taxidaki
Member
- Μηνύματα
- 68
- Likes
- 78
- Ταξίδι-Όνειρο
- Θιβέτ
Το πρώτο Σαββατοκύριακο του Οκτώβρη, μας βρήκε (εμένα και τον σύζυγό μου) στην Κωνσταντινούπολη. Οδηγός μου, μια φωτογραφία και πολλοί γνωστοί και άγνωστοι φίλοι που με την ψήφο τους σε διαγωνισμό φωτογραφίας, με έστειλαν να γνωρίσω από κοντά την “Πόλη των Πόλεων”, να την αφουγκραστώ, να τη μυρίσω, να τη γευτώ και να τη φωτογραφίσω.
Το ταξίδι διαρκεί κάτι λιγότερο από 1 ώρα και η Aegean στέκεται άψογη στις υποχρεώσεις και την εγκυρότητα της πτήσης. Δεν προλαβαίνεις καλά καλά να διαβάσεις ένα κεφάλαιο από το βιβλίο σου ή τις σημειώσεις σου για το ταξίδι και …τσουπ! έφτασες. Ο καιρός ήταν υπέροχος (ακριβώς όπως στην Αθήνα), η ώρα είναι η ίδια με της Ελλάδας κι έτσι το μόνο που έχεις να κάνεις είναι συνάλλαγμα από ευρώ σε λίρα. Αν πρόκειται να πάτε, θα σας πρότεινα να μην κάνετε συνάλλαγμα στην Ελλάδα, αλλά σε ανταλλακτήρια της Κωνσταντινούπολης. Συμφέρει περισσότερο και τα πιο πολλά δεν έχουν comission (σε αντίθεση με του αεροδρομίου μας, που κρατάει 9 ευρώ). Είναι εύκολο να κάνεις τους υπολογισμούς, μια που 1 ευρώ αντιστοιχεί σχεδόν σε 2 τούρκικες λίρες.
Για τη μεταφορά μας από το αεροδρόμιο προς το Sultanahmet όπου θα μέναμε, επιλέξαμε το μετρό και το τραμ. Πανεύκολος τρόπος μετακίνησης και γλιτώνεις από τους τρελαμένους οδηγούς ταξί που δεν φημίζονται για τις οδηγικές τους ικανότητες και την ψυχραιμία τους. Το κόστος των μεταφορικών μέσων στην Κωνσταντινούπολη είναι σχετικά χαμηλό (2 λίρες) και σε όλες τις στάσεις υπάρχουν μηχανήματα που σου μετατρέπουν τα χρήματα στις μαγικές “μάρκες” που θα σου ανοίξουν την είσοδο (μεταλλικές μπάρες) προς τη μετακίνησή σου.
Μια που φτάσαμε το απόγευμα του Σαββάτου και δεν προλαβαίναμε να δούμε κάποιο από τα μνημεία, αποφασίσαμε αφού τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο Faros (που οφείλω να πω ότι ήταν υπέροχο τόσο ως θέση, άνεση και διακόσμηση όσο και σαν εξυπηρέτηση και συστήνω ανεπιφύλακτα) να κάνουμε μία βόλτα μέχρι τη γέφυρα του Γαλατά και να φωτογραφίσω την Αγιά Σοφιά κάτω από το φως του ηλιοβασιλέματος, όπως οι φωτογραφίες που έβλεπα και με έκαναν να ζηλεύω όποιον έχει επισκεφθεί την Πόλη. Μέχρι να φτάσουμε στη Γέφυρα, περάσαμε από την πλατεία Sultanahmet, το Μπλε Τζαμί, την Αγια Σοφιά και αφού περιπλανηθήκαμε στα σοκάκια που ξετυλίγονται πίσω της, ακολουθώντας τις γραμμές του τραμ, φτάσαμε στη γέφυρα.
Πάνω της απίστευτα πολύς ο κόσμος, ντόπιοι και τουρίστες, σε σημείο να μην καταφέρνεις να δεις τίποτα…να μην μπορείς να νιώσεις την πόλη, να δυσκολεύεσαι να κινηθείς. Για φωτογραφίες δεν το συζητώ, εκτός κι αν σκοπός σου είναι αν φωτογραφίσεις το πλήθος!
Παράλληλα με τους περιπατητές, στην άκρη της γέφυρας στέκονται επίδοξοι ψαράδες που με τα καλάμια τους και λογής-λογής δολώματα ψάχνουν την τύχη τους στα νερά του Βοσπόρου.
Η πρώτη μας βραδιά έκλεισε με υπέροχους κεφτέδες και αρνάκι, με αναψυκτικό, στο “Tarihi Stultanahmet koftecici selim usta”. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα συνειδητοποιήσει πως η θρησκεία τους, απαγορεύει το ποτό σε τέτοιο σημείο που πρέπει να ψάξεις για εστιατόρια που σερβίρουν μπύρα, κρασί ή ρακί (araka όπως λέγεται εκεί). Για γλυκό προτιμήσαμε ένα από τα μαγαζιά της περιοχής, όπου φάγαμε μπακλαβαδάκια με φυστίκι και υπέροχα μαντολάτα (επίσης με φυστίκι).
Η Κυριακή είναι πιο ήσυχη το πρωί. Οι τουρίστες σιγά σιγά βρίσκουν το δρόμο τους προς τα αξιοθέατα, ενώ οι ντόπιοι ακόμη δεν εχουν ξεχυθεί στους δρόμους της Πόλης. Πρώτο μας μέλημα να επισκεφθούμε την Αγιά Σοφιά. Πριν από αυτό όμως, επιβάλλεται ένα ελληνικό κατ’εμάς, τούρκικο κατ’αυτούς καφεδάκι. Το φλυτζάνι εντυπωσιακότατο, η γεύση κλασσική.
Έξω από την Αγιά Σοφιά, μας περιμένει μια έκπληξη όχι ευχάριστη…μία ουρά πολλών (εκατοντάδων θα έλεγα) μέτρων, καθώς και μία διαδήλωση έξω από το Ναό, από μουσουλμάνους που υποστήριζαν πως “Η Αγια Σοφιά είναι τζαμί και όχι μουσείο”, μας έκαναν να αλλάξουμε τα σχέδιά μας και να κατευθυνθούμε απέναντι, προς την υπόγεια Βασιλική Δεξαμενή, γνωστή ώς Basilica cisterna.
Ήταν από τα αξιοθέατα που είχα βάλει στις προτεραιότητές μου για αυτό το ταξίδι, και πραγματικά άξιζε τη μικρή αναμονή στην ουρά. Μόλις φτάνεις στον υπόγειο χώρο, ξεδιπλώνονται μπροστά σου 336 μαρμάρινες κολώνες, σε Ιωνικό, Δωρικό και Κορινθιακό ρυθμό, με τις σιλουέτες τους να καθρεφτίζονται στα νερά και τα χρυσόψαρα να κολυμπάνε ανάμεσά τους, ενώ ο ατμοσφαιρικός φωτισμός να δημιουργεί το μυστήριο που αρμόζει σε ένα μνημείο που χρονολογείται από το 535 μ.Χ. Αξιόλογο στοιχείο της Δεξαμενής, αποτελούν τα δύο κεφάλια μέδουσας που βρίσκονται σε 2 από τις κολώνες.
Μετά από μισή ώρα περίπου, έφτασε η στιγμή που βγήκαμε από τα έγκατα και αντίκρισα την Αγιά Σοφιά από την πλαϊνή της όψη. Η ουρά προς την είσοδο το ίδιο μεγάλη και τα πνεύματα αρκετά τεταμένα. To σύντομο ταξίδι μας, δεν μας δίνει την πολυτέλεια της αναμονής κι έτσι αποφασίζουμε να αφήσουμε για τη Δευτέρα το πρωί την επίσκεψή μας στο εσωτερικό της.
Ο δρόμος στη συνέχεια μας βγάζει στο Τόπ Καπί… η υπέροχη θέα και η τεράστια έκταση, μας αφήνει άφωνους. Παραφωνία 2 τύποι με χατζάρες ντυμένοι σαν πασάδες που φωτογραφίζονταν με τους επισκέπτες μέσα στα τουριστικά πλαίσια που δεν αφήνουν την Πόλη να ανασάνει. Οι κήποι, οι φιλικές γάτες, οι τουρίστες από όλο τον κόσμο, ο Βόσπορος, έρχονται σε
αντίθεση με τους Τούρκους στρατιώτες που κινούνται στους εξωτερικούς χώρους του παλατιού και υποσυνείδητα σου διακόπτουν την τουριστική σου χαλαρότητα. Σε συνδυασμό δε, με τις σημαίες που ανεμίζουν παντού, νιώθεις την καρδιά σου να σφίγγει για έναν τόπο που δεν έχει ίχνος ελληνισμού. Να πω την αλήθεια, περίμενα να αφουγκραστώ το ελληνικό στοιχείο, έστω και με μεγάλη προσπάθεια, αλλά δυστυχώς, έχουν καταφέρει να το κρύψουν καλά. Μόνο μια σημαία του Ελληνικού Προξενείου στο “Πέρα”, έκανε το χαμόγελο να σκάσει στα χείλη μου. Κι ας μη δηλώνω ποτέ υπερήφανη που είμαι Ελληνίδα…εκεί τα πράγματα ήταν αλλιώς!
Φεύγοντας από το Τοπ Καπί, και αφού περιπλανηθήκαμε λιγάκι στους δρόμους που τις καθημερινές γίνεται το παζάρι, αράξαμε σε τοπικό μαγαζάκι δίπλα στο Τζαμί Σουλειμανιγιέ (το μεγαλύτερο τζαμί της Πόλης), και απολαύσαμε καφεδάκι και φρεσκοστημένο χυμό από Ρόδι με παραδοσιακό κουλούρι (σαν της Θεσσαλονίκης δεν ήταν). Ο χυμός από Ρόδι, όπως και ο χυμός από πορτοκάλι, είναι ευρέως διαδεδομένοι στην Κωνσταντινούπολη και παντού μπορείτε να τους απολαύσετε με 5 λίρες.
Μετά και από αυτό το διαλειμματάκι, ξεκινήσαμε για μια βόλτα στο Βόσπορο. Φτάσαμε στο Eminonu και από παντού ηχούσαν στα αυτιά μας “Βόσπορους Βόσπορους“…κράχτες που προσπαθούν να περισυλλέξουν όσο το δυνατόν περισσότερους ενδιαφερόμενους για μία βόλτα στον Κεράτιο κόλπο. Σταθήκαμε τυχεροί, γιατί πετύχαμε ένα υπέροχο καράβι που κάνει δίωρη κρουαζιέρα μία φορά μόνο την ημέρα στις 2:30 το μεσημέρι, με 10 λίρες, σε αντίθεση με τα μη οργανωμένα πλοιαράκια (στα οποία και προσπαθούν να σε στριμώξουν οι κράχτες), που με τα ίδια χρήματα σε μία ώρα σε έχουν κιόλας γυρίσει πίσω. (Λεπτομερειες για τη μίνι κρουαζιέρα σε επόμενο ποστ).
Αφού επιστρέψαμε με υπέροχες εικόνες και ανεβασμένη διάθεση, ξεκινήσαμε για μία βόλτα στη μεγάλη οδό, την Πέρα. Περπατώντας, φτάσαμε στο Φανάρι και από εκεί ανηφορίσαμε για τη μεγάλη οδό (που είναι πολύ της μόδας …όπως έλεγε κι η αγαπημένη Λωξάντρα). Κάποτε φιλοξενούσε όλα τα προξενεία…σήμερα, είναι ένας απόλυτα εξευρωπαϊσμένος δρόμος που σε αντίθεση με την Sultanahmet, την περπατάνε εκτός από τους τουρίστες και οι σύγχρονοι νέοι, μια που είναι ιδανικός τόπος για διασκέδαση… Στο Πέρα (ή Istiklal όπως την ονομάζουν πλέον οι Τούρκοι) μπορείς να βρεις όλες τις ευρωπαϊκές μάρκες που συναντάς σε οποιαδήποτε πόλη του εξωτερικού. Πραγματικά ένας άλλος τόπος.
Μετά από μία βόλτα κατά μήκος της Οδού, βρίσκουμε την είσοδο για την αγορά των λουλουδιών και την αγορά των ψαριών (Cicek Pasaji), όπου κάτσαμε να φάμε. Επιλέξαμε πίτα με κοκορέτσι, νοστιμιά που πρέπει να τη γευτείτε αν πάτε Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, τραβήξαμε προς την πλατεία Ταξίμ, μία από τις κεντρικότερες περιοχές της Πόλης και επιστρέφοντας ξανακάναμε μία βόλτα στην Ιστικλάλ (Πέρα).
‘Όμορφο στοιχείο, το παλιό κόκκινο τραμ που κάνει μία μικρή διαδρομή 3 στάσεων. Σε ταξιδεύει σε άλλες εποχές, που γνωρίζουμε από περιγραφές των γονιών ή των παππούδων μας, ή έχουμε δει σε ταινίες…πόσο μάλλον όταν νεαρά αγόρια, σκαρφαλώνουν στο πίσω μέρος του και ποζάρουν όλο χαμόγελα, συνηθισμένοι από τις αντιδράσεις των τουριστών.
Η ώρα έχει περάσει και ο πεζόδρομος έχει χαλαρώσει τόσο ώστε να είναι ευκολότερο να τον περπατήσεις. Φεύγοντας, περάσαμε μία βόλτα από τον επιβλητικό πύργο του Γαλατά και κατηφορίσαμε, χαζεύοντας τα γκράφιτι που “στόλιζαν” τα κατεβασμένα ρολά των καταστημάτων (σχετικά θα αναφερθώ σε επόμενο ποστ). Πήραμε το τραμ από το Kabatas και φτασαμε στη γειτονια μας, αναζητώντας ένα μέρος να χαλαρώσουμε. Επιλέξαμε ένα bar restaurant που μας είχε κανει εντύπωση από το πρωί και ήταν και δυο βήματα από το ξενοδοχείο μας. Τα πιάτα του υπέροχα (όχι παραδοσιακά) και η μουσική του ιδανική για να χαλαρώσεις και να σχολιάσεις όσα έκανες όλη την ημέρα, που ομολογουμένως ήταν γεμάτη!
Η επόμενη μέρα (Δευτέρα) μας βρήκε ξύπνιους από νωρίς, μια που έπρεπε να προλάβουμε να δούμε την Αγιά Σοφιά και το Αιγυπτιακό παζάρι, πριν πάρουμε το δρόμο της επιστροφής. Η αλήθεια βέβαια, είναι πως ο λόγος που ξυπνήσαμε από τις 6 π.μ. ήταν άλλος… Αμανές! Αμανές μακρόσυρτος, μελωδικός, δυνατός, τόσο που όσο βαθιά κι αν κοιμάσαι, αποκλείεται να μην τον ακούσεις. Δεν θυμάμαι αν μου άρεσε αυτό που ζούσα εκείνη τη στιγμή, αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι, ομολογώ πως ήταν μοναδική εμπειρία. Κατά τη διάρκεια της διαμονής μας στην Πόλη, πολλές ήταν οι φορές που ο Μουεζίνης με τη δυνατή φωνή του -και τη βοήθεια των μεγαφώνων φυσικά που δεν σε άφηναν να γλιτώσεις από το στερεοφωνικό τους ήχο- διαλαλούσε ”Αλλά ου άκμπαρ“,καλώντας τους πιστούς να προσευχηθούν, μα αυτός ο Δευτεριάτικος πρωινός αμανές, ήταν διαφορετικός…
Μετά το πρωινό μας λοιπόν και πριν το ρολόι δείξει 9, είχαμε φτάσει έξω από την πύλη της Αγιάς-Σοφιάς, όπου υπήρχαν μόνο 5-6 άτομα…χαρήκαμε που προλάβαμε την πολυκοσμία, αλλά τη χαρά μας διέκοψε απότομα ο τύπος που διαφήμιζε τις βόλτες με το τουριστικό διώροφο λεωφορείο (city view), αφού μας ενημέρωσε πως τις Δευτέρες το Μουσείο είναι κλειστό! Μας έδειξε και την ταμπέλα που το λέει, κάτι που φυσικά δεν είχαμε προσέξει την προηγούμενη μέρα μέσα στην κοσμοσυρροή διαδηλωτών και τουριστών. Να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ένιωσα τόσο άσχημα, που έψαχνα μανιωδώς το “κάθε εμπόδιο για καλό” που συνηθίζει με συντροφεύει πάντα όταν συναντώ εμπόδια. Θα ξανάρθω ίσως κάποια στιγμή, σκέφτηκα, μάζεψα τα κομμένα μου φτερά από το πάτωμα και κατευθυνθήκαμε προς την Αιγυπτιακή Αγορά των μπαχαρικών.
Η αγορά βρίσκεται πίσω από το Γενί Τζαμί και η αλήθεια είναι πως αν έχεις περπατήσει τις αγορές της Θεσσαλονίκης δεν θα νιώσεις κάποιο ιδιαίτερο δέος για την ποικιλία των εδεσμάτων που σου προσφέρει. Τα μπαχαρικά είναι όμορφα τοποθετημένα, οι μυρωδιές συγκεκριμένες και όχι ιδιαίτερα έντονες, οι φωνές σε διάφορες γλώσσες για την προσέλκυση των τουριστών, και δεν υπάρχει η άνεση να χαζέψεις, να επιλέξεις με την ησυχία σου χωρίς την πιεστική βοήθεια των κοινωνικότατων πωλητών.
Τέλος πάντων, επέλεξα το πιο ήσυχο κατάστημα, διάλεξα -με τη βοήθεια πάντα του πωλητή- τα τσαγάκια μου και τα μπαχαρικά μου, μας κέρασαν και υπέροχο αρωματικό τσάι και λουκουμάκια και πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το check out.
O χρόνος μας στην Πόλη των πόλεων έφτανε στο τέλος του και μετά το φαγητό κάναμε μία βόλτα στην κεντρική πλατεία της Sultanahmet ρουφώντας, για τελευταία φορά, τις εικόνες των τζαμιών, των ανθρώπων, του γαλάζιου ουρανού, των μαθητών που μόλις είχαν σχολάσει, των μικροπωλητών με τα καροτσάκια όπου ψήνουν κάστανα και καλαμπόκια, και της αρχόντισσας που δεν μας έκανε τη χάρη να δούμε τα εσώψυχά της!
Το ταξίδι διαρκεί κάτι λιγότερο από 1 ώρα και η Aegean στέκεται άψογη στις υποχρεώσεις και την εγκυρότητα της πτήσης. Δεν προλαβαίνεις καλά καλά να διαβάσεις ένα κεφάλαιο από το βιβλίο σου ή τις σημειώσεις σου για το ταξίδι και …τσουπ! έφτασες. Ο καιρός ήταν υπέροχος (ακριβώς όπως στην Αθήνα), η ώρα είναι η ίδια με της Ελλάδας κι έτσι το μόνο που έχεις να κάνεις είναι συνάλλαγμα από ευρώ σε λίρα. Αν πρόκειται να πάτε, θα σας πρότεινα να μην κάνετε συνάλλαγμα στην Ελλάδα, αλλά σε ανταλλακτήρια της Κωνσταντινούπολης. Συμφέρει περισσότερο και τα πιο πολλά δεν έχουν comission (σε αντίθεση με του αεροδρομίου μας, που κρατάει 9 ευρώ). Είναι εύκολο να κάνεις τους υπολογισμούς, μια που 1 ευρώ αντιστοιχεί σχεδόν σε 2 τούρκικες λίρες.
Για τη μεταφορά μας από το αεροδρόμιο προς το Sultanahmet όπου θα μέναμε, επιλέξαμε το μετρό και το τραμ. Πανεύκολος τρόπος μετακίνησης και γλιτώνεις από τους τρελαμένους οδηγούς ταξί που δεν φημίζονται για τις οδηγικές τους ικανότητες και την ψυχραιμία τους. Το κόστος των μεταφορικών μέσων στην Κωνσταντινούπολη είναι σχετικά χαμηλό (2 λίρες) και σε όλες τις στάσεις υπάρχουν μηχανήματα που σου μετατρέπουν τα χρήματα στις μαγικές “μάρκες” που θα σου ανοίξουν την είσοδο (μεταλλικές μπάρες) προς τη μετακίνησή σου.
Μια που φτάσαμε το απόγευμα του Σαββάτου και δεν προλαβαίναμε να δούμε κάποιο από τα μνημεία, αποφασίσαμε αφού τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο Faros (που οφείλω να πω ότι ήταν υπέροχο τόσο ως θέση, άνεση και διακόσμηση όσο και σαν εξυπηρέτηση και συστήνω ανεπιφύλακτα) να κάνουμε μία βόλτα μέχρι τη γέφυρα του Γαλατά και να φωτογραφίσω την Αγιά Σοφιά κάτω από το φως του ηλιοβασιλέματος, όπως οι φωτογραφίες που έβλεπα και με έκαναν να ζηλεύω όποιον έχει επισκεφθεί την Πόλη. Μέχρι να φτάσουμε στη Γέφυρα, περάσαμε από την πλατεία Sultanahmet, το Μπλε Τζαμί, την Αγια Σοφιά και αφού περιπλανηθήκαμε στα σοκάκια που ξετυλίγονται πίσω της, ακολουθώντας τις γραμμές του τραμ, φτάσαμε στη γέφυρα.
Πάνω της απίστευτα πολύς ο κόσμος, ντόπιοι και τουρίστες, σε σημείο να μην καταφέρνεις να δεις τίποτα…να μην μπορείς να νιώσεις την πόλη, να δυσκολεύεσαι να κινηθείς. Για φωτογραφίες δεν το συζητώ, εκτός κι αν σκοπός σου είναι αν φωτογραφίσεις το πλήθος!
Παράλληλα με τους περιπατητές, στην άκρη της γέφυρας στέκονται επίδοξοι ψαράδες που με τα καλάμια τους και λογής-λογής δολώματα ψάχνουν την τύχη τους στα νερά του Βοσπόρου.
Η πρώτη μας βραδιά έκλεισε με υπέροχους κεφτέδες και αρνάκι, με αναψυκτικό, στο “Tarihi Stultanahmet koftecici selim usta”. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα συνειδητοποιήσει πως η θρησκεία τους, απαγορεύει το ποτό σε τέτοιο σημείο που πρέπει να ψάξεις για εστιατόρια που σερβίρουν μπύρα, κρασί ή ρακί (araka όπως λέγεται εκεί). Για γλυκό προτιμήσαμε ένα από τα μαγαζιά της περιοχής, όπου φάγαμε μπακλαβαδάκια με φυστίκι και υπέροχα μαντολάτα (επίσης με φυστίκι).
Η Κυριακή είναι πιο ήσυχη το πρωί. Οι τουρίστες σιγά σιγά βρίσκουν το δρόμο τους προς τα αξιοθέατα, ενώ οι ντόπιοι ακόμη δεν εχουν ξεχυθεί στους δρόμους της Πόλης. Πρώτο μας μέλημα να επισκεφθούμε την Αγιά Σοφιά. Πριν από αυτό όμως, επιβάλλεται ένα ελληνικό κατ’εμάς, τούρκικο κατ’αυτούς καφεδάκι. Το φλυτζάνι εντυπωσιακότατο, η γεύση κλασσική.
Έξω από την Αγιά Σοφιά, μας περιμένει μια έκπληξη όχι ευχάριστη…μία ουρά πολλών (εκατοντάδων θα έλεγα) μέτρων, καθώς και μία διαδήλωση έξω από το Ναό, από μουσουλμάνους που υποστήριζαν πως “Η Αγια Σοφιά είναι τζαμί και όχι μουσείο”, μας έκαναν να αλλάξουμε τα σχέδιά μας και να κατευθυνθούμε απέναντι, προς την υπόγεια Βασιλική Δεξαμενή, γνωστή ώς Basilica cisterna.
Ήταν από τα αξιοθέατα που είχα βάλει στις προτεραιότητές μου για αυτό το ταξίδι, και πραγματικά άξιζε τη μικρή αναμονή στην ουρά. Μόλις φτάνεις στον υπόγειο χώρο, ξεδιπλώνονται μπροστά σου 336 μαρμάρινες κολώνες, σε Ιωνικό, Δωρικό και Κορινθιακό ρυθμό, με τις σιλουέτες τους να καθρεφτίζονται στα νερά και τα χρυσόψαρα να κολυμπάνε ανάμεσά τους, ενώ ο ατμοσφαιρικός φωτισμός να δημιουργεί το μυστήριο που αρμόζει σε ένα μνημείο που χρονολογείται από το 535 μ.Χ. Αξιόλογο στοιχείο της Δεξαμενής, αποτελούν τα δύο κεφάλια μέδουσας που βρίσκονται σε 2 από τις κολώνες.
Μετά από μισή ώρα περίπου, έφτασε η στιγμή που βγήκαμε από τα έγκατα και αντίκρισα την Αγιά Σοφιά από την πλαϊνή της όψη. Η ουρά προς την είσοδο το ίδιο μεγάλη και τα πνεύματα αρκετά τεταμένα. To σύντομο ταξίδι μας, δεν μας δίνει την πολυτέλεια της αναμονής κι έτσι αποφασίζουμε να αφήσουμε για τη Δευτέρα το πρωί την επίσκεψή μας στο εσωτερικό της.
Ο δρόμος στη συνέχεια μας βγάζει στο Τόπ Καπί… η υπέροχη θέα και η τεράστια έκταση, μας αφήνει άφωνους. Παραφωνία 2 τύποι με χατζάρες ντυμένοι σαν πασάδες που φωτογραφίζονταν με τους επισκέπτες μέσα στα τουριστικά πλαίσια που δεν αφήνουν την Πόλη να ανασάνει. Οι κήποι, οι φιλικές γάτες, οι τουρίστες από όλο τον κόσμο, ο Βόσπορος, έρχονται σε
αντίθεση με τους Τούρκους στρατιώτες που κινούνται στους εξωτερικούς χώρους του παλατιού και υποσυνείδητα σου διακόπτουν την τουριστική σου χαλαρότητα. Σε συνδυασμό δε, με τις σημαίες που ανεμίζουν παντού, νιώθεις την καρδιά σου να σφίγγει για έναν τόπο που δεν έχει ίχνος ελληνισμού. Να πω την αλήθεια, περίμενα να αφουγκραστώ το ελληνικό στοιχείο, έστω και με μεγάλη προσπάθεια, αλλά δυστυχώς, έχουν καταφέρει να το κρύψουν καλά. Μόνο μια σημαία του Ελληνικού Προξενείου στο “Πέρα”, έκανε το χαμόγελο να σκάσει στα χείλη μου. Κι ας μη δηλώνω ποτέ υπερήφανη που είμαι Ελληνίδα…εκεί τα πράγματα ήταν αλλιώς!
Φεύγοντας από το Τοπ Καπί, και αφού περιπλανηθήκαμε λιγάκι στους δρόμους που τις καθημερινές γίνεται το παζάρι, αράξαμε σε τοπικό μαγαζάκι δίπλα στο Τζαμί Σουλειμανιγιέ (το μεγαλύτερο τζαμί της Πόλης), και απολαύσαμε καφεδάκι και φρεσκοστημένο χυμό από Ρόδι με παραδοσιακό κουλούρι (σαν της Θεσσαλονίκης δεν ήταν). Ο χυμός από Ρόδι, όπως και ο χυμός από πορτοκάλι, είναι ευρέως διαδεδομένοι στην Κωνσταντινούπολη και παντού μπορείτε να τους απολαύσετε με 5 λίρες.
Μετά και από αυτό το διαλειμματάκι, ξεκινήσαμε για μια βόλτα στο Βόσπορο. Φτάσαμε στο Eminonu και από παντού ηχούσαν στα αυτιά μας “Βόσπορους Βόσπορους“…κράχτες που προσπαθούν να περισυλλέξουν όσο το δυνατόν περισσότερους ενδιαφερόμενους για μία βόλτα στον Κεράτιο κόλπο. Σταθήκαμε τυχεροί, γιατί πετύχαμε ένα υπέροχο καράβι που κάνει δίωρη κρουαζιέρα μία φορά μόνο την ημέρα στις 2:30 το μεσημέρι, με 10 λίρες, σε αντίθεση με τα μη οργανωμένα πλοιαράκια (στα οποία και προσπαθούν να σε στριμώξουν οι κράχτες), που με τα ίδια χρήματα σε μία ώρα σε έχουν κιόλας γυρίσει πίσω. (Λεπτομερειες για τη μίνι κρουαζιέρα σε επόμενο ποστ).
Αφού επιστρέψαμε με υπέροχες εικόνες και ανεβασμένη διάθεση, ξεκινήσαμε για μία βόλτα στη μεγάλη οδό, την Πέρα. Περπατώντας, φτάσαμε στο Φανάρι και από εκεί ανηφορίσαμε για τη μεγάλη οδό (που είναι πολύ της μόδας …όπως έλεγε κι η αγαπημένη Λωξάντρα). Κάποτε φιλοξενούσε όλα τα προξενεία…σήμερα, είναι ένας απόλυτα εξευρωπαϊσμένος δρόμος που σε αντίθεση με την Sultanahmet, την περπατάνε εκτός από τους τουρίστες και οι σύγχρονοι νέοι, μια που είναι ιδανικός τόπος για διασκέδαση… Στο Πέρα (ή Istiklal όπως την ονομάζουν πλέον οι Τούρκοι) μπορείς να βρεις όλες τις ευρωπαϊκές μάρκες που συναντάς σε οποιαδήποτε πόλη του εξωτερικού. Πραγματικά ένας άλλος τόπος.
Μετά από μία βόλτα κατά μήκος της Οδού, βρίσκουμε την είσοδο για την αγορά των λουλουδιών και την αγορά των ψαριών (Cicek Pasaji), όπου κάτσαμε να φάμε. Επιλέξαμε πίτα με κοκορέτσι, νοστιμιά που πρέπει να τη γευτείτε αν πάτε Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, τραβήξαμε προς την πλατεία Ταξίμ, μία από τις κεντρικότερες περιοχές της Πόλης και επιστρέφοντας ξανακάναμε μία βόλτα στην Ιστικλάλ (Πέρα).
‘Όμορφο στοιχείο, το παλιό κόκκινο τραμ που κάνει μία μικρή διαδρομή 3 στάσεων. Σε ταξιδεύει σε άλλες εποχές, που γνωρίζουμε από περιγραφές των γονιών ή των παππούδων μας, ή έχουμε δει σε ταινίες…πόσο μάλλον όταν νεαρά αγόρια, σκαρφαλώνουν στο πίσω μέρος του και ποζάρουν όλο χαμόγελα, συνηθισμένοι από τις αντιδράσεις των τουριστών.
Η ώρα έχει περάσει και ο πεζόδρομος έχει χαλαρώσει τόσο ώστε να είναι ευκολότερο να τον περπατήσεις. Φεύγοντας, περάσαμε μία βόλτα από τον επιβλητικό πύργο του Γαλατά και κατηφορίσαμε, χαζεύοντας τα γκράφιτι που “στόλιζαν” τα κατεβασμένα ρολά των καταστημάτων (σχετικά θα αναφερθώ σε επόμενο ποστ). Πήραμε το τραμ από το Kabatas και φτασαμε στη γειτονια μας, αναζητώντας ένα μέρος να χαλαρώσουμε. Επιλέξαμε ένα bar restaurant που μας είχε κανει εντύπωση από το πρωί και ήταν και δυο βήματα από το ξενοδοχείο μας. Τα πιάτα του υπέροχα (όχι παραδοσιακά) και η μουσική του ιδανική για να χαλαρώσεις και να σχολιάσεις όσα έκανες όλη την ημέρα, που ομολογουμένως ήταν γεμάτη!
Η επόμενη μέρα (Δευτέρα) μας βρήκε ξύπνιους από νωρίς, μια που έπρεπε να προλάβουμε να δούμε την Αγιά Σοφιά και το Αιγυπτιακό παζάρι, πριν πάρουμε το δρόμο της επιστροφής. Η αλήθεια βέβαια, είναι πως ο λόγος που ξυπνήσαμε από τις 6 π.μ. ήταν άλλος… Αμανές! Αμανές μακρόσυρτος, μελωδικός, δυνατός, τόσο που όσο βαθιά κι αν κοιμάσαι, αποκλείεται να μην τον ακούσεις. Δεν θυμάμαι αν μου άρεσε αυτό που ζούσα εκείνη τη στιγμή, αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι, ομολογώ πως ήταν μοναδική εμπειρία. Κατά τη διάρκεια της διαμονής μας στην Πόλη, πολλές ήταν οι φορές που ο Μουεζίνης με τη δυνατή φωνή του -και τη βοήθεια των μεγαφώνων φυσικά που δεν σε άφηναν να γλιτώσεις από το στερεοφωνικό τους ήχο- διαλαλούσε ”Αλλά ου άκμπαρ“,καλώντας τους πιστούς να προσευχηθούν, μα αυτός ο Δευτεριάτικος πρωινός αμανές, ήταν διαφορετικός…
Μετά το πρωινό μας λοιπόν και πριν το ρολόι δείξει 9, είχαμε φτάσει έξω από την πύλη της Αγιάς-Σοφιάς, όπου υπήρχαν μόνο 5-6 άτομα…χαρήκαμε που προλάβαμε την πολυκοσμία, αλλά τη χαρά μας διέκοψε απότομα ο τύπος που διαφήμιζε τις βόλτες με το τουριστικό διώροφο λεωφορείο (city view), αφού μας ενημέρωσε πως τις Δευτέρες το Μουσείο είναι κλειστό! Μας έδειξε και την ταμπέλα που το λέει, κάτι που φυσικά δεν είχαμε προσέξει την προηγούμενη μέρα μέσα στην κοσμοσυρροή διαδηλωτών και τουριστών. Να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ένιωσα τόσο άσχημα, που έψαχνα μανιωδώς το “κάθε εμπόδιο για καλό” που συνηθίζει με συντροφεύει πάντα όταν συναντώ εμπόδια. Θα ξανάρθω ίσως κάποια στιγμή, σκέφτηκα, μάζεψα τα κομμένα μου φτερά από το πάτωμα και κατευθυνθήκαμε προς την Αιγυπτιακή Αγορά των μπαχαρικών.
Η αγορά βρίσκεται πίσω από το Γενί Τζαμί και η αλήθεια είναι πως αν έχεις περπατήσει τις αγορές της Θεσσαλονίκης δεν θα νιώσεις κάποιο ιδιαίτερο δέος για την ποικιλία των εδεσμάτων που σου προσφέρει. Τα μπαχαρικά είναι όμορφα τοποθετημένα, οι μυρωδιές συγκεκριμένες και όχι ιδιαίτερα έντονες, οι φωνές σε διάφορες γλώσσες για την προσέλκυση των τουριστών, και δεν υπάρχει η άνεση να χαζέψεις, να επιλέξεις με την ησυχία σου χωρίς την πιεστική βοήθεια των κοινωνικότατων πωλητών.
Τέλος πάντων, επέλεξα το πιο ήσυχο κατάστημα, διάλεξα -με τη βοήθεια πάντα του πωλητή- τα τσαγάκια μου και τα μπαχαρικά μου, μας κέρασαν και υπέροχο αρωματικό τσάι και λουκουμάκια και πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το check out.
O χρόνος μας στην Πόλη των πόλεων έφτανε στο τέλος του και μετά το φαγητό κάναμε μία βόλτα στην κεντρική πλατεία της Sultanahmet ρουφώντας, για τελευταία φορά, τις εικόνες των τζαμιών, των ανθρώπων, του γαλάζιου ουρανού, των μαθητών που μόλις είχαν σχολάσει, των μικροπωλητών με τα καροτσάκια όπου ψήνουν κάστανα και καλαμπόκια, και της αρχόντισσας που δεν μας έκανε τη χάρη να δούμε τα εσώψυχά της!
Attachments
-
71,1 KB Προβολές: 65