zmaria
Member
Μια χαρούμενη ομάδα, ένα απρόσμενο ταξίδι, μια ψυχή όλο λαχτάρα.
«Παίδες, σας έχω ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ νέα!»
«Τι, τι, τι????»
Ρωτάμε με μια φωνή τον πάντα πρόσχαρο δάσκαλο μας. Σήμερα μοιάζει να χαμογελά ακόμα περισσότερο.
«Θα τα πούμε μετά το μάθημα, στην προπόνηση.»
Το μάθημα επιτέλους τελειώνει, οι μαθητές φεύγουν υπό ρυθμούς salsa ακόμα και μένουμε μόνο η ομάδα κι οι δάσκαλοι. Αντί για ζέσταμα όμως καθόμαστε κάτω, φτιάχνουμε έναν κύκλο από σώματα όπως σε κάθε meeting μας κι ο teacher ξεκινά:
«Πως θα σας φαινότανε να πάμε όλοι μαζί σε ένα φεστιβάλ στην Ρουμανία, όπου θα χορέψετε κι εσείς?» Πέρα από τους ίδιους δηλαδή, τον Παναγιώτη και την Μυρτώ, δυο από τους τοπ χορευτές salsa στην Ελλάδα.
Δεν προλαβαίνουμε να ρωτήσουμε το κόστος αφού μόνο αυτό μπορεί να σταθεί εμπόδιο στις διάφορες εξορμήσεις μας. Κατά τα άλλα ψοφάμε άπαντες για χορευτικές παραστάσεις-αποδράσεις.
«Και μάλιστα με αεροπορικά, ξενοδοχείο και full pass πληρωμένα??»
Εντάξει! Χαμός στην αίθουσα!!! Χαμόγελα, επιφωνήματα, φωνές, σχεδόν κραυγές. Μόνο αγκαλιά δεν τον πήραμε και να τον σηκώσουμε στον αέρα.
«Θα πρέπει όμως να χορέψετε και τις 2 χορογραφίες σας. Αυτή είναι η πρόταση του διοργανωτή.»
Ναι, άλλο που δεν θέλαμε! Πολύ στεναχωρηθήκαμε τώρα!
Το μυαλό μου έχει πάρει στροφές από το πρώτο άκουσμα της λέξης Ρουμανία. Μόλις δε ακούω ότι θα είναι και δωρεάν, εκσφενδονίζω άμεσα, ΑΜΕΣΑ όμως και μέσα από τα βάθη της τριών χρόνων αταξίδευτης ψυχής μου:
«Ποιος είναι μέσα για τούρινγκ Ρουμανίας μετά το φεστιβάλ??»
Είναι καιρός τώρα που ψάχνω μια ευκαιρία για να ταξιδέψω. Στην αρχή δεν είχα παρέα και μετά δεν είχα χρήματα, αφού ΑΝ περισσεύει κάτι πλέον, ξοδεύεται σε διάφορα ελληνικά φεστιβάλ. Χτυπήσαμε και μια Βουλγαρία το φθινόπωρο, έτσι για να πούμε πως πήγαμε κάπου εκτός. Κι ας πήγαμε οδικώς.
Όποιος και να ερχόταν από την ομάδα θα χαιρόμουν. Όμως είμαι σχεδόν σίγουρη για το ποιος θέλει και μπορεί να ακολουθήσει. Και είναι αυτοί που ίσως επέλεγα εξ’ αρχής. Τους έχω κομματάκι αδυναμία. Η νεράιδα μου Έφη κι ο καλός μου φίλος Δημήτρης είναι πολύ θετικοί. Μόνο για τον μέσα σε όλα Νίκο προβληματίζομαι που ξέρω πως είναι ταξιδιάρης αλλά δεν θα έρθει καν στο φεστιβάλ λόγω άλλων χορευτικών υποχρεώσεων. Κάτι για το οποίο έχω έτσι κι αλλιώς στεναχωρηθεί. Ήθελα να είμαστε και οι 8 μας, όλοι μαζί παρέα. Επίσης σε κάθε χορογραφία θα πρέπει να μείνει μια κοπέλα εκτός εφόσον θα λείπει ένας καβαλιέρος. Κρίμα είναι.
Δεν είχα σκεφτεί ποτέ τη Ρουμανία, ως ταξιδιωτικό προορισμό. Ούτε άκουσα για αυτήν, ούτε είδα εικόνες της, ούτε και σκοτίστηκα ποτέ να δω. Nada! Μια σκέτη αδιαφορία.
Αρχίζω να ψάχνω στο αγαπημένο μου site ταξιδιωτικής αναζήτησης, το travel stories. Zητώ πληροφορίες. Πέρα από την φίλη μου την Ελενάρα που έχουμε προσωπική επικοινωνία, οι απαντήσεις είναι ελάχιστες. Δεν πτοούμαι. Έχω 2 μήνες καιρό να συλλέξω όσες μου χρειάζονται. Όσο ξεκοκαλίζω το site και το google βρίσκω σχεδόν τα πάντα.
Η επαρχία της Ρουμανίας φαίνεται πανέμορφη!! Τι σπιτάκια γραφικά, τι καταπράσινα δάση και κοιλάδες, τι χρώματα παντού! Βρε, βρε ,βρε… Κοίτα να δεις που από ταξίδι σπόντα, θα μετατραπεί σε ταξίδι ξεχωριστό! Οι όμορφες εικόνες που δεν περίμενα να δω κι η παρέα που θα με συντροφεύει, συνθέτουν τις καλύτερες υποσχέσεις.
Ο Νίκος τελικά θα έρθει να μας βρει όταν τελειώσει το φεστιβάλ και μαζί οι υποχρεώσεις του που θα μας τον στερήσουν. Θα πληρώσει ο ίδιος τα αεροπορικά του και θα πετάξει μόνος του. Για ένα ταξίδι.. ένα ταξίδι μαζί μας. Τέτοιος είναι! Τόσο λωλός και μάχιμος!
Εντωμεταξύ, μέχρι να καταφέρουμε το παρεάκι να συνεννοηθούμε, δεν ενημερώνουμε έγκαιρα το Ρουμάνο διοργανωτή και εκδίδει τα εισιτήρια επιστροφής μας την ίδια ημερομηνία με την υπόλοιπη ομάδα. Την πατήσαμε περίτρανα και βλακωδώς. Εκδίδουμε καινούρια, αφού το να κάνουμε αλλαγή στα ήδη υπάρχοντα, μας βγαίνει αρκετά ακριβότερα. Άαααλλο κουφό από εκεί. Το καινούριο εισιτήριο μας κοστίζει 90 ευρώ το άτομο μαζί με την βαλίτσα, ενώ αν αλλάζαμε το παλιό θα μας στοίχιζε 130.
Οι μέρες περνάνε, οι προπονήσεις πληθαίνουν και είμαστε όλοι κατάκοποι. Η ομάδα είναι ημιεπαγγελματική, που σημαίνει πως παράλληλα με το πάθος μας όλοι έχουμε τις δουλειές μας και την προσωπική μας ζωή. Παρόλα αυτά κάθε βράδυ είμαστε απίκο στην σχολή για πρόβες, πρόβες, πρόβες. Και πρόβες. Πρώτη φορά έχουμε να παρουσιάσουμε 2 χορογραφίες μαζί και οφείλουμε να είμαστε καλά προετοιμασμένοι. Αυτό, σε συνδυασμό με τις λίγες ώρες ύπνου μας κάνει να σκεφτόμαστε καινούριο όνομα για την ομάδα: «The Dancing zombies».
Συγχρόνως με τα εξαντλητικά ωράρια συντάσσω τον προσωπικό μου ταξιδιωτικό οδηγό με αποσπάσματα, συμβουλές και tips από το travel stories, καθώς και από άλλα site, ρουμάνικα κυρίως. Καταφέρνω να συγκεντρώσω 25 ολόκληρες σελίδες, τις οποίες εκτυπώνω και δημιουργώ ένα πρόχειρο βιβλιαράκι. Οι συνταξιδιώτες μου αφού αρχικά με άφησαν με απόλυτη γενναιοδωρία να ασχοληθώ μόνο εγώ ως πρόθυμη που ήμουν με το τουριστικό μας πρόγραμμα, τώρα με κοροϊδεύουν και με λένε υπερβολική. Όμως εγώ νιώθω απόλυτα προετοιμασμένη. Οι εκδρομές μας εκεί είναι έτοιμες κι έχω βρει φθηνά, κεντρικά καταλύματα.
Ενώ πλησιάζει η μέρα αναχώρησης, ο διοργανωτής του φεστιβάλ αρχίζει να τα μασάει περί της δωρεάν διαμονής μας. Ξάφνου θέλει χρήματα, μάλλον έχει βγει ήδη εκτός προϋπολογισμού. Όμως νωρίς το θυμήθηκε, είναι μόλις 2 μέρες πριν το ταξίδι κι αυτό αναστατώνει κάπως την ομάδα. Δεν είχαμε υπολογίσει καθόλου έξοδα. Με τα πολλά και μετά από διάφορες συζητήσεις επίλυσης του προβλήματος με τους δασκάλους, μας βγαίνει να πληρώσουμε 75 ευρώ το άτομο για όλα, αεροπορικά, διαμονή με πλήρης διατροφή και full pass για τα μαθήματα και τα πάρτι του φεστιβάλ. Το κόστος οπότε, είναι και πάλι μηδαμινό.
Έρχεται επιτέλους, επιτέλους όμως η ονειρεμένη μέρα αναχώρησης. Η περιπόθητη Παρασκευή της 6ης Ιουνίου. Δεν είμαστε η μόνη ελληνική συμμετοχή, ταξιδεύουν μαζί μας ένα σωρό άλλοι χορευτές από την Ελλάδα. Μερικοί από αυτούς είναι ιδιαίτερα καταξιωμένοι, όπως ο Δημήτρης με την Στέλλα που έχουν κατακτήσει την τρίτη θέση στον κόσμο, στο World Latin Dance Cup που γίνεται στο Miami.
Ένα λεωφορειάκι λοιπόν γεμάτο χορευτές οδηγείται στο αεροπλάνο. Εκ φύσεως ψώνια τρώμε αλληλέγγυο σκάλωμα και θέλουμε σώνει και ντε να βγάλουμε μια φωτογραφία όλη η ελληνική αποστολή. Εδώ, ΤΩΡΑ! Στις ρόδες του αεροπλάνου! Το ζητάμε από έναν υπάλληλο που στραβομουτσουνιασμένος φτύνει ένα «τελειώνετε» και μας δείχνει τις σκάλες να ανέβουμε. Η Μυρτώ πείθει εύκολα κάποιον άλλον, πιο συμπαθητικό υπάλληλο. Αφού έχουμε ανέβει πλέον στο αεροπλάνο συνειδητοποιούμε πως δεν έχει βγει τίποτα. Τσάμπα η καθυστέρηση, στράφι τα νάζια της λιλιπούτειας Μυρτώς και πολύ κακό για το τίποτα. Θα βγάλουμε εν πτήση.
Η πτήση προβλέπεται ευχάριστη αφού όπου και να κοιτάξεις βλέπεις χαρούμενα μουτράκια. Η καμπίνα πλημμυρίζει με καλλιτεχνικά κύματα αφού πέρα από τις χορευτικές μας υποστάσεις συνταξιδεύουν κάτι νόστιμοι μουσικοί με τις κιθάρες τους. Νυφοπάζαρο έγινε εδώ μέσα.
Η διάθεση μου δεν θα μπορούσε να είναι πιότερο ανεβασμένη. Είμαι αδειούχος, ταξιδεύω με την ομαδάρα μου, τους αγαπημένους μου δασκάλους, με περιμένει ένα τριήμερο υπεργεμάτο από χορό κι όταν τελειώσει αυτό, δεν θα τελειώσει ως συνήθως, όοοοοοχι, δεν υπάρχει τέλος, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΕΛΟΣ ΛΕΜΕ!, αρχίζει κάτι άλλο, κάτι μαγικό, κάτι που μου έχει λείψει πολύ: Ένα πολλά υποσχόμενο ταξίδι!
Η Έφη πετάει κι αυτή απ’ την χαρά της και ως συνήθως το μεταδίδει σε όλους μας. Ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίζεται πάνω μου και μόνο που καθίζω τον πάτο μου σε κάθισμα αεροπλάνου. Μα έχω τόσο καιρό να μπω σε αεροπλάνο! Έχω τόσο καιρό να ταξιδέψω γαμώτο!
Οι Σούμι οδηγοί, το Danubian Salsa Festival κι ο Χορός ο έρωτας
Φτάνουμε στο Otopeni με την Aegean στις 19.10 μετά από 1.40’ πτήση. Με χαρά διαπιστώνουμε πως έχει ήλιο, κάνει ζέστη και σύννεφα δεν διακρίνονται πουθενά. Το καλοκαίρι έχει βάλει τα καλά του και σεργιανίζει στην Ρουμανία καλωσορίζοντας μας.
Μας παραλαμβάνουν από το αεροδρόμιο 2 βανάκια με προορισμό το Galati, όπου και γίνεται το φεστιβάλ. Ίσα που στριμοχνώμαστε εκεί μέσα. Τα μπαγκάζια δεν χωράνε στους ειδικούς χώρους και κοντεύουμε να τα πάρουμε αγκαλίτσα.
Οι ρουμάνοι οδηγοί, όπως σωστά είχα διαβάσει, δεν τρέχουν απλά, είναι επικίνδυνοι. Δεν έχουμε απομακρυνθεί πολύ από το αεροδρόμιο και έχουμε δει ήδη 2-3 ατυχήματα. Οι ίδιοι οι οδηγοί μας είναι τρανό δείγμα της ρουμάνικης οδηγικής συμπεριφοράς. Οι σφήνες και οι αντικανονικές προσπεράσεις μας κάνουν να οραματιζόμαστε μετωπικές συγκρούσεις. Η Έφη διασκεδάζει τον φόβο μας και μοιράζει αγιασμό από πρόσφατο ταξίδι της στην Τήνο.
Στο βανάκι του τρόμου κυριαρχεί παιχνιδιάρικη διάθεση, όπως κάθε φορά που πάμε εκδρομή με την σχολή. Γινόμαστε για λίγο έφηβοι, πασπαλισμένοι ανεμελιά. Ο Παναγιώτης λέει για χιλιοστή φορά πετυχημένα ανέκδοτα, παίζουμε χαζοπαίχνιδα όπως ψείρες και τα κορίτσια επιδιδόμαστε σε κουτσομπολιά και προσωπικές εξομολογήσεις. Κλασσικά, έχουμε πιάσει γαλαρία.
Μωρέ κάτι μυρίζει άσχημα, τι ζέχνει έτσι?! Μην να’ ναι αυτός ο beginner που κάθεται κοντά μας?! Είμαστε και σε περιορισμένο χώρο, την salsa μου μέσα! Σημειώνω νοερά να αποφύγω όσο γίνεται να χορέψω μαζί του. Α, και να πω ξανά στον Παναγιώτη να προσθέσουν στα μαθήματα ένα σεμινάριο περί αποσμητικών. Μετά από 5 ώρες και 2 στάσεις για πιπί, φαγητό και τσιγαράκι, επιτέλους φθάνουμε σώοι και αβλαβείς. Ούτε τρακάραμε, ούτε τεζάραμε από «δηλητηριώδη» αέρια.
Το 5 αστέρων ξενοδοχείο Viva Club Hotel είναι ωραίο, μεγάλο και καθαρό. Έχει εστιατόριο, μπαρ, γυμναστήριο, γήπεδο τένις, σπα, σολάριουμ και εσωτερική πισίνα. Έχει ακόμα όλες αυτές τις υπηρεσίες που προσφέρουν τέτοιου τύπου ξενοδοχεία, όπως πλύσιμο, σιδέρωμα ρούχων κλπ, κλπ. Τα δωμάτια είναι πλήρως εξοπλισμένα και το προσωπικό είναι πολύ πολύ ευγενικό και εξυπηρετικό.
http://www.booking.com/hotel/ro/viva-club-galati.el.html
Τακτοποιούμαστε στις χλιδάτες διαμερισματάρες του ξενοδοχείου μας. Κλέβουμε από τα αγόρια το δικό τους διαμέρισμα που είναι καλύτερο, μεγαλύτερο κι έχει ένα τεράστιο τζακούζι που λίγο μας νοιάζει. Το θέμα είναι πως έχει περισσότερους και μεγαλύτερους καθρέφτες και θα μας χρειαστούν σίγουρα πριν τα show. Τα αγόρια μας το παραχωρούν με βαριά καρδιά. Τους λέμε να έρθουν όποτε θέλουν να τζακουζιαστούν. Κι αν βρουν τον χρόνο να μου τρυπήσουν την μύτη. Μου έχει κλείσει και η τρύπα, ευκαιρία είναι.
Με την Έφη έχουμε γίνει μόνιμοι συγκάτοικοι στα τελευταία φεστιβάλ και πολύ το ευχαριστιόμαστε. Τώρα είμαστε όλες οι κοπέλες μαζί, όμως συνήθως μένουμε τα 2 μας. Μπορεί να έχουμε 9 χρόνια διαφορά, ταιριάζουμε όμως και επικοινωνούμε ουσιαστικά. Έτσι, μέρα με την μέρα που περνάει δενόμαστε και περισσότερο. Την βλέπω πλέον σαν την μικρή μου αδερφή και έχω μια τόση δα τάση προστασίας απέναντί της. Κι όμως. Πολλές φορές είναι αυτή που με προσέχει, αυτό το φρέσκο 24χρονο προσωπάκι γίνεται μια μεγάλη ασφαλής αγκαλιά.
Τρώμε στο εστιατόριο ένα νόστιμο και ελαφρύ ala carte menu, ψητό κοτόπουλο και σαλάτα. Υγιεινό κι ιδανικό για χορευτές, αρκετό να μας κρατήσει χωρίς να μας βαρύνει. Φοράμε κάτι elegant μιας και αυτό είναι το dress code του σημερινού πάρτι και με βανάκι πάλι μεταφερόμαστε στο μέρος όπου γίνονται τα shows, τα μαθήματα και το αχαλίνωτο social dancing. Τα σημερινά shows τα χάσαμε, έχει πάει 1,30 πια.
Στα φεστιβάλ που έχω πάει μέχρι τώρα οι χώροι είναι ήδη έτοιμοι, γίνονται συνήθως σε θέατρα ή ξενοδοχεία. Εδώ στο Danubian Salsa Festival έχουν φτιάξει από την αρχή τον χώρο με ξύλινα πατώματα πάνω από γκαζόν και πρόχειρα τοιχώματα. Ένας μεξικάνος χορευτής που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα μου λέει πως έτσι διοργανώνανε παλιά τους σαλσοχορούς στην Αμερική.
http://www.danubiansalsafestival.ro/en/
Κατά την διάρκεια των shows τοποθετούν καρέκλες για τους θεατές κι αφού τελειώσουν, η πίστα αδειάζει και το πάρτι ξεκινά.
O άλλος χώρος είναι το λεγόμενο dark room όπου είναι λίγο πιο σκοτεινό, πιο χαλαρό, πιο hot (αχά!) και χορεύεται bachata ή kizomba.
«Σύσφιξη σχέσεων» και «I wanna be close to you». Ο ιδρώτας δεν πάει πίσω ούτε και εδώ.
Ανάμεσα τους βρίσκεται ένας εξωτερικός χώρος με καναπέδες και ξύλινο πάτωμα. Κάποιοι καπνίζουν κι άλλοι παίρνουν τον αέρα τους.
Στην είσοδο της μεγάλης αίθουσας υπάρχει το μπαρ το οποίο σύντομα τιμάμε με τον Δημήτρη. Δεν είναι η πρώτη φορά που τα πίνουμε παρέα και σίγουρα όχι η τελευταία. Το Mohito τους δεν λέει και πολλά, όμως κάνουμε καλό κεφάλι όταν οργώνουμε την πίστα.
Καλλιτέχνες, επαγγελματίες και ερασιτέχνες χορευτές βρίσκονται εδώ από παντού. Έλληνες, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Ιταλοί, Ισπανοί, Γάλλοι, Μεξικάνοι, Κουβανοί κι άλλοι λατινοαμερικάνοι αλλά και λίγοι Ασιάτες, όλοι μαζί χορεύουμε παρέα.
Ε, αυτό το συνονθύλευμα ανθρώπων από όλο τον κόσμο, αυτήν την αγάπη να μας ενώνει, αυτό το μοναδικό αίσθημα ελευθερίας που μοιραζόμαστε, είναι ένα ταξίδι από μόνο του και δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ να με εξιτάρει. Σε όσα φεστιβάλ και να πάω, όσα χρόνια και να περάσουν.
Κι αν λένε πως οι έρωτες περνούν και μένει μόνο η αγάπη, ο χορός είναι ο μόνος εραστής που ενώ αγαπάς βαθιά, μέσα σου δεν σταματούν ποτέ να σπαρταρούν πεταλουδίτσες.
Οι πίστες έχουν πάρει φωτιά μαζί με όλο μας το είναι. Φεύγουμε πρωί πια από το πάρτι. Έχω την αίσθηση πως ξημερώνει νωρίτερα εδώ.
Μετά από τόσες βδομάδες προπονήσεων, μια σύντομη πτήση με αεροπλάνο, καπάκι ένα 5ωρο ταξίδι με το βανάκι του τρόμου αλλά και ένα ολόκληρο βράδυ ασταμάτητου χορού, είμαστε όλοι η ταλαιπώρια η ίδια.
Όμως κοντεύει το πρωινό και πεινάμε όσο δεν λέγεται, έχουμε ανάγκη να αναπληρώσουμε χαμένη ενέργεια. Κάνουμε μαζική επίθεση στον μόλις στημένο μπουφέ και τρώμε τα πάντα όλα. Το πρωινό είναι ικανοποιητικό και νόστιμο, αλλά δυσανάλογα φτωχό για τα 5 αστέρια του ξενοδοχείου.
Ξαπλώνουμε επιτέλους έπειτα από ένα χαλαρωτικό κι απαραίτητο για να βγάλουμε την μπίχλα μας μπανάκι. Είχαμε σκοπό να πάμε από νωρίς στα μαθήματα που ξεκινάνε στις 12, αλλά είναι ήδη 8 κι αποφασίζουμε με την Έφη να κοιμηθούμε καλύτερα λίγες ώρες παραπάνω. Το βράδυ έχουμε την παράσταση με τα ακροβατικά και πρέπει αν μη τι άλλο να έχουμε κάποια αποθέματα δύναμης.
Κλείνουμε τα μάτια κι ο Μορφέας απλώνει γύρω μας τα απαλά του χέρια. Σιγοκουνώντας μας ρυθμικά, μας παρασύρει άμεσα στην χώρα των ονείρων..
Μαθήματα 5 αστέρων, shows-ποιήματα, εναλλασσόμενα αισθήματα .
Ξυπνάμε κακήν κακώς στις 13.00. Δεν μπορείς να πεις ότι χορτάσαμε κιόλας, αλλά θα την βρούμε την άκρη. Πηγαίνω με την Έφη στο σούπερ μάρκετ και εφοδιαζόμαστε με βιταμινούχα τρόφιμα και ενεργειακά ποτά.
Σταματάμε ένα ταξί όλα τα λεφτά. Ο οδηγός έχει ξούρα το κεφάλι, μοιάζει να είναι gay και έχει ρουμάνικη τέκνο μουσική στη διαπασών. Το βρίσκουμε ενδιαφέρον όλο αυτό και ψιλοκουνιόμαστε με τον ρυθμό για να του δείξουμε πως δεν μας ενοχλεί. Όχι φυσικά πως μας ρώτησε. Ωστόσο παίρνει θάρρος, δυναμώνει κι άλλο την ένταση και φτάνουμε έξω από το φεστιβάλ υπό αυτήν την καγκούρικη κατάσταση.
Όλη την ημέρα έχει πολύ ενδιαφέρον μαθήματα. Διαλέγουμε και παρακολουθούμε 2 ώρες με κάποιους από τους καλύτερους χορευτές του είδους στον κόσμο.
Tropical Gem-Δεξιά, ο αρχηγός τους Fernando Sosa
Τα κορίτσια των Dominican Power
Είμαστε πολύ τυχεροί που στα διεθνή φεστιβάλ μπορούμε να συμμετέχουμε σε μαθήματα υψηλού επιπέδου δασκάλων. Είναι οι σταρ του χώρου, η αφρόκρεμα. Για να κάνεις ιδιαίτερο μάθημα μαζί τους μπορεί να σου κοστίσει ένα ωραιότατο ταξίδι (ή έστω τα αεροπορικά του).
Seo Fernandez
Τα μαθήματα τελειώνουν και είμαστε κατακόκκινες από την ένταση και την κούραση.
Τα αγόρια της ομάδας μας υπενθυμίζουν πως πρέπει να κατεβάσουμε τους ρυθμούς μας. Έχουμε και την παράσταση το βράδυ. Αν και δεν μας πολυαρέσει η παρατήρηση, συμμορφωνόμαστε και ξεκουραζόμαστε μέχρι να κάνουμε την μοναδική πρόβα πάνω στην σκηνή που θα βγούμε το βράδυ. Όλα πάνε καλά. Επιστροφή στο ξενοδοχείο, ελαφρύ φαγητό από μπουφέ και ετοιμασίες για την βραδινή παράσταση. Ήρθε η ώρα να γίνουμε υπερπαραγωγές. Οι καθρέφτες που επιμείναμε να κρατήσουμε είναι όντως σωτήριοι.
Το βανάκι που έχει γίνει προέκταση των εαυτών μας, μας μεταφέρει και πάλι στον χώρο του φεστιβάλ. Μας υποδέχονται λυγερόκορμες κορασίδες, βραζιλιάνικα ντυμένες.
Περιμένουμε στο backstage υπομονετικά μέχρι να ξεκινήσουν τα σόου και κατόπιν να έρθει η σειρά μας. Όσο σκέφτομαι ότι είμαι στα ίδια παρασκήνια με τους Tropical Gem, με πιάνει αδρεναλίνη!
Ο παρουσιαστής της βραδιάς είναι ο μεξικάνος χορευτής Luis Vasquez, που μαζί με τους 2 αδερφούς του διαπρέπουν στον χώρο της salsa παγκοσμίως. Ο ίδιος θα μπορούσε να είναι πετυχημένος κωμικός. Αστείος και ετοιμόλογος σε παρασύρει πάντα σε ασυγκράτητα γέλια. Συμπαρουσιάστρια η ισπανίδα θεά της kizomba Sara Lopez που στέκεται δίπλα του όμορφος βασιλικός.
Luis Vasquez
Luis Vasquez-Sara Lopez
Το σόου μας βγαίνει καταπληκτικά, μόνο το @#$@! τελευταίο ακροβατικό με τον Δημήτρη δεν εκτελούμε τέλεια, κάτι μας πήγε λάθος και έχω σκάσει. Αναθεματίζω το Νίκο που λείπει και κανονικά είναι ο καβαλιέρος μου σε αυτήν την χορογραφία. Έχουμε κάνει τα ακροβατικά πολλάκις ενώ με τον Δημήτρη προπονούμαστε μαζί μονάχα έναν μήνα. Είμαι πολύ στεναχωρημένη ακόμα και δεν παρηγοριέμαι με τίποτα όσο κι αν μου λένε οι άλλοι πως δεν φάνηκε όσο νομίζω κι ο δάσκαλος μου μ’ αγκαλιάζει με αγάπη.
Προς το παρόν ξεγελάω την ζοχάδα μου όταν κάθομαι οκλαδόν μπροστά μπροστά ως dancing nerd για να δω τα υπόλοιπα shows της βραδιάς. Οι πρώτοι που χορέψαμε ήμαστε θαρρείς το άνοιγμα για τα μεγάλα ονόματα. Μμμ, πως θα άνοιγε ας πούμε μια συναυλία η Παπαρίζου για την Beyonce? Η Παπαρίζου είναι ταλαντούχα κι επιτυχημένη, αλλά come on people, εδώ μιλάμε για την Beyonce.
Ο Παναγιώτης με την Μυρτώ μαγεύουν τον κόσμο με την εμφάνισή τους. Στην τελευταία τους χορογραφία έχουν ξεπεράσει τον εαυτό τους. Είμαι πολύ περήφανη γι αυτούς.
Το στόμα μου χάσκει ανοιχτό με κάποια shows από ξένους καλλιτέχνες. Οι Ιταλοί γεμάτοι ενέργεια tropical gem,
οι Dominican Power
κι ο ερωτεύσιμος, φέτες, λάστιχο αρχηγός τους,
o Κουβανός Albertos Valdes που έχει τα χρονάκια του κι όμως εξακολουθεί να σε καθηλώνει με τα αφροκουβανέζικα του,
ο χορευτής-τραγουδιστής Seo Fernandez με την εκπάγλου καλλονή παρτενέρ του.
Όσο παρακολουθώ τα απίστευτα σόους που εξελίσσονται μπροστά μου και τους χαρισματικούς χορευτές να γράφουν ποίηση με τα σώματά τους, δεν μπορώ να μην νιώσω μια αύρα συγκίνησης. Μεγάλη η τιμή που ανεβήκαμε στην ίδια σκηνή με αυτούς.
Στο τέλος κάποιοι χορευτές ντυμένοι με τις παραδοσιακές τους φορεσιές, σύρουν τιμητικά ένα ρουμάνικο δημοτικό χορό.
Ανεβαίνω στην σκηνή για το τελευταίο χειροκρότημα με όλους όσους χορέψανε σήμερα. Από μεγάλη μου τιμή, αρχίζω να αναρωτιέμαι τι κάνω εγώ εδώ με όλους αυτούς κι όταν λέω ξέρω να χορεύω τι ακριβώς εννοώ..
Άντε πάλι πίσω στο ξενοδοχείο, ευτυχώς που είναι κοντά σχετικά. Βγάζουμε τα κουστούμια και βάζουμε ρούχα που φέρνουν σε rainbow μιας και αυτό είναι το dress code του σημερινού πάρτι. Επιστρέφουμε στο φεστιβάλ και χορεύουμε μέχρι τελικής πτώσεως. Με τον χορό ξεχνιούνται όλα τα στραβά, το χαμόγελο επιστρέφει πανηγυρικά στο πρόσωπο μου.
Τα dress code δεν τηρούνται ευλαβικά, όμως είναι και κάποιοι που το παίρνουν αρκετά σοβαρά.
Τις τελευταίες ώρες τις περνάμε με όλη την ομάδα στο dark room, έχουμε ανάγκη από λίγη χαλάρωση. Εξάλλου, έχει το ενδιαφέρον της ΚAI αυτή η αίθουσα.
Ξημερώνει πάλι, έχει πάει 6,30 και αφού επιστρέφουμε στο ξενοδοχείο και κάνουμε το αναγκαίο για τον ιδρώτα μας μπάνιο, κατεβαίνουμε για πρωινό. Μην σπάσουμε και την παράδοση!.
Το πρωινό μας βρίσκει στο ίδιο τραπέζι με κάποιους λατίνους showmen και τα αγόρια από την ομάδα μας ευχαριστούν που είμαστε γυναίκες και μάλιστα ξανθιές, αδυναμίες δηλαδή των λατίνων. Έτσι μπορούν κι αυτά μαζί μας να τρώνε πρωινό ανάμεσα σε τέτοια χορευτικά μεγέθη. Οι λατίνοι είναι θρασείς και ασυγκράτητοι!
Μόνο ο Alberto Valdes απέχει, η κουβανέζικη μορφή με τα καθάρια πρασινογάλανα μάτια που τρώει κύριος μαζί μας το πρωινό του κι ετοιμάζει ένα πιάτο για να πάει στο δωμάτιο για την γυναίκα του. Έχουν φέρει μαζί τους το λίγων μηνών μωρό τους. Το μπεμπάκι παρευρισκόταν σε όλα τα μαθήματα, τα shows και τα πάρτι του φεστιβάλ. Βάζω στοίχημα πως η πρώτη του λέξη θα είναι salsa και τα πρώτα του βήματα θα μετράνε 123-567. Τον ρυθμό της salsa δηλαδή.
Ο Valdes, γοητευτικός, προσγειωμένος, αφοσιωμένος στην τέχνη του και στην γυναίκα του είναι ο άντρας, ο πατέρας, ο παππούς που θα ήθελες να έχεις. Καταλαβαίνει κάποια ελληνικά αλλά μάλλον λόγω νύστας αμελώ να τον ρωτήσω πως κ έτσι. Ευτυχώς λόγω των ελληνικών του σταματάνε κάποιοι από την ομάδα μου να σχολιάζουν στην γλώσσα μας τους ξενόγλωσσους, κάτι για το οποίο τους έχω βάλει χέρι τόσες φορές που ακόμα και μένα με κούρασα. Με ενοχλεί πάρα πολύ όταν συμβαίνει αυτό.
Επιτέλους ξαπλώνω. Αντί για προβατάκια, μετράω τα κομμάτια μου. Στο λεπτό έχω αποκοιμηθεί.
Χορεύοντας ως rock stars, η τελική μας η γιορτή και ένα τέλος δίχως τέλος.
Από κάποιον αδιόριστο χωροχρόνο ακούγεται κάτι σαν ήχος τηλεφώνου. «Ποια είμαι και που βρίσκομαι» αναρωτιέμαι με όλη την διακεκριμένη σοβαρότητά μου.
Σηκωνόμαστε μέσα στο άγχος όταν μας ενημερώνουν πως το δεύτερο show μας δεν θα παρουσιαστεί το βράδυ όπως και χτες, αλλά νωρίς το απόγευμα! Δεν θα γίνει στον γνωστό χώρο, αλλά κάπου αλλού στο Galati όπου μια μεγάλη σκηνή σε εξωτερικό χώρο, θα φιλοξενήσει Ρουμάνους stars τραγουδιστές. Θα είμαστε το άνοιγμα της συναυλίας τους! Χα! Κοίτα που σωστά μελετούσα την συναυλία χθες!!
Κάτι έχει ψήσει ο διοργανωτής του φεστιβάλ με τον δήμαρχο της πόλης, κάτι για ξέπλυμα χρημάτων ακούμε, αλλά ποιος ξέρει και who cares βασικά, έχουμε τροχάδην τώρα.
Στο διαμέρισμα επικρατεί αλαλούμ. Το κόνσεπτ λέει ισιωμένα μαλλιά τραβηγμένα κοτσίδα και αναλαμβάνει ευτυχώς μια κοπέλα από την ομάδα να φέρει βόλτα την μπουκλωτή μου κεφάλα.
Παραδόξως, είμαστε στην ώρα μας έτοιμες. Τα redbull που κατεβάζουμε 2-2 κάνουν σοβαρές προσπάθειες και μας κρατούν στην τσίτα.
Μεταφερόμαστε με τα βαν στον χώρο της συναυλίας. Έχει συγκεντρωθεί ήδη πολύς κόσμος. Μπροστά τους προβάρουμε όλες οι ομάδες τις χορογραφίες μας. Λες και κάνουμε το show 2 φορές σε μια μέρα.
Όλοι, είναι ντυμένοι πρόχειρα και θα βάλουν μετά τα καλά τους. Εμείς πάλι φοράμε ήδη τα κουστούμια μας τα οποία δεν τα λες και δροσερά. Πολύ έξυπνο! Περιμένουμε ατελείωτες ώρες μέχρι τελικά να βγούμε κι έχουμε σκάσει. Η ζέστη και η υγρασία μας χτυπά αλύπητα.
Και πεινάω! Πολύ πεινάω! Στην προσπάθεια μου να κρατήσω την μπακίτσα μου πλάκα, τουλάχιστον μέχρι την εμφάνιση μας, παραμένω νηστική από χτες. Από το πρωινό τέλος πάντων. Επιπλέον κάτι από το μακιγιάζ έχει πειράξει τα μάτια μου και δεν έχω σταματήσει να δακρύζω εδώ και ώρες! Πολύ μοιρολόι η δικιά σου.
Ρε τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες!
Ο κόσμος συνεχίζει να μαζεύεται και η πλατεία γεμίζει ασφυκτικά, όχι μόνο μπροστά από την σκηνή, αλλά και περιμετρικά εξίσου.
Συνειδητοποιούμε πως θα χορέψουμε μπροστά σε ΧΙΛΙΑΔΕΣ κόσμο. Wow! Είμαστε «προστατευμένοι» μέσα σε κιγκιλιδώματα και σε μερικούς χορευτές που βρίσκουν πρόσβαση, πιτσιρίκια ζητάνε αυτόγραφα! Τι λες τώρα!
Η ώρα του του show μας φθάνει και όλα πάνε θεσπέσια, ο κόσμος φωνάζει και νιώθουμε ότι έχει βγει στο κοινό η ενέργεια που θέλαμε.
Να μαστε κι εμείς!
Με ανεβασμένη διάθεση απολαμβάνουμε τις υπόλοιπες χορογραφίες.
Dimitris-Stella
Los Hermanos
Byron-Ariadni
Στο τέλος, ανεβαίνουμε ξανά στην σκηνή και χορεύουμε όλοι μαζί animation.
Φοβερή εμπειρία να χορεύεις μπροστά σε τόσο κόσμο!!! Φουσκώνει η καρδιά σου από την αδρεναλίνη και η χορευτική σου οντότητα ψηλώνει 2 πόντους. Πάει κι αυτό. Το ζήσαμε κι αυτό!
Στιγμιότυπο από την συναυλία που ακολούθησε.
Γυρνάμε στο ξενοδοχείο και τρώμε ένα ala carte menu της συμφοράς που μας αφήνει περισσότερο ξελιγωμένους από πριν. Η γκαρσόνα έχει νευράκια και μας εκνευρίζει επιπλέον. Είναι η πρώτη φορά που συναντώ αγενή άνθρωπο στην Ρουμανία. Μα τι έπαθε? Προχθές, ήταν γλυκύτατη!
Ετοιμαζόμαστε για το τελευταίο πάρτι του φεστιβάλ. Σήμερα έχει navy dress code αλλά δεν έχουμε φέρει τίποτα ναυτικό μαζί μας. Φοράμε απλά τα τζινάκια μας κι εγώ δεν παίρνω καν μαζί τα χορευτικά μου παπούτσια.
Σήμερα το βράδυ είναι για μένα το καλύτερο πάρτι. Δεν έχω άγχος για κανένα show κ έχουν μείνει λίγες ώρες μόνο για να τελειώσει. Σαν τελική γιορτή ένα πράμα.
Για αυτό με το που φθάνουμε στο φεστιβάλ το γιορτάζουμε με τον Δημήτρη καταπίνοντας σχεδόν μοχιτάκια. Έχουμε μια μικρή λογομαχία σχετικά με το αποτυχημένο ακροβατικό μας και βλέπω τον Παναγιώτη με την άκρη των ματιών μου να μας κοιτάζει αγχωμένος. Ο καλός μου δάσκαλος! θέλει να είμαστε αγαπημένοι.
Φυσικά, δεν υπάρχει κανένα τέτοιο θέμα. Τα λύνουμε όλα τσουγκρίζοντας. Σε λίγο ρίχνω το κοκτέιλ του κάτω. «Ορίστε σε εκδικήθηκα» του βγάζω την γλώσσα και χαμογελαστός με τραβάει στην πίστα για να χορέψουμε.
Χορεύω με την ψυχή μου και το ευχαριστιέμαι όσο δεν πάει. Νιώθω ευτυχής που έχω ανακαλύψει αυτήν την εμμονική και όμως υγιή διασκέδαση, ευλογημένη που το ζω όλο αυτό και τυχερή που το άμεσο μέλλον μου περιλαμβάνει αντίστοιχα happenings.
Salsa, oh salsa my love!!
Καλόκεφη όπως είμαι χασκογελάω με μια τύπισσα που και τα 3 βράδια έχει τηρήσει πιστά τα dress code. Την 1η μέρα φορούσε μια μεσαιωνική τύπου τουαλέτα, την 2η ένα φόρεμα-ουράνιο τόξο και τώρα είναι ίδια ο Ποπάυ στην γυναικεία βερσιόν του.
Ο ελκυστικός Γάλλος Tony Pirata, μεγάλη φίρμα της κιζόμπα, έχει γενέθλια και στήνεται ένας κύκλος από ντάμες γύρω του. Είναι κάτι που συνηθίζεται στον χορό όταν κάποιος έχει τα γενέθλιά του. Ένα ολόκληρο τραγούδι το χορεύει με ντάμες που εναλλάσσονται συνεχώς.
Tony Pirata με την παρτενέρ του Sophie Fox
Ξαφνικά, όλες οι γυναίκες μοιάζουν αιθέριες και σέξι, μάλλον είναι εκπληκτικός καβαλιέρος πέρα από φοβερός χορευτής. Σε λίγο έχω την χαρά να το διαπιστώσω η ίδια όταν χορεύουμε 2 τραγούδια απανωτά.
Γνωρίζουμε τον Florin, έναν ρουμάνο χορευτή που μένει στο Brasov. Προσφέρεται να μας ξεναγήσει τις ημέρες που θα είμαστε εκεί. Νομίζω πως απλά θέλει να ξαναδεί την Έφη.
Στο dark room όπου και πάλι καταλήγουμε οι περισσότεροι, χαιρόμαστε να ακούμε αγαπησιάρικες κι αισθαντικές bachates. Ένα ζευγάρι δίπλα μας, εμφανώς μεθυσμένο, κοντεύει να το κάνει εκεί μπροστά μας. Get a room παιδιά!
5.30 έχουμε αναχώρηση για αεροδρόμιο. Επιστρέφω απρόθυμα από το πάρτι για να ετοιμάσω τα πράγματα μου. Για ύπνο, ούτε λόγος, ούτε και χρόνος. Θα κοιμηθώ στο βανάκι.
Αποχαιρετώ το Galati λυπημένη που δεν βρήκα τον χρόνο να το γνωρίσω. Πραγματικά, ούτε μια περατζάδα δεν του αφιέρωσα. Την πάτησα όπως και με το φεστιβάλ του Βερολίνου.
Είμαι ελαφρώς στεναχωρημένη που τελειώνει το φεστιβάλ αλλά περισσότερο ενθουσιασμένη για το ταξίδι που έπεται. Κι ας είμαι η εξάντληση προσωποποιημένη. Τα μάτια είναι κόκκινα και κουρασμένα, όμως κυκλοφορεί μια σπίθα μέσα τους για όλα αυτά που αδημονούν να δουν.
Γιατί, γιατί, γιατί... ταραταρατατάμ........ το ταξίδι τώρα ξεκινά!
Η άφιξη του Νικ, η πράσινη διαδρομή, οι Ρουμάνοι οι πονηροί.
Φτάνουμε σώοι στο Otopeni το πρωί κι αφού έχει κάνει έκαστος 20 φορές τον σταυρό του. Ταξιδεύαμε βράδυ, δεν είχε κίνηση κι οι οδηγοί την είχαν δει ραλίστες. Ευτυχώς είχαμε πέσει ξεροί την περισσότερη ώρα κι έτσι παραπλανήσαμε τον φόβο μας.
Στο αεροδρόμιο αποχαιρετούμε τα παιδιά που γυρίζουν πίσω. Λυπάμαι όσο να ‘ναι που φεύγουν αλλά η προσμονή του ταξιδιού με ξεπερνάει.
Καθόμαστε σε μια καφετέρια και περιμένουμε το Νίκο να φθάσει από Ελλάδα. Στο αεροδρόμιο όλα είναι τουλάχιστον 3 φορές πιο ακριβά. Μας έχουν μείνει κάποια lei (1 lei=περίπου με 0,25 ευρώ) που αλλάξαμε στο Galati με πολύ φθηνή τιμή συναλλάγματος και θα κάνουμε και άλλα όταν βρούμε αντίστοιχη τιμή στο Brasov. Στο αεροδρόμιο δεν αλλάζεις ούτε για πλάκα.
Ο Νικ ξεπροβάλλει χαρωπός as always κι εμείς περιχαρείς διηγούμαστε τα του φεστιβάλ και τις πρώτες μας εντυπώσεις από την χώρα. Δεν είναι και πολλές αφού για τρεις μέρες ήμαστε χαμένοι σε χορευτική δίνη. Πίνουμε καφέ και τρώμε κάτι πρόχειρο πριν φύγουμε για να μην είμαστε νηστικοί.Τώρα που δεν χορεύουμε, δεν χρειάζεται να προσέχουμε τόσο.
Κοίτα κάτι μπαγκέτες πανάκριβες, λες και τρως σε εστιατόριο! Γιατί δεν τις λένε γκουρμεδομπαγκέτες?
Στις 13.00 ένα λεωφορειάκι μας πάει κοντά στις γραμμές του τρένου. Ανεβαίνουμε μια ανηφορίτσα για να φθάσουμε τελικά. Παραλίγο να το χάσουμε βέβαια αφού ρωτούσαμε από πού να το πάρουμε και οι υπάλληλοι του αεροδρομίου μας λέγανε σε 5 διαφορετικά σημεία.
Για να φθάσεις στο Brasov από το Otopeni κοστίζει περίπου 15 ευρώ και έχει τις εξής ανταποκρίσεις:
Otopeni-P.O.Aeroport
P.O.Aeroport - Bucuresti Nord
Bucuresti Nord-Brasov
Για τις δύο πρώτες βγάλαμε εισιτήρια επιτόπου. Για την τελευταία τα είχαμε εκδόσει ήδη από Ελλάδα γιατί το τρένο φεύγει κατευθείαν και δεν είχαμε καμία όρεξη για περίεργα ρίσκα.
http://www.mersultrenurilorcfr.ro/imtif/rute.aspx?lng=ro
Σύντομα μπαίνουν τρεις γλυκούληδες με μπάκες αλά Αγ.Βασίλη ελεγκτές και τσεκάρουν ευγενικά τα εισιτήρια μας. Είναι ντυμένοι όπως οι σταθμάρχες των παραμυθιών. Μια κεφάτη μεσήλικας κοκκινομάλλα μοιράζει καφέδες και αναψυκτικά έναντι λίγων lei.
Τα αγόρια κοιμούνται κι εμείς συζητάμε τα δικά μας χαζεύοντας την όμορφη διαδρομή. Σε αντίθεση με την μουντάδα των αρχικών εικόνων από το Βουκουρέστι, όσο ταξιδεύουμε η φύση ξεδιπλώνεται απλόχερα. Με ηρεμεί αφάνταστα αυτό το παζλ από λιβάδια και δάση.
Εικόνα μέσα από το τρένο που δυστυχώς αδικεί την ομορφιά της διαδρομής
Next day shooting (που 'σαι Variooooooooo)
Ανά διαστήματα βλέπουμε οικογένειες και ζευγάρια να κάνουν πικ νικ. Κάποιοι έχουν αράξει ξαπλωμένοι και κάνουν ηλιοθεραπεία. Ο ήλιος καίει και μας ζεσταίνει.
Επιτέλους φθάνουμε κατά τις 15.00. Στον σταθμό και γύρω από αυτόν βλέπουμε για πρώτη φορά τόσους πολλούς αθίγγανους μαζεμένους. Μοιάζουν πολύ με τους δικούς μας, τόσο στην εμφάνιση όσο και στην συμπεριφορά. Με μακριές λουλουδάτες φούστες και πιτσιρίκια ανάμεσα στα πόδια τους, οι γυναίκες ζητιανεύουν με το γνωστό διακονιάρικο ύφος.
Οδεύουμε με τα μπαγκάζια μας στην πιάτσα των ταξί. Έχω διαβάσει πως συμφέρει να παίρνουμε ταξί που να γράφει 1.35, αν θέλουμε να αποφύγουμε κλεψιές. Όμως δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο τώρα στην πιάτσα. Ρωτάμε τον πρώτο ταξιτζή και μας λέει 50 lei. Μας φαίνεται ακριβό και διαμαρτυρόμαστε, όμως δεν έχει καμιά πρόθεση να το κατεβάσει. Μας παροτρύνει να ρωτήσουμε τον δεύτερο στην σειρά! Κοίτα που εδώ δεν έχει προτεραιότητες, παζαρεύεις κι όπου βγάλει.
Ο δεύτερος μας λέει 35 lei. Μας φαίνεται και πάλι ακριβό αλλά αντιδρά «Μα τέσσερα άτομα είστε, έχετε τόσες βαλίτσες, πόσο πια να σας το κατεβάσω?». Αν και σκεφτόμαστε να συνεχίσουμε το παζάρι με τους επόμενους ταρίφες, μας φαίνεται λογική η απάντηση του και την δεχόμαστε. Μιλάμε για 9 ευρώ άλλωστε, μοιρασμένα στα τέσσερα! Στον δρόμο μας προτείνει να είναι ο προσωπικός μας οδηγός και μας αραδιάζει τιμές εκδρομών. Κρατάμε το τηλέφωνο του μπας και.
Δεν τον πολυεμπιστεύομαι. Η Έφη λέει «μα κοίτα, έχει την φωτογραφία των παιδιών του στο ταξί, μπαμπάς είναι, καλός φαίνεται». Ναι σιγά την ένδειξη. Λες και όλοι αυτοί οι απατεώνες ταξιτζήδες στην Ελλάδα που όλοι ξέρουμε καλά δεν είναι πατεράδες.
Έχουμε νοικιάσει ένα διαμέρισμα για τις μέρες που θα μείνουμε εκεί κι ο ιδιοκτήτης του, ο Ioan, μας περιμένει πιστός στο ραντεβού μας. Η είσοδος και η διαδρομή μέχρι να φθάσεις στον 2ο όροφο που θα μείνουμε είναι λίγο τρομακτική. Μυρίζει μούχλα και τα σκαλιά τρίζουν. Πολύ decadance! Καμία σχέση –ευτυχώς- με το διαμέρισμα μας.
Το Studio S, πολυτελές δεν το λες. Όμως είναι πεντακάθαρο και έχει όλες τις ανέσεις. Αποτελείται από ένα δωμάτιο με 2 διπλά κρεβάτια, ένα μπάνιο και μια κουζίνα. Μπορείς να βρεις σχεδόν όλα όσα σου χρειάζονται για μια βολική διαμονή. Σκεύη μαγειρέματος, φρυγανιέρα, καφετιέρα γαλλικού, πιστολάκι μαλλιών μέχρι και σακούλες σκουπιδιών, σκούπα, σφουγγαρίστρα, μπατονέτες κλπ. Σαν να φιλοξενείσαι σε σπίτι.
http://www.booking.com/hotel/ro/apartament-s.en-gb.html
Τα παράθυρα της κρεβατοκάμαρας χαρίζουν μια ωραιότατη άποψη του Brasov. Μας κόστισε μόνο 30 ευρώ/άτομο και για τις 3 μέρες διανυκτέρευση! Ούτε για κάμπινγκ δεν έχω δώσει τόσα λίγα! Και ήταν ότι ακριβώς ψάχναμε. Ένα κεντρικό, καθαρό δωμάτιο με το δικό του μπάνιο, τίποτα παραπάνω. Μας βγήκε ακόμα καλύτερο και μόνο τα αγόρια θα πρέπει να κοιμηθούν στο ίδιο κρεβάτι. Τρία βράδια είναι, θα το αντέξουν.
Ελπίζω.
Ο Ioan είναι εξόχως συμπαθής και ολοπρόθυμος να μας ενημερώσει για τα πάντα. Μιλάει φαρσί την αγγλική και μπορούμε να συνεννοηθούμε άψογα. Καταρχάς μας ενημερώνει πως ο ταξιτζής (ο μπαμπάκας καλέ) μας έκλεψε. Θα μπορούσε να μας φέρει με 10 lei αντί για 35 που πληρώσαμε!!! Φαντάσου πόσο θα μας κλέβανε αν δεν ήμαστε και υποψιασμένοι!
Οι ερωτήσεις μας είναι πολλές κι αυτός απαντάει αναλυτικά και με υπομονή σε όλες. Ζητάω την γνώμη του για τα μέρη που έχω στο μυαλό μου και αν υπάρχει κάποιος οδηγός που θα μπορούσε να μας πάει, ώστε να μην ταλαιπωρηθούμε με το τρένο.
Αυτό προτιμάμε, όμως πρέπει να μας συμφέρει οικονομικά. Δεν έχουμε πρόθεση να νοικιάσουμε αυτοκίνητο γιατί είμαστε όλοι κουρασμένοι από το τριήμερο χορευτικό ντελίριο και κανείς δεν έχει την διάθεση να οδηγάει με τις ώρες. Εγώ έτσι κι αλλιώς το φοβάμαι να οδηγάω στο εξωτερικό.
Σε κάποια φάση μιλάει με την γυναίκα του και όταν το κλείνει μας προτείνει τρείς εκδρομές μαζί με κάποια μέρη σφήνες που χωρίς ΙΧ δεν μπορούμε να πάμε. Θα μας κοστίσουν 100-120 ευρώ. Είναι ακριβές φυσικά. Και με φορτώνει περισσότερο που λίγη ώρα πριν ο ίδιος έκραζε τον ταξιτζή που μας έκλεψε.
Ωστόσο είναι κοστολογημένες από την γυναίκα του και συνειδητοποιώ πως ο ίδιος τις τιμές μας τις είπε λίγο απρόθυμα, ήταν αμήχανος. Αισθανόταν άβολα σε αντίθεση με τόση ώρα που ήταν άνετος, άρα και ειλικρινής. Σααααν να πέφτει παντόφλα στο σπίτι. Του λέμε πως θα το συζητήσουμε και θα του απαντήσουμε μετά.
Βουρ λοιπόν για την 1η γνωριμία με την πόλη. Το καταπληκτικό Brasov.
Το πράσινο όρος Tampa, το Άγιο Πνεύμα (βοήθεια μας) και το Brasov το κουκλί.
Το Brasov που είναι περιστοιχισμένο από τα νότια Καρπάθια Όρη, είναι η γενέτειρα του εθνικού ύμνου της Ρουμανίας. Το αρχικό του όνομα ήταν Corona (εξού και το στέμμα με ρίζες δρυός ως οικόσημο της πόλης), ενώ η ονομασία Brasov λένε πως προέρχεται ετυμολογικά από την τούρκικη λέξη «barasu», που σημαίνει «λευκό νερό». Γιατί και πως, δεν ξέρω.
Ανθρώπινα ίχνη χρονολογούνται από αρχαιολόγους από την νεολιθική εποχή ακόμα. Στις αρχές του 13ου αι. σάξονες γερμανοί δημιούργησαν αποικίες και η φυσική θέση της πόλης που είναι ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Δυτική ευρώπη τους βοήθησε να αναπτυχθούν εμπορικά και πολιτικά. Τον 14ο αι. έγινε ένα από τα πιο σημαντικά οχυρά στην νοτιοανατολική Ευρώπη, μετά από συνεχόμενες εισβολές από ανατολή και νότο.
Τον 16ο αι. αναπτύχθηκε πολιτιστικά και ιδρύθηκαν πολλά σχολεία, βιβλιοθήκες και τυπογραφεία. Το 1838 κυκλοφόρησε η πρώτη πολιτική εφημερίδα της Τρανσυλβανίας, η “Gazetade Transilvania”.
Τον 17ο αιώνα η πανούκλα προκάλεσε των θάνατο 4000 ανθρώπων ενώ μια καταστροφικού μεγέθους φωτιά σκότωσε περίπου 3000. Τους ψιλο-μπίπ αυτός ο αιώνας!
Κατά την διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου το Brasov αποτελούσε ένα ισχυρό οικονομικό κέντρο στην Ευρώπη, όμως στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη καταστράφηκε μερικώς από βομβαρδισμούς. Ξαναχτίστηκε και αναστηλώθηκαν όλα τα ιστορικά κτίρια. Την κομμουνιστική περίοδο αναπτύχθηκε βιομηχανικά, φέρνοντας εργάτες από κάθε μεριά της Ρουμανίας, ενώ διώχθηκαν όλοι οι Εβραίοι και Γερμανοί πολίτες της.
Κάθε φορά που συνέβαινε κάτι κακό στην πόλη , οι άνθρωποι της φρόντιζαν για την επαναφορά της. Έτσι κατάφεραν να υπάρχει ως σταθερή τουριστική αξία της Ρουμανίας κι εμείς να την απολαμβάνουμε τώρα κούκλα και αριστοκρατική.
Λέμε πρώτα να επισκεφτούμε το όρος Τάμπα (900 μέτρα), όσο ακόμα είναι μέρα και βλέπουμε καλά. Πλησιάζοντας το, περνάμε μέσα από ένα τεράστιο δασωμένο πάρκο. Το πράσινο κυριαρχεί παντού κι αυτό με ξετρελαίνει.
Παίρνουμε το τελεφερίκ με μόνο 10 lei και αυτό φουριόζικο μας μεταφέρει στην κορυφή.
Προχωράμε μέσα από δασώδη μονοπάτια, μέχρι να βρεθούμε στο μπαλκόνι που ολόκληρο το Brasov σου προσφέρεται πιάτο. Σύντομα βρισκόμαστε κάτω από την τεράστια πινακίδα BRASOV, το σύμβολο της πόλης και το οποίο φαίνεται σε οποιοδήποτε σημείο της και να σταθείς. Κλεψιά από το αντίστοιχο HOLLYWOOD.
Φώτο από ίντερνετ
Παρότι ο ουρανός είναι συννεφιασμένος, η θέα δεν μπορεί παρά να σου κόψει την ανάσα.
Ο Νίκος ποζάρει χωρίς να το ξέρει
Εμείς πάλι το ξέρουμε.
Υπάρχει ένα εστιατόριο το Belvedere, το χω σημειωμένο στον οδηγό μου με καλές κριτικές για το φαγητό και την θέα του. Κοστίζει 15-20 ευρώ/ άτομο, νορμάλ τιμές για μας, τσιμπημένες για Ρουμανία. Μας το έχει συστήσει κι ο Florin, ο ρουμάνος χορευτής που γνωρίσαμε στο φεστιβάλ. Όμως δεν έχουμε χρόνο να το τιμήσουμε.
http://www.tripadvisor.com.gr/Resta...asov_County_Central_Romania_Transylvania.html
http://www.restaurantbelvedere.ro/restaurant-brasov.html
Στην αρχή σκεφτόμασταν να ανέβουμε με το τελεφερίκ και μετά να κατέβουμε το δάσος μέσα από μονοπάτια. Η διαδρομή με τα πόδια διαρκεί περίπου μια ώρα κι εγώ δίνω ρέστα για τέτοιες πεζοπορίες. Ο ουρανός όμως είναι μουντός και σύννεφα απειλούν με βροχές.
Ο Δημήτρης, πάντα ως σοβαρός της παρέας, συμβουλεύει να αποφύγουμε κεραυνούς ενώ θα είμαστε τόσο ψηλά. Αναγκαστικά λοιπόν δεν μπορούμε να καθίσουμε πολύ, πρέπει να προλάβουμε το τελευταίο για σήμερα τελεφερίκ.
Ο υπάλληλος προσπαθεί να κάνει ένα αστείο που δεν καταλαβαίνουμε. Όταν τσέκαρε αρχικά τα εισιτήρια μας ήταν αυστηρός και αγέλαστος. Ίσως σχολάει και είναι χαρούμενος πλέον.
Φιλόξενα παγκάκια υπάρχουν διασκορπισμένα για να αράζουν και να ξαποσταίνουν οικογένειες, γηραιές φιλενάδες, διάφορες παρέες ακόμα και ερωτευμένα ζευγαράκια. Σε μια παιδική χαρά είναι μαζεμένα πιτσιρίκια ενώ αρκετά από αυτά σουλατσάρουν στα μονοπάτια, άλλα με πατίνια και άλλα με ποδήλατα. Βλέπω ένα αλανάκι να ποδηλατεί ξυστά από γκρεμό και ταράζομαι, όμως αυτό φαίνεται πολύ σίγουρο για τις κινήσεις του.
Καθόμαστε κι εμείς σε ένα παγκάκι. Επιβάλλεται να ρουφήξουμε την κατάφυτη όαση και τις ξέγνοιαστες εικόνες.
Sex and The City - "The Romanian oldies" edition
Καρδιοχτύπια στο Brasov Hills
Όπου και να κοιτάξεις κλέβεις όμορφες εικόνες.
Ο πρώτος περίπατος της πόλης μας οδηγεί στην κεντρική πλατεία Sfatului, όπου μας περιμένει μια μικρή, ευχάριστη έκπληξη. Σήμερα είναι του Αγ.Πνεύματος κι όπως φαίνεται την γιορτάζουν κι εδώ την ημέρα αυτή.
Μια εξέδρα έχει στηθεί στο κέντρο της πλατείας και μια παραδοσιακά ντυμένη ορχήστρα παίζει ζωντανή μουσική. Έχουν βάλει ξύλινους πάγκους και παγκάκια και κόσμος πολύς έχει καθίσει για να απολαύσει κλασσική μουσική.
Έχουν στηθεί πρόχειρα περίπτερα και συμπαθείς Ρουμάνοι πουλάνε ότι μπορείς να φανταστείς. Ντόπια τυριά, κρέας, γλυκά, μέλι, κρασιά, τοπικά ποτά, φυσικοί χυμοί, σουβενίρ και μικρά τεχνουργήματα σε περιμένουν όμορφα στημένα στους πάγκους για να τα αγοράσεις. Είναι όλα πάμφθηνα.
Δοκιμάζουμε πατάτες τηγανιτές σε σχήμα ροδέλας τις οποίες πασπαλίζουν με κάποιο μπαχαρικό της επιλογής σου. Δεν ξέρεις τι να διαλέξεις ανάμεσα από σκόρδο, πάπρικα, ρήγανη, τσίλι και καμιά ακόμα τριανταριά μπαχαρικά. Εγώ διαλέγω κάρυ.
Τρώμε ακόμα pateuri (ζύμη με τυρί, που μοιάζει με την δική μας τυρόπιτα) και χοιρινό κρέας με αρκετό λίπος που δεν μας ενθουσιάζει. Τέλος δοκιμάζουμε ένα σφηνάκι από το τοπικό τους ποτό, την pallinca, κάτι σαν το δικό μας τσίπουρο. Φτιάχνεται από απόσταγμα φρούτων, κυρίως δαμάσκηνα, βερύκοκα μήλα και αχλάδια. Αντίστοιχο μπράντι τους και το ίδιο δυνατό σε αλκοόλ (περί 40%) είναι η tuica. Πίνοντας το, θυμήθηκα την κρητική ρακή. Αααχ. Δυνατούλι είναι! Ανατρίχιασα πανάθεμα το!
Μια μικρή βόλτα γύρω από την πλατεία επιβάλλεται για να θαυμάσουμε τα αρχοντικά κτίρια, τα πολύχρωμα σαξονικά σπίτια, το χαρακτηριστικό Μέγαρο των συμβούλων και την μοντέρνα κατασκευή που σχηματίζει μια αρκούδα.
Η αρκούδα είναι σημαντικό ζώο στην Ρουμανία, θεωρείται σύμβολο των μεγάλων σαρκοφάγων των Καρπαθίων. Ο Ioan μου είπε πως υπάρχει το ενδεχόμενο να συναντήσεις αρκούδα σε μια βόλτα σου στο δάσος και πως αυτό δεν θα ήταν κάτι το επικίνδυνο, οι συγκεκριμένες είναι άκακες και δεν πειράζουν τον άνθρωπο. Εγώ πάντως αν και τολμηρή με τα άγρια ζώα, νομίζω πως θα φρίκαρα αν συναντούσα τυχαία! Μάλλον το θάρρος μου σταματάει στους ζωολογικούς κήπους. Πόσο άγρια να είναι τα ζώα, όταν είναι φυλακισμένα..
Σε ένα παγκάκι έχουν καθίσει δυο παππούδες και τα λένε, ενώ γύρω από το συντριβάνι έχουν αράξει διάφορες νεανικές παρέες. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα έχουν βουτήξει τα πόδια τους για να δροσιστούν, αφού παρά την μουντάδα κάνει αρκετή ζέστη.
Λίγο πιο κάτω ξεχωρίζει η γοτθική Μαύρη εκκλησία. Χτισμένη το 14ο αιώνα είναι η πιο παλιά γοτθικού τύπου εκκλησία στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και η μεγαλύτερη της Ρουμανίας. Ονομάστηκε έτσι όταν τον 17ο αι. που ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά, τμήματα του ναού κάηκαν και οι τοίχοι μαύρισαν από τους καπνούς. Η αποκατάσταση της εκκλησίας κράτησε μόνο 100 χρονάκια.
Υπάρχει ένα θέμα με την αποχεύτευση στην πόλη. Ανά διαστήματα μυρίζουν τα φρεάτια και εχμ.. όχι ευχάριστα. Η βόλτα μας δεν κρατάει πολύ. Ο ουρανός που τόσες ώρες ετοιμάζεται καρτερικά, ξεσπάει τελικά σε μια δυνατή μπόρα και όλοι, ντόπιοι-τουρίστες, τρέχουμε για να βρούμε σκέπαστρο.
Μπαίνουμε σε μια μπιραρία και σκεφτόμαστε να καθίσουμε στην στεγάμενη αυλή της, αλλά δεν υπάρχει τραπέζι ελεύθερο. Μπορούμε να καθίσουμε στον εσωτερικό χώρο που είναι θελκτικός και θυμίζει κελάρι, όμως δεν θέλουμε να κλειστούμε τόσο μέσα τώρα και αποφασίζουμε να φάμε αργότερα, στην βραδινή μας βόλτα.
Περιμένουμε να κοπάσει η μπόρα και ψάχνουμε για σούπερ μάρκετ. Πρέπει να εφοδιαστούμε το πρωινό μας. Ρωτάμε που βρίσκεται, έναν ζαχαροζυμωμένο γεροντάκο που λατρεύω με την μία. Είναι σε μια γωνίτσα και πουλάει ποπ κορν που φτιάχνει επιτόπου και μου θυμίζει τον παππού μου όταν κάποτε στον Βόλο πουλούσε τυρόπιτες με το ποδήλατό του.
Οι τιμές στο σούπερ μάρκετ είναι πολύ πιο φθηνές από ότι στην ελληνική αγορά. Παίρνουμε ακόμα ένα καφεδάκι από ένα καφέ-μπαρ κάτω από το διαμέρισμα μας κι ανεβαίνουμε για να μπανιαριστούμε.
"Όμορφα, πολύ όμορφα ξεκινάμε" αναστενάζω.
Του τσιγάρου η εμμονή, της αφαγιάς ο φόβος κι η νυχτερινή ζωή. (Η ποια??)
Την αράζω μισοκρεμασμένη από το παραθύρι της κουζίνας κι επιτέλους καπνίζω με το καφεδάκι μου παρέα.
Δεν καπνίζει κανένας τους παρά μόνο η Έφη κι αυτή στα πολύ μεγάλα κέφια. Τα αγόρια με στραβοκοιτάζουν που τους έρχεται ίχνος κάπνας, όμως δεν συγκινούμαι, τους κλείνω την πόρτα της κρεβατοκάμαρας. Αρκετά άκαπνη έμεινα όλη μέρα, δεν πρέπει να έχουν παράπονο. Ξέρω ωστόσο πως μου κάνει καλό να κάνω παρέα με αντικαπνιστές, καπνίζω πολύ λιγότερο. Ο καφές είναι λίγο χάλια αλλά προσαρμόζομαι.
Έπειτα από συνεννόηση, μιλάμε με τον Ioan στο τηλέφωνο και παζαρεύουμε την αυριανή εκδρομή. Από 100 ευρώ την κατεβάζουμε στα 90. Σιγά το παζάρι, όμως έχουμε κοιτάξει πόσο θα μας κόστιζε αν πηγαίναμε με τρένο και συνολικά θα μας έβγαιναν τα ίδια χρήματα πάνω κάτω.
Με τον Ioan όμως θα γλιτώσουμε την ταλαιπωρία των τρένων, άρα και πολύ χρόνο. Θα έχουμε ένα συμπαθητικό ντόπιο για ξεναγό και θα πάμε σε κάποια μέρη που δεν υπάρχει πρόσβαση με το τρένο. Ελπίζω μόνο να μην είναι κι αυτός επίδοξος Σουμάχερ.
Μέχρι να κάνουμε όλα τα ρουμαναράκια μπάνιο, η ώρα περνάει και έχει πάει 11 παρά πια. Αναζητάμε το εστιατόριο Sergiana και ανακαλύπτουμε απογοητευμένοι πως είναι κλειστό. Το Sergiana ανήκει σε μια επιτυχημένη αλυσίδα εστιατορίων με πολύ καλές κριτικές. Είναι ένα κελάρι στο οποίο σερβίρεται τοπική ρουμάνικη κουζίνα από ανάλογα ντυμένους σερβιτόρους. Ελπίζω να το βρούμε κάποια άλλη μέρα ανοιχτό.
http://www.tripadvisor.com.gr/Resta...asov_County_Central_Romania_Transylvania.html
http://sergianagrup.ro/en/
Βασικά η πόλη μοιάζει άδεια και προαισθανόμαστε πως τα βραδινά μας σχέδια για ποτό θα ναυαγήσουν. Αυτό όμως που δεν περιμένουμε, είναι να έχουν κλείσει ΚΑΙ τα εστιατόρια από τώρα.. Όσο προχωράμε δεν βρίσκουμε τίποτα ανοιχτό για να φάμε, όχι εστιατόριο, ούτε τζανκφουντάδικο ως δείγμα. Κι εμείς δεν πεινάμε απλά, σχεδόν λιμοκτονούμε.
Σε ένα μαγαζί που ευτυχείς ανακαλύπτουμε, ο σερβιτόρος ίσα που έχει σερβίρει στο διπλανό τραπέζι μια νοστιμότατη όπως φαίνεται πίτσα και που κοιτάζουμε ξελιγωμένα. Έρχεται κοντά μας και μας ενημερώνει πως η κουζίνα μόλις έκλεισε, “I am sorry”! λέει. Μας υποχρέωσες καλέ μου.
Έπειτα από άπειρες βόλτες κι ενώ αρχίζουμε να πιστεύουμε αποθαρρημένοι πως θα φάμε γάλα με δημητριακά για βραδινό πίσω στο διαμερισματάκι μας, επιτέλους βρίσκουμε μια πιτσαρία-λίγο από όλα και καθόμαστε. Δεν μας πολυαρέσει αλλά δεν θέλω τσιμουδιά. "Κλειστά τα στόματα και μην μιλάτε, ότι και να 'ναι τουλάχιστον θα φάτε."
Οι άντρες παίρνουν μια πίτσα ο καθένας για την αφεντιά του και την συνοδεύουν με μπίρα, ενώ τα πιο λιτοφάγα κοριτσάκια μοιραζόμαστε μια οι δυο μας. Η Έφη που λατρεύει τις σούπες δοκιμάζει και μια κοτόσουπα. Εγώ πάλι ως κλασσική κοκτεηλολάτρης παραγγέλνω ένα κοκτέηλ από βότκα και πράσινο μήλο. Και καλά κάνω, είναι πολύ ωραίο και δροσερό. Το φαγητό είναι συμπαθητικό και φθηνό.
Το φεστιβάλ και η εξέλιξη της ομάδας συνεχίζει να αποτελεί συχνά αντικείμενο συζητήσεων μας και μιλάμε έντονα για διάφορα πράγματα. Μια γυναίκα στο διπλανό τραπέζι έχει καθίσει και μας παρατηρεί ευθαρσώς με το ένα χέρι στο πηγούνι. Δεν μαζεύεται ούτε όταν την καρφώνω κι εγώ επίτηδες. Με τον σύντροφο της δεν έχουν ανταλλάξει κουβέντα εδώ και μια ώρα.
Η αλήθεια είναι πως μάλλον μιλάμε δυνατά. Είμαστε μια βαβούρικη παρέα δίπλα σε άλλες ήσυχες και σχεδόν αμίλητες. Κάποτε σε ένα ταξίδι μου, είχαν καταλάβει πως είμαστε Έλληνες από την πολύ φασαρία που κάναμε όταν μιλούσαμε. Τι να κάνουμε, αυτοί είμαστε. Καλύτερα έτσι, παρά στην μούγγα.
Αμέσως μετά το ντερλίκωμα μας αναζητάμε ένα μέρος, ένα οποιοδήποτε, μπαρ, παμπ, ότι να ‘ναι ρε παιδί μου, ένα ποτό θέλουμε να πιούμε. Μάταια! Δεν θέλω να πιστέψω πως και τις επόμενες μέρες θα είναι έτσι. Ίσως να φταίει που είναι Δευτέρα. Και στην Ελλάδα τις Δευτέρες η νυχτερινή ζωή είναι πιο πεσμένη. Βέβαια εδώ δεν μιλάμε για πεσμένη κίνηση, αλλά για τη νέκρα την ίδια.
Ανησυχώ για το πάρτι άνιμαλ της παρέας, το Νίκο. Θα ξενερώσει, το ξέρω. Ήταν εξαρχής διστακτικός στο να περάσουμε το περισσότερο μέρος του ταξιδιού στην επαρχία, φοβούμενος την ανυπαρξία νυχτερινής ζωής. Και μπορεί να άφησαν πάνω μου τις πάσης φύσεως επιλογές, όμως θέλω να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι. Και για μένα δεν είναι ότι καλύτερο. Μου αρέσει σε κάθε περιοχή που επισκέπτομαι, να έχω μια καλή άποψη για την νυχτερινή της εκδοχή.
Όπως και να έχει μάλλον είναι καλύτερα για μας να κοιμηθούμε νωρίς σήμερα. Έχουμε όλοι ταλαιπωρηθεί και στερηθεί ύπνο τις προηγούμενες μέρες οπότε είναι ευκαιρία να ανασυντάξουμε δυνάμεις.
Αύριο ξημερώνει ολοήμερη εκδρομή!
Rupea και Viscri, δυο κόσμοι μαγικοί.
Ξυπνάμε στις 8 και μια νύστα μας περιτριγυρίζει όση ώρα τρώμε πρωινό. Έχουμε κοιμηθεί πολύ περισσότερο από όλες τις προηγούμενες μέρες και θα είχαμε χορτάσει αν δεν μας έλειπε τόσο ύπνος. Όμως μας λείπει και κουτουλάμε όσο κατεβαίνουμε τις decadance σκάλες.
Ο Ioan μας καλημερίζει ευδιάθετος. Η πεθερά του μας παρατηρεί σχολαστικά από το μπαλκόνι. Μένει κάτω από μας και για αυτό μας πρότεινε χθες ο Ioan να είμαστε καλά παιδιά, χιουμοριστικά πάντα. Φαίνεται η σύζυξ μοιράζεται την παντόφλα με την μαμά της.
Σταματάμε σε ένα βενζινάδικο για να ανανεώσει μια κάρτα που χρειάζεται όταν οδηγεί στις εθνικές οδούς της χώρας. Πωλείται σε συγκεκριμένα βενζινάδικα και είναι απαραίτητη στον οποιονδήποτε οδηγεί στις εθνικές οδούς. Υπάρχουν ετήσιες για τους κατοίκους αλλά και μικρότερης διάρκειας (εβδομαδιαίες-μηνιαίες κλπ) για τους τουρίστες. Η ετήσια κοστίζει 80 ευρώ, οι υπόλοιπες αρκετά φθηνότερα.
Ο 40+ οικογενειάρχης Ioan μας εξομολογείται πως πάντα ήθελε να γίνει ξεναγός και σκέφτεται να ασχοληθεί πλέον σοβαρά με αυτό. Θέλει να το σπουδάσει ώστε να είναι καλός και με την βούλα. Μας λέει πως είμαστε το πρώτο του επίσημο γκρουπ και αυθόρμητα ζητωκραυγάζουμε για να τον ενθαρρύνουμε. Του υποσχόμαστε πως θα του κάνουμε καλό ποδαρικό.
Τον συμβουλεύω να κρατήσει χαμηλά τις τιμές των εκδρομών του κι έτσι θα γίνει γνωστός από στόμα σε στόμα. Του λέω ακόμα πως θα μπορούσα να γράψω για αυτόν σε ένα ταξιδιωτικό site που είμαι μέλος. Με ευχαριστεί με ειλικρίνεια και από εκείνη την ώρα γίνεται ακόμα πιο εύγλωττος για την Ρουμανία και τους ανθρώπους της. Μας κρατάει δροσερούς με το air condition και ευτυχώς, ΕΥΤΥΧΩΣ όμως, ο άνθρωπος οδηγάει φυσιολογικά!
Η εθνική οδός που ακολουθούμε δεν έχει προστατευτικά κιγκλιδώματα, όμως ο δρόμος κατά κύριο λόγο είναι καλά ασφαλτοστρωμένος και δεν έχει λακούβες. Κάθε τόσο εκτελούν έργα στους δρόμους. Η διαδρομή μας χαρίζει πάλι πράσινη υπεροχή. Η φύση οργιάζει στην επαρχιώτικη Ρουμανία.
Συχνά πυκνά συναντάμε πολυπληθή κοπάδια προβάτων και αγελάδων που βοσκούν. Ανά διαστήματα βλέπουμε και άλογα, μερικά τα εντοπίζουμε ξέμπαρκα σε λιβάδια μόνα τους.
Ο Νίκος κοιμάται του καλού καιρού και ξυπνάει εύκολα όταν φθάνουμε στον πρώτο μας προορισμό. Αφήνουμε το αμάξι στον δρόμο και αρχίζουμε να ανεβαίνουμε τον λόφο που οδηγεί στο φρούριο Rupea. Ο Ioan χαίρεται που μας φέρνει εδώ, έχει καιρό να έρθει κι έχουν γίνει διάφορες ανακατασκευές που θέλει να τις δει.
Πάνω στον αρχαίο οικισμό Dacian Ramidava, (Rupes κατά τους Ρωμαίους από όπου και πήρε το όνομα το φρούριο αργότερα, τον 19ο αι.) χτίστηκε ένας άλλος οικισμός το 10ο-13ο αι. και μετά μετατράπηκε σε φρούριο από τους ίδιους τους κατοίκους για προστασία. Είναι έτσι φτιαγμένο ώστε τα δωμάτια να χρησιμοποιούνται ως καταφύγια για τις οικογένειες, που έρχονταν ακόμα και από τα γειτονικά χωριά σε περιόδους πολιορκίας.
Τρεις σειρές από τείχη προφύλασσαν τους κατοίκους ενώ στα πολλά παράθυρα περιμετρικά του φρουρίου μπορούσαν να παρακολουθούν οποιαδήποτε απειλή χωρίς να προλάβει να πλησιάσει. Τον 17ο αι. το φρούριο κατελήφθη και χτίστηκε πάλι από Αυστριακούς. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ως καταφύγιο για τους υγιείς κατά την διάρκεια τότε της πανούκλας.
Μεταξύ των δυο παγκόσμιων πολέμων, η Rupea ήταν ένα ακμάζων σαξονικό πολιτιστικό κέντρο, το οποίο όμως με τα χρόνια παρήκμασε κυρίως λόγω της μετανάστευσης των Σαξόνων στην Γερμανία κατά την διάρκεια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης.
Τώρα, αρκετοί εργάτες είναι απορροφημένοι σε εργασίες ανακαίνισης. Ρωτάω κάποιους από αυτούς αν τους πειράζει να τους φωτογραφίσω κι αχνογελούν κολακευμένοι. Το κόστος εισόδου είναι 10 lei.
Η φωτογραφική μου μηχανή έχει αρχίσει να γκαζώνει επικίνδυνα!
Με τόση φυσική ομορφιά προσπαθώ να εκτονώσω τα καλλιτεχνικά μου απωθημένα.
Επί το έργον
Η θέα με τα γραφικά χωριουδάκια και τα απέραντα λιβάδια είναι απίθανη. Δεν παραλείπουμε φυσικά να βγάλουμε ψωνίστικες, χορευτικές και αυθόρμητες παρεϊστικες φώτος, πέραν του σαν ζωγραφιά τοπίου.
Μου θυμίζει λίγο την καστροπολιτεία Βάθεια της Μάνης. Σαν ιδέα περισσότερο παρά σαν αντικειμενική ομοιότητα. Μόνο που η όμορφη Βάθεια είναι βαθειά αφημένη στα ερείπια. Καμία σχέση με το προσεγμένο και πεντακάθαρο Rupea.
Επόμενη στάση το Viscri, ένα γραφικό χωριό με μια εκκλησία-φρούριο ιστορικής σημασίας.
Έξω από κάθε σπίτι σχεδόν υπάρχει και ένα παγκάκι και σε κάθε παγκάκι αντικρίζουμε μια ξεχωριστή εικόνα. Δυο παιδάκια να συζητάνε, μια national geographic τύπου γιαγιά να πλέκει, μια άλλη να ράβει, ένα ζευγάρι να με κοιτάζει καχύποπτα όσο προσπαθώ ζουμάροντας διακριτικά να τους φωτογραφήσω.
Κάρα με άλογα περνάνε από μπροστά μας και κότες αλανιάρες κόβουν βόλτες ελεύθερες.
Κάποια παιδιά παίζουν ξέγνοιαστα ενώ τρία κοριτσάκια κερδίζουν με τα σκέρτσα τους καλούδια από τον παντοπώλη.
Αυτό το χωριό μοιάζει λες και είναι ξεχασμένο από τον χρόνο.
Τώρα κατοικείται από 500 άτομα εκ των οποίων μόνο 24 είναι οι εναπομείναντες σαξονικής καταγωγής. Ένα από αυτά είναι και η υπέργηρη υπεύθυνη της εκκλησίας η οποία παρακαλώ, μιλάει πολύ καλά αγγλικά. Το αντίτιμο της εισόδου είναι πανάκριβο. 4 lei, ποιος τα δίνει τώρα!
Μπαίνουμε στο εσωτερικό και χαζεύουμε τα ξύλινα παλιά στασίδια και τις ταλαιπωρημένες εικόνες. Ανεβαίνουμε μικροσκοπικά περάσματα μέσα από ξύλινα φθαρμένα σκαλιά και φθάνουμε στην κορυφή.
Η κορυφή σου χαρίζει ένα πανόραμα του χωριού και των γύρω λόφων. Νιώθεις την απόλυτη ηρεμία. Τα σπίτια απλά και φροντισμένα είναι όλα εναρμονισμένα και ίδιας αρχιτεκτονικής με την εκκλησία. Μέχρι και ο πρίγκηπας Κάρολος είχε αγοράσει σπίτι εδώ που τώρα χρησιμοποιείται ως ξενώνας.
Η εντυπωσιακή οχυρωμένη εκκλησία θεωρείται η παλαιότερη της Τρανσυλβανίας και η κατασκευή της χρονολογείται το 1100 από Ούγγρους Η αλήθεια είναι πως της φαίνεται, πολλά πράγματα, ειδικά στον εσωτερικό χώρο μοιάζουν αναλλοίωτα, παρόλο που είναι φανερή η προσπάθεια διατήρησής της.
Τροποποιήθηκε κι επεκτάθηκε πολλές φορές. Τον 12ο αι. καταλήφθηκε από Σάξονες και τον 14ο αι. τμήμα του ναού ξαναχτίστηκε από την αρχή. Τον 16ο αι. η σαξονική κοινότητα οχύρωσε την εκκλησία με εξωτερικά τείχη. Από το 1993 ανήκει στην παγκόσμια κληρονομιά της UNESCO.
Στην έξοδο σταματάμε για λίγο σε ένα παλιό πυργίσκο που έχει μετατραπεί σε μουσείο. Είναι πολύ μικρούλι και δεν πληρώνεις επιπλέον για να το επισκεφτείς. Χαζεύουμε παλιά εργαλεία, κεραμικά, παραδοσιακές φορεσιές ακόμα και νυφικά του τότε. Έχει κάτι παλτά που φορούσαν τις πολύ κρύες μέρες φτιαγμένα από δέρματα και γούνες ζώων και είναι απλά ασήκωτα.
Χορτασμένοι από πανέμορφες εικόνες και εφοδιασμένοι με την γαλήνη της υπαίθρου μπαίνουμε στο αυτοκίνητο για τον τελευταίο για σήμερα προορισμό μας.
Την κουκλάρα Sighisoara.
Τα πτώματα του ΙΧ, η πολύχρωμη Sighisoara, η πρώτη προστριβή.
Ο Νίκος κάθε φορά που μπαίνουμε στο αμάξι ψοφολογά και η Έφη αρχίζει να τον μιμείται. Ευτυχώς που υπάρχει ο Δημήτρης και κάνουμε παρείτσα όσο τα άλλα τα χαμένα κοιμούνται του καλού καιρού. Έχω πολλά στο μυαλό μου να κάνουμε στην Sighisoara, αλλά βλέποντας την παρέα μου αποκαμωμένη, ξέρω πως «φρούδες οι ελπίδες σου Μαράκι».
Περνάμε από χωριά με ταπεινά πολύχρωμα σπιτάκια, ακόμα και χαμόσπιτα. Είναι φτωχικά, έχουν όμως περιποιημένους κήπους και μια όμορφη, γραφική μοναδικότητα. Ακόμα και οι οικισμοί αθίγγανων είναι χαριτωμένοι.
Σε έναν από αυτούς σταματάμε για να βγάλω φωτογραφίες. Βλέποντας όμως πιτσιρίκια να τρέχουν καταπάνω μου ζητιανεύοντας πιεστικά, μπαίνω γρήγορα στο αμάξι. Είναι θλιβερό.... Μπορεί να είναι «γυφτάκια», δεν παύουν όμως να είναι παιδιά. Καταδικασμένα από γεννησιμιού τους να μην βιώνουν ποτέ όπως πρέπει, αυτό που μόνο στις παιδικές ψυχές μπορεί να κατοικεί. Αγνή, αμόλυντη αθωότητα.
Ο Ioan κάνει αξιόλογες προσπάθειες να κρατά το ενδιαφέρον σε μας που παραμένουμε ξύπνιους, βομβαρδίζοντας μας με πληροφορίες. Όταν φθάνουμε αποχωρεί με τρόπο και μας λέει να τον πάρουμε τηλέφωνο όταν τελειώσουμε. Με την άνεση μας, συμπληρώνει.
Η Sighisoara, χτίστηκε τον 12ο αι. από σάξονες γερμανούς εμπόρους και τεχνίτες, όταν κλήθηκαν από τον βασιλιά της Ουγγαρίας να εγκατασταθούν στην Τρανσυλβανία και να υπερασπιστούν το βασίλειο του. Γι αυτό και είναι γνωστοί ως οι σάξονες της Τρανσυλβανίας. Η πόλη διαδραμάτισε σημαντικό στρατηγικό και εμπορικό ρόλο στην κεντρική Ευρώπη για αρκετούς αιώνες. Το όνομα της προέρχεται από το ουγγρικό Segesvar, όπου var σημαίνει φρούριο.
Περπατάμε την πόλη θαυμάζοντας τα ποικιλόχρωμα, χαρούμενα, σαξονικά σπίτια και κτίρια. Η πόλη είναι σκέτο στολίδι, δικαίως ανήκει στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO. Αν έλειπαν και τα παρκαρισμένα, αταίριαστα με το μεσαιωνικό σκηνικό, αυτοκίνητα θα ήταν ακόμα καλύτερα.
Πλανόδιοι και μαγαζιά πουλάνε νοστιμούλικα σουβενίρ, ενώ υπάρχουν διάφορες γκαλερί λαϊκής τέχνης με χειροποίητα παραδοσιακά αναμνηστικά όπως το Art & Crafts. Οι υπάλληλοι αυτών των καταστημάτων σου εξηγούν μετά χαράς την ιστορία του κάθε έργου τέχνης. Θα κάτσουν να σου πουν αναλυτικά τι συμβολίζει πχ. η κάθε σκαλιστή απεικόνιση στις κεφαλές των πάμπολλων ξύλινων κουταλιών.
Ο πελαργός ήταν σύμβολο τύχης και όταν υπήρχε φωλιά πελαργού στο σπίτι, θεωρούσαν πως το προστάτευε από πυρκαγιές, πλημμύρες και κλέφτες. Το φίδι ήταν σύμβολο εξουσίας και ταυτόχρονα το προστατευτικό πνεύμα του σπιτιού. Ο τσαλαπετεινός συμβόλιζε την άνοιξη, ο πετεινός την ελπίδα (αφού αυτός φέρνει τα νέα σε κάθε ανατολή του ήλιου) και μια χήνα που ταϊζει το παιδί της την μητρότητα. Οι ιστορίες δεν τελειώνουν ποτέ, όρεξη (και χρόνο) να έχεις να ακούς.
Εικόνα από ίντερνετ
Σύντομα ο επιβλητικός πύργος του ρολογιού-σύμβολο της πόλης τραβά την προσοχή μας. Χτίστηκε τον 14ο αιώνα για να προστατεύει την κύρια πύλη της, να φιλοξενεί τις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου και να φυλάσσει τα αρχεία και τους θησαυρούς της Sighisoara.
Ο πύργος έχει α)ένα διπλό προπύργιο με τον οποίο μπορούσαν να ελέγχουν κάθε πρόσβαση στην πόλη, τους γύρω δρόμους και τα σημεία σκοποβολής, και β)τέσσερεις πύργους οι οποίοι συμβόλιζαν (ως αρχιτεκτονικό ομοίωμα ολόκληρης της κοινότητας) ότι η πόλη είχε δικαστική αυτονομία ή αλλιώς jus gladii - το δικαίωμα στην εσχάτη των ποινών. Η στέγη καταστράφηκε έπειτα από μεγάλη πυρκαγιά τον 16ο αι. κι από τότε ανακατασκευάστηκε αρκετές φορές μέχρι την τελική του μορφή το 1894.
Μιλάμε για πολύ φωτιά στη Ρουμανία!
Οι ανθρώπινες φιγούρες μου θυμίζουν το ρολόι στην Πράγα, αν και πάνε 10 χρόνια από τότε που έχω να το δω. Εκπροσωπούν τις ημέρες της εβδομάδας ως προσωποποιημένες παγανιστικές θεότητες, Diana, Mars, Mercury, Jupiter, Venus, Saturn and Sun. Ο σημερινός μηχανισμός του ρολογιού εγκαταστάθηκε στον πύργο το 1906. Το ρολόι αναβαθμίστηκε με έναν ηλεκτρικό κινητήρα το 1964.
Από την άλλη πλευρά φαίνεται η θεά της Ειρήνης (με ένα κλαδί ελιάς και ένα τυμπανιστή που βαράει κάθε μία ώρα) και οι θεές της Δικαιοσύνης. Οι δυο τους αντιπροσωπεύουν την ημέρα και την νύχτα. Στις 6.00 πμ εμφανίζεται η μέρα και στις 18.00 σκάει μύτη η νύχτα με δυο αναμμένα κεριά στα χέρια.
Ο Πύργος του Ρολογιού στεγάζει το μουσείο Ιστορίας της Sighişoara από το 1899 ενώ μέχρι το 1556 αποτελούσε το δημαρχείο. Κάτω υπάρχει μουσείο βασανιστηρίων που δεν με πολυενδιαφέρει, σεκλετίζομαι όμως λίγο που δεν θα τον ανέβουμε για να δούμε τα διάφορα εκθέματα του κάθε ορόφου και την πολλά υποσχόμενη πανοραμική θέα της κορυφής. Γιατί μπορεί να είδαμε αρκετές θέες σήμερα, της Sighisoara όμως όχι.
Κι όχι μόνο δεν βλέπω τον όποιο ενθουσιώδη ζήλο στους συνταξιδιώτες μου για ανάβαση, κάνω εικόνα στο μυαλό μου πως το προτείνω και χαστούκια σκάνε από παντού. Το μόνο που φαίνεται να ορέγονται τώρα είναι το οτιδήποτε φαγώσιμο.
Δεν θα πάμε λοιπόν ούτε στο αποστακτήριο Teo’s Cellar που ήθελα να δοκιμάσω διάφορες εκδοχές των τοπικών τους ποτών, ούτε στην εκκλησία στο τέρμα του λόφου με το ιδιότυπο νεκροταφείο. Shit! Τίποτα δεν κατάφερα να δω από την πόλη τελικά, μόνο την μεσαιωνική της αύρα να αισθανθώ.
Κατά τα άλλα δεν χορταίνεις να την περπατάς! Λατρεύω τα χαρούμενα χρώματα της και τα γεμάτα γλαστρούλες παραθύρια της!
Τώρα δηλαδή αν πω πως κάποια από αυτά τα πολύχρωμα στενάκια, εμένα μου θυμίζουν ΚΟΥΒΑ, θα φταίω??? Όχι πείτε μου θα φταίω???!
Σκεφτόμαστε για λίγο να φάμε στο Casa Dracula, είναι το σπίτι όπου γεννήθηκε ο φοβερός και τρομερός Βλαντ ο Δράκουλας και που τώρα έχει μετατραπεί σε εστιατόριο με αντίστοιχη διακόσμηση. Τουριστικό? Απόλυτα. Όμως περνώντας απ' έξω τα εδέσματα μυρίζουν γαργαλιστικά. Στο trip advisor έχει 3,5/5*. Με λίγα lei μπορείς να επισκεφτείς το δωμάτιο του Βλαντ και να σου ετοιμάσουν ένα μίνι σκηνικό τρόμου.
http://www.casavladdracul.ro/
Τα παιδιά δεν πολυψήνονται κι έτσι ψάχνουμε να βρούμε κάπου αλλού να φάμε μιας και η έρευνα μου για γαστρονομικές απολαύσεις δεν απέδωσε και τόσο όσο αφορά την Sighisoara. Η μέρα είναι σκέτο λιοπύρι πάλι και δεν σε προδιαθέτει να κλειστείς μέσα.
Αγοράζουμε κάτι κιμπάρικα σαν ζωγραφιστά μαγνητάκια κι ο ισπανός πωλητής τους μας προτείνει το εστιατόριο Casa Ferdinand που σερβίρει λέει ρουμάνικο φαγητό και οι τιμές του είναι nontouristik. Το βρίσκουμε εύκολα στην οδό Nota De Plata, nr 12.
Καθόμαστε στην βεράντα και παραγγέλνουμε ένα πλατό κρεάτων για τέσσερεις, πατάτες που είναι κάτι σαν φούρνου και μαμαλίγκα, παραδοσιακό τους πιάτο από πουρέ πλιγουριού. Το κεμπάπ αν και είναι μισό για τον καθένα, μας πέφτει βαρύ, είναι όμως μπουκιά και συγχώριο. Κι ας το ρευόμαστε κατ’ εξακολούθηση. Όλα βασικά είναι νόστιμα και οι μπίρες που τα συνοδεύουν μας δροσίζουν κατάλληλα.
Πιάνουμε συζήτηση για τις σχέσεις και έχει πολύ ενδιαφέρον η σκοπιά που βλέπουμε τα πράγματα τόσο λόγω διαφορετικών φύλων όσο και ηλικιών (τα κορίτσια 24 κι 33χρ, τα αγόρια 28 κ 34χρ.). Όσο κι αν μοιάζουν οι χαρακτήρες, είναι τελείως διαφορετικά αυτά που αναζητάς, ανάλογα με την ηλικία που διανύεις.
Μια σερβιτόρα μας κοιτάζει με συμπάθεια. Έρχεται κοντά και μας συστήνεται. Έχει δουλέψει στην Θάσο για λίγο και μπορεί να μην μιλάει ελληνικά αλλά καταλαβαίνει σχεδόν τα πάντα. Γενικά η Θάσος είναι ένα νησί που προτείνεται πολύ στην Ρουμανία. Την έχει επισκεφθεί κι ο Ioan και την έχω δει ως ταξιδιωτικό πακέτο σε τουριστικό πρακτορείο. Δίπλα από άλλο πακέτο με την Μύκονο βεβαίως-βεβαίως.
Δεν αφήνουμε τίποτα αφάγωτο και καταλήγουμε για καφέ στο Concordia, μια καφετέρια που μπορείς και να τσιμπήσεις αλλά να φας και το γλυκό σου. Εγώ παίρνω κάτι σαν κρέπα με σοκολάτα-μπανάνα και δεν με ξετρελαίνει, η σοκολάτα πέφτει πολύ λίγη για την σοκολατομανία μου. Δεν το τρώω όλο κι ο Νικ ευχαρίστως ξεπαστρεύει το υπόλοιπο, αφού έχει ήδη φάει με όρεξη το δικό του γλυκό. Κοιλιόδουλος? Άντε καλέ! Πίνω με ευχαρίστηση το ντεκαφεϊνέ καπουτσίνο μου και καπνίζω το 3ο τσιγάρο της ημέρας. Κι έχει πάει απόγευμα ε! Απαιτώ ένα μπράβο τώρα!
Ο ουρανός έχει πάψει από ώρα να είναι ηλιόλουστος και σύννεφα προμηνύουν μπουρίνι. Τελικά τα μπουρίνια με κυνηγάνε από την Ταϋλάνδη, λες και αν δεν ρίξει ένα κάθε μέρα, κάτι θα πάει στραβά.
Ο Ioan εμφανίζεται εξαπίνης, πάνω που θα τον παίρναμε τηλέφωνο και μας λέει πως θα μας περιμένει στο αμάξι. Ο κακομοίρης φαίνεται να έχει βαρεθεί την ζωή του τόσες ώρες που μας περιμένει, εξακολουθεί ωστόσο να είναι πρόσχαρος (και μια ιδέα δουλικός).
Σε λίγο τον βρίσκουμε, αφού πρώτα κάνουμε μια στάση σε φαρμακείο για τον Δημήτρη και την Έφη που σε αντίθεση με μένα και την επιρροή της φύσης πάνω μου ως φάρμακο, τους έχει πιάσει αλλεργία, τα μάτια τους δακρύζουν και μοιάζουν με κοκάκηδες έτσι που διαρκώς ρουφούν την μύτη τους. Εν μέσω καταιγίδας παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής, κορεσμένοι από εικόνες και φαγητό.
Στον δρόμο ο Νίκος μου κάνει παρατήρηση ότι ρεύομαι το κεμπάπ και μάλιστα σε κλειστό χώρο.Τα μάτια μου τον θωρούν με γνήσια απορία και συγχρόνως κοιτάμε καχύποπτα τον Ioan. Γελώντας χαμηλόφωνα τον καταδικάζουμε ως ένοχο σκορδοκατακτητή.
Τα γέλια δεν βγαίνουν σε καλό κι η καταιγίδα φέρνει κι εσωτερικά μεταβρόχια δυστυχώς. Μιλάμε για μελλοντικές αποδράσεις, χορευτικές και μη και κάτι που λέει ο Δημήτρης μας κάνει να διαφωνούμε στο έπακρο. Κάτι η κόπωση των ημερών, λίγο η δικιά μας έντονη αντίδραση και κατά πολύ η πεισματική ευθιξία του Δημήτρη έτσι στα καλά καθούμενα μας φέρνουν την πρώτη λογομαχία του ταξιδιού. Είμαι αρκετά ψύχραιμη αλλά περισσότερο ειλικρινής για να σταματήσω να μιλάω.
Έχει περάσει αρκετή ώρα με μας να μιλάμε δυνατά μέχρι να συνειδητοποιήσουμε πως στα αυτιά του Ioan ακουγόμαστε σαν να τσακωνόμαστε. Είναι κουρασμένος, οδηγά με βροχή και καθόλου δεν τον βοηθάμε να είναι συγκεντρωμένος. Οπότε ρίχνουμε τους τόνους και του ζητάμε συγγνώμη που τον ζαλίσαμε.
Μας λέει «μην ανησυχείτε, είμαι εξοικειωμένος με το ελληνικό ταπεραμέντο.»
Το γκρίζο Bran, Ο Βλαντ ο αιμοδιψής και τα coctails στην "Jamaica".
Έχουμε αποκλείσει από τις εκδρομές μας το κάστρο Bran λόγω έλλειψης χρόνου και ο Ioan μας πάει τώρα μια βόλτα πριν επιστρέψουμε στην βάση μας για να το δούμε απέξω. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι αυτό που έζησε ο πραγματικός Δράκουλας και θυμίζει περισσότερο το πρότυπο που δημιουργήθηκε συγγραφικά. Ωστόσο αποτελεί εθνικό μνημείο και ορόσημο στην Ρουμανία.
Χτίστηκε αρχικά με βάση το ξύλο το 1212 από Τεύτονες ιππότες και καταστράφηκε πολύ γρήγορα από τους Μογγόλους. Ξαναχτίστηκε από πέτρα τον 14ο αι. Πέρασε κι από βασιλικά χέρια Ούγγρων, όμως μετά από αδυναμία τους να πληρώσουν σχετικά δάνεια καταλήξε στην κατοχή του Brasov. Μέχρι τον 18ο αι. έπαιξε σπουδαίο στρατιωτικό ρόλο.
Το 1920 έγινε η αγαπημένη βασιλική κατοικία της βασίλισσας Μαρίας. Αργότερα, όταν εκδιώχθηκε η βασιλική οικογένεια το 1948, κατασχέθηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας. Ο τωρινός ιδιοκτήτης, αρχιδούκας Dominic το πουλάει για $80 εκ. και το σκεφτόμαστε πολύ σοβαρά, αφού -ως γνωστόν- λεφτά υπάρχουν.
Η βροχή έχει κοπάσει και ψιχαλίζει ελαφρά. Ο Ioan φοράει ανοράκ και μας δίνει 2 ομπρέλες να μοιραστούμε όσο βολτάρουμε για λίγο στην περιοχή. Ένας περίεργος τύπος κουκουλιασμένος με αδιάβροχο στέκεται μόνος στο απέναντι δασάκι και μας παρατηρεί προσηλωμένος όση ώρα περνάμε από μπροστά του. Ένα δρεπάνι του λείπει και συμπληρώθηκε η εικόνα. Πραγματικά, λες και είναι βγαλμένος από ταινία θρίλερ.
Μπορεί η περιοχή εδώ να είναι αμιγώς τουριστική, όμως παραμυθοφέρνει. Το κάστρο δεσπόζει σκοτεινά περήφανο και ο θαμπερός, βροχερός ουρανός του ταιριάζει γάντι. Τα σπίτια και τα ξενοδοχεία είναι κουκλίστικα, φρεσκοβαμμένα και με καλλωπισμένους κήπους. Μικρομάγαζα και πλανόδιοι πουλάνε κάθε λογής σουβενίρ κι εμείς ως καθωσπρέπει τουρίστες μιλάμε για τον περιβόητο δράκουλα Βλαντ.
Ο Βλαντ ο 3ος ο Παλουκωτής (ή και Τσέπες που σημαίνει ανασκολοπιστής) ενέπνευσε τον Μπραμ Στόκερ να δημιουργήσει το 1897 τον αιμοδιψή χαρακτήρα κόμη Δράκουλα κι έτσι να γίνει παγκοσμίως διάσημη και διαχρονική φιγούρα.
Ο πολύς κόσμος όμως δεν γνωρίζει την πραγματική ιστορία του και πάντα τον συνδυάζει με βαμπίρ, μαύρη μπέρτα κι απειλητικούς κυνόδοντες (μετά και από άλλες διάφορες συγγραφικές παρεμβάσεις στον χαρακτήρα του). Η ιστορία του πραγματικού όμως Δράκουλα είναι το λιγότερο ενδιαφέρον.
Το 1410 ιδρύθηκε ένα μυστικό τάγμα χριστιανών ιπποτών, γνωστό ως "το τάγμα του Δράκου". Το 1431 εντάχθηκε σε αυτό ο πατέρας του Δράκουλα, ο Βλαντ ο 2ος. Η ρουμάνικη λέξη για τον δράκο είναι «drac», ενώ το «ul» είναι το οριστικό άρθρο. Ο Βλαντ ο 2ος έμεινε γνωστός ως «Vlad Dracul», ενώ ο γιος του Βλαντ ο 3ος ως «Vlad Dracula», που σήμαινε «ο γιος του Dracul» ή και "Γιος του Διαβόλου" κατά άλλη εκδοχή. Έμβλημα του ο δράκος, κρεμασμένος από έναν σταυρό.
Ο Δράκουλας γεννήθηκε στην Σιγκισοάρα το 1431 και πέρασε ασυνήθιστα παιδικά χρόνια. Μυήθηκε στο τάγμα όταν ήταν 5 χρονών και διδάχθηκε όλες τις υποχρεώσεις ενός ικανού χριστιανού ιππότη. Στα 13 του στάλθηκε όμηρος στους Τούρκους μαζί με τον αδερφό του Radu σε ανταλλαγή του ίδιου του του πατέρα που ήταν αιχμάλωτος για κάποιο διάστημα του Σουλτάνου. Εκεί δέχτηκε ανώτερη στρατιωτική εκπαίδευση, έμαθε την τουρκική γλώσσα και σίγουρα όλα όσα έγιναν τότε σφράγισαν την μετέπειτα πορεία του.
Μετά από 4 χρόνια ο πατέρας του δολοφονήθηκε, ο Radu ο ωραίος -ήταν κι ομορφονιός αυτός- αλλαξοπίστησε κι ο Βλαντ όταν απελευθερώθηκε στέφθηκε πρίγκηπας πια της Βλαχίας (σημερινή Ρουμανία και Μολδοβλαχία). Ο μεγαλύτερος αδερφός του δολοφονήθηκε κι αυτός. Βασανίστηκε, τυφλώθηκε και θάφτηκε ζωντανός. Απλές δηλαδή οικογενειακές ιστορίες, σαν αυτές του alpha.
Ανέπτυξε διάφορες ευφάνταστες μεθόδους βασανισμού, πολλές από τις οποίες ξεσήκωσε κατά την διάρκεια της αιχμαλωσίας του: ακρωτηριασμός άκρων και γεννητικών οργάνων, αφαίρεση δέρματος, βορά σε άγρια ζώα, απαγχονισμός, τύφλωση, στραγγαλισμός κ.α.
Το παλούκωμα φαίνεται πως έγινε η αγαπημένη του και για αυτό είναι γνωστός ως παλουκωτής. Κάρφωνε σε αιχμηρά ξύλινα παλούκια τα θύματα του, τους σούβλιζε κοινώς και τους άφηνε σε κοινή θέα να έχουν αργό και επώδυνο θάνατο.Αυτό λειτουργούσε τρομοκρατικά στους ίδιους τους πολίτες όσο και στους εχθρούς του. Στους μεν πολίτες για την πάταξη της αναρχίας, των κλοπών και της εγκληματικότητας. Στους δε εχθρούς του ως εκφοβισμό και προειδοποίηση.
Μια από αυτές ήταν να παλουκώσει καμιά πεντακοσαριά ευγενείς που θεωρούσε προδότες, αφού πρώτα τους έστησε ένα τρικούβερτο γλέντι. Κατόπιν μοίρασε τις περιουσίες τους σε κατώτερους ευγενείς και απελευθερωμένους αγρότες «εκβιάζοντας» έτσι την συμπάθεια τους.
Χαρακτηριστικό της αποδοτικής πρακτικής εκφοβισμού του ήταν όταν ο Μωάμεθ ο Β ο Πορθητής -ναι ο κατακτητής της Πόλης- με στρατιωτική δύναμη 90000 ανδρών (ο Βλαντ με σαφώς πιο ολιγάριθμους) αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να εγκαταλείψει τα σχέδια του περί κατάκτησης της Βλαχίας όταν το 1461 έξω από την πρωτεύουσα Tirgoviste , αντίκρυσε 20000 (!!!!!) παλουκωμένους Τούρκους. Άλλοι ψυχορραγούσαν κι άλλοι σάπιζαν ήδη με όρνεα να γυροφέρνουν από πάνω τους, ευχαριστημένα για την καλή τους τύχη,. Η αποκρουστική αυτή, εντελώς splatter εικόνα έμεινε στην ιστορία ως «το δάσος των παλουκωμένων».
Άλλο χαρακτηριστικό της αποτελεσματικότητας της τακτική του ήταν το κύπελλο από ατόφιο χρυσάφι που βρισκόταν αφύλακτο σε δημόσια πηγή και το οποίο μπορούσε ο καθένας να χρησιμοποιήσει για να πιει νερό, αλλά ουδέποτε σκέφτηκε να κλέψει διότι τον περίμενε η γνωστή τιμωρία. Τολμούσε?
Κάποιες άλλες πηγές αναφέρουν πως συγκέντρωσε όλους τους άπορους, άρρωστους και ηλικιωμένους της Βλαχίας, τους παρέθεσε ένα πλουσιοπάροχο γεύμα και μετά τους ρώτησε αν ήθελαν να ξεφύγουν από την μιζέρια και να σταματήσουν να νιώθουν βάρος. Όταν αυτοί απάντησαν καταφατικά, διέταξε να καούν ζωντανοί. Ήθελε να εξαλείψει την φτώχεια και το έκανε με το πλέον αποτελεσματικό τρόπο: εξαφάνισε τους ίδιους τους φτωχούς! Η δικαιολογία του? Το καλό της χώρας και για να δώσει τέλος στα βάσανα όλων αυτών των δύστυχων ανθρώπων.
Νομίζω πως σε ένα παράλληλο σύμπαν αυτός και ο Χίτλερ θα ήταν κολλητοί.
Πέρασαν πολλά χρόνια στυγνής ηγεμονίας και διάφορα ιστορικά γεγονότα μέχρι να δολοφονηθεί τελικά το 1476 σε μάχη με τους Τούρκους, να αποκεφαλιστεί και το κεφάλι του να καταλήξει στα χέρια -ποιου άλλου- του ορκισμένου εχθρού του Μωάμεθ. Αυτός ικανοποιημένος το παλούκωσε και το εξέθεσε σε δημόσια θέα στην Κωσταντινούπολη.
Λέγεται ότι παλούκωσε συνολικά εώς και 100000 ανθρώπους.... Πιο μεσαίωνας ΔΕΝ γίνεται.
Καθόλου φιλικός δεν μου φαίνεται ο Dracula, ο Ioan όμως μου τον περιγράφει ως εθνικό τους ήρωα, ως έναν σκληρό αλλά δίκαιο ηγέτη, πέρα από την τωρινή τουριστική εκμετάλλευση και κατά συνέπεια τον διαστρεβλωμένο χαρακτήρα του. "Αν υπήρχε μια διαφορά μεταξύ δύο, είτε ευγενείς είτε χωρικοί ήτανε, πήγαιναν να ζητήσουν την γνώμη του. Δεν πείραζε ποτέ γυναικόπαιδα, ίσα ίσα γλίτωσε από μάχες 2000 τουρκόπαιδα και τα μεγάλωσε σαν ρουμανόπουλα."
Το ίντερνετ βέβαια άλλα λέει, είναι γεμάτο από πληροφορίες βασανισμού και παιδιών αλλά και γυναικών. Ειδικά στις μοιχαλίδες ακρωτηρίαζε στήθη και γεννητικά όργανα πριν τις παλουκώσει από το αιδίο σε πυρακτωμένα παλούκια, τις περισσότερες φορές μαζί με τα παιδιά τους. Μπρρρρ. .
και ξαναμπρρρ...
Μύθοι, θρύλοι και αληθινές ιστορίες γύρω από την προσωπικότητά του κυκλοφορούν πολλές.
"Άλλη εικόνα έχει ο κόσμος για τον Βλαντ τον Δράκουλα και άλλοι εμείς. Ναι, ήταν σκληρός, αλλά μόνο για τους εχθρούς του, τον λαό του τον νοιαζόταν και πάντα φρόντιζε γι αυτόν. Πίστευε βαθιά στον Χριστιανισμό" -θα ξεράσω- "και έκανε πολλές χρηματικές δωρεές σε μονές. Ήταν ένας μαχητής της ορθοδοξίας, αντιστάθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και βοήθησε στην μη επέκταση της, ενώ καταπολέμησε την εκμετάλλευση των γερμανών εμπόρων. Για τον χριστιανισμό δεν με νοιάζει, εγώ δεν πιστεύω έτσι κι αλλιώς, όμως κατάφερε πάρα πολλά για την πατρίδα μας. Τα περισσότερα από αυτά που λέγονται είναι δυτική προπαγάνδα"
Ποιος ξέρει την αλήθεια! Κι εμείς τον Μέγα Αλέξανδρο εθνικό ήρωα τον έχουμε, δεν ήταν και άγιος..
Με το μυαλό μας στον ψυχάκια Δράκουλα επιστρέφουμε στο διαμέρισμα μας . Η κακοκαιρία έχει καταλαγιάσει, η μεταξύ μας όμως ατμόσφαιρα παραμένει ηλεκτρισμένη. Ο Δημήτρης δεν ακολουθεί στην βραδινή μας εξόρμηση, νιώθει ξεθεωμένος και θέλει να ξεκουραστεί. Συζητάμε την διαφωνία που προέκυψε το απόγευμα αλλά δεν βγάζουμε άκρη. Τον αγαπώ τον φίλο μου και δεν μου αρέσει καθόλου, ούτε που είναι στεναχωρημένος, ούτε που έχει πεισμώσει έτσι.
Μένουμε τα τρία μας και περπατάμε στο ήσυχο νυχτερινό Brasov κάτω από μια συντροφική σιωπή. Στο κέντρο της πλατείας έχει στηθεί ένα αυτοσχέδιο θερινό σινεμά. Ντόπιοι θεατές κάθονται σε καρέκλες σκηνοθέτη και από μια μεγάλη οθόνη προβάλλεται μια ρουμάνικη ταινία. Τόσο απλά! Μιλάμε, η τοπική αυτοδιοίκηση του Μπράσοβ είναι πολύ μπροστά! "O πλανόδιος ποπ κορν παππούλης θα έχει δουλίτσα σήμερα" σκέφτομαι και χαμογελώ κρυφά.
Καταλήγουμε στο bar Jamaica, είναι το μόνο που φαίνεται να έχει λίγη ζωηράδα. Μοιάζει με pub, έχει μεγάλους ξύλινους πάγκους όπου θαμώνες τρώνε και πίνουν μπίρες. Καθόμαστε στο μπαρ, έτσι, για την ψευδαίσθηση μιας καλής νυχτερινής εξόδου.
Παραγγέλνουμε κοκτέιλ από τα δεκάδες που έχει στο μενού. Είναι πολύ ωραία και ελαφριά, με το Νίκο τα πίνουμε λες και είναι νερό. Δεν φταίμε, σε ποτήρια νερού τα βάζουν κι ο μπάρμπαν χρησιμοποιεί μεζούρα. Η μικρή πίνει την Pina colada της (απίιιιθανη γεύση) και την ψιλοακούει, δεν συνηθίζει να πίνει αλκοόλ. Μετά από 2-3 (κάθε φορά διαφορετικά) κοκτέιλ κατηφορίζουμε προς την Times. “The best pub in town” όπως διαφημίζουν παντού.
Ρωτάμε κάτι ρουμανοκόριτσα που θα την βρούμε και μας ενημερώνουν πως μόλις έκλεισε. Ω, ξενέρα καλωσήρθες πάλι. Ζητώ συγγνώμη από τους συνταξιδευτές & συνμπαρόβιους μου, αφού εγώ ήμουν αυτή που επέμενα να πάμε ενώ ήταν διστακτικοί. Φοβόντουσαν μήπως ήταν κλειστό και τελικά είχαν δίκαιο. Η αισιοδοξία μου με ακυρώνει ώρες ώρες.
Η Έφη προτείνει να γυρίσουμε στο Jamaica όμως ο Νικ ντρέπεται κι εγώ δεν επιμένω. Πριν που ρώτησα την γκαρσόνα τι ώρα κλείνουν μου απάντησε «μέχρι να φύγει κι ο τελευταίος πελάτης» ευγενικά, αλλά αποκαρδιωμένη. Δεν είχαν μείνει και πολλοί οπότε δεν θέλω να χαλαστούν με την επιστροφή μας.
Πίσω λοιπόν στο δωμάτιο για να ξαπλώσουμε τα ταλαίπωρα κορμιά μας. Ο Δημήτρης κοιμάται του καλού καιρού.
Το ακαδημαϊκό τέταρτο, το γαλήνιο μοναστήρι Brancoveanu & η δασόφυτη φάρμα Herchelia Sambata De Jos.
Ξυπνάμε για πρωινό και μας φτιάχνω μια ομελέτα της κακιάς ώρας. Δεν έχω λάδι και χρησιμοποιώ λίγο βούτυρο, όμως βασικά δεν υπάρχει απορροφητήρας και η κουζίνα ντουμανιάζει. Τουλάχιστον η ομελέτα τρώγεται και μάλιστα πολύ ευχάριστα. Τι σόι «σαλσέρα νοικοκυρά» είμαι άλλωστε, που λέει κι ένας φίλος μου.
Στις 9 πρέπει να είμαστε έτοιμοι κάτω που θα μας περιμένει ο Ioan κ η Έφη καθυστερεί. ΠΑΛΙ. Δεν έχει καλή σχέση με την ώρα, actually είναι κατά τι τσακωμένες και δεν τα πολυλένε. Αν και η όποια καθυστέρηση γενικώς με δαιμονίζει αφού η ίδια είμαι πάντα συνεπής, έχει τόσα άλλα προτερήματα που της το συγχωρώ και το ανέχομαι καρτερικά. Μια μονάχα υποψία αυστηρότητας υπάρχει που και που στο βλέμμα μου.
Εκείνη τότε κατεβάζει το κεφάλι σαν το κουτάβι που ξέρει πως έχει κάνει λαλακία και συνεχίζει να ετοιμάζεται. Με τόσα καμώματα που μου κάνει, είναι αδυνατόν να της κρατήσω μούτρα. Η γνήσια ευγένεια της μας ηρεμεί σε κάθε φάση. Σε όλο το ταξίδι λέει κελαρυστά στους πάντες ευχαριστώ «thank youuuuuuu» σε τέτοια υπερβολή, που έχει γίνει το σλόγκαν της παρέας. Το «ακαδημαϊκό τέταρτο» καθυστέρησης όπως η ίδια το αποκαλεί, έχει αρχίσει να γίνεται συνήθεια. Αλλά ας μην της το πούμε, θα γίνει μισάωρο και θα ξεμείνω από κατανόηση.
Η χθεσινή μας μανουρίτσα σαν να έχει απομακρυνθεί και οι 4 φίλοι ξεκινάμε καλοδιάθετοι την εκδρομή. Ο Νίκος κι η Έφη σαπίζουν στον ύπνο με το που μπαίνουν στο αυτοκίνητο. Στο τσεπάκι τον έχουν και λίγο δεν μου δανείζουν. Φίλοι σου λέει μετά! Όμως κι εγώ ανταποδίδω, δεν χάνω την ευκαιρία όσο κοιμούνται να τους βγάζω φωτογραφίες που πολύ τους «κολακεύουν».
Είχαμε σκοπό να επισκεφτούμε την λίμνη Balea, όμως λόγω εργασιών το τελεφερίκ είναι κλειστό. Μου στοιχίζει κάπως αφού ήταν από τα must του προγράμματος μου, όμως τι να κάνουμε, αυτά έχει η ταξιδιωτική ζωή. Έτσι κι αλλιώς είναι καλύτερα να την επισκεφθείς χειμώνα που είναι παγωμένη για να δεις το ice hotel και την εκκλησία ιγκλού που λέγεται πως έχει.
Πρώτη μας στάση εναλλακτικά, το μοναστήρι Brancoveanu που βρίσκεται στο χωριό Sambata. Για να φτάσουμε εκεί περνάμε από έναν ήσυχο, αθόρυβο δρόμο, ο οποίος έχει φτιαχτεί για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, για να μπορείς να επισκεφθείς το μοναστήρι. Γύρω μας όλα ερημιά, δεν βλέπουμε σχεδόν ούτε ένα αμάξι. Τα πάντα είναι πυκνοφυτεμένα, και ποίμνια ζώων βοσκούν κάθε τρεις και λίγο. Οι εικόνες της ρουμάνικης εξοχής είναι πλέον οικείες στα μάτια μας, αλλά ποτέ κουραστικές. Δεν θα βαριόμουν ποτέ φυσικούς πίνακες από λουλούδια και δέντρα.
Περνάμε την πρώτη είσοδο και ακολουθούμε ένα μεγάλο μονοπάτι ανάμεσα από έναν καλοφροντισμένο κήπο. Είναι ευωδιασμένος από τις αμέτρητες τριανταφυλλιές και γεμάτο από επιμελώς κουρεμένα δεντράκια. Στην εσωτερική αυλή οι κήποι είναι εξίσου περιποιημένοι. Οι μοναχοί φαίνεται να τα πηγαίνουν καλά με την κηπουρική κι ο Ioan μας πληροφορεί πως οι περισσότεροι που κατοικούν εδώ είναι εντυπωσιακά μορφωμένοι.
Η ύπαρξη του μοναστηριού οφείλεται στην βασιλική οικογένεια Brancoveanu, από όπου έχει πάρει και το όνομα του. Χτίστηκε τον 17ο αιώνα από τον Preda Brancoveanu και ήταν η πρώτη χτισμένη από ξύλο εκκλησία στην κοιλάδα Sambata. Ο εγγονός του, πρίγκιπας της Βλαχίας Constantin ξαναέχτισε το μοναστήρι το 1696, το ενίσχυσε με πέτρα αυτήν την φορά και το μεγάλωσε προκειμένου να προστατεύσει την ορθόδοξη εκκλησία από την καθολικισμό που εμφανίστηκε όταν η Τρανσυλβανία διοικούταν από τους Habsburgs (Αυστριακούς).
Η προσπάθεια του δεν ήταν και πολύ επιτυχής. Τα μοναστήρια τότε θεωρούνταν και προφανώς ήταν εστίες διατήρησης της ορθοδοξίας οπότε ρημάζονταν. Το 1785 το Brancoveanu καταστράφηκε μερικώς κι οι μοναχοί του εκδιώθηκαν από τους Habsburgs κατά την διάρκεια θρησκευτικών συγκρούσεων. Όχι μόνο δεν υπέκυπταν, αλλά προσπαθούσαν να πείσουν και άλλους να αντισταθούν το ίδιο.
Ο Constantin μαζί με τους 4 γιους του εκτελέστηκαν όταν αρνήθηκαν να αφήσουν την χριστιανική τους πίστη και να ασπαστούν το Islam. Γι αυτό, η ρουμάνικη ορθόδοξη εκκλησία τους κήρυξε αγίους και μάρτυρες. Μάλιστα γιορτάζουν μια μέρα μετά την Παναγία, στις 16 Αυγούστου. Οι αγιογραφίες τους κοσμούν τον εξωτερικό χώρο του μοναστηριού.
Χρειάστηκε ένας αιώνας και λίγες αλλά άκαρπες προσπάθειες ορισμένων για να αρχίσει να ξαναχτίζεται τελικά το 1926 από τον αρχιμανδρίτη Nicolae Balan. Στόχος του η αναδιοργάνωση του μοναχισμού στην Τρανσυλβανία. Σεβόμενος την αρχική του αρχιτεκτονική, προσπάθησε να το φτιάξει με τις ίδιες δομές και σύμφωνα με την αρχική του εικόνα. Ήθελε επιπλέον να είναι αρκετά μεγάλο ώστε να μπορούν να διαμένουν άνετα μοναχοί και ηλικιωμένοι ιερείς και μαζί να φτιαχτεί το εργαστήριο τυπογραφίας. Γι αυτό και του πήρε 20 χρόνια μέχρι να γίνουν τα εγκαίνια του ανακαινισμένου ναού, στις 15 Αυγούστου το 1946.
Δεν συνηθίζω να κυνηγάω μοναστήρια και εκκλησίες στα ταξίδια μου. Λογικά θα δω κάποια, χωρίς όμως να αποτελούν προτεραιότητα. Πρέπει να είναι κάτι ιδιαίτερο, όπως το συγκεκριμένο που είναι θαρρείς αγγελοκαμωμένο. Γύρω από αυτό υπάρχουν αραιά διασκορπισμένες και ταιριαστές με το μοναστήρι πανσιόν. Είναι ένα καθόλα τέλειο ησυχαστήριο, ότι πρέπει αν έχεις ανάγκη από ανάπαυλα ή και απομόνωση, μακριά από τους θορύβους της πόλης.
Πιστός ή όχι, δεν μπορείς παρά να χαλαρώσεις και να παρασυρθείς στην κάλμα του. Μια ήρεμη σιγή σκεπάζει τα πάντα και το μόνο που μπορεί να την χαλάσει είναι…. τιτιβίσματα πουλιών, όμως κι αυτά εναρμονίζονται με την σιγαλιά της γύρω φύσης. Μοσχοβολάει ο τόπος αγαλλίασμα.
Μου φαίνεται περίεργο που βλέπω παπάδες σαν τους δικούς μας, με μαύρα ράσα και μούσια δηλαδή, συνήθως στο εξωτερικό συναντώ καθολικούς ιερείς. Και είναι και η πρώτη φορά που βλέπω τέτοιον παπά σε αγιογραφία. Για κάποιον λόγο μου φαίνεται αστείο και καλαμπουριάζω, δεν ξέρω γιατί. Μήπως επειδή δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν παπά άγιο? Παίζει.
Ξεδιψάμε από μια πηγή και λίγο πιο 'κει ανάβουμε το κεράκι μας το οποίο τοποθετούμε μέσα σε νερό, σε έναν ειδικό εξωτερικό χώρο. Γιατί? δεν ξέρω πάλι, αλλά αν είναι για αποφυγή πυρκαγιάς, μου φαίνεται έξυπνη ιδέα.
Λίγο πιο μακριά από την κεντρική είσοδο έχει χώρο να παρκάρουν αυτοκίνητα, έναν αυτόματο πωλητή καφέ και ένα περίπτερο με σουβενίρ. Χαζεύω την μικρή πραμάτεια, χωρίς να κεντρίζει κάτι το ενδιαφέρον μου.
Σειρά στην εκδρομή μας έχει η φάρμα αλόγων Herchelia Sambata De Jos. Είναι στον δρόμο για το μοναστήρι κι επειδή μας άκουσε χθες ο Ioan να εκφράζουμε την συμπάθειά μας στα άλογα, πρότεινε να το συνδυάσουμε.
Η φάρμα είναι τεράστια και περιστοιχισμένη από δασόφυτη έκταση. Εκτρέφει την φυλή αλόγων lipizzaner κι η είσοδος έχει 10 lei/άτομο. Με το που μπαίνεις υπάρχει μια αλάνα με διάφορα εμπόδια. Εδώ προφανώς εκπαιδεύονται τα άλογα ή/και γίνονται επιδείξεις. Ακολουθεί ένας μεγάλος κατά μήκος στάβλος όπου φυλάσσονται τα αρσενικά.
Είναι πιο άγρια από τα θηλυκά, δεν κυκλοφορούν ελεύθερα και δεν τα χρησιμοποιούν για ίππευση επίδοξων αλλά άσχετων καβαλάρηδων καλή ώρα όπως εγώ. Βρίσκονται το καθένα ατομικά στο κελί του και έξω από κάθε κελί αναφέρονται αναλυτικά τα στοιχεία του: όνομα, ηλικία, προέλευση κλπ. Στεναχωριέμαι που είναι σημαδεμένα κατάσαρκα με τον αριθμό τους.
Υπάρχει μια επιγραφή με την προειδοποίηση πως είναι πολύ άγρια και για αυτό απαγορεύεται να τα αγγίξεις. Μασουλάνε αδιάκοπα σανό, και δεν μας δίνουν σημασία.
Ένα όμως, το μοναδικό, είναι τόσο κοινωνικό και φιλικό μαζί μας που δεν μπορούμε να του αντισταθούμε. Μας κοιτάζει κατάματα μέ τα μεγάλα μελαγχολικά του μάτια κι ένας έρωτας με την πρώτη ματιά γεννιέται. Ή μάλλον καλύτερα να πω δύο. Πολιορκεί μια τα χάδια τα δικά μου, μια της Έφης. Ψυχούλα μου όμορφη!
Επίσης, βρωμάει ελεεινά. Κοντεύουμε να κλείσουμε ώρα εδώ μέσα και θα ποτίσει το μαλλί! Τον πούλο!
Προχωράμε ελάχιστα μέχρι να σιμώσουμε μια μεγάλη έκταση με τα «γυναικόπαιδα» της φάρμας. Κι αυτά τρώνε συνέχεια αλλά αυτά τρώνε παρέα και πίνουν νερό από κοινές γούρνες. Τα λίγα πουλάρια τρέχουν πίσω από τις μαμάδες τους κι ένα από αυτά στέκεται με δυσκολία στα πόδια του. Ένας άνθρωπος της φάρμας, μας λέει πως είναι μόλις 2 ημερών.
Η Έφη ιππεύει ενίοτε, εγώ όχι να και πολύ θα το ήθελα! Θα το έκανα τώρα ευχαρίστως, όμως η wannabe αμαζόνα επιθυμία πεθαίνει ακαριαία. Θα έπρεπε να έχουμε ενημερώσει από χθες για να προετοιμάσουν κάποιο από τα θυλυκά άλογα. Κρίμα! Η βόλτα με τα άλογα κοστίζει 25 ευρώ για μια ώρα.
Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και συνεχίζουμε για Sibiu. Ο Νίκος και η Έφη αποκοιμιούνται πάλι, μπορεί και λίγα λεπτά αφότου έχουμε ξεκινήσει. Μα τι γίνεται πια με αυτά τα παιδιά! Χαμογελώ σαν τους θωρώ. Είναι γερμένοι στην ίδια στάση, το στόμα τους είναι ισόποσα ανοιχτό. Μέχρι και στον ύπνο τους είναι συγχρονισμένα τα πουλάκια μου. Ααααααα, όλα κι όλα. Ή είμαστε χορευτές ή δεν είμαστε.
Το υπαίθριο Astra National Museum, η επαφή με την φύση κι η Μαρία η ατζαμού.
Άφιξη στην Sibiu και άμεση κατεύθυνση προς το Astra National Museum Complex. Είναι το μουσείο του χωριού και είναι υπαίθριο! Είμαι πολύ ενθουσιασμένη! Το περίμενα πως και πως το σημερινό.
Αντίστοιχο υπάρχει στο Βουκουρέστι, όμως της Sibiu είναι μεγαλύτερο, ωραιότερο και περισσότερο αυθεντικό (κατά τα λεγόμενα πάντα του Ioan). Τα αγόρια δεν μοιράζονται και τόσο τον ενθουσιασμό μου. Θα μας φάει κάποιες ώρες συν μπόλικο περπάτημα και αυτοί βαριούνται ήδη. Ευτυχώς που το Εφάκι είναι αεικίνητο και μοιράζεται την αδυναμία μου στην φύση. Παρά την αλλεργία της και την συναχωμένη μύτη της.
Ο Δημήτρης μοιάζει να σκυλοβαριέται κι ενώ ο Νίκος είναι περίπου στην ίδια φάση, λέει πάραυτα πως δεν έχει πρόβλημα να ακολουθήσει. «Δεν προτιμάτε δηλαδή να αράξουμε κάπου και να πιούμε καφεδάκι?» ερωτούν με ελπίδα. Αντί για απάντηση, τους προτείνω να πάνε στην πόλη αν το προτιμούν, να πάνε για καφέ, να κάνουν ότι θέλουν βασικά. Τέσσερεις είμαστε, μπορούμε να χωριστούμε. Τελικά έρχονται μαζί μας αλλά δεν ξέρω αν τους πολυθέλω, νομίζω πως θα θέλουν να το ξεπετάξουμε το πάρκο και δεν θα το απολαύσω ανέμελα.
Το πάρκο είναι τεράστιο, μπορείς να φας όλη σου την μέρα αν το θες και έχεις χρόνο. Υπάρχει και ζωολογικός κήπος κάπου εδώ τριγύρω με έξτρα χρέωση, όμως εμάς δεν μας ενδιαφέρει. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αφετηρία της δασότσαρκας. Ξεκινάμε να περπατάμε πλάγια της λίμνης. Τα μονοπάτια είναι ευκολοδιάβατα και χαλαρωτικά.
Όσο προχωράμε συναντάμε μύλους και διάφορα αγροτικά σπίτια. Το καθένα από αυτά αναπαριστά κάτι από το την παλιά χωρική ζωή και στα περισσότερα μπορείς να μπεις μέσα για να σνιφάρεις λίγη νοσταλγία του παρελθόντος.
Παλιά μουσικά όργανα, εργαλεία, ραπτομηχανές, σίδερα, βρεφικές κούνιες, φούρνοι, κρεβάτια κοκ. Μιας άλλης εποχής παιδική χαρά, μια σχολική αίθουσα του κάποτε. Άπειρες χωριάτικες εικόνες μας κλέβουν την καρδιά και μας θυμίζουν τους παππούδες και τα χωριά μας.
Οι υπάλληλοι φοράνε ψάθινα καπέλα και μοιάζουν με original χωρικούς. Πιθανόν είναι κιόλας.
Μπαίνουμε σχεδόν σε όλα τα σπιτάκια και χανόμαστε για λίγο στο δάσος με τα πανύψηλα δέντρα. Τα αγόρια σταματούν κάθε τόσο να ξαποστάσουν, όσο εμείς λυσσάμε με την φωτογραφική μηχανή.
Σαν να διακρίνω λίγο μούτρα και θέλω να τα κοπανήσω ελαφρά παρόλη την συμπάθεια. Ας πηγαίνανε για καφέ! Το πρότεινα δεν το πρότεινα? Οικογένειες, ζευγάρια, σχολεία, ακόμα και μόνοι τους κάποιοι, έχουν επιλέξει σήμερα το μουσείο ως μικρή απόδραση από την καθημερινότητα. Ε, αυτό θέλω κι εγώ.
Τα ήμερα ζώα δεν λείπουν φυσικά από την φάρμα, όπως και τα περίεργα έντομα.
Δεν ξέρω αν είμαι υπερβολική, αλλά όπου κι αν στραφώ, αναπνέω όμορφάδα. Ίσως η τσιμεντένια Αθήνα μου έχει στερήσει την επαφή με την φύση κι εγώ την έχω περισσότερη ανάγκη από ότι νόμιζα.
Έρχεται η ώρα που θα ανανεώσει το κάπως κατσούφικο κλίμα της παρέας. Φθάνουμε στην άλλη πλευρά της λίμνης. Έχει βαρκούλες που πιθανώς νοικιάζεις για να κάνεις την... λιμνάδα σου. Έχει ακόμα μια μικρή εξέδρα και μπροστά από αυτό κάτι σαν αμφιθέατρο. Λέμε να κατέβουμε στην πίστα και να προβάρουμε μια καινούρια χορογραφία που μαθαίνουμε τώρα τελευταία και στην οποία δεν χρειάζεσαι ντάμα/καβαλιέρο για να την χορέψεις. Είναι μόνο footwork.
Προσπαθούμε να πείσουμε τον Δημήτρη να συμμετέχει, ψήνεται τον βλέπω, όμως στρογγυλοκάθεται τελικά στο αμφιθέατρο. Ο Νίκος έτσι κι αλλιώς θέλει να μας τραβήξει με την κάμερα γιατί του αρέσει να κάνει τον χιουμορίστα εκφωνητή. Ελπίζω να μην μας ξεφτιλίσει πολύ! Προβάρουμε λίγο τα βήματα για να τα θυμηθούμε. Ένα οχτάρι προλαβαίνουμε να κάνουμε και όλα γίνονται αιφνιδίως γρήγορα.
Σε δέκατα του δευτερολέπτου σκέφτομαι πως μάλλον πρέπει να βγάλω τα γυαλιά μου γιατί έχουν χαλαρώσει και δεν στέκονται καλά στην ξανθωπή μου κούτρα. Στα επόμενα δέκατα τα γυαλιά γλιστράνε από το κεφάλι μου την ώρα που πάω να κάνω μια αριστερή στροφή. Επειδή όμως είμαστε γυναίκες και χρησιμοποιούμε «στυλ» (lady style) όταν χορεύουμε, σηκώνω ψηλά το χέρι μου την ίιιιιιδια στιγμή που γλιστράνε και τα γυαλιά.. Αυτά βαράνε πάνω στον αγκώνα μου κι εκσφενδονίζονται σαν κρικετιά με κατεύθυνση την λίμνη.
Τα μάτια ανοίγουν διάπλατα, τα χέρια σκεπάζουν το στόμα κι ένα ΟΧΙ σαν της 28ης ακούγεται μέσα από την σκεπασμένα μου χείλια. Όλο αυτό κρατάει μια στιγμούλα όμως είναι σαν να τα παρακολουθώ σε αργή κίνηση ενώ παρακαλώ μέσα μου να σταματήσουν πριν βουτήξουν -χωρίς στυλ- στη λίμνη. Φυσικά και δεν σταματούν. Ούτε φρένο έχουν, ούτε ταινία βλέπουμε. Επιφωνήματα ακούγονται από μακριά, μάλλον κάποιοι έχουν δει το όλο σκηνικό. Φτου!!
Τα αγόρια φιλότιμα σηκώνονται αμέσως και κοντοζυγώνουν. Η λίμνη δεν έχει ιδιαίτερο βάθος, είναι όμως έλος και δεν φαίνεται τίποτα. Αρπάζουν κάτι κουπιά από τις δίπλα βάρκες και προσπαθούν να τα εντοπίσουν. Ένας υπάλληλος πλησιάζει σύντομα με διάθεση βοήθειας όμως το ύφος του σαν να χαρακτηρίζει την όλη προσπάθεια μάταιη. Του δείχνουμε με χειρονομίες τι χρειαζόμαστε και σε λίγο επανέρχεται με μια μεγάλη απόχη.
Τα παιδιά προσπαθούν εναλλάξ, μπορεί και μια ώρα, να τα πιάσουν αλλά δεν. Ψαρεύουν πέτρες και διάφορα σκουπιδάκια αλλά γυαλιά τσου.. Έχω χολοσκάσει όχι γιατί είναι πελώριας αξίας, όμως είναι ένα ακόμα απρόσμενο έξοδο από τα πολλά που εμφανίζονται τελευταία. Δεν σταματούν να το παλεύουν όσο κι αν τους λέμε με την Έφη πως πρέπει πια να σταματήσουν. Ο Νίκος πεισματάρικα ανακοινώνει πως θα κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια.
Η Έφη του δείχνει να ψάξει λίγο πιο κει από την επιφάνεια που ψάχνουν τόση ώρα. Ρίχνει λοιπόν την απόχη για τελευταία φορά, ανακατεύει το βρώμικο νερό λες και κρατά μια γιγάντια κουτάλα, την ανεβάζει, και ΤΣΟΥΠ! Να τα, τα γυαλιά! Απίστευτο!!!!!!!!! Στην τελευταία ριξιά!
Επιφωνήματα ακούγονται και πάλι, από πού δεν δίνω σημασία. Η χαρά μας είναι απερίγραπτη , λες κι ανακαλύψαμε έναν μικρό θησαυρό. Τα χαμόγελα όλων μας είναι διάπλατα και εγώ σκάω 2 σβουριχτά φιλιά στους «σωτήρες» μου.
Ηθικό δίδαγμα της ημέρας: Δεν πρέπει ποτέ να σταματάς όταν έχεις ελπίδες να πετύχεις. Ποτέ και για οτιδήποτε, μικρό ή μεγάλο.
Η απρόσμενη περιπετειούλα λειτουργεί αναζωογονητικά, κι έχουμε ξυπνήσει ξαφνικά. Ο Νίκος αρπάζει την κάμερα, βάζουμε τον Δημήτρη ανάμεσα μας κι ετοιμαζόμαστε για την χορογραφία. (ΧΩΡΙΣ ΓΥΑΛΙΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ). Χορεύουμε δυναμικά και το χαιρόμαστε. Στο τέλος ακούμε μέχρι και χειροκροτήματα. Κάτι πιτσιρίκια που έχουν έρθει εκδρομή με το σχολείο έχουν πιάσει θέση ως θεατές κανονικά στις πάνω κερκίδες και αποτελούν ένα πολύ ένθερμο κοινό. Ποιος την χάρη μας!
Φεύγοντας από την "παράσταση"
Ξεδιψάμε σε μια βρυσούλα από τις πολλές που έχει το πάρκο και πλένω προσωρινώς τα γυαλιά μου μέχρι να βρω σαπούνι ή κάτι αντισηπτικό. Αν και κανονικά θα έπρεπε να τους κάνω απολύμανση αφού κοντεύουν να πρασινίσουν από τα «διαυγή» λιμνάζοντα νερά.
Βγαίνουμε έξω για να συναντήσουμε τον Ioan. Γελάμε ακόμα με το πάθημα μου και σιχτιρίζουμε που δεν έγραφε βίντεο εκείνη την ώρα ο Νίκος, μιας και μου έτυχε πάνω στην «πρόβα». Ε ρε γέλιο που θα (ξανα)κάναμε αν είχε καταγραφεί!
Λουσμένοι με χρυσόσκονη ιλαρότητας φθάνουμε στο κέντρο της Sibiu.
«Παίδες, σας έχω ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ νέα!»
«Τι, τι, τι????»
Ρωτάμε με μια φωνή τον πάντα πρόσχαρο δάσκαλο μας. Σήμερα μοιάζει να χαμογελά ακόμα περισσότερο.
«Θα τα πούμε μετά το μάθημα, στην προπόνηση.»
Το μάθημα επιτέλους τελειώνει, οι μαθητές φεύγουν υπό ρυθμούς salsa ακόμα και μένουμε μόνο η ομάδα κι οι δάσκαλοι. Αντί για ζέσταμα όμως καθόμαστε κάτω, φτιάχνουμε έναν κύκλο από σώματα όπως σε κάθε meeting μας κι ο teacher ξεκινά:
«Πως θα σας φαινότανε να πάμε όλοι μαζί σε ένα φεστιβάλ στην Ρουμανία, όπου θα χορέψετε κι εσείς?» Πέρα από τους ίδιους δηλαδή, τον Παναγιώτη και την Μυρτώ, δυο από τους τοπ χορευτές salsa στην Ελλάδα.
Δεν προλαβαίνουμε να ρωτήσουμε το κόστος αφού μόνο αυτό μπορεί να σταθεί εμπόδιο στις διάφορες εξορμήσεις μας. Κατά τα άλλα ψοφάμε άπαντες για χορευτικές παραστάσεις-αποδράσεις.
«Και μάλιστα με αεροπορικά, ξενοδοχείο και full pass πληρωμένα??»
Εντάξει! Χαμός στην αίθουσα!!! Χαμόγελα, επιφωνήματα, φωνές, σχεδόν κραυγές. Μόνο αγκαλιά δεν τον πήραμε και να τον σηκώσουμε στον αέρα.
«Θα πρέπει όμως να χορέψετε και τις 2 χορογραφίες σας. Αυτή είναι η πρόταση του διοργανωτή.»
Ναι, άλλο που δεν θέλαμε! Πολύ στεναχωρηθήκαμε τώρα!
Το μυαλό μου έχει πάρει στροφές από το πρώτο άκουσμα της λέξης Ρουμανία. Μόλις δε ακούω ότι θα είναι και δωρεάν, εκσφενδονίζω άμεσα, ΑΜΕΣΑ όμως και μέσα από τα βάθη της τριών χρόνων αταξίδευτης ψυχής μου:
«Ποιος είναι μέσα για τούρινγκ Ρουμανίας μετά το φεστιβάλ??»
Είναι καιρός τώρα που ψάχνω μια ευκαιρία για να ταξιδέψω. Στην αρχή δεν είχα παρέα και μετά δεν είχα χρήματα, αφού ΑΝ περισσεύει κάτι πλέον, ξοδεύεται σε διάφορα ελληνικά φεστιβάλ. Χτυπήσαμε και μια Βουλγαρία το φθινόπωρο, έτσι για να πούμε πως πήγαμε κάπου εκτός. Κι ας πήγαμε οδικώς.
Όποιος και να ερχόταν από την ομάδα θα χαιρόμουν. Όμως είμαι σχεδόν σίγουρη για το ποιος θέλει και μπορεί να ακολουθήσει. Και είναι αυτοί που ίσως επέλεγα εξ’ αρχής. Τους έχω κομματάκι αδυναμία. Η νεράιδα μου Έφη κι ο καλός μου φίλος Δημήτρης είναι πολύ θετικοί. Μόνο για τον μέσα σε όλα Νίκο προβληματίζομαι που ξέρω πως είναι ταξιδιάρης αλλά δεν θα έρθει καν στο φεστιβάλ λόγω άλλων χορευτικών υποχρεώσεων. Κάτι για το οποίο έχω έτσι κι αλλιώς στεναχωρηθεί. Ήθελα να είμαστε και οι 8 μας, όλοι μαζί παρέα. Επίσης σε κάθε χορογραφία θα πρέπει να μείνει μια κοπέλα εκτός εφόσον θα λείπει ένας καβαλιέρος. Κρίμα είναι.
Δεν είχα σκεφτεί ποτέ τη Ρουμανία, ως ταξιδιωτικό προορισμό. Ούτε άκουσα για αυτήν, ούτε είδα εικόνες της, ούτε και σκοτίστηκα ποτέ να δω. Nada! Μια σκέτη αδιαφορία.
Αρχίζω να ψάχνω στο αγαπημένο μου site ταξιδιωτικής αναζήτησης, το travel stories. Zητώ πληροφορίες. Πέρα από την φίλη μου την Ελενάρα που έχουμε προσωπική επικοινωνία, οι απαντήσεις είναι ελάχιστες. Δεν πτοούμαι. Έχω 2 μήνες καιρό να συλλέξω όσες μου χρειάζονται. Όσο ξεκοκαλίζω το site και το google βρίσκω σχεδόν τα πάντα.
Η επαρχία της Ρουμανίας φαίνεται πανέμορφη!! Τι σπιτάκια γραφικά, τι καταπράσινα δάση και κοιλάδες, τι χρώματα παντού! Βρε, βρε ,βρε… Κοίτα να δεις που από ταξίδι σπόντα, θα μετατραπεί σε ταξίδι ξεχωριστό! Οι όμορφες εικόνες που δεν περίμενα να δω κι η παρέα που θα με συντροφεύει, συνθέτουν τις καλύτερες υποσχέσεις.
Ο Νίκος τελικά θα έρθει να μας βρει όταν τελειώσει το φεστιβάλ και μαζί οι υποχρεώσεις του που θα μας τον στερήσουν. Θα πληρώσει ο ίδιος τα αεροπορικά του και θα πετάξει μόνος του. Για ένα ταξίδι.. ένα ταξίδι μαζί μας. Τέτοιος είναι! Τόσο λωλός και μάχιμος!
Εντωμεταξύ, μέχρι να καταφέρουμε το παρεάκι να συνεννοηθούμε, δεν ενημερώνουμε έγκαιρα το Ρουμάνο διοργανωτή και εκδίδει τα εισιτήρια επιστροφής μας την ίδια ημερομηνία με την υπόλοιπη ομάδα. Την πατήσαμε περίτρανα και βλακωδώς. Εκδίδουμε καινούρια, αφού το να κάνουμε αλλαγή στα ήδη υπάρχοντα, μας βγαίνει αρκετά ακριβότερα. Άαααλλο κουφό από εκεί. Το καινούριο εισιτήριο μας κοστίζει 90 ευρώ το άτομο μαζί με την βαλίτσα, ενώ αν αλλάζαμε το παλιό θα μας στοίχιζε 130.
Οι μέρες περνάνε, οι προπονήσεις πληθαίνουν και είμαστε όλοι κατάκοποι. Η ομάδα είναι ημιεπαγγελματική, που σημαίνει πως παράλληλα με το πάθος μας όλοι έχουμε τις δουλειές μας και την προσωπική μας ζωή. Παρόλα αυτά κάθε βράδυ είμαστε απίκο στην σχολή για πρόβες, πρόβες, πρόβες. Και πρόβες. Πρώτη φορά έχουμε να παρουσιάσουμε 2 χορογραφίες μαζί και οφείλουμε να είμαστε καλά προετοιμασμένοι. Αυτό, σε συνδυασμό με τις λίγες ώρες ύπνου μας κάνει να σκεφτόμαστε καινούριο όνομα για την ομάδα: «The Dancing zombies».
Συγχρόνως με τα εξαντλητικά ωράρια συντάσσω τον προσωπικό μου ταξιδιωτικό οδηγό με αποσπάσματα, συμβουλές και tips από το travel stories, καθώς και από άλλα site, ρουμάνικα κυρίως. Καταφέρνω να συγκεντρώσω 25 ολόκληρες σελίδες, τις οποίες εκτυπώνω και δημιουργώ ένα πρόχειρο βιβλιαράκι. Οι συνταξιδιώτες μου αφού αρχικά με άφησαν με απόλυτη γενναιοδωρία να ασχοληθώ μόνο εγώ ως πρόθυμη που ήμουν με το τουριστικό μας πρόγραμμα, τώρα με κοροϊδεύουν και με λένε υπερβολική. Όμως εγώ νιώθω απόλυτα προετοιμασμένη. Οι εκδρομές μας εκεί είναι έτοιμες κι έχω βρει φθηνά, κεντρικά καταλύματα.
Ενώ πλησιάζει η μέρα αναχώρησης, ο διοργανωτής του φεστιβάλ αρχίζει να τα μασάει περί της δωρεάν διαμονής μας. Ξάφνου θέλει χρήματα, μάλλον έχει βγει ήδη εκτός προϋπολογισμού. Όμως νωρίς το θυμήθηκε, είναι μόλις 2 μέρες πριν το ταξίδι κι αυτό αναστατώνει κάπως την ομάδα. Δεν είχαμε υπολογίσει καθόλου έξοδα. Με τα πολλά και μετά από διάφορες συζητήσεις επίλυσης του προβλήματος με τους δασκάλους, μας βγαίνει να πληρώσουμε 75 ευρώ το άτομο για όλα, αεροπορικά, διαμονή με πλήρης διατροφή και full pass για τα μαθήματα και τα πάρτι του φεστιβάλ. Το κόστος οπότε, είναι και πάλι μηδαμινό.
Έρχεται επιτέλους, επιτέλους όμως η ονειρεμένη μέρα αναχώρησης. Η περιπόθητη Παρασκευή της 6ης Ιουνίου. Δεν είμαστε η μόνη ελληνική συμμετοχή, ταξιδεύουν μαζί μας ένα σωρό άλλοι χορευτές από την Ελλάδα. Μερικοί από αυτούς είναι ιδιαίτερα καταξιωμένοι, όπως ο Δημήτρης με την Στέλλα που έχουν κατακτήσει την τρίτη θέση στον κόσμο, στο World Latin Dance Cup που γίνεται στο Miami.
Ένα λεωφορειάκι λοιπόν γεμάτο χορευτές οδηγείται στο αεροπλάνο. Εκ φύσεως ψώνια τρώμε αλληλέγγυο σκάλωμα και θέλουμε σώνει και ντε να βγάλουμε μια φωτογραφία όλη η ελληνική αποστολή. Εδώ, ΤΩΡΑ! Στις ρόδες του αεροπλάνου! Το ζητάμε από έναν υπάλληλο που στραβομουτσουνιασμένος φτύνει ένα «τελειώνετε» και μας δείχνει τις σκάλες να ανέβουμε. Η Μυρτώ πείθει εύκολα κάποιον άλλον, πιο συμπαθητικό υπάλληλο. Αφού έχουμε ανέβει πλέον στο αεροπλάνο συνειδητοποιούμε πως δεν έχει βγει τίποτα. Τσάμπα η καθυστέρηση, στράφι τα νάζια της λιλιπούτειας Μυρτώς και πολύ κακό για το τίποτα. Θα βγάλουμε εν πτήση.
Η πτήση προβλέπεται ευχάριστη αφού όπου και να κοιτάξεις βλέπεις χαρούμενα μουτράκια. Η καμπίνα πλημμυρίζει με καλλιτεχνικά κύματα αφού πέρα από τις χορευτικές μας υποστάσεις συνταξιδεύουν κάτι νόστιμοι μουσικοί με τις κιθάρες τους. Νυφοπάζαρο έγινε εδώ μέσα.
Η διάθεση μου δεν θα μπορούσε να είναι πιότερο ανεβασμένη. Είμαι αδειούχος, ταξιδεύω με την ομαδάρα μου, τους αγαπημένους μου δασκάλους, με περιμένει ένα τριήμερο υπεργεμάτο από χορό κι όταν τελειώσει αυτό, δεν θα τελειώσει ως συνήθως, όοοοοοχι, δεν υπάρχει τέλος, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΕΛΟΣ ΛΕΜΕ!, αρχίζει κάτι άλλο, κάτι μαγικό, κάτι που μου έχει λείψει πολύ: Ένα πολλά υποσχόμενο ταξίδι!
Η Έφη πετάει κι αυτή απ’ την χαρά της και ως συνήθως το μεταδίδει σε όλους μας. Ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίζεται πάνω μου και μόνο που καθίζω τον πάτο μου σε κάθισμα αεροπλάνου. Μα έχω τόσο καιρό να μπω σε αεροπλάνο! Έχω τόσο καιρό να ταξιδέψω γαμώτο!
Οι Σούμι οδηγοί, το Danubian Salsa Festival κι ο Χορός ο έρωτας
Φτάνουμε στο Otopeni με την Aegean στις 19.10 μετά από 1.40’ πτήση. Με χαρά διαπιστώνουμε πως έχει ήλιο, κάνει ζέστη και σύννεφα δεν διακρίνονται πουθενά. Το καλοκαίρι έχει βάλει τα καλά του και σεργιανίζει στην Ρουμανία καλωσορίζοντας μας.
Μας παραλαμβάνουν από το αεροδρόμιο 2 βανάκια με προορισμό το Galati, όπου και γίνεται το φεστιβάλ. Ίσα που στριμοχνώμαστε εκεί μέσα. Τα μπαγκάζια δεν χωράνε στους ειδικούς χώρους και κοντεύουμε να τα πάρουμε αγκαλίτσα.
Οι ρουμάνοι οδηγοί, όπως σωστά είχα διαβάσει, δεν τρέχουν απλά, είναι επικίνδυνοι. Δεν έχουμε απομακρυνθεί πολύ από το αεροδρόμιο και έχουμε δει ήδη 2-3 ατυχήματα. Οι ίδιοι οι οδηγοί μας είναι τρανό δείγμα της ρουμάνικης οδηγικής συμπεριφοράς. Οι σφήνες και οι αντικανονικές προσπεράσεις μας κάνουν να οραματιζόμαστε μετωπικές συγκρούσεις. Η Έφη διασκεδάζει τον φόβο μας και μοιράζει αγιασμό από πρόσφατο ταξίδι της στην Τήνο.
Στο βανάκι του τρόμου κυριαρχεί παιχνιδιάρικη διάθεση, όπως κάθε φορά που πάμε εκδρομή με την σχολή. Γινόμαστε για λίγο έφηβοι, πασπαλισμένοι ανεμελιά. Ο Παναγιώτης λέει για χιλιοστή φορά πετυχημένα ανέκδοτα, παίζουμε χαζοπαίχνιδα όπως ψείρες και τα κορίτσια επιδιδόμαστε σε κουτσομπολιά και προσωπικές εξομολογήσεις. Κλασσικά, έχουμε πιάσει γαλαρία.
Μωρέ κάτι μυρίζει άσχημα, τι ζέχνει έτσι?! Μην να’ ναι αυτός ο beginner που κάθεται κοντά μας?! Είμαστε και σε περιορισμένο χώρο, την salsa μου μέσα! Σημειώνω νοερά να αποφύγω όσο γίνεται να χορέψω μαζί του. Α, και να πω ξανά στον Παναγιώτη να προσθέσουν στα μαθήματα ένα σεμινάριο περί αποσμητικών. Μετά από 5 ώρες και 2 στάσεις για πιπί, φαγητό και τσιγαράκι, επιτέλους φθάνουμε σώοι και αβλαβείς. Ούτε τρακάραμε, ούτε τεζάραμε από «δηλητηριώδη» αέρια.
Το 5 αστέρων ξενοδοχείο Viva Club Hotel είναι ωραίο, μεγάλο και καθαρό. Έχει εστιατόριο, μπαρ, γυμναστήριο, γήπεδο τένις, σπα, σολάριουμ και εσωτερική πισίνα. Έχει ακόμα όλες αυτές τις υπηρεσίες που προσφέρουν τέτοιου τύπου ξενοδοχεία, όπως πλύσιμο, σιδέρωμα ρούχων κλπ, κλπ. Τα δωμάτια είναι πλήρως εξοπλισμένα και το προσωπικό είναι πολύ πολύ ευγενικό και εξυπηρετικό.
http://www.booking.com/hotel/ro/viva-club-galati.el.html
Τακτοποιούμαστε στις χλιδάτες διαμερισματάρες του ξενοδοχείου μας. Κλέβουμε από τα αγόρια το δικό τους διαμέρισμα που είναι καλύτερο, μεγαλύτερο κι έχει ένα τεράστιο τζακούζι που λίγο μας νοιάζει. Το θέμα είναι πως έχει περισσότερους και μεγαλύτερους καθρέφτες και θα μας χρειαστούν σίγουρα πριν τα show. Τα αγόρια μας το παραχωρούν με βαριά καρδιά. Τους λέμε να έρθουν όποτε θέλουν να τζακουζιαστούν. Κι αν βρουν τον χρόνο να μου τρυπήσουν την μύτη. Μου έχει κλείσει και η τρύπα, ευκαιρία είναι.
Με την Έφη έχουμε γίνει μόνιμοι συγκάτοικοι στα τελευταία φεστιβάλ και πολύ το ευχαριστιόμαστε. Τώρα είμαστε όλες οι κοπέλες μαζί, όμως συνήθως μένουμε τα 2 μας. Μπορεί να έχουμε 9 χρόνια διαφορά, ταιριάζουμε όμως και επικοινωνούμε ουσιαστικά. Έτσι, μέρα με την μέρα που περνάει δενόμαστε και περισσότερο. Την βλέπω πλέον σαν την μικρή μου αδερφή και έχω μια τόση δα τάση προστασίας απέναντί της. Κι όμως. Πολλές φορές είναι αυτή που με προσέχει, αυτό το φρέσκο 24χρονο προσωπάκι γίνεται μια μεγάλη ασφαλής αγκαλιά.
Τρώμε στο εστιατόριο ένα νόστιμο και ελαφρύ ala carte menu, ψητό κοτόπουλο και σαλάτα. Υγιεινό κι ιδανικό για χορευτές, αρκετό να μας κρατήσει χωρίς να μας βαρύνει. Φοράμε κάτι elegant μιας και αυτό είναι το dress code του σημερινού πάρτι και με βανάκι πάλι μεταφερόμαστε στο μέρος όπου γίνονται τα shows, τα μαθήματα και το αχαλίνωτο social dancing. Τα σημερινά shows τα χάσαμε, έχει πάει 1,30 πια.
Στα φεστιβάλ που έχω πάει μέχρι τώρα οι χώροι είναι ήδη έτοιμοι, γίνονται συνήθως σε θέατρα ή ξενοδοχεία. Εδώ στο Danubian Salsa Festival έχουν φτιάξει από την αρχή τον χώρο με ξύλινα πατώματα πάνω από γκαζόν και πρόχειρα τοιχώματα. Ένας μεξικάνος χορευτής που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα μου λέει πως έτσι διοργανώνανε παλιά τους σαλσοχορούς στην Αμερική.
http://www.danubiansalsafestival.ro/en/
Κατά την διάρκεια των shows τοποθετούν καρέκλες για τους θεατές κι αφού τελειώσουν, η πίστα αδειάζει και το πάρτι ξεκινά.
O άλλος χώρος είναι το λεγόμενο dark room όπου είναι λίγο πιο σκοτεινό, πιο χαλαρό, πιο hot (αχά!) και χορεύεται bachata ή kizomba.
«Σύσφιξη σχέσεων» και «I wanna be close to you». Ο ιδρώτας δεν πάει πίσω ούτε και εδώ.
Ανάμεσα τους βρίσκεται ένας εξωτερικός χώρος με καναπέδες και ξύλινο πάτωμα. Κάποιοι καπνίζουν κι άλλοι παίρνουν τον αέρα τους.
Στην είσοδο της μεγάλης αίθουσας υπάρχει το μπαρ το οποίο σύντομα τιμάμε με τον Δημήτρη. Δεν είναι η πρώτη φορά που τα πίνουμε παρέα και σίγουρα όχι η τελευταία. Το Mohito τους δεν λέει και πολλά, όμως κάνουμε καλό κεφάλι όταν οργώνουμε την πίστα.
Καλλιτέχνες, επαγγελματίες και ερασιτέχνες χορευτές βρίσκονται εδώ από παντού. Έλληνες, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Ιταλοί, Ισπανοί, Γάλλοι, Μεξικάνοι, Κουβανοί κι άλλοι λατινοαμερικάνοι αλλά και λίγοι Ασιάτες, όλοι μαζί χορεύουμε παρέα.
Ε, αυτό το συνονθύλευμα ανθρώπων από όλο τον κόσμο, αυτήν την αγάπη να μας ενώνει, αυτό το μοναδικό αίσθημα ελευθερίας που μοιραζόμαστε, είναι ένα ταξίδι από μόνο του και δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ να με εξιτάρει. Σε όσα φεστιβάλ και να πάω, όσα χρόνια και να περάσουν.
Κι αν λένε πως οι έρωτες περνούν και μένει μόνο η αγάπη, ο χορός είναι ο μόνος εραστής που ενώ αγαπάς βαθιά, μέσα σου δεν σταματούν ποτέ να σπαρταρούν πεταλουδίτσες.
Οι πίστες έχουν πάρει φωτιά μαζί με όλο μας το είναι. Φεύγουμε πρωί πια από το πάρτι. Έχω την αίσθηση πως ξημερώνει νωρίτερα εδώ.
Μετά από τόσες βδομάδες προπονήσεων, μια σύντομη πτήση με αεροπλάνο, καπάκι ένα 5ωρο ταξίδι με το βανάκι του τρόμου αλλά και ένα ολόκληρο βράδυ ασταμάτητου χορού, είμαστε όλοι η ταλαιπώρια η ίδια.
Όμως κοντεύει το πρωινό και πεινάμε όσο δεν λέγεται, έχουμε ανάγκη να αναπληρώσουμε χαμένη ενέργεια. Κάνουμε μαζική επίθεση στον μόλις στημένο μπουφέ και τρώμε τα πάντα όλα. Το πρωινό είναι ικανοποιητικό και νόστιμο, αλλά δυσανάλογα φτωχό για τα 5 αστέρια του ξενοδοχείου.
Ξαπλώνουμε επιτέλους έπειτα από ένα χαλαρωτικό κι απαραίτητο για να βγάλουμε την μπίχλα μας μπανάκι. Είχαμε σκοπό να πάμε από νωρίς στα μαθήματα που ξεκινάνε στις 12, αλλά είναι ήδη 8 κι αποφασίζουμε με την Έφη να κοιμηθούμε καλύτερα λίγες ώρες παραπάνω. Το βράδυ έχουμε την παράσταση με τα ακροβατικά και πρέπει αν μη τι άλλο να έχουμε κάποια αποθέματα δύναμης.
Κλείνουμε τα μάτια κι ο Μορφέας απλώνει γύρω μας τα απαλά του χέρια. Σιγοκουνώντας μας ρυθμικά, μας παρασύρει άμεσα στην χώρα των ονείρων..
Μαθήματα 5 αστέρων, shows-ποιήματα, εναλλασσόμενα αισθήματα .
Ξυπνάμε κακήν κακώς στις 13.00. Δεν μπορείς να πεις ότι χορτάσαμε κιόλας, αλλά θα την βρούμε την άκρη. Πηγαίνω με την Έφη στο σούπερ μάρκετ και εφοδιαζόμαστε με βιταμινούχα τρόφιμα και ενεργειακά ποτά.
Σταματάμε ένα ταξί όλα τα λεφτά. Ο οδηγός έχει ξούρα το κεφάλι, μοιάζει να είναι gay και έχει ρουμάνικη τέκνο μουσική στη διαπασών. Το βρίσκουμε ενδιαφέρον όλο αυτό και ψιλοκουνιόμαστε με τον ρυθμό για να του δείξουμε πως δεν μας ενοχλεί. Όχι φυσικά πως μας ρώτησε. Ωστόσο παίρνει θάρρος, δυναμώνει κι άλλο την ένταση και φτάνουμε έξω από το φεστιβάλ υπό αυτήν την καγκούρικη κατάσταση.
Όλη την ημέρα έχει πολύ ενδιαφέρον μαθήματα. Διαλέγουμε και παρακολουθούμε 2 ώρες με κάποιους από τους καλύτερους χορευτές του είδους στον κόσμο.
Tropical Gem-Δεξιά, ο αρχηγός τους Fernando Sosa
Τα κορίτσια των Dominican Power
Είμαστε πολύ τυχεροί που στα διεθνή φεστιβάλ μπορούμε να συμμετέχουμε σε μαθήματα υψηλού επιπέδου δασκάλων. Είναι οι σταρ του χώρου, η αφρόκρεμα. Για να κάνεις ιδιαίτερο μάθημα μαζί τους μπορεί να σου κοστίσει ένα ωραιότατο ταξίδι (ή έστω τα αεροπορικά του).
Seo Fernandez
Τα μαθήματα τελειώνουν και είμαστε κατακόκκινες από την ένταση και την κούραση.
Τα αγόρια της ομάδας μας υπενθυμίζουν πως πρέπει να κατεβάσουμε τους ρυθμούς μας. Έχουμε και την παράσταση το βράδυ. Αν και δεν μας πολυαρέσει η παρατήρηση, συμμορφωνόμαστε και ξεκουραζόμαστε μέχρι να κάνουμε την μοναδική πρόβα πάνω στην σκηνή που θα βγούμε το βράδυ. Όλα πάνε καλά. Επιστροφή στο ξενοδοχείο, ελαφρύ φαγητό από μπουφέ και ετοιμασίες για την βραδινή παράσταση. Ήρθε η ώρα να γίνουμε υπερπαραγωγές. Οι καθρέφτες που επιμείναμε να κρατήσουμε είναι όντως σωτήριοι.
Το βανάκι που έχει γίνει προέκταση των εαυτών μας, μας μεταφέρει και πάλι στον χώρο του φεστιβάλ. Μας υποδέχονται λυγερόκορμες κορασίδες, βραζιλιάνικα ντυμένες.
Περιμένουμε στο backstage υπομονετικά μέχρι να ξεκινήσουν τα σόου και κατόπιν να έρθει η σειρά μας. Όσο σκέφτομαι ότι είμαι στα ίδια παρασκήνια με τους Tropical Gem, με πιάνει αδρεναλίνη!
Ο παρουσιαστής της βραδιάς είναι ο μεξικάνος χορευτής Luis Vasquez, που μαζί με τους 2 αδερφούς του διαπρέπουν στον χώρο της salsa παγκοσμίως. Ο ίδιος θα μπορούσε να είναι πετυχημένος κωμικός. Αστείος και ετοιμόλογος σε παρασύρει πάντα σε ασυγκράτητα γέλια. Συμπαρουσιάστρια η ισπανίδα θεά της kizomba Sara Lopez που στέκεται δίπλα του όμορφος βασιλικός.
Luis Vasquez
Luis Vasquez-Sara Lopez
Το σόου μας βγαίνει καταπληκτικά, μόνο το @#$@! τελευταίο ακροβατικό με τον Δημήτρη δεν εκτελούμε τέλεια, κάτι μας πήγε λάθος και έχω σκάσει. Αναθεματίζω το Νίκο που λείπει και κανονικά είναι ο καβαλιέρος μου σε αυτήν την χορογραφία. Έχουμε κάνει τα ακροβατικά πολλάκις ενώ με τον Δημήτρη προπονούμαστε μαζί μονάχα έναν μήνα. Είμαι πολύ στεναχωρημένη ακόμα και δεν παρηγοριέμαι με τίποτα όσο κι αν μου λένε οι άλλοι πως δεν φάνηκε όσο νομίζω κι ο δάσκαλος μου μ’ αγκαλιάζει με αγάπη.
Προς το παρόν ξεγελάω την ζοχάδα μου όταν κάθομαι οκλαδόν μπροστά μπροστά ως dancing nerd για να δω τα υπόλοιπα shows της βραδιάς. Οι πρώτοι που χορέψαμε ήμαστε θαρρείς το άνοιγμα για τα μεγάλα ονόματα. Μμμ, πως θα άνοιγε ας πούμε μια συναυλία η Παπαρίζου για την Beyonce? Η Παπαρίζου είναι ταλαντούχα κι επιτυχημένη, αλλά come on people, εδώ μιλάμε για την Beyonce.
Ο Παναγιώτης με την Μυρτώ μαγεύουν τον κόσμο με την εμφάνισή τους. Στην τελευταία τους χορογραφία έχουν ξεπεράσει τον εαυτό τους. Είμαι πολύ περήφανη γι αυτούς.
Το στόμα μου χάσκει ανοιχτό με κάποια shows από ξένους καλλιτέχνες. Οι Ιταλοί γεμάτοι ενέργεια tropical gem,
οι Dominican Power
κι ο ερωτεύσιμος, φέτες, λάστιχο αρχηγός τους,
o Κουβανός Albertos Valdes που έχει τα χρονάκια του κι όμως εξακολουθεί να σε καθηλώνει με τα αφροκουβανέζικα του,
ο χορευτής-τραγουδιστής Seo Fernandez με την εκπάγλου καλλονή παρτενέρ του.
Όσο παρακολουθώ τα απίστευτα σόους που εξελίσσονται μπροστά μου και τους χαρισματικούς χορευτές να γράφουν ποίηση με τα σώματά τους, δεν μπορώ να μην νιώσω μια αύρα συγκίνησης. Μεγάλη η τιμή που ανεβήκαμε στην ίδια σκηνή με αυτούς.
Στο τέλος κάποιοι χορευτές ντυμένοι με τις παραδοσιακές τους φορεσιές, σύρουν τιμητικά ένα ρουμάνικο δημοτικό χορό.
Ανεβαίνω στην σκηνή για το τελευταίο χειροκρότημα με όλους όσους χορέψανε σήμερα. Από μεγάλη μου τιμή, αρχίζω να αναρωτιέμαι τι κάνω εγώ εδώ με όλους αυτούς κι όταν λέω ξέρω να χορεύω τι ακριβώς εννοώ..
Άντε πάλι πίσω στο ξενοδοχείο, ευτυχώς που είναι κοντά σχετικά. Βγάζουμε τα κουστούμια και βάζουμε ρούχα που φέρνουν σε rainbow μιας και αυτό είναι το dress code του σημερινού πάρτι. Επιστρέφουμε στο φεστιβάλ και χορεύουμε μέχρι τελικής πτώσεως. Με τον χορό ξεχνιούνται όλα τα στραβά, το χαμόγελο επιστρέφει πανηγυρικά στο πρόσωπο μου.
Τα dress code δεν τηρούνται ευλαβικά, όμως είναι και κάποιοι που το παίρνουν αρκετά σοβαρά.
Τις τελευταίες ώρες τις περνάμε με όλη την ομάδα στο dark room, έχουμε ανάγκη από λίγη χαλάρωση. Εξάλλου, έχει το ενδιαφέρον της ΚAI αυτή η αίθουσα.
Ξημερώνει πάλι, έχει πάει 6,30 και αφού επιστρέφουμε στο ξενοδοχείο και κάνουμε το αναγκαίο για τον ιδρώτα μας μπάνιο, κατεβαίνουμε για πρωινό. Μην σπάσουμε και την παράδοση!.
Το πρωινό μας βρίσκει στο ίδιο τραπέζι με κάποιους λατίνους showmen και τα αγόρια από την ομάδα μας ευχαριστούν που είμαστε γυναίκες και μάλιστα ξανθιές, αδυναμίες δηλαδή των λατίνων. Έτσι μπορούν κι αυτά μαζί μας να τρώνε πρωινό ανάμεσα σε τέτοια χορευτικά μεγέθη. Οι λατίνοι είναι θρασείς και ασυγκράτητοι!
Μόνο ο Alberto Valdes απέχει, η κουβανέζικη μορφή με τα καθάρια πρασινογάλανα μάτια που τρώει κύριος μαζί μας το πρωινό του κι ετοιμάζει ένα πιάτο για να πάει στο δωμάτιο για την γυναίκα του. Έχουν φέρει μαζί τους το λίγων μηνών μωρό τους. Το μπεμπάκι παρευρισκόταν σε όλα τα μαθήματα, τα shows και τα πάρτι του φεστιβάλ. Βάζω στοίχημα πως η πρώτη του λέξη θα είναι salsa και τα πρώτα του βήματα θα μετράνε 123-567. Τον ρυθμό της salsa δηλαδή.
Ο Valdes, γοητευτικός, προσγειωμένος, αφοσιωμένος στην τέχνη του και στην γυναίκα του είναι ο άντρας, ο πατέρας, ο παππούς που θα ήθελες να έχεις. Καταλαβαίνει κάποια ελληνικά αλλά μάλλον λόγω νύστας αμελώ να τον ρωτήσω πως κ έτσι. Ευτυχώς λόγω των ελληνικών του σταματάνε κάποιοι από την ομάδα μου να σχολιάζουν στην γλώσσα μας τους ξενόγλωσσους, κάτι για το οποίο τους έχω βάλει χέρι τόσες φορές που ακόμα και μένα με κούρασα. Με ενοχλεί πάρα πολύ όταν συμβαίνει αυτό.
Επιτέλους ξαπλώνω. Αντί για προβατάκια, μετράω τα κομμάτια μου. Στο λεπτό έχω αποκοιμηθεί.
Χορεύοντας ως rock stars, η τελική μας η γιορτή και ένα τέλος δίχως τέλος.
Από κάποιον αδιόριστο χωροχρόνο ακούγεται κάτι σαν ήχος τηλεφώνου. «Ποια είμαι και που βρίσκομαι» αναρωτιέμαι με όλη την διακεκριμένη σοβαρότητά μου.
Σηκωνόμαστε μέσα στο άγχος όταν μας ενημερώνουν πως το δεύτερο show μας δεν θα παρουσιαστεί το βράδυ όπως και χτες, αλλά νωρίς το απόγευμα! Δεν θα γίνει στον γνωστό χώρο, αλλά κάπου αλλού στο Galati όπου μια μεγάλη σκηνή σε εξωτερικό χώρο, θα φιλοξενήσει Ρουμάνους stars τραγουδιστές. Θα είμαστε το άνοιγμα της συναυλίας τους! Χα! Κοίτα που σωστά μελετούσα την συναυλία χθες!!
Κάτι έχει ψήσει ο διοργανωτής του φεστιβάλ με τον δήμαρχο της πόλης, κάτι για ξέπλυμα χρημάτων ακούμε, αλλά ποιος ξέρει και who cares βασικά, έχουμε τροχάδην τώρα.
Στο διαμέρισμα επικρατεί αλαλούμ. Το κόνσεπτ λέει ισιωμένα μαλλιά τραβηγμένα κοτσίδα και αναλαμβάνει ευτυχώς μια κοπέλα από την ομάδα να φέρει βόλτα την μπουκλωτή μου κεφάλα.
Παραδόξως, είμαστε στην ώρα μας έτοιμες. Τα redbull που κατεβάζουμε 2-2 κάνουν σοβαρές προσπάθειες και μας κρατούν στην τσίτα.
Μεταφερόμαστε με τα βαν στον χώρο της συναυλίας. Έχει συγκεντρωθεί ήδη πολύς κόσμος. Μπροστά τους προβάρουμε όλες οι ομάδες τις χορογραφίες μας. Λες και κάνουμε το show 2 φορές σε μια μέρα.
Όλοι, είναι ντυμένοι πρόχειρα και θα βάλουν μετά τα καλά τους. Εμείς πάλι φοράμε ήδη τα κουστούμια μας τα οποία δεν τα λες και δροσερά. Πολύ έξυπνο! Περιμένουμε ατελείωτες ώρες μέχρι τελικά να βγούμε κι έχουμε σκάσει. Η ζέστη και η υγρασία μας χτυπά αλύπητα.
Και πεινάω! Πολύ πεινάω! Στην προσπάθεια μου να κρατήσω την μπακίτσα μου πλάκα, τουλάχιστον μέχρι την εμφάνιση μας, παραμένω νηστική από χτες. Από το πρωινό τέλος πάντων. Επιπλέον κάτι από το μακιγιάζ έχει πειράξει τα μάτια μου και δεν έχω σταματήσει να δακρύζω εδώ και ώρες! Πολύ μοιρολόι η δικιά σου.
Ρε τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες!
Ο κόσμος συνεχίζει να μαζεύεται και η πλατεία γεμίζει ασφυκτικά, όχι μόνο μπροστά από την σκηνή, αλλά και περιμετρικά εξίσου.
Συνειδητοποιούμε πως θα χορέψουμε μπροστά σε ΧΙΛΙΑΔΕΣ κόσμο. Wow! Είμαστε «προστατευμένοι» μέσα σε κιγκιλιδώματα και σε μερικούς χορευτές που βρίσκουν πρόσβαση, πιτσιρίκια ζητάνε αυτόγραφα! Τι λες τώρα!
Η ώρα του του show μας φθάνει και όλα πάνε θεσπέσια, ο κόσμος φωνάζει και νιώθουμε ότι έχει βγει στο κοινό η ενέργεια που θέλαμε.
Να μαστε κι εμείς!
Με ανεβασμένη διάθεση απολαμβάνουμε τις υπόλοιπες χορογραφίες.
Dimitris-Stella
Los Hermanos
Byron-Ariadni
Στο τέλος, ανεβαίνουμε ξανά στην σκηνή και χορεύουμε όλοι μαζί animation.
Φοβερή εμπειρία να χορεύεις μπροστά σε τόσο κόσμο!!! Φουσκώνει η καρδιά σου από την αδρεναλίνη και η χορευτική σου οντότητα ψηλώνει 2 πόντους. Πάει κι αυτό. Το ζήσαμε κι αυτό!
Στιγμιότυπο από την συναυλία που ακολούθησε.
Γυρνάμε στο ξενοδοχείο και τρώμε ένα ala carte menu της συμφοράς που μας αφήνει περισσότερο ξελιγωμένους από πριν. Η γκαρσόνα έχει νευράκια και μας εκνευρίζει επιπλέον. Είναι η πρώτη φορά που συναντώ αγενή άνθρωπο στην Ρουμανία. Μα τι έπαθε? Προχθές, ήταν γλυκύτατη!
Ετοιμαζόμαστε για το τελευταίο πάρτι του φεστιβάλ. Σήμερα έχει navy dress code αλλά δεν έχουμε φέρει τίποτα ναυτικό μαζί μας. Φοράμε απλά τα τζινάκια μας κι εγώ δεν παίρνω καν μαζί τα χορευτικά μου παπούτσια.
Σήμερα το βράδυ είναι για μένα το καλύτερο πάρτι. Δεν έχω άγχος για κανένα show κ έχουν μείνει λίγες ώρες μόνο για να τελειώσει. Σαν τελική γιορτή ένα πράμα.
Για αυτό με το που φθάνουμε στο φεστιβάλ το γιορτάζουμε με τον Δημήτρη καταπίνοντας σχεδόν μοχιτάκια. Έχουμε μια μικρή λογομαχία σχετικά με το αποτυχημένο ακροβατικό μας και βλέπω τον Παναγιώτη με την άκρη των ματιών μου να μας κοιτάζει αγχωμένος. Ο καλός μου δάσκαλος! θέλει να είμαστε αγαπημένοι.
Φυσικά, δεν υπάρχει κανένα τέτοιο θέμα. Τα λύνουμε όλα τσουγκρίζοντας. Σε λίγο ρίχνω το κοκτέιλ του κάτω. «Ορίστε σε εκδικήθηκα» του βγάζω την γλώσσα και χαμογελαστός με τραβάει στην πίστα για να χορέψουμε.
Χορεύω με την ψυχή μου και το ευχαριστιέμαι όσο δεν πάει. Νιώθω ευτυχής που έχω ανακαλύψει αυτήν την εμμονική και όμως υγιή διασκέδαση, ευλογημένη που το ζω όλο αυτό και τυχερή που το άμεσο μέλλον μου περιλαμβάνει αντίστοιχα happenings.
Salsa, oh salsa my love!!
Καλόκεφη όπως είμαι χασκογελάω με μια τύπισσα που και τα 3 βράδια έχει τηρήσει πιστά τα dress code. Την 1η μέρα φορούσε μια μεσαιωνική τύπου τουαλέτα, την 2η ένα φόρεμα-ουράνιο τόξο και τώρα είναι ίδια ο Ποπάυ στην γυναικεία βερσιόν του.
Ο ελκυστικός Γάλλος Tony Pirata, μεγάλη φίρμα της κιζόμπα, έχει γενέθλια και στήνεται ένας κύκλος από ντάμες γύρω του. Είναι κάτι που συνηθίζεται στον χορό όταν κάποιος έχει τα γενέθλιά του. Ένα ολόκληρο τραγούδι το χορεύει με ντάμες που εναλλάσσονται συνεχώς.
Tony Pirata με την παρτενέρ του Sophie Fox
Ξαφνικά, όλες οι γυναίκες μοιάζουν αιθέριες και σέξι, μάλλον είναι εκπληκτικός καβαλιέρος πέρα από φοβερός χορευτής. Σε λίγο έχω την χαρά να το διαπιστώσω η ίδια όταν χορεύουμε 2 τραγούδια απανωτά.
Γνωρίζουμε τον Florin, έναν ρουμάνο χορευτή που μένει στο Brasov. Προσφέρεται να μας ξεναγήσει τις ημέρες που θα είμαστε εκεί. Νομίζω πως απλά θέλει να ξαναδεί την Έφη.
Στο dark room όπου και πάλι καταλήγουμε οι περισσότεροι, χαιρόμαστε να ακούμε αγαπησιάρικες κι αισθαντικές bachates. Ένα ζευγάρι δίπλα μας, εμφανώς μεθυσμένο, κοντεύει να το κάνει εκεί μπροστά μας. Get a room παιδιά!
5.30 έχουμε αναχώρηση για αεροδρόμιο. Επιστρέφω απρόθυμα από το πάρτι για να ετοιμάσω τα πράγματα μου. Για ύπνο, ούτε λόγος, ούτε και χρόνος. Θα κοιμηθώ στο βανάκι.
Αποχαιρετώ το Galati λυπημένη που δεν βρήκα τον χρόνο να το γνωρίσω. Πραγματικά, ούτε μια περατζάδα δεν του αφιέρωσα. Την πάτησα όπως και με το φεστιβάλ του Βερολίνου.
Είμαι ελαφρώς στεναχωρημένη που τελειώνει το φεστιβάλ αλλά περισσότερο ενθουσιασμένη για το ταξίδι που έπεται. Κι ας είμαι η εξάντληση προσωποποιημένη. Τα μάτια είναι κόκκινα και κουρασμένα, όμως κυκλοφορεί μια σπίθα μέσα τους για όλα αυτά που αδημονούν να δουν.
Γιατί, γιατί, γιατί... ταραταρατατάμ........ το ταξίδι τώρα ξεκινά!
Η άφιξη του Νικ, η πράσινη διαδρομή, οι Ρουμάνοι οι πονηροί.
Φτάνουμε σώοι στο Otopeni το πρωί κι αφού έχει κάνει έκαστος 20 φορές τον σταυρό του. Ταξιδεύαμε βράδυ, δεν είχε κίνηση κι οι οδηγοί την είχαν δει ραλίστες. Ευτυχώς είχαμε πέσει ξεροί την περισσότερη ώρα κι έτσι παραπλανήσαμε τον φόβο μας.
Στο αεροδρόμιο αποχαιρετούμε τα παιδιά που γυρίζουν πίσω. Λυπάμαι όσο να ‘ναι που φεύγουν αλλά η προσμονή του ταξιδιού με ξεπερνάει.
Καθόμαστε σε μια καφετέρια και περιμένουμε το Νίκο να φθάσει από Ελλάδα. Στο αεροδρόμιο όλα είναι τουλάχιστον 3 φορές πιο ακριβά. Μας έχουν μείνει κάποια lei (1 lei=περίπου με 0,25 ευρώ) που αλλάξαμε στο Galati με πολύ φθηνή τιμή συναλλάγματος και θα κάνουμε και άλλα όταν βρούμε αντίστοιχη τιμή στο Brasov. Στο αεροδρόμιο δεν αλλάζεις ούτε για πλάκα.
Ο Νικ ξεπροβάλλει χαρωπός as always κι εμείς περιχαρείς διηγούμαστε τα του φεστιβάλ και τις πρώτες μας εντυπώσεις από την χώρα. Δεν είναι και πολλές αφού για τρεις μέρες ήμαστε χαμένοι σε χορευτική δίνη. Πίνουμε καφέ και τρώμε κάτι πρόχειρο πριν φύγουμε για να μην είμαστε νηστικοί.Τώρα που δεν χορεύουμε, δεν χρειάζεται να προσέχουμε τόσο.
Κοίτα κάτι μπαγκέτες πανάκριβες, λες και τρως σε εστιατόριο! Γιατί δεν τις λένε γκουρμεδομπαγκέτες?
Στις 13.00 ένα λεωφορειάκι μας πάει κοντά στις γραμμές του τρένου. Ανεβαίνουμε μια ανηφορίτσα για να φθάσουμε τελικά. Παραλίγο να το χάσουμε βέβαια αφού ρωτούσαμε από πού να το πάρουμε και οι υπάλληλοι του αεροδρομίου μας λέγανε σε 5 διαφορετικά σημεία.
Για να φθάσεις στο Brasov από το Otopeni κοστίζει περίπου 15 ευρώ και έχει τις εξής ανταποκρίσεις:
Otopeni-P.O.Aeroport
P.O.Aeroport - Bucuresti Nord
Bucuresti Nord-Brasov
Για τις δύο πρώτες βγάλαμε εισιτήρια επιτόπου. Για την τελευταία τα είχαμε εκδόσει ήδη από Ελλάδα γιατί το τρένο φεύγει κατευθείαν και δεν είχαμε καμία όρεξη για περίεργα ρίσκα.
http://www.mersultrenurilorcfr.ro/imtif/rute.aspx?lng=ro
Σύντομα μπαίνουν τρεις γλυκούληδες με μπάκες αλά Αγ.Βασίλη ελεγκτές και τσεκάρουν ευγενικά τα εισιτήρια μας. Είναι ντυμένοι όπως οι σταθμάρχες των παραμυθιών. Μια κεφάτη μεσήλικας κοκκινομάλλα μοιράζει καφέδες και αναψυκτικά έναντι λίγων lei.
Τα αγόρια κοιμούνται κι εμείς συζητάμε τα δικά μας χαζεύοντας την όμορφη διαδρομή. Σε αντίθεση με την μουντάδα των αρχικών εικόνων από το Βουκουρέστι, όσο ταξιδεύουμε η φύση ξεδιπλώνεται απλόχερα. Με ηρεμεί αφάνταστα αυτό το παζλ από λιβάδια και δάση.
Εικόνα μέσα από το τρένο που δυστυχώς αδικεί την ομορφιά της διαδρομής
Next day shooting (που 'σαι Variooooooooo)
Ανά διαστήματα βλέπουμε οικογένειες και ζευγάρια να κάνουν πικ νικ. Κάποιοι έχουν αράξει ξαπλωμένοι και κάνουν ηλιοθεραπεία. Ο ήλιος καίει και μας ζεσταίνει.
Επιτέλους φθάνουμε κατά τις 15.00. Στον σταθμό και γύρω από αυτόν βλέπουμε για πρώτη φορά τόσους πολλούς αθίγγανους μαζεμένους. Μοιάζουν πολύ με τους δικούς μας, τόσο στην εμφάνιση όσο και στην συμπεριφορά. Με μακριές λουλουδάτες φούστες και πιτσιρίκια ανάμεσα στα πόδια τους, οι γυναίκες ζητιανεύουν με το γνωστό διακονιάρικο ύφος.
Οδεύουμε με τα μπαγκάζια μας στην πιάτσα των ταξί. Έχω διαβάσει πως συμφέρει να παίρνουμε ταξί που να γράφει 1.35, αν θέλουμε να αποφύγουμε κλεψιές. Όμως δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο τώρα στην πιάτσα. Ρωτάμε τον πρώτο ταξιτζή και μας λέει 50 lei. Μας φαίνεται ακριβό και διαμαρτυρόμαστε, όμως δεν έχει καμιά πρόθεση να το κατεβάσει. Μας παροτρύνει να ρωτήσουμε τον δεύτερο στην σειρά! Κοίτα που εδώ δεν έχει προτεραιότητες, παζαρεύεις κι όπου βγάλει.
Ο δεύτερος μας λέει 35 lei. Μας φαίνεται και πάλι ακριβό αλλά αντιδρά «Μα τέσσερα άτομα είστε, έχετε τόσες βαλίτσες, πόσο πια να σας το κατεβάσω?». Αν και σκεφτόμαστε να συνεχίσουμε το παζάρι με τους επόμενους ταρίφες, μας φαίνεται λογική η απάντηση του και την δεχόμαστε. Μιλάμε για 9 ευρώ άλλωστε, μοιρασμένα στα τέσσερα! Στον δρόμο μας προτείνει να είναι ο προσωπικός μας οδηγός και μας αραδιάζει τιμές εκδρομών. Κρατάμε το τηλέφωνο του μπας και.
Δεν τον πολυεμπιστεύομαι. Η Έφη λέει «μα κοίτα, έχει την φωτογραφία των παιδιών του στο ταξί, μπαμπάς είναι, καλός φαίνεται». Ναι σιγά την ένδειξη. Λες και όλοι αυτοί οι απατεώνες ταξιτζήδες στην Ελλάδα που όλοι ξέρουμε καλά δεν είναι πατεράδες.
Έχουμε νοικιάσει ένα διαμέρισμα για τις μέρες που θα μείνουμε εκεί κι ο ιδιοκτήτης του, ο Ioan, μας περιμένει πιστός στο ραντεβού μας. Η είσοδος και η διαδρομή μέχρι να φθάσεις στον 2ο όροφο που θα μείνουμε είναι λίγο τρομακτική. Μυρίζει μούχλα και τα σκαλιά τρίζουν. Πολύ decadance! Καμία σχέση –ευτυχώς- με το διαμέρισμα μας.
Το Studio S, πολυτελές δεν το λες. Όμως είναι πεντακάθαρο και έχει όλες τις ανέσεις. Αποτελείται από ένα δωμάτιο με 2 διπλά κρεβάτια, ένα μπάνιο και μια κουζίνα. Μπορείς να βρεις σχεδόν όλα όσα σου χρειάζονται για μια βολική διαμονή. Σκεύη μαγειρέματος, φρυγανιέρα, καφετιέρα γαλλικού, πιστολάκι μαλλιών μέχρι και σακούλες σκουπιδιών, σκούπα, σφουγγαρίστρα, μπατονέτες κλπ. Σαν να φιλοξενείσαι σε σπίτι.
http://www.booking.com/hotel/ro/apartament-s.en-gb.html
Τα παράθυρα της κρεβατοκάμαρας χαρίζουν μια ωραιότατη άποψη του Brasov. Μας κόστισε μόνο 30 ευρώ/άτομο και για τις 3 μέρες διανυκτέρευση! Ούτε για κάμπινγκ δεν έχω δώσει τόσα λίγα! Και ήταν ότι ακριβώς ψάχναμε. Ένα κεντρικό, καθαρό δωμάτιο με το δικό του μπάνιο, τίποτα παραπάνω. Μας βγήκε ακόμα καλύτερο και μόνο τα αγόρια θα πρέπει να κοιμηθούν στο ίδιο κρεβάτι. Τρία βράδια είναι, θα το αντέξουν.
Ελπίζω.
Ο Ioan είναι εξόχως συμπαθής και ολοπρόθυμος να μας ενημερώσει για τα πάντα. Μιλάει φαρσί την αγγλική και μπορούμε να συνεννοηθούμε άψογα. Καταρχάς μας ενημερώνει πως ο ταξιτζής (ο μπαμπάκας καλέ) μας έκλεψε. Θα μπορούσε να μας φέρει με 10 lei αντί για 35 που πληρώσαμε!!! Φαντάσου πόσο θα μας κλέβανε αν δεν ήμαστε και υποψιασμένοι!
Οι ερωτήσεις μας είναι πολλές κι αυτός απαντάει αναλυτικά και με υπομονή σε όλες. Ζητάω την γνώμη του για τα μέρη που έχω στο μυαλό μου και αν υπάρχει κάποιος οδηγός που θα μπορούσε να μας πάει, ώστε να μην ταλαιπωρηθούμε με το τρένο.
Αυτό προτιμάμε, όμως πρέπει να μας συμφέρει οικονομικά. Δεν έχουμε πρόθεση να νοικιάσουμε αυτοκίνητο γιατί είμαστε όλοι κουρασμένοι από το τριήμερο χορευτικό ντελίριο και κανείς δεν έχει την διάθεση να οδηγάει με τις ώρες. Εγώ έτσι κι αλλιώς το φοβάμαι να οδηγάω στο εξωτερικό.
Σε κάποια φάση μιλάει με την γυναίκα του και όταν το κλείνει μας προτείνει τρείς εκδρομές μαζί με κάποια μέρη σφήνες που χωρίς ΙΧ δεν μπορούμε να πάμε. Θα μας κοστίσουν 100-120 ευρώ. Είναι ακριβές φυσικά. Και με φορτώνει περισσότερο που λίγη ώρα πριν ο ίδιος έκραζε τον ταξιτζή που μας έκλεψε.
Ωστόσο είναι κοστολογημένες από την γυναίκα του και συνειδητοποιώ πως ο ίδιος τις τιμές μας τις είπε λίγο απρόθυμα, ήταν αμήχανος. Αισθανόταν άβολα σε αντίθεση με τόση ώρα που ήταν άνετος, άρα και ειλικρινής. Σααααν να πέφτει παντόφλα στο σπίτι. Του λέμε πως θα το συζητήσουμε και θα του απαντήσουμε μετά.
Βουρ λοιπόν για την 1η γνωριμία με την πόλη. Το καταπληκτικό Brasov.
Το πράσινο όρος Tampa, το Άγιο Πνεύμα (βοήθεια μας) και το Brasov το κουκλί.
Το Brasov που είναι περιστοιχισμένο από τα νότια Καρπάθια Όρη, είναι η γενέτειρα του εθνικού ύμνου της Ρουμανίας. Το αρχικό του όνομα ήταν Corona (εξού και το στέμμα με ρίζες δρυός ως οικόσημο της πόλης), ενώ η ονομασία Brasov λένε πως προέρχεται ετυμολογικά από την τούρκικη λέξη «barasu», που σημαίνει «λευκό νερό». Γιατί και πως, δεν ξέρω.
Ανθρώπινα ίχνη χρονολογούνται από αρχαιολόγους από την νεολιθική εποχή ακόμα. Στις αρχές του 13ου αι. σάξονες γερμανοί δημιούργησαν αποικίες και η φυσική θέση της πόλης που είναι ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Δυτική ευρώπη τους βοήθησε να αναπτυχθούν εμπορικά και πολιτικά. Τον 14ο αι. έγινε ένα από τα πιο σημαντικά οχυρά στην νοτιοανατολική Ευρώπη, μετά από συνεχόμενες εισβολές από ανατολή και νότο.
Τον 16ο αι. αναπτύχθηκε πολιτιστικά και ιδρύθηκαν πολλά σχολεία, βιβλιοθήκες και τυπογραφεία. Το 1838 κυκλοφόρησε η πρώτη πολιτική εφημερίδα της Τρανσυλβανίας, η “Gazetade Transilvania”.
Τον 17ο αιώνα η πανούκλα προκάλεσε των θάνατο 4000 ανθρώπων ενώ μια καταστροφικού μεγέθους φωτιά σκότωσε περίπου 3000. Τους ψιλο-μπίπ αυτός ο αιώνας!
Κατά την διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου το Brasov αποτελούσε ένα ισχυρό οικονομικό κέντρο στην Ευρώπη, όμως στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη καταστράφηκε μερικώς από βομβαρδισμούς. Ξαναχτίστηκε και αναστηλώθηκαν όλα τα ιστορικά κτίρια. Την κομμουνιστική περίοδο αναπτύχθηκε βιομηχανικά, φέρνοντας εργάτες από κάθε μεριά της Ρουμανίας, ενώ διώχθηκαν όλοι οι Εβραίοι και Γερμανοί πολίτες της.
Κάθε φορά που συνέβαινε κάτι κακό στην πόλη , οι άνθρωποι της φρόντιζαν για την επαναφορά της. Έτσι κατάφεραν να υπάρχει ως σταθερή τουριστική αξία της Ρουμανίας κι εμείς να την απολαμβάνουμε τώρα κούκλα και αριστοκρατική.
Λέμε πρώτα να επισκεφτούμε το όρος Τάμπα (900 μέτρα), όσο ακόμα είναι μέρα και βλέπουμε καλά. Πλησιάζοντας το, περνάμε μέσα από ένα τεράστιο δασωμένο πάρκο. Το πράσινο κυριαρχεί παντού κι αυτό με ξετρελαίνει.
Παίρνουμε το τελεφερίκ με μόνο 10 lei και αυτό φουριόζικο μας μεταφέρει στην κορυφή.
Προχωράμε μέσα από δασώδη μονοπάτια, μέχρι να βρεθούμε στο μπαλκόνι που ολόκληρο το Brasov σου προσφέρεται πιάτο. Σύντομα βρισκόμαστε κάτω από την τεράστια πινακίδα BRASOV, το σύμβολο της πόλης και το οποίο φαίνεται σε οποιοδήποτε σημείο της και να σταθείς. Κλεψιά από το αντίστοιχο HOLLYWOOD.
Φώτο από ίντερνετ
Παρότι ο ουρανός είναι συννεφιασμένος, η θέα δεν μπορεί παρά να σου κόψει την ανάσα.
Ο Νίκος ποζάρει χωρίς να το ξέρει
Εμείς πάλι το ξέρουμε.
Υπάρχει ένα εστιατόριο το Belvedere, το χω σημειωμένο στον οδηγό μου με καλές κριτικές για το φαγητό και την θέα του. Κοστίζει 15-20 ευρώ/ άτομο, νορμάλ τιμές για μας, τσιμπημένες για Ρουμανία. Μας το έχει συστήσει κι ο Florin, ο ρουμάνος χορευτής που γνωρίσαμε στο φεστιβάλ. Όμως δεν έχουμε χρόνο να το τιμήσουμε.
http://www.tripadvisor.com.gr/Resta...asov_County_Central_Romania_Transylvania.html
http://www.restaurantbelvedere.ro/restaurant-brasov.html
Στην αρχή σκεφτόμασταν να ανέβουμε με το τελεφερίκ και μετά να κατέβουμε το δάσος μέσα από μονοπάτια. Η διαδρομή με τα πόδια διαρκεί περίπου μια ώρα κι εγώ δίνω ρέστα για τέτοιες πεζοπορίες. Ο ουρανός όμως είναι μουντός και σύννεφα απειλούν με βροχές.
Ο Δημήτρης, πάντα ως σοβαρός της παρέας, συμβουλεύει να αποφύγουμε κεραυνούς ενώ θα είμαστε τόσο ψηλά. Αναγκαστικά λοιπόν δεν μπορούμε να καθίσουμε πολύ, πρέπει να προλάβουμε το τελευταίο για σήμερα τελεφερίκ.
Ο υπάλληλος προσπαθεί να κάνει ένα αστείο που δεν καταλαβαίνουμε. Όταν τσέκαρε αρχικά τα εισιτήρια μας ήταν αυστηρός και αγέλαστος. Ίσως σχολάει και είναι χαρούμενος πλέον.
Φιλόξενα παγκάκια υπάρχουν διασκορπισμένα για να αράζουν και να ξαποσταίνουν οικογένειες, γηραιές φιλενάδες, διάφορες παρέες ακόμα και ερωτευμένα ζευγαράκια. Σε μια παιδική χαρά είναι μαζεμένα πιτσιρίκια ενώ αρκετά από αυτά σουλατσάρουν στα μονοπάτια, άλλα με πατίνια και άλλα με ποδήλατα. Βλέπω ένα αλανάκι να ποδηλατεί ξυστά από γκρεμό και ταράζομαι, όμως αυτό φαίνεται πολύ σίγουρο για τις κινήσεις του.
Καθόμαστε κι εμείς σε ένα παγκάκι. Επιβάλλεται να ρουφήξουμε την κατάφυτη όαση και τις ξέγνοιαστες εικόνες.
Sex and The City - "The Romanian oldies" edition
Καρδιοχτύπια στο Brasov Hills
Όπου και να κοιτάξεις κλέβεις όμορφες εικόνες.
Ο πρώτος περίπατος της πόλης μας οδηγεί στην κεντρική πλατεία Sfatului, όπου μας περιμένει μια μικρή, ευχάριστη έκπληξη. Σήμερα είναι του Αγ.Πνεύματος κι όπως φαίνεται την γιορτάζουν κι εδώ την ημέρα αυτή.
Μια εξέδρα έχει στηθεί στο κέντρο της πλατείας και μια παραδοσιακά ντυμένη ορχήστρα παίζει ζωντανή μουσική. Έχουν βάλει ξύλινους πάγκους και παγκάκια και κόσμος πολύς έχει καθίσει για να απολαύσει κλασσική μουσική.
Έχουν στηθεί πρόχειρα περίπτερα και συμπαθείς Ρουμάνοι πουλάνε ότι μπορείς να φανταστείς. Ντόπια τυριά, κρέας, γλυκά, μέλι, κρασιά, τοπικά ποτά, φυσικοί χυμοί, σουβενίρ και μικρά τεχνουργήματα σε περιμένουν όμορφα στημένα στους πάγκους για να τα αγοράσεις. Είναι όλα πάμφθηνα.
Δοκιμάζουμε πατάτες τηγανιτές σε σχήμα ροδέλας τις οποίες πασπαλίζουν με κάποιο μπαχαρικό της επιλογής σου. Δεν ξέρεις τι να διαλέξεις ανάμεσα από σκόρδο, πάπρικα, ρήγανη, τσίλι και καμιά ακόμα τριανταριά μπαχαρικά. Εγώ διαλέγω κάρυ.
Τρώμε ακόμα pateuri (ζύμη με τυρί, που μοιάζει με την δική μας τυρόπιτα) και χοιρινό κρέας με αρκετό λίπος που δεν μας ενθουσιάζει. Τέλος δοκιμάζουμε ένα σφηνάκι από το τοπικό τους ποτό, την pallinca, κάτι σαν το δικό μας τσίπουρο. Φτιάχνεται από απόσταγμα φρούτων, κυρίως δαμάσκηνα, βερύκοκα μήλα και αχλάδια. Αντίστοιχο μπράντι τους και το ίδιο δυνατό σε αλκοόλ (περί 40%) είναι η tuica. Πίνοντας το, θυμήθηκα την κρητική ρακή. Αααχ. Δυνατούλι είναι! Ανατρίχιασα πανάθεμα το!
Μια μικρή βόλτα γύρω από την πλατεία επιβάλλεται για να θαυμάσουμε τα αρχοντικά κτίρια, τα πολύχρωμα σαξονικά σπίτια, το χαρακτηριστικό Μέγαρο των συμβούλων και την μοντέρνα κατασκευή που σχηματίζει μια αρκούδα.
Η αρκούδα είναι σημαντικό ζώο στην Ρουμανία, θεωρείται σύμβολο των μεγάλων σαρκοφάγων των Καρπαθίων. Ο Ioan μου είπε πως υπάρχει το ενδεχόμενο να συναντήσεις αρκούδα σε μια βόλτα σου στο δάσος και πως αυτό δεν θα ήταν κάτι το επικίνδυνο, οι συγκεκριμένες είναι άκακες και δεν πειράζουν τον άνθρωπο. Εγώ πάντως αν και τολμηρή με τα άγρια ζώα, νομίζω πως θα φρίκαρα αν συναντούσα τυχαία! Μάλλον το θάρρος μου σταματάει στους ζωολογικούς κήπους. Πόσο άγρια να είναι τα ζώα, όταν είναι φυλακισμένα..
Σε ένα παγκάκι έχουν καθίσει δυο παππούδες και τα λένε, ενώ γύρω από το συντριβάνι έχουν αράξει διάφορες νεανικές παρέες. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα έχουν βουτήξει τα πόδια τους για να δροσιστούν, αφού παρά την μουντάδα κάνει αρκετή ζέστη.
Λίγο πιο κάτω ξεχωρίζει η γοτθική Μαύρη εκκλησία. Χτισμένη το 14ο αιώνα είναι η πιο παλιά γοτθικού τύπου εκκλησία στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και η μεγαλύτερη της Ρουμανίας. Ονομάστηκε έτσι όταν τον 17ο αι. που ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά, τμήματα του ναού κάηκαν και οι τοίχοι μαύρισαν από τους καπνούς. Η αποκατάσταση της εκκλησίας κράτησε μόνο 100 χρονάκια.
Υπάρχει ένα θέμα με την αποχεύτευση στην πόλη. Ανά διαστήματα μυρίζουν τα φρεάτια και εχμ.. όχι ευχάριστα. Η βόλτα μας δεν κρατάει πολύ. Ο ουρανός που τόσες ώρες ετοιμάζεται καρτερικά, ξεσπάει τελικά σε μια δυνατή μπόρα και όλοι, ντόπιοι-τουρίστες, τρέχουμε για να βρούμε σκέπαστρο.
Μπαίνουμε σε μια μπιραρία και σκεφτόμαστε να καθίσουμε στην στεγάμενη αυλή της, αλλά δεν υπάρχει τραπέζι ελεύθερο. Μπορούμε να καθίσουμε στον εσωτερικό χώρο που είναι θελκτικός και θυμίζει κελάρι, όμως δεν θέλουμε να κλειστούμε τόσο μέσα τώρα και αποφασίζουμε να φάμε αργότερα, στην βραδινή μας βόλτα.
Περιμένουμε να κοπάσει η μπόρα και ψάχνουμε για σούπερ μάρκετ. Πρέπει να εφοδιαστούμε το πρωινό μας. Ρωτάμε που βρίσκεται, έναν ζαχαροζυμωμένο γεροντάκο που λατρεύω με την μία. Είναι σε μια γωνίτσα και πουλάει ποπ κορν που φτιάχνει επιτόπου και μου θυμίζει τον παππού μου όταν κάποτε στον Βόλο πουλούσε τυρόπιτες με το ποδήλατό του.
Οι τιμές στο σούπερ μάρκετ είναι πολύ πιο φθηνές από ότι στην ελληνική αγορά. Παίρνουμε ακόμα ένα καφεδάκι από ένα καφέ-μπαρ κάτω από το διαμέρισμα μας κι ανεβαίνουμε για να μπανιαριστούμε.
"Όμορφα, πολύ όμορφα ξεκινάμε" αναστενάζω.
Του τσιγάρου η εμμονή, της αφαγιάς ο φόβος κι η νυχτερινή ζωή. (Η ποια??)
Την αράζω μισοκρεμασμένη από το παραθύρι της κουζίνας κι επιτέλους καπνίζω με το καφεδάκι μου παρέα.
Δεν καπνίζει κανένας τους παρά μόνο η Έφη κι αυτή στα πολύ μεγάλα κέφια. Τα αγόρια με στραβοκοιτάζουν που τους έρχεται ίχνος κάπνας, όμως δεν συγκινούμαι, τους κλείνω την πόρτα της κρεβατοκάμαρας. Αρκετά άκαπνη έμεινα όλη μέρα, δεν πρέπει να έχουν παράπονο. Ξέρω ωστόσο πως μου κάνει καλό να κάνω παρέα με αντικαπνιστές, καπνίζω πολύ λιγότερο. Ο καφές είναι λίγο χάλια αλλά προσαρμόζομαι.
Έπειτα από συνεννόηση, μιλάμε με τον Ioan στο τηλέφωνο και παζαρεύουμε την αυριανή εκδρομή. Από 100 ευρώ την κατεβάζουμε στα 90. Σιγά το παζάρι, όμως έχουμε κοιτάξει πόσο θα μας κόστιζε αν πηγαίναμε με τρένο και συνολικά θα μας έβγαιναν τα ίδια χρήματα πάνω κάτω.
Με τον Ioan όμως θα γλιτώσουμε την ταλαιπωρία των τρένων, άρα και πολύ χρόνο. Θα έχουμε ένα συμπαθητικό ντόπιο για ξεναγό και θα πάμε σε κάποια μέρη που δεν υπάρχει πρόσβαση με το τρένο. Ελπίζω μόνο να μην είναι κι αυτός επίδοξος Σουμάχερ.
Μέχρι να κάνουμε όλα τα ρουμαναράκια μπάνιο, η ώρα περνάει και έχει πάει 11 παρά πια. Αναζητάμε το εστιατόριο Sergiana και ανακαλύπτουμε απογοητευμένοι πως είναι κλειστό. Το Sergiana ανήκει σε μια επιτυχημένη αλυσίδα εστιατορίων με πολύ καλές κριτικές. Είναι ένα κελάρι στο οποίο σερβίρεται τοπική ρουμάνικη κουζίνα από ανάλογα ντυμένους σερβιτόρους. Ελπίζω να το βρούμε κάποια άλλη μέρα ανοιχτό.
http://www.tripadvisor.com.gr/Resta...asov_County_Central_Romania_Transylvania.html
http://sergianagrup.ro/en/
Βασικά η πόλη μοιάζει άδεια και προαισθανόμαστε πως τα βραδινά μας σχέδια για ποτό θα ναυαγήσουν. Αυτό όμως που δεν περιμένουμε, είναι να έχουν κλείσει ΚΑΙ τα εστιατόρια από τώρα.. Όσο προχωράμε δεν βρίσκουμε τίποτα ανοιχτό για να φάμε, όχι εστιατόριο, ούτε τζανκφουντάδικο ως δείγμα. Κι εμείς δεν πεινάμε απλά, σχεδόν λιμοκτονούμε.
Σε ένα μαγαζί που ευτυχείς ανακαλύπτουμε, ο σερβιτόρος ίσα που έχει σερβίρει στο διπλανό τραπέζι μια νοστιμότατη όπως φαίνεται πίτσα και που κοιτάζουμε ξελιγωμένα. Έρχεται κοντά μας και μας ενημερώνει πως η κουζίνα μόλις έκλεισε, “I am sorry”! λέει. Μας υποχρέωσες καλέ μου.
Έπειτα από άπειρες βόλτες κι ενώ αρχίζουμε να πιστεύουμε αποθαρρημένοι πως θα φάμε γάλα με δημητριακά για βραδινό πίσω στο διαμερισματάκι μας, επιτέλους βρίσκουμε μια πιτσαρία-λίγο από όλα και καθόμαστε. Δεν μας πολυαρέσει αλλά δεν θέλω τσιμουδιά. "Κλειστά τα στόματα και μην μιλάτε, ότι και να 'ναι τουλάχιστον θα φάτε."
Οι άντρες παίρνουν μια πίτσα ο καθένας για την αφεντιά του και την συνοδεύουν με μπίρα, ενώ τα πιο λιτοφάγα κοριτσάκια μοιραζόμαστε μια οι δυο μας. Η Έφη που λατρεύει τις σούπες δοκιμάζει και μια κοτόσουπα. Εγώ πάλι ως κλασσική κοκτεηλολάτρης παραγγέλνω ένα κοκτέηλ από βότκα και πράσινο μήλο. Και καλά κάνω, είναι πολύ ωραίο και δροσερό. Το φαγητό είναι συμπαθητικό και φθηνό.
Το φεστιβάλ και η εξέλιξη της ομάδας συνεχίζει να αποτελεί συχνά αντικείμενο συζητήσεων μας και μιλάμε έντονα για διάφορα πράγματα. Μια γυναίκα στο διπλανό τραπέζι έχει καθίσει και μας παρατηρεί ευθαρσώς με το ένα χέρι στο πηγούνι. Δεν μαζεύεται ούτε όταν την καρφώνω κι εγώ επίτηδες. Με τον σύντροφο της δεν έχουν ανταλλάξει κουβέντα εδώ και μια ώρα.
Η αλήθεια είναι πως μάλλον μιλάμε δυνατά. Είμαστε μια βαβούρικη παρέα δίπλα σε άλλες ήσυχες και σχεδόν αμίλητες. Κάποτε σε ένα ταξίδι μου, είχαν καταλάβει πως είμαστε Έλληνες από την πολύ φασαρία που κάναμε όταν μιλούσαμε. Τι να κάνουμε, αυτοί είμαστε. Καλύτερα έτσι, παρά στην μούγγα.
Αμέσως μετά το ντερλίκωμα μας αναζητάμε ένα μέρος, ένα οποιοδήποτε, μπαρ, παμπ, ότι να ‘ναι ρε παιδί μου, ένα ποτό θέλουμε να πιούμε. Μάταια! Δεν θέλω να πιστέψω πως και τις επόμενες μέρες θα είναι έτσι. Ίσως να φταίει που είναι Δευτέρα. Και στην Ελλάδα τις Δευτέρες η νυχτερινή ζωή είναι πιο πεσμένη. Βέβαια εδώ δεν μιλάμε για πεσμένη κίνηση, αλλά για τη νέκρα την ίδια.
Ανησυχώ για το πάρτι άνιμαλ της παρέας, το Νίκο. Θα ξενερώσει, το ξέρω. Ήταν εξαρχής διστακτικός στο να περάσουμε το περισσότερο μέρος του ταξιδιού στην επαρχία, φοβούμενος την ανυπαρξία νυχτερινής ζωής. Και μπορεί να άφησαν πάνω μου τις πάσης φύσεως επιλογές, όμως θέλω να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι. Και για μένα δεν είναι ότι καλύτερο. Μου αρέσει σε κάθε περιοχή που επισκέπτομαι, να έχω μια καλή άποψη για την νυχτερινή της εκδοχή.
Όπως και να έχει μάλλον είναι καλύτερα για μας να κοιμηθούμε νωρίς σήμερα. Έχουμε όλοι ταλαιπωρηθεί και στερηθεί ύπνο τις προηγούμενες μέρες οπότε είναι ευκαιρία να ανασυντάξουμε δυνάμεις.
Αύριο ξημερώνει ολοήμερη εκδρομή!
Rupea και Viscri, δυο κόσμοι μαγικοί.
Ξυπνάμε στις 8 και μια νύστα μας περιτριγυρίζει όση ώρα τρώμε πρωινό. Έχουμε κοιμηθεί πολύ περισσότερο από όλες τις προηγούμενες μέρες και θα είχαμε χορτάσει αν δεν μας έλειπε τόσο ύπνος. Όμως μας λείπει και κουτουλάμε όσο κατεβαίνουμε τις decadance σκάλες.
Ο Ioan μας καλημερίζει ευδιάθετος. Η πεθερά του μας παρατηρεί σχολαστικά από το μπαλκόνι. Μένει κάτω από μας και για αυτό μας πρότεινε χθες ο Ioan να είμαστε καλά παιδιά, χιουμοριστικά πάντα. Φαίνεται η σύζυξ μοιράζεται την παντόφλα με την μαμά της.
Σταματάμε σε ένα βενζινάδικο για να ανανεώσει μια κάρτα που χρειάζεται όταν οδηγεί στις εθνικές οδούς της χώρας. Πωλείται σε συγκεκριμένα βενζινάδικα και είναι απαραίτητη στον οποιονδήποτε οδηγεί στις εθνικές οδούς. Υπάρχουν ετήσιες για τους κατοίκους αλλά και μικρότερης διάρκειας (εβδομαδιαίες-μηνιαίες κλπ) για τους τουρίστες. Η ετήσια κοστίζει 80 ευρώ, οι υπόλοιπες αρκετά φθηνότερα.
Ο 40+ οικογενειάρχης Ioan μας εξομολογείται πως πάντα ήθελε να γίνει ξεναγός και σκέφτεται να ασχοληθεί πλέον σοβαρά με αυτό. Θέλει να το σπουδάσει ώστε να είναι καλός και με την βούλα. Μας λέει πως είμαστε το πρώτο του επίσημο γκρουπ και αυθόρμητα ζητωκραυγάζουμε για να τον ενθαρρύνουμε. Του υποσχόμαστε πως θα του κάνουμε καλό ποδαρικό.
Τον συμβουλεύω να κρατήσει χαμηλά τις τιμές των εκδρομών του κι έτσι θα γίνει γνωστός από στόμα σε στόμα. Του λέω ακόμα πως θα μπορούσα να γράψω για αυτόν σε ένα ταξιδιωτικό site που είμαι μέλος. Με ευχαριστεί με ειλικρίνεια και από εκείνη την ώρα γίνεται ακόμα πιο εύγλωττος για την Ρουμανία και τους ανθρώπους της. Μας κρατάει δροσερούς με το air condition και ευτυχώς, ΕΥΤΥΧΩΣ όμως, ο άνθρωπος οδηγάει φυσιολογικά!
Η εθνική οδός που ακολουθούμε δεν έχει προστατευτικά κιγκλιδώματα, όμως ο δρόμος κατά κύριο λόγο είναι καλά ασφαλτοστρωμένος και δεν έχει λακούβες. Κάθε τόσο εκτελούν έργα στους δρόμους. Η διαδρομή μας χαρίζει πάλι πράσινη υπεροχή. Η φύση οργιάζει στην επαρχιώτικη Ρουμανία.
Συχνά πυκνά συναντάμε πολυπληθή κοπάδια προβάτων και αγελάδων που βοσκούν. Ανά διαστήματα βλέπουμε και άλογα, μερικά τα εντοπίζουμε ξέμπαρκα σε λιβάδια μόνα τους.
Ο Νίκος κοιμάται του καλού καιρού και ξυπνάει εύκολα όταν φθάνουμε στον πρώτο μας προορισμό. Αφήνουμε το αμάξι στον δρόμο και αρχίζουμε να ανεβαίνουμε τον λόφο που οδηγεί στο φρούριο Rupea. Ο Ioan χαίρεται που μας φέρνει εδώ, έχει καιρό να έρθει κι έχουν γίνει διάφορες ανακατασκευές που θέλει να τις δει.
Πάνω στον αρχαίο οικισμό Dacian Ramidava, (Rupes κατά τους Ρωμαίους από όπου και πήρε το όνομα το φρούριο αργότερα, τον 19ο αι.) χτίστηκε ένας άλλος οικισμός το 10ο-13ο αι. και μετά μετατράπηκε σε φρούριο από τους ίδιους τους κατοίκους για προστασία. Είναι έτσι φτιαγμένο ώστε τα δωμάτια να χρησιμοποιούνται ως καταφύγια για τις οικογένειες, που έρχονταν ακόμα και από τα γειτονικά χωριά σε περιόδους πολιορκίας.
Τρεις σειρές από τείχη προφύλασσαν τους κατοίκους ενώ στα πολλά παράθυρα περιμετρικά του φρουρίου μπορούσαν να παρακολουθούν οποιαδήποτε απειλή χωρίς να προλάβει να πλησιάσει. Τον 17ο αι. το φρούριο κατελήφθη και χτίστηκε πάλι από Αυστριακούς. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ως καταφύγιο για τους υγιείς κατά την διάρκεια τότε της πανούκλας.
Μεταξύ των δυο παγκόσμιων πολέμων, η Rupea ήταν ένα ακμάζων σαξονικό πολιτιστικό κέντρο, το οποίο όμως με τα χρόνια παρήκμασε κυρίως λόγω της μετανάστευσης των Σαξόνων στην Γερμανία κατά την διάρκεια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης.
Τώρα, αρκετοί εργάτες είναι απορροφημένοι σε εργασίες ανακαίνισης. Ρωτάω κάποιους από αυτούς αν τους πειράζει να τους φωτογραφίσω κι αχνογελούν κολακευμένοι. Το κόστος εισόδου είναι 10 lei.
Η φωτογραφική μου μηχανή έχει αρχίσει να γκαζώνει επικίνδυνα!
Με τόση φυσική ομορφιά προσπαθώ να εκτονώσω τα καλλιτεχνικά μου απωθημένα.
Επί το έργον
Η θέα με τα γραφικά χωριουδάκια και τα απέραντα λιβάδια είναι απίθανη. Δεν παραλείπουμε φυσικά να βγάλουμε ψωνίστικες, χορευτικές και αυθόρμητες παρεϊστικες φώτος, πέραν του σαν ζωγραφιά τοπίου.
Μου θυμίζει λίγο την καστροπολιτεία Βάθεια της Μάνης. Σαν ιδέα περισσότερο παρά σαν αντικειμενική ομοιότητα. Μόνο που η όμορφη Βάθεια είναι βαθειά αφημένη στα ερείπια. Καμία σχέση με το προσεγμένο και πεντακάθαρο Rupea.
Επόμενη στάση το Viscri, ένα γραφικό χωριό με μια εκκλησία-φρούριο ιστορικής σημασίας.
Έξω από κάθε σπίτι σχεδόν υπάρχει και ένα παγκάκι και σε κάθε παγκάκι αντικρίζουμε μια ξεχωριστή εικόνα. Δυο παιδάκια να συζητάνε, μια national geographic τύπου γιαγιά να πλέκει, μια άλλη να ράβει, ένα ζευγάρι να με κοιτάζει καχύποπτα όσο προσπαθώ ζουμάροντας διακριτικά να τους φωτογραφήσω.
Κάρα με άλογα περνάνε από μπροστά μας και κότες αλανιάρες κόβουν βόλτες ελεύθερες.
Κάποια παιδιά παίζουν ξέγνοιαστα ενώ τρία κοριτσάκια κερδίζουν με τα σκέρτσα τους καλούδια από τον παντοπώλη.
Αυτό το χωριό μοιάζει λες και είναι ξεχασμένο από τον χρόνο.
Τώρα κατοικείται από 500 άτομα εκ των οποίων μόνο 24 είναι οι εναπομείναντες σαξονικής καταγωγής. Ένα από αυτά είναι και η υπέργηρη υπεύθυνη της εκκλησίας η οποία παρακαλώ, μιλάει πολύ καλά αγγλικά. Το αντίτιμο της εισόδου είναι πανάκριβο. 4 lei, ποιος τα δίνει τώρα!
Μπαίνουμε στο εσωτερικό και χαζεύουμε τα ξύλινα παλιά στασίδια και τις ταλαιπωρημένες εικόνες. Ανεβαίνουμε μικροσκοπικά περάσματα μέσα από ξύλινα φθαρμένα σκαλιά και φθάνουμε στην κορυφή.
Η κορυφή σου χαρίζει ένα πανόραμα του χωριού και των γύρω λόφων. Νιώθεις την απόλυτη ηρεμία. Τα σπίτια απλά και φροντισμένα είναι όλα εναρμονισμένα και ίδιας αρχιτεκτονικής με την εκκλησία. Μέχρι και ο πρίγκηπας Κάρολος είχε αγοράσει σπίτι εδώ που τώρα χρησιμοποιείται ως ξενώνας.
Η εντυπωσιακή οχυρωμένη εκκλησία θεωρείται η παλαιότερη της Τρανσυλβανίας και η κατασκευή της χρονολογείται το 1100 από Ούγγρους Η αλήθεια είναι πως της φαίνεται, πολλά πράγματα, ειδικά στον εσωτερικό χώρο μοιάζουν αναλλοίωτα, παρόλο που είναι φανερή η προσπάθεια διατήρησής της.
Τροποποιήθηκε κι επεκτάθηκε πολλές φορές. Τον 12ο αι. καταλήφθηκε από Σάξονες και τον 14ο αι. τμήμα του ναού ξαναχτίστηκε από την αρχή. Τον 16ο αι. η σαξονική κοινότητα οχύρωσε την εκκλησία με εξωτερικά τείχη. Από το 1993 ανήκει στην παγκόσμια κληρονομιά της UNESCO.
Στην έξοδο σταματάμε για λίγο σε ένα παλιό πυργίσκο που έχει μετατραπεί σε μουσείο. Είναι πολύ μικρούλι και δεν πληρώνεις επιπλέον για να το επισκεφτείς. Χαζεύουμε παλιά εργαλεία, κεραμικά, παραδοσιακές φορεσιές ακόμα και νυφικά του τότε. Έχει κάτι παλτά που φορούσαν τις πολύ κρύες μέρες φτιαγμένα από δέρματα και γούνες ζώων και είναι απλά ασήκωτα.
Χορτασμένοι από πανέμορφες εικόνες και εφοδιασμένοι με την γαλήνη της υπαίθρου μπαίνουμε στο αυτοκίνητο για τον τελευταίο για σήμερα προορισμό μας.
Την κουκλάρα Sighisoara.
Τα πτώματα του ΙΧ, η πολύχρωμη Sighisoara, η πρώτη προστριβή.
Ο Νίκος κάθε φορά που μπαίνουμε στο αμάξι ψοφολογά και η Έφη αρχίζει να τον μιμείται. Ευτυχώς που υπάρχει ο Δημήτρης και κάνουμε παρείτσα όσο τα άλλα τα χαμένα κοιμούνται του καλού καιρού. Έχω πολλά στο μυαλό μου να κάνουμε στην Sighisoara, αλλά βλέποντας την παρέα μου αποκαμωμένη, ξέρω πως «φρούδες οι ελπίδες σου Μαράκι».
Περνάμε από χωριά με ταπεινά πολύχρωμα σπιτάκια, ακόμα και χαμόσπιτα. Είναι φτωχικά, έχουν όμως περιποιημένους κήπους και μια όμορφη, γραφική μοναδικότητα. Ακόμα και οι οικισμοί αθίγγανων είναι χαριτωμένοι.
Σε έναν από αυτούς σταματάμε για να βγάλω φωτογραφίες. Βλέποντας όμως πιτσιρίκια να τρέχουν καταπάνω μου ζητιανεύοντας πιεστικά, μπαίνω γρήγορα στο αμάξι. Είναι θλιβερό.... Μπορεί να είναι «γυφτάκια», δεν παύουν όμως να είναι παιδιά. Καταδικασμένα από γεννησιμιού τους να μην βιώνουν ποτέ όπως πρέπει, αυτό που μόνο στις παιδικές ψυχές μπορεί να κατοικεί. Αγνή, αμόλυντη αθωότητα.
Ο Ioan κάνει αξιόλογες προσπάθειες να κρατά το ενδιαφέρον σε μας που παραμένουμε ξύπνιους, βομβαρδίζοντας μας με πληροφορίες. Όταν φθάνουμε αποχωρεί με τρόπο και μας λέει να τον πάρουμε τηλέφωνο όταν τελειώσουμε. Με την άνεση μας, συμπληρώνει.
Η Sighisoara, χτίστηκε τον 12ο αι. από σάξονες γερμανούς εμπόρους και τεχνίτες, όταν κλήθηκαν από τον βασιλιά της Ουγγαρίας να εγκατασταθούν στην Τρανσυλβανία και να υπερασπιστούν το βασίλειο του. Γι αυτό και είναι γνωστοί ως οι σάξονες της Τρανσυλβανίας. Η πόλη διαδραμάτισε σημαντικό στρατηγικό και εμπορικό ρόλο στην κεντρική Ευρώπη για αρκετούς αιώνες. Το όνομα της προέρχεται από το ουγγρικό Segesvar, όπου var σημαίνει φρούριο.
Περπατάμε την πόλη θαυμάζοντας τα ποικιλόχρωμα, χαρούμενα, σαξονικά σπίτια και κτίρια. Η πόλη είναι σκέτο στολίδι, δικαίως ανήκει στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO. Αν έλειπαν και τα παρκαρισμένα, αταίριαστα με το μεσαιωνικό σκηνικό, αυτοκίνητα θα ήταν ακόμα καλύτερα.
Πλανόδιοι και μαγαζιά πουλάνε νοστιμούλικα σουβενίρ, ενώ υπάρχουν διάφορες γκαλερί λαϊκής τέχνης με χειροποίητα παραδοσιακά αναμνηστικά όπως το Art & Crafts. Οι υπάλληλοι αυτών των καταστημάτων σου εξηγούν μετά χαράς την ιστορία του κάθε έργου τέχνης. Θα κάτσουν να σου πουν αναλυτικά τι συμβολίζει πχ. η κάθε σκαλιστή απεικόνιση στις κεφαλές των πάμπολλων ξύλινων κουταλιών.
Ο πελαργός ήταν σύμβολο τύχης και όταν υπήρχε φωλιά πελαργού στο σπίτι, θεωρούσαν πως το προστάτευε από πυρκαγιές, πλημμύρες και κλέφτες. Το φίδι ήταν σύμβολο εξουσίας και ταυτόχρονα το προστατευτικό πνεύμα του σπιτιού. Ο τσαλαπετεινός συμβόλιζε την άνοιξη, ο πετεινός την ελπίδα (αφού αυτός φέρνει τα νέα σε κάθε ανατολή του ήλιου) και μια χήνα που ταϊζει το παιδί της την μητρότητα. Οι ιστορίες δεν τελειώνουν ποτέ, όρεξη (και χρόνο) να έχεις να ακούς.
Εικόνα από ίντερνετ
Σύντομα ο επιβλητικός πύργος του ρολογιού-σύμβολο της πόλης τραβά την προσοχή μας. Χτίστηκε τον 14ο αιώνα για να προστατεύει την κύρια πύλη της, να φιλοξενεί τις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου και να φυλάσσει τα αρχεία και τους θησαυρούς της Sighisoara.
Ο πύργος έχει α)ένα διπλό προπύργιο με τον οποίο μπορούσαν να ελέγχουν κάθε πρόσβαση στην πόλη, τους γύρω δρόμους και τα σημεία σκοποβολής, και β)τέσσερεις πύργους οι οποίοι συμβόλιζαν (ως αρχιτεκτονικό ομοίωμα ολόκληρης της κοινότητας) ότι η πόλη είχε δικαστική αυτονομία ή αλλιώς jus gladii - το δικαίωμα στην εσχάτη των ποινών. Η στέγη καταστράφηκε έπειτα από μεγάλη πυρκαγιά τον 16ο αι. κι από τότε ανακατασκευάστηκε αρκετές φορές μέχρι την τελική του μορφή το 1894.
Μιλάμε για πολύ φωτιά στη Ρουμανία!
Οι ανθρώπινες φιγούρες μου θυμίζουν το ρολόι στην Πράγα, αν και πάνε 10 χρόνια από τότε που έχω να το δω. Εκπροσωπούν τις ημέρες της εβδομάδας ως προσωποποιημένες παγανιστικές θεότητες, Diana, Mars, Mercury, Jupiter, Venus, Saturn and Sun. Ο σημερινός μηχανισμός του ρολογιού εγκαταστάθηκε στον πύργο το 1906. Το ρολόι αναβαθμίστηκε με έναν ηλεκτρικό κινητήρα το 1964.
Από την άλλη πλευρά φαίνεται η θεά της Ειρήνης (με ένα κλαδί ελιάς και ένα τυμπανιστή που βαράει κάθε μία ώρα) και οι θεές της Δικαιοσύνης. Οι δυο τους αντιπροσωπεύουν την ημέρα και την νύχτα. Στις 6.00 πμ εμφανίζεται η μέρα και στις 18.00 σκάει μύτη η νύχτα με δυο αναμμένα κεριά στα χέρια.
Ο Πύργος του Ρολογιού στεγάζει το μουσείο Ιστορίας της Sighişoara από το 1899 ενώ μέχρι το 1556 αποτελούσε το δημαρχείο. Κάτω υπάρχει μουσείο βασανιστηρίων που δεν με πολυενδιαφέρει, σεκλετίζομαι όμως λίγο που δεν θα τον ανέβουμε για να δούμε τα διάφορα εκθέματα του κάθε ορόφου και την πολλά υποσχόμενη πανοραμική θέα της κορυφής. Γιατί μπορεί να είδαμε αρκετές θέες σήμερα, της Sighisoara όμως όχι.
Κι όχι μόνο δεν βλέπω τον όποιο ενθουσιώδη ζήλο στους συνταξιδιώτες μου για ανάβαση, κάνω εικόνα στο μυαλό μου πως το προτείνω και χαστούκια σκάνε από παντού. Το μόνο που φαίνεται να ορέγονται τώρα είναι το οτιδήποτε φαγώσιμο.
Δεν θα πάμε λοιπόν ούτε στο αποστακτήριο Teo’s Cellar που ήθελα να δοκιμάσω διάφορες εκδοχές των τοπικών τους ποτών, ούτε στην εκκλησία στο τέρμα του λόφου με το ιδιότυπο νεκροταφείο. Shit! Τίποτα δεν κατάφερα να δω από την πόλη τελικά, μόνο την μεσαιωνική της αύρα να αισθανθώ.
Κατά τα άλλα δεν χορταίνεις να την περπατάς! Λατρεύω τα χαρούμενα χρώματα της και τα γεμάτα γλαστρούλες παραθύρια της!
Τώρα δηλαδή αν πω πως κάποια από αυτά τα πολύχρωμα στενάκια, εμένα μου θυμίζουν ΚΟΥΒΑ, θα φταίω??? Όχι πείτε μου θα φταίω???!
Σκεφτόμαστε για λίγο να φάμε στο Casa Dracula, είναι το σπίτι όπου γεννήθηκε ο φοβερός και τρομερός Βλαντ ο Δράκουλας και που τώρα έχει μετατραπεί σε εστιατόριο με αντίστοιχη διακόσμηση. Τουριστικό? Απόλυτα. Όμως περνώντας απ' έξω τα εδέσματα μυρίζουν γαργαλιστικά. Στο trip advisor έχει 3,5/5*. Με λίγα lei μπορείς να επισκεφτείς το δωμάτιο του Βλαντ και να σου ετοιμάσουν ένα μίνι σκηνικό τρόμου.
http://www.casavladdracul.ro/
Τα παιδιά δεν πολυψήνονται κι έτσι ψάχνουμε να βρούμε κάπου αλλού να φάμε μιας και η έρευνα μου για γαστρονομικές απολαύσεις δεν απέδωσε και τόσο όσο αφορά την Sighisoara. Η μέρα είναι σκέτο λιοπύρι πάλι και δεν σε προδιαθέτει να κλειστείς μέσα.
Αγοράζουμε κάτι κιμπάρικα σαν ζωγραφιστά μαγνητάκια κι ο ισπανός πωλητής τους μας προτείνει το εστιατόριο Casa Ferdinand που σερβίρει λέει ρουμάνικο φαγητό και οι τιμές του είναι nontouristik. Το βρίσκουμε εύκολα στην οδό Nota De Plata, nr 12.
Καθόμαστε στην βεράντα και παραγγέλνουμε ένα πλατό κρεάτων για τέσσερεις, πατάτες που είναι κάτι σαν φούρνου και μαμαλίγκα, παραδοσιακό τους πιάτο από πουρέ πλιγουριού. Το κεμπάπ αν και είναι μισό για τον καθένα, μας πέφτει βαρύ, είναι όμως μπουκιά και συγχώριο. Κι ας το ρευόμαστε κατ’ εξακολούθηση. Όλα βασικά είναι νόστιμα και οι μπίρες που τα συνοδεύουν μας δροσίζουν κατάλληλα.
Πιάνουμε συζήτηση για τις σχέσεις και έχει πολύ ενδιαφέρον η σκοπιά που βλέπουμε τα πράγματα τόσο λόγω διαφορετικών φύλων όσο και ηλικιών (τα κορίτσια 24 κι 33χρ, τα αγόρια 28 κ 34χρ.). Όσο κι αν μοιάζουν οι χαρακτήρες, είναι τελείως διαφορετικά αυτά που αναζητάς, ανάλογα με την ηλικία που διανύεις.
Μια σερβιτόρα μας κοιτάζει με συμπάθεια. Έρχεται κοντά και μας συστήνεται. Έχει δουλέψει στην Θάσο για λίγο και μπορεί να μην μιλάει ελληνικά αλλά καταλαβαίνει σχεδόν τα πάντα. Γενικά η Θάσος είναι ένα νησί που προτείνεται πολύ στην Ρουμανία. Την έχει επισκεφθεί κι ο Ioan και την έχω δει ως ταξιδιωτικό πακέτο σε τουριστικό πρακτορείο. Δίπλα από άλλο πακέτο με την Μύκονο βεβαίως-βεβαίως.
Δεν αφήνουμε τίποτα αφάγωτο και καταλήγουμε για καφέ στο Concordia, μια καφετέρια που μπορείς και να τσιμπήσεις αλλά να φας και το γλυκό σου. Εγώ παίρνω κάτι σαν κρέπα με σοκολάτα-μπανάνα και δεν με ξετρελαίνει, η σοκολάτα πέφτει πολύ λίγη για την σοκολατομανία μου. Δεν το τρώω όλο κι ο Νικ ευχαρίστως ξεπαστρεύει το υπόλοιπο, αφού έχει ήδη φάει με όρεξη το δικό του γλυκό. Κοιλιόδουλος? Άντε καλέ! Πίνω με ευχαρίστηση το ντεκαφεϊνέ καπουτσίνο μου και καπνίζω το 3ο τσιγάρο της ημέρας. Κι έχει πάει απόγευμα ε! Απαιτώ ένα μπράβο τώρα!
Ο ουρανός έχει πάψει από ώρα να είναι ηλιόλουστος και σύννεφα προμηνύουν μπουρίνι. Τελικά τα μπουρίνια με κυνηγάνε από την Ταϋλάνδη, λες και αν δεν ρίξει ένα κάθε μέρα, κάτι θα πάει στραβά.
Ο Ioan εμφανίζεται εξαπίνης, πάνω που θα τον παίρναμε τηλέφωνο και μας λέει πως θα μας περιμένει στο αμάξι. Ο κακομοίρης φαίνεται να έχει βαρεθεί την ζωή του τόσες ώρες που μας περιμένει, εξακολουθεί ωστόσο να είναι πρόσχαρος (και μια ιδέα δουλικός).
Σε λίγο τον βρίσκουμε, αφού πρώτα κάνουμε μια στάση σε φαρμακείο για τον Δημήτρη και την Έφη που σε αντίθεση με μένα και την επιρροή της φύσης πάνω μου ως φάρμακο, τους έχει πιάσει αλλεργία, τα μάτια τους δακρύζουν και μοιάζουν με κοκάκηδες έτσι που διαρκώς ρουφούν την μύτη τους. Εν μέσω καταιγίδας παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής, κορεσμένοι από εικόνες και φαγητό.
Στον δρόμο ο Νίκος μου κάνει παρατήρηση ότι ρεύομαι το κεμπάπ και μάλιστα σε κλειστό χώρο.Τα μάτια μου τον θωρούν με γνήσια απορία και συγχρόνως κοιτάμε καχύποπτα τον Ioan. Γελώντας χαμηλόφωνα τον καταδικάζουμε ως ένοχο σκορδοκατακτητή.
Τα γέλια δεν βγαίνουν σε καλό κι η καταιγίδα φέρνει κι εσωτερικά μεταβρόχια δυστυχώς. Μιλάμε για μελλοντικές αποδράσεις, χορευτικές και μη και κάτι που λέει ο Δημήτρης μας κάνει να διαφωνούμε στο έπακρο. Κάτι η κόπωση των ημερών, λίγο η δικιά μας έντονη αντίδραση και κατά πολύ η πεισματική ευθιξία του Δημήτρη έτσι στα καλά καθούμενα μας φέρνουν την πρώτη λογομαχία του ταξιδιού. Είμαι αρκετά ψύχραιμη αλλά περισσότερο ειλικρινής για να σταματήσω να μιλάω.
Έχει περάσει αρκετή ώρα με μας να μιλάμε δυνατά μέχρι να συνειδητοποιήσουμε πως στα αυτιά του Ioan ακουγόμαστε σαν να τσακωνόμαστε. Είναι κουρασμένος, οδηγά με βροχή και καθόλου δεν τον βοηθάμε να είναι συγκεντρωμένος. Οπότε ρίχνουμε τους τόνους και του ζητάμε συγγνώμη που τον ζαλίσαμε.
Μας λέει «μην ανησυχείτε, είμαι εξοικειωμένος με το ελληνικό ταπεραμέντο.»
Το γκρίζο Bran, Ο Βλαντ ο αιμοδιψής και τα coctails στην "Jamaica".
Έχουμε αποκλείσει από τις εκδρομές μας το κάστρο Bran λόγω έλλειψης χρόνου και ο Ioan μας πάει τώρα μια βόλτα πριν επιστρέψουμε στην βάση μας για να το δούμε απέξω. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι αυτό που έζησε ο πραγματικός Δράκουλας και θυμίζει περισσότερο το πρότυπο που δημιουργήθηκε συγγραφικά. Ωστόσο αποτελεί εθνικό μνημείο και ορόσημο στην Ρουμανία.
Χτίστηκε αρχικά με βάση το ξύλο το 1212 από Τεύτονες ιππότες και καταστράφηκε πολύ γρήγορα από τους Μογγόλους. Ξαναχτίστηκε από πέτρα τον 14ο αι. Πέρασε κι από βασιλικά χέρια Ούγγρων, όμως μετά από αδυναμία τους να πληρώσουν σχετικά δάνεια καταλήξε στην κατοχή του Brasov. Μέχρι τον 18ο αι. έπαιξε σπουδαίο στρατιωτικό ρόλο.
Το 1920 έγινε η αγαπημένη βασιλική κατοικία της βασίλισσας Μαρίας. Αργότερα, όταν εκδιώχθηκε η βασιλική οικογένεια το 1948, κατασχέθηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας. Ο τωρινός ιδιοκτήτης, αρχιδούκας Dominic το πουλάει για $80 εκ. και το σκεφτόμαστε πολύ σοβαρά, αφού -ως γνωστόν- λεφτά υπάρχουν.
Η βροχή έχει κοπάσει και ψιχαλίζει ελαφρά. Ο Ioan φοράει ανοράκ και μας δίνει 2 ομπρέλες να μοιραστούμε όσο βολτάρουμε για λίγο στην περιοχή. Ένας περίεργος τύπος κουκουλιασμένος με αδιάβροχο στέκεται μόνος στο απέναντι δασάκι και μας παρατηρεί προσηλωμένος όση ώρα περνάμε από μπροστά του. Ένα δρεπάνι του λείπει και συμπληρώθηκε η εικόνα. Πραγματικά, λες και είναι βγαλμένος από ταινία θρίλερ.
Μπορεί η περιοχή εδώ να είναι αμιγώς τουριστική, όμως παραμυθοφέρνει. Το κάστρο δεσπόζει σκοτεινά περήφανο και ο θαμπερός, βροχερός ουρανός του ταιριάζει γάντι. Τα σπίτια και τα ξενοδοχεία είναι κουκλίστικα, φρεσκοβαμμένα και με καλλωπισμένους κήπους. Μικρομάγαζα και πλανόδιοι πουλάνε κάθε λογής σουβενίρ κι εμείς ως καθωσπρέπει τουρίστες μιλάμε για τον περιβόητο δράκουλα Βλαντ.
Ο Βλαντ ο 3ος ο Παλουκωτής (ή και Τσέπες που σημαίνει ανασκολοπιστής) ενέπνευσε τον Μπραμ Στόκερ να δημιουργήσει το 1897 τον αιμοδιψή χαρακτήρα κόμη Δράκουλα κι έτσι να γίνει παγκοσμίως διάσημη και διαχρονική φιγούρα.
Ο πολύς κόσμος όμως δεν γνωρίζει την πραγματική ιστορία του και πάντα τον συνδυάζει με βαμπίρ, μαύρη μπέρτα κι απειλητικούς κυνόδοντες (μετά και από άλλες διάφορες συγγραφικές παρεμβάσεις στον χαρακτήρα του). Η ιστορία του πραγματικού όμως Δράκουλα είναι το λιγότερο ενδιαφέρον.
Το 1410 ιδρύθηκε ένα μυστικό τάγμα χριστιανών ιπποτών, γνωστό ως "το τάγμα του Δράκου". Το 1431 εντάχθηκε σε αυτό ο πατέρας του Δράκουλα, ο Βλαντ ο 2ος. Η ρουμάνικη λέξη για τον δράκο είναι «drac», ενώ το «ul» είναι το οριστικό άρθρο. Ο Βλαντ ο 2ος έμεινε γνωστός ως «Vlad Dracul», ενώ ο γιος του Βλαντ ο 3ος ως «Vlad Dracula», που σήμαινε «ο γιος του Dracul» ή και "Γιος του Διαβόλου" κατά άλλη εκδοχή. Έμβλημα του ο δράκος, κρεμασμένος από έναν σταυρό.
Ο Δράκουλας γεννήθηκε στην Σιγκισοάρα το 1431 και πέρασε ασυνήθιστα παιδικά χρόνια. Μυήθηκε στο τάγμα όταν ήταν 5 χρονών και διδάχθηκε όλες τις υποχρεώσεις ενός ικανού χριστιανού ιππότη. Στα 13 του στάλθηκε όμηρος στους Τούρκους μαζί με τον αδερφό του Radu σε ανταλλαγή του ίδιου του του πατέρα που ήταν αιχμάλωτος για κάποιο διάστημα του Σουλτάνου. Εκεί δέχτηκε ανώτερη στρατιωτική εκπαίδευση, έμαθε την τουρκική γλώσσα και σίγουρα όλα όσα έγιναν τότε σφράγισαν την μετέπειτα πορεία του.
Μετά από 4 χρόνια ο πατέρας του δολοφονήθηκε, ο Radu ο ωραίος -ήταν κι ομορφονιός αυτός- αλλαξοπίστησε κι ο Βλαντ όταν απελευθερώθηκε στέφθηκε πρίγκηπας πια της Βλαχίας (σημερινή Ρουμανία και Μολδοβλαχία). Ο μεγαλύτερος αδερφός του δολοφονήθηκε κι αυτός. Βασανίστηκε, τυφλώθηκε και θάφτηκε ζωντανός. Απλές δηλαδή οικογενειακές ιστορίες, σαν αυτές του alpha.
Ανέπτυξε διάφορες ευφάνταστες μεθόδους βασανισμού, πολλές από τις οποίες ξεσήκωσε κατά την διάρκεια της αιχμαλωσίας του: ακρωτηριασμός άκρων και γεννητικών οργάνων, αφαίρεση δέρματος, βορά σε άγρια ζώα, απαγχονισμός, τύφλωση, στραγγαλισμός κ.α.
Το παλούκωμα φαίνεται πως έγινε η αγαπημένη του και για αυτό είναι γνωστός ως παλουκωτής. Κάρφωνε σε αιχμηρά ξύλινα παλούκια τα θύματα του, τους σούβλιζε κοινώς και τους άφηνε σε κοινή θέα να έχουν αργό και επώδυνο θάνατο.Αυτό λειτουργούσε τρομοκρατικά στους ίδιους τους πολίτες όσο και στους εχθρούς του. Στους μεν πολίτες για την πάταξη της αναρχίας, των κλοπών και της εγκληματικότητας. Στους δε εχθρούς του ως εκφοβισμό και προειδοποίηση.
Μια από αυτές ήταν να παλουκώσει καμιά πεντακοσαριά ευγενείς που θεωρούσε προδότες, αφού πρώτα τους έστησε ένα τρικούβερτο γλέντι. Κατόπιν μοίρασε τις περιουσίες τους σε κατώτερους ευγενείς και απελευθερωμένους αγρότες «εκβιάζοντας» έτσι την συμπάθεια τους.
Χαρακτηριστικό της αποδοτικής πρακτικής εκφοβισμού του ήταν όταν ο Μωάμεθ ο Β ο Πορθητής -ναι ο κατακτητής της Πόλης- με στρατιωτική δύναμη 90000 ανδρών (ο Βλαντ με σαφώς πιο ολιγάριθμους) αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να εγκαταλείψει τα σχέδια του περί κατάκτησης της Βλαχίας όταν το 1461 έξω από την πρωτεύουσα Tirgoviste , αντίκρυσε 20000 (!!!!!) παλουκωμένους Τούρκους. Άλλοι ψυχορραγούσαν κι άλλοι σάπιζαν ήδη με όρνεα να γυροφέρνουν από πάνω τους, ευχαριστημένα για την καλή τους τύχη,. Η αποκρουστική αυτή, εντελώς splatter εικόνα έμεινε στην ιστορία ως «το δάσος των παλουκωμένων».
Άλλο χαρακτηριστικό της αποτελεσματικότητας της τακτική του ήταν το κύπελλο από ατόφιο χρυσάφι που βρισκόταν αφύλακτο σε δημόσια πηγή και το οποίο μπορούσε ο καθένας να χρησιμοποιήσει για να πιει νερό, αλλά ουδέποτε σκέφτηκε να κλέψει διότι τον περίμενε η γνωστή τιμωρία. Τολμούσε?
Κάποιες άλλες πηγές αναφέρουν πως συγκέντρωσε όλους τους άπορους, άρρωστους και ηλικιωμένους της Βλαχίας, τους παρέθεσε ένα πλουσιοπάροχο γεύμα και μετά τους ρώτησε αν ήθελαν να ξεφύγουν από την μιζέρια και να σταματήσουν να νιώθουν βάρος. Όταν αυτοί απάντησαν καταφατικά, διέταξε να καούν ζωντανοί. Ήθελε να εξαλείψει την φτώχεια και το έκανε με το πλέον αποτελεσματικό τρόπο: εξαφάνισε τους ίδιους τους φτωχούς! Η δικαιολογία του? Το καλό της χώρας και για να δώσει τέλος στα βάσανα όλων αυτών των δύστυχων ανθρώπων.
Νομίζω πως σε ένα παράλληλο σύμπαν αυτός και ο Χίτλερ θα ήταν κολλητοί.
Πέρασαν πολλά χρόνια στυγνής ηγεμονίας και διάφορα ιστορικά γεγονότα μέχρι να δολοφονηθεί τελικά το 1476 σε μάχη με τους Τούρκους, να αποκεφαλιστεί και το κεφάλι του να καταλήξει στα χέρια -ποιου άλλου- του ορκισμένου εχθρού του Μωάμεθ. Αυτός ικανοποιημένος το παλούκωσε και το εξέθεσε σε δημόσια θέα στην Κωσταντινούπολη.
Λέγεται ότι παλούκωσε συνολικά εώς και 100000 ανθρώπους.... Πιο μεσαίωνας ΔΕΝ γίνεται.
Καθόλου φιλικός δεν μου φαίνεται ο Dracula, ο Ioan όμως μου τον περιγράφει ως εθνικό τους ήρωα, ως έναν σκληρό αλλά δίκαιο ηγέτη, πέρα από την τωρινή τουριστική εκμετάλλευση και κατά συνέπεια τον διαστρεβλωμένο χαρακτήρα του. "Αν υπήρχε μια διαφορά μεταξύ δύο, είτε ευγενείς είτε χωρικοί ήτανε, πήγαιναν να ζητήσουν την γνώμη του. Δεν πείραζε ποτέ γυναικόπαιδα, ίσα ίσα γλίτωσε από μάχες 2000 τουρκόπαιδα και τα μεγάλωσε σαν ρουμανόπουλα."
Το ίντερνετ βέβαια άλλα λέει, είναι γεμάτο από πληροφορίες βασανισμού και παιδιών αλλά και γυναικών. Ειδικά στις μοιχαλίδες ακρωτηρίαζε στήθη και γεννητικά όργανα πριν τις παλουκώσει από το αιδίο σε πυρακτωμένα παλούκια, τις περισσότερες φορές μαζί με τα παιδιά τους. Μπρρρρ. .
και ξαναμπρρρ...
Μύθοι, θρύλοι και αληθινές ιστορίες γύρω από την προσωπικότητά του κυκλοφορούν πολλές.
"Άλλη εικόνα έχει ο κόσμος για τον Βλαντ τον Δράκουλα και άλλοι εμείς. Ναι, ήταν σκληρός, αλλά μόνο για τους εχθρούς του, τον λαό του τον νοιαζόταν και πάντα φρόντιζε γι αυτόν. Πίστευε βαθιά στον Χριστιανισμό" -θα ξεράσω- "και έκανε πολλές χρηματικές δωρεές σε μονές. Ήταν ένας μαχητής της ορθοδοξίας, αντιστάθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και βοήθησε στην μη επέκταση της, ενώ καταπολέμησε την εκμετάλλευση των γερμανών εμπόρων. Για τον χριστιανισμό δεν με νοιάζει, εγώ δεν πιστεύω έτσι κι αλλιώς, όμως κατάφερε πάρα πολλά για την πατρίδα μας. Τα περισσότερα από αυτά που λέγονται είναι δυτική προπαγάνδα"
Ποιος ξέρει την αλήθεια! Κι εμείς τον Μέγα Αλέξανδρο εθνικό ήρωα τον έχουμε, δεν ήταν και άγιος..
Με το μυαλό μας στον ψυχάκια Δράκουλα επιστρέφουμε στο διαμέρισμα μας . Η κακοκαιρία έχει καταλαγιάσει, η μεταξύ μας όμως ατμόσφαιρα παραμένει ηλεκτρισμένη. Ο Δημήτρης δεν ακολουθεί στην βραδινή μας εξόρμηση, νιώθει ξεθεωμένος και θέλει να ξεκουραστεί. Συζητάμε την διαφωνία που προέκυψε το απόγευμα αλλά δεν βγάζουμε άκρη. Τον αγαπώ τον φίλο μου και δεν μου αρέσει καθόλου, ούτε που είναι στεναχωρημένος, ούτε που έχει πεισμώσει έτσι.
Μένουμε τα τρία μας και περπατάμε στο ήσυχο νυχτερινό Brasov κάτω από μια συντροφική σιωπή. Στο κέντρο της πλατείας έχει στηθεί ένα αυτοσχέδιο θερινό σινεμά. Ντόπιοι θεατές κάθονται σε καρέκλες σκηνοθέτη και από μια μεγάλη οθόνη προβάλλεται μια ρουμάνικη ταινία. Τόσο απλά! Μιλάμε, η τοπική αυτοδιοίκηση του Μπράσοβ είναι πολύ μπροστά! "O πλανόδιος ποπ κορν παππούλης θα έχει δουλίτσα σήμερα" σκέφτομαι και χαμογελώ κρυφά.
Καταλήγουμε στο bar Jamaica, είναι το μόνο που φαίνεται να έχει λίγη ζωηράδα. Μοιάζει με pub, έχει μεγάλους ξύλινους πάγκους όπου θαμώνες τρώνε και πίνουν μπίρες. Καθόμαστε στο μπαρ, έτσι, για την ψευδαίσθηση μιας καλής νυχτερινής εξόδου.
Παραγγέλνουμε κοκτέιλ από τα δεκάδες που έχει στο μενού. Είναι πολύ ωραία και ελαφριά, με το Νίκο τα πίνουμε λες και είναι νερό. Δεν φταίμε, σε ποτήρια νερού τα βάζουν κι ο μπάρμπαν χρησιμοποιεί μεζούρα. Η μικρή πίνει την Pina colada της (απίιιιθανη γεύση) και την ψιλοακούει, δεν συνηθίζει να πίνει αλκοόλ. Μετά από 2-3 (κάθε φορά διαφορετικά) κοκτέιλ κατηφορίζουμε προς την Times. “The best pub in town” όπως διαφημίζουν παντού.
Ρωτάμε κάτι ρουμανοκόριτσα που θα την βρούμε και μας ενημερώνουν πως μόλις έκλεισε. Ω, ξενέρα καλωσήρθες πάλι. Ζητώ συγγνώμη από τους συνταξιδευτές & συνμπαρόβιους μου, αφού εγώ ήμουν αυτή που επέμενα να πάμε ενώ ήταν διστακτικοί. Φοβόντουσαν μήπως ήταν κλειστό και τελικά είχαν δίκαιο. Η αισιοδοξία μου με ακυρώνει ώρες ώρες.
Η Έφη προτείνει να γυρίσουμε στο Jamaica όμως ο Νικ ντρέπεται κι εγώ δεν επιμένω. Πριν που ρώτησα την γκαρσόνα τι ώρα κλείνουν μου απάντησε «μέχρι να φύγει κι ο τελευταίος πελάτης» ευγενικά, αλλά αποκαρδιωμένη. Δεν είχαν μείνει και πολλοί οπότε δεν θέλω να χαλαστούν με την επιστροφή μας.
Πίσω λοιπόν στο δωμάτιο για να ξαπλώσουμε τα ταλαίπωρα κορμιά μας. Ο Δημήτρης κοιμάται του καλού καιρού.
Το ακαδημαϊκό τέταρτο, το γαλήνιο μοναστήρι Brancoveanu & η δασόφυτη φάρμα Herchelia Sambata De Jos.
Ξυπνάμε για πρωινό και μας φτιάχνω μια ομελέτα της κακιάς ώρας. Δεν έχω λάδι και χρησιμοποιώ λίγο βούτυρο, όμως βασικά δεν υπάρχει απορροφητήρας και η κουζίνα ντουμανιάζει. Τουλάχιστον η ομελέτα τρώγεται και μάλιστα πολύ ευχάριστα. Τι σόι «σαλσέρα νοικοκυρά» είμαι άλλωστε, που λέει κι ένας φίλος μου.
Στις 9 πρέπει να είμαστε έτοιμοι κάτω που θα μας περιμένει ο Ioan κ η Έφη καθυστερεί. ΠΑΛΙ. Δεν έχει καλή σχέση με την ώρα, actually είναι κατά τι τσακωμένες και δεν τα πολυλένε. Αν και η όποια καθυστέρηση γενικώς με δαιμονίζει αφού η ίδια είμαι πάντα συνεπής, έχει τόσα άλλα προτερήματα που της το συγχωρώ και το ανέχομαι καρτερικά. Μια μονάχα υποψία αυστηρότητας υπάρχει που και που στο βλέμμα μου.
Εκείνη τότε κατεβάζει το κεφάλι σαν το κουτάβι που ξέρει πως έχει κάνει λαλακία και συνεχίζει να ετοιμάζεται. Με τόσα καμώματα που μου κάνει, είναι αδυνατόν να της κρατήσω μούτρα. Η γνήσια ευγένεια της μας ηρεμεί σε κάθε φάση. Σε όλο το ταξίδι λέει κελαρυστά στους πάντες ευχαριστώ «thank youuuuuuu» σε τέτοια υπερβολή, που έχει γίνει το σλόγκαν της παρέας. Το «ακαδημαϊκό τέταρτο» καθυστέρησης όπως η ίδια το αποκαλεί, έχει αρχίσει να γίνεται συνήθεια. Αλλά ας μην της το πούμε, θα γίνει μισάωρο και θα ξεμείνω από κατανόηση.
Η χθεσινή μας μανουρίτσα σαν να έχει απομακρυνθεί και οι 4 φίλοι ξεκινάμε καλοδιάθετοι την εκδρομή. Ο Νίκος κι η Έφη σαπίζουν στον ύπνο με το που μπαίνουν στο αυτοκίνητο. Στο τσεπάκι τον έχουν και λίγο δεν μου δανείζουν. Φίλοι σου λέει μετά! Όμως κι εγώ ανταποδίδω, δεν χάνω την ευκαιρία όσο κοιμούνται να τους βγάζω φωτογραφίες που πολύ τους «κολακεύουν».
Είχαμε σκοπό να επισκεφτούμε την λίμνη Balea, όμως λόγω εργασιών το τελεφερίκ είναι κλειστό. Μου στοιχίζει κάπως αφού ήταν από τα must του προγράμματος μου, όμως τι να κάνουμε, αυτά έχει η ταξιδιωτική ζωή. Έτσι κι αλλιώς είναι καλύτερα να την επισκεφθείς χειμώνα που είναι παγωμένη για να δεις το ice hotel και την εκκλησία ιγκλού που λέγεται πως έχει.
Πρώτη μας στάση εναλλακτικά, το μοναστήρι Brancoveanu που βρίσκεται στο χωριό Sambata. Για να φτάσουμε εκεί περνάμε από έναν ήσυχο, αθόρυβο δρόμο, ο οποίος έχει φτιαχτεί για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, για να μπορείς να επισκεφθείς το μοναστήρι. Γύρω μας όλα ερημιά, δεν βλέπουμε σχεδόν ούτε ένα αμάξι. Τα πάντα είναι πυκνοφυτεμένα, και ποίμνια ζώων βοσκούν κάθε τρεις και λίγο. Οι εικόνες της ρουμάνικης εξοχής είναι πλέον οικείες στα μάτια μας, αλλά ποτέ κουραστικές. Δεν θα βαριόμουν ποτέ φυσικούς πίνακες από λουλούδια και δέντρα.
Περνάμε την πρώτη είσοδο και ακολουθούμε ένα μεγάλο μονοπάτι ανάμεσα από έναν καλοφροντισμένο κήπο. Είναι ευωδιασμένος από τις αμέτρητες τριανταφυλλιές και γεμάτο από επιμελώς κουρεμένα δεντράκια. Στην εσωτερική αυλή οι κήποι είναι εξίσου περιποιημένοι. Οι μοναχοί φαίνεται να τα πηγαίνουν καλά με την κηπουρική κι ο Ioan μας πληροφορεί πως οι περισσότεροι που κατοικούν εδώ είναι εντυπωσιακά μορφωμένοι.
Η ύπαρξη του μοναστηριού οφείλεται στην βασιλική οικογένεια Brancoveanu, από όπου έχει πάρει και το όνομα του. Χτίστηκε τον 17ο αιώνα από τον Preda Brancoveanu και ήταν η πρώτη χτισμένη από ξύλο εκκλησία στην κοιλάδα Sambata. Ο εγγονός του, πρίγκιπας της Βλαχίας Constantin ξαναέχτισε το μοναστήρι το 1696, το ενίσχυσε με πέτρα αυτήν την φορά και το μεγάλωσε προκειμένου να προστατεύσει την ορθόδοξη εκκλησία από την καθολικισμό που εμφανίστηκε όταν η Τρανσυλβανία διοικούταν από τους Habsburgs (Αυστριακούς).
Η προσπάθεια του δεν ήταν και πολύ επιτυχής. Τα μοναστήρια τότε θεωρούνταν και προφανώς ήταν εστίες διατήρησης της ορθοδοξίας οπότε ρημάζονταν. Το 1785 το Brancoveanu καταστράφηκε μερικώς κι οι μοναχοί του εκδιώθηκαν από τους Habsburgs κατά την διάρκεια θρησκευτικών συγκρούσεων. Όχι μόνο δεν υπέκυπταν, αλλά προσπαθούσαν να πείσουν και άλλους να αντισταθούν το ίδιο.
Ο Constantin μαζί με τους 4 γιους του εκτελέστηκαν όταν αρνήθηκαν να αφήσουν την χριστιανική τους πίστη και να ασπαστούν το Islam. Γι αυτό, η ρουμάνικη ορθόδοξη εκκλησία τους κήρυξε αγίους και μάρτυρες. Μάλιστα γιορτάζουν μια μέρα μετά την Παναγία, στις 16 Αυγούστου. Οι αγιογραφίες τους κοσμούν τον εξωτερικό χώρο του μοναστηριού.
Χρειάστηκε ένας αιώνας και λίγες αλλά άκαρπες προσπάθειες ορισμένων για να αρχίσει να ξαναχτίζεται τελικά το 1926 από τον αρχιμανδρίτη Nicolae Balan. Στόχος του η αναδιοργάνωση του μοναχισμού στην Τρανσυλβανία. Σεβόμενος την αρχική του αρχιτεκτονική, προσπάθησε να το φτιάξει με τις ίδιες δομές και σύμφωνα με την αρχική του εικόνα. Ήθελε επιπλέον να είναι αρκετά μεγάλο ώστε να μπορούν να διαμένουν άνετα μοναχοί και ηλικιωμένοι ιερείς και μαζί να φτιαχτεί το εργαστήριο τυπογραφίας. Γι αυτό και του πήρε 20 χρόνια μέχρι να γίνουν τα εγκαίνια του ανακαινισμένου ναού, στις 15 Αυγούστου το 1946.
Δεν συνηθίζω να κυνηγάω μοναστήρια και εκκλησίες στα ταξίδια μου. Λογικά θα δω κάποια, χωρίς όμως να αποτελούν προτεραιότητα. Πρέπει να είναι κάτι ιδιαίτερο, όπως το συγκεκριμένο που είναι θαρρείς αγγελοκαμωμένο. Γύρω από αυτό υπάρχουν αραιά διασκορπισμένες και ταιριαστές με το μοναστήρι πανσιόν. Είναι ένα καθόλα τέλειο ησυχαστήριο, ότι πρέπει αν έχεις ανάγκη από ανάπαυλα ή και απομόνωση, μακριά από τους θορύβους της πόλης.
Πιστός ή όχι, δεν μπορείς παρά να χαλαρώσεις και να παρασυρθείς στην κάλμα του. Μια ήρεμη σιγή σκεπάζει τα πάντα και το μόνο που μπορεί να την χαλάσει είναι…. τιτιβίσματα πουλιών, όμως κι αυτά εναρμονίζονται με την σιγαλιά της γύρω φύσης. Μοσχοβολάει ο τόπος αγαλλίασμα.
Μου φαίνεται περίεργο που βλέπω παπάδες σαν τους δικούς μας, με μαύρα ράσα και μούσια δηλαδή, συνήθως στο εξωτερικό συναντώ καθολικούς ιερείς. Και είναι και η πρώτη φορά που βλέπω τέτοιον παπά σε αγιογραφία. Για κάποιον λόγο μου φαίνεται αστείο και καλαμπουριάζω, δεν ξέρω γιατί. Μήπως επειδή δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν παπά άγιο? Παίζει.
Ξεδιψάμε από μια πηγή και λίγο πιο 'κει ανάβουμε το κεράκι μας το οποίο τοποθετούμε μέσα σε νερό, σε έναν ειδικό εξωτερικό χώρο. Γιατί? δεν ξέρω πάλι, αλλά αν είναι για αποφυγή πυρκαγιάς, μου φαίνεται έξυπνη ιδέα.
Λίγο πιο μακριά από την κεντρική είσοδο έχει χώρο να παρκάρουν αυτοκίνητα, έναν αυτόματο πωλητή καφέ και ένα περίπτερο με σουβενίρ. Χαζεύω την μικρή πραμάτεια, χωρίς να κεντρίζει κάτι το ενδιαφέρον μου.
Σειρά στην εκδρομή μας έχει η φάρμα αλόγων Herchelia Sambata De Jos. Είναι στον δρόμο για το μοναστήρι κι επειδή μας άκουσε χθες ο Ioan να εκφράζουμε την συμπάθειά μας στα άλογα, πρότεινε να το συνδυάσουμε.
Η φάρμα είναι τεράστια και περιστοιχισμένη από δασόφυτη έκταση. Εκτρέφει την φυλή αλόγων lipizzaner κι η είσοδος έχει 10 lei/άτομο. Με το που μπαίνεις υπάρχει μια αλάνα με διάφορα εμπόδια. Εδώ προφανώς εκπαιδεύονται τα άλογα ή/και γίνονται επιδείξεις. Ακολουθεί ένας μεγάλος κατά μήκος στάβλος όπου φυλάσσονται τα αρσενικά.
Είναι πιο άγρια από τα θηλυκά, δεν κυκλοφορούν ελεύθερα και δεν τα χρησιμοποιούν για ίππευση επίδοξων αλλά άσχετων καβαλάρηδων καλή ώρα όπως εγώ. Βρίσκονται το καθένα ατομικά στο κελί του και έξω από κάθε κελί αναφέρονται αναλυτικά τα στοιχεία του: όνομα, ηλικία, προέλευση κλπ. Στεναχωριέμαι που είναι σημαδεμένα κατάσαρκα με τον αριθμό τους.
Υπάρχει μια επιγραφή με την προειδοποίηση πως είναι πολύ άγρια και για αυτό απαγορεύεται να τα αγγίξεις. Μασουλάνε αδιάκοπα σανό, και δεν μας δίνουν σημασία.
Ένα όμως, το μοναδικό, είναι τόσο κοινωνικό και φιλικό μαζί μας που δεν μπορούμε να του αντισταθούμε. Μας κοιτάζει κατάματα μέ τα μεγάλα μελαγχολικά του μάτια κι ένας έρωτας με την πρώτη ματιά γεννιέται. Ή μάλλον καλύτερα να πω δύο. Πολιορκεί μια τα χάδια τα δικά μου, μια της Έφης. Ψυχούλα μου όμορφη!
Επίσης, βρωμάει ελεεινά. Κοντεύουμε να κλείσουμε ώρα εδώ μέσα και θα ποτίσει το μαλλί! Τον πούλο!
Προχωράμε ελάχιστα μέχρι να σιμώσουμε μια μεγάλη έκταση με τα «γυναικόπαιδα» της φάρμας. Κι αυτά τρώνε συνέχεια αλλά αυτά τρώνε παρέα και πίνουν νερό από κοινές γούρνες. Τα λίγα πουλάρια τρέχουν πίσω από τις μαμάδες τους κι ένα από αυτά στέκεται με δυσκολία στα πόδια του. Ένας άνθρωπος της φάρμας, μας λέει πως είναι μόλις 2 ημερών.
Η Έφη ιππεύει ενίοτε, εγώ όχι να και πολύ θα το ήθελα! Θα το έκανα τώρα ευχαρίστως, όμως η wannabe αμαζόνα επιθυμία πεθαίνει ακαριαία. Θα έπρεπε να έχουμε ενημερώσει από χθες για να προετοιμάσουν κάποιο από τα θυλυκά άλογα. Κρίμα! Η βόλτα με τα άλογα κοστίζει 25 ευρώ για μια ώρα.
Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και συνεχίζουμε για Sibiu. Ο Νίκος και η Έφη αποκοιμιούνται πάλι, μπορεί και λίγα λεπτά αφότου έχουμε ξεκινήσει. Μα τι γίνεται πια με αυτά τα παιδιά! Χαμογελώ σαν τους θωρώ. Είναι γερμένοι στην ίδια στάση, το στόμα τους είναι ισόποσα ανοιχτό. Μέχρι και στον ύπνο τους είναι συγχρονισμένα τα πουλάκια μου. Ααααααα, όλα κι όλα. Ή είμαστε χορευτές ή δεν είμαστε.
Το υπαίθριο Astra National Museum, η επαφή με την φύση κι η Μαρία η ατζαμού.
Άφιξη στην Sibiu και άμεση κατεύθυνση προς το Astra National Museum Complex. Είναι το μουσείο του χωριού και είναι υπαίθριο! Είμαι πολύ ενθουσιασμένη! Το περίμενα πως και πως το σημερινό.
Αντίστοιχο υπάρχει στο Βουκουρέστι, όμως της Sibiu είναι μεγαλύτερο, ωραιότερο και περισσότερο αυθεντικό (κατά τα λεγόμενα πάντα του Ioan). Τα αγόρια δεν μοιράζονται και τόσο τον ενθουσιασμό μου. Θα μας φάει κάποιες ώρες συν μπόλικο περπάτημα και αυτοί βαριούνται ήδη. Ευτυχώς που το Εφάκι είναι αεικίνητο και μοιράζεται την αδυναμία μου στην φύση. Παρά την αλλεργία της και την συναχωμένη μύτη της.
Ο Δημήτρης μοιάζει να σκυλοβαριέται κι ενώ ο Νίκος είναι περίπου στην ίδια φάση, λέει πάραυτα πως δεν έχει πρόβλημα να ακολουθήσει. «Δεν προτιμάτε δηλαδή να αράξουμε κάπου και να πιούμε καφεδάκι?» ερωτούν με ελπίδα. Αντί για απάντηση, τους προτείνω να πάνε στην πόλη αν το προτιμούν, να πάνε για καφέ, να κάνουν ότι θέλουν βασικά. Τέσσερεις είμαστε, μπορούμε να χωριστούμε. Τελικά έρχονται μαζί μας αλλά δεν ξέρω αν τους πολυθέλω, νομίζω πως θα θέλουν να το ξεπετάξουμε το πάρκο και δεν θα το απολαύσω ανέμελα.
Το πάρκο είναι τεράστιο, μπορείς να φας όλη σου την μέρα αν το θες και έχεις χρόνο. Υπάρχει και ζωολογικός κήπος κάπου εδώ τριγύρω με έξτρα χρέωση, όμως εμάς δεν μας ενδιαφέρει. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αφετηρία της δασότσαρκας. Ξεκινάμε να περπατάμε πλάγια της λίμνης. Τα μονοπάτια είναι ευκολοδιάβατα και χαλαρωτικά.
Όσο προχωράμε συναντάμε μύλους και διάφορα αγροτικά σπίτια. Το καθένα από αυτά αναπαριστά κάτι από το την παλιά χωρική ζωή και στα περισσότερα μπορείς να μπεις μέσα για να σνιφάρεις λίγη νοσταλγία του παρελθόντος.
Παλιά μουσικά όργανα, εργαλεία, ραπτομηχανές, σίδερα, βρεφικές κούνιες, φούρνοι, κρεβάτια κοκ. Μιας άλλης εποχής παιδική χαρά, μια σχολική αίθουσα του κάποτε. Άπειρες χωριάτικες εικόνες μας κλέβουν την καρδιά και μας θυμίζουν τους παππούδες και τα χωριά μας.
Οι υπάλληλοι φοράνε ψάθινα καπέλα και μοιάζουν με original χωρικούς. Πιθανόν είναι κιόλας.
Μπαίνουμε σχεδόν σε όλα τα σπιτάκια και χανόμαστε για λίγο στο δάσος με τα πανύψηλα δέντρα. Τα αγόρια σταματούν κάθε τόσο να ξαποστάσουν, όσο εμείς λυσσάμε με την φωτογραφική μηχανή.
Σαν να διακρίνω λίγο μούτρα και θέλω να τα κοπανήσω ελαφρά παρόλη την συμπάθεια. Ας πηγαίνανε για καφέ! Το πρότεινα δεν το πρότεινα? Οικογένειες, ζευγάρια, σχολεία, ακόμα και μόνοι τους κάποιοι, έχουν επιλέξει σήμερα το μουσείο ως μικρή απόδραση από την καθημερινότητα. Ε, αυτό θέλω κι εγώ.
Τα ήμερα ζώα δεν λείπουν φυσικά από την φάρμα, όπως και τα περίεργα έντομα.
Δεν ξέρω αν είμαι υπερβολική, αλλά όπου κι αν στραφώ, αναπνέω όμορφάδα. Ίσως η τσιμεντένια Αθήνα μου έχει στερήσει την επαφή με την φύση κι εγώ την έχω περισσότερη ανάγκη από ότι νόμιζα.
Έρχεται η ώρα που θα ανανεώσει το κάπως κατσούφικο κλίμα της παρέας. Φθάνουμε στην άλλη πλευρά της λίμνης. Έχει βαρκούλες που πιθανώς νοικιάζεις για να κάνεις την... λιμνάδα σου. Έχει ακόμα μια μικρή εξέδρα και μπροστά από αυτό κάτι σαν αμφιθέατρο. Λέμε να κατέβουμε στην πίστα και να προβάρουμε μια καινούρια χορογραφία που μαθαίνουμε τώρα τελευταία και στην οποία δεν χρειάζεσαι ντάμα/καβαλιέρο για να την χορέψεις. Είναι μόνο footwork.
Προσπαθούμε να πείσουμε τον Δημήτρη να συμμετέχει, ψήνεται τον βλέπω, όμως στρογγυλοκάθεται τελικά στο αμφιθέατρο. Ο Νίκος έτσι κι αλλιώς θέλει να μας τραβήξει με την κάμερα γιατί του αρέσει να κάνει τον χιουμορίστα εκφωνητή. Ελπίζω να μην μας ξεφτιλίσει πολύ! Προβάρουμε λίγο τα βήματα για να τα θυμηθούμε. Ένα οχτάρι προλαβαίνουμε να κάνουμε και όλα γίνονται αιφνιδίως γρήγορα.
Σε δέκατα του δευτερολέπτου σκέφτομαι πως μάλλον πρέπει να βγάλω τα γυαλιά μου γιατί έχουν χαλαρώσει και δεν στέκονται καλά στην ξανθωπή μου κούτρα. Στα επόμενα δέκατα τα γυαλιά γλιστράνε από το κεφάλι μου την ώρα που πάω να κάνω μια αριστερή στροφή. Επειδή όμως είμαστε γυναίκες και χρησιμοποιούμε «στυλ» (lady style) όταν χορεύουμε, σηκώνω ψηλά το χέρι μου την ίιιιιιδια στιγμή που γλιστράνε και τα γυαλιά.. Αυτά βαράνε πάνω στον αγκώνα μου κι εκσφενδονίζονται σαν κρικετιά με κατεύθυνση την λίμνη.
Τα μάτια ανοίγουν διάπλατα, τα χέρια σκεπάζουν το στόμα κι ένα ΟΧΙ σαν της 28ης ακούγεται μέσα από την σκεπασμένα μου χείλια. Όλο αυτό κρατάει μια στιγμούλα όμως είναι σαν να τα παρακολουθώ σε αργή κίνηση ενώ παρακαλώ μέσα μου να σταματήσουν πριν βουτήξουν -χωρίς στυλ- στη λίμνη. Φυσικά και δεν σταματούν. Ούτε φρένο έχουν, ούτε ταινία βλέπουμε. Επιφωνήματα ακούγονται από μακριά, μάλλον κάποιοι έχουν δει το όλο σκηνικό. Φτου!!
Τα αγόρια φιλότιμα σηκώνονται αμέσως και κοντοζυγώνουν. Η λίμνη δεν έχει ιδιαίτερο βάθος, είναι όμως έλος και δεν φαίνεται τίποτα. Αρπάζουν κάτι κουπιά από τις δίπλα βάρκες και προσπαθούν να τα εντοπίσουν. Ένας υπάλληλος πλησιάζει σύντομα με διάθεση βοήθειας όμως το ύφος του σαν να χαρακτηρίζει την όλη προσπάθεια μάταιη. Του δείχνουμε με χειρονομίες τι χρειαζόμαστε και σε λίγο επανέρχεται με μια μεγάλη απόχη.
Τα παιδιά προσπαθούν εναλλάξ, μπορεί και μια ώρα, να τα πιάσουν αλλά δεν. Ψαρεύουν πέτρες και διάφορα σκουπιδάκια αλλά γυαλιά τσου.. Έχω χολοσκάσει όχι γιατί είναι πελώριας αξίας, όμως είναι ένα ακόμα απρόσμενο έξοδο από τα πολλά που εμφανίζονται τελευταία. Δεν σταματούν να το παλεύουν όσο κι αν τους λέμε με την Έφη πως πρέπει πια να σταματήσουν. Ο Νίκος πεισματάρικα ανακοινώνει πως θα κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια.
Η Έφη του δείχνει να ψάξει λίγο πιο κει από την επιφάνεια που ψάχνουν τόση ώρα. Ρίχνει λοιπόν την απόχη για τελευταία φορά, ανακατεύει το βρώμικο νερό λες και κρατά μια γιγάντια κουτάλα, την ανεβάζει, και ΤΣΟΥΠ! Να τα, τα γυαλιά! Απίστευτο!!!!!!!!! Στην τελευταία ριξιά!
Επιφωνήματα ακούγονται και πάλι, από πού δεν δίνω σημασία. Η χαρά μας είναι απερίγραπτη , λες κι ανακαλύψαμε έναν μικρό θησαυρό. Τα χαμόγελα όλων μας είναι διάπλατα και εγώ σκάω 2 σβουριχτά φιλιά στους «σωτήρες» μου.
Ηθικό δίδαγμα της ημέρας: Δεν πρέπει ποτέ να σταματάς όταν έχεις ελπίδες να πετύχεις. Ποτέ και για οτιδήποτε, μικρό ή μεγάλο.
Η απρόσμενη περιπετειούλα λειτουργεί αναζωογονητικά, κι έχουμε ξυπνήσει ξαφνικά. Ο Νίκος αρπάζει την κάμερα, βάζουμε τον Δημήτρη ανάμεσα μας κι ετοιμαζόμαστε για την χορογραφία. (ΧΩΡΙΣ ΓΥΑΛΙΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ). Χορεύουμε δυναμικά και το χαιρόμαστε. Στο τέλος ακούμε μέχρι και χειροκροτήματα. Κάτι πιτσιρίκια που έχουν έρθει εκδρομή με το σχολείο έχουν πιάσει θέση ως θεατές κανονικά στις πάνω κερκίδες και αποτελούν ένα πολύ ένθερμο κοινό. Ποιος την χάρη μας!
Φεύγοντας από την "παράσταση"
Ξεδιψάμε σε μια βρυσούλα από τις πολλές που έχει το πάρκο και πλένω προσωρινώς τα γυαλιά μου μέχρι να βρω σαπούνι ή κάτι αντισηπτικό. Αν και κανονικά θα έπρεπε να τους κάνω απολύμανση αφού κοντεύουν να πρασινίσουν από τα «διαυγή» λιμνάζοντα νερά.
Βγαίνουμε έξω για να συναντήσουμε τον Ioan. Γελάμε ακόμα με το πάθημα μου και σιχτιρίζουμε που δεν έγραφε βίντεο εκείνη την ώρα ο Νίκος, μιας και μου έτυχε πάνω στην «πρόβα». Ε ρε γέλιο που θα (ξανα)κάναμε αν είχε καταγραφεί!
Λουσμένοι με χρυσόσκονη ιλαρότητας φθάνουμε στο κέντρο της Sibiu.
Last edited: