Γιαννης Σαρτο
Member
- Μηνύματα
- 133
- Likes
- 1.116
- Επόμενο Ταξίδι
- Χαβάη
- Ταξίδι-Όνειρο
- Μαγαδασκάρη
Επισκεφτείτε και το blog μου αν θέλετε
Κολομβία 2013, 2024
Υπάρχει ένα έθνος στην κορυφή της Νότιας Αμερικής, εκεί ακριβώς που τελειώνει η Κεντρική και μόλις λίγες δεκάδες χιλιόμετρα νότια της διώρυγας του Παναμά που επιθυμεί να ξανα συστηθεί με την υφήλιο υπό καινούργιους, πιο δίκαιους όρους.
Η Κολομβία ήταν άνετα η πιο δυσφημισμένη χώρα στην υφήλιο όταν εγώ ενηλικιωνόμουν την δεκαετία του ’90. Ένα κράτος σχεδόν πενήντα εκατομμυρίων ανθρώπων ήταν συνώνυμο με μόνιμη αστάθεια, ακραία εγκληματικότητα, βία και κυρίως ναρκωτικά… πολλά μα πάρα πολλά ναρκωτικά! Αποτελούσε το κυριότερο κέντρο παραγωγής και διακίνησης κόκας και ότι και να άκουγες για αυτήν στην τηλεόραση περιστρεφότανε γύρω από αυτό. Ολόκληρη πάντως η Λατινική και Κεντρική Αμερική εκείνες τις δεκαετίες απεικονίζονταν στις ειδήσεις (ειδικά στα 80’s) ως ένα σύνολο πανέμορφων μα ανέλπιδων εθνών υπό τον έλεγχο σκοτεινών στρατηγών, δικτατορικών καθεστώτων ή παρακρατικών ομάδων.
Ακόμα και εντός αυτού του πλαισίου, η Κολομβία αποτελούσε ακραία περίπτωση. Άλλωστε ο πιο διάσημος πολίτης της ήταν ένας εγκληματίας ολκής, ο μυθικός Πάμπλο Εσκομπάρ ( από τους μύθους που κανένα κράτος δεν επιθυμεί να διαθέτει), ο οποίος έμοιαζε να μιλάει στα ίσια (αν όχι έχοντας το πάνω χέρι) με τους πολιτικούς ηγέτες και το στρατό της χώρας του.
Την πρώτη φορά που την επισκέφθηκα ήταν το μακρινό 2013, άπειρος ακόμα σε ταξίδια εκτός Ευρώπης. Επιχειρούσα να εργαστώ και να εδραιωθώ στην Ισπανία τότε ( προσπάθεια κάθε άλλο παρά ευδοκίμησε ) και για να είμαι ειλικρινής αρχικά ήμουν πολύ διστακτικός. Οργάνωσα το όλο ταξίδι απλά μην μπορώντας να διαχειριστώ τη ντροπή να αρνηθώ μία εγκάρδια πρόσκληση από έναν πολύ κοντινό μου κολομβιανό φίλο, τον Ricardo για να επισκεφτώ αυτόν και την οικογένεια του εκεί. Κλείνω εισιτήρια online και το επόμενο δευτερόλεπτο κυριολεκτικά τρομοκρατούμαι. Προσπαθώ να τα ακυρώσω πηγαίνοντας κατ ιδίαν στα γραφεία της αεροπορικής Avianca όπου μου λένε ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε ολοκληρωτική απώλεια του ποσού που πλήρωσα. Η τσιγκουνιά μου και η αμηχανία μου υπερτερεί του αρχικού μου φόβου αν και συνεχίζω να υπερβάλω και να δραματοποιώ. Αντί να συνειδητοποιήσω ότι πηγαίνω σε ένα πανέμορφο μέρος για να περάσω καλά, αντιμετωπίζω την ιδέα αυτών των διακοπών σαν ένα τεστ επιβίωσης. Τελικά έρχεται η ημέρα του ταξιδιού στα μέσα Μαίου εκείνης της χρονιάς και πετάω μέσω Μαδρίτης αρχικά στην Μπογκοτά.
Το τότε «διεθνές» αεροδρόμιο της Μποκοτά ήταν μάλλον μικρό και μίζερο με λίγα μαγαζιά και οπλισμένους φρουρούς στην είσοδο. Το καινούργιο που το αντικατέστησε μερικά χρόνια αργότερα είναι σαφώς ανώτερο και ραφιναρισμένο, ακολουθώντας την ανοδική πορεία του τουριστικού ενδιαφέροντος για την Κολομβία αλλά και της avianca μίας σημαντικότατης αεροπορικής της Λατινικής Αμερικής που τουλάχιστον προ covid κάλυπτε μεγάλο τμήμα της ηπείρου σε καλές τιμές.
Από τη Μποκοτά πετάω για τον πρώτο μου σταθμό την Cartagena de Indias οπού και θα συναντηθώ με τους φίλους μου. Μετά από τρεις διανυκτερεύσεις εκεί ταξιδεύουμε οδικώς για μία μόνο μέρα στη Santa Marta για να καταλήξουμε στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλης της χώρας τη Μεντεγίν όπου θα περάσουμε και το μεγαλύτερο μέρος των διακοπών μας.
Cartagena de indias:
Είναι πιθανότατα ο πρώτος προορισμός εντός της Κολομβίας που ξεχώρισε τουριστικά και άρχισε να ακούγεται όλο και περισσότερο από τα στόματα των άλλων backpackers που γνώριζα ανά καιρούς στα μέχρι τότε στα ταξίδια μου. Ήταν η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε κατά τον αγώνα της ανεξαρτησίας από τους Ισπανούς και ως λιμάνι υπήρξε ιστορικά και οικονομικά ιδιαίτερα σημαντική. Το ιστορικό της κέντρο ( Casco Antiguo ) είναι γεμάτο με αποικιακά κτίσματα, καθεδρικούς και καμπαναριά και όμορφες πλατείες. Αξίζει να επαινέσει κανείς την προσοχή που έχει δοθεί στις λεπτομέρειες όπως οι τοίχοι, βαμμένοι σε διάφορες γαλάζιες και κίτρινες αποχρώσεις ή τα πάμπολλα λουλούδια στα μπαλκόνια που δίνουν έναν επιπλέον παραμυθένιο τόνο στο ήδη υπάρχων αριστουργηματικό υπόστρωμα. H έντονη η παρουσία της αστυνομίας παντού δεν φοβίζει, περισσότερο σε κάνει να νιώθεις πιο ασφαλής ειδικά αν είναι η πρώτη σου φορά εδώ. Βοηθά σε αυτό και το ότι οι ίδιοι οι αστυνομικοί δεν έχουν πρόβλημα να χαζολογήσουν, να συζητήσουν και να φωτογραφηθούν με τους τουρίστες.
Πολλές οι γυναίκες που ντυμένες με φανταχτερές φορεσιές βγάζουν τα προς το ζην πουλώντας φρούτα στους τουρίστες ή βγάζοντας φωτογραφίες μαζί τους έναντι μικρού αντιτίμου
Θυμάμαι μεταξύ άλλων πως σε ένα καλό εστιατόριο δεν μας επιτρέψανε την είσοδο επειδή φορούσαμε βερμούδες και αυτό μου φάνηκε ενδιαφέρον, το πόσο πιο ορθόδοξα εκλαμβάνεται το savoir vivre εδώ.
Το 2013 υπήρχε ακόμα ένα μικρό τμήμα της παλιάς πόλης που παρέμενε εκτός της τουριστικής αναδιαμόρφωσης/λαίλαπας με συνέπεια να ηχεί πιο αληθινό, με εστιατόρια, καφετέριες, κουρεία και μαγαζιά όπου οι ντόπιοι λειτουργούσαν χωρίς το αδιάκριτο βλέμμα τρίτων
Βρίσκουμε ένα άτυπο ταξί και μετά από ένα σύντομο παζάρι για την τιμή με τον οδηγό, ξεκινάμε οδικώς για την Σάντα Μάρτα για να επισκεφτούμε μία από τις αδερφές του Ricardo που διαμένει εκεί.
Στην διαδρομή μεταξύ των δύο πόλεων θυμάμαι την πλούσια βλάστηση αλλά και σκόρπιους οικισμούς από ξύλινες παράγκες.Το φόντο που τους περιέβαλε μπορεί να ήταν χάρμα οφθαλμών (το βαθύ μπλε του ουρανού και όλα αυτά τα δέντρα μασίφ και οι φτέρες γύρω από τα σπίτια μέσα στη ζέστη και απανεμιά) μα για τους ανθρώπους αυτούς είμαι βέβαιος πως το να επιβιώνουν απλώς εντός μίας φωτογενούς καρντ ποστάλ δεν τους είναι αρκετό. Δεν θα ικανοποιήσει τις όποιες ζωτικές ανάγκες τους και ούτε θα τους βοηθήσει στα όνειρα τους. Ποια η πρόσβαση τους σε υπηρεσίες υγείας και παιδείας; Πως βγαίνει κανείς από όλο αυτό τον φαύλο κύκλο φτώχειας αν αυτό να δύναται ποτέ εφικτό. Τέτοια δύσκολα ερωτήματα προκύπτουν στο μυαλό του επισκέπτη σε τέτοιες ονειρικές μα οικονομικά ταλαιπωρημένες χώρες εκτός αν κανείς στρουθοκαμηλίζει διαρκώς και παρατηρεί τον περίγυρο του μόνο στα κλαμπάκια και τις παραλίες.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Κολομβιανού Οργανισμού Τουρισμού η ακτή της Σάντα Μάρτα, το El Rodadero είναι από τις πιο διάσημες της Καραϊβικής. Τότε το επιβλητικό αν και ίσως υπερβολικά χτισμένο παραλιακό μέτωπο της ήταν ένα μέρος με αποκλειστικά ντόπιους επισκέπτες σε αριθμούς εντός των λογικών ορίων. Την θυμάμαι να είναι πήχτρα μόνο στα ιγκουάνα, κάτι που έδινε μία καλοδεχούμενη επιπλέον τροπική νότα στο τοπίο. Στο τέλος της ημέρας παρέες νέων κάνανε πάρτυ εκεί και χορεύανε ( μέχρι πρωίας;…δεν είμαι σίγουρος, εμείς φύγαμε νωρίτερα ).
-
-
-
-
-
- OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Medellin: Η κάποτε Μέκκα της εγκληματικότητας! Είχε μάλιστα βαφτιστεί η πιο επικίνδυνη πόλη στoν πλανήτη τη δεκαετία του 90. Τέτοιοι χαρακτηρισμοί ανήκουν πλέον στο λησμονημένο παρελθόν. Το ποσοστό των ανθρωποκτονιών έχει μειωθεί κατά ένα εντυπωσιακό 97% μεταξύ 1993 και 2022. Η πόλη είναι ίσως το πιο ζωτικό και δημιουργικό αστικό κέντρο της χώρας και η περιοχή της Αντιοχείας μάλιστα, πρωτεύουσα της οποίας είναι η Medellin είναι πλέον η πιο πλούσια της Κολομβίας. Άκουσα πολλούς ντόπιους να λένε μεταξύ των άλλων και διάφορα τοπικιστικά του τύπου «τα έχουμε όλα- θα μπορούσαμε να είμαστε ανεξάρτητοι» κλπ κλπ. Η πόλη διαθέτει χρώμα και προσωπικότητα μα κατά τη γνώμη μου λίγη καλαισθησία. Εξάπτει περισσότερο την περιέργεια του επισκέπτη λόγω της ιστορίας της, της κουλτούρας και της έντονη πολύβουη καθημερινότητα της.
Ψάχνοντας online περιγραφές της Medellin από αρθρογράφους και άλλους ταξιδιώτες, διαβάζω ότι είναι η πόλη «της αιώνιας άνοιξης» λόγω του ήπιου, γλυκού κλίματος της δώδεκα μήνες το χρόνο αλλά και ότι φημίζεται ως πρωτοπόρα στην αστική ανάπτυξη. Σε γενικές γραμμές αποτελείται από πολλά πανύψηλα κτίρια που φωλιάζουν μαζί με πιο τυπικές γειτονιές και μερικές παραγκουπόλεις στο κέντρο της πεδιάδας Aburrá , περιτριγυρισμένα από τα βουνά της οροσειράς cordillera central. Η άναρχη δόμηση μοιάζει να στοχεύει σε κατασκευές με όσο περισσότερο δυνατόν ύψος με λίγη έγνοια για ένα ενιαίο σχέδιο πόλης ή αισθητικό αποτέλεσμα. Οι έπαινοι online περισσότερο έχουν να κάνουν με το πως κάποια συγκοινωνιακά έργα έχουν ενώσει τα τμήματα αυτής της ποικιλόμορφης πόλης με αρμονία. Μποκοτά και Μεντελίν ταυτίζονται πολύ σε αυτό αν και παρόμοια αίσθηση μου αφήνουν οι φωτογραφίες άλλων μεγαλουπόλεων της ηπείρου που δεν έχω πάει όπως πχ το Σαο Πάολο ή το Καράκας .
Η πολυήμερη διαμονή μου στο πατρικό του φίλου μου στην γειτονιά El Poblado μου επιτρέπει να παρατηρήσω κάποια τυπικά γνωρίσματα μιας μεγάλης οικογένειας λατίνων- πως συγκεντρώνονται για να φάνε όλοι μαζί πρωινό ( πραγματικά θυμηθείτε την τελευταία φορά που καθίσατε με όλη την εκτεταμένη σας οικογένεια να φάτε …πρωινό ) και πως επιτυγχάνεται η συνύπαρξη σε κοινωνικές περιστάσεις τόσο πολλών μελών μιας εκτεταμένης φαμίλιας παρά το αναμενόμενο φάγωμα μεταξύ συγγενών παρασκηνιακά για χίλιους δυο λόγους. «Μιλάνε ο ένας στον άλλον λες και είναι μικρά παιδιά» μου αναφώνησε κοινός μας νοτιοαφρικανός φίλος που τους γνώρισε στο παρελθόν, αναφερόμενος στο υπερβολικό νάζι στο λόγο, στα ατέλειωτα ‘μανούλίτσα’, άδερφούλη,’ ξαδερφούλα’ που ξεστομίζονται από τα χείλη σαραντάρηδων και πενηντάριδων και την τάση για την χρήση γλυκερών υποκοριστικών και παρατσουκλιών για τα μικρά παιδιά.
Τις επόμενες μέρες ανάμεσα σε στιγμές οικογενειακής θαλπωρής και ατέλειωτων συνάξεων σε διάφορα σπίτια για οικογενειακά τσιμπούσια, βρίσκω το χρόνο να εξερευνήσω κάποια από τα βασικά αξιοθέατα της πόλης.
Η Plaza Botero με τα αγάλματα του διάσημου καλλιτέχνη Φερνάντο Μποτερό είναι το αδιαμφισβήτητο κόσμημα της. Το επονομαζόμενο Μουσείο Της Αντιόχειας βρίσκεται μεταξύ του Palacio de la Cultura και του ιστορικού ξενοδοχείου Nutibara και φιλοξενεί περαιτέρω έργα του προαναφερόμενου αλλά και του Pedro Nel Gomez.
Cerro nutibara– Μία μέρα ανεβαίνουμε στον μικρό αυτό λόφο κοντά στη γειτονιά Santa Monica όπου και θαυμάζουμε τη θέα της πόλης. Εκεί υπάρχει και το el Pueblito Paisa μία ρέπλικα ενός παραδοσιακού χωριού της περιοχής τα κτίρια του οποίου λειτουργούν σαν μαγαζιά με σουβενίρ. Ένα γυμνάσιο ή λύκειο πραγματοποιεί εκδρομή εκεί την ημέρα που το επισκεπτόμαστε. Μερικά κορίτσια μάλλον παρατηρώντας με με την φωτογραφική μηχανή και καταλαβαίνοντας ότι είμαι τουρίστας μου ζητάνε να τις πάρω φωτογραφίες εκλαμβάνοντας με παραδόξως ως εξωτικό. Την ομορφιά των νιάτων τους τη θαυμάζω απεριόριστα μα δεν ένιωθα να την κατέχω στο ελάχιστο όταν ήμουν στην ηλικία τους.
Πολύ πιο ενδιαφέρουσα εμπειρία ήταν η επίσκεψη μας στο parque arvi, ένα τεράστιο πάρκο οικολογικού χαρακτήρα με διαδρομές για πεζοπορία και παραδόξως εύκολη πρόσβαση από την πόλη. Χρησιμοποιούμε το υπέργειο μετρό της μέχρι τον σταθμό Arvi όποτε και μετά επιβιβαζόμαστε στα metrocables, ένα σύστημα τελεφερίκ ως μέσω αστικής συγκοινωνίας που θεωρείται επαναστατικό ως προς τη σύλληψη του και επέτρεψε σε πολύ κόσμο από υποβαθμισμένες περιοχές της Μεντεγίν να πηγαίνουν στις όποιες δουλείες τους στο κέντρο σε λογικό χρόνο. Καθ’ οδόν λοιπόν προς το πάρκο αιωρούμαστε πάνω από το Σαντο Ντομίνγκο, στην comuna 1, μία από τις φαβέλες της πόλης όπου πριν μία δύο δεκαετίες δεν θα πήγαινες εκεί για κανένα μα κανένα λόγο.
Νεαροί πωλητές τοπικών εδεσμάτων στην είσοδο του Arvi
Η βιβλιοθήκη Parque biblioteca espana είναι ίσως το μόνο κτίριο που θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτοτελές αξιοθέατο εδώ πέρα. Είχα πρωτοακούσει πριν χρόνια για αυτήν όταν την είδα ως θέμα ντοκιμαντέρ για την πόλη. Οι δημοσιογράφοι/δημιουργοί της εκπομπής την παρουσίαζαν σαν έργο-σύμβολο της προσπάθειας των αρχών να μην αφεθούν στην τύχη τους τα παιδιά των μη έχοντων ( μη έχοντων του απόλυτου τίποτα). Αρχιτεκτονικά η τοποθέτηση της στο χώρο είναι πολύ ενδιαφέρουσα, σαν δύο τρία μαύρα πετράδια ριγμένα τυχαία στο έδαφος.
Επισκεπτόμαστε μόλις την αρχή του ορεινού αυτού πάρκου από όπου έχω κρατήσει μόνο λίγες σκόρπιες εικόνες αμόλυντης φύσης, ρυακιών και πεταλούδων και μία ευχάριστη αίσθηση δροσιάς στην ατμόσφαιρα.
Ίσως ακόμα πιο ενδιαφέρον από την ίδια την Medellin πάντως να ήταν η διήμερη επίσκεψη μας στο Εl Retiro, το χωριό του κολλητού μου 40 λεπτά οδήγησης νότια ( γύρω στα 32 χιλιόμετρα ). Ήταν ένα μέρος φαινομενικά τόσο άφθαρτο, μία ήσυχη γραφική κωμόπολη που προσέφερε απλόχερα στιγμιότυπα επαρχιακής κολομβιανής ζωής.
Τα πάντα ήταν τόσο φωτογενή και μειλίχια που δυσκολευόμουνα να φανταστώ την ίδια κοινότητα βυθισμένη κάποτε στην βία και τον φόβο. Ρωτάω έναν μηχανικό που εκτελεί κάποιες εργασίες στο εξοχικό του φίλου μου. Αδιάκριτο ίσως να απευθύνεις αυτό το «πως ήταν τότε η κατάσταση» στους ντόπιους που σίγουρα δεν θέλουν να τα πολυθυμούνται. «Κάποιος θα μπορούσε να έρθει και να πυροβολήσει έναν άνθρωπο τυχαία καθώς καθόσουν σε μία καφετέρια και να μην ξέρεις το γιατί. Ξεσπούσε απόλυτος πανικός και αναστάτωση, μετά η αστυνομία ερχόταν…» μου λέει.
Χρόνια μετά, τον Μάιο του 2024 αποφασίσαμε να σχεδιάσουμε ένα ταξίδι στο γειτονικό Εκουαδόρ. Θεωρήσαμε λοιπόν ως μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να το συνδυάσουμε με εμπειρίες στην Κολομβία εφόσον μας το επιτρέπει ο διαθέσιμος χρόνος μας. Επιλέγουμε να περάσουμε μερικές μέρες στην περιοχή των καλλιεργειών καφέ, στο λεγόμενο Eje Cafetero αλλά και στην πρωτεύουσα Μπογκοτά.
Πετώντας από το Γκουαγιακίλ για την Περέιρα
Coffee valley/ Eje Cafetero
Προσγειωνόμαστε στην πόλη της Pereira όπου νοικιάζουμε αμάξι και φεύγουμε κατευθείαν για το Σαλέντο, χωριό που θα αποτελέσει την βάση μας για τα δύο πρώτα βράδια. Με το καλημέρα η Κολομβία φαίνεται πιο ανεπτυγμένη και εκμοντερνισμένη από το Εκουαδόρ από το οποίο επιστρέφουμε. Ο κόσμος, οι πρώτοι τυχαίοι δηλαδή περαστικοί που αντικρίζουμε από το αμάξι να βαδίζουν στα πεζοδρόμια δεξιά και αριστερά μας, μοιάζουν να είναι σαφώς πιο εξωστρεφείς με περισσότερη αυτοπεποίθηση απλά και μόνο από τον τρόπο που κινούνται ή ντύνονται.
Salento Το Σαλέντο είναι ένα από τα πιο δημοφιλή χωριά της περιοχής Quindio, νότια της Αντιόχειας. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα δω φαινόμενα υπερτουρισμού στην ενδοχώρα της Κολομβίας αλλά το Σαλέντο είναι ένα τέτοιο μάλλον απογοητευτικό παράδειγμα. Αν κάποτε υπήρξε εδώ μία κοινότητα τα μέλη της οποίας ακολουθούσαν τον όποιο δικό τους τρόπο ζωής, σήμερα αυτό έχει αντικατασταθεί από μία σειρά συμπαθητικές επιχειρήσεις με μόνο γνώμονα τις ανάγκες των εξωτερικών επισκεπτών. Από τη δυνατή μουσική στα δύο τρία μπαρ για τους τουρίστες μέρα μεσημέρι μέχρι τις μπουτίκ με είδη ένδυσης ή τα στυλιζαρισμένα σνακ μπαρ, το τοπίο μοιάζει έντονα αλλοιωμένο από την πρωτότυπη του εκδοχή. Τα κτίρια είναι καλοδιατηρημένα και οι δρόμοι πεντακάθαροι μα το συνολικό αποτέλεσμα κάπως κάλπικο παρά όποια την φροντίδα στην αρχιτεκτονική εικόνα και το φυσικό κάλος.
Η ίσως υπερβολική μετάλλαξη του να οφείλεται στην εγγύτητα του στο κύριο αξιοθέατο του Eje Cafetero, της Valle de Cocora. Επρόκειτο για τμήμα του εθνικού δρυμού Los Nevados με χαρακτηριστικό του τα εντυπωσιακά του φοινικόδεντρα ( Ceroxylon quindiuense ή wax palm – μετάφραση στα ελληνικά δυστυχώς δεν βρήκα ).Υπάρχει η δυνατότητα τετράωρης πεζοπορίας εντός του εθνικού πάρκου αν και οι περισσότεροι τουρίστες τα παρατάνε μόλις ανέβουνε μερικές εκατοντάδες μέτρα στο πρώτο λόφο με πανοραμική θέα. Εκεί παίρνουν μερικές φωτογραφίες σε μία πλατφόρμα σε σχήμα μαρμάρινου χεριού. Σχηματίζεται μία μικρή ουρά για την ιδανική selfie οπότε και αμέσως μετά η πλειοψηφία τους αρχίζει τη κάθοδο της στο σημείο εκκίνησης. Υπάρχουν διάφορα άλλα γιγάντια αγάλματα με προτομές Ινδιάνων ή τοπικά ζώα που μοιάζουν μάλλον παράταιρα και κακόγουστα. Χρειάζεται να έχεις σχετικά καλή φυσική κατάσταση αλλά και την κατάλληλη ενδυμασία για μία εκτενέστερη πεζοπορία ανηφορικά στο βουνό, κάτι που πολλοί από τους ανθρώπους που παρατήρησα γύρω μας το αγνόησαν παντελώς.
Να σημειώσω εδώ ότι πληρώνεις είσοδο σε μία ιδιωτική φάρμα (που μάλλον διαχειρίζεται και φροντίζει τμήμα της περιοχής) προκειμένου να εισέλθεις στο πάρκο. Προ του σημείου έναρξης, διάφοροι άνθρωποι προσφέρουν tours ιππασίας τα οποία ακόμα και αν τους αρνηθείς παραμένουν ευγενέστατοι και σου εύχονται μία καλή μέρα.
Finlandia Ο δεύτερος προορισμός μας η πιο ήρεμη και θελκτική Finlandia. To airbnb μας βρίσκεται παραδόξως εντός τμήματος άλλου εθνικού δρυμού. Μία οικογένεια ντόπιων φροντίζει την γη και τις αγελάδες εκεί και μία μέρα ο πατήρ της φαμίλιας μας φωνάζει για να μας δείξει κοκκινοτρίχιδες πιθήκους που ξεκουράζονται στα δέντρα ( στην φώτο με τις αγελάδες στη χαράδρα στο βάθος).
Buenavista: Θέλοντας να εξερευνήσουμε όσο είναι δυνατόν περισσότερα, οδηγούμε μερικές ώρες παραπάνω για να επισκεφτούμε και δύο άλλους οικισμούς σε μακρύτερη απόσταση που χρίζουν ενδιαφέρον, την Buena Vista και το Pijao. Στην βροχερή Buena Vista σταματάμε σε ζαχαροπλαστείο/καφετέρια που διαχειρίζεται φάρμα με φυτείες καφέ της περιοχής. Ο καφές αποτελεί επιστήμη στη συγκεκριμένη χώρα και πραγματικά βγάζω το καπέλο στη σερβιτόρα που μας εξήγησε άπειρα περί οξύτητας, γλυκύτητας, χημικών διεργασιών και κλιματολογικών διαφορών αλλά και για το ότι ήξερε πως λειτουργεί η συσκευή της παρακάτω φωτογραφίας που μου έφερε στο μυαλό εφιαλτικά, ξεχασμένα νόμιζα ( το τραύμα βλέπεις ) εργαστήρια χημείας τρίτου έτους στην φαρμακευτική Θεσσαλονίκης.
–
Pijao Το Pijao είναι ίσως το πιο γνήσιο από όλα τα χωριά που επισκεφθήκαμε, το πιο ενδιαφέρον και ταυτόχρονα αυτό που νιώσαμε πιο άβολα, σαν να είχαμε εισβάλει στον προσωπικό χώρο, στο σαλόνι κάποιου που δεν μας είχε προσκαλέσει. Πέρα από τα ένα δύο μαγαζιά που πουλούσανε σπόρους καφέ σε γυαλιστερές σακούλες, ήταν ένα μέρος γεμάτο νέους φαινομενικά της εργατικής τάξης και μαγαζιά που απευθύνονται στις ανάγκες τους, πχ μπαρ που παίζανε τη μουσική τους, φαγάδικα που προσφέρανε τις σούπες τους κλπ κλπ. Ένα μικρό μνημείο στην πλατεία του χωριού είναι αφιερωμένο σε έντεκα πεσόντες στρατιώτες του στρατού σε αιφνιδιαστική επίθεση της FARC σε μονάδες του πριν από μόλις 15 χρόνια ( το 2007 ) που σου δείχνει πόσο πρόσφατη ήταν η ανασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή. Από την άλλη, και μόνο το γεγονός ότι στις μέρες μας το Pijao εμφανίζεται στους περισσότερους τουριστικούς οδηγούς και blog είναι ενδεικτικό του πόσο δραστικά έχουν βελτιωθεί τα πράγματα.
Μποκοτά: Σε διάφορα ταξιδιωτικά γκρουπ που ακολουθώ στο facebook συχνά βλέπω χρήστες να ανεβάζουν posts με φωτογραφίες αυτής της μεγαλούπολης με υπερβολικούς τίτλους όπως » Αχ λατρεμένη μου Μποκοτά» ή «Μαγική Μποκοτά» που εμένα μου δίνουν την εντύπωση ότι περισσότερο αυτοσυγχαίρονται αυτοί που ταξιδέψανε ως εκεί παρά αντανακλούν τα συναισθήματα που τους άφησε η συγκεκριμένη πρωτεύουσα . Παρότι ήθελα και εγώ να την αγαπήσω αυτό είναι δύσκολο σε μία πόλη όπου η οικονομική δυσχέρεια και τα δομικά προβλήματα είναι προφανή. Μένουμε στην αρκετά κοσμοπολίτικη γειτονιά Chapinero που μοιάζει κάπως με την Καλαμαριά στη Θεσσαλονίκη ( ευρωστία , πολλά δέντρα, στυλάτες επιχειρήσεις εστίασης και κυριλέ σούπερ μάρκετ). Στις πρώτες διερευνητικές μας βόλτες, βλέποντας όλο αυτό τον κόσμο να περπατάει αγχωμένος κρατώντας τα σακίδια μπροστά στο στέρνο του στην Carrera 7 (το δρόμο που διαχωρίζει το προάστιο μας από άλλα κοντινά) δεν εμπνεόμαστε να εισέλθουμε στις γειτονικές San Luis και Alfonso Lopez. Τα ασφυκτικά γεμάτα αστικά λεωφορεία στις 5 το πρωί (!) είναι επίσης μία στρεσογόνα εικόνα γιατί σε αυτή την μεγαλούπολη μετρό δεν υπάρχει (τώρα το κατασκευάζουν οι Κινέζοι) και όσοι δεν οδηγούν κάπως πρέπει να πάνε στις δουλειές τους. Προφανώς εφόσον για δεκαετίες η Κολομβία βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο, είναι άδικο να περιμένει κανείς να έχουν δρομολογηθεί εδώ όλες οι μεγάλες υποδομές.
Εκεί που η Μπογκοτά θα θαμπώσει τον επισκέπτη είναι στα υπέροχα εστιατόρια της, συστήνοντας μία παραγνωρισμένη κουζίνα της οποίας η ιδιομορφία οφείλεται μεταξύ άλλων σε μοναδικές πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται ( ντόπια φρούτα, λαχανικά και θαλασσινά).
Την πρώτη μέρα επιλέγουμε να επισκεφτούμε το κέντρο της πόλης. Ο uber οδηγός μας προτείνει κοσμηματοπωλεία που πουλάνε σμαράγδια, κάτι που μοιάζει να είναι μόδα εδώ για τους επισκέπτες αν και η σκέψη του να κουβαλάω πολύτιμες πέτρες κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής σε διάφορα αεροδρόμια μάλλον μου ακούγεται περίπλοκη. Φθάνουμε στην πλατεία Plaza de Bolivar de Bogota με το επιβλητικό κοινοβούλιο αλλά και πολλά πανό πάνω στα διάφορα αγάλματα να διαμαρτύρονται για ποικίλα θέματα. Ακριβώς άνωθεν της βρίσκεται η πολύ γραφική γειτονιά La Candelaria με τα ανηφορικά μονοπάτια της ανάμεσα σε art deco και αποικιακής αρχιτεκτονικής κτίσματα και τα επιβλητικά βουνά της πόλης στο βάθος του ορίζοντα.
Ο Μποτερό ο οποίος έζησε μέχρι τα 91 του ( πέθανε μόλις το 2023 από φυσικά αίτια) κατάφερε αυτό που κάθε ζωγράφος, γλύπτης, σκηνοθέτης, ροκ μπάντα, κάθε καλλιτέχνης τέλος πάντων ανεξαρτήτως είδους επιθυμεί πάνω από όλα. Καθιέρωσε ένα αποκλειστικά δικό του στυλ. Στο ευρύ κοινό είναι ευρέως γνωστός ως αυτός ο τύπος που ζωγραφίζει ευτραφείς ανθρώπους, κάτι στο οποίο ο ίδιος απάντησε ότι «ζωγραφίζω απλά ανθρώπους». Έχει περιγράψει σε συνεντεύξεις του ότι στόχος του είναι η αναπαράσταση του εκτοπίσματος και του αισθησιασμού των χαρακτήρων του μέσα από το έντονες διαστάσεις τους. Ειδικά οι πίνακες με τις υπαρκτές προσωπικότητες όπως ο Ιησούς Χριστός ή ο τρομοκράτης Εσκομπάρ (στην σκεπή πέφτοντας νεκρός από τις σφαίρες των αστυνομικών που τον κυνηγούσαν) είναι που εμένα μου δείχνουν ένα έντονα ανατρεπτικό πνεύμα πέρα των όποιων άλλων καλλιτεχνικών αρετών του.
Επιπροσθέτως λοιπόν του μουσειακού χώρου στη Μεντεγίν υπάρχει ένας επιπλέον και στη πρωτεύουσα, το Museo Botero σε κοντινή απόσταση από την Plaza de Bolivar. Δεν χρεώνεται είσοδος στους επισκέπτες ( περιέργως ούτε στους τουρίστες ) και αποτελεί ένα φινετσάτο και σπουδαίο πολιτιστικό κέντρο παρά το σχετικά μικρό μέγεθος του.
Όσο για τον Μαρκές, έχω διαβάσει μόλις ένα βιβλίο του, το «100 Χρόνια Μοναξιά». Θυμάμαι να εντυπωσιάζομαι από το χρώμα και τις μυρωδιές που σχεδόν ξεπηδούσανε από τις σελίδες αλλά και να μπερδεύομαι με τους διάφορους χαρακτήρες με παρόμοια ονόματα διαφορετικών γενεών της ίδιας οικογένειας όπως και να ξαφνιάζομαι με το πολύ αβίαστο σεξ μεταξύ των χαρακτήρων, σε κάποιες περιπτώσεις συγγενικών.
Η παρουσία τέτοιων γιγάντιων καλλιτεχνών σε μία χώρα σαν την Κολομβία δεν συνεπάγεται απαραιτήτως ότι όλοι οι κάτοικοι της έχουν αγκαλιάσει ή ακόμα έχουν έρθει σε επαφή με το έργο τους. Ούτε στην Ελλάδα για παράδειγμα έχουμε διαβάσει όλοι μας Καβάφη,Καζαντζάκη ή Ελύτη ( προσωπικά ομολογώ ότι δυστυχώς παραμένω ανίδεος πάνω στη δουλειά και των τριών) . Δημιουργίες τέτοιας εμβέλειας όμως όμως θα λειτουργούν διαχρονικά ως έμπνευση για αμέτρητους και αγέννητους ακόμα κολομβιανούς ζωγράφους, γλύπτες και συγγραφείς.
Μία τελευταία δραστηριότητα που και εδώ συστήνεται ως επιβεβλημένη για τον επισκέπτη είναι η ανάβαση στο λόφο του Monseratte με τελεφερίκ. Ανεβήκαμε και εμείς και η θέα είναι αχανής μα κατατοπιστική ως προς το μέγεθος και της μορφής της πόλης. Οι λιτανείες από την ομώνυμη εκκλησία που βρίσκεται εκεί ακούγονται στη διαπασών με τη βοήθεια μεγαφώνων και παρατηρώ ομάδες νεαρών επισκεπτών να κρατάνε τα χέρια τους κυκλικά και προσεύχονται, κάτι που με παραπέμπει σε λειτουργίες βορειοαμερικανών τηλε-ευαγγελιστών . Η θρησκευτικότητα είναι έντονη και πανταχού παρούσα.
Στην πτήση της επιστροφής έχω ενδιάμεσο σταθμό τις ΗΠΑ όπου πρέπει κανείς να περάσει από έλεγχο διαβατηρίων ακόμα και αν ο τελικός του προορισμός δεν είναι η υπερδύναμη. Εξαιτίας αυτού όμως παραλίγο να χάσω το δεύτερο αεροπλάνο παρότι μεσολαβούν τρεις ώρες μεταξύ των δύο, κάτι που δεν απασχολεί στο ελάχιστο τους Αμερικάνους αξιωματούχους που σου κάνουν τον τελωνειακό έλεγχο με το πάσο τους. Δεν είναι βλέπεις αντιπρόσωποι αεροπορικών εταιρειών ούτε ελεγχόμενοι από την διοίκηση του αεροδρομίου και δεν ιδρώνουν στο ελάχιστο εάν εσύ χάσεις την ανταπόκριση σου. Όσο ευνοϊκές λοιπόν και να είναι οι τιμές εισιτηρίων που θα βρείτε online, αποφύγετε το αμερικανικό έδαφος πάση θυσία. Δεύτερον παρατηρώ τους αστυνόμους υπηρεσίας να φωνάζουν ξανά και ξανά την λέξη «Escort» ( συνοδός) κατά τον έλεγχο πολλών συνεπιβατών μου στην ουρά, κυρίως Κολομβιανών. Ένας δεύτερος αρμόδιος θα τους συνοδέψει σε άλλη αίθουσα για περαιτέρω συζήτηση. Οι ΗΠΑ υποβάλλουν πολίτες χώρων σαν την Κολομβία σε μία αρκετά περίπλοκη διαδικασία έκδοσης βίζας μα για πολλούς ακολουθεί επιπλέον ανάκριση που αναρωτιέμαι κατά πόσο είναι δικαιολογημένη.
Γαστρονομία – Η Κολομβία είναι ίσως από τα πιο ιδιαίτερα ταξίδια που μπορεί κάνει κάποιος λάτρης της γαστρονομίας. Λίγα γνωρίζει ο κόσμος διεθνώς για τη συγκεκριμένη κουζίνα. Υπάρχουν ναι μεν καταστήματα με arepas στην Ισπανία ή λίγα στο νότιο Λονδίνο ( δεν έχω δει κάτι αντίστοιχο στην Αθήνα ακόμα ) όμως όλα τους είναι ταχυφαγεία που παίζουν τον αντίστοιχο ρόλο των γυράδικων στην Ελλάδα.
Σε ένα άρθρο μάλιστα που είδα πρόσφατα δημοσιευμένο στην lifo για την πόλη οι περισσότερες φωτογραφίες του γράφοντα ήταν από ένα γεύμα που είχαν απολαύσει σε ένα χλιδάτο εστιατόριο της πρωτεύουσας ( αλήθεια, lifo γιατί αυτός και όχι εγώ;…). H αλήθεια είναι ότι ίσως και το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό πορτοφόλι μας μας δίνει πρόσβαση σε πολύ καλά εστιατόρια να συνέβαλε στο να απολαύσω τα γεύματα στο συγκεκριμένο ταξίδι όσο σε λίγα άλλα. Αλλά και από την πρώτη μου επίσκεψη προ δεκαετίας, ακόμα θυμάμαι το Ajiaco που τρώγαμε με την οικογένεια του Ricardo στη Μεντεγίν, μία σούπα τυπική της Μπογκοτά που συνδύαζε κρέας, φρούτα και ζαρζαβατικά φαινομενικά χωρίς καμία λογική αλλά σε ξάφνιαζε στη γεύση ειδικά όταν την συνδύαζες με τα τυπικά δεύτερα πιάτα τους ( platanos maduros/τηγανιτές μπανάνες, αρέπας και ντόπιο τυρί)
Πολιτική : Οι διαφορές μεταξύ πολιτικών ρευμάτων, δηλαδή αυτό το άχαρο δεξία-αριστερά στην Λατινική Αμερική βιώνεται πολύ πιο έντονα από τον υπόλοιπο κόσμο. Ο λόγος μοιάζει να είναι το ιδιαίτερα βίαιο πρόσφατο παρελθόν αλλά και το γεγονός ότι ενώ στην Ευρώπη όλα τα κόμματα ακολουθούν πλέον πάνω κάτω την ίδια οικονομική λογική (με άλλες προσεγγίσεις κυρίως στα κοινωνικά ζητούμενα), στις χώρες της λατινικής Αμερικής η φτώχεια είναι τόσο έντονη και η πρόσβαση σε ουσιαστικές ευκαιρίες γεμάτη εμπόδια. Αυτό καθιστά τις προκλήσεις μεταξύ της διαχείρισης των μακροοικονομικών στόχων και της κάλυψης των καθημερινών αναγκών των πληθυσμών συγκριτικά πολύ μεγαλύτερες για τον οποιοδήποτε πολιτικό. Η Κολομβία για παράδειγμα έχει αριστερό πρωθυπουργό που αποτελούσε ο ίδιος πρώην αντάρτη ( της οργάνωσης Μ-19 ). Μέχρι στιγμής φαίνεται να είναι αξιοπρεπής πολιτικός. Εμένα πάντως μου έχει μείνει περισσότερο ο κεντροδεξιός πρώην πρωθυπουργός Εμανουελ Σάντος και το δημοψήφισμα που οργάνωσε για την σύναξη ειρήνης με τις FARC, της μεγαλύτερης ένοπλης αντάρτικης οργάνωσης που ουσιαστικά αποτέλεσε το αντίπαλο δέος στον εμφύλιο πόλεμο στον οποίο η χώρα βρισκόταν από το 1964 μέχρι το 2016. Τότε ήταν που υπογράφηκε εκεχειρία και οι πρώην αντάρτες συμφώνησαν να αφήσουν κάτω τα όπλα και να μετατραπούν σε πολιτικό κόμμα εφόσον τους δοθεί αμνηστία. Οι Κολομβιανοί πολίτες θυμωμένοι με την αιματοχυσία και τις μεθόδους των farc το απέρριψαν στην κάλπη. Έχω ακούσει πολλά σχόλια νεαρών ευρωπαίων που ρομαντικοποιούσαν τις FARC και τον «αγώνα» τους. Αίσθηση είχε προκαλέσει μία Ολλανδέζα, η Tanja Nijmeijer η οποία αφού τελείωσε σπουδές και μεταπτυχιακά στο Groningen πήγε στην Κολομβία για να εργαστεί ως δασκάλα αγγλικών όπου και έγινε μέλος των Farc το 2002 μέχρι και την διάλυση τους. Είναι πάντως πιο συνετό να μην επικροτείς ατάραχα τις όποιες «ένοπλες» επαναστάσεις όταν δες ζεις στη χώρα που της βιώνει. O σκοπός εδώ δεν αγιάζει σίγουρα τα μέσα. Η συγκεκριμένη οργάνωση αυτοχαρακτηριζόταν ως λενινιστική/μαρξιστική και θεωρητικά ξεκίνησε υπερασπιζόμενη αγροτικούς πληθυσμούς. Σε τελική ανάλυση όμως τις όποιες ανισότητες, τη διαφθορά, τη κοινωνική αδικία στην κολομβιανή κοινωνία δεν τις νικάς με απαγωγές για την καταβολή λύτρων, αμέτρητες τυχαίες βομβιστικές επιθέσεις, εκτοπισμούς χωρικών από τις εστίες τους και ενεργή συμμετοχή στη παραγωγή και το εμπόριο ναρκωτικών, πρακτικές στις οποίες κατέφυγαν κατ’επανάληψη οι FARC. Οι ψηφοφόροι λοιπόν ήθελαν να δουν τους αντάρτες τιμωρημένους και όχι στα έδρανα της βουλής και καταψήφισαν το σχετικό νομοσχέδιο. Ο ίδιος o Santos εν τέλη αγνόησε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που ο ίδιος οργάνωσε. Έκανε μία «κωλοτούμπα» που θα λέγαμε και εμείς στην Ελλάδα. Το μεγαλείο αυτής της πολύ αντιδημοφιλούς κίνησης που μάλλον τον τελείωσε πολιτικά είναι ότι ενώ κατανοούσε το τραύμα και το δικαιολογημένο θυμό μεγάλου τμήματος του πληθυσμού, ήξερε ότι αυτό έρχεται δεύτερο στην ανάγκη για εθνική συμφιλίωση ώστε να έρθει ένα καλύτερο μέλλον για όλους. Για τον οραματισμό του (ποιότητα τόσο σπάνια στην πολιτική) ο Σάντος βραβεύτηκε με το Νόμπελ ειρήνης το 2016.
Ασφάλεια
Το θέμα της επικινδυνότητας είναι δύσκολο να το σχολιάσω με εγκυρότητα από τη στιγμή που σε εμάς δεν συνέβη το παραμικρό και σε τελική ανάλυση απλά ταξίδεψα, δεν έζησα στη χώρα. Ήδη νιώθω ότι ίσως αδίκως το έχω υπερτονίσει με τις συνεχείς αναφορές μου στα παθήματα της Κολομβίας.
Θυμάμαι πάντως σε ένα μπαρ στη Μεντεγίν να μας κάνουν σωματικό έλεγχο πριν μπούμε. Σε μία άλλη βραδινή έξοδο με την οικογένεια του κολλητού μου σε ένα καζίνο εγώ και η αδερφή του αποφασίσουμε να επιστρέψουμε νωρίτερα λόγο κούρασης. Παρατηρώ πως το ταξί που μας γυρίζει πίσω αποφεύγει να σταματά επανειλλημένα στα κόκκινα φανάρια το βράδυ . Ρωτάω αφελέστατα το γιατί . Αργότερα καταλαβαίνω ότι ήταν επειδή σε συγκεκριμένα σημεία υπάρχει η πιθανότητα κάποιου να επιτεθεί στους οδηγούς που περιμένουν τον σηματοδότη να ανάψει πράσινο. .
Απλά θα συνιστούσα γενικά μία κάπως συντηρητική προσέγγιση σε ένα τέτοιο ταξίδι. Για παράδειγμα στη Μπογκοτά, ακόμα και στην αρκετά καλή γειτονιά που διαμέναμε, όταν ρωτήσαμε αν θα ήταν καλή ιδέα να βγούμε για έναν περίπατο το βράδυ μας λένε από το ξενοδοχείο πως καλύτερα όχι, αν και υποθέτω ότι το κάνουν για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και γιατί τους τουρίστες τώρα ποιος τους εμπιστεύεται με το οτιδήποτε.
Πολύ νερό έχει κυλήσει στο αυλάκι. Τη θέση της Κολομβίας στο πάνθεον των δυσλειτουργικών παραδείσιων προορισμών έχει πάρει το Μεξικό ( με χρόνια προβλήματα αλλά μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές του) και η Βενεζουέλα η οποία ξεκίνησε από ένα διφορούμενο αριστερό πολιτικό πείραμα που εκτροχιάστηκε ολοκληρωτικά με τον θάνατο του εμπνευστή του Hugo Chavez το 2010.
Οι άνθρωποι:
Βιβλία θα μπορούσαν να γραφτούν για την γοητεία αυτού του λαού. Ειδικά εάν επισκεφθεί κανείς την χώρα αμέσως μετά το Εκουαδόρ ( όπως συνέβη στη δική μας περίπτωση) ή πχ το Περού προσέχει αμέσως μία αισθητή διαφορά στις εντυπώσεις που αφήνουν εδώ άντρες και γυναίκες. Συγκεκριμένα πολύ περισσότερο sex appeal και αυτοπεποίθηση στη κίνηση και στην ένδυση και πολύς ερωτισμός στην καθημερινότητα. Μιλάμε για από τις πιο εξωστρεφής κουλτούρες παγκοσμίως. Μία ευρωπαία αεροσυνοδός την οποία γνωρίσαμε στο τελεφερίκ στο Κίτο παρατηρεί ότι τους Εκουατοριανούς θες να τους δώσεις μία ζεστή αγκαλιά αλλά με τους Κολομβιανούς τα πράγματα είναι αλλιώς, είναι πιο macho μας λέει, σου προκαλούν άλλα πιο αμυντικά αντανακλαστικά. Θυμάμαι τα νέα παιδιά στα μπαρ της Μεντεγίν που είχαμε βγει, το πως χορεύανε κολομβιανή σάλσα αναμεταξύ τους όπου η μέση και η λεκάνη ( η cadera και η cintura που λένε και εδώ και όλα τα συναφή) λικνίζεται συνεχώς και ακομπλεξάριστα ( ακόμα και η αντρική) και όλα αυτά τα ντουέτα με τα αγόρια και τα κορίτσια να φλερτάρουν ασταμάτητα πάνω στη πίστα.
Ακόμα και τα παλιότερα τραγούδια που ακούγαμε στο ραδιόφωνο στο αμάξι που νοικιάσαμε δείχνουν έναν κόσμο που του αρέσει να περνάει καλά ακόμα παρά τα πολλά που τον ταλαιπωρούν. Και δεν αναφέρομαι τόσο στο (ενοχλητικό) reggaeton που είναι πολύ της μόδας ούτε στην Shakira αλλά σε παλιότερες επιτυχίες επηρεασμένες από ρυθμούς της Καραϊβικής. Ειδικά ένα ρεφρέν του τραγουδιού «Canoa Rancha» των Grupo Niche όπου ο τραγουδιστής ρωτάει «αυτά τα καρβελάκια γιατί είναι;» για να του απαντήσουν οι χορωδοί όλο ενθουσιασμό ότι «είναι για να τα τσιμπήσεις με καφέ!» μου έμεινε και ακόμα όταν το ακούω χαμογελάω.
Μέχρι και σήμερα στην Κολομβία υπάρχουν περιοχές που δεν πρέπει να ταξιδέψεις. Εν έτη 2024 οι ιστοσελίδες των ΗΠΑ ή και της Αγγλίας όπου ζω είναι γεμάτες με προειδοποιήσεις που σε σκιάζουν. Είναι κυρίως τα σύνορα με Βενεζουέλα, Παναμά και Εκουαδόρ που πρέπει να αποφεύγουν οι επισκέπτες αν και μεγάλο τμήμα αυτής της πανέμορφης χώρας συγκαταλέγεται ως «reconsider the need to travel» ( » ξανασκεφτείτε το βρε παιδιά!»).
Σε πρόσφατη επίσκεψη του Ricardo εδώ στην Αγγλία όπου μένω την τελευταία δεκαετία, μία μέρα στο μετρό ένα ζευγάρι ηλικιωμένων Ρουμάνων τουριστών μας ζητάει οδηγίες. Τους λέμε ποιο τρένο πρέπει να πάρουν. Η γυναίκα μιλάει λίγα αγγλικά. Ο σύζυγος πολύ περισσότερα και θέλει να τα χρησιμοποιήσει. Από που είστε μας ρωτάει και ο Ricardo του απαντά πρώτος «Από την Κολομβία!». » Α σαν τον Εσκομπάρ» αστειεύεται ο κύριος. » Ναι και εγώ είμαι ένας Εσκομπαρ αλλά καμιά συγγένεια» ( το Εσκομπαρ είναι συχνο επίθετο στη χώρα- σαν να λέμε Παπαδόπουλος ένα πράμα και ένα από τα πολλά ενδιάμεσα ονόματα του φίλου μου είναι και αυτό ). Το λέει με χαμόγελο, σαν συνηθισμένος από τέτοιες κρυάδες. Σε μία ( εντελώς πληρωμένη ) απάντηση αντίστοιχης αγαρμποσύνης ο φίλος μου τον ρωτάει » Πως είναι τα πράγματα στη Ρουμανία; Φτώχεια ;» στο οποίο ο ηλικιωμένος τουρίστας απαντά ότι θα μπορούσαν να είναι και καλύτερα. Αναρωτιέμαι αν οι άνθρωποι της δικής μου γενιάς ( 40 και ) μπορούν να ξεκολλήσουν από στερεότυπα που ελάχιστη σχέση έχουν πλέον με την πραγματικότητα και να ξαναανακαλύψουν τον κόσμο με ανοιχτό μυαλό.
Οι περιηγήσεις μου στην Κολομβία ήταν αδιαμφισβήτητα από τις πιο θαυμαστές στιγμές που έχω ζήσει ως ταξιδιώτης και ανυπομονώ να επιστρέψω αν αυτό γίνει ποτέ δυνατό. Παραμένω με την περιέργεια. πως να είναι το Κάλι ( η πρωτεύουσα της Σάλσα ) ή για την απόλυτη φωτογένεια του Popayán ή για το καρναβάλι της Μπουκαραμάνγκα ( και μόνο το όνομα κάποιων πόλεων εδώ εξάπτει τη φαντασία). Η χώρα συνδυάζει το μεγαλείο του Αμαζονίου με την αποικιακή αρχιτεκτονική της ισπανικής αυτοκρατορίας και το γλεντζέδικο πνεύμα της καραϊβικής και των λατίνων και παρότι ακόμα ουσιαστικά επουλώνει τις πληγές της, γοητεύει με ευκολία ακόμα και τον πιο απαιτητικό, στρυφνό επισκέπτη. Η σημερινή πιτσιρικαρία θα έχει περισσότερο χρόνο και ενέργεια στη διάθεση της να την εξερευνήσει ενώ συνεχώς εξελίσσεται, ακμάζει και ανοίγει περαιτέρω τις πόρτες του στον κόσμο.