psilos3
Member
- Μηνύματα
- 6.649
- Likes
- 51.327
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ο μεγάλος & απρόβλεπτος σχεδιασμός της εκδρομής
- Μια τετραετία μετά…
- Νησιά & ποτά, τι πιο σύνηθες!
- Έχει όαση το Περού;
- Ώρα για βουνά
- Από νωρίς, με την αντάρα
- Η συνέχεια στην Sacred Valley
- Ollantaytambo για λίγο ακόμη
- Ξεκινώντας για το θαύμα
- Machu Picchu μέρος 2ο κι αλλαγή πόλης
- Cuzco, απ’ την αρχή ως τη βροχή
- Η αναζήτηση συνεχίζεται
- Centro Historico και πέριξ
- Ως την τελευταία νύχτα στις Άνδεις
- Εκδρομή στην Ιερή Κοιλάδα
- Μυθική πόλη για λίγο ακόμα & επιστροφή στην πρωτεύουσα
- Το ιστορικό κέντρο της Λίμα
- Μέχρι να φτάσει το βράδυ
- Τι, αυτό ήταν όλο κι όλο;
- Απολογισμός & συμπεράσματα 🇵🇪
Ως την τελευταία νύχτα στις Άνδεις
Η κλεψύδρα άδειαζε γι’ άλλη μια φορά σε μια εξ’ αρχής πεπιεσμένη εκδρομή. Όχι πως ο χρόνος περνάει διαφορετικά στο Περού, αλλά το Περού χρειάζεται το χρόνο του, κάτι που το καταλαβαίναμε και από πρώτο χέρι.
Έπρεπε να διανύσουμε μια απόσταση κοντά στα 3 χιλιόμετρα ευτυχώς σε απόλυτη ευθεία μέσω της Avenida El Sol με σκοπό να συνδυάσουμε το τερπνόν μετά του ωφελίμου, αντικρύζοντας για ακόμα μια διαδρομή πολύ ωραίες εικόνες στα μάτια μας, όπως για παράδειγμα η σημαία της πόλης συχνά-πυκνά αλλά και μια υπέροχη τοιχογραφία με το παρελθόν της:
Πάνω που ο δρόμος άρχισε ν’ αλλάζει μιας και η λεωφόρος του ήλιου έφτανε στο τέλος της, βρεθήκαμε σ’ ένα πάρκο με το όνομα Plaza maradona (μη ρωτάτε από πού προκύπτει, ιδέα δεν έχω, έτσι το βρίσκω), μια μεγάλη νησίδα ουσιαστικά καταμεσής δύο δρόμων, με το κύριο γνώρισμα του να είναι οι χρυσές μικρογραφίες από χαρακτηριστικά μνημεία και σύμβολα της περιοχής, κάτι που δεν είχαμε στα υπόψιν μας:
Αυτό που θέσαμε ως στόχο το είχαμε πετύχει, μιας και είχαμε μπροστά μας το τεράστιο χάλκινο άγαλμα του inca Pachacutec στην επιβλητική πέτρινη βάση του. Ο Pachacutec ήταν ο σημαντικότερος ηγεμόνας της Αυτοκρατορίας των Ίνκας, με το μνημείο του να συμβολίζει τη δύναμη και τη σοφία των Ίνκας σε όλη την ιστορία τους, αλλά και την επέκταση της επικράτειας του:
Βέβαια είχαμε ξεφύγει αρκετά από το ιστορικό κέντρο, κι όπως μπορείτε να δείτε οι εικόνες γύρω μας ήταν κάπως διαφορετικές, πλην όμως ξεχωριστές. Δυστυχώς δεν είχαμε ανακαλύψει το «Mirador Cusco» που ήταν πάνω απ’ τα κεφάλια μας, μ’ ένα ακόμα τεράστιο Ινκάς άγαλμα που κοιτάει προς την πόλη, θα ήταν μια καλή ευκαιρία γι’ ανάβαση:
Ο σκοπός μας ήταν να φτάσουμε σ’ ένα εστιατόριο εκτός τουριστικών πλάνων για το οποίο είχαμε σύσταση, όμως η γειτονιά στην οποία προχωρούσαμε για λίγη ώρα έμοιαζε ερημική. Δε ξέρω και δεν καταλάβαμε αν ήταν έτσι γενικά ή λόγω μεγάλης Παρασκευής, πιθανότερο το δεύτερο, ωστόσο με τα πάντα κλειστά δεν είχαμε λόγο να μείνουμε λεπτό παραπάνω, γυρνώντας άμεσα μ’ ένα ταξί κόστους 8 Sol στο ιστορικό κέντρο:
Η πείνα μας είχε βαρέσει ώρα πριν, έτσι με το που φτάσαμε στο γνωστό στενό της Triunfo, στρωθήκαμε στο εστιατόριο «Nuna Raymi» που βρίσκεται κάτω από την Ιρλανδική και είχε σταμπαριστεί, ειδικότερα μόλις είδα την πολύ καλή του βαθμολογία στους χάρτες google. Εξαιρετικό παραδοσιακό φαγητό, μοσχάρι με ντομάτες και κρεμμύδια και για τους δύο, μαζί με μια πίτσα στον ξυλόφουρνο που την έβλεπα μέρες και τη λιγουρευόμουν:
Απίστευτα σκασμένοι φύγαμε για τα επόμενα κι εν προκειμένω να περπατήσουμε λίγο για να χωνέψουμε, αφού πρώτα κάναμε και μερικά ψώνια για μας. Είχαμε ακόμη ένα σκοπό, να κλείσουμε με το πρόγραμμα της αυριανής ημέρας, κάτι που ήθελε αν μη τι άλλο καλό ψάξιμο, κινώντας έτσι προς τα πρακτορεία του κέντρου που βρίσκονται κοντά στο παρκάκι απέναντι από τη βασιλική της Menor de la Merced και την προτομή του Juan B Zubiaga, ήρωα του Περου-Βολιβιανού πολέμου:
Έχοντας πάρει κάποιες συστάσεις από τα πρακτορεία αλλά τρώγοντας παράλληλα και κάποιες μεγάλες φόλες από θέμα κόστους ανηφορίσαμε προς το χοστελ με τις εικόνες της μαγικής αυτής πόλης να μας συνοδεύουν, εικόνες που δε χορταίνεις όσες φορές κι αν ξαναδείς σε τόσες μέρες:
Από ένα φαρμακείο αγοράσαμε μερικές ακόμη σακούλες με καραμέλες κόκας προκειμένου να φέρουμε στην Ελλάδα, και κατόπιν συζήτησης μια συσκευασία με φύλλα κόκας από έναν πάγκο της αγοράς που απαγορευόταν φυσικά να φέρουμε στην Ελλάδα, αλλά έπρεπε οπωσδήποτε να δοκιμάσουμε. Δε γίνεται να μη το κάναμε, στο Περού βρισκόμασταν!
Για την ιστορία το μάσημα ήταν μια αηδία και μισή (μου θύμισε τα παιδικά μου χρόνια που έτρωγα γρασίδι κατά λάθος, μιλάμε για σίχαμα) ενώ από την άλλη το τσάι που ψήσαμε λίγη ώρα μετά ήταν κάπως πιο υποφερτό…
Ήταν δεύτερη συνεχόμενη μέρα που ο σύντομος απογευματινός ύπνος έμοιαζε απαραίτητος, πόσο μάλλον με τους ουρανούς (πάλι) να έχουν ανοίξει, με τη διαφορά πως αυτή τη φορά αντί να καταμουσκευτούμε νανουριζόμασταν, κάτω από 5 (ολογράφως πέντε το ξαναλέω) κουβέρτες έκαστος. Μπορείτε να καταλάβετε τι συνέβη από τις εικόνες που αντικρύσαμε μόλις βγήκαμε για τη βόλτα μας:
Μπορεί να περνούσαμε θαυμάσια αλλά έπρεπε ν’ ανακαλύψουμε κι άλλα ωραία στέκια σ’ αυτή την πόλη, κάτι που είχαμε καθυστερήσει κάπως να κάνουμε, στρίβοντας έτσι προς την Tecsecocha όπως και τη προηγούμενη νύχτα που συγκεντρώνει αρκετή από τη νυχτερινή ζωή του κέντρου:
Η παράδοση με τα υπόγεια μπαρ συνεχίστηκε, με ένα εξ’ αυτών να είναι το «Blackbird Club» μία από τις εξαιρετικές περιπτώσεις καταστήματος με ωραίες παρουσίες, ζωντανή ροκ μουσική και πολύ παγωμένες μπυρίτσες.
Μας έκανε εντύπωση ένα ποτό που τιμούσαν όλοι οι ντόπιοι, κάτι σαν τσάι προφανώς με αλκοόλ, κάτι που είχαμε δει και την περασμένη βραδιά και παραδόξως δε δοκιμάσαμε!
Κι αφού αφήσαμε τα υπόγεια πιάσαμε τα ύψη, με την επόμενη μπαράρα που έφερε το όνομα «Rock House Cusco» να βρίσκεται στον πρώτο όροφο μιας πολυκατοικίας. Παραγγείλαμε την ώρα που μία από τις μπάντες της βραδιάς κούρδιζε προκειμένου να ξεκινήσει, όλα αυτά γύρω στη μία το βράδυ:
Το live ξεκίνησε και μόνο ροκ δεν ήταν, αλλά metal, ατόφιο και καθαρό Thrash, κάτι που μ’ έκανε να μνημονεύσω τον @Señor_Nada για άλλη μια φορά στην εκδρομή, παρόλο που δε θυμόμουν αν έγραψε ή όχι για τέτοιο μπαρ στη δική του περιγραφή για τη χώρα. Οι «γείτονες» Βραζιλιάνοι Sepultura είχαν την τιμητική τους στη λίστα τραγουδιών της μπάντας, μ’ εμένα να συνδυάζω όσα άκουγα φορώντας τη φρεσκοπλυμένη μπλούζα του Άρη, τηρώντας πιστά το δόγμα και παλιό σύνθημα των 90’s (Άρης – Κουλτούρα – Sepultura).
Άντε, ας ρίξω κι ένα από τα πολλά που ακούσαμε εκείνο το βράδυ έτσι για το γούστο:
Πρέπει να ήταν περασμένες τρεις όταν βγήκαμε γεμάτοι μουσικές κι αλκοόλ από τη βραδιά, με τους καπνούς του πάγκου ψησίματος να μας τραβάνε σα μαγνήτης, όπως και η εικόνα με τα σουβλάκια και την καρφωμένη πατατούλα πάνω τους:
Η κλεψύδρα άδειαζε γι’ άλλη μια φορά σε μια εξ’ αρχής πεπιεσμένη εκδρομή. Όχι πως ο χρόνος περνάει διαφορετικά στο Περού, αλλά το Περού χρειάζεται το χρόνο του, κάτι που το καταλαβαίναμε και από πρώτο χέρι.
Έπρεπε να διανύσουμε μια απόσταση κοντά στα 3 χιλιόμετρα ευτυχώς σε απόλυτη ευθεία μέσω της Avenida El Sol με σκοπό να συνδυάσουμε το τερπνόν μετά του ωφελίμου, αντικρύζοντας για ακόμα μια διαδρομή πολύ ωραίες εικόνες στα μάτια μας, όπως για παράδειγμα η σημαία της πόλης συχνά-πυκνά αλλά και μια υπέροχη τοιχογραφία με το παρελθόν της:
Πάνω που ο δρόμος άρχισε ν’ αλλάζει μιας και η λεωφόρος του ήλιου έφτανε στο τέλος της, βρεθήκαμε σ’ ένα πάρκο με το όνομα Plaza maradona (μη ρωτάτε από πού προκύπτει, ιδέα δεν έχω, έτσι το βρίσκω), μια μεγάλη νησίδα ουσιαστικά καταμεσής δύο δρόμων, με το κύριο γνώρισμα του να είναι οι χρυσές μικρογραφίες από χαρακτηριστικά μνημεία και σύμβολα της περιοχής, κάτι που δεν είχαμε στα υπόψιν μας:
Αυτό που θέσαμε ως στόχο το είχαμε πετύχει, μιας και είχαμε μπροστά μας το τεράστιο χάλκινο άγαλμα του inca Pachacutec στην επιβλητική πέτρινη βάση του. Ο Pachacutec ήταν ο σημαντικότερος ηγεμόνας της Αυτοκρατορίας των Ίνκας, με το μνημείο του να συμβολίζει τη δύναμη και τη σοφία των Ίνκας σε όλη την ιστορία τους, αλλά και την επέκταση της επικράτειας του:
Βέβαια είχαμε ξεφύγει αρκετά από το ιστορικό κέντρο, κι όπως μπορείτε να δείτε οι εικόνες γύρω μας ήταν κάπως διαφορετικές, πλην όμως ξεχωριστές. Δυστυχώς δεν είχαμε ανακαλύψει το «Mirador Cusco» που ήταν πάνω απ’ τα κεφάλια μας, μ’ ένα ακόμα τεράστιο Ινκάς άγαλμα που κοιτάει προς την πόλη, θα ήταν μια καλή ευκαιρία γι’ ανάβαση:
Ο σκοπός μας ήταν να φτάσουμε σ’ ένα εστιατόριο εκτός τουριστικών πλάνων για το οποίο είχαμε σύσταση, όμως η γειτονιά στην οποία προχωρούσαμε για λίγη ώρα έμοιαζε ερημική. Δε ξέρω και δεν καταλάβαμε αν ήταν έτσι γενικά ή λόγω μεγάλης Παρασκευής, πιθανότερο το δεύτερο, ωστόσο με τα πάντα κλειστά δεν είχαμε λόγο να μείνουμε λεπτό παραπάνω, γυρνώντας άμεσα μ’ ένα ταξί κόστους 8 Sol στο ιστορικό κέντρο:
Η πείνα μας είχε βαρέσει ώρα πριν, έτσι με το που φτάσαμε στο γνωστό στενό της Triunfo, στρωθήκαμε στο εστιατόριο «Nuna Raymi» που βρίσκεται κάτω από την Ιρλανδική και είχε σταμπαριστεί, ειδικότερα μόλις είδα την πολύ καλή του βαθμολογία στους χάρτες google. Εξαιρετικό παραδοσιακό φαγητό, μοσχάρι με ντομάτες και κρεμμύδια και για τους δύο, μαζί με μια πίτσα στον ξυλόφουρνο που την έβλεπα μέρες και τη λιγουρευόμουν:
Απίστευτα σκασμένοι φύγαμε για τα επόμενα κι εν προκειμένω να περπατήσουμε λίγο για να χωνέψουμε, αφού πρώτα κάναμε και μερικά ψώνια για μας. Είχαμε ακόμη ένα σκοπό, να κλείσουμε με το πρόγραμμα της αυριανής ημέρας, κάτι που ήθελε αν μη τι άλλο καλό ψάξιμο, κινώντας έτσι προς τα πρακτορεία του κέντρου που βρίσκονται κοντά στο παρκάκι απέναντι από τη βασιλική της Menor de la Merced και την προτομή του Juan B Zubiaga, ήρωα του Περου-Βολιβιανού πολέμου:
Έχοντας πάρει κάποιες συστάσεις από τα πρακτορεία αλλά τρώγοντας παράλληλα και κάποιες μεγάλες φόλες από θέμα κόστους ανηφορίσαμε προς το χοστελ με τις εικόνες της μαγικής αυτής πόλης να μας συνοδεύουν, εικόνες που δε χορταίνεις όσες φορές κι αν ξαναδείς σε τόσες μέρες:
Από ένα φαρμακείο αγοράσαμε μερικές ακόμη σακούλες με καραμέλες κόκας προκειμένου να φέρουμε στην Ελλάδα, και κατόπιν συζήτησης μια συσκευασία με φύλλα κόκας από έναν πάγκο της αγοράς που απαγορευόταν φυσικά να φέρουμε στην Ελλάδα, αλλά έπρεπε οπωσδήποτε να δοκιμάσουμε. Δε γίνεται να μη το κάναμε, στο Περού βρισκόμασταν!
Για την ιστορία το μάσημα ήταν μια αηδία και μισή (μου θύμισε τα παιδικά μου χρόνια που έτρωγα γρασίδι κατά λάθος, μιλάμε για σίχαμα) ενώ από την άλλη το τσάι που ψήσαμε λίγη ώρα μετά ήταν κάπως πιο υποφερτό…
Ήταν δεύτερη συνεχόμενη μέρα που ο σύντομος απογευματινός ύπνος έμοιαζε απαραίτητος, πόσο μάλλον με τους ουρανούς (πάλι) να έχουν ανοίξει, με τη διαφορά πως αυτή τη φορά αντί να καταμουσκευτούμε νανουριζόμασταν, κάτω από 5 (ολογράφως πέντε το ξαναλέω) κουβέρτες έκαστος. Μπορείτε να καταλάβετε τι συνέβη από τις εικόνες που αντικρύσαμε μόλις βγήκαμε για τη βόλτα μας:
- Δε πάμε κανένα Republica del Pisco να πιούμε ένα – δύο ν’ ανοίξει το μάτι; Θα ‘χει και ζωντανή μουσική, ωραία θα ‘ναι.
- Και δε πάμε, άμα βρούμε και χώρο στο κεντρικό μπαρ ακόμη καλύτερα:
Μπορεί να περνούσαμε θαυμάσια αλλά έπρεπε ν’ ανακαλύψουμε κι άλλα ωραία στέκια σ’ αυτή την πόλη, κάτι που είχαμε καθυστερήσει κάπως να κάνουμε, στρίβοντας έτσι προς την Tecsecocha όπως και τη προηγούμενη νύχτα που συγκεντρώνει αρκετή από τη νυχτερινή ζωή του κέντρου:
Η παράδοση με τα υπόγεια μπαρ συνεχίστηκε, με ένα εξ’ αυτών να είναι το «Blackbird Club» μία από τις εξαιρετικές περιπτώσεις καταστήματος με ωραίες παρουσίες, ζωντανή ροκ μουσική και πολύ παγωμένες μπυρίτσες.
Μας έκανε εντύπωση ένα ποτό που τιμούσαν όλοι οι ντόπιοι, κάτι σαν τσάι προφανώς με αλκοόλ, κάτι που είχαμε δει και την περασμένη βραδιά και παραδόξως δε δοκιμάσαμε!
Κι αφού αφήσαμε τα υπόγεια πιάσαμε τα ύψη, με την επόμενη μπαράρα που έφερε το όνομα «Rock House Cusco» να βρίσκεται στον πρώτο όροφο μιας πολυκατοικίας. Παραγγείλαμε την ώρα που μία από τις μπάντες της βραδιάς κούρδιζε προκειμένου να ξεκινήσει, όλα αυτά γύρω στη μία το βράδυ:
Το live ξεκίνησε και μόνο ροκ δεν ήταν, αλλά metal, ατόφιο και καθαρό Thrash, κάτι που μ’ έκανε να μνημονεύσω τον @Señor_Nada για άλλη μια φορά στην εκδρομή, παρόλο που δε θυμόμουν αν έγραψε ή όχι για τέτοιο μπαρ στη δική του περιγραφή για τη χώρα. Οι «γείτονες» Βραζιλιάνοι Sepultura είχαν την τιμητική τους στη λίστα τραγουδιών της μπάντας, μ’ εμένα να συνδυάζω όσα άκουγα φορώντας τη φρεσκοπλυμένη μπλούζα του Άρη, τηρώντας πιστά το δόγμα και παλιό σύνθημα των 90’s (Άρης – Κουλτούρα – Sepultura).
Άντε, ας ρίξω κι ένα από τα πολλά που ακούσαμε εκείνο το βράδυ έτσι για το γούστο:
Πρέπει να ήταν περασμένες τρεις όταν βγήκαμε γεμάτοι μουσικές κι αλκοόλ από τη βραδιά, με τους καπνούς του πάγκου ψησίματος να μας τραβάνε σα μαγνήτης, όπως και η εικόνα με τα σουβλάκια και την καρφωμένη πατατούλα πάνω τους:
- Να το πάρουμε το ρίσκο φίλε;
- Είσαι σίγουρος; Θα ‘θελα να τσιμπήσω αλλά το φοβάμαι λίγο.
- Ναι μωρέ, καλό φαίνεται, τι να καταλάβουμε!
Last edited: