psilos3
Member
- Μηνύματα
- 6.650
- Likes
- 51.364
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Το αυτοκίνητο με τους πέντε φίλους ανέβαινε την ανηφόρα αγκομαχώντας. Δεν ήταν και λίγες οι στροφές άλλωστε στις παρυφές του Ψηλορείτη, καθιστώντας τη διαδρομή όχι και τόσο ευχάριστη σε μερικά σημεία.
Χρειάστηκε σχεδόνα μια ώρα δρόμου μέχρι να δούμε στα μάτια μας την είσοδο της γνωστής Κωμόπολης. Γνωστής τόσο από το ένδοξο και μαρτυρικό παρελθόν της, για το αγωνιστικό φρόνημα των κατοίκων της με τις αμέτρητες θυσίες και τον αγώνα τους τη περίοδο της κατοχής. Στη κεντρική πλατεία μπορεί κανείς να δει χαραγμένη την επίσημη διαταγή των ναζί που αποτέλεσε αφετηρία του ολοκαυτώματος τον Αύγουστο του 44, μιλώντας ξεκάθαρα για ισοπέδωση του χωριού και εκτέλεση κάθε άνδρα σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου.
Πολυσυζητημένης επίσης στα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, συγκεκριμένα της τελευταίας οκταετίας, όπου ακούστηκε πολύ από τα κανάλια με αφορμή τη μηδαμινή αποκομοιδή ψήφων σε συγκεκριμένο ...χώρο.
Γνωστή όμως και για έναν ακόμη λόγο. Τους πολλόυς και σημαντικούς καλλιτέχνες Κρητικής -και όχι μόνο- μουσικής που κατάγονται απ' αυτήν. Η τοιχογραφία του σπουδαιότερου όλων σε συνδυασμό με τους στίχους του Ρίτσου μας καλωσόρισε σ' αυτή:
Παρά το ψιλόβροχο αφήσαμε το αμάξι και το κόψαμε με τα πόδια. Έμεινα εσκεμμένα τελευταίος στο κατηφορικό δρόμο καθώς είχα σκοπό να φωτογραφίσω. Η αλήθεια είναι ότι περίμενα να δω αρκετά πιο μικρό χωριό, κάτι που ασφαλώς δεν έχει τόση σημασία.
Σημασία έχουν τα συνθήματα στους τοίχους, που καμιά φορά μπορούν να σου δώσουν συνοπτικά να καταλάβεις που βρίσκεσαι:
Ειδικότερα δε όταν προέρχεσαι από μαρτυρικό χωριό που έχει βιώσει αντίστοιχο ολοκαύτωμα.
Μπήκαμε στο καφενείο της πλατείας μεσημεράκι. Έφτασα τελευταίος λίγο μετά κλείνοντας τη πόρτα. Το βλέμα μου πήγε κατευθείαν σε μια παρέα ντόπιων 55-65 χρόνων που καθόταν στην άλλη πλευρά του καφενέ. Είπα μια καλησπέρα και κάθισα στη καρέκλα που με περίμενε στο τραπέζι των παιδιών.
- Κέρασε τση, ακούστηκε δυνατά από τη παρέα των Ανωγειανών χωρίς να προλάβουμε καλά καλά να βγάλουμε τα μπουφάν μας.
Η κυρία που μας σέρβιρε τους Ελληνικούς μετά από λίγη ώρα μας ενημέρωσε ότι ήταν κερασμένοι, επιβεβαιώνοντας το γεγονός. Έτσι, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, μόνο και μόνο επειδή είδαν καινούριες φάτσες στο χωριό καταμεσής του Χειμώνα, τέλη Γενάρη. Χωρίς καν να συστηθούμε, κάτι που θα γινόταν λίγη ώρα μετά.
Την ώρα που παραγγείλαμε το «αγίασμα» και θεωρήσαμε σωστό να ανταποδώσουμε το κέρασμα:
Ο ένας από τη παρέα μας πλησίασε, πιάνοντας μας τη κουβέντα και καλωσορίζοντας μας. Τον ακούγαμε με απόλυτη προσήλωση:
-Το χωριό μας είναι μεγάλο, φιλόξενο και προπαντώς Δημοκτατικό. Εδω χωράνε όλοι οι άνθρωποι και γίνονται δεκτές όλες οι απόψεις με σεβασμό.
-Στο μέρος μας δεχόμαστε κι έχουν δικαίωμα λόγου οοοοοολα τα κόμματα. Όλα εκτός από ένα, τη ....ή .....ή.
-Συστηθήκαμε;
-Ναι
-Συννενοηθήκαμε;
-Απόλυτα
-Κατάστημα, κέρνα τα παιδιά μια ρακή.
Λίγες κουβέντες, μετρημένες και καλές. Κουβέντες ξηγημένες και παλικαρίσιες. Κρητικές, Ανωγειανές.
Χρήσιμες ακόμα κι αν ήμασταν σχετικά «διαβασμένοι» πριν φτάσουμε σ' αυτό το τόπο.
Μετά από λίγες ώρες άφησα τους υπόλοιπους να συνεχίσουν, πήρα τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι και ξεκίνησα μετα πόδια για το σπίτι του Ξυλούρη, γνωστό αξιοθέατο της περιοχής. Δυστυχώς το βρήκα κλειστό και αρκέστηκα στη φωτογραφία:
Αυτό που δε βρήκα κλειστό όμως ήταν το απέναντι παραδοσιακό καφενείο-ζαχαροπλαστείο. Δίχως να το σκεφτώ άνοιξα τη πόρτα και μπήκα μέσα.
- Καλώς το κοπέλι, είπε μόλις με είδε η ιδιοκτήτρια. Έπιασα ένα τραπέζι και παρείγγηλα μια τσικουδιά. Κι άλλη μία. Η μεγάλη σόμπα ζέσταινε τον υπέροχο αυτό χώρο με τα πολλά κάδρα των Κρητών μουσικών. Δίπλα της ο παππάς του χωριού μαζί μ' ένα γεράκο. Απέναντι μια μεγάλη οικογένεια γιόρταζε κάποια γενέθλια απ' ότι κατάλαβα.
Η τρίτη τσικουδιά ήρθε κερασμένη απο το μαγαζί. Μαζί της ήρθε στο τραπέζι μου μια κυρία γύρω στα 70 πιάνοντας μου τη κουβέντα αφού μου ζήτησε πρώτα φωτιά.
- Από πού είσαι παλικάρι; Πως απ' τα μέρη μας έτσι μοναχός;
- Θεσσαλονίκη στα ορεινά, έχω παρέα που περιμένει. Εγώ ήρθα να δώ το σπίτι του Ξυλούρη.
- Έχετε προβλήματα τώρα κι εσείς με το Μακεδονικό. Πολλά ακούγονται, τι γίνεται πάνω;
- Ότι γινόταν και πριν 30 χρόνια κυρία. Σε δουλειά να βρισκόμαστε για τα κέφια των «μεγάλων».
- Ιντα τα θες αγόρι μου; Οι λαοί είναι που τη πληρώνουν πάντα...
Ήπια τη τέταρτη, ευχαρίστησα και έφυγα προκειμένου να βρω τη παρέα όπου είχε στρωθεί για τα καλά, αντάλάσσοντας κεράσματα. Το βράδυ είχε κάνει ώρα πριν την εμφάνιση του και προτού φτάσουμε στο μη περαιτέρω σημείο μπήκαμε στο αμάξι για να επιστρέψουμε στο Ηράκλειο. Τραγουδώντας.
«Γκρεμνά `ναι εμάς οι τόποι μας,
λέσκες τα χειμαδιά μας,
τα σπηλιαράκια του βουνού
είναι τα γονικά μας.»
(Η επίσκεψη στ' Ανώγεια και όλη αυτή η στιχομυθία που προσπάθησα να περιγράψω, στριφογυρίζει τις τελευταίες δυο μέρες στις σκέψεις μου, έχοντας αφορμή τη πολύκροτη δίκαστική απόφαση και όλα όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν. Δε ξέρω γιατί αλλά με κάποιο περίεργο τρόπο το μυαλό μου συνδέει κάτι τέτοια περιστατικά.
Έψαξα αλλά δε βρήκα κάποιο κανονισμό σε ότι αφορά τα νήματα «Φωτογραφία και Ιστορία» γι αυτό και ανέβασα παραπάνω από μία εικόνες. Αν δεν επιτρέπεται κάτι τέτοιο, παρακαλώ να μεταφερθεί).
Χρειάστηκε σχεδόνα μια ώρα δρόμου μέχρι να δούμε στα μάτια μας την είσοδο της γνωστής Κωμόπολης. Γνωστής τόσο από το ένδοξο και μαρτυρικό παρελθόν της, για το αγωνιστικό φρόνημα των κατοίκων της με τις αμέτρητες θυσίες και τον αγώνα τους τη περίοδο της κατοχής. Στη κεντρική πλατεία μπορεί κανείς να δει χαραγμένη την επίσημη διαταγή των ναζί που αποτέλεσε αφετηρία του ολοκαυτώματος τον Αύγουστο του 44, μιλώντας ξεκάθαρα για ισοπέδωση του χωριού και εκτέλεση κάθε άνδρα σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου.
Πολυσυζητημένης επίσης στα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, συγκεκριμένα της τελευταίας οκταετίας, όπου ακούστηκε πολύ από τα κανάλια με αφορμή τη μηδαμινή αποκομοιδή ψήφων σε συγκεκριμένο ...χώρο.
Γνωστή όμως και για έναν ακόμη λόγο. Τους πολλόυς και σημαντικούς καλλιτέχνες Κρητικής -και όχι μόνο- μουσικής που κατάγονται απ' αυτήν. Η τοιχογραφία του σπουδαιότερου όλων σε συνδυασμό με τους στίχους του Ρίτσου μας καλωσόρισε σ' αυτή:
Παρά το ψιλόβροχο αφήσαμε το αμάξι και το κόψαμε με τα πόδια. Έμεινα εσκεμμένα τελευταίος στο κατηφορικό δρόμο καθώς είχα σκοπό να φωτογραφίσω. Η αλήθεια είναι ότι περίμενα να δω αρκετά πιο μικρό χωριό, κάτι που ασφαλώς δεν έχει τόση σημασία.
Σημασία έχουν τα συνθήματα στους τοίχους, που καμιά φορά μπορούν να σου δώσουν συνοπτικά να καταλάβεις που βρίσκεσαι:
Ειδικότερα δε όταν προέρχεσαι από μαρτυρικό χωριό που έχει βιώσει αντίστοιχο ολοκαύτωμα.
Μπήκαμε στο καφενείο της πλατείας μεσημεράκι. Έφτασα τελευταίος λίγο μετά κλείνοντας τη πόρτα. Το βλέμα μου πήγε κατευθείαν σε μια παρέα ντόπιων 55-65 χρόνων που καθόταν στην άλλη πλευρά του καφενέ. Είπα μια καλησπέρα και κάθισα στη καρέκλα που με περίμενε στο τραπέζι των παιδιών.
- Κέρασε τση, ακούστηκε δυνατά από τη παρέα των Ανωγειανών χωρίς να προλάβουμε καλά καλά να βγάλουμε τα μπουφάν μας.
Η κυρία που μας σέρβιρε τους Ελληνικούς μετά από λίγη ώρα μας ενημέρωσε ότι ήταν κερασμένοι, επιβεβαιώνοντας το γεγονός. Έτσι, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, μόνο και μόνο επειδή είδαν καινούριες φάτσες στο χωριό καταμεσής του Χειμώνα, τέλη Γενάρη. Χωρίς καν να συστηθούμε, κάτι που θα γινόταν λίγη ώρα μετά.
Την ώρα που παραγγείλαμε το «αγίασμα» και θεωρήσαμε σωστό να ανταποδώσουμε το κέρασμα:
Ο ένας από τη παρέα μας πλησίασε, πιάνοντας μας τη κουβέντα και καλωσορίζοντας μας. Τον ακούγαμε με απόλυτη προσήλωση:
-Το χωριό μας είναι μεγάλο, φιλόξενο και προπαντώς Δημοκτατικό. Εδω χωράνε όλοι οι άνθρωποι και γίνονται δεκτές όλες οι απόψεις με σεβασμό.
-Στο μέρος μας δεχόμαστε κι έχουν δικαίωμα λόγου οοοοοολα τα κόμματα. Όλα εκτός από ένα, τη ....ή .....ή.
-Συστηθήκαμε;
-Ναι
-Συννενοηθήκαμε;
-Απόλυτα
-Κατάστημα, κέρνα τα παιδιά μια ρακή.
Λίγες κουβέντες, μετρημένες και καλές. Κουβέντες ξηγημένες και παλικαρίσιες. Κρητικές, Ανωγειανές.
Χρήσιμες ακόμα κι αν ήμασταν σχετικά «διαβασμένοι» πριν φτάσουμε σ' αυτό το τόπο.
Μετά από λίγες ώρες άφησα τους υπόλοιπους να συνεχίσουν, πήρα τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι και ξεκίνησα μετα πόδια για το σπίτι του Ξυλούρη, γνωστό αξιοθέατο της περιοχής. Δυστυχώς το βρήκα κλειστό και αρκέστηκα στη φωτογραφία:
Αυτό που δε βρήκα κλειστό όμως ήταν το απέναντι παραδοσιακό καφενείο-ζαχαροπλαστείο. Δίχως να το σκεφτώ άνοιξα τη πόρτα και μπήκα μέσα.
- Καλώς το κοπέλι, είπε μόλις με είδε η ιδιοκτήτρια. Έπιασα ένα τραπέζι και παρείγγηλα μια τσικουδιά. Κι άλλη μία. Η μεγάλη σόμπα ζέσταινε τον υπέροχο αυτό χώρο με τα πολλά κάδρα των Κρητών μουσικών. Δίπλα της ο παππάς του χωριού μαζί μ' ένα γεράκο. Απέναντι μια μεγάλη οικογένεια γιόρταζε κάποια γενέθλια απ' ότι κατάλαβα.
Η τρίτη τσικουδιά ήρθε κερασμένη απο το μαγαζί. Μαζί της ήρθε στο τραπέζι μου μια κυρία γύρω στα 70 πιάνοντας μου τη κουβέντα αφού μου ζήτησε πρώτα φωτιά.
- Από πού είσαι παλικάρι; Πως απ' τα μέρη μας έτσι μοναχός;
- Θεσσαλονίκη στα ορεινά, έχω παρέα που περιμένει. Εγώ ήρθα να δώ το σπίτι του Ξυλούρη.
- Έχετε προβλήματα τώρα κι εσείς με το Μακεδονικό. Πολλά ακούγονται, τι γίνεται πάνω;
- Ότι γινόταν και πριν 30 χρόνια κυρία. Σε δουλειά να βρισκόμαστε για τα κέφια των «μεγάλων».
- Ιντα τα θες αγόρι μου; Οι λαοί είναι που τη πληρώνουν πάντα...
Ήπια τη τέταρτη, ευχαρίστησα και έφυγα προκειμένου να βρω τη παρέα όπου είχε στρωθεί για τα καλά, αντάλάσσοντας κεράσματα. Το βράδυ είχε κάνει ώρα πριν την εμφάνιση του και προτού φτάσουμε στο μη περαιτέρω σημείο μπήκαμε στο αμάξι για να επιστρέψουμε στο Ηράκλειο. Τραγουδώντας.
«Γκρεμνά `ναι εμάς οι τόποι μας,
λέσκες τα χειμαδιά μας,
τα σπηλιαράκια του βουνού
είναι τα γονικά μας.»
(Η επίσκεψη στ' Ανώγεια και όλη αυτή η στιχομυθία που προσπάθησα να περιγράψω, στριφογυρίζει τις τελευταίες δυο μέρες στις σκέψεις μου, έχοντας αφορμή τη πολύκροτη δίκαστική απόφαση και όλα όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν. Δε ξέρω γιατί αλλά με κάποιο περίεργο τρόπο το μυαλό μου συνδέει κάτι τέτοια περιστατικά.
Έψαξα αλλά δε βρήκα κάποιο κανονισμό σε ότι αφορά τα νήματα «Φωτογραφία και Ιστορία» γι αυτό και ανέβασα παραπάνω από μία εικόνες. Αν δεν επιτρέπεται κάτι τέτοιο, παρακαλώ να μεταφερθεί).
Last edited: