psilos3
Member
- Μηνύματα
- 6.649
- Likes
- 51.325
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ο μεγάλος & απρόβλεπτος σχεδιασμός της εκδρομής
- Μια τετραετία μετά…
- Νησιά & ποτά, τι πιο σύνηθες!
- Έχει όαση το Περού;
- Ώρα για βουνά
- Από νωρίς, με την αντάρα
- Η συνέχεια στην Sacred Valley
- Ollantaytambo για λίγο ακόμη
- Ξεκινώντας για το θαύμα
- Machu Picchu μέρος 2ο κι αλλαγή πόλης
- Cuzco, απ’ την αρχή ως τη βροχή
- Η αναζήτηση συνεχίζεται
- Centro Historico και πέριξ
- Ως την τελευταία νύχτα στις Άνδεις
- Εκδρομή στην Ιερή Κοιλάδα
- Μυθική πόλη για λίγο ακόμα & επιστροφή στην πρωτεύουσα
- Το ιστορικό κέντρο της Λίμα
- Μέχρι να φτάσει το βράδυ
- Τι, αυτό ήταν όλο κι όλο;
- Απολογισμός & συμπεράσματα 🇵🇪
Ώρα για βουνά
Μετά από έναν εξαιρετικό ύπνο κι ένα τυπικό νόστιμο πρωινό κατεβήκαμε στη ρεσεψιόν για να περιμένουμε τον οδηγό του transfer που έφτασε στην ώρα του, με το ρεσεψιονίστ να βοηθάει αρχικά στη μετάφραση προκειμένου να μας βρει και στη συνέχεια να μου πετάει κι ένα «happy birthday για προχθές», μιας που είχε παρατηρήσει την ημερομηνία στο διαβατήριο μου.
Προορισμός το αεροδρόμιο της πόλης, βλέποντας άλλη μια φορά τις αν μη τι άλλο αντιφατικές εικόνες της διαδρομής.
Ήμασταν δυόμισι ώρες νωρίτερα σ΄αυτό και με την πτήση να μην έχει εμφανιστεί ακόμα στον πίνακα ανακοινώσεων σκοτώσαμε το χρόνο μας σε μερικές μπυρίτσες. Τι να κάνεις, να περάσει η ώρα, δε είχε και τίποτα της προκοπής το αεροδρόμιο πέρα από φαγάδικα με μεγάλο όμως συνωστισμό.
Πάλι καλά που η εντελώς γεμάτη πτήση αναχώρησε στον προβλεπόμενο χρόνο της, με την ευλαβική τήρηση της επιβίβασης να μας κάνει εντύπωση, φτάνοντας μια ώρα περίπου μετά στο αεροδρόμιο του Κούσκο:
Βρήκαμε γρήγορα τον οδηγό μας και ξεκινήσαμε αμέσως τη δύσκολη όπως αποδείχτηκε διαδρομή, με το μποτιλιάρισμα της ιστορικής πόλης να είναι έντονο με το καλησπέρα σας, ιδιαίτερα ως να βγούμε απ’ αυτήν, γεγονός όμως που με βοήθησε να αντιληφθώ παρατηρώντας για πρώτη φορά τόσο καλά που ακριβώς βρίσκομαι.
Το κεφάλαιο «Άνδεις» μόλις είχε ανοίξει, με όσα βλέπαμε να δίνουν την ψευδαίσθηση πως δεν είμαστε απλά τουρίστες αλλά συμμετέχοντες σε ντοκυμανταίρ. Ανθρώπινες φιγούρες που έβλεπα για πρώτη φορά στη ζωή μου, υπέροχα τοπία & πανύψηλα βουνά. Με λίγα λόγια, ιερή κοιλάδα:
Ο οδηγός μας άφησε μετά από δυο ώρες στην κεντρική πλατεία του Ollantaytambo καθώς δεν υπήρχε λόγος να ψάχνει στα πεζοδρομημένα στενάκια. Θα το κάναμε εμείς, βρίσκοντας το όμορφο hostel πολύ εύκολα, διαλέγοντας μάλιστα επιτόπου το δωμάτιο που μας άρεσε μεταξύ των δύο διαθεσίμων, κάνοντας και μια επιπλέον συνεννόηση για την εκδρομή που είχαμε κατά νου την επομένη.
Με την ώρα να πλησιάζει τις επτά και το σκοτάδι να ‘χει ήδη πέσει ετοιμαστήκαμε και βγήκαμε την πρώτη αναγνωριστική βόλτα στο εκπληκτικό αυτό χωριουδάκι των Άνδεων που τόσα και τόσα είχαμε ακούσει:
Περάσαμε τα στενά με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική των κτηρίων που βασιζόντουσαν πάνω σε απομεινάρια των παλαιοτέρων όπως είναι γνωστό, καταλήγοντας στην κεντρική πλατεία με τα πολλά βανάκια και μοτοταξί:
Περιττό να πω ότι το μέρος είναι ιδιαίτερα τουριστικό όπως είναι λογικό, με την Plaza Principal να περιστοιχίζεται από διάφορα μαγαζάκια για φαγητό, ποτό, αναμνηστικά κι όλα αυτά τα κλασσικά. Για κάποιο περίεργα αστείο λόγο έκανα απευθείας σύνδεση του χωριού στο μυαλό μου με το Μέτσοβο, κάτι που μ’ έκανε να γελάσω δυνατά. Ας το πούμε έτσι για λόγους ευκολίας.
Το πρώτο που είχαμε κατά νου ήταν να κάνουμε 300$ συνάλλαγμα και μαντέψτε σε τι ανταλλακτήριο έγινε αυτό. Καλά βλέπετε, δεν είναι μόνο μπακάλικο αυτό που περιμένει ο Νίκος να του φέρουν τα περουβιανά χρήματα:
Η λογική μας (ανεξαιρέτως φαρμακευτικής αγωγής) ήταν να ξεκινήσουμε απ’ αυτό το μέρος που βρίσκεται στα 2800 μέτρα ως μια πρώτη προσαρμογή στο υψόμετρο. Προς ώρας δεν είχαμε καταλάβει το παραμικρό, προχωρώντας ακάθεκτοι στο καθιερωμένο καλωσόρισμα. Πολύ αργήσαμε εδώ που τα λέμε (παιδιά βάλτε και καμιά ταμπέλα δε καταλάβαμε περί τίνος πρόκειται):
Πάνω που καθόμασταν κι απολαμβάναμε τη μπύρα μας στο τραπεζάκι μπροστά από ένα μπαλκόνι με ανοικτές πόρτες, αντιληφθήκαμε τη παρουσία αρκετού κόσμου σε συνδυασμό με ψαλμωδίες. Πάσχα των καθολικών, μ’ ένα έθιμο σαν τον επιτάφιο (δε γνωρίζω αν είναι το ίδιο) να λαμβάνει χώρα τη στιγμή εκείνη στους δρόμους του Olla:
Ήταν ώρα για μερικές ακόμη βόλτες στο Μέτσοβο των Άνδεων, που μόνο πολυσύχναστο δε το έλεγε κανείς. Μα που έχουν πάει όλοι;
Ελάχιστοι ντόπιοι, κυρίως γύρω απ’ την πλατεία με το άγαλμα του Manco Inca, και κάποιοι διάσπαρτοι τουρίστες σαν εμάς μία στο τόσο:
Η συνέχεια μας απαιτούσε παραδόξως φαγητό, έτσι συνεχίσαμε και προς αναζήτηση εστιατορίου πέρα απ’ τα υπόλοιπα, φτάνοντας και στο γεφυράκι πάνω απ’ το χείμαρρο που οδηγεί στο σιδηροδρομικό σταθμό:
Δεν αργήσαμε να στρωθούμε σε τραπέζι μιας και λίγο – πολύ όλα τα καταστήματα μας φαινόντουσαν παρόμοια, ίσως είναι αυτός κι ο λόγος που δε συγκράτησα επωνυμίες. Η πείνα μας ήταν μεγάλη, αποφασίζοντας πέρα απ’ τις μπύρες μας να έρθουμε για πρώτη φορά σε επαφή με τη ντόπια κουζίνα δοκιμάζοντας φιλέτο Αλπάκα, συνοδείας ρυζιού, πατάτας Άνδεων, σαλάτας κι ακόμα ένα μεζέ με λουκάνικο, συζητώντας παράλληλα μ’ ένα ζευγάρι Καλιφορνέζων που στρώθηκαν για ποτό στο διπλανό τραπέζι. Εξαιρετικά όλα ένα προς ένα:
Το φαγητό μας έκατσε ωραία και κόστισε φυσιολογικά (περίπου 20€ όλα), οδηγώντας μας σχεδόν αυθόρμητα σ’ ένα ωραίο υπερυψωμένο και σχεδόν άδειο μπαρ της πλατείας προκειμένου να πιούμε κανένα χωνευτικό:
Αντιλαμβάνεστε πως δε χρειαζόταν πολλή σκέψη προκειμένου να καταλήξουμε στο εθνικό cocktail του Περού, το λεγόμενο Pisco Sour που όλοι μας είχαν προτρέψει να δοκιμάσουμε κι όχι μόνο ένα. Καλά δεν είμαστε τύποι που θα πίναμε μόνο ένα έτσι κι αλλιώς, καθισμένοι όμορφα κι ωραία σ’ ένα σκαμπό στο μπαλκονάκι του μπαρ:
Το μόνο που σίγουρα δε θέλαμε εκείνη την ωραία ώρα της ηρεμίας ήταν μια σουρωμένη Γαλλίδα που μας έπιασε την πάρλα σχεδόν αμέσως και μας ζάλισε τον έρωτα, θέλοντας να μας κεράσει κιόλας. Προσπαθούσαμε να την κόψουμε ευγενικά, μέχρι που τη διαολόστειλε ο Νίκος στα Ελληνικά όταν μας ξεστόμισε μια αμίμητη ατάκα περί αρχαίων πολιτισμών, βάζοντας πλάι στον Ελληνικό, στον Αιγυπτιακό κι αυτόν των Ίνκας το Γαλλικό. Ρε που τον βρήκατε τον πολιτισμό οι Γάλλοι, πλάκα μας κάνεις; Μας έκοψε και τη φόρα που ‘χαμε πάρει με τα κοκτειλάκια, όχι τίποτε άλλο…
Έτσι με την αγαπημένη μας συνήθεια ολοκληρώθηκε κι αυτή η ενδιαφέρουσα σίγουρα ημέρα, αφού γυρίσαμε μετά τις 12 στο χόστελ.
Από την επόμενη ξεκινούσαν κιόλας τα πολύ πιο εντυπωσιακά…
Μετά από έναν εξαιρετικό ύπνο κι ένα τυπικό νόστιμο πρωινό κατεβήκαμε στη ρεσεψιόν για να περιμένουμε τον οδηγό του transfer που έφτασε στην ώρα του, με το ρεσεψιονίστ να βοηθάει αρχικά στη μετάφραση προκειμένου να μας βρει και στη συνέχεια να μου πετάει κι ένα «happy birthday για προχθές», μιας που είχε παρατηρήσει την ημερομηνία στο διαβατήριο μου.
Προορισμός το αεροδρόμιο της πόλης, βλέποντας άλλη μια φορά τις αν μη τι άλλο αντιφατικές εικόνες της διαδρομής.
Ήμασταν δυόμισι ώρες νωρίτερα σ΄αυτό και με την πτήση να μην έχει εμφανιστεί ακόμα στον πίνακα ανακοινώσεων σκοτώσαμε το χρόνο μας σε μερικές μπυρίτσες. Τι να κάνεις, να περάσει η ώρα, δε είχε και τίποτα της προκοπής το αεροδρόμιο πέρα από φαγάδικα με μεγάλο όμως συνωστισμό.
Πάλι καλά που η εντελώς γεμάτη πτήση αναχώρησε στον προβλεπόμενο χρόνο της, με την ευλαβική τήρηση της επιβίβασης να μας κάνει εντύπωση, φτάνοντας μια ώρα περίπου μετά στο αεροδρόμιο του Κούσκο:
Βρήκαμε γρήγορα τον οδηγό μας και ξεκινήσαμε αμέσως τη δύσκολη όπως αποδείχτηκε διαδρομή, με το μποτιλιάρισμα της ιστορικής πόλης να είναι έντονο με το καλησπέρα σας, ιδιαίτερα ως να βγούμε απ’ αυτήν, γεγονός όμως που με βοήθησε να αντιληφθώ παρατηρώντας για πρώτη φορά τόσο καλά που ακριβώς βρίσκομαι.
Το κεφάλαιο «Άνδεις» μόλις είχε ανοίξει, με όσα βλέπαμε να δίνουν την ψευδαίσθηση πως δεν είμαστε απλά τουρίστες αλλά συμμετέχοντες σε ντοκυμανταίρ. Ανθρώπινες φιγούρες που έβλεπα για πρώτη φορά στη ζωή μου, υπέροχα τοπία & πανύψηλα βουνά. Με λίγα λόγια, ιερή κοιλάδα:
Ο οδηγός μας άφησε μετά από δυο ώρες στην κεντρική πλατεία του Ollantaytambo καθώς δεν υπήρχε λόγος να ψάχνει στα πεζοδρομημένα στενάκια. Θα το κάναμε εμείς, βρίσκοντας το όμορφο hostel πολύ εύκολα, διαλέγοντας μάλιστα επιτόπου το δωμάτιο που μας άρεσε μεταξύ των δύο διαθεσίμων, κάνοντας και μια επιπλέον συνεννόηση για την εκδρομή που είχαμε κατά νου την επομένη.
Με την ώρα να πλησιάζει τις επτά και το σκοτάδι να ‘χει ήδη πέσει ετοιμαστήκαμε και βγήκαμε την πρώτη αναγνωριστική βόλτα στο εκπληκτικό αυτό χωριουδάκι των Άνδεων που τόσα και τόσα είχαμε ακούσει:
Περάσαμε τα στενά με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική των κτηρίων που βασιζόντουσαν πάνω σε απομεινάρια των παλαιοτέρων όπως είναι γνωστό, καταλήγοντας στην κεντρική πλατεία με τα πολλά βανάκια και μοτοταξί:
Περιττό να πω ότι το μέρος είναι ιδιαίτερα τουριστικό όπως είναι λογικό, με την Plaza Principal να περιστοιχίζεται από διάφορα μαγαζάκια για φαγητό, ποτό, αναμνηστικά κι όλα αυτά τα κλασσικά. Για κάποιο περίεργα αστείο λόγο έκανα απευθείας σύνδεση του χωριού στο μυαλό μου με το Μέτσοβο, κάτι που μ’ έκανε να γελάσω δυνατά. Ας το πούμε έτσι για λόγους ευκολίας.
Το πρώτο που είχαμε κατά νου ήταν να κάνουμε 300$ συνάλλαγμα και μαντέψτε σε τι ανταλλακτήριο έγινε αυτό. Καλά βλέπετε, δεν είναι μόνο μπακάλικο αυτό που περιμένει ο Νίκος να του φέρουν τα περουβιανά χρήματα:
Η λογική μας (ανεξαιρέτως φαρμακευτικής αγωγής) ήταν να ξεκινήσουμε απ’ αυτό το μέρος που βρίσκεται στα 2800 μέτρα ως μια πρώτη προσαρμογή στο υψόμετρο. Προς ώρας δεν είχαμε καταλάβει το παραμικρό, προχωρώντας ακάθεκτοι στο καθιερωμένο καλωσόρισμα. Πολύ αργήσαμε εδώ που τα λέμε (παιδιά βάλτε και καμιά ταμπέλα δε καταλάβαμε περί τίνος πρόκειται):
Πάνω που καθόμασταν κι απολαμβάναμε τη μπύρα μας στο τραπεζάκι μπροστά από ένα μπαλκόνι με ανοικτές πόρτες, αντιληφθήκαμε τη παρουσία αρκετού κόσμου σε συνδυασμό με ψαλμωδίες. Πάσχα των καθολικών, μ’ ένα έθιμο σαν τον επιτάφιο (δε γνωρίζω αν είναι το ίδιο) να λαμβάνει χώρα τη στιγμή εκείνη στους δρόμους του Olla:
Ήταν ώρα για μερικές ακόμη βόλτες στο Μέτσοβο των Άνδεων, που μόνο πολυσύχναστο δε το έλεγε κανείς. Μα που έχουν πάει όλοι;
Ελάχιστοι ντόπιοι, κυρίως γύρω απ’ την πλατεία με το άγαλμα του Manco Inca, και κάποιοι διάσπαρτοι τουρίστες σαν εμάς μία στο τόσο:
Η συνέχεια μας απαιτούσε παραδόξως φαγητό, έτσι συνεχίσαμε και προς αναζήτηση εστιατορίου πέρα απ’ τα υπόλοιπα, φτάνοντας και στο γεφυράκι πάνω απ’ το χείμαρρο που οδηγεί στο σιδηροδρομικό σταθμό:
Δεν αργήσαμε να στρωθούμε σε τραπέζι μιας και λίγο – πολύ όλα τα καταστήματα μας φαινόντουσαν παρόμοια, ίσως είναι αυτός κι ο λόγος που δε συγκράτησα επωνυμίες. Η πείνα μας ήταν μεγάλη, αποφασίζοντας πέρα απ’ τις μπύρες μας να έρθουμε για πρώτη φορά σε επαφή με τη ντόπια κουζίνα δοκιμάζοντας φιλέτο Αλπάκα, συνοδείας ρυζιού, πατάτας Άνδεων, σαλάτας κι ακόμα ένα μεζέ με λουκάνικο, συζητώντας παράλληλα μ’ ένα ζευγάρι Καλιφορνέζων που στρώθηκαν για ποτό στο διπλανό τραπέζι. Εξαιρετικά όλα ένα προς ένα:
Το φαγητό μας έκατσε ωραία και κόστισε φυσιολογικά (περίπου 20€ όλα), οδηγώντας μας σχεδόν αυθόρμητα σ’ ένα ωραίο υπερυψωμένο και σχεδόν άδειο μπαρ της πλατείας προκειμένου να πιούμε κανένα χωνευτικό:
Αντιλαμβάνεστε πως δε χρειαζόταν πολλή σκέψη προκειμένου να καταλήξουμε στο εθνικό cocktail του Περού, το λεγόμενο Pisco Sour που όλοι μας είχαν προτρέψει να δοκιμάσουμε κι όχι μόνο ένα. Καλά δεν είμαστε τύποι που θα πίναμε μόνο ένα έτσι κι αλλιώς, καθισμένοι όμορφα κι ωραία σ’ ένα σκαμπό στο μπαλκονάκι του μπαρ:
Το μόνο που σίγουρα δε θέλαμε εκείνη την ωραία ώρα της ηρεμίας ήταν μια σουρωμένη Γαλλίδα που μας έπιασε την πάρλα σχεδόν αμέσως και μας ζάλισε τον έρωτα, θέλοντας να μας κεράσει κιόλας. Προσπαθούσαμε να την κόψουμε ευγενικά, μέχρι που τη διαολόστειλε ο Νίκος στα Ελληνικά όταν μας ξεστόμισε μια αμίμητη ατάκα περί αρχαίων πολιτισμών, βάζοντας πλάι στον Ελληνικό, στον Αιγυπτιακό κι αυτόν των Ίνκας το Γαλλικό. Ρε που τον βρήκατε τον πολιτισμό οι Γάλλοι, πλάκα μας κάνεις; Μας έκοψε και τη φόρα που ‘χαμε πάρει με τα κοκτειλάκια, όχι τίποτε άλλο…
Έτσι με την αγαπημένη μας συνήθεια ολοκληρώθηκε κι αυτή η ενδιαφέρουσα σίγουρα ημέρα, αφού γυρίσαμε μετά τις 12 στο χόστελ.
- Που θα τη πιούμε τη τελευταία κάνοντας κι ένα τσιγάρο φίλε;
- Θέλει και ρώτημα; Στο πλυσταριό…
Από την επόμενη ξεκινούσαν κιόλας τα πολύ πιο εντυπωσιακά…
Last edited: