήμανση όμως είναι παντού όμορφη. Σε κάθε γωνιά τα χαρακτηριστικά πλακίδια Azulejos, πολύχρωμα με όμορφα σχέδια να φέρουν το όνομα του δρόμου αλλά και στα σπίτια τον αριθμό. Μια τέχνη πανταχού παρούσα παντού στη χώρα σε σημείο υπερβολής ορισμένες φορές.
Μετά το φαΐ πήραμε το υπεραστικό λεωφορείο και περνώντας από τις τουριστικές περιοχές Quanteira, Vilamura και Νέα Albufeira, κατεβήκαμε στο σταθμό της Albufeira και από κει με ένα ταξί πήγαμε στο ξενοδοχείο, όπου και αράξαμε να ξεκουραστούμε. Το βράδυ στο «στάβλο» είχαμε ακόμα ένα υπέροχο δείπνο.
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστών
Φωτό: Η πύλη για την παλιά γειτονιά του Faro, Arco da Vila - Οδοσήμανση
δ. Algarve-Από την Albufeira στον Sao Vicente
Την άλλη μέρα κάναμε μια πολύ όμορφη και αρκετά μεγάλη εκδρομή μέχρι το Νοτιοδυτικότερο άκρο της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Την εκδρομή είχε οργανώσει ο υπεύθυνος της εταιρείας και ήταν προαιρετική. Με ένα Mini Bus 8 άτομα ξεκινήσαμε μετά το πρωινό προς τα δυτικά. Πρώτος σταθμός, έτσι για να μας ανοίξει η όρεξη, το παρεκκλήσι του Ναού του χωριού Alcantarilha, Capela dos Ossos (Παρεκκλήσι των οστών). Ένα παρεκκλήσι με τους τοίχους της καλυμμένους από ανθρώπινα ΟΣΤΑ και ΚΡΑΝΙΑ!!! (και όμως αληθινό). Είναι ένα από τα 4-5 παρεκκλήσια που υπάρχουν σε όλη τη χώρα και σκοπό έχουν να δείξουν στους πιστούς τη ματαιότητα των εγκόσμιων. Ο φανατισμός στο αποκορύφωμά του. Μετά τις σχετικές ανατριχίλες φύγαμε για την πόλη Silves. Σε όλη τη διαδρομή μέχρι εκεί αλλά και από εκεί και πέρα το τοπίο θυμίζει πάρα πολύ τη χώρα μας αλλά στο πιο πράσινο. Πορτοκαλιές, ελιές, μουσμουλιές, πάρα πολλές αμυγδαλιές, συκιές, χαρουπιές κ.ά. Αλλά και η άγρια βλάστηση ίδια.
Η πόλη Silves είναι χτισμένη αμφιθεατρικά σε ένα λόφο που ελέγχει όλη τη γύρω περιοχή και στην κορυφή του έχει ένα κάστρο από την εποχή των Μαυριτανών. Πριν μπούμε στην πόλη κάναμε μια μικρή στάση απέναντί της για να έχουμε ένα πανοραμικό στιγμιότυπό της για τις φωτογραφικές μας μηχανές που έτσι κι αλλιώς είχαν πάρει φωτιά. Σταματήσαμε έξω από τον καθεδρικό (Se λέγονται οι καθεδρικοί σε όλη τη χώρα), μπήκαμε μέσα στο τεραστίων διαστάσεων και πολύ εντυπωσιακό εσωτερικό που χτίστηκε από τους Μαυριτανούς το 13ο αι., για Τζαμί και μετατράπηκε σε Χριστιανικό Ναό μετά τη νίκη των χριστιανών και την εκδίωξη των μουσουλμάνων. Εκεί έχουν θαφτεί αρκετοί βασιλιάδες της Πορτογαλίας. Στη συνέχεια ανεβήκαμε στο κάστρο. Είναι χτισμένο από κόκκινη πέτρα και έχει απεριόριστη θέα σε όλη τη γύρω περιοχή. Υπάρχει ένα πολύ βαθύ πηγάδι που συνεχίζει να αναβλύζει και να τροφοδοτεί την πόλη με νερό, καθώς και το άγαλμα του Alfonso III του απελευθερωτή. Έξω από το κάστρο κάναμε τα σχετικά τουριστικά ψώνια μας και φύγαμε για το Portimao, βιομηχανική πόλη. Περάσαμε απ’έξω και σταματήσαμε στο μικρό κάστρο Santa Catarina που με ένα ίδιο απέναντι ελέγχουν το στενό θαλάσσιο πέρασμα που ενώνει τον ωκεανό με το λιμάνι του Portimao. Η στάση μας είχε όμως άλλο λόγο. Να δούμε και να θαυμάσουμε την Praia da Rocha, τεράστια σε μήκος αλλά κυρίως σε πλάτος παραλία με λεπτή, χρυσή άμμο. Η περιοχή είναι εξαιρετικά τουριστικοποιημένη. Η αίσθηση της απεραντοσύνης λόγω των πολλών αλλά μικρών «βαμβακένιων» σύννεφων που βρίσκονται αρκετά χαμηλά πάνω από τα κεφάλια μας είναι πολύ έντονή και πολύ παράξενη.
Στη δυτική άκρη του κόλπου βρίσκεται μια πόλη που θα μπορούσε κάποιος να τη χαρακτηρίσει ταυτόχρονα καμάρι αλλά και ντροπή του «πολιτισμού» μας Το Lagos είναι η πόλη από το λιμάνι της οποίας έφευγαν τα πλοία που ανακάλυψαν τόσους και τόσους τόπους στον πλανήτη και έκαναν την Πορτογαλία πλούσια και ισχυρή ναυτική δύναμη, αλλά και που έφταναν οι σκλάβοι που έμελλε να γεμίσουν τα σκλαβοπάζαρα της Γηραιάς Ηπείρου με τη μυϊκή τους δύναμη αλλά και τη δυστυχία τους, και την ιστορία του «πολιτισμένου μας κόσμου» με μαύρες σελίδες ντροπής.
Στο λιμάνι της και απέναντι από το κυρίως κάστρο στέκει ένα μικρό παραθαλάσσιο καστέλι (κάτι σαν Μπούρτζι) με τάφρο που γεμίζει από το νερό του ωκεανού από τον οποίο χωρίζεται με ένα τοιχίο ύψους 70 εκατοστών . Μια μικρή γέφυρα επιτρέπει την είσοδο σ’αυτό. Η τάφρος την ώρα που μπήκαμε ήταν τελείως στεγνή. Μέσα στο κάστρο υπάρχει ένα παραδοσιακό εστιατόριο με γκαρσόνια ντυμένα με «μεσαιωνικές» στολές και ένα κατάστημα που πουλάει διάφορα προϊόντα από αμυγδαλόπαστα. Κάτσαμε για φαΐ αλλά το πρώτο πιάτο δεν τρωγότανε. Νερόβραστος μπακαλιάρος με το «ζουμί» του, φρυγανιές στον πάτο του πιάτου και από πάνω ψιλοκομμένος μαϊντανός και ένα αυγό ποσέ να επιπλέει!!!!. Ευτυχώς το κυρίως πιάτο ήταν μια ποικιλία ψητών κρεατικών που μας χόρτασε και μας αποζημίωσε! Ο μαγαζάτορας μας άκουσε που μιλάγαμε και έβαλε στο κασετόφωνο το δίσκο του Βαγγέλη Παπαθανασίου ΩΔΕΣ με την Ειρήνη Παππά να τραγουδάει «40 Παλικάρια». Μετά το φαΐ ανεβήκαμε στην ταράτσα με τους 4 πυργίσκους και τη θέα προς τον ωκεανό. Οι πολύ χαρακτηριστικές εικόνες από τις παραλίες της Algarve που συνήθως βλέπουμε με τους τεράστιους αμμόβραχους να βγαίνουν από τη θάλασσα και γύρω να υπάρχουν μικρές αμμουδερές παραλίες είναι εδώ. Πολύ εντυπωσιακό τοπίο. Δεκάδες μικρά εκπαιδευτικά ιστιοπλοΐας γέμιζαν με τα πολύχρωμα πανιά τους τον ορίζοντα. Φεύγοντας από το καστέλο η τάφρος είχε γεμίσει νερό και το νερό συνέχιζε να ανεβαίνει. ΠΑΛΙΡΡΟΙΑ!! Δυστυχώς ο χρόνος δεν μας επέτρεπε επίσκεψη στην πόλη και έτσι φύγαμε για το Sagres με τους τρελούς ψαράδες του!! (έτσι έλεγε τουλάχιστον το πρόγραμμα που μας είχαν δώσει). Κάναμε διάφορες υποθέσεις για το είδος της τρέλας που τους έδερνε αλλά χωρίς αποτέλεσμα παρά τις πολύ ευφάνταστες υποθέσεις. Η διαδρομή από το Lagos στο Sagres είναι στεπώδης. Χαμηλή ξηροφυτική βλάστηση ή αμμώδης άγονη έκταση. Η κίνηση ήταν απερίγραπτη. Το Sagres είναι μια τηγανόσχημη χερσόνησος εντελώς επίπεδη. Στο σημείο που ενώνεται με τη στεριά υπάρχουν κτήρια που το απομονώνουν. Εκεί τον 15ο αι. ο Ερρίκος ο Θαλασσοπόρος έφτιαξε ανώτερη σχολή ναυσιπλοΐας από την οποία αποφοίτησαν όλοι οι μεγάλοι Πορτογάλοι θαλασσοπόροι. Σήμερα τα ερείπια αυτής της σχολής στέκουν χωρίζοντας τη χερσόνησο από τη στεριά. Το αυτοκίνητο μας άφησε εκεί. Από μια πύλη περάσαμε και βρεθήκαμε στον περίβολο της σχολής. Και τότε τους είδαμε. Εννοώ βέβαια τους ψαράδες. Η χερσόνησος είναι εντελώς επίπεδη σε ένα ύψος περίπου 70-75 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Γύρω απότομοι, κάθετοι γκρεμοί και στο βάθος ο ωκεανός λυσσομανούσε με θεόρατα κύματα. Και οι θεότρελοι καθισμένοι λες και ήταν στο μόλο του παραθαλάσσιου χωριού τους με τα πόδια να κρέμονται στο χάος ψάρευαν μεσ’την τρελή χαρά. Γέλια, αστεία και φωνές! Μεγάλα καλάμια και φυσικά ατέλειωτη σε μήκος πετονιά. Ανέβαζαν ψάρια τουλάχιστον μισού κιλού. Κάποιοι έβρισκαν πατήματα και κατέβαιναν στον κάθετο βράχο πιο χαμηλά (!!!). Όταν ρωτήσαμε αν υπήρχαν ατυχήματα μας είπαν ότι έχουν σκοτωθεί κάποιοι. Εγώ δεν μπορούσα να πλησιάσω ούτε στα τρία μέτρα από τον γκρεμό. Έβλεπα απέναντι τα κύματα να σκάνε στο βράχο έχοντας τον σκάψει και έτρεμαν τα πόδια μου. Όχι απλά τρελοί, αλλά θεότρελοι αυτοί οι Πορτογάλοι, όπως θα έλεγε και ο φίλος μας ο Οβελίξ.
Πέρα όμως από την τρέλα των ντόπιων το μέρος είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό και συνεχίζεται το ίδιο εντυπωσιακό και στην άλλη, τη δυτική πλευρά του ίδιου κόλπου. Ο κόλπος στη δυτική του πλευρά καταλήγει σε ένα ακρωτήρι. Και εκεί τελειώνει η Ευρώπη!! Νότια η Αφρική και δυτικά η Αμερική.Cabo de Sao Vicente. Το ακρωτήρι του Άγιου Βικέντιου με τον φάρο του που είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος της Ευρώπης και φέγγει ασταμάτητα φυλάγοντας τους ναυτικούς από τα θανατηφόρα βράχια της Ευρωπαϊκής αυτής άκρης. Το τοπίο γύρω από τον φάρο μοιάζει με αυτό του Sagres και οι ψαράδες το ίδιο! Μια από τις πιο έντονα φορτισμένες εικόνες ήταν μια μικροσκοπική βάρκα με τον ψαρά της σα καρυδότσουφλο να προσπαθεί να αποφύγει τα βράχια πάνω στα οποία φαινόταν να τον παρασέρνουν τα θεόρατα κύματα. Φαίνεται όμως πως περισσότερη αγωνία είχαμε εμείς απέξω παρά ο ψαράς, που τα κατάφερνε μια χαρά. Αφήσαμε τον ψαρά στα κύματα του Ατλαντικού και πήγαμε με το αυτοκίνητο εκεί κοντά στο μικρό κάστρο Beliche για καφέ. Θαυμάσιος καφές και ακόμα πιο όμορφη θέα στον ωκεανό. Από εκεί κατευθείαν στο ξενοδοχείο, κατάκοποι αλλά πολύ, μα πολύ γεμάτοι εικόνες και εντυπώσεις.
Η άλλη μέρα ήταν η Πρωτομαγιά. Χαλαρά κατεβήκαμε στο χωριό, κάναμε τις βόλτες μας, περάσαμε την πύλη και βγήκαμε στην παραλία. Το κιόσκι πρόσφερε σε μας δροσιά και τα νερά του ωκεανού σε πολλούς λουόμενους. Η ώρα πέρασε και γυρίσαμε στην πλατεία για φαΐ και ψώνια. Το ίδιο βράδυ και πάλι στον «στάβλο». Έβαλε και μια κασέτα με ελληνική μουσική (συρτάκι και τέτοια!). Δεν είχε πολύ δουλεία και με λίγα αγγλικά που ήξερε πιάσαμε κουβέντα. Δεν είχε έρθει ποτέ στην Ελλάδα αλλά το ήθελε. Μας είπε ότι έφταναν εκεί αρκετοί έλληνες. Του άρεσε η Ελληνική μουσική και είχε δυο τρεις κασέτες. Αφού πληρώσαμε πετάχτηκα μέχρι το δωμάτιο, πήρα δυο κασέτες (μία με ρεμπέτικα και μία με δημοτικά) και γύρισα να του τις δώσω. Με ευχαρίστησε και φάνηκε στα μάτια του ότι το εννοούσε. Η υπόλοιπη βραδιά πέρασε με παρέα τους άλλους πατριώτες μας δίπλα στην πισίνα.
Η άλλη μέρα ήταν και η μέρα της επιστροφής. Πρωί πρωί πετάξαμε από το Faro για τη Λισσαβόνα και μια ώρα μετά πετάξαμε για Αθήνα. Στη διάρκεια του ταξιδιού και μέχρι και την Ιταλία ο ουρανός ήταν γεμάτος σύννεφα για να μας καλωσορίσει με λιακάδα από εκεί και πέρα. Κάτω από τα πόδια μας ανάγλυφος όλος o χάρτης της χώρας. Η Ιθάκη, η Πάτρα, το Ρίο και το Αντίρριο, τα χιονισμένα βουνά Χελμός και Ζήρια, τα νησιά του Σαρωνικού και τέλος η τσιμεντούπολη. Το παιδί μας μας περίμενε και ανυπομονούσαμε να το σφίξουμε στην αγκαλιά μας. Ένα κατακίτρινο ταξί μας έφερε γρήγορα κοντά του και την οικογένεια πάλι μαζί ενωμένη.
Θαυμάσιο ταξίδι σε μια όμορφη χώρα που γνωρίσαμε λίγο μόνο, και που θα ήθελα να ξαναπάω και κατοίκους που μας μοιάζουν απ’όσο μπόρεσα να καταλάβω! Την επόμενη φορά στα βόρεια της Πορτογαλίας λοιπόν! Μόνο να έχουμε υγεία και κουράγιο!
φωτό:Λισσαβόνα (Χ2), παραλία στην Albufeira, Alcantarilha-το παρεκκλήσι των Οστών
Φωτό: Το παρεκκλήσι των Οστών στην Alcantarilha, η ψαρόβαρκα στη βάση του βράχου του ακρωτηρίου Sao Vocente
Περισσότερες φωτο στην Gallery http://www.travelstories.gr/photo/sh...y.php?cat=2088
Attachments
-
122,7 KB Προβολές: 305
-
146,2 KB Προβολές: 313
-
118,9 KB Προβολές: 291
-
237,7 KB Προβολές: 262