Ωραίο το ξεκίνημα της ιστορίας σου,όσον αφορά τις παρατηρήσεις για τους Πορτογάλους να πω κι εγώ ότι από το ταξίδι μου στη Λισσαβώνα πρίν 10 περίπου χρόνια μου είχε κάνει κι εμένα εντύπωση ότι οι ανθρωποι δε χαμογελούσαν,επίσης μεγάλο πρόβλημα η συννενόηση ,καθόλου αγγλικά....και τέλος για την πόλη ναι μεν ενδιαφέρουσα...η συνοικία Αlfama όπως μας περιγράφεις πολύ γραφική...αλλά μούχει μείνει(δεν ξέρω αν έχουν αλλάξει τα πράγματα)μια εικόνα φτώχειας,παραμελημένων σπιτιών ακόμα και στην κεντρική τους πλατεία(δε θυμάμαι ονόματα,οι μνήμες έχουν ξεθωριάσει..).
Περιμένω τη συνέχεια της ιστορίας σου..
Την πέμπτη ημέρα εγκαταλείψαμε την γοητευτική Λισσαβώνα καί κατευθυνθήκαμε στα παράλιά της. Μικρή στάση στο Εστορίλ καί ολοταχώς γιά Κασκαίς, όπου καί το ξενοδοχείο μας.
Ενα πολύ άνετο στούντιο, πολυτελώς επιπλωμένο, η θέση του καί η θέα του όλα τα λεφτά. Χτισμένο στην αρχή τού πάρκου Γκανταρίνια, με ανεμπόδιστη θέα όλο τον Ατλαντικό, δίπλα ακριβώς στον Πύργο-Μουσείο τού κόμη ντέ Κάστρο Γκιμαράες. Τα βράδια, έτσι φωταγωγημένο πού το είχαν, έμοιαζε παραμυθένιο καί εξωπραγματικό. Οτι καλύτερο, μετά από μιά εξοντωτική μέρα, να κάθεσαι στο μπαλκόνι σου με ένα ποτήρι κρασί πόρτο ή σατούμπαλ (εξαιρετικά καί τα δύο) καί να χαλαρώνεις βλέποντας τον ολόφωτο πύργο, να ακούς το θρόϊσμα των φύλλων τού απέραντου πάρκου καί τον παφλασμό των κυμάτων τού ωκεανού.
Πόσο νοσταλγώ αυτές τις στιγμές καί αυτές τις εικόνες, όταν μετά από μιά κοπιαστική μέρα στην δουλειά, ανοίγω το μπαλκόνι μου για να δώ καί να ακούσω.. Τί? Τόν απέναντι γείτονα να σουλατσάρει με τα εσώρουχα στην βεράντα, δύο μηχανάκια να μαρσάρουν στον δρόμο, όλο το καυσαέριο να εισβάλει από παντού, η σκόνη από την Αφρική να έχει καθήσει πραξικοπηματικά στα απλωμένα μου ρούχα (άντε πάλι πλυντήριο) καί γώ να σκέφτομαι τον ισολογισμό πού δεν πρόλαβα να κλείσω.
Αχ, μεγάλε Καββαδία!!! «γιά το Μαντράς, την Σιγκαπούρ, τ’Αλγέρι καί το Σφάξ
Θ’αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία
Καί γω σκυφτή, σ’ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς
Θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία»
Anyway.
Το Κασκαίς, λοιπόν, είναι ενα πανέμορφο παραθαλάσσιο θέρετρο, σε έναν κόλπο στις εκβολές τού Τάγου. Δημοφιλές από τις αρχές τού περασμένου αιώνα, γεμάτο βίλες εύπορων οικογενειών.
Ιδανικό γιά ατέλειωτους περιπάτους, με έναν φαρδύ πλακόστρωτο κατά μήκος της ακτής, πού εκτείνεται γιά χιλιόμετρα, σχεδόν μέχρι την Σίντρα.
Η επίσκεψη στον πύργο μουσείο Γκιμαράες ενδιαφέρουσα. Γίνεται με συνοδό, πού σού εξηγεί όλα τα εκθέματα με την συλλογή ινδοπορτογαλικών επίπλων, έργων τέχνης κτλ. Μας τράβηξε το ενδιαφέρον ένας πίνακας, φιλοτεχνημένος μάλλον με την τεχνική της ψευδαίσθησης. Απεικόνιζε ένα βουκολικό τοπίο με έναν δρόμο. Από όποια πλευρά πήγαινες ο δρόμος γύριζε μαζί σου, αριστερά πήγαινες, αριστερά κι’αυτός. Δεξιά, δεξιά κι’αυτός.
Ο περίπατος στο πάρκο Γκανταρίνια, απολαυστικότατος.
Κάθε βράδυ λέγαμε «αύριο θα σηκωθούμε πρωί πρωί καί θα τον περπατήσουμε όλο» Το αύριο έγινε μεθαύριο καί το μεθαύριο ποτέ...
Προχωρήσαμε προς την Μπόκα ντού Ινφέρνου (στόμα της κόλασης) ένα έντυπωσιακό θαλασσινό τοπίο, με άγρια διάτρητα βράχια πού σχηματίζουν σπηλιές. Η θάλασσα μπαίνει στις ρωγμές ορμητικά καί το νερό ξεπετιέται σε πίδακες. Εκεί μας βρήκε καί το ηλιοβασίλεμα...
Το πρόγραμμα για την επομένη περιείχε επίσκεψη σε δύο ανάκτορα: το Παλάσιο ντε Κελούζ καί το Παλάσιου ντε Μάφρα.
Το ροκοκό ανάκτορο Κελούζ, χτίστηκε αρχικά σαν κυνηγετικό περίπτερο αλλά το 1747 το μετέτρεψαν σε ένα εκτυφλωτικό ανάκτορο με τεράστιους κήπους, τόσο μεγάλους πού στα κανάλια του, διακοσμημένα με αζουλέζους, έκαναν βαρκάδα οί βασιλείς.
Το ανάκτορο σήμερα, αν καί εντυπωσιακό με εξαιρετικά εκθέματα καί αίθουσες, δεν είναι πολύ καλά συντηρημένο.
Αντίθετα οι κήποι του είναι υπέροχοι, διακοσμημένοι με αγάλματα καί συντριβάνια. Εδώ ΄γίναμε μάρτυρες μιάς σκηνής πού μας λύπησε.
Ενα νεαρό παλληκάρι, συνοδευόμενο από μία κοπέλα, προχωρούσε στην βεράντα τού ανακτόρου υποβασταζόμενος καί ψηλαφώντας. Κάτι τού ψιθύριζε η κοπέλα όταν έφταναν κοντά σε άγαλμα, εκείνος το άγγιζε καί το περιεργαζόταν με την αφή. Ηταν τυφλός.
Πόσο σθένος ψυχής πρέπει να είχε!!! Πόση αγάπη για την ζωή!!! Να θέλει να γνωρίσει την ομορφιά της, έστω κι’άν δεν την είχε δεί ποτέ.
Πολλές φορές στα ταξίδια μου, έχω θαυμάσει ανθρώπους, όπως ηλικιωμένους πού με δυσκολία περπατούν ή ακόμη καί ανάπηρους σε καροτσάκι, κι’όμως θέλουν να γνωρίσουν, να ζήσουν, να γευτούν τις ομορφιές τού κόσμου...
Συνεχίσαμε γιά Μάφρα.
Αλλο ένα ετυπωσιακό ανάκτορο - μοναστήρι. Ναί καλά διαβάσατε: ανάκτορο μοναστήρι. Αρχικά η πρόβλεψη ήταν να στεγάσει 13 μοναχούς φραγκισκανούς καί τελικά στέγασε ...330. Βλέπετε, τα πλούτη πού έρχονταν από τις αποικίες της Βραζιλίας, έκαναν τον σπάταλο μονάρχη Ιωάννη Ε’ να θέλει να το επεκτείνει καί να συμπεριλάβει σε αυτό : ανάκτορο, νοσοκομείο, φαρμακείο καί μία από τις πλουσιότερες βιβλιοθήκες της Ευρώπης.
Η εκκλησία του, ντυμένη με ρόζ μάρμαρο, σού μεταδίδει τόση γλύκα, ηρεμία καί θαλπωρή πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε μητρική αγκαλιά.
Αν θυμάμαι καλά, εδώ είδαμε άγαλμα της Εγκύου Παρθένου.
Καί τα δύο αυτά ανάκτορα είναι από τα must καί χρειάζονται πολύωρες επισκέψεις.
Εκτη μέρα τού ταξιδιού καί σήμερα θα κάναμε περιήγηση στην Σέρα ντε Σίντρα, δηλαδή στο δάσος πού περιβάλλει την Σίντρα.
Πρώτη μας στάση κατά την διαδρομή, το γραφικό χωριουδάκι Κολάρες (από όνομα δεν τα πάει καλά) . Εδώ, στούς αμπελώνες του παράγεται το φημισμένο κόκκινο κρασί Colares. Διασχίζεται από ένα ρυάκι, γεμάτο παπάκια (συνηθίζουμε να έχουμε μαζί μας ψωμάκι, γιά να ταίζουμε διάφορα ζωάκια: παπάκια, πουλάκια, ψαράκια κτλ). Αφού τούς προσφέραμε το breakfast τους, μπήκαμε γιά τα καλά στην Σέρα.
Αχ, τί δάσος ήταν αυτό!! Χωρίς να υπερβάλω, το ωραιότερο πού έχω δεί στην ζωή μου. Μυστηριακό καί γλυκό μαζί, πυκνό καί εύκολα προσπελάσιμο ταυτόχρονα. Οί αχτίδες τού ήλιου δύσκολα διαπερνούσαν τα πυκνά φυλλώματα, ωστόσο δημιουργούσαν έναν παράξενο φωτεινό θόλο. Σε κάθε χωματόδρομο πού παίρναμε, νά καί βγαίναμε σε κάποιο άνοιγμα καί εκεί να ορθώνονται μεγάλιθοι, σαν μενίρ καί λές να τώρα θα στήσουν χορό οί νεράιδες, τα ξωτικά μας παραμονεύουν πίσω από τα δέντρα καί ό Πάνας ετοιμάζεται να παίξει τον αυλό του. Αφεθήκαμε να χαθούμε στα μονοπάτια τού μαγεμένου δάσους με τα φελλόδεντρα.
Μέσα σ’αυτόν τον παράδεισο, υπάρχει ένα ΄παλαιό ερημητήριο φραγκισκανών τού 1560, το Κονβέντου ντους Καπούσους. Ταλαιπωρηθήκαμε αρκετά γιά να το βρούμε, όμως άξιζε τον κόπο.
΄Μοναχούς δεν έχει πιά. Οί κήποι του γεμάτοι φελλόδεντρα. Οί σκάλες του τόσο στενές, ίσα πού χωράει να περάσει ένας άνθρωπος. Τα κελιά τόσο μικρά, ούτε ενάμισι μέτρο μήκος, γιά να μην αναπαύονται ούτε στον ύπνο τους. Τοίχοι, ταβάνια καί πόρτες καλυμμένα με φελλό, προφανώς γιά λόγους μόνωσης. Ολα μαρτυρούσαν τον αυστηρό κοινοβιακό τρόπο ζωής.
Καί φτάσαμε στην Σίντρα.
Συνεχίζεται...
Συνέχεια...
Καί φτάσαμε στην Σίντρα.
Εχετε ερωτευθεί τόπο με την πρώτη ματιά?? Σας έτυχε να δείτε μία πόλη καί να λέτε «εδώ είναι ο χαμένος παράδεισος καί εδώ θέλω να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου»?? Αυτό έπαθα στην Σίντρα. Πλανεύτρα, ονειρική, πριγκίπισσα, να λικνίζει τα κάλλη της καί να μειδιά μπροστά στα ανοιχτά στόματα καί τα γουρλωμένα μάτια πού την θαυμάζουν. Επίγεια Εδέμ την χαρακτήρισε ο Μπάϋρον, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς την ανακήρυξε η Ουνέσκο. Πόλη απείρου κάλλους, τόσο γιά το φυσικό της περιβάλλον, όσο καί για τα μνημεία της. Δύο μέρες της αφιερώσαμε καί παλι δεν τα είδαμε όλα. Ξεκινήσαμε με το Παλάσιου Νασιονάλ ντε Σίντρα, χτισμένο τον 14ο αιώνα καί με προσθήκες τού 16ου, οριοθετεί το κέντρο της παλιάς πόλης, με τις τεράστιες καμινάδες του. Η μείξη των αρχιτεκτονικών ρυθμών, από γοτθική έως μαυριτάνικη, δίνει ένα εντυπωσιακό σύνολο. Η Σάλα ντε Μπρασόενς (σάλα των θυρεών) με την εκπληκτική θολωτή οροφή, είναι το ωραιότερο τμήμα τού ανακτόρου. Εξω ακριβώς από το ανάκτορο, υπάρχει ένα γραφικό τρενάκι, πού σε πάει στο Μονσεράτε, ένα υπέροχο μικρό ρομαντικό ανάκτορο Μαυριτανικού στύλ. Οταν το επισκεφθήκαμε, έκαναν ανακαίνιση στο εσωτερικό καί έτσι αρκεστήκαμε στούς περιπάτους στούς υπέροχους υποτροπικούς κήπους του. Το ανάκτορο αγοράστηκε το 1856, από έναν Αγγλο ονόματι Φράνσις Κούκ, ο οποίος έφερε λουλούδια καί φυτά από όλο τον κόσμο, δημιουργώντας ʽετσι μία τεράστια έκταση υποτροπικού δάσους. Αφιερώστε χρόνο να το περιδιαβείτε, θα απολαύσετε έναν από τούς ωραιότερους περιπάτους. Αξίζει επίσης να επιστρέψετε στην Σίντρα με τα πόδια. Η απόσταση δεν είναι μεγάλη, 4 χιλιόμετρα καί η διαδρομή είναι εκπληκτική. Απέναντι ακριβώς από την είσοδο τού πάρκου τού Μονσεράτε, μετά από μιά μικρή ανηφόρα, θα δείτε μιά μικρή λιμνούλα γεμάτη νούφαρα. Δεν φαίνεται από τον δρόμο αλλά αξίζει να την ψάξετε, είναι πολύ κοντά. Επιστρέψαμε στην Σίντρα, βολτάραμε στά δρομάκια της, είδαμε ωραιότατα αρχιτεκτονικά σύνολα καί καταλήξαμε γιά καφέ στο Ανάκτορο Σεταίς. Αυτό το ρόζ χαριτωμένο ανάκτορο, χτισμένο τον 18ο αιώνα γιά τον πρόξενο της Ολλανδίας, είναι σήμερα ξενοδοχείο καί εστιατόριο. Αξίζει να πάτε έστω γιά ένα καφέ. Εχει πολύ όμορφους χώρους καί σε ταξιδεύει σε άλλες εποχές. Την επομένη, αν καί φτάσαμε πολύ νωρίς στο Παλάσιου ντά Πένα, ωστόσο δυσκολευτήκαμε πολύ να βρούμε πάρκιν καί η ουρά γιά τα εισιτήρια ήταν απίστευτη. Περιμέναμε τουλάχιστον μιάμιση ώρα γιά να μπούμε. Στην ψηλότερη κορυφή της Σέρα ντε Σίντρα, με εκπληκτικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, χτισμένο τον 19ο αιώνα γιά τον Φερδινάνδο της Σαξωνίας, περιβάλλεται από το Πάρκε ντα Πένα. Μία τεράστια δασώδη έκταση, με διαμορφωμένα μονοπάτια γιά περιπάτους ανάμεσα σε εξωτικά δέντρα καί χώρους γιά πικνίκ. Ολος αυτός ο χώρος, ανάκτορο καί πάρκο, είναι πραγματικά εκπληκτικός καί χρειάζεται πολύς χρόνος γιά τον απολαύσετε. Εμάς μας πήρε μέχρι νωρίς το απόγευμα καί έτσι δεν μπορέσαμε να ανεβούμε στο Καστέλου ντος Μόουρους. Επιστρέψαμε πάλι στο κέντρο της Σίντρα καί επισκεφθήκαμε την Κίντα ντε Ρεγκαλέϊρα, μιά πανέμορφη έπαυλη καί με υπέροχους διαμορφωμένους καί πρωτότυπους κήπους. Τα δρομάκια βγάζουν άλλο σε ένα πύργο-παρατηρητήριο άλλο σε πλατειούλες με αγάλματα καί μικρούς καταρράκτες, άλλο σε σπηλιές καί λιμνούλες. Είναι πολύ όμορφη η βόλτα μεσα στις διαμορφωμένες σπηλιές καί στις εξόδους να βλέπεις τα νερά να τρέχουν από πάνω. Ετσι ξεχαστήκαμε σʼαυτό το παραδεισένιο περιβάλλον καί δεν αντιληφθήκαμε ότι η ώρα είχε περάσει. Κατευθυνθήκαμε προς την έξοδο. Οποία ΄΄εκπληξη. Η έξοδος είχε κλείσει. Τώρα? Τα κάγκελα καί οί τοίχοι ήταν πολύ ψηλοί. Αρχίσαμε να ψάχνουμε άλλη έξοδο. Γύρω γύρω στον κήπο, βρήκαμε μετά από πολύωρη προσπάθεια, μιά μικρή σκουριασμένη πορτούλα. Γιά καλή μας τύχη ήταν ξεκλείδωτη. Τραβώντας την με δύναμη, γιατί είχε κολλήσει από την σκουριά, πήρε τέλος η περιπέτειά μας. Οχι ότι θα μας χάλαγε δηλαδή, να κάνουμε κάμπινκ σε ένα τόσο φανταστικό περιβάλλον... 8η μέρα τού ταξιδιού καί αναχωρήσαμε γιά Εβορα, 150 χιλιόμετρα ανατολικά της Λισσαβόνας. Η Εβορα, μία τειχισμένη πολη με καλά διατηρημένο το ιστορικό της κέντρο, άνθησε κατα τον Μεσαίωνα, ως κέντρο μάθησης καί τεχνών και από το 1986 συγκαταλέγεται στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Τα τείχη της καί τα λιθόστρωτα δρομάκια της, διατηρούνται σε άριστη κατάσταση καί είναι απολαυστική η βόλτα στην παλιά πόλη. Εχει αρκετά αξιοθέατα αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι είδαμε κάτι ξεχωριστό. Εκτος από το Καπέλα ντος Οσους (παρεκκλήσι των οσίων) τού 17ου αιώνα, πού στεγάζεται στην εκκλησία Σάουν Φρανσίσκου. Είναι γιά γερά νεύρα. Ενα ολόκληρο παρεκκλήσιο χτισμένο με ... Οστά. Χρησιμοποίησαν τα λείψανα 5.000 μοναχών γιά να χτίσουν αυτό το παρεκκλήσι. Οί τοίχοι, τα ταβάνια καί οί κολώνες, είναι όλα καλυμμένα από κρανία καί οστά. Περπατάς, κοιτάς το ταβάνι καί λές τώρα θα ξεκολλήσουν τα κρανία να μού έρθουν στο κεφάλι. Πραγματικά είναι πολύ μακάβριο. Είδαμε εφιάλτες στον ύπνο μας, εκείνο το βράδυ.
Είναι γιά γερά νεύρα. Ενα ολόκληρο παρεκκλήσιο χτισμένο με ... Οστά.
Χρησιμοποίησαν τα λείψανα 5.000 μοναχών γιά να χτίσουν αυτό το παρεκκλήσι. Οί τοίχοι, τα ταβάνια καί οί κολώνες, είναι όλα καλυμμένα από κρανία καί οστά. Περπατάς, κοιτάς το ταβάνι καί λές τώρα θα ξεκολλήσουν τα κρανία να μού έρθουν στο κεφάλι. Πραγματικά είναι πολύ μακάβριο. Είδαμε εφιάλτες στον ύπνο μας, εκείνο το βράδυ. Φοβερό...Σούπερ οι πληροφορίες σου για Πορτογαλία! Μου αρέσει που αναλύεις και είσαι κατατοπίστικότατη!Αναμένω συνέχεια!!
9η μέρα τού ταξιδιού...
Μιά φορά κι‘έναν καιρό -όπως λεν στα παραμύθια- ήταν ένας βασιλιάς, ο Πέτρος, πού αγάπησε μιά όμορφη κοπέλα, την Ινές ντε Κάστρου..Ομως, πολιτικοί λόγοι, ανάγκασαν τον Πέτρο να παντρευτεί την Κονστάντσα της Καστίλης. Το ερωτευμένο ζευγάρι συνέχισε τον δεσμό του καί όταν η Κονστάντσα πέθανε, πήγαν να μείνουν στην Κοίμπρα. Ο κακός βασιληάς Αλφόνσος ο Δ΄, πατέρας τού Πέτρου, θεωρώντας την Ινές επικίνδυνη, διέταξε την δολοφονία της. Ο Πέτρος, εξαγριωμένος, κηρύσσει πόλεμο στον πατέρα του. Οί τάφοι των τραγικών εραστών βρίσκονται στην Αλκομπάσα, μέσα στο μοναστήρι, ο ένας αντίκρυ στον άλλο. Ετσι διέταξε ο Πέτρος. Ηθελε, κατά την ανάσταση της Δευτέρας Παρουσίας, το πρώτο πράγμα πού θα δεί να είναι η αγαπημένη του.
Η Αλκομπάσα, με το πλήρες όνομα Μοστέϊρου ντε Σάντα Μαρία ντε Αλκομπάσα, είναι η μεγαλύτερη εκκλησία της Πορτογαλίας. Ιδρύθηκε το 1153 καί ολοκληρώθηκε το 1223. Με απλή μεσαιωνική αρχιτεκτονική, επιβάλλεται με τις διαστάσεις της καί το λιτό εσωτερικό της. Η πλούσια διακοσμημένη πρόσοψή της είναι προσθήκη τού 18ου αιώνα.
Συνεχίσαμε πρός Ναζαρέ. Τό άλλοτε γραφικό ψαροχώρι, με την υπέροχη παραλία του, έχει υποστεί την βία της άναρχης δόμησης εν ονόματι τού τουριστικού κέρδους. Ανεβήκαμε στο Σίτιου όπου είχαμε πανοραμική θέα της απέραντης αμμουδερής παραλίας καί τού Ατλαντικού.
Απογοητευμένες, ξεκινήσαμε προς νότια, γιά το Πενίσε. Από εδώ ξεκινούν τα καραβάκια γιά τα νησιά Μπερλέγκα. Δεν τα προλάβαμε (φτάσαμε αργά το απόγευμα) όπως καί δεν προλάβαμε ανοιχτό το τεράστιο φρούριο Φορταλέζα, τού 16ου αιώνα. Το φρούριο αυτό, χρησιμοποιήθηκε επί εποχής Σαλαζάρ, ως φυλακή. Κάναμε ένα γύρω τα κραταιά του τείχη, βολτάραμε στο χωριό καί δειπνήσαμε σε μία από τις ψαροταβέρνες, γιά τις οποίες είναι φημισμένο το Πενίσε.
10η μέρα
Αχ, το Ούμπιντους!! Τι πόλη είναι αυτή? Σαν βγαλμένη από παραμύθι. Είναι μία κούκλα! Με τα καθαρά ολόλευκα σπιτάκια της, τα τείχη τού 14ου αιώνα πού την περιβάλλουν, σε άριστη κατάσταση, τα δρομάκια της, οί μικρές πλατείες, όμορφες εκκλησίες καί το Μαυριτάνικο Κάστρο ορατό από παντού. Το κάστρο αυτό, πού το ξαναέχτισε ο Αλφόνσος το 1148, έχει μετατραπεί τώρα σε Πουσάντας. Τι είναι οί Πουσάντας? Ιστορικά κτίρια , όπως κάστρα καί μοναστήρια, πού η κυβέρνηση της Πορτογαλίας, το 1940, αποφάσισε να τα μετατρέψει σε πανδοχεία.
Αν είναι όλες οι Πουσάντας σαν αυτή τού Ούμπιντους, πού πήγαμε γιά καφέ, αξίζει να τις επιλέξετε γιά διαμονή. Διατηρούν την ατμόσφαιρα τους καί σε ταξιδεύουν σε άλλες εποχές.
11η καί τελευταία μέρα
Με απογευματινή πτήση, πάλι μέσω Μαλπένσα, είχαμε όλο το πρωϊνό ελεύθερο.
Επιστρέψαμε στην Λισσαβώνα, παραδώσαμε το αυτοκίνητο καί με ταξί πήγαμε στο Πάρκο του Εδουάρδου, λίγο πιό έξω από το κέντρο.
Αν ,επισκεπτόμενοι την Λισσαβώνα, έχετε χρόνο, αξίζει να το επισκεφθείτε. Είναι απολαυστικοί οι περίπατοι στα κατάφυτα δρομάκια του καί όχι μόνο. Εδώ θα δείτε ένα τεράστιο θερμοκήπιο, την Εστούφα Φρία, μιά πραγματική ζούγκλα, με λιμνούλες, ρυάκια καί εξωτικά φυτά καί άλλο ένα, την Εστούφα Κουέντε, με όλων των ειδών τούς κάκτους.
Το ίδιο το πάρκο διατρέχει ένα ποταμάκι, πού καταλήγει σε μιά μικρή λίμνη, γεμάτη με κύκνους ,παπάκια καί ψαράκια.
Κάπου εδώ τελειώνει το ταξίδι ? Μακάρι να τελείωνε με αυτές τις όμορφες εικόνες. Δυστυχώς, κατά την επιστροφή μας, είχαμε μία τόσο φρικιαστική εικόνα, πού ακόμα δεν μπορώ να την ξεχάσω: Την Πελοπόννησο να φλέγεται. Μες την νύχτα καί από τόσο ύψος, κι’όμως η πυρκαγιά ήταν ορατή καί μάλιστα σε όλο της το μέγεθος καί την έκταση. Η καταστροφή ολική. Φρίκη, τρόμος καί πόνος ψυχής μας κατέλαβε όλους. Δεν μπορούσαμε να βλέπουμε άλλο καί γυρίσαμε τα κεφάλια . Ομως η τακτική της στρουθοκάμηλου, δεν είναι λύση...
Τoν Ιουλιο παω στη Λισσαβωνα και θα ηθελα να ρωτησω,μπορω να χωρεσω σε 2 μερες και το Κασκαις και τη Σιντρα?Σκεφτομαι αφου ειναι και καλοκαιρι να κανω μπανιο στο κασκαις και μετα να νοικιασω αυτοκινητο απο εκει και να παω στη Σιντρα!
Εstoril,Cascais και Sintra ειναι κοντα μεταξυ τους προς την ιδια κατευθυνση και σε κοντινη αποσταση απο τη Λισσαβωνα και εννοειται οτι μπορεις να τα επισκεφτεις σε μια ημερα. Θα προτεινα να νοικιασεις αυτοκινητο απο Λισσαβωνα να πας πρωτα στη Σιντρα για ξεναγηση το πρωι και προς το μεσημερι να χαλαρωσεις στο Cascais για μπανακι κα ψαρακι..