Υπάρχουν μέρες (μία-δύο την εβδομάδα, όπως σήμερα) που μένω σπίτι μόνος, “μόνος”... με τις πέντε γάτες μας (και μία ενός γείτονα που προτιμάει να περνάει τον περισσότερο χρόνο της -και να τρώει- σε εμάς). Περνάω χρόνο στο ίντερνετ, γράφω, χαζεύω μαλαισιανή τηλεόραση (έχει κανάλια με προγράμματα στα Μαλαισιανά, στα Κινέζικα, στη γλώσσα των Ινδών Ταμίλ, και στα Αγγλικά), προσθέτω “υλικό” σε έναν φάκελο excel που έχω φτιάξει με μαλαισιανές λέξεις που μαθαίνω κάθε μέρα, και γενικά... κάνω αποτοξίνωση. Από τι;
Από τον ατελείωτο -με βάση τα δικά μου δεδομένα- χρόνο που ξοδεύω στο αυτοκίνητο όταν ακολουθώ τη φίλη μου στο κέντρο της Κουάλα Λούμπουρ, στη δουλειά της, ή όταν κάνουμε... mini touring, όπως χθες, από μέρος σε μέρος, όταν δεν πηγαίνει στο γραφείο της, επειδή έχει κανονίσει συνέντευξη (δημοσιογράφος είναι) κάπου στην πόλη. Εκείνη έχει συνηθίσει να περνάει τη... μισή ζωή της στο αμάξι. Εγώ, υπάρχουν μέρες που φθάνω στα όριά μου (και την επομένη μένω σπίτι).
Χθες λοιπόν, αρχίσαμε τη μέρα με δωρεάν τσαλαβουτήματα στη σκεπαστή πισίνα δίπλα στο Εθνικό Στάδιο της ΚΛ. Από εκεί πήγαμε στον Κινέζο φαρμακοποιό της (καλή η... δυτική ιατρική, αλλά οι κινεζικής καταγωγής Μαλαισιανοί κάθε άλλο παρά περιφρονούν τα “δικά τους” φάρμακα, τα οποία συνδυάζουν με ό,τι τους προτείνουν οι δυτικοσπουδαγμένοι γιατροί). Λαχταριστά dumplings για μεσημεριανό, χάζι και λίγα ψώνια σε ένα διπλανό εμπορικό κέντρο (υπάρχει μία αλυσίδα καταστημάτων με προϊόντα που κάνουν εισαγωγή από την Ιαπωνία, τα πάντα κοστίζουν πέντε ρίνγκιτ, περίπου 1,25 ευρώ. Καταναλωτικός παράδεισος), και μετά καρφί στην αποθήκη μίας εταιρείας εμπορίας ποδηλάτων, η οποία χθες είχε “warehouse clearance” (με κόλασε ένα πανέμορφο και πολύ πρακτικό αναδιπλούμενο, αλλά συγκρατήθηκα). Από εκεί, αυτοκινητοδρομιάδα (η ευρύτερη περιοχή της ΚΛ έχει πάμπολλους αυτοκινητόδρομους με τέσσερις και πέντε λωρίδες ανά κατεύθυνση, αλλά ακόμα κι αυτές φαντάζουν λίγες ώρες-ώρες) μέχρι έναν τηλεοπτικό σταθμό (για μία δουλειά της φίλης μου), κι ένα ακόμα εμπορικό κέντρο (δίπλα, για μένα, στο “1 Utama”, στο οποίο έχουν φροντίσει να προβάλουν με ταμπέλες τον τίτλο του “ενός εκ των τεσσάρων μεγαλύτερων Mall στον κόσμο”, που τους απένειμε το CNN). Τέλος, επίσκεψη στο ΙΚΕΑ και στο “The Curve”, ένα ακόμη εμπορικό κέντρο, στο οποίο προχθές πήγε ακόμα και ο πρωθυπουργός με την οικογένειά του για φαγητό, αποδεικνύοντας πόσο... “άνθρωπος του λαού”, και “ένας από εμάς” είναι κι αυτός. Επαναλαμβάνω αυτό που έγραψα και προχθές, ότι στη Μαλαισία διανύουμε προεκλογική περίοδο, με ό,τι αυτό σημαίνει για το τι κάνουν οι πολιτικοί για να τσιμπήσουν “ψηφουλάκια”...
Με αυτά και μ' αυτά, η φίλη μου έχει κάνει με το Περόντουά(-κι) της (μαλαισιανή εταιρεία, ειδικεύεται σε αυτοκίνητα μικρού και μεσαία κυβισμού) μέσα σε λιγότερα από τέσσερα χρόνια, υπερδιπλάσια χιλιόμετρα από όσα έκανα εγώ με το Σιτροέν μου σε εννιά, μέχρι που το πούλησα. Κάποια στιγμή θα αφιερώσω ένα ολόκληρο κείμενο στο τι κάνουν οι Μαλαισιανοί τις αμέτρητες ώρες που περνούν καθημερινά στο αμάξι τους, είτε διανύοντας μεγάλες αποστάσεις, είτε κολλημένοι στην κίνηση. Στο θέμα έχουν αφιερώσει κεφάλαια, Μαλαισιανοί-κάτοικοι της ΚΛ που έχουν γράψει βιβλία για το πώς βιώνουν οι ίδιοι τη ζωή στην αχανή Πρωτεύουσά τους...
Πρακτικό τιπ της ημέρας για πιθανούς επισκέπτες της ΚΛ, αυτό που έγραψα για την πισίνα. Στη... σάουνα που λέγεται Κουάλα Λούμπουρ, υπάρχουν στιγμές που θέλεις να τα... πετάξεις όλα, και να βυθιστείς από την κορυφή μέχρι τα νύχια σε δροσερό νερό. Η σκεπαστή πισίνα του Bukit Jalil είναι πανεύκολα προσβάσιμη από το κέντρο, με LRT (ένα από τα μέσα μαζικής μεταφοράς), και ακόμη και τις ημέρες που η είσοδος δεν είναι δωρεάν, το αντίτιμο είναι μάλλον συμβολικό (τέσσερα ρίνγκιτ, ένα ευρώ, για παραμονή μέχρι μιάμιση ώρα). Το people watching εντός και γύρω της πισίνας, με Κινέζες και Ινδές ντυμένες όπως θα ντύνονταν και σε πισίνα... στην Ελλάδα, μουσουλμάνες να μπαίνουν στο νερό καλυμμένες μέχρι χιλιοστού (με εξαίρεση ένα μικρό μέρος του προσώπου και τα δάχτυλα χεριών-ποδιών), και “uncles” (ηλικιωμένους κυρίους) να... αναλύουν κάθε απίθανο θέμα, είναι το bonus-κερασάκι στην τούρτα...
Συνηθίζω να λέω ότι για σκύλο, για να προσπαθήσω να βοηθήσω σκύλο να γλιτώσει, θα έμπαινα μέχρι και σε καιόμενο σπίτι. Ξέρω ότι ακούγεται πολύ “όπα ρε μεγάλε” και “καλά, αυτό ξαναπές το αν κάποτε σου προκύψει”, όμως έτσι αισθάνομαι. Δεν είμαι ειδικός επί της... ψυχολογίας των σκύλων, δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτό που τους κάνει να μας κουνάνε την ουρά, να μας “χαμογελάνε”, και να ορμάνε πάνω μας για να μας γλείψουν τα μούτρα, δεν ξέρω αν είναι αυτό που εμείς λέμε “αγάπη”, ή αν ικανοποιούν κάποια δική τους ανάγκη να δώσουν και να πάρουν στοργή (και τροφή, σαν επιβράβευση), κι ειλικρινά, ούτε μ' ενδιαφέρει. Αυτό που ξέρω είναι ότι προχθές, Κυριακή, γέλασα τόσο πολύ και τόσο αυθόρμητα, όσο δεν είχα γελάσει εδώ και πολύ καιρό...
Με τη φίλη μου, πήγαμε σε ένα καταφύγιο αδέσποτων σκύλων, θέμα για το οποίο έκανε στην εφημερίδα της πριν από μερικές ημέρες. Η “aunty” Γουίνι (58 ετών, εξ ου το “aunty”. Στη Μαλαισία -και στη Σιγκαπούρη- τους άνδρες και τις γυναίκες, οι πολύ μικρότεροι σε ηλικία τούς αποκαλούν “uncle” και “aunty”, κάτι που μου θυμίζει τον εαυτό μου μικρό, τότε που έλεγα τις καλές γειτόνισσές μας “θεία Σοφία” και “θεία Ειρήνη”), μία γυναίκα που πραγματικά είναι χαρά και πηγή έμπνευσης το να είσαι μαζί της, έχει μαζέψει από τους δρόμους 150 σκυλιά, και τους προσφέρει ένα όμορφο και ασφαλές περιβάλλον με άπλετο χώρο, φαγητό, ιατρική φροντίδα, και πολλή αγάπη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να βρει οικογένειες που θα ήθελαν και μπορούσαν να “υιοθετήσουν” κάποια από αυτά.
Το καταφύγιο το “έστησε” εκείνη, διαθέτοντας δικά της χρήματα, και στηριζόμενη στην ανιδιοτελή προσφορά φίλων, συγγενών, και άλλων ζωόφιλων. Στο καταφύγιο (στην άκρη ενός χωριού σε μία τεράστια πράσινη έκταση ακριβώς ανατολικά της Κουάλα Λούμπουρ) ζουν μόνιμα και δουλεύουν 4-5 παιδιά από τη Μιανμάρ, οι οποίοι πέρα από τον μισθό τους, έχουν δωρεάν στέγη και τροφή.
Για το πώς ήταν ο χρόνος που περάσαμε με τα σκυλιά, αισθάνομαι πως ό,τι και να γράψω θα είναι λίγο. Αρχικά μπήκαμε στον χώρο με τα μικρότερα σε ηλικία. Δεκαπέντε με είκοσι κουνιστές ουρές, τόσο κουνιστές που αν ήταν συνδεδεμένες με γεννήτρια θα ήταν αρκετές για να την ενεργοποιήσουν και να αρχίσει να παράγει ενέργεια, μας περικύκλωσαν, και σύντομα είχαμε “χαμογελαστά” τετράποδα να πηδάνε πάνω μας και να προσπαθούν να μας γλείψουν τα πρόσωπα. Κουκλάκια σκέτα...
Δίπλα, στον χώρο με τα μεγαλύτερα σκυλιά, ο... χαμός ήταν ακόμα μεγαλύτερος. Τα σκυλιά έκαναν λες και ήμασταν τα λατρεμένα αφεντικά τους, και τα είχαμε αφήσει σπίτι για έναν μήνα, φεύγοντας ταξίδι. Έκαναν λες και έβλεπαν κάποιον που τον είχαν για... χαμένο, έχοντας χάσει κάθε ελπίδα να τον δουν ξανά, μέχρι που ξαφνικά εμφανίστηκε από το πουθενά μπροστά τους.
Πριν φύγουμε, από τα ξεκαρδιστικά γέλια πήγα στα... ζουμιά. Σε ξεχωριστό χώρο ζουν σκυλιά με αναπηρίες, κουτσά, τυφλά, και δυστυχώς δεν μπορέσαμε να μπούμε, επειδή η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη μεν, κλειστή δε, και η “θειούλα” Γουίνι ήταν απασχολημένη με τις προμήθειες τροφών που είχε μεταφέρει με το SUV της στο καταφύγιο, οπότε δε θέλαμε να την ενοχλήσουμε για να πάρουμε άδεια να μπούμε. Σταθήκαμε δίπλα στην πόρτα, κι ένα όμορφο μεγάλο σκυλί με... αχρηστευμένα τα πίσω πόδια του, σύρθηκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε μέχρι την πόρτα, κι έτσι μπορέσαμε να το χαϊδέψουμε ανάμεσα στα κάγκελα. Τι να πω... Και τώρα που το γράφω, πάλι τα ζουμιά με παίρνουν, 38 ετών γαϊδούρι... Η πλάκα (κι εκείνο που με έκανε να σταματήσω να ρουφάω τη μύτη μου) ήταν ότι ένα πολύ μικρότερο σκυλί, επίσης με τα πίσω άκρα του παράλυτα, είχε... κάψες, κι επέμενε να κυνηγά το -θηλυκό- σκυλί που μας πλησίασε για να το χαϊδέψουμε, μέχρι που... του κάθισε. Ανάπηρα-ανάπηρα, αλλά...
Φεύγοντας από το καταφύγιο με το αμάξι της “θείας” Γουίνι, σταματούσαμε κάθε τρεις και λίγο για να ταΐζει αδέσποτα εκτός καταφυγίου, τα οποία δεν μπορεί να φιλοξενήσει, μια και τα 150 σκυλιά είναι ήδη πολλά. Μου έκανε εντύπωση ένα, το οποίο αν και είχε ξαφνικά μπροστά του φαγητό για ολόκληρη τη μέρα, επέμενε να... ορμάει φιλικά στη “θεία” Γουίνι, να ανεβαίνει με τα μπροστά πόδια του πάνω της, και να προσπαθεί να της γλείψει το πρόσωπο, μέχρι και τη στιγμή που εκείνη μπήκε στο αμάξι για να συνεχίσει τη διαδρομή-τάισμα άλλων αδέσποτων. Το συγκεκριμένο σκυλί το βρίσκει κάθε μέρα στο ίδιο σημείο, “γνωρίζονται” μήνες, και πάντα το τάισμα συνοδεύεται από παιχνίδι, μια και η ικανοποίηση της πείνας δεν είναι η μοναδική ανάγκη των αδέσποτων σκύλων...
Αναπάντεχη έκπληξη του χρόνου που περάσαμε με την “Αγία” Γουίνι, το ότι ο πρώην σύζυγός της είναι Έλληνας, κι ο γιος της, ο Μάρκος, προφανώς, “μισός” Έλληνας! Ποιος να το 'λεγε...
Λεπτομέρεια: στο σπίτι της έχει άλλα έντεκα σκυλιά, τα περισσότερα από τα οποία είναι τυφλά...
Μας αποχαιρέτησε ευχαριστώντας τη φίλη μου για την προβολή του καταφυγίου (η εφημερίδα της είναι η μεγαλύτερη κινέζικη εφημερίδα στην κοιλάδα Κλανγκ -ευρύτερη Κουάλα Λούμπουρ), λέγοντας ότι ελπίζει περισσότερος κόσμος να πηγαίνει στο καταφύγιο, όχι απαραίτητα για να ενισχύσει υλικά το εγχείρημά της, αλλά κυρίως απλά για να... παίζει με τα σκυλιά, τα οποία τρελαίνονται (το βιώσαμε στο πετσί μας, κυριολεκτικά, μέχρι και στον λαιμό έχω γρατζουνιές, όπως πάλευαν να σκαρφαλώσουν πάνω μου και να μου γλείψουν το πρόσωπο) να παίζουν με ανθρώπους.
Χθές ήταν ( που σου έστειλα μήνυμα για το τι κάνεις και που είσαι; Αν και ήξερα στο περίπου το πρόγραμμά σου, δεν ήξερα τις τελευταίες λεπτομέρειες. Οπότε σήμερα με το που ήρθα στη δουλειά, κατά τύχη, είδα ότι γράφεις απο τη χώρα που καιρό τώρα προγραμμάτιζες να είσαι.
Γράφε μας, είσαι απο τους λίγους, που διαβάζοντάς σε ίσως μου ανοίξει η όρεξη να γράψω και εγώ κάτι, κάποτε...
Να περνάς καλά!!!!
υ.γ. Απο την υπερένταση δεν σε ''ευχαρίστησα'', πάω τώρα!
Μία φράση που έχω πάμπολλα χρόνια να προφέρω, είναι η “αυτά μόνο στην Ελλάδα γίνονται”. Σταμάτησα να τη χρησιμοποιώ όταν άρχισα να ταξιδεύω πιο... φανατικά, ειδικά από τότε που άρχισα να βγαίνω εκτός Ευρώπης. Εξακολουθώ να είμαι επικριτικός για πράγματα που συμβαίνουν εκεί (στην Ελλάδα) και με ενοχλούν, όμως έχω προ πολλού σταματήσει σχόλια του τύπου “δεν υπάρχουν χειρότεροι από εμάς”, “αυτά τα χάλια μόνο εδώ”, “στο εξωτερικό αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα τους έπαιρναν με τις πέτρες”, κι άλλα παρεμφερή. Σε καμία περίπτωση δεν το κάνω με πρόθεση να χρυσώσω χάπια. Απλά, με έχω πιάσει αμέτρητες φορές στο εξωτερικό να βλέπω καταστάσεις, να τις συγκρίνω με λίγο ή πολύ όμοιες “δικές μας”, και να διαπιστώνω ότι “έξω” συμβαίνουν όσα στραβά κι ανάποδα συμβαίνουν και στην Ελλάδα, ενίοτε μάλιστα, σε πολύ (μα ΠΟΛΥ) μεγαλύτερο βαθμό...
Τα γράφω αυτά, με αφορμή το ότι χθες ο πρωθυπουργός της Μαλαισίας ανακοίνωσε -επιτέλους. Βδομάδες τώρα, τον... παπά έπαιζε μια ολόκληρη χώρα- την ημερομηνία των εκλογών, 5 Μαΐου. Από μικρό παιδί (αρχές δεκαετίας '80) θυμάμαι κόμματα στην Ελλάδα να παραπονιούνται για άνιση αντιμετώπισή τους από την κρατική τηλεόραση, θυμάμαι καταγγελίες ότι η κρατική τηλεόραση λειτουργεί σαν μέσο προπαγάνδας της εκάστοτε Κυβέρνησης, ότι οι κυβερνώντες παίρνουν τη μερίδα του λέοντος του τηλεοπτικού χρόνου, ειδικά κατά τη διάρκεια προεκλογικής περιόδου, κι ότι τα υπόλοιπα κόμματα μοιράζονται τα... ψίχουλα του τηλεοπτικού χρόνου που πέφτουν από το τραπέζι... Χωρίς να λέω ότι η τηλεόραση στην Ελλάδα, κρατική και ιδιωτική, δε θα μπορούσε να λειτουργεί -πολύ- καλύτερα στον τομέα της ενημέρωσης, σε προεκλογική ή μη περίοδο, δεν μπορώ παρά να... παραδεχθώ ότι στον τομέα του ελέγχου των κάθε λογής μέσων ενημέρωσης από την Κυβέρνηση, έχουμε πολλά να... “μάθουμε” (τα εισαγωγικά-προϊόν σαρκασμού, απαραίτητα, για να μην παρεξηγηθώ) από τη μετρ του είδους, Μαλαισία...
Θα δώσω μόνο ένα μικρό, αλλά πιστέψτε με, πολύ χαρακτηριστικό, παράδειγμα. Προχθές το βράδυ, ο κυβερνητικός συνασπισμός (η Μαλαισία κυβερνάται από την ανεξαρτησία της, από τη δεκαετία του '50 μέχρι και σήμερα, από τον ίδιο ουσιαστικά κυβερνητικό συνασπισμό!) παρουσίασε σε κλειστό γήπεδο το “μανιφέστο” του. Επί τρεις ώρες prime time τηλεοπτικού χρόνου, οκτώ και μισή με έντεκα και μισή το βράδυ, ο πρωθυπουργός και οι κυβερνητικοί εταίροι του θριαμβολογούσαν για όσα υποσχέθηκαν το 2008, και έκαναν (αυτό κι αν δε σηκώνει ατελείωτο σχολιασμό...) μέχρι και σήμερα, δίνοντας παράλληλα νέες υποσχέσεις για την επόμενη πενταετία. Τρεις ώρες, σε όλα τα κανάλια (εκ των οποίων, τα ιδιωτικά χρειάζονται κάθε χρόνο να ανανεώνουν τις άδειες εκπομπής τους, με κριτές τα μέλη μίας επιτροπής του αρμόδιου υπουργείου, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει).
Καθημερινά, τα δελτία ειδήσεων μοιάζουν με “τηλεοπτική μεταφορά” του μπλογκ του πρωθυπουργού, και άλλων κορυφαίων μελών της Κυβέρνησης. Τα “διαφημιστικά” διαλείμματα μεταξύ των εκπομπών είναι γεμάτα από... τραγουδάκια και λοιπά βίντεο που υμνούν όσα έχει κάνει για τη Μαλαισία ο σημερινός πρωθυπουργός και οι του ιδίου κυβερνητικού συνασπισμού προκάτοχοί του. Όλοι δε οι παρουσιαστές, ακόμη και αθλητικών εκπομπών(!!!), φορούν στο σημείο πάνω από την καρδιά έναν “άσο”, τον αριθμό “1”, στα χρώματα της σημαίας της Μαλαισίας. “1Malaysia” είναι το... σλόγκαν που επέλεξε ο σημερινός πρωθυπουργός πριν από λίγα χρόνια, ότι δηλαδή (και καλά) η εθνοτικά πλουραλιστική Μαλαισία είναι ΜΙΑ χώρα, ΕΝΑΣ λαός, ΜΙΑ γροθιά, κι άλλα παρόμοια παπαρολογίστικα (παπαρολογίστικα, αν αναλογιστεί κανείς πόσο αυτά -δεν- εφαρμόζονται στην πράξη, πρώτα απ' όλους από την ίδια την Κυβέρνηση).
Για να μη μακρηγορήσω, ο κυβερνητικός συνασπισμός, τα μηνύματά του, η προπαγάνδα του, ακόμη και τα... πιασάρικα σύμβολά του, βρίσκονται στην τηλεόραση από τη στιγμή που την ανοίγεις μέχρι και τη στιγμή που την κλείνεις. Κι η αντιπολίτευση; Τα υπόλοιπα κόμματα; Όταν διάβασα κάπου αυτό που θα γράψω στην αμέσως επόμενη πρόταση, έπινα “Milo” (αν αφιερώσετε δύο λεπτά στη wikipedia διαβάζοντας για αυτό το ρόφημα, θα εκπλαγείτε και θα χαμογελάστε με τη σχέση του με την Ελλάδα), κι από το αυθόρμητο γέλιο, μου... βγήκε από τη μύτη (κυριολεκτικά. Συγγνώμη για το... άκομψο της εικόνας). Δέκα λεπτά το κάθε κόμμα, επαναλαμβάνω, δέκα λεπτά, βιντεοσκοπημένο μάλιστα το δεκάλεπτο, όχι “live” (μην τυχόν και ακουστεί κάτι στον αέρα εναντίον της Κυβέρνησης), και βιντεοσκοπημένο παρακαλώ υπό την εποπτεία μέλους της επιτροπής του αρμόδιου υπουργείου που επί των τηλεοπτικών έχει μεγαλύτερη δύναμη απ' όση έχει ο... Θεός επί της ζωής των ανθρώπων. Δέκα. Λεπτά. Βιντεοσκοπημένα. Και “υπό επιτήρηση”. Δίπλα στην “τίγρη” (εκ των συμβόλων της χώρας) Μαλαισία, η Ελλάδα είμαστε “γατάκια”...
Harilander, μια που ρώτησες, η απάντηση είναι “κάτι ανάμεσα στα δύο”. Δυστυχώς είμαι ανίκανος να κάνω σοβαρά μακροπρόθεσμα σχέδια, επομένως συμβιβάζομαι με πιο βραχυπρόθεσμα. Σκέφτηκα πώς θα ήθελα να περάσω το 2013, ένιωσα την επιθυμία να μοιραστώ αυτή τη χρονιά με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο εδώ, στην Κουάλα Λούμπουρ, ήξερα ότι θα ήμουν ευπρόσδεκτος, μου βρήκε μία απασχόληση από την οποία βγάζω όσα χρειάζομαι για να καλύπτω τα έξοδά μου εδώ (και να κάνω κάποια ταξιδάκια σε άλλες περιοχές της Μαλαισίας και σε γύρω χώρες), και... βλέποντας και κάνοντας. Αν ασχοληθώ σοβαρά με το να βρω “πραγματική δουλειά” (κι όχι απλά “απασχόληση”) στη Μαλαισία, αν το αποφασίσω, κι αν μου προκύψει δουλειά, θα μείνω περισσότερο από εννιά μήνες. Αν όχι, τον Δεκέμβριο θα επιστρέψω στη Θεσσαλονίκη, και όπως-όπως θα προσπαθήσω να βρω χρήματα για να είμαι στη Βραζιλία του χρόνου το καλοκαίρι για το Μουντιάλ. Μέχρι εκεί φθάνουν τα “σχέδιά” μου, μέχρι τον Ιούνιο του '14. Το να κάνω πιο μακροπρόθεσμα σχέδια μπορεί να αποδειχθεί περιττό, οπότε... βήμα-βήμα, μήνας-μήνας.
Στο travelstories.gr γράφω -ασυνεπώς, δυστυχώς- από το 2009, άλλοτε από τη Λατινική Αμερική, άλλοτε από τη Νοτιοανατολική Ασία (καλή ώρα), άλλοτε από την Ανατολική Ευρώπη, και θυμάμαι ότι μια στο τόσο αναφερόμουν στον τομέα “ασφάλεια” στον εκάστοτε ταξιδιωτικό προορισμό μου, καταλήγοντας πάντα στη διαπίστωση ότι είμαι (ήμουν) αφελής, κι ότι ο κόσμος “μου” είναι (ήταν) -βλακωδώς- σχεδόν... αγγελικά πλασμένος. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το πόσο ασφαλής αισθανόμουν στη Γουατεμάλα, παρά το γεγονός ότι ακόμα και στο μικρό Κετσαλτενάνγκο (εκεί επέλεξα να κάνω μαθήματα Ισπανικών, σε αυτό οφείλεται το “10900km” μου, είναι η απόσταση της συγκεκριμένης πόλης από τη Θεσσαλονίκη), το οποίο ΔΕΝ είναι η πιο “επικίνδυνη” πόλη της χώρας, σχεδόν καθημερινά άκουγα ανατριχιαστικές ιστορίες για πράγματα που είχαν συμβεί σε συνομιλητές μου το προηγούμενο βράδυ...
Η... θεώρησή μου των πραγμάτων (στον τομέα “ασφάλεια”), άλλαξε δραματικά στις 25 Μαρτίου του 2012, πέρσι, όταν μου συνέβη αυτό που είχα φθάσει (αυτήν τη φορά όχι απλά “βλακωδώς”, αλλά ”βλακωδώς εις τη νιοστή”) στο σημείο να αισθάνομαι ότι δε θα μου συνέβαινε ποτέ. Λίγα τετράγωνα από το εθνικό στάδιο της Λίμα, στο Περού, τέσσερις-πέντε τύποι μού την... έπεσαν, μέρα μεσημέρι, σε κακόφημο μεν, αλλά γεμάτο κόσμο δρόμο, και μέσα σε ένα λεπτό είχαν κάνει φτερά όσα είχα μαζί μου, μένοντας με... μια ντουζίνα γρατζουνιές, μώλωπες, και κατά ειρωνεία, με το εισιτήριο του ποδοσφαιρικού αγώνα που πήγαινα να παρακολουθήσω (και στον οποίο πήγα, έστω και με τα ρούχα σκισμένα, αφού πρώτα ξέπλυνα τα αίματα σε ένα βενζινάδικο).
Επί μέρες, ξεχείλιζα από οργή. Ακόμη και όταν έπεφτα για ύπνο το βράδυ, σκεφτόμουν πόσο μα πόσο ήθελα να αρπάξω ένα μπαστούνι του μπέιζμπολ ή κάτι παρόμοιο, να επιστρέψω εκεί που μου επιτέθηκαν, και να σπάσω το κεφάλι όποιου με πλησίαζε με... ύποπτες προθέσεις. Άλλο τόσο ήμουν οργισμένος με τον ίδιο τον εαυτό μου, επειδή την είχα πατήσει έτσι. Δυστυχώς, άφησα αυτήν την κάκιστη εμπειρία να... χαλάσει (το σωστότερο ρήμα αρχίζει από “γαμ-”, αλλά...) το διάστημα που πέρασα στο Περού. Χρειάστηκε να περάσω τα σύνορα με τη Βολιβία για να καταφέρω να... τραβήξω μια γραμμή και να αφήσω πίσω μου ό,τι είχε συμβεί. Ήξερα ότι τα πράγματα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί πολύ χειρότερα, όμως αυτό δε μου έδινε σχεδόν καμία παρηγοριά...
Έναν χρόνο αργότερα, εδώ, στην Κουάλα Λούμπουρ, διαπιστώνω ότι είμαι πολύ περισσότερο... “υποψιασμένος”. Από την πρώτη μέρα μου εδώ, η φίλη μου μου έχει επιστήσει την προσοχή στα μηχανάκια. Κάθε δεύτερη μέρα μού υπενθυμίζει σε πόσα περιστατικά έχουν πρωταγωνιστήσει... μηχανακιόβιοι, πάντα δύο, επιβαίνοντας στο ίδιο μηχανάκι. Κάποιοι απλά αρπάζουν τσάντες όπως περπατάς. Ενίοτε δε διστάζουν να βγάλουν μαχαίρι για να κόψουν το λουρί της τσάντας. Κι αν “κόψουν” και τον κάτοχό της, καμία η σκοτούρα τους. Η ίδια η αδερφή της φίλης μου έπεσε θύμα επίθεσης μπροστά στο -πολυτελές- σπίτι της, επιστρέφοντας από τη δουλειά της, σε περιοχή μάλιστα η οποία υποτίθεται ότι φυλάσσεται, κι είναι “ασφαλής”. Όταν δε, πλησιάζουμε στο σπίτι τα βράδια, επιστρέφοντας από το κέντρο της πόλης, αν δει μηχανάκι να μας ακολουθεί ή να έρχεται από απέναντι και να πηγαίνει σιγά, η φίλη μου μου θυμίζει δύο Ελληνοβενεσολάνες αδερφές με τις οποίες πέρασα αρκετό χρόνο στο Καράκας αρχές του 2011. Εκείνες ήταν στο αμάξι τους, κι ήταν διαρκώς... στην τσίτα, “σκανάροντας” τη συμπεριφορά οποιουδήποτε οχήματος ή πεζού βρισκόταν σε μικρή απόσταση...
Είναι η Κουάλα Λούμπουρ “επικίνδυνη” πόλη; Παρά τα κάθε άλλο παρά σπάνια περιστατικά επιθέσεων, προσπαθώ (αν και ξένος, αν και λιγότερο γνώστης της κατάστασης από κάποιον ντόπιο), να “θυμίζω” στη φίλη μου ότι η ΚΛ είναι μία μεγάλη πόλη, στην οποία ζουν κοντά έξι εκατομμύρια άνθρωποι, αν προσθέσει κανείς στην ίδια την ΚΛ την ευρύτερη περιοχή της. Θα ήταν ουτοπικό να περιμένει κανείς στην αχανή και πολυπληθή πρωτεύουσα μίας χώρας να μην υπάρχει εγκληματικότητα. Ψύχραιμα, νομίζω (ελπίζω), βλέποντας τα πράγματα, άποψή μου είναι ότι η Κουάλα Λούμπουρ είναι ασφαλής, βάζοντας στο “ασφαλής” τον ορισμό “πόλη στην οποία οι πιθανότητες να πέσεις θύμα επίθεσης είναι λιγοστές, αν ακολουθείς τους κανόνες της... κοινής λογικής, που σου υποδεικνύουν τι είδους περιοχές να αποφεύγεις, ποιες ώρες της ημέρας”. Κι αν δεν ξέρεις ποιες περιοχές είναι αυτές, αν δεν το έχεις διαβάσει σε κάποιον οδηγό, ρώτα κάποιον στο ξενοδοχείο σου, ή απευθύνσου μέσω κάποιας ιστοσελίδας σε κόσμο που ζει εδώ. Καλή, χρήσιμη και... εποικοδομητική η εγρήγορση, αλλά με μέτρο. Αλλιώς, φοβάμαι ότι γίνεσαι σκλάβος της, και τότε ίσως είναι καλύτερα να μένεις σπίτι σου, και να βλέπεις τον κόσμο μόνο μέσω τηλεόρασης, από την ασφάλεια (κι αυτό σχετικό είναι...) του καναπέ σου...
Το προηγούμενο κείμενο το έγραψα και ανέβασα Σάββατο πρωί. Έγραψα μεταξύ άλλων ότι αν και δέχομαι αυτό που λένε οι ντόπιοι στην Κουάλα Λούμπουρ, ότι η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, δική μου αίσθηση είναι ότι η κατάσταση στον τομέα “ασφάλεια” είναι τέτοια που αν ακολουθείς τους άγραφους κανόνες της κοινής λογικής, κατά πάσα-πάσα-πάσα πιθανότητα δε θα αντιμετωπίσεις μπελάδες. Αυτά, Σάββατο πρωί...
Σάββατο βράδυ πήγαμε με τη φίλη μου για φαγητό στην περιοχή Brickfields, τη “Μικρή Ινδία” της Κουάλα Λούμπουρ. Βασικά πήγαμε για να αποχαιρετήσουμε έναν Πολωνό, ο οποίος μετά από έναν χρόνο και κάτι μήνες, φεύγει από την Κουάλα Λούμπουρ. Χωρίς υπερβολή, μπορώ να πω ότι είμαι εκείνος που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να αποφασίσουν εκείνος και η κοπέλα του να αφήσουν την Πολωνία πριν από 15-16 μήνες, και να δοκιμάσουν τη ζωή στην Κουάλα Λούμπουρ. Αρχές Οκτωβρίου του 2011 ήμουν στο Βρότσλαβ “τους”, ο Γιούρεκ είχε δεχθεί μία πρόταση για δουλειά στην Κουάλα Λούμπουρ, είχε αναζητήσει πληροφορίες για το κόστος ζωής εδώ σε ένα σάιτ, είδε το τόπικ του η φίλη μου, μου είπε ότι υπάρχουν δύο παιδιά στο Βρότσλαβ που θέλουν να ζήσουν για ένα διάστημα στη Μαλαισία αλλά τους έχουν... τρομοκρατήσει κάτι expats στο φόρουμ, γράφοντας ότι τα λεφτά που πρόσφεραν στον Γιούρεκ δεν ήταν ούτε κατά διάνοια αρκετά για να ζήσουν οι δυο τους αξιοπρεπώς εδώ, κι έτσι κανονίσαμε να βρεθούμε, και να μοιραστώ μαζί τους το... αρχείο με τα καθημερινά έξοδά μου στη Μαλαισία, τους αρκετούς μήνες που πέρασα εδώ το 2010. Τα νούμερα που τους παρουσίασα ήταν τέτοια που τους έδωσαν το τελικό... σπρωξιματάκι που χρειάζονταν για να αποφασίσουν να κάνουν το άλμα στη Μαλαισία. Ενάμιση χρόνο αργότερα, το περασμένο Σάββατο το βράδυ, συναντιόμασταν ξανά, με τον Γιούρεκ να φεύγει από τη Μαλαισία, κι εμένα να έχω έρθει σχετικά πρόσφατα. Ένας κύκλος έκλεισε, ένας άλλος άρχισε...
Η παρέα, πολυεθνική. Ντόπιοι, Πολωνοί, Ιρανοί (υπάρχουν πολλοί που σπουδάζουν εδώ), Γερμανός, Αμερικάνος, ένα παιδί από την Υεμένη, μία Λιθουανή, ακόμα και μία κοπέλα από τις Μαλδίβες(!), η πρώτη... Μαλδιβιανή που είδα στη ζωή μου. Φάγαμε, τα είπαμε, μοιραστήκαμε ιστορίες και χαρακτηριστικές λέξεις/εκφράσεις ο καθένας της δικής του γλώσσας, βγάλαμε φωτογραφίες, κι αποχαιρετιστήκαμε, με την αφεντιά μου ομολογώ να αισθάνομαι ελαφρώς ανακουφισμένος, όταν ο Γιούρεκ μού είπε ότι η επιλογή τους να έρθουν στη Μαλαισία αποδείχθηκε σωστή, κι ότι εκείνη η κουβέντα που είχαμε στο Βρότσλαβ ήταν καθοριστική στο να πάρουν την απόφασή τους να έρθουν εδώ.
Αργότερα μάθαμε ότι ενώ η φίλη μου κι εγώ επιστρέφαμε στο σπίτι της, η κοπέλα του Γιούρεκ και η Μαλδιβιανή δέχθηκαν επίθεση από τέσσερις τύπους πάνω σε δύο μηχανάκια. Σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων από τους Πύργους Πετρόνας, ένα από τα καλύτερα φυλασσόμενα, υποτίθεται, σημεία της Κουάλα Λούμπουρ, μπήκαν σε ένα μαγαζί για να αγοράσουν κάτι, τα αγόρια της παρέας προχώρησαν γύρω στα εκατό μέτρα, κι όπως έβγαιναν τα κορίτσια από το μαγαζί, ένας από τους τέσσερις μηχανακόβιους κόλλησε στο στομάχι της Μαλδιβιανής ένα μαχαίρι, και με συνοπτικές διαδικασίες τσίμπησαν τις τσάντες τους. Μάλισταααα...
Ρατσιστής δεν είμαι, όμως μόνο τυχαίο δεν ήταν ότι οι θύτες ήταν ethnic Malays, κι όχι Μαλαισιανοί κινεζικής ή ινδικής καταγωγής. Δυστυχώς, το μεγαλύτερο κόμμα του ίδιου κυβερνητικού συνασπισμού που βρίσκεται στην εξουσία από τότε που η Μαλαισία κέρδισε την ανεξαρτησία της από τους Βρετανούς, έχει δημιουργήσει μία κατάσταση υπερπροστατευτισμού των ethnic Malays, με κάποια θετικά, αλλά και πάμπολλα αρνητικά, όχι μόνο για τη Μαλαισία γενικά, αλλά και συγκεκριμένα για τους ethnic Malays. Το θέμα “σηκώνει” ατελείωτες εξηγήσεις, όμως προσπαθώ να κρατάω τα κείμενα σε... λογικά πλαίσια από πλευράς μεγέθους, οπότε σήμερα θα αρκεστώ να γράψω ότι πολλοί Malays, σε πολύ απλά Ελληνικά, “τα έχουν φορτώσει στον κόκκορα”, ξέροντας ότι για να επιβιώσουν σε αυτήν τη χώρα δε χρειάζεται ούτε να... ξεσκιστούν στις σπουδές, ούτε να βγάλουν τα μάτια τους μελετώντας σε μεταπτυχιακά προγράμματα, ούτε να κουράσουν το μυαλουδάκι τους μαθαίνοντας καλά Αγγλικά, ούτε να στρώσουν τον πισινό τους κάτω και να κατεβάσουν μία καλή επιχειρηματική ιδέα. Η κατάσταση στη Μαλαισία έχει πλέον διαμορφωθεί έτσι, ώστε πολλοί Malays, σε αντίθεση με τους κινεζικής και ινδικής καταγωγής Μαλαισιανούς, επιβιώνουν απλά και μόνο επειδή... είναι Malays, επιβίωση-”ευγενική χορηγία” της Κυβέρνησης. Με άπλετο ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή τους, και με τα επίπεδα βαρεμάρας να έχουν χτυπήσει κόκκινο, πολλοί πιτσιρικάδες απλά... σκοτώνουν την ανία τους παίρνοντας ναρκωτικά, για τα οποία φυσικά χρειάζονται επιπλέον χρήματα, πέρα από αυτά που χαριστικά προσγειώνονται στα χέρια τους από την Κυβέρνηση. Εξ ου και η... ανατριχιαστική αύξηση των ληστειών από επιβαίνοντες σε μηχανάκια τα τελευταία χρόνια, με θύτες σχεδόν αποκλειστικά Malays, και σε πολύ μικρότερο ποσοστό Ινδούς, οι οποίοι στη Μαλαισία είναι η... τελευταία τρύπα του ζουρνά.
Αύριο το βράδυ παίρνουμε τρένο για Butterworth, θα περάσουμε τρεις ημέρες στο νησί Penang κάνοντας ποδήλατο (βασικά... τρώγοντας, μια και το Penang υμνείται μεταξύ των Μαλαισιανών για τα φαγητά του), οπότε την επόμενη φορά που θα γράψω θα έχω ευχάριστα πράγματα να μοιραστώ, όχι όπως σήμερα...
Καταγραφή “φρέσκων” εντυπώσεων από το νησί Penang, κοντά στα σύνορα με την Ταϊλάνδη, στο οποίο ευτυχήσαμε να περάσουμε το περασμένο ΣΚ(Δ)...
Αντί να πάρουμε το αυτοκίνητο από Κουάλα Λούμπουρ, όπως κάναμε τις δύο φορές που πήγαμε στο νησί το 2010, πειραματιστήκαμε με το βραδινό τρένο. Με 40 ρίνγκιτ (περίπου 10 ευρώ) φεύγεις από ΚΛ στις έντεκα το βράδυ, περνάς εφτάμιση ώρες ξαπλωμένος σε αξιοπρεπέστατων διαστάσεων κρεβάτι, και φθάνεις νωρίς το πρωί στο Butterworth, “απέναντι” από το νησί. Ο σταθμός των τρένων είναι ακριβώς δίπλα στο τζέτι από το οποίο παίρνεις το εξευτελιστικά φθηνό (1,20 ρίνγκιτ, περίπου 30 λεπτά του ευρώ) φέρι για Georgetown, την πρωτεύουσα του Penang. Κατά τις εφτά το πρωί, περνάς λίγα λεπτά (περίπου δέκα), επιπλέοντας σιγά-σιγά προς το νησί, με τον ουρανό να αρχίζει να φωτίζει πίσω σου. Σκεφτόμουν ότι αν αυτή ήταν η πρώτη φορά μου στο νησί, θα με είχε κερδίσει πριν ακόμα πατήσω το πόδι μου εκεί, λόγω φθηνού και ξεκούραστου τρόπου μετάβασης, λόγω γοητευτικού τρόπου... προσέγγισής του (πάνω σε φέρι, με τον ουρανό να αρχίζει να φωτίζει), και λόγω... “διακοποκαλοκαιρινού” feeling. Μετά από έξι βδομάδες στην Κουάλα Λούμπουρ, η επικείμενη άφιξή μας σε νησί με έκανε να αισθανθώ ότι ήμουν σε μίνι καλοκαιρινές διακοπές...
Ο ξενώνας που επιλέξαμε ήταν 5-10 λεπτά περπάτημα από το τζέτι. Καθίσαμε σε ένα ινδικό μαγαζί για πρωινό “ρότι”. Μέσα σε δέκα λεπτά, είχαμε ήδη βιώσει δύο “μόνο στο Penang” εμπειρίες. Πρώτα, είδαμε δίπλα μας μία παρέα τριών αστυνομικών. Ένας Malay, ένας Κινέζος, ένας Ινδός. Αυτό, όντως, μόνο στο Penang, καθώς οπουδήποτε αλλού στη Μαλαισία, αστυνομικοί είναι σχεδόν αποκλειστικά Malays, ένα από τα πάμπολλα προνόμια (το να καταλαμβάνουν χαριστικά τέτοιες θέσεις εργασίας) που απολαμβάνουν οι Malays στη χώρα που πολλοί εξ αυτών θεωρούν πρώτα δική τους, και μετά όλων των υπόλοιπων εθνοτικών ομάδων που ζουν εδώ, άσχετα αν κάποιοι από τους Κινέζους ή τους Ινδούς είναι Μαλαισιανοί εδώ και γενιές... Από τις προηγούμενες εκλογές του 2008, την Πολιτεία του Penang την κυβερνά η μαλαισιανή αντιπολίτευση, και είναι σε γενικές γραμμές το... καμάρι της, μία απόδειξη ότι η Μαλαισία μπορεί να γίνει μία “άλλη” χώρα, μία πολύ πιο δίκαιη και προοδευτική χώρα, αν οι Μαλαισιανοί στην πλειοψηφία τους θελήσουν να δώσουν στη σημερινή αντιπολίτευση την ευκαιρία να εφαρμόσει σε όλη τη χώρα την πολιτική που εφάρμοσε στο Penang από το 2008 μέχρι τώρα.
Η δεύτερη “μόνο στο Penang” εμπειρία, είχε να κάνει με το δωρεάν ασύρματο ίντερνετ που μπορείς να χρησιμοποιήσεις, κάτι που εκτιμήσαμε δεόντως, μια και νωρίς το πρωί έπρεπε η φίλη μου κι εγώ να ανεβάσουμε στο ίντερνετ κάποιες ειδήσεις, εκείνη στα Κινέζικα, εγώ στα Αγγλικά και στα Μαλαισιανά (όχι ότι μιλάω Μαλαισιανά... Είναι μία... χαριτωμένη ιστορία), δουλειά από την οποία μας προκύπτει ένα μικρό εισόδημα. Το του ίντερνετ έχει τη σημασία του, το ότι είναι δωρεάν, και διαθέσιμο σε όλους. Σε πολιτείες με μικρότερες πόλεις και μεγάλο μέρος του κόσμου να μένει σε μικρά χωριά, εκεί όπου η πλειοψηφία του κόσμου είναι ψηφοφόροι της σημερινής Κυβέρνησης, κόσμος που “ενημερώνεται” για τα τεκταινόμενα στη χώρα μέσω των τηλεοπτικών σταθμών-φερέφωνων και εφημερίδων-κομματικών οργάνων της Κυβέρνησης, το ίντερνετ αποτελεί ακόμα... εξωτικό φρούτο, η Κυβέρνηση προτιμά τον κόσμο... κοπάδι, και μόλις πρόσφατα υποσχέθηκε -προεκλογικά- να προσφέρει δωρεάν ίντερνετ στον τοπικό πληθυσμό ΓΙΑ ΜΙΣΗ ΩΡΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ...
Το υπόλοιπο πρωινό το περάσαμε κάνοντας ποδήλατο εντός πόλης, δραστηριότητα απολαυστική παρά τα πολλά αυτοκίνητα, δραστηριότητα γεμάτη εκπλήξεις, λόγω των... καλουδιών που ξαφνικά εμφανίζονται μπροστά σου καθώς κάνεις ποδήλατο στην Georgetown. Η πόλη είναι γεμάτη από “street art” δύο ειδών. Παίρνοντας μία στροφή μπορεί ξαφνικά να δεις μπροστά σου μία τοιχογραφία συνδυασμένη με κάποιο αντικείμενο. Δύο πιτσιρίκια εικονίζονται να κάνουν κούνια, με δύο κούνιες, πραγματικές κούνιες, να είναι κολλημένες στον τοίχο. Δύο άλλα πιτσιρίκια εικονίζονται να παίζουν μπάσκετ, με μία μπάλα να είναι επίσης κολλημένη στον τοίχο, και δίπλα μία μπασκέτα. Άλλα πιτσιρίκια, όλα χαμογελαστά, κάνουν ποδήλατο. Ξανά, ναι, στον τοίχο είναι κολλημένο ένα πραγματικό ποδήλατο, τοποθετημένο έτσι ώστε βλέποντας την τοιχογραφία να μένεις με την εντύπωση ότι τα πιτσιρίκια είναι πράγματι πάνω σε ποδήλατο.
Η άλλη μορφή “street art” έχει να κάνει με μεταλλικές “ζωγραφιές”. Απέναντι από τον κεντρικό πυροσβεστικό σταθμό για παράδειγμα, υπάρχει μία “τοιχογραφία”, η οποία όμως είναι φτιαγμένη εξ ολοκλήρου από σίδερο, να δείχνει έναν... παλιό πυροσβέστη, και να περιγράφει με δύο προτάσεις την ιστορία του πυροσβεστικού σώματος στο νησί. Αλλού, σε έναν τοίχο δίπλα σε ένα παραδοσιακό μαγαζί που φτιάχνει αντικείμενα με ξύλο μπαμπού, σε σχετική “ζωγραφιά” υπάρχει μία δασκάλα να ψάχνει τη “βέργα” της, κι ένα πιτσιρίκι, μαθητής, να σκιάζεται από αυτό που τον περιμένει (η φίλη μου μου εξήγησε ότι όταν ήταν μικρή και πήγαινε σχολείο, οι δάσκαλοι χρησιμοποιούσαν ακόμα βέργες από μπαμπού για να... νουθετούν τους μαθητές). Κάθε δρόμος κι ένα χαρακτηριστικό του, κάθε δρόμος και μία χιουμοριστική “τοιχογραφία”, με τουρίστες να βγάζουν φωτογραφίες, και κάποιους να κρατούν χάρτες στους οποίους είναι σημειωμένα όλα τα σημεία. Αισθάνθηκα τυχερός που είχα μαζί μου Μαλαισιανή παρέα, μια και οι “εικόνες” έβγαζαν πολύ περισσότερο νόημα μετά τις δικές της επεξηγήσεις...
Κάπως έτσι, με ατελείωτη ποδηλατάδα, με... street art-hunting, και φυσικά με μπόλικο φαγητό (η Georgetown είναι μία απέραντη υπαίθρια κουζίνα), πέρασε η πρώτη μέρα μας στο νησί. Επειδή το κείμενο αρχίζει να... ξεφεύγει σε λέξεις, συνεχίζω και συνοψίζω εντυπώσεις από Penang, αύριο.