jimkGR
Member
- Μηνύματα
- 87
- Likes
- 581
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Αναποδιές πριν το ταξίδι
- Κεφάλαιο 1ο - Ουάσιγκτον
- Κεφάλαιο 2ο - Ουάσιγκτον
- Κεφάλαιο 3ο - Νέα Υόρκη
- Κεφάλαιο 4ο - Νέα Υόρκη
- Κεφάλαιο 5ο - Νέα Υόρκη
- Κεφάλαιο 6ο - Άφιξη Μέξικο Σίτι και Teotihuacan
- Κεφάλαιο 7ο - Η ημέρα της έκλειψης
- Κεφάλαιο 8ο - Θα καταφέρουμε να βγάλουμε τη νύχτα;
- Κεφάλαιο 9ο - Άφιξη Κανκούν και Chichén Itzá
- Κεφάλαιο 10ο - Rio Lagartos
- Κεφάλαιο 11ο - Merida & Uxmal
- Κεφάλαιο 12ο - Tulum, Isla Mujeres, Isla Contoy
- Κεφάλαιο 13ο - Τορόντο, Καταρράκτες Νιαγάρα
Κεφάλαιο 13ο - Τορόντο, Καταρράκτες Νιαγάρα
Το επόμενο πρωί θα πετούσαμε για Τορόντο με την Flair Airlines, μια ultra low-cost αεροπορική εταιρία από τον Καναδά. Φτάσαμε στην ώρα μας στο βροχερό και δροσερό Τορόντο, φορώντας τα μπουφάν μας, μεγάλη διαφορά από το τροπικό κλίμα του Κανκούν. Στο αεροδρόμιο δεν είχε μεγάλες ουρές ούτε υπαλλήλους να σου κάνουν ολόκληρη συνέντευξη για να μπεις, οπότε ξεμπερδέψαμε γρήγορα, και με 2 uber πήγαμε προς το διαμέρισμα που είχαμε κλείσει.
Είχαμε κλείσει ένα διαμέρισμα στον τελευταίο όροφο ενός 50όροφου ουρανοξύστη. Είχε 3 δωμάτια και για 2 βράδια δώσαμε 208 καναδέζικα δολάρια (το άτομο x6). Μάλιστα ήταν από τις πιο φθηνές επιλογές που είχαμε, χωρίς να ξεφεύγαμε από το κέντρο. Ντάξει, η θέα, ειδικά το βράδυ ήταν απίστευτη. Χαλαρά το ωραιότερο κατάλυμα που έχω μείνει ποτέ, σαν αυτά που βλέπεις σε ταινίες.
Δεν κάναμε κάτι εκείνη την ημέρα γιατί δεν είχαμε πολύ χρόνο. Για την επόμενη μέρα είχαμε κλείσει μονοήμερη εκδρομή για να επισκεφθούμε τους καταρράκτες. Ήρθε το πρωί να μας παραλάβει ένα βανάκι όπου μας πήγε στο σημείο όπου θα ξεκινούσε το μικρό (και αρκετά καινούριο και "χλιδάτο") πουλμανάκι. Οι καταρράκτες είναι περίπου 130χλμ από το κέντρο του Τορόντο και η διαδρομή ήταν βαρετή, μέσα σε έναν μεγάλο αυτοκινητόδρομο.
Πρώτη μας στάση ήταν σε ένα μαγαζί για δοκιμή maple syrup, ένα κλασικό προιόν του Καναδά, που κυρίως παράγεται στην πολιτεία του Κεμπέκ, με αυτή του Οντάριο (που βρισκόμασταν) να είναι στη 2η θέση παραγωγής αλλά με τεράστια διαφορά. Εκεί μας είπαν μερικά πράγματα για την παραγωγή του σιροπιού ενώ δοκιμάσαμε και 3 διαφορετικά. Αυτή η επίσκεψη φυσικά γίνεται για να σε κάνουν να αγοράσεις από το μαγαζί και όχι για να μάθεις πολλά πράγματα για το maple syrup.
Επόμενη στάση για 1-1μιση ώρα ήταν στην πολύ μικρή πόλη Niagara on the lake, που είναι κλασικός συνδιασμός για εκδρομές στους καταρρακτές. Συμπαθητική πόλη, χωρίς βέβαια να έχει κάτι να δεις ή να κάνεις παρά μια βόλτα, εικάζω ότι το καλοκαίρι θα είναι ωραία να περάσεις την ώρα σου παραλιακά στη αχανή λίμνη Οντάριο που βρίσκεται η πόλη.
Σε αυτή την περιοχή, και καθώς είχαμε βγει από το βασικό αυτοκινητόδρομο σε πιο rural δρόμους, έβλεπες πολύ ωραία και μεγάλα σπίτια, ενώ εκεί υπάρχουν και πολλά estate που παράγουν ice wine, ένα είδος γλυκού οίνου (dessert wine). To ice wine παράγεται από σταφύλια που έχουν παγώσει (εξού και το όνομα), οπότε παράγεται σε χώρες που έχουν τέτοιο κλίμα. Ο Καναδάς είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο, περισσότερο από όλες τις υπόλοιπες χώρες μαζί, με την πολιτεία του Οντάριο να παράγει το 90% στο Καναδά, βρισκόμασταν δηλαδή στην καρδιά της παραγωγής. Εκδρομές και επισκέψεις σε estates είναι αρκετά δημοφιλής στην περιοχή και αν είχαμε περισσότερο χρόνο στην περιοχή, σίγουρα θα ήθελα να κάνω, σαν λάτρης του γλυκού οίνου. Επίσης στόχος μου ήταν να πάρω ένα μπουκάλι από το αεροδρόμιο, μιας και δεν τα βρίσκεις εύκολα στην Ευρώπη (σε λογικές τιμές).
Η τελευταία στάση μας πριν τους καταρράκτες, ήταν μια ολιγόλεπτη στάση για φωτογραφίες που έβλεπες από ψηλά το ποτάμι του Νιαγάρα (νομίζω).
Φτάνοντας στους καταρράκτες, ο ενθουσιασμός χτύπησε κατακόκκινο, το θέαμα φαινόταν εντυπωσιακό ακόμα και από τον δρόμο. Πήγαμε κατευθείαν στο μέρος που ξεκινούσαν τα καραβάκια, το εισιτήριο συμπεριλαμβανόταν στην εκδρομή, οπότε δεν χρειάστηκε να βγάλουμε εκεί. Αρκετός κόσμος προφανώς. Σημαντικό να αναφέρω ότι οι βαρκάδες δεν γίνονται καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, ξεκινάνε κάπου στις αρχές Απριλίου μέχρι το τέλος Νοεμβρίου, αλλά αυτό είναι και ανάλογα τις καιρικές συνθήκες κάθε χρόνο.
Η βαρκάδα θεωρώ είναι must για κάποιον που επισκέπτεται τους καταρράκτες, τους απολαμβάνεις από πολύ κοντά και συνειδητοποιείς το μεγαλείο τους και την ομορφιά τους. Φυσικά, αν κάτσεις στο πάνω κατάστρωμα που είναι ανοιχτό θα κάνεις ένα πολύ καλό μπάνιο, αυτά τα πλαστικά αδιάβροχα που προσφέρουν δεν κάνουν τίποτα. Τρομερή εμπειρία, τη συνιστώ με τα χίλια!
Όταν τελείωσε η βαρκάδα κάναμε βόλτες στην περιοχή από πάνω, χωρίς βέβαια να προχωρήσουμε πιο μέσα στην πόλη που βρίσκεται εκεί (που φαινόταν και λίγο κιτς η αλήθεια είναι).
Μετά δυστυχώς έφτασε η ώρα αναχώρησης, ούτε φαγητό δεν προλάβαμε να φάμε καθιστοί σαν άνθρωποι, στο χέρι το πήραμε τρέχοντας για το σημείο συνάντησεις που είχαμε αργήσει κανά πεντάλεπτο, μην φύγει το πούλμαν χωρίς εμάς. Το βραδάκι κάναμε βόλτες κέντρο, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο πλάνο.
Η επόμενη μέρα ήταν η τελευταία μας στον Καναδά, αλλά οι πτήσεις μας ήταν το βράδυ, οπότε είχαμε αρκετό χρόνο για να δούμε το Τορόντο. Αφήσαμε τις βαλίτσες μας σε ένα laundromat όπου βρήκαμε μέσω μιας εφαρμογής που φύλαξης βαλιτσών και ξεκινήσαμε με το πόδια προς κέντρο, μέσα σε ένα ελαφρύ ψιλόβροχο. Είχαμε ως στόχο να πάμε στη St Lawrence Market, μια πολύ παλιά, κλειστή αγορά. Κάναμε διάφορες στάσεις μέχρι να φτάσουμε εκεί, η πόλη παρόλο που είναι μεγαλούπολη δεν είναι τόσο busy όσο η Νέα Υόρκη ας πούμε και ο κόσμος μοιάζει πιο χαλαρός. Η αγορά δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο για τουρίστες, αλλά είχε ωραία προιόντα να αγοράσεις αν μένεις εκεί.
Στη συνέχεια πήραμε ένα ferry και πήγαμε προς τα νησάκια που βρίσκονται εκεί δίπλα (10-15 λεπτά με το φέρι), και συγκεκριμένα στο Ward's Island, μιας και με μία γρήγορη έρευνα που έκανα, φάνηκε να ήταν αυτό που άξιζε περισσότερο για επίσκεψη. Ξαφνικά με το που φτάνεις στο νήσι, χάνεται η βαβούρα της πόλης και νιώθεις ότι είσαι στην εξοχή, παρόλο που μπορούσες να δεις το downtown Toronto σε απόσταση αναπνοής. Πολύ ωραία σπιτάκια με ωραίους κήπους, έχει σίγουρα κάποιους μόνιμους κατοίκους, αλλά εικάζω ότι κάποια από αυτά τα σπίτια είναι εξοχικά. Κάναμε τις βόλτες μας εκεί, μου άρεσε αρκετά, θα ήθελα να είχα παραπάνω χρόνο να δω και τα υπόλοια νησιά, αλλά και να ήμουν εκεί τη νύχτα για να δω το φωτισμένο Τορόντο. Τους καλοκαιρινούς μήνες πρέπει να είναι και πιο ωραία.
Στην επιστροφή από το νησί δεν είχαμε πολύ χρόνο, βρήκαμε ένα πολύ ωραίο ταϊλανδέζικο μαγαζί (PAI) για φαγητό και μετά πήγαμε να πάρουμε τις βαλίτσες μας και πήγαμε στο αεροδρόμιο.
Ένα πολύ ωραίο ταξίδι που θα θυμάμαι για πάντα έφτανε στο τέλος του.
Το επόμενο πρωί θα πετούσαμε για Τορόντο με την Flair Airlines, μια ultra low-cost αεροπορική εταιρία από τον Καναδά. Φτάσαμε στην ώρα μας στο βροχερό και δροσερό Τορόντο, φορώντας τα μπουφάν μας, μεγάλη διαφορά από το τροπικό κλίμα του Κανκούν. Στο αεροδρόμιο δεν είχε μεγάλες ουρές ούτε υπαλλήλους να σου κάνουν ολόκληρη συνέντευξη για να μπεις, οπότε ξεμπερδέψαμε γρήγορα, και με 2 uber πήγαμε προς το διαμέρισμα που είχαμε κλείσει.
Είχαμε κλείσει ένα διαμέρισμα στον τελευταίο όροφο ενός 50όροφου ουρανοξύστη. Είχε 3 δωμάτια και για 2 βράδια δώσαμε 208 καναδέζικα δολάρια (το άτομο x6). Μάλιστα ήταν από τις πιο φθηνές επιλογές που είχαμε, χωρίς να ξεφεύγαμε από το κέντρο. Ντάξει, η θέα, ειδικά το βράδυ ήταν απίστευτη. Χαλαρά το ωραιότερο κατάλυμα που έχω μείνει ποτέ, σαν αυτά που βλέπεις σε ταινίες.
Δεν κάναμε κάτι εκείνη την ημέρα γιατί δεν είχαμε πολύ χρόνο. Για την επόμενη μέρα είχαμε κλείσει μονοήμερη εκδρομή για να επισκεφθούμε τους καταρράκτες. Ήρθε το πρωί να μας παραλάβει ένα βανάκι όπου μας πήγε στο σημείο όπου θα ξεκινούσε το μικρό (και αρκετά καινούριο και "χλιδάτο") πουλμανάκι. Οι καταρράκτες είναι περίπου 130χλμ από το κέντρο του Τορόντο και η διαδρομή ήταν βαρετή, μέσα σε έναν μεγάλο αυτοκινητόδρομο.
Πρώτη μας στάση ήταν σε ένα μαγαζί για δοκιμή maple syrup, ένα κλασικό προιόν του Καναδά, που κυρίως παράγεται στην πολιτεία του Κεμπέκ, με αυτή του Οντάριο (που βρισκόμασταν) να είναι στη 2η θέση παραγωγής αλλά με τεράστια διαφορά. Εκεί μας είπαν μερικά πράγματα για την παραγωγή του σιροπιού ενώ δοκιμάσαμε και 3 διαφορετικά. Αυτή η επίσκεψη φυσικά γίνεται για να σε κάνουν να αγοράσεις από το μαγαζί και όχι για να μάθεις πολλά πράγματα για το maple syrup.
Επόμενη στάση για 1-1μιση ώρα ήταν στην πολύ μικρή πόλη Niagara on the lake, που είναι κλασικός συνδιασμός για εκδρομές στους καταρρακτές. Συμπαθητική πόλη, χωρίς βέβαια να έχει κάτι να δεις ή να κάνεις παρά μια βόλτα, εικάζω ότι το καλοκαίρι θα είναι ωραία να περάσεις την ώρα σου παραλιακά στη αχανή λίμνη Οντάριο που βρίσκεται η πόλη.
Σε αυτή την περιοχή, και καθώς είχαμε βγει από το βασικό αυτοκινητόδρομο σε πιο rural δρόμους, έβλεπες πολύ ωραία και μεγάλα σπίτια, ενώ εκεί υπάρχουν και πολλά estate που παράγουν ice wine, ένα είδος γλυκού οίνου (dessert wine). To ice wine παράγεται από σταφύλια που έχουν παγώσει (εξού και το όνομα), οπότε παράγεται σε χώρες που έχουν τέτοιο κλίμα. Ο Καναδάς είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο, περισσότερο από όλες τις υπόλοιπες χώρες μαζί, με την πολιτεία του Οντάριο να παράγει το 90% στο Καναδά, βρισκόμασταν δηλαδή στην καρδιά της παραγωγής. Εκδρομές και επισκέψεις σε estates είναι αρκετά δημοφιλής στην περιοχή και αν είχαμε περισσότερο χρόνο στην περιοχή, σίγουρα θα ήθελα να κάνω, σαν λάτρης του γλυκού οίνου. Επίσης στόχος μου ήταν να πάρω ένα μπουκάλι από το αεροδρόμιο, μιας και δεν τα βρίσκεις εύκολα στην Ευρώπη (σε λογικές τιμές).
Η τελευταία στάση μας πριν τους καταρράκτες, ήταν μια ολιγόλεπτη στάση για φωτογραφίες που έβλεπες από ψηλά το ποτάμι του Νιαγάρα (νομίζω).
Φτάνοντας στους καταρράκτες, ο ενθουσιασμός χτύπησε κατακόκκινο, το θέαμα φαινόταν εντυπωσιακό ακόμα και από τον δρόμο. Πήγαμε κατευθείαν στο μέρος που ξεκινούσαν τα καραβάκια, το εισιτήριο συμπεριλαμβανόταν στην εκδρομή, οπότε δεν χρειάστηκε να βγάλουμε εκεί. Αρκετός κόσμος προφανώς. Σημαντικό να αναφέρω ότι οι βαρκάδες δεν γίνονται καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, ξεκινάνε κάπου στις αρχές Απριλίου μέχρι το τέλος Νοεμβρίου, αλλά αυτό είναι και ανάλογα τις καιρικές συνθήκες κάθε χρόνο.
Η βαρκάδα θεωρώ είναι must για κάποιον που επισκέπτεται τους καταρράκτες, τους απολαμβάνεις από πολύ κοντά και συνειδητοποιείς το μεγαλείο τους και την ομορφιά τους. Φυσικά, αν κάτσεις στο πάνω κατάστρωμα που είναι ανοιχτό θα κάνεις ένα πολύ καλό μπάνιο, αυτά τα πλαστικά αδιάβροχα που προσφέρουν δεν κάνουν τίποτα. Τρομερή εμπειρία, τη συνιστώ με τα χίλια!
Όταν τελείωσε η βαρκάδα κάναμε βόλτες στην περιοχή από πάνω, χωρίς βέβαια να προχωρήσουμε πιο μέσα στην πόλη που βρίσκεται εκεί (που φαινόταν και λίγο κιτς η αλήθεια είναι).
Μετά δυστυχώς έφτασε η ώρα αναχώρησης, ούτε φαγητό δεν προλάβαμε να φάμε καθιστοί σαν άνθρωποι, στο χέρι το πήραμε τρέχοντας για το σημείο συνάντησεις που είχαμε αργήσει κανά πεντάλεπτο, μην φύγει το πούλμαν χωρίς εμάς. Το βραδάκι κάναμε βόλτες κέντρο, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο πλάνο.
Η επόμενη μέρα ήταν η τελευταία μας στον Καναδά, αλλά οι πτήσεις μας ήταν το βράδυ, οπότε είχαμε αρκετό χρόνο για να δούμε το Τορόντο. Αφήσαμε τις βαλίτσες μας σε ένα laundromat όπου βρήκαμε μέσω μιας εφαρμογής που φύλαξης βαλιτσών και ξεκινήσαμε με το πόδια προς κέντρο, μέσα σε ένα ελαφρύ ψιλόβροχο. Είχαμε ως στόχο να πάμε στη St Lawrence Market, μια πολύ παλιά, κλειστή αγορά. Κάναμε διάφορες στάσεις μέχρι να φτάσουμε εκεί, η πόλη παρόλο που είναι μεγαλούπολη δεν είναι τόσο busy όσο η Νέα Υόρκη ας πούμε και ο κόσμος μοιάζει πιο χαλαρός. Η αγορά δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο για τουρίστες, αλλά είχε ωραία προιόντα να αγοράσεις αν μένεις εκεί.
Στη συνέχεια πήραμε ένα ferry και πήγαμε προς τα νησάκια που βρίσκονται εκεί δίπλα (10-15 λεπτά με το φέρι), και συγκεκριμένα στο Ward's Island, μιας και με μία γρήγορη έρευνα που έκανα, φάνηκε να ήταν αυτό που άξιζε περισσότερο για επίσκεψη. Ξαφνικά με το που φτάνεις στο νήσι, χάνεται η βαβούρα της πόλης και νιώθεις ότι είσαι στην εξοχή, παρόλο που μπορούσες να δεις το downtown Toronto σε απόσταση αναπνοής. Πολύ ωραία σπιτάκια με ωραίους κήπους, έχει σίγουρα κάποιους μόνιμους κατοίκους, αλλά εικάζω ότι κάποια από αυτά τα σπίτια είναι εξοχικά. Κάναμε τις βόλτες μας εκεί, μου άρεσε αρκετά, θα ήθελα να είχα παραπάνω χρόνο να δω και τα υπόλοια νησιά, αλλά και να ήμουν εκεί τη νύχτα για να δω το φωτισμένο Τορόντο. Τους καλοκαιρινούς μήνες πρέπει να είναι και πιο ωραία.
Στην επιστροφή από το νησί δεν είχαμε πολύ χρόνο, βρήκαμε ένα πολύ ωραίο ταϊλανδέζικο μαγαζί (PAI) για φαγητό και μετά πήγαμε να πάρουμε τις βαλίτσες μας και πήγαμε στο αεροδρόμιο.
Ένα πολύ ωραίο ταξίδι που θα θυμάμαι για πάντα έφτανε στο τέλος του.