travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.901
- Likes
- 16.518
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Μογγολία: ονειρεμένο και ονειρικό ταξίδι
Είναι τόσο μακρινή χώρα, που αναρωτιέσαι καμιά φορά αν υπάρχει ακόμα ή χάθηκε με τον Τζένγκις Χαν. Από μικρός που ήμουν, αυτή η χώρα μου προκαλούσε δέος, μεγαλύτερο από την Κίνα, το Μεξικό και την Περσία. Ένα μυστήριο που κρύβουν τόποι όπως: Κασπία Θάλασσα, Καμτσάτκα, Μάτσου Πίτσου, Αλάσκα, Γη του Πυρός και πέντε-έξι ακόμα, όχι περισσότερα. Η Μογγολία όμως έχει το κάτι παραπάνω. Και τώρα που έχω πάει κατάλαβα ότι δίκαια το αξίζει.
Ήθελα να πάω μόνος με την παρέα μου αλλά ψάχνοντάς το είδα ότι το κόστος θα ήταν μεγαλύτερο από ό,τι θα μας κόστιζε με κάποιο τουριστικό γραφείο. Και ο λόγος είναι ότι εκεί δε γίνεται να ταξιδεύεις με νοικιασμένο αυτοκίνητο για δυο βασικούς λόγους: πρώτος και κυριότερος ότι δεν υπάρχουν δρόμοι ή και αυτοί που υπάρχουν δεν είναι εμφανείς. Το περισσότερο ταξίδι μας έγινε μέσα σε ερήμους, που ναι μεν είχαν κάποιους χωματόδρομους, αλλά αν δεν τους γνώριζες δεν μπορούσες να τους ακολουθήσεις. Ο δεύτερος λόγος είναι η ανεύρεση ξενοδοχείου στις περιοχές που έχουν ενδιαφέρον και πρέπει να επισκεφθείς. Είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη. Το τοπικό τουριστικό γραφείο λοιπόν που έψαξα ζητούσε αρκετά χρήματα για να μεταφέρει δύο ή τέσσερα άτομα για μία εβδομάδα στην έρημο Κόμπι με οδηγό και κατά πάσα πιθανότητα και ξεναγό.
Έτσι καταλήξαμε στο ελληνικό τουριστικό γραφείο, που με δύο χιλιάρικα μας τα προσέφερε όλα για μια εκδρομή 9 ημερών, που περιελάμβανε επτά διανυκτερεύσεις στην Μογγολία.
Πριν φύγουμε έγραφα στο ημερολόγιό μου: «Είναι μια χώρα με σχετικά μικρό ενδιαφέρον στο πλαίσιο των ταξιδιών που κάνουμε, οπότε ένα 9ήμερο ταξίδι στα 2000 ευρώ είναι καλά». Όμως αποδείχτηκε ότι και άλλα τόσα να ζητούσαν έπρεπε να πάμε. Μας άφησε ενθουσιασμένους από την αρχή ως το τέλος. Ποτέ δεν βαρεθήκαμε ούτε κουραστήκαμε, παρά τις μικρές κακουχίες που περάσαμε. Εξαρτάται όμως από τον άνθρωπο: άλλοι συνταξιδιώτες μας δεν ευχαριστήθηκαν. Και κάποιοι φίλοι, όχι τόσο ταξιδιάρηδες, μας έλεγαν χαρακτηριστικά: και πληρώσατε κιόλας γι αυτό το ταξίδι; Έβλεπαν τα μέρη (την έρημο κυρίως) και τα δωμάτια που κοιμόμασταν και δεν τους άρεσαν. Αντιθέτως, για μας αυτά ήταν τα θετικά του ταξιδιού.
Αύγουστος του 2014 ήταν που ξεκινήσαμε και μέσω Κωνσταντινούπολης και μια στάση στο Bishek του Κιργιστάν φτάσαμε νωρίς την επόμενη το πρωί στο Ουλάν Μπατόρ, πρωτεύουσα της Μογγολίας. Δεν έχει κάτι ιδιαίτερο αυτή η πόλη, αν εξαιρέσουμε την κεντρική πλατεία του Κοινοβουλίου. Για να λέμε την αλήθεια μπορεί και να έχει άλλα ενδιαφέροντα μνημεία, αλλά με αυτά τα πρακτορεία ποτέ δεν είσαι σίγουρος ότι σε πήγαν παντού. Έχει ένα μοναστήρι, που το είδαμε στην αναχώρηση, θα το πούμε προς το τέλος της περιγραφής μας. Πάρτε μια πρώτη γεύση:
Το πρώτο που σου κάνει εντύπωση στη χώρα είναι ότι τα μισά αυτοκίνητα έχουν το τιμόνι δεξιά και τα άλλα αριστερά. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά, όπως εδώ. Όταν ρωτήσαμε το λόγο κατ' αρχάς απόρησαν γιατί εκείνοι δεν έχουν πρόβλημα, το έχουν συνηθίσει. Η απάντηση είναι ότι αγοράζουν μεταχειρισμένα αυτοκίνητα κυρίως από την Ιαπωνία (που είναι δεξιοτίμονα) επειδή είναι φτηνά. Γενικά αγοράζουν φτηνά αυτοκίνητα όπου και αν τα βρουν, επομένως μπορεί αν έχουν δεξιά ή αριστερά το τιμόνι.
Το γκρουπ αποτελούνταν από 14 άτομα μαζί με τον αρχηγό. Αρχηγός μας ήταν ο τύπος που ονομάζεται Τόδουλος Νίκος. Θα τον βρείτε στο διαδίκτυο διότι είναι γνωστός αλπινιστής, ποδηλάτης, ορειβάτης και διάφορα άλλα. Αυτό ήταν καλό για μας διότι ένας καλός αρχηγός πάντα βοηθά την εκδρομή. Πιστεύω όλοι θα έχετε κάνει εκδρομή με πρακτορείο και το έχετε διαπιστώσει. Το ιδιαίτερο του γκρουπ ήταν ότι είχε πολλούς μόνους τύπους. Πρέπει οι 8 να ήταν σόλο, συν εμένα με τη γυναίκα μου και μια οικογένεια με τρεις.
Επιβιβαστήκαμε σε τέσσερα 4x4 βανάκια και από το μεσημέρι άρχισε το ταξίδι μας στην έρημο Γκόμπι. Και με τρία αυτοκίνητα θα γινόταν οι μετακινήσεις αλλά είχαμε ένα επί πλέον για την περίπτωση βλάβης κάποιου από τα άλλα. Στόχος ήταν να φτάσουμε στο Dalanzadgad που βρίσκεται 600 χιλιόμετρα περίπου νότια της πρωτεύουσας, όχι πηγαίνοντας από το συντομότερο δρόμο βέβαια αλλά ακολουθώντας μια ημικυκλική πορεία για να επισκεφτούμε ενδιαφέροντα σημεία της χώρας. Η πορεία αυτή κράτησε έξι μέρες. Αρχικά το μέρος ήταν σχετικά πράσινο και όσο πηγαίναμε νοτιότερα τόσο γινόταν πιο ερημικό.
Όλα αυτά τα έξι βράδια κοιμόμασταν στις λεγόμενες γιούρτες (ger), που στην ουσία είναι κάτι σαν τσαντίρια. Η διάμετρός τους είναι 5 με 6 μέτρα, για τα δωμάτια, διότι υπάρχουν και αρκετά μεγαλύτερες που λειτουργούν ως εστιατόρια ή κάτι άλλο. Μερικές από αυτές έχουν δική τους τουαλέτα κολλητά τους, αλλά εμάς δεν είχαν. Στο κέντρο τους υπάρχει η κεντρική κολώνα και πιθανόν και μια ξυλόσομπα. Κάθε γούρτα έχει 2, 3 ή 4 κρεβάτια και είναι ανεξάρτητη από τις άλλες και σε σχετική απόσταση (μερικά μέτρα).
Οι τουαλέτες και τα μπάνια ήταν κοινά και έπρεπε να περπατήσεις λίγο μέχρι να τα φτάσεις. Έκανες και το σταυρό σου να έχουν φως και ζεστό νερό και να μην περιμένεις και πολύ χρόνο στην ουρά. Μετά την πρώτη μέρα το συνηθίσαμε και κάθε βράδυ πηγαίναμε για ντους. Τις πρώτες μέρες βέβαια στο βόρειο μέρος της χώρας παίρναμε μια κρυάδα μέχρι να φτάσουμε ως εκεί, αλλά αυτά είναι που θυμάσαι. Δεν θυμάμαι καμιά άλλη τουαλέτα στα ταξίδια που έχω κάνει. Α, και μια άλλη κάπου σε ένα μοτέλ στις Ηνωμένες Πολιτείες που πηδούσαμε μισό μέτρο άλμα εις ύψος για να μπούμε στη μπανιέρα. Εδώ βέβαια μπανιέρες δεν υπήρχαν.
Τα ξενοδοχεία με τις γιούρτες συνήθως δεν είχαν άλλου είδους δωμάτια. Μόνο ένα είδαμε που είχε και ξύλινα σπιτάκια. Το ξενοδοχείο αποτελείται από το κεντρικό κτίριο με τα εστιατόρια και τα μπάνια, ή την κεντρική γιούρτα και γύρω-γύρω τις γιούρτες για να μένουν οι επισκέπτες. Εδώ σας δείχνω φωτογραφίες με το εσωτερικό των χώρων αλλά και ξενοδοχεία ολόκληρα.
Στη Μογγολία υπάρχουν ελάχιστοι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι εκτός πόλεων. Αλλά και αυτοί καλύτερα να μην υπήρχαν γιατί είναι γεμάτοι τρύπες και οι οδηγοί για να τις αποφύγουν είτε πηγαίνουν αργά είτε κάνουν απότομους ελιγμούς που σε ζαλίζουν. Ενώ στο χωματόδρομο όλα είναι καλά και η ταχύτητα σταθερή: 80 χιλιόμετρα την ώρα. Τραντάζεις συνεχώς βέβαια, αλλά τι να κάνεις όταν η άσφαλτος καταστρέφεται πολύ σύντομα και δεν επισκευάζεται; Οι χωματόδρομοι ουσιαστικά είναι 3,4 μαζεμένοι και παράλληλοι μεταξύ τους. Συχνά δίπλα στην άσφαλτο με τις λακκούβες υπάρχει και παράλληλος χωματόδρομος και οι οδηγοί τον προτιμούν. Έτσι τα αυτοκίνητα μπορούν και προσπερνούν άνετα το ένα το άλλο. Πάρτε μια ιδέα γιατί πράγμα σας μιλώ.
Μιας και είπα πριν για οδηγούς, ας αναφέρω ότι από τους δικούς μας μόνο ο ένας ήξερε λίγα αγγλικά που ήταν και ιδιοκτήτης του τοπικού γραφείου και ξεναγός. Το πρώτο βράδυ μας μείναμε στο Εθνικό Πάρκο Χουστάι (Hustai ή Khustain Nuruu, National Park). Η περιοχή έχει ελάχιστα δέντρα και εμείς κάναμε μια βόλτα μερικά χιλιόμετρα γύρω για να δούμε τα περίφημα άγρια άλογα της περιοχής.
Την επομένη κατά την πορεία μας επισκεφτήκαμε το μοναστήρι Erdenezuu. Τα περισσότερα μοναστήρια καταστράφηκαν την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος, ως αντίδραση στα θρησκευτικά ήθη. Τώρα έχει ανακατασκευαστεί κάπως.
Κάναμε και μια επίσκεψη σε μια πολυμελή οικογένεια που είχε πολλά κοπάδια με άλογα και πρόβατα. Κάναμε ιππασία αν και έγινε υπό βροχή, όμως ήταν όμορφα. Μας έδωσαν οι άνθρωποι και δοκιμάσαμε γάλα από φοράδα ή γάιδαρο και αντίστοιχο τυρί. Είχαν ιδιαίτερη γεύση αλλά όχι άσχημη. Οι περισσότεροι συνταξιδιώτες δεν δοκίμασαν τίποτα από αυτά.
Το τοπίο πλέον είναι ερημικό και η θερμοκρασία έχει ανέβει αισθητά. Οι εικόνες με τα ζώα στις αχανείς εκτάσεις και μιά δυό γιούρτες να ξεπετάγονται κάθε τόσο δίπλα μας ή στο βάθος του τοπίου, άρχισαν να με εντυπωσιάζουν. Όσο το μάτι μας συνήθιζε στο περιβάλλον αυτό τόσο και μας άρεσε περισσότερο. Η φωτογραφική μου μηχανή είχε πάρει φωτιά.
Ίσως η πιο ωραία ώρα της εκδρομής για μένα ήταν η επίσκεψη σε μια οικογένεια κτηνοτρόφων (όπως η προηγούμενη με τα άλογα). Εκεί ήταν μόνο οι δύο γονείς και τα τρία παιδιά τους. Τα δύο μεγαλύτερα, 7 και 10 ετών περίπου, ίππευαν τα άλογα λες και καθόταν σε ποδήλατο με 4 ρόδες. Εικόνες υπέροχες. Και ένας από τους οδηγούς μας έκανε ιππασία και ζήσαμε στιγμές άλλης εποχής. Μας κέρασαν διάφορα τυριά, γάλα, στάκα και στακοβούτυρο. Για τα δύο τελευταία όποιος δεν τα ξέρει ας ανατρέξει στο διαδίκτυο ή σε κανένα φίλο του από την Κρήτη. Εγώ έφαγα από όλα, καθώς και μερικοί από τους υπόλοιπους. Η γυναίκα μου με κυνηγούσε να μην τρώγω γιατί θα πάθω τίποτα, αλλά εγώ είχα εκστασιαστεί. Θυμόμουν τη μάνα μου στο χωριό που τα έφτιαχνε καμιά φορά και ήμουν ασυγκράτητος. Δεν έπαθα τίποτα. Αντιθέτως χόρτασα και λίγο γιατί το φαγητό γενικά δεν ήταν καλό. Κυρίως ήταν που το κρέας ήταν άψητο και τρωγόταν δύσκολα στα εστιατόρια που τρώγαμε. Δεν αποκλείεται να ήταν και αλογίσιο!
Το απόγευμα και κοντά στην τοποθεσία που θα μέναμε ήταν το μοναστήρι Ότζι. Ό,τι έχει μείνει δηλαδή από τις καταστροφές του αμαρτωλού παρελθόντος. Πρέπει να ήταν εκπληκτικής ομορφιάς.
Το γιουρτο-ξενοδοχείο εδώ ήταν ίσως το καλύτερο από όλα που συναντήσαμε και διαμείναμε. Ήταν και σε ωραία περιοχή. Δίπλα σε ένα ποτάμι που στις όχθες του πολλοί ντόπιοι είχαν στήσει σκηνές και έκαναν τις διακοπές τους. Η απογευματινή βόλτα που κάναμε ήταν πολύ όμορφη. Εκεί έχουν μια τάση να στήνουν «αγάλματα» στις κορυφές των λόφων που αναπαριστούν ζώα. Από μακριά και μέσα στο σούρουπο στην αρχή νομίζαμε ότι ήταν αληθινά.
Έχομε μπει κανονικά στην έρημο Γκόμπι και το τοπίο είναι πολύ πιο ερημικό από εκείνο στα βόρεια. Συναντάμε και τις πρώτες βακτριανές καμήλες (με τις δύο καμπούρες) σε κοπάδια, όπως πριν βλέπαμε τα άλογα και τα πρόβατα. Οι γιούρτες των κτηνοτρόφων πλέον έχουν αραιώσει και το θέαμα γίνεται πιο εντυπωσιακό όταν συναντάμε κάποιαν. Συνήθως είναι ανά δύο και επ' έξω υπάρχει οπωσδήποτε μια μοτοσυκλέτα, ένα αυτοκίνητο και ένα πιάτο δορυφορικής.
Ένα απόγευμα μας πιάνει στο γιουρτο-ξενοδοχείο μια δυνατή βροχή και δε μας άφησε να κάνουμε την προγραμματισμένη επίσκεψη στους «φλεγόμενους βράχους», την οποία πραγματοποιήσαμε την επομένη. Μας είπαν ότι εκεί σπάνια βρέχει. Στην περιοχή εκείνη είχαν βρεθεί τα πρώτα απολιθώματα αυγών δεινοσαύρων, οπότε και άλλαξε η άποψη για τα ζώα αυτά, που θεωρούνταν θηλαστικά. Στους φλεγόμενους βράχους κανονικά πρέπει να πας απόγευμα για να τους δεις να κοκκινίζουν στο δείλι. Δε νομίζω όμως ότι ήταν κάποιο ιδιαίτερο θέαμα που χάσαμε, γιατί και την επομένη οι βράχοι κόκκινοι ήταν.
Στα μέρη διαμονής μας πάντα σχεδόν μας υποδέχονταν πολύ επίσημα κοπέλες για να μας δώσουν κάτι να πιούμε και το ίδιο έκαναν και στην αναχώρηση. Μάλιστα έριχναν και λίγο γάλα στις ρόδες των αυτοκινήτων για καλή τύχη.
Υπήρξε και μια επίσκεψη σε μια σειρά από αμμόλοφους. Εκεί το ιδιαίτερο δεν ήταν οι λόφοι αλλά η βόλτα που κάναμε με τις καμήλες, επισκεπτόμενοι άλλη μια φορά μια οικογένεια κτηνοτρόφων. Δεν είχε όμως τώρα κεράσματα και τυριά. Είχε όμως ωραίες εικόνες:
Στους μογγόλους αρέσει η πάλη:
Και μια εξωτ(ερ)ική τουαλέτα:
Και άλλη μία:
Η τελευταία μέρα στην έρημο Γκόμπι είχε επίσκεψη σε κάτι διαφορετικό: ένα φαράγγι με το όνομα Γιολίν Αμ. Κάναμε μια μεγάλη βόλτα και ήταν από τις ελάχιστες φορές σε αυτή την εκδρομή που περπατήσαμε μερικά χιλιόμετρα.
Η έκτη και τελευταία βραδιά στην έρημο μας έδωσε και μερικές όμορφες φωτογραφίες μέσα στην ερημιά του τοπίου. Ένα καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα και μια παρά λίγο πανσέληνο.
Από την πόλη Dalanzadgad
πήραμε το αεροπλάνο (με καθυστέρηση κάποιων ωρών) για το Ουλάν Μπατόρ. Το ίδιο απόγευμα επισκεφτήκαμε το μοναστήρι της πόλης Choijin Lama Temple. Και αυτό αρκετά κατεστραμμένο αλλά και αναπαλαιωμένο. Η χώρα έχει καταπληκτικά μοναστήρια ακόμα και σήμερα, αλλά βρίσκονται μακριά και είναι δύσκολο να πας. Τα βουδιστικά μοναστήρια είναι ιδιαίτερα σε αυτή την περιοχή του πλανήτη, αλλά δυστυχώς δυσπρόσιτα.
Το ίδιο απόγευμα καταφέραμε και είδαμε και μια μουσική παράσταση με τοπικά τραγούδια και χορούς. Φωτογραφίες δεν επιτρεπόταν στην παράσταση.
Δεν ξέρω αν με τις λίγες περιγραφές και κυρίως με τις φωτογραφίες κατάφερα να σας μεταφέρω το άρωμα της περιοχής. Σε όσους αρέσουν τα μέρη που οι άνθρωποι ζούνε χρόνια πίσω (πάντα με μια δόση τεχνολογίας: TV, GPS, κινητά για να κάνουν τη ζωή τους πιο εύκολη) και η φύση με λιγοστή αλλά περίεργη χλωρίδα και πανίδα, η Μογγολία θα τους εντυπωσιάσει.
Τα συνολικά χιλιόμετρα που διανύσαμε ήταν πάνω από 1000 συν την πτήση επιστροφής στην Ουλάν Μπατόρ. Όμως το κομμάτι της χώρας που είδαμε ήταν ελάχιστο, όπως φαίνεται και στις επόμενες φωτογραφίες.
Στην πτήση της επιστροφής δε χορταίναμε να βλέπομε τα βουνά και τις λίμνες της Ασίας. Μέρη που δε θα επισκεφτούμε ποτέ γιατί δεν υπάρχει πρόσβαση. Σχηματισμοί περίεργοι και όμορφοι που από μόνοι τους αποτελούν ένα εντυπωσιακό μέρος του ταξιδιού μας.
Είναι τόσο μακρινή χώρα, που αναρωτιέσαι καμιά φορά αν υπάρχει ακόμα ή χάθηκε με τον Τζένγκις Χαν. Από μικρός που ήμουν, αυτή η χώρα μου προκαλούσε δέος, μεγαλύτερο από την Κίνα, το Μεξικό και την Περσία. Ένα μυστήριο που κρύβουν τόποι όπως: Κασπία Θάλασσα, Καμτσάτκα, Μάτσου Πίτσου, Αλάσκα, Γη του Πυρός και πέντε-έξι ακόμα, όχι περισσότερα. Η Μογγολία όμως έχει το κάτι παραπάνω. Και τώρα που έχω πάει κατάλαβα ότι δίκαια το αξίζει.
Ήθελα να πάω μόνος με την παρέα μου αλλά ψάχνοντάς το είδα ότι το κόστος θα ήταν μεγαλύτερο από ό,τι θα μας κόστιζε με κάποιο τουριστικό γραφείο. Και ο λόγος είναι ότι εκεί δε γίνεται να ταξιδεύεις με νοικιασμένο αυτοκίνητο για δυο βασικούς λόγους: πρώτος και κυριότερος ότι δεν υπάρχουν δρόμοι ή και αυτοί που υπάρχουν δεν είναι εμφανείς. Το περισσότερο ταξίδι μας έγινε μέσα σε ερήμους, που ναι μεν είχαν κάποιους χωματόδρομους, αλλά αν δεν τους γνώριζες δεν μπορούσες να τους ακολουθήσεις. Ο δεύτερος λόγος είναι η ανεύρεση ξενοδοχείου στις περιοχές που έχουν ενδιαφέρον και πρέπει να επισκεφθείς. Είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη. Το τοπικό τουριστικό γραφείο λοιπόν που έψαξα ζητούσε αρκετά χρήματα για να μεταφέρει δύο ή τέσσερα άτομα για μία εβδομάδα στην έρημο Κόμπι με οδηγό και κατά πάσα πιθανότητα και ξεναγό.
Έτσι καταλήξαμε στο ελληνικό τουριστικό γραφείο, που με δύο χιλιάρικα μας τα προσέφερε όλα για μια εκδρομή 9 ημερών, που περιελάμβανε επτά διανυκτερεύσεις στην Μογγολία.
Πριν φύγουμε έγραφα στο ημερολόγιό μου: «Είναι μια χώρα με σχετικά μικρό ενδιαφέρον στο πλαίσιο των ταξιδιών που κάνουμε, οπότε ένα 9ήμερο ταξίδι στα 2000 ευρώ είναι καλά». Όμως αποδείχτηκε ότι και άλλα τόσα να ζητούσαν έπρεπε να πάμε. Μας άφησε ενθουσιασμένους από την αρχή ως το τέλος. Ποτέ δεν βαρεθήκαμε ούτε κουραστήκαμε, παρά τις μικρές κακουχίες που περάσαμε. Εξαρτάται όμως από τον άνθρωπο: άλλοι συνταξιδιώτες μας δεν ευχαριστήθηκαν. Και κάποιοι φίλοι, όχι τόσο ταξιδιάρηδες, μας έλεγαν χαρακτηριστικά: και πληρώσατε κιόλας γι αυτό το ταξίδι; Έβλεπαν τα μέρη (την έρημο κυρίως) και τα δωμάτια που κοιμόμασταν και δεν τους άρεσαν. Αντιθέτως, για μας αυτά ήταν τα θετικά του ταξιδιού.
Αύγουστος του 2014 ήταν που ξεκινήσαμε και μέσω Κωνσταντινούπολης και μια στάση στο Bishek του Κιργιστάν φτάσαμε νωρίς την επόμενη το πρωί στο Ουλάν Μπατόρ, πρωτεύουσα της Μογγολίας. Δεν έχει κάτι ιδιαίτερο αυτή η πόλη, αν εξαιρέσουμε την κεντρική πλατεία του Κοινοβουλίου. Για να λέμε την αλήθεια μπορεί και να έχει άλλα ενδιαφέροντα μνημεία, αλλά με αυτά τα πρακτορεία ποτέ δεν είσαι σίγουρος ότι σε πήγαν παντού. Έχει ένα μοναστήρι, που το είδαμε στην αναχώρηση, θα το πούμε προς το τέλος της περιγραφής μας. Πάρτε μια πρώτη γεύση:
Το πρώτο που σου κάνει εντύπωση στη χώρα είναι ότι τα μισά αυτοκίνητα έχουν το τιμόνι δεξιά και τα άλλα αριστερά. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά, όπως εδώ. Όταν ρωτήσαμε το λόγο κατ' αρχάς απόρησαν γιατί εκείνοι δεν έχουν πρόβλημα, το έχουν συνηθίσει. Η απάντηση είναι ότι αγοράζουν μεταχειρισμένα αυτοκίνητα κυρίως από την Ιαπωνία (που είναι δεξιοτίμονα) επειδή είναι φτηνά. Γενικά αγοράζουν φτηνά αυτοκίνητα όπου και αν τα βρουν, επομένως μπορεί αν έχουν δεξιά ή αριστερά το τιμόνι.
Το γκρουπ αποτελούνταν από 14 άτομα μαζί με τον αρχηγό. Αρχηγός μας ήταν ο τύπος που ονομάζεται Τόδουλος Νίκος. Θα τον βρείτε στο διαδίκτυο διότι είναι γνωστός αλπινιστής, ποδηλάτης, ορειβάτης και διάφορα άλλα. Αυτό ήταν καλό για μας διότι ένας καλός αρχηγός πάντα βοηθά την εκδρομή. Πιστεύω όλοι θα έχετε κάνει εκδρομή με πρακτορείο και το έχετε διαπιστώσει. Το ιδιαίτερο του γκρουπ ήταν ότι είχε πολλούς μόνους τύπους. Πρέπει οι 8 να ήταν σόλο, συν εμένα με τη γυναίκα μου και μια οικογένεια με τρεις.
Επιβιβαστήκαμε σε τέσσερα 4x4 βανάκια και από το μεσημέρι άρχισε το ταξίδι μας στην έρημο Γκόμπι. Και με τρία αυτοκίνητα θα γινόταν οι μετακινήσεις αλλά είχαμε ένα επί πλέον για την περίπτωση βλάβης κάποιου από τα άλλα. Στόχος ήταν να φτάσουμε στο Dalanzadgad που βρίσκεται 600 χιλιόμετρα περίπου νότια της πρωτεύουσας, όχι πηγαίνοντας από το συντομότερο δρόμο βέβαια αλλά ακολουθώντας μια ημικυκλική πορεία για να επισκεφτούμε ενδιαφέροντα σημεία της χώρας. Η πορεία αυτή κράτησε έξι μέρες. Αρχικά το μέρος ήταν σχετικά πράσινο και όσο πηγαίναμε νοτιότερα τόσο γινόταν πιο ερημικό.
Όλα αυτά τα έξι βράδια κοιμόμασταν στις λεγόμενες γιούρτες (ger), που στην ουσία είναι κάτι σαν τσαντίρια. Η διάμετρός τους είναι 5 με 6 μέτρα, για τα δωμάτια, διότι υπάρχουν και αρκετά μεγαλύτερες που λειτουργούν ως εστιατόρια ή κάτι άλλο. Μερικές από αυτές έχουν δική τους τουαλέτα κολλητά τους, αλλά εμάς δεν είχαν. Στο κέντρο τους υπάρχει η κεντρική κολώνα και πιθανόν και μια ξυλόσομπα. Κάθε γούρτα έχει 2, 3 ή 4 κρεβάτια και είναι ανεξάρτητη από τις άλλες και σε σχετική απόσταση (μερικά μέτρα).
Οι τουαλέτες και τα μπάνια ήταν κοινά και έπρεπε να περπατήσεις λίγο μέχρι να τα φτάσεις. Έκανες και το σταυρό σου να έχουν φως και ζεστό νερό και να μην περιμένεις και πολύ χρόνο στην ουρά. Μετά την πρώτη μέρα το συνηθίσαμε και κάθε βράδυ πηγαίναμε για ντους. Τις πρώτες μέρες βέβαια στο βόρειο μέρος της χώρας παίρναμε μια κρυάδα μέχρι να φτάσουμε ως εκεί, αλλά αυτά είναι που θυμάσαι. Δεν θυμάμαι καμιά άλλη τουαλέτα στα ταξίδια που έχω κάνει. Α, και μια άλλη κάπου σε ένα μοτέλ στις Ηνωμένες Πολιτείες που πηδούσαμε μισό μέτρο άλμα εις ύψος για να μπούμε στη μπανιέρα. Εδώ βέβαια μπανιέρες δεν υπήρχαν.
Τα ξενοδοχεία με τις γιούρτες συνήθως δεν είχαν άλλου είδους δωμάτια. Μόνο ένα είδαμε που είχε και ξύλινα σπιτάκια. Το ξενοδοχείο αποτελείται από το κεντρικό κτίριο με τα εστιατόρια και τα μπάνια, ή την κεντρική γιούρτα και γύρω-γύρω τις γιούρτες για να μένουν οι επισκέπτες. Εδώ σας δείχνω φωτογραφίες με το εσωτερικό των χώρων αλλά και ξενοδοχεία ολόκληρα.
Στη Μογγολία υπάρχουν ελάχιστοι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι εκτός πόλεων. Αλλά και αυτοί καλύτερα να μην υπήρχαν γιατί είναι γεμάτοι τρύπες και οι οδηγοί για να τις αποφύγουν είτε πηγαίνουν αργά είτε κάνουν απότομους ελιγμούς που σε ζαλίζουν. Ενώ στο χωματόδρομο όλα είναι καλά και η ταχύτητα σταθερή: 80 χιλιόμετρα την ώρα. Τραντάζεις συνεχώς βέβαια, αλλά τι να κάνεις όταν η άσφαλτος καταστρέφεται πολύ σύντομα και δεν επισκευάζεται; Οι χωματόδρομοι ουσιαστικά είναι 3,4 μαζεμένοι και παράλληλοι μεταξύ τους. Συχνά δίπλα στην άσφαλτο με τις λακκούβες υπάρχει και παράλληλος χωματόδρομος και οι οδηγοί τον προτιμούν. Έτσι τα αυτοκίνητα μπορούν και προσπερνούν άνετα το ένα το άλλο. Πάρτε μια ιδέα γιατί πράγμα σας μιλώ.
Μιας και είπα πριν για οδηγούς, ας αναφέρω ότι από τους δικούς μας μόνο ο ένας ήξερε λίγα αγγλικά που ήταν και ιδιοκτήτης του τοπικού γραφείου και ξεναγός. Το πρώτο βράδυ μας μείναμε στο Εθνικό Πάρκο Χουστάι (Hustai ή Khustain Nuruu, National Park). Η περιοχή έχει ελάχιστα δέντρα και εμείς κάναμε μια βόλτα μερικά χιλιόμετρα γύρω για να δούμε τα περίφημα άγρια άλογα της περιοχής.
Την επομένη κατά την πορεία μας επισκεφτήκαμε το μοναστήρι Erdenezuu. Τα περισσότερα μοναστήρια καταστράφηκαν την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος, ως αντίδραση στα θρησκευτικά ήθη. Τώρα έχει ανακατασκευαστεί κάπως.
Κάναμε και μια επίσκεψη σε μια πολυμελή οικογένεια που είχε πολλά κοπάδια με άλογα και πρόβατα. Κάναμε ιππασία αν και έγινε υπό βροχή, όμως ήταν όμορφα. Μας έδωσαν οι άνθρωποι και δοκιμάσαμε γάλα από φοράδα ή γάιδαρο και αντίστοιχο τυρί. Είχαν ιδιαίτερη γεύση αλλά όχι άσχημη. Οι περισσότεροι συνταξιδιώτες δεν δοκίμασαν τίποτα από αυτά.
Το τοπίο πλέον είναι ερημικό και η θερμοκρασία έχει ανέβει αισθητά. Οι εικόνες με τα ζώα στις αχανείς εκτάσεις και μιά δυό γιούρτες να ξεπετάγονται κάθε τόσο δίπλα μας ή στο βάθος του τοπίου, άρχισαν να με εντυπωσιάζουν. Όσο το μάτι μας συνήθιζε στο περιβάλλον αυτό τόσο και μας άρεσε περισσότερο. Η φωτογραφική μου μηχανή είχε πάρει φωτιά.
Ίσως η πιο ωραία ώρα της εκδρομής για μένα ήταν η επίσκεψη σε μια οικογένεια κτηνοτρόφων (όπως η προηγούμενη με τα άλογα). Εκεί ήταν μόνο οι δύο γονείς και τα τρία παιδιά τους. Τα δύο μεγαλύτερα, 7 και 10 ετών περίπου, ίππευαν τα άλογα λες και καθόταν σε ποδήλατο με 4 ρόδες. Εικόνες υπέροχες. Και ένας από τους οδηγούς μας έκανε ιππασία και ζήσαμε στιγμές άλλης εποχής. Μας κέρασαν διάφορα τυριά, γάλα, στάκα και στακοβούτυρο. Για τα δύο τελευταία όποιος δεν τα ξέρει ας ανατρέξει στο διαδίκτυο ή σε κανένα φίλο του από την Κρήτη. Εγώ έφαγα από όλα, καθώς και μερικοί από τους υπόλοιπους. Η γυναίκα μου με κυνηγούσε να μην τρώγω γιατί θα πάθω τίποτα, αλλά εγώ είχα εκστασιαστεί. Θυμόμουν τη μάνα μου στο χωριό που τα έφτιαχνε καμιά φορά και ήμουν ασυγκράτητος. Δεν έπαθα τίποτα. Αντιθέτως χόρτασα και λίγο γιατί το φαγητό γενικά δεν ήταν καλό. Κυρίως ήταν που το κρέας ήταν άψητο και τρωγόταν δύσκολα στα εστιατόρια που τρώγαμε. Δεν αποκλείεται να ήταν και αλογίσιο!
Το απόγευμα και κοντά στην τοποθεσία που θα μέναμε ήταν το μοναστήρι Ότζι. Ό,τι έχει μείνει δηλαδή από τις καταστροφές του αμαρτωλού παρελθόντος. Πρέπει να ήταν εκπληκτικής ομορφιάς.
Το γιουρτο-ξενοδοχείο εδώ ήταν ίσως το καλύτερο από όλα που συναντήσαμε και διαμείναμε. Ήταν και σε ωραία περιοχή. Δίπλα σε ένα ποτάμι που στις όχθες του πολλοί ντόπιοι είχαν στήσει σκηνές και έκαναν τις διακοπές τους. Η απογευματινή βόλτα που κάναμε ήταν πολύ όμορφη. Εκεί έχουν μια τάση να στήνουν «αγάλματα» στις κορυφές των λόφων που αναπαριστούν ζώα. Από μακριά και μέσα στο σούρουπο στην αρχή νομίζαμε ότι ήταν αληθινά.
Έχομε μπει κανονικά στην έρημο Γκόμπι και το τοπίο είναι πολύ πιο ερημικό από εκείνο στα βόρεια. Συναντάμε και τις πρώτες βακτριανές καμήλες (με τις δύο καμπούρες) σε κοπάδια, όπως πριν βλέπαμε τα άλογα και τα πρόβατα. Οι γιούρτες των κτηνοτρόφων πλέον έχουν αραιώσει και το θέαμα γίνεται πιο εντυπωσιακό όταν συναντάμε κάποιαν. Συνήθως είναι ανά δύο και επ' έξω υπάρχει οπωσδήποτε μια μοτοσυκλέτα, ένα αυτοκίνητο και ένα πιάτο δορυφορικής.
Ένα απόγευμα μας πιάνει στο γιουρτο-ξενοδοχείο μια δυνατή βροχή και δε μας άφησε να κάνουμε την προγραμματισμένη επίσκεψη στους «φλεγόμενους βράχους», την οποία πραγματοποιήσαμε την επομένη. Μας είπαν ότι εκεί σπάνια βρέχει. Στην περιοχή εκείνη είχαν βρεθεί τα πρώτα απολιθώματα αυγών δεινοσαύρων, οπότε και άλλαξε η άποψη για τα ζώα αυτά, που θεωρούνταν θηλαστικά. Στους φλεγόμενους βράχους κανονικά πρέπει να πας απόγευμα για να τους δεις να κοκκινίζουν στο δείλι. Δε νομίζω όμως ότι ήταν κάποιο ιδιαίτερο θέαμα που χάσαμε, γιατί και την επομένη οι βράχοι κόκκινοι ήταν.
Στα μέρη διαμονής μας πάντα σχεδόν μας υποδέχονταν πολύ επίσημα κοπέλες για να μας δώσουν κάτι να πιούμε και το ίδιο έκαναν και στην αναχώρηση. Μάλιστα έριχναν και λίγο γάλα στις ρόδες των αυτοκινήτων για καλή τύχη.
Υπήρξε και μια επίσκεψη σε μια σειρά από αμμόλοφους. Εκεί το ιδιαίτερο δεν ήταν οι λόφοι αλλά η βόλτα που κάναμε με τις καμήλες, επισκεπτόμενοι άλλη μια φορά μια οικογένεια κτηνοτρόφων. Δεν είχε όμως τώρα κεράσματα και τυριά. Είχε όμως ωραίες εικόνες:
Στους μογγόλους αρέσει η πάλη:
Και μια εξωτ(ερ)ική τουαλέτα:
Και άλλη μία:
Η τελευταία μέρα στην έρημο Γκόμπι είχε επίσκεψη σε κάτι διαφορετικό: ένα φαράγγι με το όνομα Γιολίν Αμ. Κάναμε μια μεγάλη βόλτα και ήταν από τις ελάχιστες φορές σε αυτή την εκδρομή που περπατήσαμε μερικά χιλιόμετρα.
Η έκτη και τελευταία βραδιά στην έρημο μας έδωσε και μερικές όμορφες φωτογραφίες μέσα στην ερημιά του τοπίου. Ένα καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα και μια παρά λίγο πανσέληνο.
Από την πόλη Dalanzadgad
πήραμε το αεροπλάνο (με καθυστέρηση κάποιων ωρών) για το Ουλάν Μπατόρ. Το ίδιο απόγευμα επισκεφτήκαμε το μοναστήρι της πόλης Choijin Lama Temple. Και αυτό αρκετά κατεστραμμένο αλλά και αναπαλαιωμένο. Η χώρα έχει καταπληκτικά μοναστήρια ακόμα και σήμερα, αλλά βρίσκονται μακριά και είναι δύσκολο να πας. Τα βουδιστικά μοναστήρια είναι ιδιαίτερα σε αυτή την περιοχή του πλανήτη, αλλά δυστυχώς δυσπρόσιτα.
Το ίδιο απόγευμα καταφέραμε και είδαμε και μια μουσική παράσταση με τοπικά τραγούδια και χορούς. Φωτογραφίες δεν επιτρεπόταν στην παράσταση.
Δεν ξέρω αν με τις λίγες περιγραφές και κυρίως με τις φωτογραφίες κατάφερα να σας μεταφέρω το άρωμα της περιοχής. Σε όσους αρέσουν τα μέρη που οι άνθρωποι ζούνε χρόνια πίσω (πάντα με μια δόση τεχνολογίας: TV, GPS, κινητά για να κάνουν τη ζωή τους πιο εύκολη) και η φύση με λιγοστή αλλά περίεργη χλωρίδα και πανίδα, η Μογγολία θα τους εντυπωσιάσει.
Τα συνολικά χιλιόμετρα που διανύσαμε ήταν πάνω από 1000 συν την πτήση επιστροφής στην Ουλάν Μπατόρ. Όμως το κομμάτι της χώρας που είδαμε ήταν ελάχιστο, όπως φαίνεται και στις επόμενες φωτογραφίες.
Στην πτήση της επιστροφής δε χορταίναμε να βλέπομε τα βουνά και τις λίμνες της Ασίας. Μέρη που δε θα επισκεφτούμε ποτέ γιατί δεν υπάρχει πρόσβαση. Σχηματισμοί περίεργοι και όμορφοι που από μόνοι τους αποτελούν ένα εντυπωσιακό μέρος του ταξιδιού μας.