giorgoStar
Member
- Μηνύματα
- 50
- Likes
- 316
- Επόμενο Ταξίδι
- Ανδαλουσία
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού
Αναζητώντας προορισμό με καλό καιρό στην Ευρώπη Φλεβάρη μήνα, δε βρίσκει κανείς άπειρες επιλογές. Νότια Ισπανία (με Κανάριες Νήσους)-Πορτογαλία- Μάλτα. Τις Κανάριες Νήσους τις βγάζω απευθείας απ´το πλάνο εξαιτίας των ορδών Γερμανών και Άγγλων τρασοτουριστών, Ισπανία ήμουν τον Οκτώβρη, Μάλτα έχω πάει, τι μένει; Μου έμεινε αυτό το νησί της Πορτογαλίας, το κάπως αποκομμένο, μες στον Ατλαντικό, με τις πολυκλιματικές ζώνες και την ιδιαίτερη βλάστηση. Έτσι μου το διαφημίζουν οι επισκέπτες του έστω. Η πτήση έγινε με την TAP μέσω Λισαβώνας όπου θα επέστρεφα στο γυρισμό για να περάσω το υπόλοιπο μισό της εβδομάδας. Πριν περάσουμε όμως στα περι πρωτευούσης, ας δούμε τι εστί Μαδέρα.
Όποιος περιμενει θέρετρο, με πάρτυ, τρελούς ρυθμούς, ποτάρες, παραλίες κτλ δεν ενδείκνυται ο προορισμός για εσάς. Το νησί απευθύνεται κυρίως σε φυσιολάτρεις, γι ´αυτό και η πλειοψηφία των επισκεπτών της είναι κυρίως μεγαλύτερες ηλικίες Γερμανοί (οι οποίοι έχουν επενδύσει σε αγορές ακινήτων και επιχειρήσεων), Γάλλοι, Άγγλοι και Ισπανοί.
Για να κινηθεί κανείς στο νησί προτείνω απαραιτήτως την ενοίκιαση αυτοκινήτου. Υπάρχουν συγκοινωνίες αλλά για τα βουνά και την καλύτερη διαχείριση του χρόνου στα ενδότερα του νησιού, προσωπικό μεταφορικό μέσο κρίνεται αναγκαίο και προς Θεού όχι φιατάκια και μικρά, επενδύστε στα άλογα, θα σας χρειαστούν στις ανηφόρες. Όλοι έχουν να λένε για τον αυτοκινητόδρομο του νησιού, που είναι όντως εξαιρετικά αξιόλογος στα μέτρα ενός νησιού με τέτοια μορφολογία και που οι οικισμοί κρέμονται κυριολεκτικά σε γκρεμούς. Είναι κοντολογίς χτισμένος πάνω από σπίτια, κάτω από σπίτια, μέσα σε βράχους, πάνω από φαράγγια, με πεντακάθαρη σήμανση κοκ ΑΛΛΑ δεν παύει να είναι οδικό δίκτυο νησιού. Όσο καλοφτιαγμένος και να είναι δηλαδή, δεν είναι να αυξάνει κανείς ταχυτητα πάνω από 90-100, έχει στροφές και κλίσεις, δεν υπάρχει τρελή άπλα και παρεμβαίνουν πολλές είσοδοι-έξοδοι των οικισμών. Αυτά για τον αυτοκινητόδρομο· για τους δρόμους μέσα στα χωριά και στα βουνά, ίλιγγος. Υπήρχε πινακίδα που έγραφε, για παράδειγμα, κλίση 32 μοίρες μέσα σε χωριό και ακόμη απορώ πως καταφέραμε να τον ανέβουμε με το αυτοκίνητο.
Το αεροδρόμιο μικρό και θαυματουργο, λειτουργικότατο και περιποιημενο, οι ενοικιάσεις αυτοκινήτων επίσης οργανωμένες και με σαφέστατο προσανατολισμό.
Ο καιρός έχει απ´όλα. Μπορεί τη μία μέρα να εχει καταγάλανο ουρανό με ήλιο και την άλλη να ψιλοβρέχει επειδή τα βουνά εγκλωβίζουν τις συννεφιές. Οπότε ακόμη κι αν επισκεφτείτε καλοκαίρι, ένα φθινοπωρινό μπουφανάκι με κουκούλα το συνιστώ.
Μείναμε στον οικισμό Caniço ανάμεσα στο αεροδρόμιο και την πρωτεύουσα Funchal, σε φανταστικό και πολύ οικονομικό AirBnB , κατα πολύ οικονομικότερο απ´ό,τι μας προσέφεραν τα ξενοδοχεία και με θέα στον Ατλαντικό που μας έφτιαχνε τη διάθεση, ανεξαρτήτως ανατολής-δύσης-με ουράνιο τόνο κτλ. Ο οικισμός κουκλάκι, με άπειρες επιλογές σε φαγητό, με φούρνο και σουπερμάρκετ και οργανωμένος.
Έξτρα πόντος, ο πεζόδρομος παράκτια, τέλειος για πρωινή βόλτα ή τζόγκινγκ και επιλογή με beach bar στην άκρη του, που δε λειτουργούσε βέβαια όταν πήγαμε. Μονοπάτι ενώνει το παραθαλάσσιο Caniço με το πιο ορεινό που είναι ουσιαστικά ο πυρήνας του οικισμού με όλες τις υπηρεσίες και τους μόνιμους κατοίκους.
Εκμεταλλευόμενοι τη μέρα άφιξης με καλοκαιρία, θέλαμε να πάρουμε μια μικρογραφία του νησιού ως πρώτη εικόνα. Πέραν λοιπόν της εξερεύνησης του Caniço, συμπεριλαμβανομένου του αγάλματος του Ιησού,
πήραμε το δρόμο για το Cabo Girão, παρατηρητήριο με γυάλινο πάτωμα, για να σε πιάσει για τα καλά η υψοφοβία, σε περίπτωση που δε σ´έπιασε. Η θέα κόβει την ανάσα κυριολεκτικά και είναι από τα πρέπει του νησιού.
Η πρωτεύουσα, Funchal, ήταν το σημείο αναφοράς κάθε μέρα, για τη βόλτα, για τα ψωνια πρώτης ανάγκης και την αίσθηση της καθημερινότητας των μόνιμων κατοίκων και της ανάπαυλας στο λιμάνι. Θέλοντας να δώσουμε συνέχεια στο υψόμετρο, ανεβήκαμε στο διάσημο τελεφερίκ της πόλης που σε οδηγεί μετά από αρκετή ώρα και σκαρφάλωμα στο σημείο Monte που είναι ας πούμε το Σέιχ Σου της πόλης. Το εισιτήριο τσουχτερό στα 16€ πήγαινε-έλα. Το τελεφερίκ σε ξεβγάζει ανάμεσα σε 2 κήπους, το βοτανικό και τον τροπικό, ο πρώτος κλείνει νωρίς το απόγευμα και ο δέυτερος κοστίζει 12.50€ και σε εκείνη τη φάση δε θέλησα να τα δώσω για να δω έναν κήπο, που σε άλλα μέρη είναι είτε δωρεάν είτε γύρω στο 5€. Ανταυτού καθίσαμε σε ένα φανταστικό καφέ-μπαράκι στο Largo das Babosas, όπως πάντα στο χείλος γκρεμού, με θέα το καταπράσινο κι ένα ποτήρι κρασί και το εισιτήριο που θα έδινα στον κήπο, το έκανα φιλοδώρημα στο τόσο φιλικό προσωπικό, που για καλή τουριστική μας τύχη, σφύζει σε ολόκληρη την Πορτογαλία.
Το Funchal λοιπόν, είναι μια χαλαρή πρωτεύουσα, με πολύ κόσμο, τουρίστες και ντόπιους να απολαμβάνουν τη βόλτα και τον ήπιο ρυθμό. Επίσκεψη οπωσδήποτε στη δημοτική αγορά και περαντζάδα στο πολύ όμορφο λιμάνι τους, όπου συναντάς κήπους, παρκάκια, το μουσείο και το άγαλμα του εντόπιου Cristiano Ronaldo,
έπειτα στην παλιά πόλη το δημαρχείο και τον καθεδρικό, το δημοτικό θέατρο και την ενδιαφέρουσα εμπορική στοά Sao Francisco για να καταλήξουμε στα στενάκια με τις ταβέρνες και τα εστιατόρια, τύπου Λαδάδικα με στολισμένες και ζωγραφισμένες εξώπορτες και στοιχεία μοντέρνας τέχνης που συναντά κανείς σε κάθε γωνιά. Σουλουπωμένα, ήρεμα και λόγω μικρού μεγέθους περπατίσιμα και μάλιστα σε σύντομο χρόνο.
Τα περισσότερα εστιατόρια τα βρήκα πολύ τουριστικά, κάτσαμε μόνο μια φορά να φάμε στην πόλη και σε ένα καφέ με γλυκά και τα βρήκα όλα μέτρια. Αντιθέτως στο Caniço που μέναμε, ανακάλυψα ένα πολύ δυνατό εστιατόριο που με κάλυψε στο 100%, λέγεται Laranjinha και είχε πολύ νόστιμα και περιποιημένα πιάτα και το νεαρό προσωπικό άπιαστο και φιλικότατο.
Μια μέρα αφιερώνεται, όπως είθισται στην περίπτωσή μας, στο γύρο του νησιού. Δυστυχώς η επιλογή αυτής της ημέρας μάς πρόδωσε, λογω συνεχούς ψιλοβροχίου και μουντίλας. Δεν πτοηθήκαμε όμως και ξεκινήσαμε από ανατολικά προς τα δυτικά, για Ponta do Sol, όπου θεωρείται το πιο ηλιόλουστο κομμάτι του νησιού. Σημείωση πως όλα αυτά τα χωριουδάκια είναι πολύ πολύ μικρά και τα βλέπεις σε μια γύρα. Στο συγκεκριμένο υπάρχει μια μικρούλα παλιά πόλη με άπειρα λουλούδια και το παραλιακό μέτωπο των 2-3 τετραγώνων.
Συνεχίζοντας δυτικά, ο οικισμός Calheta είναι από τους πιο αγαπημένους για παραθέριση, γιατί είναι ο μόνος στο νησί που έχει αμμώδη παραλία. Πέραν αυτού όμως είναι απλά ένας δρόμος και η είσοδος για τα βουνά.
Από εκεί και μετά δηλαδή αγριεύουν τα πράγματα. Είμαστε σε συνεχή ανάβαση με βροχούλα, βουλωμένα αυτάκια, περισσότερη χλωροφύλλη στο ρινικό και άπειρα λιβάδια, με ξέμπαρκες γελάδες κατα τόπους. Στο δρόμο ολομόναχοι και στο άσχετο, εκεί που νομίζεις ότι χάθηκες, το λεωφορείο της γραμμής. Προορισμός η βορειοδυτική μύτη του νησιού και αγαπημένο τουριστικά, το Porto Moniz. Φανταστικό βραχώδες τοπίο που θύμιζε αντίστοιχες ατλαντικές παρυφές Ιρλανδίας-Σκωτίας. Αποκορύφωμα οι φυσικές κολυμπήθρες, ανάμεσα στις οποίες μπορεί κάποιος να περιηγηθεί, συντροφιά μας το οχυρό του του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή και το πολυδιαφημιζόμενο Aquarium. Πραγματικά μοναδικό μέρος.
Δυστυχώς η βροχή ήταν δυνατή κι έπρεπε να εγκαταλείψουμε για μια ιδέα εντός των θυρών, που την είχαμε ως δεύτερο πλάνο σε περίπτωση χαλασμού. Πήραμε, λοιπόν, το βόρειο οδικό παράκτιο δίκτυο, με κατεύθυνση στα ανατολικά για το σπήλαιο του Sao Vicente. Προφανώς, όμως, είχαν πολλοί αυτό το εναλλακτικό indoor πλάνο και στον οικισμό του Sao δεν υπήρχε ούτε μια πιθαμή πάρκινγκ, κάθε γωνιά πιασμένη.
Συνεχίσαμε για το τελικό χωριό της ημέρας, το Santana , με τα χαρακτηριστικά παραδοσιακά σπιτάκια, που όμως πέραν της κεντρικής πλατείας με τα εν λόγω, δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Δεν είναι δηλαδή σαν το Αλμπερομπέλλο στην Ιταλία που είναι μια ολόκληρη πολιτεία ξεχωριστών οικημάτων• μόνο η πλατεΐτσα. Στην περιοχή υπάρχει και το θεματικό ανοικτό πάρκο της Μαδέρα, πιο οικογενειακό αλλά όπως είπαμε λόγω βροχής, δε μπορούσαμε να κάτσουμε.
Και πάμε στο πουλαίν της Μαδέρα, που δεν είναι άλλο από τις πεζοπορίες. Έχουν ασχοληθεί και έχουν συντηρήσει πολύ δυνατά μονοπάτια που ανεβοκατεβαίνουν σε φαράγγια και πλαγιές, με καταρράκτες και πυκνή βλάστηση. Οπότε σίγουρα όποιος επισκεφτεί, να πάρει μαζί του αθλητικά, διότι έστω ένα σύντομο μονοπάτι πρέπει να μπει στη λίστα. Δεν είναι ιδιαιτέρως δύσκολα αλλά κάποια φυσικά σκαλιά/διαζώματα ταράζουν γόνατα και μηρούς/γλουτούς.
Το πιο διάσημο μονοπάτι που αποτελείται από σύμπλεγμα διαδρομών είναι το Levada das 25 Fontes/ do Risco (25 Πηγάδια/Ρίσκο σα να λέμε σε ελεύθερη μετάφραση). Δίνουμε λοιπόν στο GPS το Levanda das 25 Fontes, μας ανεβάζει μέσω Calheta και των ανηφορικών δρόμων 32 μοιρών όπως περιέγραψα παραπάνω, στο πάρκινγκ του δρυμού.
Από εκεί υπάρχει και δημοτικό λεωφορειάκι που σε ανεβοκατεβάζει στην ουσιαστική διασταύρωση των μονοπατιών και ξεκινάς. Εμείς το κάναμε όλο ποδαράτο, η θερμοκρασία αισθητά χαμηλότερη και υπήρχε δυνατός αέρας ειδικά στο πάρκινγκ που βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο. Το καταπήλαυσα. Γέφυρες, νερά, βλάστηση, ρυάκια, πυκνό δάσος, περιπέτεια. Πρώτα επισκεφτήκαμε τον καταρράκτη Ρίσκο που είναι πολύ ψηλός και κόβει την ανάσα.
Έπειτα συνεχίσαμε για τα 25 πηγάδια, που ήταν κομματάκι πιο απαιτητική διαδρομή, διότι σε κάποια σημεία στενεύει, περπατάς παράλληλα σε αυλάκι με συνεχώς τρεχούμενο νερό και πρέπει να περιμένεις όταν έρχεται κόσμος από την αντίθετη κατεύθυνση. Σα σύνολο οι διαδρομές αυτές είναι γύρω στα 7 χλμ. αλλά λόγω των απαιτήσεων ψιλοκουράζει μεν, αλλά δε φοβίζει. Πάρα πολλοί περιηγητές άνω των 60 και οικογένειες με παιδιά στην περιπέτεια. Στη διασταύρωση των μονοπατιών υπάρχει ένα όμορφα διαμορφωμένο καταφύγιο/καφέ (Rabaçal) για την ανάπαυλα, τον εσπρέσσο, σπιτικά σνακς και την τουαλέτα αν χρειαστείτε, δε δίνουν όμως για λόγους καθαριότητος καφέ στο χέρι, μόνο αν καθίσετε εκεί.
Η επιστροφή μας ήθελε στο Funchal να αράζουμε κάτω απ´τον ήλιο, στο πολύ ωραίο πάρκο με γκαζόν διαζώματα της παραλιακής, απολαμβάνοντας τοπικό κοκτέιλ από αυτοσχέδιο μπαράκι, την Poncha (Πόντσα), φτιαγμένη από χυμό της αρεσκείας σου (προτίμησα μαρακούγια), μέλι και τοπικό ρούμι. Ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμασταν μετά την πεζοπορία και ρούφηξα αρκετή βιταμίνη D που μου έλειπε Φλεβάρη μήνα.
Μια μέρα αφιερώνουμε στο 2ο μεγαλο highlight του νησιού• την πεζοπορία στο τέρμα ανατολικό κομμάτι, στη «χερσόνησο» του Sao Lourenço. Με το αυτοκίνητο και πάλι, μέχρι το πάρκινγκ της εισόδου και διασχίζοντας τον αρχικό διάδρομο στο μονοπάτι, μας περιμένει μια ιδιαίτερη, άγρια αλλά οικεία, με χρώματα άλλοτε πορφυρά, άλλοτε πράσινα και λευκά, απόλυτα ενεργειακή και καθόλα αναζωογονητική περιήγηση. Η θέα στον Ατλαντικό με τους τεράστιους βράχους τοποθετημένους αριστοτεχνικά στον ωκεανό, συνδυασμένη με τον ήχο από τα κύματα, που ακούγεται στα αυτιά σου σαν κρότος και με τη συντροφιά των τεράστιων κατάλευκων γλάρων να παίζουν με την κυκλοθυμία των ρευμάτων, δίνει την αίσθηση άλλου πλανήτη. Υπάρχουν πολλά σημεία στη διαδρομή που προσφέρουν τα νέα φόντα της οθόνης σας, ένα ακριβούλι καφέ και ο τελικός απότομος ανηφορικός λόφος που σε ανεβάζει κυριολεκτικά στην άκρη του νησιού, στο Edge of Glory που λέει και η ποιήτρια. Για να δώσω κι άλλη εικόνα, είναι σα να κάνεις πεζοπορία σε μια μη κατοικημένη Σαντορίνη, από τη Θήρα μέχρι την Οία, αν και η Σαντορίνη έχει άλλου είδους ενέργεια. Επίσης υπάρχουν σκαλάκια και διαζώματα στη διαδρομή, απαιτείται αθλητικό παπούτσι και νερό και προσοχή στον τελικό λόφο, γιατί τα σκαλιά είναι απότομα και ολισθηρά.
Η συνέχεια διέθετε ένα ομαλότατο και μικρό κομμάτι, που προτιμάται παραπάνω από οικογένειες λόγω της ευκολίας του, στο ύψος του Ribeiro Frio, Vereda dos Balçoes στο όνομα. Ας πούμε ότι το Ribeiro Frio είναι ένα σύμπλεγμα από βουνά και άπειρα μονοπάτια. Το μονοπάτι του «μπαλκονιού», θεωρείται σημαντικό, διότι το ειδικά διαμορφωμένο μπαλκόνι, που είναι ο στόχος του μονοπατιού, προσφέρει πανοραμική θέα όλων των παρυφών και σημαντικών κορυφών του νησιου, όπως το Pico Ruivo που είναι το μεγαλύτερο με 1.861 μ. και το Pico do Arieiro νε 1.816 μ. Μετα χαράς θα εξερευνούσα και τις εν λόγω κορυφές, όπου εξυπακούεται ότι προσφέρονται για πεζοπορία αλλά επειδή ο καιρός δεν ήταν καλός, το αφήσαμε. Σαν τιπ για μελλοντική επίσκεψη, είναι πάντα η εκτίμηση του καιρού. Κι επειδή διάβασα ότι σε κάποιες φάσεις χάνεσαι στα σύννεφα εκεί πάνω, αν και ακούγεται παραμυθένιο, δεν παύει να είναι επικίνδυνο για οδήγηση, πόσο μάλλον σε βροχόπτωση και ισχυρούς ανέμους. Δεν πειράζει, έχουμε κάτι για την επόμενη φορά...
Θα υπάρξει όμως επόμενη φορά;
Μπορώ με σιγουριά να τη συστήσω, προσφέρει εικόνες που δε βλέπει κανείς εύκολα, συχνά, σε τέτοια μεγέθη και σε αφθονία. Δεν είναι για πάρα πολλές μέρες αλλά ούτε και για 2ήμερο. Αν αγαπάτε τη φύση και το αγνάντεμα, έχετε βρει τον άλλο σας μισό (τόπο). Αν κάποιος ζητά έντονη ζωή, διασκέδαση, μπαρότσαρκες κτλ, τότε να μην πατήσει. Γαστρονομικά δεν εκπλήσσει, δοκιμάστε ωστόσο το μαύρο ψάρι, ήταν γευστικό και το σκορδόψωμο. Το δημοφιλές κοκκινο κρασί Μαδέρα παράγεται στο νησί και υπάρχει σε πολλές εκδοχές (ξηρό/γλυκό/ημίγλυκο/παλαιωμένο). Όταν επισκεφτείτε σε ζεστό καιρό, οργανώστε εκδρομούλα στο διπλανό νησάκι του αρχιπελάγους, το Porto Santo, που διαθέτει χρυσαφένιες παραλίες και γαλάζια νερά. Το λοιπόν, αθλητικό, σάκα και βουρ στην περιπέτεια!
Τέλος ιστορίας.
Όποιος περιμενει θέρετρο, με πάρτυ, τρελούς ρυθμούς, ποτάρες, παραλίες κτλ δεν ενδείκνυται ο προορισμός για εσάς. Το νησί απευθύνεται κυρίως σε φυσιολάτρεις, γι ´αυτό και η πλειοψηφία των επισκεπτών της είναι κυρίως μεγαλύτερες ηλικίες Γερμανοί (οι οποίοι έχουν επενδύσει σε αγορές ακινήτων και επιχειρήσεων), Γάλλοι, Άγγλοι και Ισπανοί.
Για να κινηθεί κανείς στο νησί προτείνω απαραιτήτως την ενοίκιαση αυτοκινήτου. Υπάρχουν συγκοινωνίες αλλά για τα βουνά και την καλύτερη διαχείριση του χρόνου στα ενδότερα του νησιού, προσωπικό μεταφορικό μέσο κρίνεται αναγκαίο και προς Θεού όχι φιατάκια και μικρά, επενδύστε στα άλογα, θα σας χρειαστούν στις ανηφόρες. Όλοι έχουν να λένε για τον αυτοκινητόδρομο του νησιού, που είναι όντως εξαιρετικά αξιόλογος στα μέτρα ενός νησιού με τέτοια μορφολογία και που οι οικισμοί κρέμονται κυριολεκτικά σε γκρεμούς. Είναι κοντολογίς χτισμένος πάνω από σπίτια, κάτω από σπίτια, μέσα σε βράχους, πάνω από φαράγγια, με πεντακάθαρη σήμανση κοκ ΑΛΛΑ δεν παύει να είναι οδικό δίκτυο νησιού. Όσο καλοφτιαγμένος και να είναι δηλαδή, δεν είναι να αυξάνει κανείς ταχυτητα πάνω από 90-100, έχει στροφές και κλίσεις, δεν υπάρχει τρελή άπλα και παρεμβαίνουν πολλές είσοδοι-έξοδοι των οικισμών. Αυτά για τον αυτοκινητόδρομο· για τους δρόμους μέσα στα χωριά και στα βουνά, ίλιγγος. Υπήρχε πινακίδα που έγραφε, για παράδειγμα, κλίση 32 μοίρες μέσα σε χωριό και ακόμη απορώ πως καταφέραμε να τον ανέβουμε με το αυτοκίνητο.
Το αεροδρόμιο μικρό και θαυματουργο, λειτουργικότατο και περιποιημενο, οι ενοικιάσεις αυτοκινήτων επίσης οργανωμένες και με σαφέστατο προσανατολισμό.
Ο καιρός έχει απ´όλα. Μπορεί τη μία μέρα να εχει καταγάλανο ουρανό με ήλιο και την άλλη να ψιλοβρέχει επειδή τα βουνά εγκλωβίζουν τις συννεφιές. Οπότε ακόμη κι αν επισκεφτείτε καλοκαίρι, ένα φθινοπωρινό μπουφανάκι με κουκούλα το συνιστώ.
Μείναμε στον οικισμό Caniço ανάμεσα στο αεροδρόμιο και την πρωτεύουσα Funchal, σε φανταστικό και πολύ οικονομικό AirBnB , κατα πολύ οικονομικότερο απ´ό,τι μας προσέφεραν τα ξενοδοχεία και με θέα στον Ατλαντικό που μας έφτιαχνε τη διάθεση, ανεξαρτήτως ανατολής-δύσης-με ουράνιο τόνο κτλ. Ο οικισμός κουκλάκι, με άπειρες επιλογές σε φαγητό, με φούρνο και σουπερμάρκετ και οργανωμένος.
Έξτρα πόντος, ο πεζόδρομος παράκτια, τέλειος για πρωινή βόλτα ή τζόγκινγκ και επιλογή με beach bar στην άκρη του, που δε λειτουργούσε βέβαια όταν πήγαμε. Μονοπάτι ενώνει το παραθαλάσσιο Caniço με το πιο ορεινό που είναι ουσιαστικά ο πυρήνας του οικισμού με όλες τις υπηρεσίες και τους μόνιμους κατοίκους.
Εκμεταλλευόμενοι τη μέρα άφιξης με καλοκαιρία, θέλαμε να πάρουμε μια μικρογραφία του νησιού ως πρώτη εικόνα. Πέραν λοιπόν της εξερεύνησης του Caniço, συμπεριλαμβανομένου του αγάλματος του Ιησού,
πήραμε το δρόμο για το Cabo Girão, παρατηρητήριο με γυάλινο πάτωμα, για να σε πιάσει για τα καλά η υψοφοβία, σε περίπτωση που δε σ´έπιασε. Η θέα κόβει την ανάσα κυριολεκτικά και είναι από τα πρέπει του νησιού.
Η πρωτεύουσα, Funchal, ήταν το σημείο αναφοράς κάθε μέρα, για τη βόλτα, για τα ψωνια πρώτης ανάγκης και την αίσθηση της καθημερινότητας των μόνιμων κατοίκων και της ανάπαυλας στο λιμάνι. Θέλοντας να δώσουμε συνέχεια στο υψόμετρο, ανεβήκαμε στο διάσημο τελεφερίκ της πόλης που σε οδηγεί μετά από αρκετή ώρα και σκαρφάλωμα στο σημείο Monte που είναι ας πούμε το Σέιχ Σου της πόλης. Το εισιτήριο τσουχτερό στα 16€ πήγαινε-έλα. Το τελεφερίκ σε ξεβγάζει ανάμεσα σε 2 κήπους, το βοτανικό και τον τροπικό, ο πρώτος κλείνει νωρίς το απόγευμα και ο δέυτερος κοστίζει 12.50€ και σε εκείνη τη φάση δε θέλησα να τα δώσω για να δω έναν κήπο, που σε άλλα μέρη είναι είτε δωρεάν είτε γύρω στο 5€. Ανταυτού καθίσαμε σε ένα φανταστικό καφέ-μπαράκι στο Largo das Babosas, όπως πάντα στο χείλος γκρεμού, με θέα το καταπράσινο κι ένα ποτήρι κρασί και το εισιτήριο που θα έδινα στον κήπο, το έκανα φιλοδώρημα στο τόσο φιλικό προσωπικό, που για καλή τουριστική μας τύχη, σφύζει σε ολόκληρη την Πορτογαλία.
Το Funchal λοιπόν, είναι μια χαλαρή πρωτεύουσα, με πολύ κόσμο, τουρίστες και ντόπιους να απολαμβάνουν τη βόλτα και τον ήπιο ρυθμό. Επίσκεψη οπωσδήποτε στη δημοτική αγορά και περαντζάδα στο πολύ όμορφο λιμάνι τους, όπου συναντάς κήπους, παρκάκια, το μουσείο και το άγαλμα του εντόπιου Cristiano Ronaldo,
έπειτα στην παλιά πόλη το δημαρχείο και τον καθεδρικό, το δημοτικό θέατρο και την ενδιαφέρουσα εμπορική στοά Sao Francisco για να καταλήξουμε στα στενάκια με τις ταβέρνες και τα εστιατόρια, τύπου Λαδάδικα με στολισμένες και ζωγραφισμένες εξώπορτες και στοιχεία μοντέρνας τέχνης που συναντά κανείς σε κάθε γωνιά. Σουλουπωμένα, ήρεμα και λόγω μικρού μεγέθους περπατίσιμα και μάλιστα σε σύντομο χρόνο.
Τα περισσότερα εστιατόρια τα βρήκα πολύ τουριστικά, κάτσαμε μόνο μια φορά να φάμε στην πόλη και σε ένα καφέ με γλυκά και τα βρήκα όλα μέτρια. Αντιθέτως στο Caniço που μέναμε, ανακάλυψα ένα πολύ δυνατό εστιατόριο που με κάλυψε στο 100%, λέγεται Laranjinha και είχε πολύ νόστιμα και περιποιημένα πιάτα και το νεαρό προσωπικό άπιαστο και φιλικότατο.
Μια μέρα αφιερώνεται, όπως είθισται στην περίπτωσή μας, στο γύρο του νησιού. Δυστυχώς η επιλογή αυτής της ημέρας μάς πρόδωσε, λογω συνεχούς ψιλοβροχίου και μουντίλας. Δεν πτοηθήκαμε όμως και ξεκινήσαμε από ανατολικά προς τα δυτικά, για Ponta do Sol, όπου θεωρείται το πιο ηλιόλουστο κομμάτι του νησιού. Σημείωση πως όλα αυτά τα χωριουδάκια είναι πολύ πολύ μικρά και τα βλέπεις σε μια γύρα. Στο συγκεκριμένο υπάρχει μια μικρούλα παλιά πόλη με άπειρα λουλούδια και το παραλιακό μέτωπο των 2-3 τετραγώνων.
Συνεχίζοντας δυτικά, ο οικισμός Calheta είναι από τους πιο αγαπημένους για παραθέριση, γιατί είναι ο μόνος στο νησί που έχει αμμώδη παραλία. Πέραν αυτού όμως είναι απλά ένας δρόμος και η είσοδος για τα βουνά.
Από εκεί και μετά δηλαδή αγριεύουν τα πράγματα. Είμαστε σε συνεχή ανάβαση με βροχούλα, βουλωμένα αυτάκια, περισσότερη χλωροφύλλη στο ρινικό και άπειρα λιβάδια, με ξέμπαρκες γελάδες κατα τόπους. Στο δρόμο ολομόναχοι και στο άσχετο, εκεί που νομίζεις ότι χάθηκες, το λεωφορείο της γραμμής. Προορισμός η βορειοδυτική μύτη του νησιού και αγαπημένο τουριστικά, το Porto Moniz. Φανταστικό βραχώδες τοπίο που θύμιζε αντίστοιχες ατλαντικές παρυφές Ιρλανδίας-Σκωτίας. Αποκορύφωμα οι φυσικές κολυμπήθρες, ανάμεσα στις οποίες μπορεί κάποιος να περιηγηθεί, συντροφιά μας το οχυρό του του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή και το πολυδιαφημιζόμενο Aquarium. Πραγματικά μοναδικό μέρος.
Δυστυχώς η βροχή ήταν δυνατή κι έπρεπε να εγκαταλείψουμε για μια ιδέα εντός των θυρών, που την είχαμε ως δεύτερο πλάνο σε περίπτωση χαλασμού. Πήραμε, λοιπόν, το βόρειο οδικό παράκτιο δίκτυο, με κατεύθυνση στα ανατολικά για το σπήλαιο του Sao Vicente. Προφανώς, όμως, είχαν πολλοί αυτό το εναλλακτικό indoor πλάνο και στον οικισμό του Sao δεν υπήρχε ούτε μια πιθαμή πάρκινγκ, κάθε γωνιά πιασμένη.
Συνεχίσαμε για το τελικό χωριό της ημέρας, το Santana , με τα χαρακτηριστικά παραδοσιακά σπιτάκια, που όμως πέραν της κεντρικής πλατείας με τα εν λόγω, δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Δεν είναι δηλαδή σαν το Αλμπερομπέλλο στην Ιταλία που είναι μια ολόκληρη πολιτεία ξεχωριστών οικημάτων• μόνο η πλατεΐτσα. Στην περιοχή υπάρχει και το θεματικό ανοικτό πάρκο της Μαδέρα, πιο οικογενειακό αλλά όπως είπαμε λόγω βροχής, δε μπορούσαμε να κάτσουμε.
Και πάμε στο πουλαίν της Μαδέρα, που δεν είναι άλλο από τις πεζοπορίες. Έχουν ασχοληθεί και έχουν συντηρήσει πολύ δυνατά μονοπάτια που ανεβοκατεβαίνουν σε φαράγγια και πλαγιές, με καταρράκτες και πυκνή βλάστηση. Οπότε σίγουρα όποιος επισκεφτεί, να πάρει μαζί του αθλητικά, διότι έστω ένα σύντομο μονοπάτι πρέπει να μπει στη λίστα. Δεν είναι ιδιαιτέρως δύσκολα αλλά κάποια φυσικά σκαλιά/διαζώματα ταράζουν γόνατα και μηρούς/γλουτούς.
Το πιο διάσημο μονοπάτι που αποτελείται από σύμπλεγμα διαδρομών είναι το Levada das 25 Fontes/ do Risco (25 Πηγάδια/Ρίσκο σα να λέμε σε ελεύθερη μετάφραση). Δίνουμε λοιπόν στο GPS το Levanda das 25 Fontes, μας ανεβάζει μέσω Calheta και των ανηφορικών δρόμων 32 μοιρών όπως περιέγραψα παραπάνω, στο πάρκινγκ του δρυμού.
Από εκεί υπάρχει και δημοτικό λεωφορειάκι που σε ανεβοκατεβάζει στην ουσιαστική διασταύρωση των μονοπατιών και ξεκινάς. Εμείς το κάναμε όλο ποδαράτο, η θερμοκρασία αισθητά χαμηλότερη και υπήρχε δυνατός αέρας ειδικά στο πάρκινγκ που βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο. Το καταπήλαυσα. Γέφυρες, νερά, βλάστηση, ρυάκια, πυκνό δάσος, περιπέτεια. Πρώτα επισκεφτήκαμε τον καταρράκτη Ρίσκο που είναι πολύ ψηλός και κόβει την ανάσα.
Έπειτα συνεχίσαμε για τα 25 πηγάδια, που ήταν κομματάκι πιο απαιτητική διαδρομή, διότι σε κάποια σημεία στενεύει, περπατάς παράλληλα σε αυλάκι με συνεχώς τρεχούμενο νερό και πρέπει να περιμένεις όταν έρχεται κόσμος από την αντίθετη κατεύθυνση. Σα σύνολο οι διαδρομές αυτές είναι γύρω στα 7 χλμ. αλλά λόγω των απαιτήσεων ψιλοκουράζει μεν, αλλά δε φοβίζει. Πάρα πολλοί περιηγητές άνω των 60 και οικογένειες με παιδιά στην περιπέτεια. Στη διασταύρωση των μονοπατιών υπάρχει ένα όμορφα διαμορφωμένο καταφύγιο/καφέ (Rabaçal) για την ανάπαυλα, τον εσπρέσσο, σπιτικά σνακς και την τουαλέτα αν χρειαστείτε, δε δίνουν όμως για λόγους καθαριότητος καφέ στο χέρι, μόνο αν καθίσετε εκεί.
Η επιστροφή μας ήθελε στο Funchal να αράζουμε κάτω απ´τον ήλιο, στο πολύ ωραίο πάρκο με γκαζόν διαζώματα της παραλιακής, απολαμβάνοντας τοπικό κοκτέιλ από αυτοσχέδιο μπαράκι, την Poncha (Πόντσα), φτιαγμένη από χυμό της αρεσκείας σου (προτίμησα μαρακούγια), μέλι και τοπικό ρούμι. Ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμασταν μετά την πεζοπορία και ρούφηξα αρκετή βιταμίνη D που μου έλειπε Φλεβάρη μήνα.
Μια μέρα αφιερώνουμε στο 2ο μεγαλο highlight του νησιού• την πεζοπορία στο τέρμα ανατολικό κομμάτι, στη «χερσόνησο» του Sao Lourenço. Με το αυτοκίνητο και πάλι, μέχρι το πάρκινγκ της εισόδου και διασχίζοντας τον αρχικό διάδρομο στο μονοπάτι, μας περιμένει μια ιδιαίτερη, άγρια αλλά οικεία, με χρώματα άλλοτε πορφυρά, άλλοτε πράσινα και λευκά, απόλυτα ενεργειακή και καθόλα αναζωογονητική περιήγηση. Η θέα στον Ατλαντικό με τους τεράστιους βράχους τοποθετημένους αριστοτεχνικά στον ωκεανό, συνδυασμένη με τον ήχο από τα κύματα, που ακούγεται στα αυτιά σου σαν κρότος και με τη συντροφιά των τεράστιων κατάλευκων γλάρων να παίζουν με την κυκλοθυμία των ρευμάτων, δίνει την αίσθηση άλλου πλανήτη. Υπάρχουν πολλά σημεία στη διαδρομή που προσφέρουν τα νέα φόντα της οθόνης σας, ένα ακριβούλι καφέ και ο τελικός απότομος ανηφορικός λόφος που σε ανεβάζει κυριολεκτικά στην άκρη του νησιού, στο Edge of Glory που λέει και η ποιήτρια. Για να δώσω κι άλλη εικόνα, είναι σα να κάνεις πεζοπορία σε μια μη κατοικημένη Σαντορίνη, από τη Θήρα μέχρι την Οία, αν και η Σαντορίνη έχει άλλου είδους ενέργεια. Επίσης υπάρχουν σκαλάκια και διαζώματα στη διαδρομή, απαιτείται αθλητικό παπούτσι και νερό και προσοχή στον τελικό λόφο, γιατί τα σκαλιά είναι απότομα και ολισθηρά.
Η συνέχεια διέθετε ένα ομαλότατο και μικρό κομμάτι, που προτιμάται παραπάνω από οικογένειες λόγω της ευκολίας του, στο ύψος του Ribeiro Frio, Vereda dos Balçoes στο όνομα. Ας πούμε ότι το Ribeiro Frio είναι ένα σύμπλεγμα από βουνά και άπειρα μονοπάτια. Το μονοπάτι του «μπαλκονιού», θεωρείται σημαντικό, διότι το ειδικά διαμορφωμένο μπαλκόνι, που είναι ο στόχος του μονοπατιού, προσφέρει πανοραμική θέα όλων των παρυφών και σημαντικών κορυφών του νησιου, όπως το Pico Ruivo που είναι το μεγαλύτερο με 1.861 μ. και το Pico do Arieiro νε 1.816 μ. Μετα χαράς θα εξερευνούσα και τις εν λόγω κορυφές, όπου εξυπακούεται ότι προσφέρονται για πεζοπορία αλλά επειδή ο καιρός δεν ήταν καλός, το αφήσαμε. Σαν τιπ για μελλοντική επίσκεψη, είναι πάντα η εκτίμηση του καιρού. Κι επειδή διάβασα ότι σε κάποιες φάσεις χάνεσαι στα σύννεφα εκεί πάνω, αν και ακούγεται παραμυθένιο, δεν παύει να είναι επικίνδυνο για οδήγηση, πόσο μάλλον σε βροχόπτωση και ισχυρούς ανέμους. Δεν πειράζει, έχουμε κάτι για την επόμενη φορά...
Θα υπάρξει όμως επόμενη φορά;
Μπορώ με σιγουριά να τη συστήσω, προσφέρει εικόνες που δε βλέπει κανείς εύκολα, συχνά, σε τέτοια μεγέθη και σε αφθονία. Δεν είναι για πάρα πολλές μέρες αλλά ούτε και για 2ήμερο. Αν αγαπάτε τη φύση και το αγνάντεμα, έχετε βρει τον άλλο σας μισό (τόπο). Αν κάποιος ζητά έντονη ζωή, διασκέδαση, μπαρότσαρκες κτλ, τότε να μην πατήσει. Γαστρονομικά δεν εκπλήσσει, δοκιμάστε ωστόσο το μαύρο ψάρι, ήταν γευστικό και το σκορδόψωμο. Το δημοφιλές κοκκινο κρασί Μαδέρα παράγεται στο νησί και υπάρχει σε πολλές εκδοχές (ξηρό/γλυκό/ημίγλυκο/παλαιωμένο). Όταν επισκεφτείτε σε ζεστό καιρό, οργανώστε εκδρομούλα στο διπλανό νησάκι του αρχιπελάγους, το Porto Santo, που διαθέτει χρυσαφένιες παραλίες και γαλάζια νερά. Το λοιπόν, αθλητικό, σάκα και βουρ στην περιπέτεια!
Τέλος ιστορίας.
Attachments
-
136 KB Προβολές: 0
-
370,1 KB Προβολές: 0
-
269,2 KB Προβολές: 0
-
169,1 KB Προβολές: 0