ΤΕΝΕΡΙΦΗ - ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
09/03/2010 Τρίτη
Είχαμε κλείσει με την RCI γιά Τενερίφη, εδώ και πολλούς μήνες.
Από τον Νοέμβριο αρχίζαμε να ψάχνουμε γιά αεροπορικά εισιτήρια. Όταν έκανα αναζήτηση Αθήνα - Τενερίφη, μού έδινε τιμές γύρω στα 450 ευρώ.
Σκέφτηκα να αναζητήσω χωριστές διαδρομές, δηλ. Αθήνα-Μαδρίτη καί Μαδρίτη-Τενερίφη, αφού έτσι κι’αλλιώς με ενδιάμεσο σταθμό θα πηγαίναμε (δεν υπάρχει απ’ευθείας σύνδεση). Η διαφορά ήταν πολύ μεγάλη. Με Aegean γιά Μαδρίτη καί από εκεί με την τοπική εσωτερικών πτήσεων (AirEuropa) το συνολικό κόστος ήταν 300 ευρώ.
Συμφέρει καί βολεύει. Η αλλαγή είναι από το ίδιο αεροδρόμιο καί οί εσωτερικές πτήσεις τακτικές, έτσι πού μπορείς να κάνεις άνετο συνδυασμό.
Θέλει όμως πολύ προσοχή στην διαφορά ώρας Η διαφορά ώρας μέ την Ελλάδα, είναι μία ώρα πίσω γιά την Ισπανία αλλά δύο ώρες πίσω γιά τα Κανάρια.
Παραλάβαμε το αυτοκίνητο καί κατευθυνθήκαμε προς Λος Κριστιάνος, όπου καί το συγκρότημά μας. Ακολουθήσαμε την εθνική TF1 (80 χλμ από το αεροδρόμιο Los Rodeos καί 69 από Σάντα Κρούζ ντε Τενερίφε) έναν μάλλον αδιάφορο δρόμο (όπως σχεδόν όλοι οί εθνικοί οδοί) διασχίζοντας μία βιομηχανική περιοχή καί ένα μεγάλο αιολικό πάρκο.
Η πρώτη εικόνα, από τον δρόμο, τού Λός Κριστιάνος, έτσι όπως σκαρφαλώνει στούς λόφους καί απλώνεται πρός την παραλία, έδινε το πρώτο στίγμα: μία πόλη φτιαγμένη για τουρίστες, γεμάτη ξενοδοχειακά συγκροτήματα, τα περισσότερα καινούργια καί γιά υψηλά βαλάντια.
Δαγκωθήκαμε. Περιμέναμε μιά πόλη με περισσότερο χαρακτήρα καί γραφικότητα.
Σύντομα αλλάξαμε γνώμη, όταν μπήκαμε στα έσω. Μπορεί να μήν έχει την αναμενόμενη γραφικότητα, αλλά τα συγκροτήματα είναι πολύ όμορφα φτιαγμένα, το καθένα ξεχωριστό αλλά με αρχιτεκτονική συνοχή (εξαίρεση το δίδυμο ξενοδοχείο στην παραλία) σού δίνει ανάσα καί θέα.
Η πρώτη μας βόλτα στην πόλη, μας έδωσε τρυφερές εικόνες, με καλοντυμένα ηλικιωμένα ζευγάρια πιασμένα χέρι χέρι.
Η βραδιά κατέληξε με εξαιρετική παέγια καί σαγκρία, στο Δον Κιχώτης, όπου πληρώσαμε 58 ευρώ γιά τρία άτομα.
Ηταν το ακριβότερο δείπνο, αφού τις επόμενες μέρες ανακαλύψαμε εστιατόρια εξ’ίσου καλά καί οικονομικότερα. Οπως το BellaRoma, πάντα ασφυκτικά γεμάτο, ΄πολύ καλό φαγητό, γρήγορο σέρβις καί καλές τιμές (περίπου 40 ευρώ τα τρία άτομα)
Εδώ να αναφέρω ότι ΄το κόστος ζωής είναι στο επίπεδο της Ελλάδας καί λίγο χαμηλότερο. Σε μερικά προϊόντα έχει μεγάλη διαφορά, όπως η βενζίνη (80 λεπτά το λίτρο) καί το γάλα (70-90 λεπτά). Το μόνο ακριβό είναι το εμφιαλωμένο νερό (πάνω από 1,5 ευρώ το μισό λίτρο).
_____________________________________________________________
photo by wikipedia.org
Αυτό το αρχείο εικόνας διανέμεται με τους όρους της άδειας Creative Commons / Αναφορά - Παρόμοια Διανομή 3.0 Unported
Αφού πήραμε το πρωϊνό μας στην βεράντα τού διαμερίσματος, απολαμβάνοντας την θέα τού Ατλαντικού στο βάθος καί τις ταράτσες με τις πισίνες των συγκροτημάτων, ξεκινήσαμε με προορισμό την πρωτεύουσα, την Σάντα Κρούζ ντε Τενερίφε. Σκοπεύαμε να πάμε από τον ίδιο δρόμο πού ήρθαμε χθές, δηλ από την εθνική TF1. Κάναμε όμως τό λάθος -ευτυχώς- καί πήραμε τον TF28, δηλ την αρτηρία της ενδοχώρας προς την πρωτεύουσα.
Εδώ θέλω να επισημάνω γιά το οδικό δίκτυο. Αν καί το οδόστρωμα είναι γενικά σε καλή κατάσταση, ωστόσο η μορφολογία του νησιού δεν βοηθάει. Οί δρόμοι είναι όλο ανηφόρες - κατηφόρες καί συνεχείς στροφές, πολλεεεεεες στροφές, μέχρι τού σημείου να γίνονται επικίνδυνες, ιδίως όταν σουρουπώνει καί πρέπει να περάσετε μέσα από τα σύννεφα καί την ομίχλη πού κατεβαίνει χαμηλά.
Στην Τενερίφη σπάνια θα βρείτε φανάρια, όλοι οί δρόμοι είναι με rount καί χρειάζεται μεγάλη προσοχή γιά την έξοδο σας προς την κατεύθυνση πού θέλετε, αλλιώς θα βρεθείτε σε λάθος δρόμο.
Αντιληφθήκαμε σύντομα το λάθος μας, αλλά συνεχίσαμε τον δρόμο μας. Δεν βιαζόμασταν, εκδρομή κάναμε άλλωστε. Οι πολλές στροφές μας αποζημίωσαν, αποκαλύπτοντάς μας μία διαδρομή ιδιαίτερου φυσικού κάλους, πού την συνιστώ ανεπιφύλακτα. Η Τενερίφη μας έδειχνε το πρόσωπο της άγριας ομορφιάς της: Ηφαιστιογενής, με κάθετους βράχους πού σού προκαλούσαν δέος, σαν φυσικά γλυπτά, με σπηλαιώδεις οπές, το πέτρωμα σε αλλεπάλληλα στρώματα καί χρώματα, από το βαθύ κόκκινο, σε γαλάζιο, κίτρινο, γκρί, πράσινο, πορτοκαλί, μαύρο... Καί ανάμεσα τους τα φαράγγια, τα υπέροχα απύθμενα φαράγγια, κλεισμένα από τούς πανύψηλους βράχους καί σκιασμένα από την ομίχλη. Μικρές γέφυρες σε βοηθούσαν να τα διασχίσεις καί αρκετά σημεία να σταματήσεις για την μοναδική θέα.
Ενα ατέλειωτο υπαίθριο γεωλογικό μουσείο.
Μεσημέρι φτάσαμε στην Σάντα Κρούζ ντε Τενερίφε, μία πόλη σύγχρονη, μεγάλη αλλά καί ευχάριστη. Και καθαρή.
Να επισημάνω αυτό πού μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση σε όλο το νησί: την απίστευτη καθαριότητα. Παντού. Σε πόλεις, σε χωριά, σε κτίρια, σε δρόμους.
Σε ξένιζε ακόμη καί το αποτσίγαρο, αν έβλεπες κάπου.
Θέλαμε να επισκεφθούμε το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας καί Ανθρωπολογίας. Ψάχναμε γιά κοντινό πάρκιν καί ρωτούσαμε τον κόσμο. Εκεί διαπιστώσαμε για πρώτη φορά ότι δεν μιλούν αγγλικά -με ελάχιστες εξαιρέσεις- αλλά είναι τέτοια η προθυμία τους να σε εξυπηρετήσουν, πού σε βοηθούν με νοήματα καί χειρονομίες. Ενας ταξιτζής μας έκανε νόημα να τον ακολουθήσουμε καί βγαίνοντας από την πορεία του, μας πήγε στο πάρκινκ.
Βρήκαμε το Μουσείο με κλειστή την κεντρική είσοδο καί έξω από αυτό πολλή λάσπη καί πεσμένα ξεριζωμένα δένδρα. Η γύρω περιοχή το ίδιο. Δεν μάθαμε τι ακριβώς συνέβει, υποθέσαμε πώς η πρόσφατη καταστροφή στην Μαδέρα ίσως να ευθύνεται . Μπήκαμε από πλαϊνή πόρτα.
Το Μουσείο μεγάλο και πλουσιότατο, εκτείνεται σε τρείς ορόφους. Εξοπλισμένο με σύγχρονα οπτικουακουστικά μέσα, σε ορισμένες αίθουσες αναπαριστά καταστάσεις, όπως αυτό στην πρώτη αίθουσα νομίζεις πώς βρίσκεσαι στην έκρηξη τού ηφαιστείου.
Τα εκθέματα ατέλειωτα, από Αφρική καί Νότια Αμερική με ιδιαίτερη βαρύτητα στην Προκολομβιανή εποχή. Εξαιρετικά εκθέματα πετρωμάτων, ακόμη καί κομμάτι από μετεωρίτη είχε.
Καί ερχόμαστε στο τμήμα Ανθρωπολογίας, εδώ πού βρίσκονται οι μούμιες των guanches, δηλ η αρχαία φυλή πού κατοικούσε στον νησί, από τον 2ο αιώνα π.Χ. Οι πληροφορίες γιά την προέλευσή τους είναι ασαφείς ακόμα αλλά πρέπει να είχαν αναπτύξει ένα προηγμένο γιά την εποχή τους πολιτισμό, αν κρίνουμε από τα εκθέματα των κρανίων πού έδειχναν χειρουργικές επεμβάσεις. Καί λέω κρίνουμε, γιατί οί επεξηγήσεις δεν είναι στα αγγλικά, γιαυτό καλό θα ήταν να πάρετε τον ακουστικό οδηγό, κάτι πού εμείς δεν κάναμε.
Ηταν ήδη αργά το απόγευμα, η Αφρικάνικη αγορά καί το Μουσείο Καλών Τεχνών είχαν κλείσει. Κατευθυνθήκαμε προς το Πάρκο Γκαρσία Σαναμπρία, κάναμε ένα μικρό διάλειμμα στο λιβανέζικο εστιατόριο πού βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την κεντρική είσοδό του (έχει το καλύτερο σουβλάκι πού έχω φάει ποτέ στην ζωή μου) καί τελειώσαμε την μέρα μας με ένα απολαυστικό περίπατο στο πάρκο, με τροπικά φυτά καί δέντρα, κάκτους, αγάλματα κτλ.
Αν καί το προγραμμά μας ήταν γενικά γεμάτο καί κουραστικό, ωστόσο νοιώθαμε ότι χαλαρώναμε. Οι ρυθμοί της ζωής είναι χαμηλοί: δεν φωνάζουν, δεν κορνάρουν, δεν κάνουν φασαρία. Εκτος από τις φιέστες τους.
Τύχαμε σε περίοδο πού είχαν φιέστα στο Λος Κριστιάνος -κάρναβαλ το λέγανε- γιά την γιορτή τού αμύγδαλου.
Παρά την κούρασή μας, μας παρέσυρε το κέφι τους, η ζωντάνια τους, ο χορός τους, οί λάτιν ρυθμοί τους. Μιά μεγάλη πλατεία είχε μεταμορφωθεί σε πίστα χορού, όπου όλοι, μεταμφιεσμένοι, χόρευαν ασταμάτητα καί ξέφρενα.
Γύρω, αυτοσχέδια κιόσκια με τοπικά προϊόντα καί φαγητά πού φτιάχνουν επί τόπου. Χαρακτηριστικές είναι οί ψητές πατάτες καί τα εξαιρετικά τυριά τους.
Κατάκοπες, εγκαταλείψαμε τον αγώνα κατά τις έντεκα το βράδυ, εκείνοι συνέχιζαν ακάθεκτοι, η μουσική έφτανε στο διαμέρισμα μας μέχρι πολύ αργά καί η φιέστα τέλειωσε -γι’απόψε- με πυροτεχνημάτα. Η γιορτή αυτή κράτησε μέχρι καί την Κυριακή.
Πάλι λάθος δρόμο πήραμε!! Με προορισμό το Λος Γκιγκάντες, αντί να πάρουμε τον παραλιακό (TF47), πήραμε τον TF62. Aλλος ένας ενδιαφέροντας δρόμος, αν και δεν τον διασχίσαμε μέχρι τέλους. Στρίψαμε για Πλάγια ντε Σαν Ζουάν καί βγήκαμε στον σωστό πλέον TF47.
Αλλος κόσμος από δώ, καθαρά τροπικός. Απέραντες μπανανοφυτείες καί ατελείωτα θερμοκήπια. Οσο έφτανε το μάτι σου. Μέχρι πού φτάσαμε στο Λος Γκιγκάντες.
Η πρώτες εικόνες τού χωριού μας κέρδισαν αμέσως. Είπαμε θα το περιηγηθούμε μετά την επίσκεψη των βράχων, κάτι πού δυστυχώς δεν έγινε, γιά λόγους ανωτέρας βίας.
Καί πήραμε τον δρόμο προς τούς βράχους. Καί εκεί αντικρύσαμε ένα μοναδικό θέαμα. Κάθετοι μεγαλειώδεις βράχοι, ύψους έως καί 600 μέτρων, να κυριαρχούν στο θαλασσινό τοπίο.
Με το στόμα ανοιχτό, δεν χορταίναμε να βλέπουμε καί να τραβάμε βίντεο.
Κατεβήκαμε στο λιμανάκι, όπου επιβιβαστήκαμε σε πλοιάριο γιά τον γύρω τον βράχων καί όχι μόνο. Πληρώσαμε 10 ευρώ το άτομο για μία θαλασσινή βόλτα μιάμισης ώρας. Μας έδωσαν να φορέσουμε αδιάβροχα μπουφάν.
Τί στο καλό, αφού η θάλασσα είναι λάδι!
Κι’όμως, κι’όμως. Γίναμε μούσκεμα ως το κόκκαλο. Χαλάλι.
Το πλοιάριο πλησίαζε τούς βράχους. Το πανόραμα άρχιζε. Οί γκρεμοί βουτούσαν στην θάλασσα, σήκωνες τα μάτια σου να δείς την κορυφή, έβλεπες ουρανό κι’ακόμη κορυφή δεν έβλεπες. Τα σημάδια της λάβας κατέβαιναν σαν χοντρές φλέβες σε όλο το μήκος. Να ανοίγονται ξάφνου τα κατάφυτα φαράγγια με πυκνή ομίχλη καί πάνω στούς βράχους τ’αγριοκάτσικα. Τοπίο μοναδικής ανεπανάληπτης ομορφιάς.
Μας σταμάτησαν σε μία περιοχή πού θα βλέπαμε δελφίνια. Στήσαμε καρτέρι με τις φωτογραφικές μηχανές έτοιμες γιά λήψη. Καί νάτα, να κολυμπούν, να παίζουν, να πηδούν, σε απόσταση αναπνοής.
Την κρουαζιερούλα αυτή, την συστήνω ανεπιφύλακτα, είναι κάτι πού θα σας μείνει αξέχαστο.
Ετσι μούσκεμα όπως είμαστε, αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο.
Χαλαρώσαμε λίγο στην βεράντα, βλέποντας τον κόσμο να κάνει ηλιοθεραπεία σε όλες τις ταράτσες με τις πισίνες.
Πήραμε ξανά τον δρόμο, τον σωστό αυτή τη φορά, γιά το χωριό Μάσκα, λίγο μετά το Λος Γκιγκάντες.
Ο Ορεινός δρόμος, μας έβγαλε σε ένα όμορφο χωριουδάκι, το Σαντιάγκο Ντελ Τέϊντε. Μικρή στάση καί συνεχίσαμε γιά Μάσκα.
Ο δρόμος άκρως δύσκολος, με πολλές στροφές αλλά καί άκρως θεαματικός.
Σταματήσαμε πολλές φορές γιά πανοραμικές εικόνες τού ορεινού τοπίου καί τού χιονισμένου κρατήρα Τέϊντε στο βάθος.
Τι να πώ γιά το χωριό Μάσκα? Ενα μικρό χωριό, στο μέσον τού πουθενά, μέσα σε μία όαση από φοίνικες, κρεμασμένο στο φαράγγι καί κυκλωμένο από τεράστιους βράχους. Οπου καί να γύριζες το μάτι σου, έβλεπες το μεγαλείο της φύσης. Αίσθηση της απόλυτης ηρεμίας.
Ετσι μας συνεπήρε, πού κάναμε το λάθος να μην υπολογίσουμε τον δρόμο της επιστροφής. Είναι πολύ επικίνδυνος όταν πέφτει το σκοτάδι καί η ομίχλη.
Εδώ, θέλω να αναφέρω, ένα περίεργο φαινόμενο, πού ΄δεν έχουμε ξαναδεί αλλού.
Οταν είσαι στις πόλεις καί γενικά στο επίπεδο της θάλασσας, μπορεί να δείχνει λίγο συννεφιά. Με το πού αρχίζεις να ανεβαίνεις υψόμετρο, περνάς από ένα επίπεδο με σύννεφα, πού όταν το διασχίζεις μοιάζει με ομίχλη. Μόλις το περάσεις, ο καιρός αλλάζει με μεγάλη ηλιοφάνεια καί κάτω βλέπεις ένα παχύ στρώμα σύννεφου. Σαν ένα απέραντο πουπουλένιο πάπλωμα.
Η Τενερίφη βρίθει από θεματικά πάρκα. Το πιό μεγάλο καί το πιό γνωστο είναι το LoroPark στο Πουέρτο Ντέ λα Κρούζ, στο βόρειο τμήμα τού νησιού.
Εδώ αφιερώσαμε όλη την ημέρα καί πάλι δεν έφτασε. Το εισιτήριο 31.50 ευρώ. Αξίζει τα λεφτά του καί την φήμη του.
Απολαύσαμε καί τι δεν απολαύσαμε.
Η είσοδό του, γίνεται μέσα από ένα Ταϋλανδέζικο χωριό, πού στεγάζει ένα μουσείο με εκπληκτικές πορσελάνες, με κύριο θέμα τούς παπαγάλους.
Συνεχίζοντας στο κύριο χώρο, βλέπεις διαμορφωμένη μία ζούγκλα, με χιλιάδες τροπικά δέντρα καί φυτά, λιμνούλες με νούφαρα καί ψάρια. Καί μέσα σε όλο αυτό το πανέμορφο περιβάλλον, αρχίζεις τις επισκέψεις στις εγκαταστάσεις.
Η αίθουσα με τούς πιγκουίνους, τι αίθουσα δηλαδή, πού συντηρούν ένα ολόκληρο παγόβουνο καί απίστευτο πλήθος πιγκουίνων. Ανεβαίνεις σε ένα κυλιόμενο διάδρομο, πού σε περιφέρει αργά γύρω από το προστατευτικό γυάλινο διαχωριστικό καί βλέπεις τα πιγκουινάκια να ξαπλώνουν πάνω στον πάγο καί από πάνω να πέφτει το τεχνητό χιόνι, να κολυμπούν, να παίζουν ακόμη καί να φλερτάρουν σηκώνοντας το κεφαλάκι τους. Βλέπεις μέχρι τον πάτο της δεξαμενής, ακόμη καί τούς δύτες πού την καθαρίζουν.
Από εκεί αρχίζουν τα σόου με τα ζώα.
Με φάλαινες ορκα, με θαλάσσιους ελέφαντες, με δελφίνια, με παπαγάλους.
Είναι απίστευτο τι μπορούν να κάνουν. Να συγχρονίζονται καί να πηδούν από σχοινιά, να χτυπάνε παλαμάκια, να ισορροπούν μπάλες ταυτόχρονα στην μύτη καί την ουρά, να προσφέρουν λουλούδια, να σηκώνουν τον εκπαιδευτή στην μύτη τους, να κουβαλάνε το καλαθάκι τους, να σέρνουν βαρκούλα με ένα παιδάκι καί τόσα άλλα απίστευτα νούμερα. Ο κόσμος ενθουσιασμένος, χειροκροτούσε, φώναζε, είχαμε ξαναγίνει όλοι παιδιά.
Εχει πολλές παραστάσεις την ημέρα καί οί ώρες είναι έτσι προγραμματισμένες, πού προλαβαίνεις να τα δείς όλα.
Είναι καί το μεγάλο ενυδρείο, με χιλιάδες ψάρια, σε εκπληκτικούς χρωματισμούς. Η μεγάλη σήραγγα, πού περνάς μέσα από καρχαρίες καί σαλάχια. Το θερμοκήπιο με τις ορχιδέες, τα ρόζ φλαμίγκος, οί γορίλες, οί πάνθηρες, τα παραδείσια πουλιά, οί παπαγάλοι, σε ότι χρωματισμούς μπορείτε να φανταστείτε. Καί άλλα, καί άλλα. Πραγματικά ξετρελλαθήκαμε.
Το πρόγραμμα γιά σήμερα, έλεγε Εθνικό Πάρκο Τέϊντε. Στα όρη στ΄’αγρια βουνά. Αναρωτιόμασταν τι δρόμο θάχε άραγε. Αν οί υπόλοιποι δρόμοι ήταν τόσο δύσκολοι, γύρευε τι θα ήταν αυτός. Αποδείχτηκε ο πιό καλός δρόμος πού κάναμε στο νησί.
Ακολουθήσαμε τον δρόμο μέσω Αρόνα, φτάσαμε στο Βιλλαφλόρ καί από εκεί τον TF21.
Διασχίσαμε ένα ατελείωτο πευκοδάσος, πού σε πολλά σημεία είχαν διαμορφώσει χώρους γιά πικνίκ. Οχι μόνο με τραπεζάκια καί παγκάκια, αλλά με βρύσες με νερό, τουαλέτες καί χτιστές ψησταριές. Σάββατο γάρ, ο κόσμος είχε ξεχυθεί γιά εκδρομή, είχαν φέρει καί τα κοψίδια τους πού τα έψηναν στις ψησταριές καί απολάμβαναν την όμορφη φύση.
Μπαίνοντας στο Εθνικό Πάρκο, το τοπίο άλλαξε απότομα. Σαν να πάτησες το κουμπί καί άλλαξες κανάλι.
Το ηφαιστειακό τοπίο σε καθήλωνε. Τα σημάδια της λάβας παντού. Οι βραχώδεις σχηματισμοί σε όλο τους το μεγαλείο. Μείναμε άφωνες. Οι εικόνες διαδέχονταν η μία την άλλη καί σε βομβάρδιζαν με ανάμικτα συναισθήματα. Θαυμασμό καί δέος. Καί στην μέση, ο χιονισμένος όγκος τού κρατήρα.
Πήραμε το τελεφερίκ, πιστεύοντας ότι θα μας έβγαζε στον κρατήρα. Προς μεγάλη απογοήτευση μας, απλά μας ανέβασε σε ένα υψηλότερο επίπεδο.
Είχε χιόνι εκεί καί φυσούσε ανελέητα. Πουθενά αλλού να περπατήσεις. Αν ήθελες να φτάσεις στον κρατήρα, έπρεπε να είσαι ορειβάτης. Πιστεύω πως δεν άξιζε το εισιτήριο των 25 ευρώ.
Μείναμε πολλές ώρες στο Εθνικό πάρκο καί σταματούσαμε συχνά, περπατώντας στα βράχια, στην άμμο, θαυμάζοντας όλο αυτό το μοναδικό άγριο τοπίο.
Επιστρέψαμε στο Λος Κριστιάνος καί κατεβήκαμε στην παραλία. Απέραντη, αμμώδης καί με μία όμορφη περατζάδα. Χαζέψαμε τα φινετσάτα μαγαζιά, τον κόσμο πού λιαζόταν στις ξαπλώστρες, έναν καλλιτέχνη πού έφτιαχνε έναν κροκόδειλο από άμμο, ψωνίσαμε καί γενικά χαλαρώσαμε μετά το καταιγισμό των εικόνων τού πρωϊνού.
Ξανά τον ίδιο δρόμο πήραμε καί σήμερα, διασχίζοντας ολόκληρο το εθνικό πάρκο, με προορισμό την Οροτάβα.
Βγαίνοντας από το εθνικό πάρκο, το τοπίο αλλάζει καί παλι, ως διά μαγείας. Πυκνά πευκοδάση καί απολαυστική διαδρομή. Εχει υπέροχες θέες προς το όρος Τέϊντε.
Η Οροτάβα, μία πόλη κοντα στο Πουέρτο ντε λα Κρούζ, έχει ένα πολύ γραφικό καί αξιόλογο ιστορικό κέντρο. Με πλακόστρωτα δρομάκια, με όμορφα οικήματα, με εκκλησίες καί αρκετά αξιοθέατα.
Επισκεφθήκαμε το LiseodeTaoro, ένα χαριτωμένο οίκημα σε εκλεκτικό ρυθμό, πού τώρα είναι ξενοδοχείο πολυτελείας καί ανεβήκαμε στούς βαθμιδωτούς κήπους του. Δεν μας ενθουσίασαν αλλά αξίζει τον κόπο να ανεβείτε γιά την ωραία θέα.
Στήν συνέχεια την IglesiadelaConcepcion, μία εκκλησία του 16ου αιώνα, σε με ένα πρωτότυπο καί ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό ρυθμό καί πολύ όμορφα ξυλόγλυπτα τέμπλα.
Διασχίσαμε την CalleCarreraEscultorEstevez με θαυμάσια κτήρια, όπως το PalacioMunicipal καί λίγο μετά από αυτό το πολύ όμορφο CasadelosBalcones (το σπίτι με τα μπαλκόνια). Είναι επισκέψιμο καί αξίζει να το δείτε. Το έχουν διαμορφώσει σαν μικρό μουσείο, με όλη την επίπλωση εποχής καί είναι πολύ καλοφτιαγμένο.
Η βόλτα μας, μας έφερε τυχαία στο εστιατόριο SaborCanario, πολύ γραφικό, με εσωτερική αυλή, σε στύλ pueblo. Γευματήσαμε ευχάριστα καί πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Τελευταία μας μέρα ουσιαστικά καί είχαμε προγραμματίσει να περάσουμε στο κοντινό νησάκι LaGomera. Δυστυχώς κάναμε το λάθος να ακολουθήσουμε οργανωμένη εκδρομή καί ό κύριως στόχος μας, δηλαδή να περιηγηθούμε στο Εθνικό Πάρκο deGarajonay, το μόνο Εθνικό Πάρκο της Ισπανίας πού βρίσκεται υπό την αιγίδα της Unesco, στέφθηκε με παταγώδη αποτυχία. Μόνο δεκαπέντε λεπτά μας άφησε ό πολυλογάς ξεναγός μας, πού μας πήρε τ’αφτιά να μας εξηγεί με λεπτομέριες, σε τρείς γλώσσες, γιά τις μοναδικές δάφνες πού φύονται εδώ. Κρίμα, γιατί ήταν πολύ πολύ όμορφα καί διαμορφωμένο με μονοπάτια που θα μπορούσαμε να κάνουμε θαυμάσια πεζοπορία.
Ολο το νησί είναι καταπράσινο, με αναβαθμίδες καί καλλιέργειες. Μπανάνες, παπάγια, μάγκο, αβοκάντο. Δεν διέφερε από την μορφολογία της Τενερίφης καί είδαμε καί εδώ πολύ όμορφους βραχώδεις σχηματισμούς. Το φαινόμενο της ομίχλης το παρατηρήσαμε καί εδώ.
Το γεύμα περιλαμβανόταν στην τιμή. Αλλο ένα μελανό σημείο της εκδρομής.
Ωστόσο εκεί, στο εστιατόριο, απολαύσαμε κάτι μοναδικό. Την γλώσσα τού σφυρίγματος. Οί κάτοικοι τού νησιού, τα παλιά χρόνια, προκειμένου να επικοινωνούν από λόφο σε λόφο καί να ακούγονται, χρησιμοποιήσουν το σφύριγμα καί δημιούργησαν μιά κανονική γλώσσα, με λέξεις, με φράσεις, σφυρίζοντας. Ηταν πράγματι απολαυστική η επίδειξη.
Τελευταία μας στάση σε μία φυτεία, με όλα αυτά τα εξωτικά πού προανέφερα. Κατάφυτη περιοχή στα ριζά των βράχων. Υπέροχη εικόνα γιά να κλείσει το ταξίδι μας.
Μιάς ώρας θαλάσσιας διαδρομής, μας έφερε πίσω, στην Τενερίφη.
Ξημερώματα πήραμε τον δρόμο της επιστροφής, αφού η πτήση μας ήταν 7.30 πμ
_____________________________________________________________
photo by wikipedia.org
Αυτό το αρχείο εικόνας διανέμεται με τους όρους της άδειας Creative Commons / Αναφορά - Παρόμοια Διανομή 3.0 Unported
09/03/2010 Τρίτη
Είχαμε κλείσει με την RCI γιά Τενερίφη, εδώ και πολλούς μήνες.
Από τον Νοέμβριο αρχίζαμε να ψάχνουμε γιά αεροπορικά εισιτήρια. Όταν έκανα αναζήτηση Αθήνα - Τενερίφη, μού έδινε τιμές γύρω στα 450 ευρώ.
Σκέφτηκα να αναζητήσω χωριστές διαδρομές, δηλ. Αθήνα-Μαδρίτη καί Μαδρίτη-Τενερίφη, αφού έτσι κι’αλλιώς με ενδιάμεσο σταθμό θα πηγαίναμε (δεν υπάρχει απ’ευθείας σύνδεση). Η διαφορά ήταν πολύ μεγάλη. Με Aegean γιά Μαδρίτη καί από εκεί με την τοπική εσωτερικών πτήσεων (AirEuropa) το συνολικό κόστος ήταν 300 ευρώ.
Συμφέρει καί βολεύει. Η αλλαγή είναι από το ίδιο αεροδρόμιο καί οί εσωτερικές πτήσεις τακτικές, έτσι πού μπορείς να κάνεις άνετο συνδυασμό.
Θέλει όμως πολύ προσοχή στην διαφορά ώρας Η διαφορά ώρας μέ την Ελλάδα, είναι μία ώρα πίσω γιά την Ισπανία αλλά δύο ώρες πίσω γιά τα Κανάρια.
Παραλάβαμε το αυτοκίνητο καί κατευθυνθήκαμε προς Λος Κριστιάνος, όπου καί το συγκρότημά μας. Ακολουθήσαμε την εθνική TF1 (80 χλμ από το αεροδρόμιο Los Rodeos καί 69 από Σάντα Κρούζ ντε Τενερίφε) έναν μάλλον αδιάφορο δρόμο (όπως σχεδόν όλοι οί εθνικοί οδοί) διασχίζοντας μία βιομηχανική περιοχή καί ένα μεγάλο αιολικό πάρκο.
Η πρώτη εικόνα, από τον δρόμο, τού Λός Κριστιάνος, έτσι όπως σκαρφαλώνει στούς λόφους καί απλώνεται πρός την παραλία, έδινε το πρώτο στίγμα: μία πόλη φτιαγμένη για τουρίστες, γεμάτη ξενοδοχειακά συγκροτήματα, τα περισσότερα καινούργια καί γιά υψηλά βαλάντια.
Δαγκωθήκαμε. Περιμέναμε μιά πόλη με περισσότερο χαρακτήρα καί γραφικότητα.
Σύντομα αλλάξαμε γνώμη, όταν μπήκαμε στα έσω. Μπορεί να μήν έχει την αναμενόμενη γραφικότητα, αλλά τα συγκροτήματα είναι πολύ όμορφα φτιαγμένα, το καθένα ξεχωριστό αλλά με αρχιτεκτονική συνοχή (εξαίρεση το δίδυμο ξενοδοχείο στην παραλία) σού δίνει ανάσα καί θέα.
Η πρώτη μας βόλτα στην πόλη, μας έδωσε τρυφερές εικόνες, με καλοντυμένα ηλικιωμένα ζευγάρια πιασμένα χέρι χέρι.
Η βραδιά κατέληξε με εξαιρετική παέγια καί σαγκρία, στο Δον Κιχώτης, όπου πληρώσαμε 58 ευρώ γιά τρία άτομα.
Ηταν το ακριβότερο δείπνο, αφού τις επόμενες μέρες ανακαλύψαμε εστιατόρια εξ’ίσου καλά καί οικονομικότερα. Οπως το BellaRoma, πάντα ασφυκτικά γεμάτο, ΄πολύ καλό φαγητό, γρήγορο σέρβις καί καλές τιμές (περίπου 40 ευρώ τα τρία άτομα)
Εδώ να αναφέρω ότι ΄το κόστος ζωής είναι στο επίπεδο της Ελλάδας καί λίγο χαμηλότερο. Σε μερικά προϊόντα έχει μεγάλη διαφορά, όπως η βενζίνη (80 λεπτά το λίτρο) καί το γάλα (70-90 λεπτά). Το μόνο ακριβό είναι το εμφιαλωμένο νερό (πάνω από 1,5 ευρώ το μισό λίτρο).
_____________________________________________________________
photo by wikipedia.org
Αυτό το αρχείο εικόνας διανέμεται με τους όρους της άδειας Creative Commons / Αναφορά - Παρόμοια Διανομή 3.0 Unported
Αφού πήραμε το πρωϊνό μας στην βεράντα τού διαμερίσματος, απολαμβάνοντας την θέα τού Ατλαντικού στο βάθος καί τις ταράτσες με τις πισίνες των συγκροτημάτων, ξεκινήσαμε με προορισμό την πρωτεύουσα, την Σάντα Κρούζ ντε Τενερίφε. Σκοπεύαμε να πάμε από τον ίδιο δρόμο πού ήρθαμε χθές, δηλ από την εθνική TF1. Κάναμε όμως τό λάθος -ευτυχώς- καί πήραμε τον TF28, δηλ την αρτηρία της ενδοχώρας προς την πρωτεύουσα.
Εδώ θέλω να επισημάνω γιά το οδικό δίκτυο. Αν καί το οδόστρωμα είναι γενικά σε καλή κατάσταση, ωστόσο η μορφολογία του νησιού δεν βοηθάει. Οί δρόμοι είναι όλο ανηφόρες - κατηφόρες καί συνεχείς στροφές, πολλεεεεεες στροφές, μέχρι τού σημείου να γίνονται επικίνδυνες, ιδίως όταν σουρουπώνει καί πρέπει να περάσετε μέσα από τα σύννεφα καί την ομίχλη πού κατεβαίνει χαμηλά.
Στην Τενερίφη σπάνια θα βρείτε φανάρια, όλοι οί δρόμοι είναι με rount καί χρειάζεται μεγάλη προσοχή γιά την έξοδο σας προς την κατεύθυνση πού θέλετε, αλλιώς θα βρεθείτε σε λάθος δρόμο.
Αντιληφθήκαμε σύντομα το λάθος μας, αλλά συνεχίσαμε τον δρόμο μας. Δεν βιαζόμασταν, εκδρομή κάναμε άλλωστε. Οι πολλές στροφές μας αποζημίωσαν, αποκαλύπτοντάς μας μία διαδρομή ιδιαίτερου φυσικού κάλους, πού την συνιστώ ανεπιφύλακτα. Η Τενερίφη μας έδειχνε το πρόσωπο της άγριας ομορφιάς της: Ηφαιστιογενής, με κάθετους βράχους πού σού προκαλούσαν δέος, σαν φυσικά γλυπτά, με σπηλαιώδεις οπές, το πέτρωμα σε αλλεπάλληλα στρώματα καί χρώματα, από το βαθύ κόκκινο, σε γαλάζιο, κίτρινο, γκρί, πράσινο, πορτοκαλί, μαύρο... Καί ανάμεσα τους τα φαράγγια, τα υπέροχα απύθμενα φαράγγια, κλεισμένα από τούς πανύψηλους βράχους καί σκιασμένα από την ομίχλη. Μικρές γέφυρες σε βοηθούσαν να τα διασχίσεις καί αρκετά σημεία να σταματήσεις για την μοναδική θέα.
Ενα ατέλειωτο υπαίθριο γεωλογικό μουσείο.
Μεσημέρι φτάσαμε στην Σάντα Κρούζ ντε Τενερίφε, μία πόλη σύγχρονη, μεγάλη αλλά καί ευχάριστη. Και καθαρή.
Να επισημάνω αυτό πού μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση σε όλο το νησί: την απίστευτη καθαριότητα. Παντού. Σε πόλεις, σε χωριά, σε κτίρια, σε δρόμους.
Σε ξένιζε ακόμη καί το αποτσίγαρο, αν έβλεπες κάπου.
Θέλαμε να επισκεφθούμε το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας καί Ανθρωπολογίας. Ψάχναμε γιά κοντινό πάρκιν καί ρωτούσαμε τον κόσμο. Εκεί διαπιστώσαμε για πρώτη φορά ότι δεν μιλούν αγγλικά -με ελάχιστες εξαιρέσεις- αλλά είναι τέτοια η προθυμία τους να σε εξυπηρετήσουν, πού σε βοηθούν με νοήματα καί χειρονομίες. Ενας ταξιτζής μας έκανε νόημα να τον ακολουθήσουμε καί βγαίνοντας από την πορεία του, μας πήγε στο πάρκινκ.
Βρήκαμε το Μουσείο με κλειστή την κεντρική είσοδο καί έξω από αυτό πολλή λάσπη καί πεσμένα ξεριζωμένα δένδρα. Η γύρω περιοχή το ίδιο. Δεν μάθαμε τι ακριβώς συνέβει, υποθέσαμε πώς η πρόσφατη καταστροφή στην Μαδέρα ίσως να ευθύνεται . Μπήκαμε από πλαϊνή πόρτα.
Το Μουσείο μεγάλο και πλουσιότατο, εκτείνεται σε τρείς ορόφους. Εξοπλισμένο με σύγχρονα οπτικουακουστικά μέσα, σε ορισμένες αίθουσες αναπαριστά καταστάσεις, όπως αυτό στην πρώτη αίθουσα νομίζεις πώς βρίσκεσαι στην έκρηξη τού ηφαιστείου.
Τα εκθέματα ατέλειωτα, από Αφρική καί Νότια Αμερική με ιδιαίτερη βαρύτητα στην Προκολομβιανή εποχή. Εξαιρετικά εκθέματα πετρωμάτων, ακόμη καί κομμάτι από μετεωρίτη είχε.
Καί ερχόμαστε στο τμήμα Ανθρωπολογίας, εδώ πού βρίσκονται οι μούμιες των guanches, δηλ η αρχαία φυλή πού κατοικούσε στον νησί, από τον 2ο αιώνα π.Χ. Οι πληροφορίες γιά την προέλευσή τους είναι ασαφείς ακόμα αλλά πρέπει να είχαν αναπτύξει ένα προηγμένο γιά την εποχή τους πολιτισμό, αν κρίνουμε από τα εκθέματα των κρανίων πού έδειχναν χειρουργικές επεμβάσεις. Καί λέω κρίνουμε, γιατί οί επεξηγήσεις δεν είναι στα αγγλικά, γιαυτό καλό θα ήταν να πάρετε τον ακουστικό οδηγό, κάτι πού εμείς δεν κάναμε.
Ηταν ήδη αργά το απόγευμα, η Αφρικάνικη αγορά καί το Μουσείο Καλών Τεχνών είχαν κλείσει. Κατευθυνθήκαμε προς το Πάρκο Γκαρσία Σαναμπρία, κάναμε ένα μικρό διάλειμμα στο λιβανέζικο εστιατόριο πού βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την κεντρική είσοδό του (έχει το καλύτερο σουβλάκι πού έχω φάει ποτέ στην ζωή μου) καί τελειώσαμε την μέρα μας με ένα απολαυστικό περίπατο στο πάρκο, με τροπικά φυτά καί δέντρα, κάκτους, αγάλματα κτλ.
Αν καί το προγραμμά μας ήταν γενικά γεμάτο καί κουραστικό, ωστόσο νοιώθαμε ότι χαλαρώναμε. Οι ρυθμοί της ζωής είναι χαμηλοί: δεν φωνάζουν, δεν κορνάρουν, δεν κάνουν φασαρία. Εκτος από τις φιέστες τους.
Τύχαμε σε περίοδο πού είχαν φιέστα στο Λος Κριστιάνος -κάρναβαλ το λέγανε- γιά την γιορτή τού αμύγδαλου.
Παρά την κούρασή μας, μας παρέσυρε το κέφι τους, η ζωντάνια τους, ο χορός τους, οί λάτιν ρυθμοί τους. Μιά μεγάλη πλατεία είχε μεταμορφωθεί σε πίστα χορού, όπου όλοι, μεταμφιεσμένοι, χόρευαν ασταμάτητα καί ξέφρενα.
Γύρω, αυτοσχέδια κιόσκια με τοπικά προϊόντα καί φαγητά πού φτιάχνουν επί τόπου. Χαρακτηριστικές είναι οί ψητές πατάτες καί τα εξαιρετικά τυριά τους.
Κατάκοπες, εγκαταλείψαμε τον αγώνα κατά τις έντεκα το βράδυ, εκείνοι συνέχιζαν ακάθεκτοι, η μουσική έφτανε στο διαμέρισμα μας μέχρι πολύ αργά καί η φιέστα τέλειωσε -γι’απόψε- με πυροτεχνημάτα. Η γιορτή αυτή κράτησε μέχρι καί την Κυριακή.
Πάλι λάθος δρόμο πήραμε!! Με προορισμό το Λος Γκιγκάντες, αντί να πάρουμε τον παραλιακό (TF47), πήραμε τον TF62. Aλλος ένας ενδιαφέροντας δρόμος, αν και δεν τον διασχίσαμε μέχρι τέλους. Στρίψαμε για Πλάγια ντε Σαν Ζουάν καί βγήκαμε στον σωστό πλέον TF47.
Αλλος κόσμος από δώ, καθαρά τροπικός. Απέραντες μπανανοφυτείες καί ατελείωτα θερμοκήπια. Οσο έφτανε το μάτι σου. Μέχρι πού φτάσαμε στο Λος Γκιγκάντες.
Η πρώτες εικόνες τού χωριού μας κέρδισαν αμέσως. Είπαμε θα το περιηγηθούμε μετά την επίσκεψη των βράχων, κάτι πού δυστυχώς δεν έγινε, γιά λόγους ανωτέρας βίας.
Καί πήραμε τον δρόμο προς τούς βράχους. Καί εκεί αντικρύσαμε ένα μοναδικό θέαμα. Κάθετοι μεγαλειώδεις βράχοι, ύψους έως καί 600 μέτρων, να κυριαρχούν στο θαλασσινό τοπίο.
Με το στόμα ανοιχτό, δεν χορταίναμε να βλέπουμε καί να τραβάμε βίντεο.
Κατεβήκαμε στο λιμανάκι, όπου επιβιβαστήκαμε σε πλοιάριο γιά τον γύρω τον βράχων καί όχι μόνο. Πληρώσαμε 10 ευρώ το άτομο για μία θαλασσινή βόλτα μιάμισης ώρας. Μας έδωσαν να φορέσουμε αδιάβροχα μπουφάν.
Τί στο καλό, αφού η θάλασσα είναι λάδι!
Κι’όμως, κι’όμως. Γίναμε μούσκεμα ως το κόκκαλο. Χαλάλι.
Το πλοιάριο πλησίαζε τούς βράχους. Το πανόραμα άρχιζε. Οί γκρεμοί βουτούσαν στην θάλασσα, σήκωνες τα μάτια σου να δείς την κορυφή, έβλεπες ουρανό κι’ακόμη κορυφή δεν έβλεπες. Τα σημάδια της λάβας κατέβαιναν σαν χοντρές φλέβες σε όλο το μήκος. Να ανοίγονται ξάφνου τα κατάφυτα φαράγγια με πυκνή ομίχλη καί πάνω στούς βράχους τ’αγριοκάτσικα. Τοπίο μοναδικής ανεπανάληπτης ομορφιάς.
Μας σταμάτησαν σε μία περιοχή πού θα βλέπαμε δελφίνια. Στήσαμε καρτέρι με τις φωτογραφικές μηχανές έτοιμες γιά λήψη. Καί νάτα, να κολυμπούν, να παίζουν, να πηδούν, σε απόσταση αναπνοής.
Την κρουαζιερούλα αυτή, την συστήνω ανεπιφύλακτα, είναι κάτι πού θα σας μείνει αξέχαστο.
Ετσι μούσκεμα όπως είμαστε, αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο.
Χαλαρώσαμε λίγο στην βεράντα, βλέποντας τον κόσμο να κάνει ηλιοθεραπεία σε όλες τις ταράτσες με τις πισίνες.
Πήραμε ξανά τον δρόμο, τον σωστό αυτή τη φορά, γιά το χωριό Μάσκα, λίγο μετά το Λος Γκιγκάντες.
Ο Ορεινός δρόμος, μας έβγαλε σε ένα όμορφο χωριουδάκι, το Σαντιάγκο Ντελ Τέϊντε. Μικρή στάση καί συνεχίσαμε γιά Μάσκα.
Ο δρόμος άκρως δύσκολος, με πολλές στροφές αλλά καί άκρως θεαματικός.
Σταματήσαμε πολλές φορές γιά πανοραμικές εικόνες τού ορεινού τοπίου καί τού χιονισμένου κρατήρα Τέϊντε στο βάθος.
Τι να πώ γιά το χωριό Μάσκα? Ενα μικρό χωριό, στο μέσον τού πουθενά, μέσα σε μία όαση από φοίνικες, κρεμασμένο στο φαράγγι καί κυκλωμένο από τεράστιους βράχους. Οπου καί να γύριζες το μάτι σου, έβλεπες το μεγαλείο της φύσης. Αίσθηση της απόλυτης ηρεμίας.
Ετσι μας συνεπήρε, πού κάναμε το λάθος να μην υπολογίσουμε τον δρόμο της επιστροφής. Είναι πολύ επικίνδυνος όταν πέφτει το σκοτάδι καί η ομίχλη.
Εδώ, θέλω να αναφέρω, ένα περίεργο φαινόμενο, πού ΄δεν έχουμε ξαναδεί αλλού.
Οταν είσαι στις πόλεις καί γενικά στο επίπεδο της θάλασσας, μπορεί να δείχνει λίγο συννεφιά. Με το πού αρχίζεις να ανεβαίνεις υψόμετρο, περνάς από ένα επίπεδο με σύννεφα, πού όταν το διασχίζεις μοιάζει με ομίχλη. Μόλις το περάσεις, ο καιρός αλλάζει με μεγάλη ηλιοφάνεια καί κάτω βλέπεις ένα παχύ στρώμα σύννεφου. Σαν ένα απέραντο πουπουλένιο πάπλωμα.
Η Τενερίφη βρίθει από θεματικά πάρκα. Το πιό μεγάλο καί το πιό γνωστο είναι το LoroPark στο Πουέρτο Ντέ λα Κρούζ, στο βόρειο τμήμα τού νησιού.
Εδώ αφιερώσαμε όλη την ημέρα καί πάλι δεν έφτασε. Το εισιτήριο 31.50 ευρώ. Αξίζει τα λεφτά του καί την φήμη του.
Απολαύσαμε καί τι δεν απολαύσαμε.
Η είσοδό του, γίνεται μέσα από ένα Ταϋλανδέζικο χωριό, πού στεγάζει ένα μουσείο με εκπληκτικές πορσελάνες, με κύριο θέμα τούς παπαγάλους.
Συνεχίζοντας στο κύριο χώρο, βλέπεις διαμορφωμένη μία ζούγκλα, με χιλιάδες τροπικά δέντρα καί φυτά, λιμνούλες με νούφαρα καί ψάρια. Καί μέσα σε όλο αυτό το πανέμορφο περιβάλλον, αρχίζεις τις επισκέψεις στις εγκαταστάσεις.
Η αίθουσα με τούς πιγκουίνους, τι αίθουσα δηλαδή, πού συντηρούν ένα ολόκληρο παγόβουνο καί απίστευτο πλήθος πιγκουίνων. Ανεβαίνεις σε ένα κυλιόμενο διάδρομο, πού σε περιφέρει αργά γύρω από το προστατευτικό γυάλινο διαχωριστικό καί βλέπεις τα πιγκουινάκια να ξαπλώνουν πάνω στον πάγο καί από πάνω να πέφτει το τεχνητό χιόνι, να κολυμπούν, να παίζουν ακόμη καί να φλερτάρουν σηκώνοντας το κεφαλάκι τους. Βλέπεις μέχρι τον πάτο της δεξαμενής, ακόμη καί τούς δύτες πού την καθαρίζουν.
Από εκεί αρχίζουν τα σόου με τα ζώα.
Με φάλαινες ορκα, με θαλάσσιους ελέφαντες, με δελφίνια, με παπαγάλους.
Είναι απίστευτο τι μπορούν να κάνουν. Να συγχρονίζονται καί να πηδούν από σχοινιά, να χτυπάνε παλαμάκια, να ισορροπούν μπάλες ταυτόχρονα στην μύτη καί την ουρά, να προσφέρουν λουλούδια, να σηκώνουν τον εκπαιδευτή στην μύτη τους, να κουβαλάνε το καλαθάκι τους, να σέρνουν βαρκούλα με ένα παιδάκι καί τόσα άλλα απίστευτα νούμερα. Ο κόσμος ενθουσιασμένος, χειροκροτούσε, φώναζε, είχαμε ξαναγίνει όλοι παιδιά.
Εχει πολλές παραστάσεις την ημέρα καί οί ώρες είναι έτσι προγραμματισμένες, πού προλαβαίνεις να τα δείς όλα.
Είναι καί το μεγάλο ενυδρείο, με χιλιάδες ψάρια, σε εκπληκτικούς χρωματισμούς. Η μεγάλη σήραγγα, πού περνάς μέσα από καρχαρίες καί σαλάχια. Το θερμοκήπιο με τις ορχιδέες, τα ρόζ φλαμίγκος, οί γορίλες, οί πάνθηρες, τα παραδείσια πουλιά, οί παπαγάλοι, σε ότι χρωματισμούς μπορείτε να φανταστείτε. Καί άλλα, καί άλλα. Πραγματικά ξετρελλαθήκαμε.
Το πρόγραμμα γιά σήμερα, έλεγε Εθνικό Πάρκο Τέϊντε. Στα όρη στ΄’αγρια βουνά. Αναρωτιόμασταν τι δρόμο θάχε άραγε. Αν οί υπόλοιποι δρόμοι ήταν τόσο δύσκολοι, γύρευε τι θα ήταν αυτός. Αποδείχτηκε ο πιό καλός δρόμος πού κάναμε στο νησί.
Ακολουθήσαμε τον δρόμο μέσω Αρόνα, φτάσαμε στο Βιλλαφλόρ καί από εκεί τον TF21.
Διασχίσαμε ένα ατελείωτο πευκοδάσος, πού σε πολλά σημεία είχαν διαμορφώσει χώρους γιά πικνίκ. Οχι μόνο με τραπεζάκια καί παγκάκια, αλλά με βρύσες με νερό, τουαλέτες καί χτιστές ψησταριές. Σάββατο γάρ, ο κόσμος είχε ξεχυθεί γιά εκδρομή, είχαν φέρει καί τα κοψίδια τους πού τα έψηναν στις ψησταριές καί απολάμβαναν την όμορφη φύση.
Μπαίνοντας στο Εθνικό Πάρκο, το τοπίο άλλαξε απότομα. Σαν να πάτησες το κουμπί καί άλλαξες κανάλι.
Το ηφαιστειακό τοπίο σε καθήλωνε. Τα σημάδια της λάβας παντού. Οι βραχώδεις σχηματισμοί σε όλο τους το μεγαλείο. Μείναμε άφωνες. Οι εικόνες διαδέχονταν η μία την άλλη καί σε βομβάρδιζαν με ανάμικτα συναισθήματα. Θαυμασμό καί δέος. Καί στην μέση, ο χιονισμένος όγκος τού κρατήρα.
Πήραμε το τελεφερίκ, πιστεύοντας ότι θα μας έβγαζε στον κρατήρα. Προς μεγάλη απογοήτευση μας, απλά μας ανέβασε σε ένα υψηλότερο επίπεδο.
Είχε χιόνι εκεί καί φυσούσε ανελέητα. Πουθενά αλλού να περπατήσεις. Αν ήθελες να φτάσεις στον κρατήρα, έπρεπε να είσαι ορειβάτης. Πιστεύω πως δεν άξιζε το εισιτήριο των 25 ευρώ.
Μείναμε πολλές ώρες στο Εθνικό πάρκο καί σταματούσαμε συχνά, περπατώντας στα βράχια, στην άμμο, θαυμάζοντας όλο αυτό το μοναδικό άγριο τοπίο.
Επιστρέψαμε στο Λος Κριστιάνος καί κατεβήκαμε στην παραλία. Απέραντη, αμμώδης καί με μία όμορφη περατζάδα. Χαζέψαμε τα φινετσάτα μαγαζιά, τον κόσμο πού λιαζόταν στις ξαπλώστρες, έναν καλλιτέχνη πού έφτιαχνε έναν κροκόδειλο από άμμο, ψωνίσαμε καί γενικά χαλαρώσαμε μετά το καταιγισμό των εικόνων τού πρωϊνού.
Ξανά τον ίδιο δρόμο πήραμε καί σήμερα, διασχίζοντας ολόκληρο το εθνικό πάρκο, με προορισμό την Οροτάβα.
Βγαίνοντας από το εθνικό πάρκο, το τοπίο αλλάζει καί παλι, ως διά μαγείας. Πυκνά πευκοδάση καί απολαυστική διαδρομή. Εχει υπέροχες θέες προς το όρος Τέϊντε.
Η Οροτάβα, μία πόλη κοντα στο Πουέρτο ντε λα Κρούζ, έχει ένα πολύ γραφικό καί αξιόλογο ιστορικό κέντρο. Με πλακόστρωτα δρομάκια, με όμορφα οικήματα, με εκκλησίες καί αρκετά αξιοθέατα.
Επισκεφθήκαμε το LiseodeTaoro, ένα χαριτωμένο οίκημα σε εκλεκτικό ρυθμό, πού τώρα είναι ξενοδοχείο πολυτελείας καί ανεβήκαμε στούς βαθμιδωτούς κήπους του. Δεν μας ενθουσίασαν αλλά αξίζει τον κόπο να ανεβείτε γιά την ωραία θέα.
Στήν συνέχεια την IglesiadelaConcepcion, μία εκκλησία του 16ου αιώνα, σε με ένα πρωτότυπο καί ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό ρυθμό καί πολύ όμορφα ξυλόγλυπτα τέμπλα.
Διασχίσαμε την CalleCarreraEscultorEstevez με θαυμάσια κτήρια, όπως το PalacioMunicipal καί λίγο μετά από αυτό το πολύ όμορφο CasadelosBalcones (το σπίτι με τα μπαλκόνια). Είναι επισκέψιμο καί αξίζει να το δείτε. Το έχουν διαμορφώσει σαν μικρό μουσείο, με όλη την επίπλωση εποχής καί είναι πολύ καλοφτιαγμένο.
Η βόλτα μας, μας έφερε τυχαία στο εστιατόριο SaborCanario, πολύ γραφικό, με εσωτερική αυλή, σε στύλ pueblo. Γευματήσαμε ευχάριστα καί πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Τελευταία μας μέρα ουσιαστικά καί είχαμε προγραμματίσει να περάσουμε στο κοντινό νησάκι LaGomera. Δυστυχώς κάναμε το λάθος να ακολουθήσουμε οργανωμένη εκδρομή καί ό κύριως στόχος μας, δηλαδή να περιηγηθούμε στο Εθνικό Πάρκο deGarajonay, το μόνο Εθνικό Πάρκο της Ισπανίας πού βρίσκεται υπό την αιγίδα της Unesco, στέφθηκε με παταγώδη αποτυχία. Μόνο δεκαπέντε λεπτά μας άφησε ό πολυλογάς ξεναγός μας, πού μας πήρε τ’αφτιά να μας εξηγεί με λεπτομέριες, σε τρείς γλώσσες, γιά τις μοναδικές δάφνες πού φύονται εδώ. Κρίμα, γιατί ήταν πολύ πολύ όμορφα καί διαμορφωμένο με μονοπάτια που θα μπορούσαμε να κάνουμε θαυμάσια πεζοπορία.
Ολο το νησί είναι καταπράσινο, με αναβαθμίδες καί καλλιέργειες. Μπανάνες, παπάγια, μάγκο, αβοκάντο. Δεν διέφερε από την μορφολογία της Τενερίφης καί είδαμε καί εδώ πολύ όμορφους βραχώδεις σχηματισμούς. Το φαινόμενο της ομίχλης το παρατηρήσαμε καί εδώ.
Το γεύμα περιλαμβανόταν στην τιμή. Αλλο ένα μελανό σημείο της εκδρομής.
Ωστόσο εκεί, στο εστιατόριο, απολαύσαμε κάτι μοναδικό. Την γλώσσα τού σφυρίγματος. Οί κάτοικοι τού νησιού, τα παλιά χρόνια, προκειμένου να επικοινωνούν από λόφο σε λόφο καί να ακούγονται, χρησιμοποιήσουν το σφύριγμα καί δημιούργησαν μιά κανονική γλώσσα, με λέξεις, με φράσεις, σφυρίζοντας. Ηταν πράγματι απολαυστική η επίδειξη.
Τελευταία μας στάση σε μία φυτεία, με όλα αυτά τα εξωτικά πού προανέφερα. Κατάφυτη περιοχή στα ριζά των βράχων. Υπέροχη εικόνα γιά να κλείσει το ταξίδι μας.
Μιάς ώρας θαλάσσιας διαδρομής, μας έφερε πίσω, στην Τενερίφη.
Ξημερώματα πήραμε τον δρόμο της επιστροφής, αφού η πτήση μας ήταν 7.30 πμ
_____________________________________________________________
photo by wikipedia.org
Αυτό το αρχείο εικόνας διανέμεται με τους όρους της άδειας Creative Commons / Αναφορά - Παρόμοια Διανομή 3.0 Unported
Attachments
-
20 KB Προβολές: 383