VADIM
Member
- Μηνύματα
- 97
- Likes
- 1.055
- Επόμενο Ταξίδι
- Roadtrip Ηνωμένο Βασίλειο
- Ταξίδι-Όνειρο
- Moto road trip USA
Περιεχόμενα
Μεσούσης της πανδημίας και του εγκλεισμού, νομίζω είναι η πιο κατάλληλη στιγμή να σας αποκαλύψω με υπέρμετρη... μετριοφροσύνη, ότι ΕΓΩ - σε αντίθεση με Αριστοτέλη, Πλάτωνα, Φρόυντ και τους ομοίους τους που αρκούνται απλά σε ορισμούς της ευτυχίας - ανακάλυψα και γεύτηκα αρχές φθινοπώρου του 2019, τη ΣΥΝΤΑΓΗ της ΕΥΤΥΧΙΑΣ και σας την παρουσιάζω συνοπτικά:
1ο βήμα: Φίλες/οι όπως διατείνονται όλοι οι μεγάλοι σεφ, το βασικό στοιχείο επιτυχίας μιας συνταγής είναι η πρώτη ύλη. Επιλέγουμε λοιπόν η πρώτη ύλη να προέρχεται από επώνυμο και αξιόπιστο παραγωγό και να έχει μεγαλώσει στη φύση, ανεβοκατεβαίνοντας ανέμελα πεδιάδες, βουνά και ανοιχτούς δρόμους, να είναι με λίγα λόγια ελευθέρας βοσκής.
2ο βήμα: Φιλετάρουμε προσεκτικά μερικούς μαγικούς περιπάτους στη Χώρα των Βάσκων, με θέα στον Ατλαντικό.
3ο βήμα: Λιώνουμε στο γουδί έναν κύβο ανάβασης στο Montjuic, με μπουκέτο μυρωδικών από Poble Espanyol και μαρινάρουμε το μείγμα.
4ο βήμα: Αρωματίζουμε το μίγμα με μια ειδυλλιακή κρουαζιέρα στον Dordogne.
5ο βήμα: Περιχύνουμε το μείγμα με ένα καλό μεθύσι με κρασί Bergerac. Για ακόμη πιο δυνατή γεύση, προσθέτουμε δύο ακόμη μεθύσια με βάσκικο Txakoli και sangria.
Η συνταγή είναι έτοιμη για ψήσιμο. Ψήστε την για 26 ημέρες στους 6.000 βαθμούς (ή χιλιόμετρα αν προτιμάτε). Ακολουθεί η αναλυτικότερη περιγραφή της συνταγής:
Τρίτη 27/08 (Venice - Torino)
Έχει φθάσει 09.00 η ώρα όταν το ferry της ΑΝΕΚ δένει κάβους στο λιμάνι Fusina της Βενετίας, ενσωματώνοντας ανάλογη καθυστερημένη αναχώρηση από Πάτρα. Όταν βγαίνω από τ' αμπάρια, η ώρα έχει περάσει τις 10.00, η μέρα είναι ηλιόλουστη, αν κι έχω ήδη μια 3ωρη υστέρηση στο πρόγραμμά μου σιγοτραγουδάω Rolling Stones και "Time is on my side", είμαι χαρούμενος και ανυπόμονος να ξεκινήσω το road trip μου, ανοίγω με άγρια διάθεση το γκάζι της "μπέμπας" μου και .... το ξανακλείνω. Ζοφερή μνήμη κατακλύζει το μυαλό μου από το περυσινό Motoeurope, όταν ένα μήνα μετά την επιστροφή, μου ήρθε συστημένο ραβασάκι από τον Δήμο Βενετίας για υπέρβαση ορίου ταχύτητας κατά 6 χλμ, καταλήγοντας σ' ένα πρόστιμο που μαζί με την προμήθεια της τράπεζας - ναι, δεν το ρισκάρισα, αποφάσισα να το πληρώσω - έφθασε τα 150 €. Γι' αυτό παιδιά ευλαβική προσοχή στα όρια, μέχρι να βγείτε autostrada.
Είναι μεσημέρι πια κι έχω διανύσει μόνο 100 από τα 400 χλμ που έχω να κάνω σήμερα. Μια στάση για καφέ και πρωινό σ' ένα autogrill, 2-3 ακόμη για να δοκιμάζω λήψεις με τις νέες βάσεις παλάμης και τιμονιού για τη GoPro και ούτε που κατάλαβα πώς πέρασε η ώρα. Η θερμοκρασία έχει πιάσει τους 36, ζεσταίνομαι αφόρητα με το χειμερινό μπουφάν και παρουσιάζω αυτήν την άθλια εικόνα, που καταργεί κάθε κανόνα ασφαλείας σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας.
Γύρω στις 15.00 μπαίνω στα όρια της πρωτεύουσας του Piemonte.
Είναι η πρώτη επίσκεψή μου στο Torino. Η εικόνα που είχα πάντα ήταν για μια βιομηχανική πόλη και έδρα της Fiat (και βέβαια της Γιουβέντους). Γι' αυτό και δεν τη σκεφτόμουν ποτέ σε όλα μου τα περάσματα από βόρεια Ιταλία. Αν χρειαζόταν stop over στην περιοχή, το έκανα ή σε κάποιο χωριουδάκι στη λίμνη Como ή στο αγαπημένο μου Bergamo. Άραγε είχα δίκιο; Η είσοδος στην πόλη με ψιλοαπογοητεύει. Κακοσυντηρημένοι δρόμοι, πολύ τσιμέντο, απρόσωπες πολυκατοικίες, κακόγουστα κιόσκια.
Ώσπου φθάνω στον Πάδο, αρχίζω να διασχίζω τη γέφυρα Vittorio Emanuele και ... όλα αλλάζουν. Μπροστά μου απλώνεται μεγαλοπρεπής και τεράστια η Piazza Vittorio Veneto.
Το ξενοδοχείο μου είναι 200 μέτρα από την πλατεία, οπότε ένα γρήγορο μπάνιο και έξοδος για εσπρεσάκι με θέα τον Πάδο και τις Άλπεις.
Η ημέρα είναι ζεστή, η υγρασία αφόρητη κι έχω μόνο μερικές ώρες να εξερευνήσω την πόλη. Πρώτα απ' όλα όμως το μεσημεριανό μου, στο καλύτερο - κατά Trip Advisor - μπεργκεράδικο της πόλης, το Rock Burger. Μολονότι με διαβεβαίωσαν ότι το μπιφτέκι προέρχεται από βιολογικό μοσχαράκι μεγαλωμένο στα καταπράσινα λιβάδια του Piemonte, το burger δεν έλεγε τίποτε ιδιαίτερο, ούτε καν οπτικά...
Ο τρόπος που σερβίρονταν όμως οι πατάτες όλα τα λεφτά! Μόλις τις φας, μπορείς να βουτήξεις το κρανίο και να το παίξεις Άμλετ περιπλανώμενος στους προμαχώνες του Έλσινορ...
Το επόμενο 5ωρο το αφιέρωσα στην εξερεύνηση (μια μυρωδιά δηλαδή) του κέντρου της πόλης, που εύκολα κι ευχάριστα γυρίζεται με τα πόδια. Το κτίριο - σύμβολο που κυριαρχεί πάνω από την πόλη είναι ο τεράστιος πύργος Mole Antonelliana, με ύψος 170 μέτρα, στο οποίο στεγάζεται το εθνικό μουσείο κινηματογράφου.
Στη σκιά του λοιπόν ανακάλυψα πανέμορφες πλατείες με baroque κτίρια και ελκυστικά καφέ που έσφυζαν από ζωή, όπως η Piazza Vittorio Veneto που ανέφερα ήδη,
η αχανής Piazza Castello με το Palazzo Madama, αλλά και η διπλανή Piazza San Giovanni με το Palazzo Reale...
και η αριστοκρατική Piazza San Carlo με τις δίδυμες εκκλησίες San Carlo και Santa Cristina...
Απόλαυσα περιπάτους σε εντυπωσιακές αψιδωτές στοές και εμπορικούς πεζόδρομους, αλλά και στα πάρκα γύρω από τον Πάδο ...
Αργά το βράδυ γύρισα στο ξενοδοχείο με έντονη την αίσθηση του ανικανοποίητου. Το Τορίνο μπορεί να μην έχει την αίγλη της αιώνιας πόλης ή τη ρομαντική γοητεία της Βενετίας, όμως με την εντυπωσιακή της αρχιτεκτονική, τις αρχοντικές πλατείες της και τα ενδιαφέροντα μουσεία (όπως το Αιγυπτιακό που ξέχασα να αναφέρω) κατάφερε να με κερδίσει. Σίγουρα της χρωστάω ένα γεμάτο 2ήμερο στο επόμενο πέρασμά μου.
Τετάρτη 28/08 (Torino - Lyon)
Πρωινό ξύπνημα με καταιγιστική βροχή και τη θερμοκρασία στους 16, έχω φορτώσει τα μπαγκάζια μου και περιμένω στο parking να κλείσουν οι ουρανοί.
Κατά τις 10 το γύρισε σε ψιλόβροχο, φοράω τα αδιάβροχα και αποχαιρετώ την πόλη.
Η βροχή δεν κράτησε πολύ, η θερμοκρασία έπεσε λίγο ακόμη κι εγώ κινούμαι κάτω από έναν συννεφιασμένο ουρανό, σε μια ευχάριστη ορεινή διαδρομή, στις παρυφές δύο συνεχόμενων φυσικών πάρκων με το κέφι στα ύψη.
Μετά από 100 χλμ φθάνω στο ιταλικό φυλάκιο, πληρώνω 30 € (!!) και μπαίνω στο μήκους 13 χλμ τούνελ Frejus, το σημαντικότερο Αλπικό πέρασμα μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας, που εξυπηρετεί το 80% της εμπορικής οδικής κυκλοφορίας (περιέργως σ' όλη τη διαδρομή ταξίδευα σχεδόν μόνος μου).
Η αλλαγή των συνόρων είναι στη μέση του τούνελ, οπότε στην έξοδο... arrivederci Italia, bonjour France!
Όσο προχωρώ ο καιρός ανοίγει, η θερμοκρασία ανεβαίνει και μετά από άλλα 220 χλμ, μπαίνω σε μια ηλιόλουστη Λυών.
Λοιπόν, κατευθείαν στο ψητό: Το Παρίσι, η Λυών και το Μπορντώ είναι οι γαλλικές πόλεις που δεν θα βαριόμουν ποτέ να επισκέπτομαι ξανά και ξανά. Τη Λυών τη γνώρισα και τη λάτρεψα σε μια 3ήμερη παραμονή με τη σύζυγό μου πριν από μια 4ετία, στα πλαίσια ενός 20ήμερου auto-road-trip που είχαμε σχεδιάσει με θέμα "Ακολουθώντας το Ροδανό" (κάποτε πρέπει να περιγράψω αυτό το αξέχαστο ταξίδι). Με την πρώτη ματιά σου θυμίζει μια μικρογραφία του Παρισιού. Έχει κι εκείνη πύργο του Άιφελ (αντίγραφο του αυθεντικού), έχει εκκλησία στο ψηλότερο σημείο της, όπως η Σακρ Κερ στο λόφο της Μονμάρτης και τέλος έχει τη δική της "νησίδα" όπου χτυπάει η καρδιά της πόλης, όπως η Ιλ ντε λα Σιτέ στο Παρίσι. Απ' την άλλη, δεν έχει τον πλούτο των μουσείων του Παρισιού (αν και διαθέτει έναν σεβαστό αριθμό, με κορυφαίο το Μουσείο Καλών Τεχνών), ούτε όμως και την πολυκοσμία, το θόρυβο και τους πολλάκις αναιδείς κατοίκους της πόλης του φωτός. Η πανέμορφη αυτή πόλη απλώνεται γύρω και ανάμεσα στη συμβολή δύο ποταμών, του Ροδανού και του Σον. Όλα όσα έχει να δει ένας επισκέπτης είναι συγκεντρωμένα σε τρεις κεντρικές περιοχές της.
Πρώτη είναι η περιοχή γύρω από το λόφο Fourviere. Στους πρόποδές του βρίσκεται η παλιά πόλη (Vieux Lyon), μια από τις πιο καλοδιατηρημένες αναγεννησιακές συνοικίες, με στενά δρομάκια, κρυμμένες πλατειούλες με συντριβάνια, πολλές bouchons Lyonnais (παραδοσιακές μπρασερί) και τον υπέροχο καθεδρικό του St Jean. Στην κορυφή δεσπόζει η Νοτρ Νταμ.
Δεύτερη είναι η περιοχή Presqu'ile (μεταξύ των ποταμών), η καρδιά της σύγχρονης Λυών, με τις πανέμορφες Place Bellecour και Terreaux, την εμπορική Rue Victor Hugo και βέβαια την ξακουστή Rue Merciere για τοπική κουζίνα (μη ξεχνάμε ότι η πόλη είναι η γαστρονομική πρωτεύουσα της Γαλλίας).
Και τέλος στη βόρεια πλευρά είναι η περιοχή του λόφου Croix Rousse, με τα σπίτια των περίφημων μεταξουργών της.
Απαλλαγμένος από το άγχος να προλάβω να εξαντλήσω όλη τη λίστα αξιοθέατων (το είχα κάνει με το παραπάνω στην πρώτη μου επίσκεψη), αφέθηκα σε χαλαρούς περιπάτους στα στενάκια της παλιάς πόλης, χάζεψα αντίκες και γκραβούρες σε κουκλίστικα μαγαζάκια, απόλαυσα το εσπρεσάκι μου σε μια Rue Merciere που βούλιαζε από κόσμο, δοκίμασα την σπεσιαλιτέ τους τάρτα με συκώτι κοτόπουλου (δεν μ' ενθουσίασε) και το βράδυ με βρήκε σ' ένα μπιστρό στην όχθη του Σον, μ' ένα ποτήρι κρασί στο χέρι να απολαμβάνω τη θέα μιας υπέροχα φωτισμένης πόλης.
Πέμπτη 29/08 (Lyon - Clermont Ferrand)
Πόσο γοητευτικό είναι να ζεις το πρωινό ξύπνημα μιας πόλης! Είναι μόλις 07.00, η Λυών τεντώνεται ακόμη στο κρεβάτι της κι εγώ σεργιανάω ήδη στα δρομάκια της, με φορτηγάκια να αδειάζουν την πραμάτεια τους, τους καταστηματάρχες να ανοίγουν τα μαγαζιά τους, να γεμίζουν τις βιτρίνες τους, να καθαρίζουν το περίγυρό τους, μυρωδιές από φρεσκοψημένες μπαγκέτες και κρουασάν. Με έναν αχνιστό καφέ κι ένα τσιγάρο στο χέρι, στέκομαι στη μέση της γέφυρας Bonaparte για τις αποχαιρετιστήριες εικόνες της Λυών και είμαι ευτυχισμένος!
Ξεχάστηκα με τον πρωινό μου περίπατο και κοντεύει μεσημέρι όταν βγαίνω απ' την πόλη. Σε λίγο αφήνω την κοιλάδα του Ροδανού και μπαίνω στην ορεινή περιφέρεια Μασίφ Σεντράλ.
Στον αρχικό σχεδιασμό μου είχα συμπεριλάβει μια μεγαλύτερη διαδρομή με ενδιάμεση στάση στην κωμόπολη Le Puy en Velay για την οποία είχα διαβάσει ενδιαφέροντα πράγματα. Τελικά προτιμάω να πάω κατευθείαν στο Κλερμόν Φεράν για να αφιερώσω όλο το χρόνο στη γνωριμία της πόλης. Το ξενοδοχείο που θα με φιλοξενήσει είναι χωμένο σ' ένα γραφικό στενάκι...
και το δωμάτιο έχει πλάκα με την πρωτότυπη διακόσμησή του.
Το Κλερμόν Φεράν είναι μια μικρή πόλη 140.000 κατοίκων (εκ των οποίων 35.000 σπουδαστές!), με την οικονομία της να στηρίζεται κυρίως στη βιομηχανία ελαστικών Michelin, η οποία ξεκίνησε από εδώ πριν από 100 περίπου χρόνια. Η ιστορία της δημιουργίας της πόλης είναι ενδιαφέρουσα. Αρχικά ήταν το Κλερμόν, πόλη ελεγχόμενη απόλυτα από τον Αρχιεπίσκοπό της. Οι κόμητες της Οβέρνης για να ανακόψουν αυτήν την επιρροή, ίδρυσαν δίπλα την πόλη Μονφεράν, η οποία όμως κάποια στιγμή παρήκμασε και απορροφήθηκε από το Κλερμόν τον 18ο αιώνα κι έτσι προέκυψε η διπλή ονομασία. Την πόλη την έβαλα στον χάρτη μου διαβάζοντας το άρθρο μιας αμερικανίδας ρεπόρτερ, που την παρουσίαζε σαν το "κρυμμένο στολίδι της Οβέρνης". Απολογίζοντας, είχα πραγματικά μια πολύ ευχάριστη διαμονή για stop over. Eίναι μια πόλη με πολύ όμορφο ιστορικό κέντρο, που καλύπτεται με 5-6 χλμ περπάτημα, με αξιόλογη κουζίνα και εντυπωσιακή νυκτερινή ζωή (αν και καθημερινή, μέχρι αργά γινόταν ένας χαμός στους δρόμους!).
Λίγες εκατοντάδες μέτρα απ' το ξενοδοχείο, βγαίνω στο ένα από τα δύο κεντρικά σημεία, την Place de Jaude, μια τεράστια τετράγωνη πλατεία, με εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά κτίρια, που συγκεντρώνει γύρω της όλη την εμπορική κίνηση της πόλης.
Το άλλο κεντρικό σημείο, που πέρασα και το μεγαλύτερο μέρος της μέρας μου, είναι ο εντυπωσιακός Καθεδρικός, που δεσπόζει πάνω σ' έναν λόφο, με μια πανέμορφη μεσαιωνική γειτονιά ολόγυρά του και πάμπολλα στέκια για φαγητό και ποτό.
Βέβαια δεν θα μπορούσα να κλείσω τη βραδιά, χωρίς να δοκιμάσω την τοπική κουζίνα (Μη γελάτε με το πρώτο πιάτο. Οκ, μοιάζει με κουζίνα της Οβέρνης όσο εγώ με γιαπωνέζο, αλλά ήθελα να φάω σούσι).
Παρασκευή 30/08 - Σάββατο 31/08 (Clermont Ferrand - Sarlat-la-Caneda)
Ανοιξιάτικο το πρωινό, καταγάλανος ο ουρανός κι εγώ οδεύω χαρούμενος πάνω στη μηχανή μου.
Αδημονώ να καλύψω τα 230 χλμ που με χωρίζουν από το νέο μου προορισμό και υπάρχει αιτία γι' αυτό. Το επόμενο διήμερο θα το περάσω σε μια από τις πιο αγαπημένες μου γαλλικές εξοχές, στο Perigord (Περιγκόρ)!
Όταν πριν μερικά χρόνια επέστρεψα από την πρώτη επίσκεψή μου εδώ και περιέγραφα με ενθουσιασμό σε μια παρέα πόσο απίστευτα όμορφη είναι η περιοχή, με άκουγαν με δυσπιστία. Στο μυαλό τους (δικαίως) η γαλλική εξοχή ήταν συνυφασμένη κύρια με την κοιλάδα του Λίγηρα και τα κάστρα της ή την Αλσατία με τα λουλουδάτα χωριουδάκια της. Κι όμως! Εδώ είναι απλωμένο φίλες/οι γύρω από τον ποταμό Dordogne (Ντορντόν) και τους παραποτάμους του, ένα ειδυλλιακό σκηνικό, ένα σκηνικό γεμάτο παραμυθένια χωριουδάκια με γραφικά αγροτόσπιτα, μεσαιωνικά κάστρα, καταπράσινες κοιλάδες αλλά και προϊστορικά σπήλαια, ιστορικά αβαεία και οχυρωμένες πόλεις (οι περίφημες bastides). Εδώ είναι κατά τον Χένρι Μίλερ "Ένα κομμάτι γης σαν το όνειρο που τρέφει τις ψυχές των ανθρώπων".
Το Περιγκόρ χωρίζεται σε 4 περιοχές:
Το Πράσινο Περιγκόρ στο βορρά, με τους καταπράσινους βοσκότοπους (αν βρεθείτε εδώ, επισκεφτείτε οπωσδήποτε τη Brantome και το Αβαείο της).
Το Λευκό Περιγκόρ στα κεντροδυτικά, με τα ασβεστολιθικά οροπέδια και την πρωτεύουσα Perigueux.
Το Πορφυρό Περιγκόρ στα νοτιοδυτικά, με τους αμπελώνες του και τα ονομαστά κρασιά του.
Το Μαύρο Περιγκόρ στα νοτιοανατολικά, που πήρε τ' όνομά του από τα πυκνά δάση του και έχει πρωτεύουσα τη Sarlat-la-Caneda.
Στη 2ήμερη παραμονή μου θα κινηθώ στα δύο τελευταία, το Μαύρο και το Πορφυρό. Λίγο έξω απ' τη Sarlat έχω κλείσει και το ξενοδοχείο, το ορμητήριό μου για τις επόμενες 2 μέρες για να απολαύσω τις ομορφιές του Περιγκόρ. Είναι μεσημέρι και ανυπομονώ να δοκιμάσω την κουζίνα της περιοχής (παρέλειψα να σας αναφέρω ότι η περιοχή είναι συνώνυμη με το φουά γκρα και τα μανιτάρια-τρούφες, ένας γαστρονομικός παράδεισος). Το trip advisor μου βγάζει ένα εστιατόριο στα 7 χλμ, με πολύ υψηλή βαθμολογία και το επιλέγω. Ο ήλιος βαράει κατακούτελα και το gps αποφασίζει να μου γνωρίσει τους αγροτικούς δρόμους.
Όταν είμαι σχεδόν σίγουρος ότι το μηχάνημα έχει μπερδευτεί και με στέλνει στις ερημιές, σκάει μύτη μπροστά μου ένα χωριουδάκι, με ένα καλά διατηρημένο κάστρο στο κέντρο του. Το χωριό λέγεται Vitrac, το κάστρο είναι το Montfort, το εστιατόριο που ψάχνω είναι στις παρυφές του.
Μια ευγενική κυρία με οδηγεί στον κήπο σ' ένα σκιερό τραπέζι και από το περιορισμένο μενού παραγγέλνω μια σαλάτα με τα κορυφαία εδέσματα της περιοχής, καπνιστό στήθος πάπιας και φουά γκρα. Και μου ήρθε αυτό το πιάτο....
Τι να σας πω! Ακόμη και τώρα που γράφω, και μόνο με τη θύμηση, ουράνιες γεύσεις στήνουν χορό στον ουρανίσκο μου!
Αφήνω πίσω μου το Vitrac, ακολουθώντας έναν ωραίο στριφτερό δρόμο παράλληλα στον Dordogne με στόχο την επιστροφή, αλλά η "μπέμπα" μου - όσο κι αν στρέφω το τιμόνι της - σηκώνει αντάρτικο και δεν θέλει με τίποτα να γυρίσει ξενοδοχείο για μεσημεριανή ξεκούραση, όπως είχα προγραμματίσει. Οκ, της κάνω το χατίρι, εξάλλου μετά τη γεύση έχει σειρά να ευφρανθεί μια άλλη αίσθηση, η όραση. Άλλα 7 χλμ μου πήρε να φτάσω σε ένα από τα ωραιότερα χωριά της Γαλλίας - και όχι μόνο: Το "La Roque - Gageac"¨. Εδώ μιλάνε οι φωτογραφίες (μην παραλείψετε τη μικρή κρουαζιέρα στον Dordogne με την αυθεντική μαούνα gabarre).
Μαγικές οι εικόνες, άνοιξε η όρεξη και συνεχίζουμε. Πέντε χλμ πιο πέρα είναι άλλο ένα γοητευτικό χωριουδάκι, το Beynac-et-Cazenac κι αυτό στις όχθες του ποταμού, με τα πέτρινα σπιτάκια του σκαρφαλωμένα στις παρυφές των απόκρημνων βράχων. Ιδανική στάση για εσπρεσάκι και τσιγάρο, χαλαρώνω και απολαμβάνω όλη αυτή την ομορφιά γύρω μου.
Σειρά έχει η ανάβαση στην κορυφή, όπου δεσπόζει το εντυπωσιακό κάστρο. Από τους πυργίσκους του μπορείς να αγναντέψεις όλη την κοιλάδα.
Όταν φεύγω από το Beynac, είναι απόγευμα πια, έχει δροσίσει και ... σιγά μη γυρίσω ξενοδοχείο. Αποφασίζω να συνεχίσω τη διαδρομή, που θεωρείται από τις γραφικότερες στην κοιλάδα του Dordogne, περνώντας μέσα από μεσαιωνικά χωριουδάκια, πάνω από πετρόχτιστα γεφύρια και δίπλα από κάστρα σκαρφαλωμένα στους ασβεστολιθικούς λοφίσκους, για να τερματίσω αργά τη βόλτα μου στην πρωτεύουσα του Πορφυρού Περιγκόρ, το γνωστό για τα κρασιά του Bergerac και να πάρω, γεμάτος αξέχαστες εικόνες, το δρόμο της επιστροφής.
"Γιατί σήμερα νοιώθω εκεί στο βάθος τόσο μικρή, φτωχή και άσχημη..."
Όλη τη δεύτερη μέρα μου τη διέθεσα για να απολαύσω την υπέροχη Sarlat-la-Caneda. Η μαγευτική αυτή κωμόπολη είναι ένα ζωντανό αρχιτεκτονικό μουσείο με μερικά απ' τα καλύτερα διατηρημένα μεσαιωνικά και αναγεννησιακά κτίρια σ' όλη την Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν από τις πρώτες πόλεις της Γαλλίας που ανακηρύχθηκαν εξ ολοκλήρου διατηρητέες.
Μια ολόκληρη μέρα λοιπόν περιπλανιόμουν στις γωνιές της Sarlat, βολτάριζα στην κεντρική της λεωφόρο Rue de la Republique με τα γραφικά μαγαζάκια της, χάθηκα στα δαιδαλώδη λιθόστρωτα δρομάκια της, χάζεψα τα αρχοντικά της με τον πλούσιο διάκοσμο και τις τριγωνικές στέγες. Κι άφησα για το τέλος το κορυφαίο αξιοθέατο, εδώ που χτυπά η καρδιά της πόλης, την Place de la Liberte.
Με πανοραμική θέα στην Place de la Liberte απολάμβανα το απόγευμα το negroni μου...
κι όταν ήρθε το ηλιοβασίλεμα και άρχισαν να ανάβουν οι παλαιού τύπου λάμπες, το θέαμα έγινε ονειρικό!
Δεν θα μπορούσα να φύγω από αυτό το θεσπέσιο μέρος βέβαια χωρίς να δοκιμάσω το μενού με το περίφημο κονφί πάπιας.
Η συνέχεια σε λίγες μέρες...
1ο βήμα: Φίλες/οι όπως διατείνονται όλοι οι μεγάλοι σεφ, το βασικό στοιχείο επιτυχίας μιας συνταγής είναι η πρώτη ύλη. Επιλέγουμε λοιπόν η πρώτη ύλη να προέρχεται από επώνυμο και αξιόπιστο παραγωγό και να έχει μεγαλώσει στη φύση, ανεβοκατεβαίνοντας ανέμελα πεδιάδες, βουνά και ανοιχτούς δρόμους, να είναι με λίγα λόγια ελευθέρας βοσκής.
2ο βήμα: Φιλετάρουμε προσεκτικά μερικούς μαγικούς περιπάτους στη Χώρα των Βάσκων, με θέα στον Ατλαντικό.
3ο βήμα: Λιώνουμε στο γουδί έναν κύβο ανάβασης στο Montjuic, με μπουκέτο μυρωδικών από Poble Espanyol και μαρινάρουμε το μείγμα.
4ο βήμα: Αρωματίζουμε το μίγμα με μια ειδυλλιακή κρουαζιέρα στον Dordogne.
5ο βήμα: Περιχύνουμε το μείγμα με ένα καλό μεθύσι με κρασί Bergerac. Για ακόμη πιο δυνατή γεύση, προσθέτουμε δύο ακόμη μεθύσια με βάσκικο Txakoli και sangria.
Η συνταγή είναι έτοιμη για ψήσιμο. Ψήστε την για 26 ημέρες στους 6.000 βαθμούς (ή χιλιόμετρα αν προτιμάτε). Ακολουθεί η αναλυτικότερη περιγραφή της συνταγής:
Τρίτη 27/08 (Venice - Torino)
Έχει φθάσει 09.00 η ώρα όταν το ferry της ΑΝΕΚ δένει κάβους στο λιμάνι Fusina της Βενετίας, ενσωματώνοντας ανάλογη καθυστερημένη αναχώρηση από Πάτρα. Όταν βγαίνω από τ' αμπάρια, η ώρα έχει περάσει τις 10.00, η μέρα είναι ηλιόλουστη, αν κι έχω ήδη μια 3ωρη υστέρηση στο πρόγραμμά μου σιγοτραγουδάω Rolling Stones και "Time is on my side", είμαι χαρούμενος και ανυπόμονος να ξεκινήσω το road trip μου, ανοίγω με άγρια διάθεση το γκάζι της "μπέμπας" μου και .... το ξανακλείνω. Ζοφερή μνήμη κατακλύζει το μυαλό μου από το περυσινό Motoeurope, όταν ένα μήνα μετά την επιστροφή, μου ήρθε συστημένο ραβασάκι από τον Δήμο Βενετίας για υπέρβαση ορίου ταχύτητας κατά 6 χλμ, καταλήγοντας σ' ένα πρόστιμο που μαζί με την προμήθεια της τράπεζας - ναι, δεν το ρισκάρισα, αποφάσισα να το πληρώσω - έφθασε τα 150 €. Γι' αυτό παιδιά ευλαβική προσοχή στα όρια, μέχρι να βγείτε autostrada.
Είναι μεσημέρι πια κι έχω διανύσει μόνο 100 από τα 400 χλμ που έχω να κάνω σήμερα. Μια στάση για καφέ και πρωινό σ' ένα autogrill, 2-3 ακόμη για να δοκιμάζω λήψεις με τις νέες βάσεις παλάμης και τιμονιού για τη GoPro και ούτε που κατάλαβα πώς πέρασε η ώρα. Η θερμοκρασία έχει πιάσει τους 36, ζεσταίνομαι αφόρητα με το χειμερινό μπουφάν και παρουσιάζω αυτήν την άθλια εικόνα, που καταργεί κάθε κανόνα ασφαλείας σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας.
Γύρω στις 15.00 μπαίνω στα όρια της πρωτεύουσας του Piemonte.
Είναι η πρώτη επίσκεψή μου στο Torino. Η εικόνα που είχα πάντα ήταν για μια βιομηχανική πόλη και έδρα της Fiat (και βέβαια της Γιουβέντους). Γι' αυτό και δεν τη σκεφτόμουν ποτέ σε όλα μου τα περάσματα από βόρεια Ιταλία. Αν χρειαζόταν stop over στην περιοχή, το έκανα ή σε κάποιο χωριουδάκι στη λίμνη Como ή στο αγαπημένο μου Bergamo. Άραγε είχα δίκιο; Η είσοδος στην πόλη με ψιλοαπογοητεύει. Κακοσυντηρημένοι δρόμοι, πολύ τσιμέντο, απρόσωπες πολυκατοικίες, κακόγουστα κιόσκια.
Ώσπου φθάνω στον Πάδο, αρχίζω να διασχίζω τη γέφυρα Vittorio Emanuele και ... όλα αλλάζουν. Μπροστά μου απλώνεται μεγαλοπρεπής και τεράστια η Piazza Vittorio Veneto.
Το ξενοδοχείο μου είναι 200 μέτρα από την πλατεία, οπότε ένα γρήγορο μπάνιο και έξοδος για εσπρεσάκι με θέα τον Πάδο και τις Άλπεις.
Η ημέρα είναι ζεστή, η υγρασία αφόρητη κι έχω μόνο μερικές ώρες να εξερευνήσω την πόλη. Πρώτα απ' όλα όμως το μεσημεριανό μου, στο καλύτερο - κατά Trip Advisor - μπεργκεράδικο της πόλης, το Rock Burger. Μολονότι με διαβεβαίωσαν ότι το μπιφτέκι προέρχεται από βιολογικό μοσχαράκι μεγαλωμένο στα καταπράσινα λιβάδια του Piemonte, το burger δεν έλεγε τίποτε ιδιαίτερο, ούτε καν οπτικά...
Ο τρόπος που σερβίρονταν όμως οι πατάτες όλα τα λεφτά! Μόλις τις φας, μπορείς να βουτήξεις το κρανίο και να το παίξεις Άμλετ περιπλανώμενος στους προμαχώνες του Έλσινορ...
Το επόμενο 5ωρο το αφιέρωσα στην εξερεύνηση (μια μυρωδιά δηλαδή) του κέντρου της πόλης, που εύκολα κι ευχάριστα γυρίζεται με τα πόδια. Το κτίριο - σύμβολο που κυριαρχεί πάνω από την πόλη είναι ο τεράστιος πύργος Mole Antonelliana, με ύψος 170 μέτρα, στο οποίο στεγάζεται το εθνικό μουσείο κινηματογράφου.
Στη σκιά του λοιπόν ανακάλυψα πανέμορφες πλατείες με baroque κτίρια και ελκυστικά καφέ που έσφυζαν από ζωή, όπως η Piazza Vittorio Veneto που ανέφερα ήδη,
η αχανής Piazza Castello με το Palazzo Madama, αλλά και η διπλανή Piazza San Giovanni με το Palazzo Reale...
και η αριστοκρατική Piazza San Carlo με τις δίδυμες εκκλησίες San Carlo και Santa Cristina...
Απόλαυσα περιπάτους σε εντυπωσιακές αψιδωτές στοές και εμπορικούς πεζόδρομους, αλλά και στα πάρκα γύρω από τον Πάδο ...
Αργά το βράδυ γύρισα στο ξενοδοχείο με έντονη την αίσθηση του ανικανοποίητου. Το Τορίνο μπορεί να μην έχει την αίγλη της αιώνιας πόλης ή τη ρομαντική γοητεία της Βενετίας, όμως με την εντυπωσιακή της αρχιτεκτονική, τις αρχοντικές πλατείες της και τα ενδιαφέροντα μουσεία (όπως το Αιγυπτιακό που ξέχασα να αναφέρω) κατάφερε να με κερδίσει. Σίγουρα της χρωστάω ένα γεμάτο 2ήμερο στο επόμενο πέρασμά μου.
Τετάρτη 28/08 (Torino - Lyon)
Πρωινό ξύπνημα με καταιγιστική βροχή και τη θερμοκρασία στους 16, έχω φορτώσει τα μπαγκάζια μου και περιμένω στο parking να κλείσουν οι ουρανοί.
Κατά τις 10 το γύρισε σε ψιλόβροχο, φοράω τα αδιάβροχα και αποχαιρετώ την πόλη.
Η βροχή δεν κράτησε πολύ, η θερμοκρασία έπεσε λίγο ακόμη κι εγώ κινούμαι κάτω από έναν συννεφιασμένο ουρανό, σε μια ευχάριστη ορεινή διαδρομή, στις παρυφές δύο συνεχόμενων φυσικών πάρκων με το κέφι στα ύψη.
Μετά από 100 χλμ φθάνω στο ιταλικό φυλάκιο, πληρώνω 30 € (!!) και μπαίνω στο μήκους 13 χλμ τούνελ Frejus, το σημαντικότερο Αλπικό πέρασμα μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας, που εξυπηρετεί το 80% της εμπορικής οδικής κυκλοφορίας (περιέργως σ' όλη τη διαδρομή ταξίδευα σχεδόν μόνος μου).
Η αλλαγή των συνόρων είναι στη μέση του τούνελ, οπότε στην έξοδο... arrivederci Italia, bonjour France!
Όσο προχωρώ ο καιρός ανοίγει, η θερμοκρασία ανεβαίνει και μετά από άλλα 220 χλμ, μπαίνω σε μια ηλιόλουστη Λυών.
Λοιπόν, κατευθείαν στο ψητό: Το Παρίσι, η Λυών και το Μπορντώ είναι οι γαλλικές πόλεις που δεν θα βαριόμουν ποτέ να επισκέπτομαι ξανά και ξανά. Τη Λυών τη γνώρισα και τη λάτρεψα σε μια 3ήμερη παραμονή με τη σύζυγό μου πριν από μια 4ετία, στα πλαίσια ενός 20ήμερου auto-road-trip που είχαμε σχεδιάσει με θέμα "Ακολουθώντας το Ροδανό" (κάποτε πρέπει να περιγράψω αυτό το αξέχαστο ταξίδι). Με την πρώτη ματιά σου θυμίζει μια μικρογραφία του Παρισιού. Έχει κι εκείνη πύργο του Άιφελ (αντίγραφο του αυθεντικού), έχει εκκλησία στο ψηλότερο σημείο της, όπως η Σακρ Κερ στο λόφο της Μονμάρτης και τέλος έχει τη δική της "νησίδα" όπου χτυπάει η καρδιά της πόλης, όπως η Ιλ ντε λα Σιτέ στο Παρίσι. Απ' την άλλη, δεν έχει τον πλούτο των μουσείων του Παρισιού (αν και διαθέτει έναν σεβαστό αριθμό, με κορυφαίο το Μουσείο Καλών Τεχνών), ούτε όμως και την πολυκοσμία, το θόρυβο και τους πολλάκις αναιδείς κατοίκους της πόλης του φωτός. Η πανέμορφη αυτή πόλη απλώνεται γύρω και ανάμεσα στη συμβολή δύο ποταμών, του Ροδανού και του Σον. Όλα όσα έχει να δει ένας επισκέπτης είναι συγκεντρωμένα σε τρεις κεντρικές περιοχές της.
Πρώτη είναι η περιοχή γύρω από το λόφο Fourviere. Στους πρόποδές του βρίσκεται η παλιά πόλη (Vieux Lyon), μια από τις πιο καλοδιατηρημένες αναγεννησιακές συνοικίες, με στενά δρομάκια, κρυμμένες πλατειούλες με συντριβάνια, πολλές bouchons Lyonnais (παραδοσιακές μπρασερί) και τον υπέροχο καθεδρικό του St Jean. Στην κορυφή δεσπόζει η Νοτρ Νταμ.
Δεύτερη είναι η περιοχή Presqu'ile (μεταξύ των ποταμών), η καρδιά της σύγχρονης Λυών, με τις πανέμορφες Place Bellecour και Terreaux, την εμπορική Rue Victor Hugo και βέβαια την ξακουστή Rue Merciere για τοπική κουζίνα (μη ξεχνάμε ότι η πόλη είναι η γαστρονομική πρωτεύουσα της Γαλλίας).
Και τέλος στη βόρεια πλευρά είναι η περιοχή του λόφου Croix Rousse, με τα σπίτια των περίφημων μεταξουργών της.
Απαλλαγμένος από το άγχος να προλάβω να εξαντλήσω όλη τη λίστα αξιοθέατων (το είχα κάνει με το παραπάνω στην πρώτη μου επίσκεψη), αφέθηκα σε χαλαρούς περιπάτους στα στενάκια της παλιάς πόλης, χάζεψα αντίκες και γκραβούρες σε κουκλίστικα μαγαζάκια, απόλαυσα το εσπρεσάκι μου σε μια Rue Merciere που βούλιαζε από κόσμο, δοκίμασα την σπεσιαλιτέ τους τάρτα με συκώτι κοτόπουλου (δεν μ' ενθουσίασε) και το βράδυ με βρήκε σ' ένα μπιστρό στην όχθη του Σον, μ' ένα ποτήρι κρασί στο χέρι να απολαμβάνω τη θέα μιας υπέροχα φωτισμένης πόλης.
Πέμπτη 29/08 (Lyon - Clermont Ferrand)
Πόσο γοητευτικό είναι να ζεις το πρωινό ξύπνημα μιας πόλης! Είναι μόλις 07.00, η Λυών τεντώνεται ακόμη στο κρεβάτι της κι εγώ σεργιανάω ήδη στα δρομάκια της, με φορτηγάκια να αδειάζουν την πραμάτεια τους, τους καταστηματάρχες να ανοίγουν τα μαγαζιά τους, να γεμίζουν τις βιτρίνες τους, να καθαρίζουν το περίγυρό τους, μυρωδιές από φρεσκοψημένες μπαγκέτες και κρουασάν. Με έναν αχνιστό καφέ κι ένα τσιγάρο στο χέρι, στέκομαι στη μέση της γέφυρας Bonaparte για τις αποχαιρετιστήριες εικόνες της Λυών και είμαι ευτυχισμένος!
Ξεχάστηκα με τον πρωινό μου περίπατο και κοντεύει μεσημέρι όταν βγαίνω απ' την πόλη. Σε λίγο αφήνω την κοιλάδα του Ροδανού και μπαίνω στην ορεινή περιφέρεια Μασίφ Σεντράλ.
Στον αρχικό σχεδιασμό μου είχα συμπεριλάβει μια μεγαλύτερη διαδρομή με ενδιάμεση στάση στην κωμόπολη Le Puy en Velay για την οποία είχα διαβάσει ενδιαφέροντα πράγματα. Τελικά προτιμάω να πάω κατευθείαν στο Κλερμόν Φεράν για να αφιερώσω όλο το χρόνο στη γνωριμία της πόλης. Το ξενοδοχείο που θα με φιλοξενήσει είναι χωμένο σ' ένα γραφικό στενάκι...
και το δωμάτιο έχει πλάκα με την πρωτότυπη διακόσμησή του.
Το Κλερμόν Φεράν είναι μια μικρή πόλη 140.000 κατοίκων (εκ των οποίων 35.000 σπουδαστές!), με την οικονομία της να στηρίζεται κυρίως στη βιομηχανία ελαστικών Michelin, η οποία ξεκίνησε από εδώ πριν από 100 περίπου χρόνια. Η ιστορία της δημιουργίας της πόλης είναι ενδιαφέρουσα. Αρχικά ήταν το Κλερμόν, πόλη ελεγχόμενη απόλυτα από τον Αρχιεπίσκοπό της. Οι κόμητες της Οβέρνης για να ανακόψουν αυτήν την επιρροή, ίδρυσαν δίπλα την πόλη Μονφεράν, η οποία όμως κάποια στιγμή παρήκμασε και απορροφήθηκε από το Κλερμόν τον 18ο αιώνα κι έτσι προέκυψε η διπλή ονομασία. Την πόλη την έβαλα στον χάρτη μου διαβάζοντας το άρθρο μιας αμερικανίδας ρεπόρτερ, που την παρουσίαζε σαν το "κρυμμένο στολίδι της Οβέρνης". Απολογίζοντας, είχα πραγματικά μια πολύ ευχάριστη διαμονή για stop over. Eίναι μια πόλη με πολύ όμορφο ιστορικό κέντρο, που καλύπτεται με 5-6 χλμ περπάτημα, με αξιόλογη κουζίνα και εντυπωσιακή νυκτερινή ζωή (αν και καθημερινή, μέχρι αργά γινόταν ένας χαμός στους δρόμους!).
Λίγες εκατοντάδες μέτρα απ' το ξενοδοχείο, βγαίνω στο ένα από τα δύο κεντρικά σημεία, την Place de Jaude, μια τεράστια τετράγωνη πλατεία, με εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά κτίρια, που συγκεντρώνει γύρω της όλη την εμπορική κίνηση της πόλης.
Το άλλο κεντρικό σημείο, που πέρασα και το μεγαλύτερο μέρος της μέρας μου, είναι ο εντυπωσιακός Καθεδρικός, που δεσπόζει πάνω σ' έναν λόφο, με μια πανέμορφη μεσαιωνική γειτονιά ολόγυρά του και πάμπολλα στέκια για φαγητό και ποτό.
Βέβαια δεν θα μπορούσα να κλείσω τη βραδιά, χωρίς να δοκιμάσω την τοπική κουζίνα (Μη γελάτε με το πρώτο πιάτο. Οκ, μοιάζει με κουζίνα της Οβέρνης όσο εγώ με γιαπωνέζο, αλλά ήθελα να φάω σούσι).
Παρασκευή 30/08 - Σάββατο 31/08 (Clermont Ferrand - Sarlat-la-Caneda)
Ανοιξιάτικο το πρωινό, καταγάλανος ο ουρανός κι εγώ οδεύω χαρούμενος πάνω στη μηχανή μου.
Αδημονώ να καλύψω τα 230 χλμ που με χωρίζουν από το νέο μου προορισμό και υπάρχει αιτία γι' αυτό. Το επόμενο διήμερο θα το περάσω σε μια από τις πιο αγαπημένες μου γαλλικές εξοχές, στο Perigord (Περιγκόρ)!
Όταν πριν μερικά χρόνια επέστρεψα από την πρώτη επίσκεψή μου εδώ και περιέγραφα με ενθουσιασμό σε μια παρέα πόσο απίστευτα όμορφη είναι η περιοχή, με άκουγαν με δυσπιστία. Στο μυαλό τους (δικαίως) η γαλλική εξοχή ήταν συνυφασμένη κύρια με την κοιλάδα του Λίγηρα και τα κάστρα της ή την Αλσατία με τα λουλουδάτα χωριουδάκια της. Κι όμως! Εδώ είναι απλωμένο φίλες/οι γύρω από τον ποταμό Dordogne (Ντορντόν) και τους παραποτάμους του, ένα ειδυλλιακό σκηνικό, ένα σκηνικό γεμάτο παραμυθένια χωριουδάκια με γραφικά αγροτόσπιτα, μεσαιωνικά κάστρα, καταπράσινες κοιλάδες αλλά και προϊστορικά σπήλαια, ιστορικά αβαεία και οχυρωμένες πόλεις (οι περίφημες bastides). Εδώ είναι κατά τον Χένρι Μίλερ "Ένα κομμάτι γης σαν το όνειρο που τρέφει τις ψυχές των ανθρώπων".
Το Περιγκόρ χωρίζεται σε 4 περιοχές:
Το Πράσινο Περιγκόρ στο βορρά, με τους καταπράσινους βοσκότοπους (αν βρεθείτε εδώ, επισκεφτείτε οπωσδήποτε τη Brantome και το Αβαείο της).
Το Λευκό Περιγκόρ στα κεντροδυτικά, με τα ασβεστολιθικά οροπέδια και την πρωτεύουσα Perigueux.
Το Πορφυρό Περιγκόρ στα νοτιοδυτικά, με τους αμπελώνες του και τα ονομαστά κρασιά του.
Το Μαύρο Περιγκόρ στα νοτιοανατολικά, που πήρε τ' όνομά του από τα πυκνά δάση του και έχει πρωτεύουσα τη Sarlat-la-Caneda.
Στη 2ήμερη παραμονή μου θα κινηθώ στα δύο τελευταία, το Μαύρο και το Πορφυρό. Λίγο έξω απ' τη Sarlat έχω κλείσει και το ξενοδοχείο, το ορμητήριό μου για τις επόμενες 2 μέρες για να απολαύσω τις ομορφιές του Περιγκόρ. Είναι μεσημέρι και ανυπομονώ να δοκιμάσω την κουζίνα της περιοχής (παρέλειψα να σας αναφέρω ότι η περιοχή είναι συνώνυμη με το φουά γκρα και τα μανιτάρια-τρούφες, ένας γαστρονομικός παράδεισος). Το trip advisor μου βγάζει ένα εστιατόριο στα 7 χλμ, με πολύ υψηλή βαθμολογία και το επιλέγω. Ο ήλιος βαράει κατακούτελα και το gps αποφασίζει να μου γνωρίσει τους αγροτικούς δρόμους.
Όταν είμαι σχεδόν σίγουρος ότι το μηχάνημα έχει μπερδευτεί και με στέλνει στις ερημιές, σκάει μύτη μπροστά μου ένα χωριουδάκι, με ένα καλά διατηρημένο κάστρο στο κέντρο του. Το χωριό λέγεται Vitrac, το κάστρο είναι το Montfort, το εστιατόριο που ψάχνω είναι στις παρυφές του.
Μια ευγενική κυρία με οδηγεί στον κήπο σ' ένα σκιερό τραπέζι και από το περιορισμένο μενού παραγγέλνω μια σαλάτα με τα κορυφαία εδέσματα της περιοχής, καπνιστό στήθος πάπιας και φουά γκρα. Και μου ήρθε αυτό το πιάτο....
Τι να σας πω! Ακόμη και τώρα που γράφω, και μόνο με τη θύμηση, ουράνιες γεύσεις στήνουν χορό στον ουρανίσκο μου!
Αφήνω πίσω μου το Vitrac, ακολουθώντας έναν ωραίο στριφτερό δρόμο παράλληλα στον Dordogne με στόχο την επιστροφή, αλλά η "μπέμπα" μου - όσο κι αν στρέφω το τιμόνι της - σηκώνει αντάρτικο και δεν θέλει με τίποτα να γυρίσει ξενοδοχείο για μεσημεριανή ξεκούραση, όπως είχα προγραμματίσει. Οκ, της κάνω το χατίρι, εξάλλου μετά τη γεύση έχει σειρά να ευφρανθεί μια άλλη αίσθηση, η όραση. Άλλα 7 χλμ μου πήρε να φτάσω σε ένα από τα ωραιότερα χωριά της Γαλλίας - και όχι μόνο: Το "La Roque - Gageac"¨. Εδώ μιλάνε οι φωτογραφίες (μην παραλείψετε τη μικρή κρουαζιέρα στον Dordogne με την αυθεντική μαούνα gabarre).
Μαγικές οι εικόνες, άνοιξε η όρεξη και συνεχίζουμε. Πέντε χλμ πιο πέρα είναι άλλο ένα γοητευτικό χωριουδάκι, το Beynac-et-Cazenac κι αυτό στις όχθες του ποταμού, με τα πέτρινα σπιτάκια του σκαρφαλωμένα στις παρυφές των απόκρημνων βράχων. Ιδανική στάση για εσπρεσάκι και τσιγάρο, χαλαρώνω και απολαμβάνω όλη αυτή την ομορφιά γύρω μου.
Σειρά έχει η ανάβαση στην κορυφή, όπου δεσπόζει το εντυπωσιακό κάστρο. Από τους πυργίσκους του μπορείς να αγναντέψεις όλη την κοιλάδα.
Όταν φεύγω από το Beynac, είναι απόγευμα πια, έχει δροσίσει και ... σιγά μη γυρίσω ξενοδοχείο. Αποφασίζω να συνεχίσω τη διαδρομή, που θεωρείται από τις γραφικότερες στην κοιλάδα του Dordogne, περνώντας μέσα από μεσαιωνικά χωριουδάκια, πάνω από πετρόχτιστα γεφύρια και δίπλα από κάστρα σκαρφαλωμένα στους ασβεστολιθικούς λοφίσκους, για να τερματίσω αργά τη βόλτα μου στην πρωτεύουσα του Πορφυρού Περιγκόρ, το γνωστό για τα κρασιά του Bergerac και να πάρω, γεμάτος αξέχαστες εικόνες, το δρόμο της επιστροφής.
"Γιατί σήμερα νοιώθω εκεί στο βάθος τόσο μικρή, φτωχή και άσχημη..."
Όλη τη δεύτερη μέρα μου τη διέθεσα για να απολαύσω την υπέροχη Sarlat-la-Caneda. Η μαγευτική αυτή κωμόπολη είναι ένα ζωντανό αρχιτεκτονικό μουσείο με μερικά απ' τα καλύτερα διατηρημένα μεσαιωνικά και αναγεννησιακά κτίρια σ' όλη την Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν από τις πρώτες πόλεις της Γαλλίας που ανακηρύχθηκαν εξ ολοκλήρου διατηρητέες.
Μια ολόκληρη μέρα λοιπόν περιπλανιόμουν στις γωνιές της Sarlat, βολτάριζα στην κεντρική της λεωφόρο Rue de la Republique με τα γραφικά μαγαζάκια της, χάθηκα στα δαιδαλώδη λιθόστρωτα δρομάκια της, χάζεψα τα αρχοντικά της με τον πλούσιο διάκοσμο και τις τριγωνικές στέγες. Κι άφησα για το τέλος το κορυφαίο αξιοθέατο, εδώ που χτυπά η καρδιά της πόλης, την Place de la Liberte.
Με πανοραμική θέα στην Place de la Liberte απολάμβανα το απόγευμα το negroni μου...
κι όταν ήρθε το ηλιοβασίλεμα και άρχισαν να ανάβουν οι παλαιού τύπου λάμπες, το θέαμα έγινε ονειρικό!
Δεν θα μπορούσα να φύγω από αυτό το θεσπέσιο μέρος βέβαια χωρίς να δοκιμάσω το μενού με το περίφημο κονφί πάπιας.
Η συνέχεια σε λίγες μέρες...
Last edited by a moderator: