poised
Member
- Μηνύματα
- 1.058
- Likes
- 8.860
Κάποια στιγμή αργότερα το απόγευμα είπαμε να βγούμε να προλάβουμε το φως λίγο για κανένα καφέ και μετά να πάμε για φαγητό.
Με το που κατεβαίνω στη ρεσεψιόν βλέπω νερά, σφουγγαρίστρες, πανιά, έσπασε καμία σωλήνα αναρωτήθηκα. Φτάνοντας στην πόρτα κατάλαβα...
Αυτή ήταν η κατάσταση στα αριστερά
και αυτή στα δεξιά
Δε φαίνεται, τα νερά, μαζί με ατέλειωτα σκουπίδια, κυλούσαν προς τα αριστερά που ήταν το ποτάμι κάπου 300 μέτρα μακριά.
Ρώτησα στη ρεσεψιόν, μου είπαν με πολύ άνεση κάτι τύπου "ααα, αυτό δεν είναι τίποτα, αν δεν βρέξει άλλο σε 3-4 ώρες θα έχει αδειάσει". Γλουπ που λέγανε και οι ήρωες στα "μικυμάου". Στον χώρο αναμονής μπροστά στη ρεσεψιόν δεν έλεγε να κάτσουμε, οπότε λέω της βιετναμέζας μεταβολή όπως είμαστε πίσω στο δωμάτιο και να εύχεσαι να μη βρέξει πάλι γιατί μας βλέπω να μένουμε νηστικοί καμιά βδομάδα εδώ μέσα.
Αργότερα το βράδυ τα νερά είχαν υποχωρήσει στα περισσότερα σημεία και μπορούσαμε να περπατήσουμε έξω. Δυστυχώς όμως υπήρχε μία έντονη μυρωδιά βοθρίλας και οι δρόμοι είχαν επάνω μία μαύρη αηδιαστική γλίτσα. Ταυτόχρονα είχε γεμίσει ο κόσμος αρουραίους, είτε δε μπορούσαν να πάνε στους υπονόμους ακόμα γιατί ήταν πλημμυρισμένα είτε είχαν βγει επάνω νωρίτερα και είχαν αποθρασυνθεί.
Κάναμε μία μικρή βόλτα να βρούμε κάτι να φάμε, αλλά όπου πηγαίναμε ήταν κλειστά. Περάσαμε από τα πιο κεντρικά, όπως μπροστά από το παλάτι (φαίνεται και η γλίτσα στους δρόμους)
και τελικά μετά από κάμποσο περπάτημα βρήκαμε ένα μαγαζί με ντόπιο κόσμο για ψαρικά και μπάρμπεκιου, οπότε καθίσαμε με μια δυσκολία κάπου που βρήκαμε γιατί ήταν γεμάτο.
Είτε το μαγαζί ήταν τα ζώα μου αργά είτε δε γούσταραν που πήγαμε εκεί είτε είχαμε κάνει κάτι λάθος, πάντως καθόμασταν πόση ώρα και δεν ερχόταν κανείς. Όσο περιμέναμε πρόσεξα έναν δυτικό σε ένα τραπέζι με μία Ασιάτισα και 4 παιδιά, θα έλεγα ως 10 ετών το μεγαλύτερο. Υπέθεσα από τα χαρακτηριστικά ότι τα παιδιά ήταν δικά του και άρα ήταν η γυναίκα του. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν πως όση ώρα περιμέναμε ο τύπος (που έδειχνε 50+) δεν είχε απολύτως κανένα ενδιαφέρον ή συμμετοχή για ότι γινόταν στο τραπέζι με τα παιδιά του, ασχολιόταν μόνο τη μπύρα του που την πήγαινε άπατη και η καημένη η γυναίκα (που φαινόταν βαριά 30) έτρεχε να τα βολέψει όλα τα μικρά. Περίεργη σχέση, σκέψου η αδιαφορία του μου είχε κάνει τόση εντύπωση που το θυμάμαι μέχρι σήμερα. Ποιο το νόημα να είσαι με κάποιον έξω αν δείχνεις ότι δεν σε ενδιαφέρει καθόλου;
Αφού δεν είδα να γίνεται δουλειά και σε εκείνο το σημείο πείναγα σα λύκος, σηκώθηκα και πήγα σε έναν υπάλληλο δείχνοντας ευγενικά το σημείο που κάτσαμε και ότι θέλουμε να παραγγείλουμε. Δεν έδειξε να τον κόφτει και ιδιαίτερα. Μετά από αρκετή ώρα αναμονής καθαρίσανε το τραπέζι, όχι και πολύ επισταμένα, καθαρίσαμε το υπόλοιπο από τις λίγδες εμείς με χαρτοπετσέτες, αλλά το ουσιαστικό ήταν ότι μας φέρανε κατάλογο.
Φυσικά ο κατάλογος μόνο στα καμποτζιανά και μάλιστα οι τιμές δε βγάζανε νόημα ούτε αν υπέθετες ότι ήταν ανά τεμάχιο ούτε αν ήταν ανά κιλό. Παλεύαμε με το google translate να καταλάβουμε τι είναι τι, οπότε κάποια στιγμή πήρα το κατάλογο και πήγα στον δυτικό ρωτώντας τον στα αγγλικά αν μένει στη χώρα και αν μπορεί να μας βοηθήσει να παραγγείλουμε. Σχεδόν ενοχλημένος έδωσε τον κατάλογο στη γυναίκα του και η καημένη μας μετέφρασε τουλάχιστον τα βασικά. Και εμένα να μου δώσεις κατάλογο με ψαρικά καλά καλά δεν τα ξέρω όλα τι είναι στα ελληνικά, πόσο μάλλον στα αγγλικά.
Ευχαριστήσαμε την κυρία και τον ζεν κύριο και παραγγείλαμε ότι καταλάβαμε από αυτά που μας είπε στον σερβιτόρο που κατάλαβε ότι κατάλαβε από αυτά που του είπαμε. Περιμέναμε μάλλον υπερβολικά πολύ να ψηθούν πέντε καλαμάρια και ήρθαν.
Φαίνονται ωραία, αλλά δυστυχώς εκτός του ότι δεν ήταν καθαρισμένα εσωτερικά, ίσως να μη τα είχαν πλύνει κιόλας και να τα είχαν πετάξει ως είχαν στη φωτιά, ήταν και σχεδόν άψητα μέσα, σε σημείο που αν μπορούσα να συννενοηθώ έστω και λίγο θα τα είχα γυρίσει να τα ξαναβάλουν στη φωτιά. Εντάξει καλύτερο από πατατάκια με τα οποία είχα πιστέψει ότι θα την βγάζαμε αλλά δε μπορώ να πω ότι το ευχαριστήθηκα.
Ο λογαριασμός προέκυψε υπερβολικά μεγάλος για το επίπεδο της χώρας, του μαγαζιού και την ποιότητα του φαγητού, νομίζω κάπου 25 δολάρια για τα λίγα που φάγαμε, δηλαδή κλέψιμο κανονικά αλλά τι να πεις εκείνη την ώρα. Η βιετναμέζα μου έριξε ένα "στο βιετνάμ τα ψαρικά είναι πολύ καλύτερα και φθηνότερα", της απάντησα και εγώ στα ελληνικά "ναι σα τη χαλκιδική δεν έχει". "Τι;", "άστο".
Επιστρέψαμε πίσω στο ξενοδοχείο από τους σιχαμένους δρόμους προσπαθώντας να μην πατάμε τις γλίτσες.
Με το που κατεβαίνω στη ρεσεψιόν βλέπω νερά, σφουγγαρίστρες, πανιά, έσπασε καμία σωλήνα αναρωτήθηκα. Φτάνοντας στην πόρτα κατάλαβα...
Αυτή ήταν η κατάσταση στα αριστερά
και αυτή στα δεξιά
Δε φαίνεται, τα νερά, μαζί με ατέλειωτα σκουπίδια, κυλούσαν προς τα αριστερά που ήταν το ποτάμι κάπου 300 μέτρα μακριά.
Ρώτησα στη ρεσεψιόν, μου είπαν με πολύ άνεση κάτι τύπου "ααα, αυτό δεν είναι τίποτα, αν δεν βρέξει άλλο σε 3-4 ώρες θα έχει αδειάσει". Γλουπ που λέγανε και οι ήρωες στα "μικυμάου". Στον χώρο αναμονής μπροστά στη ρεσεψιόν δεν έλεγε να κάτσουμε, οπότε λέω της βιετναμέζας μεταβολή όπως είμαστε πίσω στο δωμάτιο και να εύχεσαι να μη βρέξει πάλι γιατί μας βλέπω να μένουμε νηστικοί καμιά βδομάδα εδώ μέσα.
Αργότερα το βράδυ τα νερά είχαν υποχωρήσει στα περισσότερα σημεία και μπορούσαμε να περπατήσουμε έξω. Δυστυχώς όμως υπήρχε μία έντονη μυρωδιά βοθρίλας και οι δρόμοι είχαν επάνω μία μαύρη αηδιαστική γλίτσα. Ταυτόχρονα είχε γεμίσει ο κόσμος αρουραίους, είτε δε μπορούσαν να πάνε στους υπονόμους ακόμα γιατί ήταν πλημμυρισμένα είτε είχαν βγει επάνω νωρίτερα και είχαν αποθρασυνθεί.
Κάναμε μία μικρή βόλτα να βρούμε κάτι να φάμε, αλλά όπου πηγαίναμε ήταν κλειστά. Περάσαμε από τα πιο κεντρικά, όπως μπροστά από το παλάτι (φαίνεται και η γλίτσα στους δρόμους)
και τελικά μετά από κάμποσο περπάτημα βρήκαμε ένα μαγαζί με ντόπιο κόσμο για ψαρικά και μπάρμπεκιου, οπότε καθίσαμε με μια δυσκολία κάπου που βρήκαμε γιατί ήταν γεμάτο.
Είτε το μαγαζί ήταν τα ζώα μου αργά είτε δε γούσταραν που πήγαμε εκεί είτε είχαμε κάνει κάτι λάθος, πάντως καθόμασταν πόση ώρα και δεν ερχόταν κανείς. Όσο περιμέναμε πρόσεξα έναν δυτικό σε ένα τραπέζι με μία Ασιάτισα και 4 παιδιά, θα έλεγα ως 10 ετών το μεγαλύτερο. Υπέθεσα από τα χαρακτηριστικά ότι τα παιδιά ήταν δικά του και άρα ήταν η γυναίκα του. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν πως όση ώρα περιμέναμε ο τύπος (που έδειχνε 50+) δεν είχε απολύτως κανένα ενδιαφέρον ή συμμετοχή για ότι γινόταν στο τραπέζι με τα παιδιά του, ασχολιόταν μόνο τη μπύρα του που την πήγαινε άπατη και η καημένη η γυναίκα (που φαινόταν βαριά 30) έτρεχε να τα βολέψει όλα τα μικρά. Περίεργη σχέση, σκέψου η αδιαφορία του μου είχε κάνει τόση εντύπωση που το θυμάμαι μέχρι σήμερα. Ποιο το νόημα να είσαι με κάποιον έξω αν δείχνεις ότι δεν σε ενδιαφέρει καθόλου;
Αφού δεν είδα να γίνεται δουλειά και σε εκείνο το σημείο πείναγα σα λύκος, σηκώθηκα και πήγα σε έναν υπάλληλο δείχνοντας ευγενικά το σημείο που κάτσαμε και ότι θέλουμε να παραγγείλουμε. Δεν έδειξε να τον κόφτει και ιδιαίτερα. Μετά από αρκετή ώρα αναμονής καθαρίσανε το τραπέζι, όχι και πολύ επισταμένα, καθαρίσαμε το υπόλοιπο από τις λίγδες εμείς με χαρτοπετσέτες, αλλά το ουσιαστικό ήταν ότι μας φέρανε κατάλογο.
Φυσικά ο κατάλογος μόνο στα καμποτζιανά και μάλιστα οι τιμές δε βγάζανε νόημα ούτε αν υπέθετες ότι ήταν ανά τεμάχιο ούτε αν ήταν ανά κιλό. Παλεύαμε με το google translate να καταλάβουμε τι είναι τι, οπότε κάποια στιγμή πήρα το κατάλογο και πήγα στον δυτικό ρωτώντας τον στα αγγλικά αν μένει στη χώρα και αν μπορεί να μας βοηθήσει να παραγγείλουμε. Σχεδόν ενοχλημένος έδωσε τον κατάλογο στη γυναίκα του και η καημένη μας μετέφρασε τουλάχιστον τα βασικά. Και εμένα να μου δώσεις κατάλογο με ψαρικά καλά καλά δεν τα ξέρω όλα τι είναι στα ελληνικά, πόσο μάλλον στα αγγλικά.
Ευχαριστήσαμε την κυρία και τον ζεν κύριο και παραγγείλαμε ότι καταλάβαμε από αυτά που μας είπε στον σερβιτόρο που κατάλαβε ότι κατάλαβε από αυτά που του είπαμε. Περιμέναμε μάλλον υπερβολικά πολύ να ψηθούν πέντε καλαμάρια και ήρθαν.
Φαίνονται ωραία, αλλά δυστυχώς εκτός του ότι δεν ήταν καθαρισμένα εσωτερικά, ίσως να μη τα είχαν πλύνει κιόλας και να τα είχαν πετάξει ως είχαν στη φωτιά, ήταν και σχεδόν άψητα μέσα, σε σημείο που αν μπορούσα να συννενοηθώ έστω και λίγο θα τα είχα γυρίσει να τα ξαναβάλουν στη φωτιά. Εντάξει καλύτερο από πατατάκια με τα οποία είχα πιστέψει ότι θα την βγάζαμε αλλά δε μπορώ να πω ότι το ευχαριστήθηκα.
Ο λογαριασμός προέκυψε υπερβολικά μεγάλος για το επίπεδο της χώρας, του μαγαζιού και την ποιότητα του φαγητού, νομίζω κάπου 25 δολάρια για τα λίγα που φάγαμε, δηλαδή κλέψιμο κανονικά αλλά τι να πεις εκείνη την ώρα. Η βιετναμέζα μου έριξε ένα "στο βιετνάμ τα ψαρικά είναι πολύ καλύτερα και φθηνότερα", της απάντησα και εγώ στα ελληνικά "ναι σα τη χαλκιδική δεν έχει". "Τι;", "άστο".
Επιστρέψαμε πίσω στο ξενοδοχείο από τους σιχαμένους δρόμους προσπαθώντας να μην πατάμε τις γλίτσες.
Last edited: