anny
Member
- Μηνύματα
- 3.423
- Likes
- 1.792
- Επόμενο Ταξίδι
- Ιστρια
- Ταξίδι-Όνειρο
- γύρος του κόσμου
Η απόφαση για το ταξίδι στην Ισπανία ελήφθη μετά από συνοπτικές διαδικασίες και αφού είχε προηγηθεί εκτενής μελέτη για άλλο μέρος. Το για πολλούς λόγους αουτσάιντερ τελικά νίκησε.
Αφού κάναμε μια πρώτη έρευνα, αποφασίσαμε ότι θα ξεκινούσαμε από τη Μαδρίτη και μετά από περιπλάνηση σε διάφορα μέρη, θα καταλήγαμε στη Βαρκελώνη. Το ποιά θα ήταν αυτά τα ενδιάμεσα μέρη δεν το ξέραμε από την αρχή. Η μια επιλογή ήταν να τραβήξουμε προς βορρά και η άλλη ήταν να περάσουμε από Βαλένθια. Η έρευνα μας οδηγούσε να επιλέξουμε το βορρά, η λαχτάρα όμως να δούμε το ωκεανογραφικό έπαιξε σημαντικό ρόλο, οπότε και το πρόγραμμα προσαρμόστηκε έτσι ώστε να περάσουμε οπωσδήποτε από τη Βαλένθια.
Το πρόγραμμα για 13 γεμάτες μέρες τελικά είχε ως εξής:
Στη Μαδρίτη φθάσαμε νωρίς το μεσημέρι. Για να μη χάσουμε πολύτιμο χρόνο με τις μετακινήσεις, πήραμε ταξί μέχρι το κέντρο. Με 25 ευρώ φθάσαμε εύκολα, γρήγορα και ξεκούραστα στο ξενοδοχείο μας στην Plaza Santo Domingo http://www.hostalgala.com/
Το ξενοδοχείο είχε επιλεχθεί έτσι ώστε να είναι κεντρικό, κοντά σε μετρό και κοντά στην Plaza Espana από την οποία θα παραλαμβάναμε στην πορεία το ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο.
Το σημείο πράγματι αποδείχθηκε εξαιρετικό γιατί με τα πόδια μπορούσαμε με λίγο περπάτημα να πάμε σχεδόν παντού και εντελώς δίπλα του είχε σταθμό μετρό (Santo Domingo, ο οποίος δε λειτουργούσε λόγω έργων), αλλά στα τρία λεπτά υπήρχε δεύτερος βολικότατος σταθμός άλλης γραμμής (Callao).
Ξεκινήσαμε κατευθείαν την πρώτη εξερεύνηση της πόλης. Κατηφορήσαμε προς την Puerta del Sol, την Plaza Mayor, την πολύ όμορφη αγορά San Miguel στην ομώνυμη πλατεία, μέσα στην οποία υπήρχαν εξαιρετικά μαγαζάκια για φαγητό και συνεχίσαμε προς τη Latina, φυσικά με όλες τις απαραίτητες στάσεις για φωτογραφίες και χάζεμα. Η πρώτη εντύπωση ήταν καλή. Η πόλη μου έφερνε έντονα στο μυαλό εικόνες άλλης εποχής. Παλιά κτίρια, μαγαζιά με αισθητική περασμένων δεκαετιών, αλλά ταυτόχρονα και μοντέρνες βιτρίνες και πολύ κόσμο να κυκλοφορεί. Τα χαριτωμένα εστιατόρια, ειδικά στη Latina και κυρίως στην cava alta και cava baja, είχαν ήδη αρχίσει να γεμίζουν με ντόπιους και τουρίστες και τα τάπας μέσα από τις βιτρίνες μας έκλειναν πονηρά το μάτι. Αντισταθήκαμε και συνεχισαμε τη βόλτα μας. Προχωρήσαμε προς την plaza de Cascorro και μετά μπήκαμε στην περιοχή Empajadores, όπου ήταν αμέσως φανερό ότι βρισκόμασταν στην περιοχή όπου ζουν οι αλλοδαποί. Σχεδόν χωρισμένη σε υποπεριοχές. Στην αρχή ήταν οι Κινέζοι. Μετά οι αφρικανοί και στη συνέχεια οι Ινδοί. Άλλοι στα μαγαζιά τους, άλλοι στα εστιατόρια να τρώνε και άλλοι να κάθονται στα σκαλοπάτια και στα πεζοδρόμια.
Συνεχίσαμε προς την Calle de Argumosa, όπου αποφασίσαμε πριν καταλήξουμε στο Reina Sofia, να κάνουμε μια μικρή στάση για να τσιμπήσουμε κάτι και να πιούμε και την πρώτη ισπανική μας μπύρα. Τορτίγια με πατάτες , κροκέτες και η πρώτη Estrella, ήταν αρκετά για να μας κρατήσουν μέχρι το βράδυ.
Περάσαμε από το σιδηροδρομικό σταθμό Atocha με τον υπέροχα διαμορφωμένο εσωτερικό του κήπο και ακολούθησε η επίσκεψη στο Reina Sofia. Ήταν Σάββατο και η είσοδος ήταν από νωρίς δωρεάν, οπότε η στιγμή που φθάσαμε εμείς, ήταν πολύ καλή ώρα αφού δεν είχε σχεδόν καθόλου κόσμο.
Περάσαμε κάμποση ώρα στο μουσείο, επιστροφή με μετρό στο ξενοδοχείο, ξεκούραση και πάλι έξω.
Ξανακατηφορήσαμε προς την Plaza Mayor για να καταλήξουμε στον καθεδρικό και το παλάτι. Η ζέστη αρκετή και ο κόσμος σιγά σιγά άρχισε να πληθαίνει «επικίνδυνα» στους δρόμους. Ίσως να είχε τόσο πολύ κόσμο γιατί ήταν Σάββατο. Στάση για μπυρίτσα με κέρασμα ένα πιάτο πατάτες ανακατεμένες με σκορδάτη μαγιονέζα και δύο μικρά τάπας με τόνο. Στη συνέχεια ανακατευθήκαμε και εμείς με τον πολύ κόσμο που είχε κατακλίσει την Plaza Mayor και σουλατσάριζε γύρω από τη Sol. Ανεβήκαμε πάλι προς την Gran Via και το βράδυ έκλεισε με φαγητό και άλλες μπύρες.
Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή, οπότε ξεκινήσαμε με βόλτα στην υπαίθρια αγορά Rastro, η οποία ξεκινά από την Plaza Cascorro και απλώνεται στην Calle Ribera de Curtidores και τα γύρω στενά. Η Calle Ribera de Curtidores το καλοκαίρι είναι ένας πολύ όμορφος φαρδύς δρόμος με ψηλά πυκνά δέντρα που δύσκολα αφήνουν τον ήλιο να περάσει. Βέβαια, στη δική μας περίπτωση ο ήλιος δεν έκανε και πολύ αισθητή την παρουσία του. Και τις δύο μέρες υπήρχε έντονη συννεφιά και το πρώτο βράδυ έριξε και ένα ψιλόβροχο. Στη Rastro υπήρχαν πολλοί πάγκοι, πολύς κόσμος και πολλή ζωντάνια. Αφού χαζέψαμε αρκετά και πριν πάρουμε το δρόμο για το Prado, είπαμε να δοκιμάσουμε τα bocadillos con calamares. Μια τηγανιά καλαμαράκια χωμένα στην κοιλιά ενός ψωμιού σάντουιτς, έκαναν ένα πολύ χορταστικό και φθηνό γεύμα.
Στη συνέχεια το Prado μας περίμενε. Η δωρεάν είσοδος ξεκινούσε νωρίς το απόγευμα. Επιλέξαμε να πληρώσουμε το εισιτήριο των 8 ευρώ και να μπούμε νωρίτερα. Έτσι δε βρήκαμε ουρές στα εκδοτήρια και ο κόσμος μέσα στο μουσείο ήταν σε λογικά επίπεδα. Το μουσείο χορταστικό και πολύ ενδιαφέρον.
Κουρασμένοι από το περπάτημα και την ορθοστασία, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για να πάρουμε μια ανάσα και το απογευματάκι ξαναβγήκαμε. Αφού χαζέψαμε λίγο τις βιτρίνες των καταστημάτων που ήταν στο δρόμο μας και αφού ξαναπεράσαμε από την πολύβουη Sol, κατευθυνθήκαμε προς την Plaza Santa Ana. Ο κόσμος εδώ αισθητά λιγότερος, ρέμβαζε στα απλωμένα τραπεζάκια της πλατείας.
Συνεχίσαμε προς την calle de las Ηuertas. Ήταν ακόμα σχετικά νωρίς για φαγητό, οπότε μπήκαμε στο πρώτο tapas bar στην οδό calle de jesus. Ενα παλιομοδίτικο μικρό μαγαζάκι (La Dolores) με τέσσερα τραπεζάκια και μια μεγάλη μπάρα, στη βιτρίνα της οποίας ήταν παρατεταγμένα τα tapas. Καθίσαμε σε τραπεζάκι, γιατί τα πόδια μας δε θα βαστούσαν και πολύ στο όρθιο (απορώ πώς οι Ισπανοί τσιμπολογάνε συνεχώς όρθιοι) και παραγγείλαμε την πρώτη μπύρα (Mahou αυτή τη φορά) με τη μικρή της νόστιμη συνοδεία φυσικά. Το μαγαζάκι σε λίγα λεπτά γέμισε και δεν έπεφτε καρφίτσα. Στη συνέχεια και μέχρι να περάσει λίγο ακόμα η ώρα, δοκιμάσαμε και ένα δεύτερο, διπλανό, επίσης μικρό και παλιομοδίτικο μαγαζάκι με ελάχιστα τραπέζια, σκαμπό μπροστά στη μπάρα με τα tapas και τα γνωστά χρωματιστά πλακάκια στους τοίχους. Εδώ η μπύρα που ήπιαμε ήταν Estrella και το μεζεδάκι που τη συνόδευε κομματάκια πεντανόστιμο λουκανικάκι chorizo.
Το εστιατόριο που θέλαμε να πάμε άνοιγε στις 20.30 και ήταν μια γωνία απόσταση. Πήγαμε στις εννέα παρά είκοσι και προλάβαμε ένα από τα τελευταία τραπεζάκια, καθώς είχε ήδη σχεδόν γεμίσει. Οι πελάτες ήταν κυρίως Ισπανοί, αλλά δεν έλειπαν και οι τουρίστες. Ξύλινα, σχετικά χαμηλά, αλλά άνετα τραπεζάκια με επίσης χαμηλά σκαμπό χωρίς πλάτη. Στο βάθος η κουζίνα και μια πινακίδα πάνω από την μπάρα η οποία δήλωνε ότι δε σερβίρεται κόκα κόλα!!
Η κουζίνα του ήταν γαλικιακή και αφού μελετήσαμε τον κατάλογο, μας είπαν και τα πιάτα ημέρας από τα οποία και τελικά διαλέξαμε. Το ένα πιάτο (ζουμερό ρύζι με χταπόδι, σερβιρισμένο σε ένα σκεύος σαν μικρή βαθιά σουπιέρα) ήταν αρκετά καλό και το άλλο (φιλέτο μπακαλιάρου γεμιστό με γαρίδες και τυρί, ξαπλωμένο μέσα σε μια πεντανόστιμη κόκκινη σαλτσούλα στην οποία επίσης «κολύμπαγαν» αχιβαδούλες και μύδια), ήταν απλά υπέροχο. Για ορεκτικό πήραμε patatas bravas, με χειροποίητη πικάντικη κόκκινη σάλτσα και σκορδάτη μαγιονέζα. Οι μπύρες πηγαινοέρχονταν, το φαγητό ήταν καταπληκτικό, το σέρβις πολύ καλό, το περιβάλλον όμορφο και ο λογαριασμός στο τέλος πολύ λογικός. Το εστιατόριο λέγεται Taberna Maceiras (Huertas 66) και το συστήνω ανεπιφύλακτα. Είχε μακράν το καλύτερο φαγητό που δοκιμάσαμε κατά την παραμονή μας στην Ισπανία.
Καταευχαριστημένοι, πήραμε σιγά σιγά το δρόμο του γυρισμού προς το ξενοδοχείο. Η παραμονή μας στη Μαδρίτη ήταν μικρή, αλλά αρκετή για να πάρουμε μια καλή γεύση (κυριολεκτικά και μεταφορικά) της πόλης. Την επόμενη μέρα θα ξεκινούσε η περιπλάνηση με το αυτοκίνητο.
Αφού κάναμε μια πρώτη έρευνα, αποφασίσαμε ότι θα ξεκινούσαμε από τη Μαδρίτη και μετά από περιπλάνηση σε διάφορα μέρη, θα καταλήγαμε στη Βαρκελώνη. Το ποιά θα ήταν αυτά τα ενδιάμεσα μέρη δεν το ξέραμε από την αρχή. Η μια επιλογή ήταν να τραβήξουμε προς βορρά και η άλλη ήταν να περάσουμε από Βαλένθια. Η έρευνα μας οδηγούσε να επιλέξουμε το βορρά, η λαχτάρα όμως να δούμε το ωκεανογραφικό έπαιξε σημαντικό ρόλο, οπότε και το πρόγραμμα προσαρμόστηκε έτσι ώστε να περάσουμε οπωσδήποτε από τη Βαλένθια.
Το πρόγραμμα για 13 γεμάτες μέρες τελικά είχε ως εξής:
- Μαδρίτη
- Άβιλα – Σαλαμάνκα
- Σεγκόβια
- Τολέδο
- Κονσουέγρα – Κουένκα – Βαλένθια
- Βαρκελώνη
Στη Μαδρίτη φθάσαμε νωρίς το μεσημέρι. Για να μη χάσουμε πολύτιμο χρόνο με τις μετακινήσεις, πήραμε ταξί μέχρι το κέντρο. Με 25 ευρώ φθάσαμε εύκολα, γρήγορα και ξεκούραστα στο ξενοδοχείο μας στην Plaza Santo Domingo http://www.hostalgala.com/
Το ξενοδοχείο είχε επιλεχθεί έτσι ώστε να είναι κεντρικό, κοντά σε μετρό και κοντά στην Plaza Espana από την οποία θα παραλαμβάναμε στην πορεία το ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο.
Το σημείο πράγματι αποδείχθηκε εξαιρετικό γιατί με τα πόδια μπορούσαμε με λίγο περπάτημα να πάμε σχεδόν παντού και εντελώς δίπλα του είχε σταθμό μετρό (Santo Domingo, ο οποίος δε λειτουργούσε λόγω έργων), αλλά στα τρία λεπτά υπήρχε δεύτερος βολικότατος σταθμός άλλης γραμμής (Callao).
Ξεκινήσαμε κατευθείαν την πρώτη εξερεύνηση της πόλης. Κατηφορήσαμε προς την Puerta del Sol, την Plaza Mayor, την πολύ όμορφη αγορά San Miguel στην ομώνυμη πλατεία, μέσα στην οποία υπήρχαν εξαιρετικά μαγαζάκια για φαγητό και συνεχίσαμε προς τη Latina, φυσικά με όλες τις απαραίτητες στάσεις για φωτογραφίες και χάζεμα. Η πρώτη εντύπωση ήταν καλή. Η πόλη μου έφερνε έντονα στο μυαλό εικόνες άλλης εποχής. Παλιά κτίρια, μαγαζιά με αισθητική περασμένων δεκαετιών, αλλά ταυτόχρονα και μοντέρνες βιτρίνες και πολύ κόσμο να κυκλοφορεί. Τα χαριτωμένα εστιατόρια, ειδικά στη Latina και κυρίως στην cava alta και cava baja, είχαν ήδη αρχίσει να γεμίζουν με ντόπιους και τουρίστες και τα τάπας μέσα από τις βιτρίνες μας έκλειναν πονηρά το μάτι. Αντισταθήκαμε και συνεχισαμε τη βόλτα μας. Προχωρήσαμε προς την plaza de Cascorro και μετά μπήκαμε στην περιοχή Empajadores, όπου ήταν αμέσως φανερό ότι βρισκόμασταν στην περιοχή όπου ζουν οι αλλοδαποί. Σχεδόν χωρισμένη σε υποπεριοχές. Στην αρχή ήταν οι Κινέζοι. Μετά οι αφρικανοί και στη συνέχεια οι Ινδοί. Άλλοι στα μαγαζιά τους, άλλοι στα εστιατόρια να τρώνε και άλλοι να κάθονται στα σκαλοπάτια και στα πεζοδρόμια.
Συνεχίσαμε προς την Calle de Argumosa, όπου αποφασίσαμε πριν καταλήξουμε στο Reina Sofia, να κάνουμε μια μικρή στάση για να τσιμπήσουμε κάτι και να πιούμε και την πρώτη ισπανική μας μπύρα. Τορτίγια με πατάτες , κροκέτες και η πρώτη Estrella, ήταν αρκετά για να μας κρατήσουν μέχρι το βράδυ.
Περάσαμε από το σιδηροδρομικό σταθμό Atocha με τον υπέροχα διαμορφωμένο εσωτερικό του κήπο και ακολούθησε η επίσκεψη στο Reina Sofia. Ήταν Σάββατο και η είσοδος ήταν από νωρίς δωρεάν, οπότε η στιγμή που φθάσαμε εμείς, ήταν πολύ καλή ώρα αφού δεν είχε σχεδόν καθόλου κόσμο.
Περάσαμε κάμποση ώρα στο μουσείο, επιστροφή με μετρό στο ξενοδοχείο, ξεκούραση και πάλι έξω.
Ξανακατηφορήσαμε προς την Plaza Mayor για να καταλήξουμε στον καθεδρικό και το παλάτι. Η ζέστη αρκετή και ο κόσμος σιγά σιγά άρχισε να πληθαίνει «επικίνδυνα» στους δρόμους. Ίσως να είχε τόσο πολύ κόσμο γιατί ήταν Σάββατο. Στάση για μπυρίτσα με κέρασμα ένα πιάτο πατάτες ανακατεμένες με σκορδάτη μαγιονέζα και δύο μικρά τάπας με τόνο. Στη συνέχεια ανακατευθήκαμε και εμείς με τον πολύ κόσμο που είχε κατακλίσει την Plaza Mayor και σουλατσάριζε γύρω από τη Sol. Ανεβήκαμε πάλι προς την Gran Via και το βράδυ έκλεισε με φαγητό και άλλες μπύρες.
Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή, οπότε ξεκινήσαμε με βόλτα στην υπαίθρια αγορά Rastro, η οποία ξεκινά από την Plaza Cascorro και απλώνεται στην Calle Ribera de Curtidores και τα γύρω στενά. Η Calle Ribera de Curtidores το καλοκαίρι είναι ένας πολύ όμορφος φαρδύς δρόμος με ψηλά πυκνά δέντρα που δύσκολα αφήνουν τον ήλιο να περάσει. Βέβαια, στη δική μας περίπτωση ο ήλιος δεν έκανε και πολύ αισθητή την παρουσία του. Και τις δύο μέρες υπήρχε έντονη συννεφιά και το πρώτο βράδυ έριξε και ένα ψιλόβροχο. Στη Rastro υπήρχαν πολλοί πάγκοι, πολύς κόσμος και πολλή ζωντάνια. Αφού χαζέψαμε αρκετά και πριν πάρουμε το δρόμο για το Prado, είπαμε να δοκιμάσουμε τα bocadillos con calamares. Μια τηγανιά καλαμαράκια χωμένα στην κοιλιά ενός ψωμιού σάντουιτς, έκαναν ένα πολύ χορταστικό και φθηνό γεύμα.
Στη συνέχεια το Prado μας περίμενε. Η δωρεάν είσοδος ξεκινούσε νωρίς το απόγευμα. Επιλέξαμε να πληρώσουμε το εισιτήριο των 8 ευρώ και να μπούμε νωρίτερα. Έτσι δε βρήκαμε ουρές στα εκδοτήρια και ο κόσμος μέσα στο μουσείο ήταν σε λογικά επίπεδα. Το μουσείο χορταστικό και πολύ ενδιαφέρον.
Κουρασμένοι από το περπάτημα και την ορθοστασία, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για να πάρουμε μια ανάσα και το απογευματάκι ξαναβγήκαμε. Αφού χαζέψαμε λίγο τις βιτρίνες των καταστημάτων που ήταν στο δρόμο μας και αφού ξαναπεράσαμε από την πολύβουη Sol, κατευθυνθήκαμε προς την Plaza Santa Ana. Ο κόσμος εδώ αισθητά λιγότερος, ρέμβαζε στα απλωμένα τραπεζάκια της πλατείας.
Συνεχίσαμε προς την calle de las Ηuertas. Ήταν ακόμα σχετικά νωρίς για φαγητό, οπότε μπήκαμε στο πρώτο tapas bar στην οδό calle de jesus. Ενα παλιομοδίτικο μικρό μαγαζάκι (La Dolores) με τέσσερα τραπεζάκια και μια μεγάλη μπάρα, στη βιτρίνα της οποίας ήταν παρατεταγμένα τα tapas. Καθίσαμε σε τραπεζάκι, γιατί τα πόδια μας δε θα βαστούσαν και πολύ στο όρθιο (απορώ πώς οι Ισπανοί τσιμπολογάνε συνεχώς όρθιοι) και παραγγείλαμε την πρώτη μπύρα (Mahou αυτή τη φορά) με τη μικρή της νόστιμη συνοδεία φυσικά. Το μαγαζάκι σε λίγα λεπτά γέμισε και δεν έπεφτε καρφίτσα. Στη συνέχεια και μέχρι να περάσει λίγο ακόμα η ώρα, δοκιμάσαμε και ένα δεύτερο, διπλανό, επίσης μικρό και παλιομοδίτικο μαγαζάκι με ελάχιστα τραπέζια, σκαμπό μπροστά στη μπάρα με τα tapas και τα γνωστά χρωματιστά πλακάκια στους τοίχους. Εδώ η μπύρα που ήπιαμε ήταν Estrella και το μεζεδάκι που τη συνόδευε κομματάκια πεντανόστιμο λουκανικάκι chorizo.
Το εστιατόριο που θέλαμε να πάμε άνοιγε στις 20.30 και ήταν μια γωνία απόσταση. Πήγαμε στις εννέα παρά είκοσι και προλάβαμε ένα από τα τελευταία τραπεζάκια, καθώς είχε ήδη σχεδόν γεμίσει. Οι πελάτες ήταν κυρίως Ισπανοί, αλλά δεν έλειπαν και οι τουρίστες. Ξύλινα, σχετικά χαμηλά, αλλά άνετα τραπεζάκια με επίσης χαμηλά σκαμπό χωρίς πλάτη. Στο βάθος η κουζίνα και μια πινακίδα πάνω από την μπάρα η οποία δήλωνε ότι δε σερβίρεται κόκα κόλα!!
Η κουζίνα του ήταν γαλικιακή και αφού μελετήσαμε τον κατάλογο, μας είπαν και τα πιάτα ημέρας από τα οποία και τελικά διαλέξαμε. Το ένα πιάτο (ζουμερό ρύζι με χταπόδι, σερβιρισμένο σε ένα σκεύος σαν μικρή βαθιά σουπιέρα) ήταν αρκετά καλό και το άλλο (φιλέτο μπακαλιάρου γεμιστό με γαρίδες και τυρί, ξαπλωμένο μέσα σε μια πεντανόστιμη κόκκινη σαλτσούλα στην οποία επίσης «κολύμπαγαν» αχιβαδούλες και μύδια), ήταν απλά υπέροχο. Για ορεκτικό πήραμε patatas bravas, με χειροποίητη πικάντικη κόκκινη σάλτσα και σκορδάτη μαγιονέζα. Οι μπύρες πηγαινοέρχονταν, το φαγητό ήταν καταπληκτικό, το σέρβις πολύ καλό, το περιβάλλον όμορφο και ο λογαριασμός στο τέλος πολύ λογικός. Το εστιατόριο λέγεται Taberna Maceiras (Huertas 66) και το συστήνω ανεπιφύλακτα. Είχε μακράν το καλύτερο φαγητό που δοκιμάσαμε κατά την παραμονή μας στην Ισπανία.
Καταευχαριστημένοι, πήραμε σιγά σιγά το δρόμο του γυρισμού προς το ξενοδοχείο. Η παραμονή μας στη Μαδρίτη ήταν μικρή, αλλά αρκετή για να πάρουμε μια καλή γεύση (κυριολεκτικά και μεταφορικά) της πόλης. Την επόμενη μέρα θα ξεκινούσε η περιπλάνηση με το αυτοκίνητο.
Last edited by a moderator: