Vinicunca or Palcoyo
Τα δύο χρωματιστά βουνά του Περού. Σε ποιο όμως απο τα δύο να πάμε; Έτσι άρχισα να ψάχνω για επιπλέον πληροφορίες που θα με βοηθούσαν να αποφασίσω.
Το Vinicunca αγγίζει τα 5200 σε υψόμετρο, θέλει περίπου 3-4 ώρες για να φτάσεις στην κορυφή, κάνει κρύο καθώς βρίσκεται κοντά στο χιονισμένο βουνό Ausangate έχει μέτριο προς μεγάλο βαθμό δυσκολίας και βλέπεις ένα βουνό.
Απο την άλλη, το Palcoyo φτάνει υψομετρικά τα 4900, θέλεις 1 ώρα περίπου εύκολης πεζοπορίας δεν κάνει κρύο και βλέπεις 3 βουνά.
Η απόφαση πάρθηκε εύκολα. Θέλαμε να κάνουμε μια εκδρομή χωρίς να μας βγει η γλώσσα και επειδή απο όσα σχόλια διάβασα για το Vinicunca τα περισσότερα ανέφεραν ότι η πεζοπορία του αποτελεί πρόκληση για τους επισκέπτες, με ελαφρά την καρδία επιλέξαμε το palcoyo.
Ξεκινήσαμε λοιπόν απο το Cusco, η εκδρομή είχε κλειστεί απο το Dos Manos και με άλλες δύο Περουβιανές και τον ξεναγό πήραμε το δρόμο για το χρωματιστό βουνό γεμάτοι αγωνία και απορία συνάμα για το αν πρόκειται όντως για τέτοια εναλλαγή χρωμάτων ή αν αποτελεί αποτέλεσμα photoshop.
Κάναμε γύρω στις 2-2.30 ώρες να φτάσουμε. Ο οδηγός-ξεναγός δεν φαινόταν να ξέρει το δρόμο και απο ένα σημείο και μετά ρωτούσε συνεχώς του περαστικούς. Όσο ανεβαίναμε τόσο άρχιζε το κεφάλι να βουίζει, η αναπνοή να δυσκολεύει και σε κάθε απότομη κίνηση με έπιανε ζαλάδα.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο στο parking και αρχίσαμε σιγά σιγά να ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια που έχει στην αρχή. Έπειτα ο δρόμος έγινε ελαφρώς ανηφορικός αλλά πολύ εύκολος. Πραγματικά το μόνο πράγμα που σε δυσκολεύει είναι το υψόμετρο. Στην αρχή σχεδόν της πεζοπορίας είδαμε το απέναντι βουνό να έχει καφετί και κοκκινωπές ρίγες. Μέσα στην χαρά αρχίσαμε τις φωτογραφίες. Ο ξεναγός μας είπε να προχωρήσουμε μιας και αυτό δεν είναι τίποτα. Τα χρωματιστά βουνά στην πραγματικότητα δεν τα είχαμε δεί ακόμα. Με σύνεση, αργό βηματισμό, λίγα λόγια και οικονομία περιττών κινήσεων προχωρήσαμε για να φτάσουμε στον τελικό προορισμό και στο τρομερό αυτό θέαμα.
Ουάου! Απίστευτο. Κοιτάζαμε ξανά και ξανά το τοπίο εκστασιασμένοι. Λές και κάποιος είχε πάρει 5 κουβάδες μπογιές και τις είχε ρίξει στα βουνά απο την κορυφή μέχρι τους πρόποδες. Κόκκινα, πράσινα, καφετί, και γκρίζα χρώματα κυριαρχούσαν στο τοπίο. Δεν χόρταινε το βλέμμα και δεν μπορούσε το μυαλό να το διανοηθεί. Τα χρωματιστά βουνά ήταν εκεί, η εναλλαγή χρωμάτων έντονη και πραγματικά οι φωτογραφίες δεν μπορούν ούτε στο ελάχιστο να αποτυπώσουν όσα είδαν τα ματάκια μας. Στην κορυφή λοιπόν, στα 4900 υψόμετρο και στην απόλυτη σιωπή μπιπ μπιπ ξαφνικά μήνυμα στο viber. Σκάσαμε στα γέλια!
Η μια κοπέλα που ήταν στην παρέα μας είχε επισκεφτεί πρόσφατα το Vinicunca και μας είπε ότι ήταν πολύ δύσκολο, λίγο πριν την κορυφή έπρεπε να πιαστείς απο ένα σκοινί για να ανέβεις αν και σε όλη την διαδρομή είχε ντόπιους με γαϊδουράκια για όποιον δυσκολευόταν να συνεχίσει πεζός. Επίσης, μας ανέφερε ότι το Vinicunca είχε 1-2 χρώματα παραπάνω απο το Palcoyo αλλά στο σύνολο προτιμάει το Palcoyo γιατί είναι σαφώς ευκολότερο και το τοπίο είναι βουκολικό, σε όλη την διαδρομή βλέπεις αμέτρητα αλπάκα και λάμα να βόσκουν ελεύθερα στη φύση.
Στο βουνό είμασταν εμείς οι 5 και όταν φεύγαμε ερχόταν άλλη μια παρέα.
Το μοναδικό μελανό σημείο της συγκεκριμένης εκδρομής ήταν το κοριτσάκι που συναντήσαμε στην κορυφή με τα χείλη και τα χέρια σκασμένα απο τις κακουχίες και το οποίο περίμενε καρτερικά τους καλοθρεμμένους τουρίστες να του δώσουν κατιτίς. Η μια κοπέλα που ήταν μαζί μας του έδωσε μια μπανάνα και αυτό γύρισε πλάτη και την έφαγε γρήγορα γρήγορα για να μην του ζητήσει μερίδιο η αδερφή του που ανέβαινε εκείνη την ώρα για να του αφήσει μια υποτυπώδη κουβερτούλα.
Δύσκολες οι συνθήκες για τους ανθρώπους που ζουν στην ύπαιθρο. Παιδιά που θα έπρεπε να παίζουν και να διαβάζουν αναγκάζονται να δουλεύουν ή να ζητούν ελεημοσύνη για να συμβάλουν στον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Καλό θα είναι λοιπόν όποιος επισκεφτεί αυτά τα μέρη και θέλει να έχει μαζί του κάποια τρόφιμα για να τα δώσει στους ανθρώπους και στα παιδιά που θα συναντήσει.
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής και όσο κατεβαίναμε τόσο ο οργανισμός και η αναπνοή μας επανερχόταν στην πρότερη κατάσταση. Κάναμε στάση κάπου στο πουθενά για φαγητό και το απογευματάκι να 'μαστε πίσω στο Cusco. Ήταν η τελευταία μας βραδιά και το βράδυ είχε ceviche.
Πήγαμε λοιπόν σε ένα σεβιτσάδικο στην plaza de Armas παραγγείλαμε, εγώ πήρα και ένα pisco sour και της είπα να μου το κάνει light. Αφού πήρε την παραγγελία λοιπόν την βλέπω να πηγαίνει απέναντι στον υπολογιστή στον οποίον είχα οπτική επαφή και να προσπαθεί στο google translate να γράψει την λέξη light.. Αλλά επειδή δεν την έγραφε σωστά και άκρη δεν έβγαζε, έριξε τα μούτρα της και ξαναήρθε για διευκρινιστικές ερωτήσεις. Μας φέρνουν λοιπόν τα πιάτα και τον σύζυγο αρχίζουν να τον ζώνουν τα φίδια μιας και μέχρι εκείνη την ώρα δεν είχε καταλάβει τι είναι το ceviche.. Έφαγε όπως όπως 5-6 κουταλιές, η κοπέλα που την πήρε χαμπάρι ήρθε να μας πεί εάν θέλουμε να πάρουμε κάτι άλλο, αρνηθήκαμε ευγενικά και μετά απο λίγο φύγαμε. Λέει θα πάω στο KFC. Αμ έλα που είχε κλείσει κι έτσι κοιμήθηκε νηστικός. Πάντως έμαθε τι είναι το ceviche..
Την επόμενη το πρωί κάναμε μια τελευταία βόλτα στο Cusco, αγοράσαμε τα τελευταία σουβενίρ, επισκεφτήκαμε το Μουσείο των Ίνκας στο οποίο οι περισσότερες αίθουσες ήταν κλειστές οπότε δεν είδαμε απολύτως τίποτα, το Μουσείο Τέχνης, το Μουσείο Σοκολάτας καταλήξαμε στην αγαπημένη μας αγορά San Pedro για ένα τελευταίο γεύμα και πήραμε το δρόμο για το αεροδρόμιο.
Μετά απο 1.30 ώρα πτήσης φτάνουμε στο αεροδρόμιο της Λίμα παίρνουμε ταξί και μας πάει στον κεντρικό σταθμό των λεωφορείων όπoυ είχαμε κάνει κράτηση ήδη με redbus και μετά απο 5.30 ώρες βρεθήκαμε στην Ica και απο εκεί με ταξί άλλα 10 λεπτά φτάσαμε επιτέλους στον τελικό προορισμό μας την Huacachina. Κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι φτάνουμε στο ξενοδοχείο και όσο εγώ ήμουν στην reception ο σύζυγος κλασικά απέξω για τσιγάρο και πιάνει κουβέντα με έναν νεαρό απο την Βενεζουέλα που ζούσε πλέον στην Ica και ο οποίος είχε ένα τουκ τουκ αλλά το χρησιμοποιούσε ως μεταφορικό μέσο και όχι σαν ταξί. Τι δουλειά κάνεις τον ρωτάει ο σύζυγος, είμαι καλλιτέχνης του λέει φτιάχνω κοσμήματα.
Αφού τελείωσα πήγαμε για ύπνο σε ένα δωμάτιο κάτω του μετρίου χωρίς καθόλου ηχομόνωση..
Τα δύο χρωματιστά βουνά του Περού. Σε ποιο όμως απο τα δύο να πάμε; Έτσι άρχισα να ψάχνω για επιπλέον πληροφορίες που θα με βοηθούσαν να αποφασίσω.
Το Vinicunca αγγίζει τα 5200 σε υψόμετρο, θέλει περίπου 3-4 ώρες για να φτάσεις στην κορυφή, κάνει κρύο καθώς βρίσκεται κοντά στο χιονισμένο βουνό Ausangate έχει μέτριο προς μεγάλο βαθμό δυσκολίας και βλέπεις ένα βουνό.
Απο την άλλη, το Palcoyo φτάνει υψομετρικά τα 4900, θέλεις 1 ώρα περίπου εύκολης πεζοπορίας δεν κάνει κρύο και βλέπεις 3 βουνά.
Η απόφαση πάρθηκε εύκολα. Θέλαμε να κάνουμε μια εκδρομή χωρίς να μας βγει η γλώσσα και επειδή απο όσα σχόλια διάβασα για το Vinicunca τα περισσότερα ανέφεραν ότι η πεζοπορία του αποτελεί πρόκληση για τους επισκέπτες, με ελαφρά την καρδία επιλέξαμε το palcoyo.
Ξεκινήσαμε λοιπόν απο το Cusco, η εκδρομή είχε κλειστεί απο το Dos Manos και με άλλες δύο Περουβιανές και τον ξεναγό πήραμε το δρόμο για το χρωματιστό βουνό γεμάτοι αγωνία και απορία συνάμα για το αν πρόκειται όντως για τέτοια εναλλαγή χρωμάτων ή αν αποτελεί αποτέλεσμα photoshop.
Κάναμε γύρω στις 2-2.30 ώρες να φτάσουμε. Ο οδηγός-ξεναγός δεν φαινόταν να ξέρει το δρόμο και απο ένα σημείο και μετά ρωτούσε συνεχώς του περαστικούς. Όσο ανεβαίναμε τόσο άρχιζε το κεφάλι να βουίζει, η αναπνοή να δυσκολεύει και σε κάθε απότομη κίνηση με έπιανε ζαλάδα.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο στο parking και αρχίσαμε σιγά σιγά να ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια που έχει στην αρχή. Έπειτα ο δρόμος έγινε ελαφρώς ανηφορικός αλλά πολύ εύκολος. Πραγματικά το μόνο πράγμα που σε δυσκολεύει είναι το υψόμετρο. Στην αρχή σχεδόν της πεζοπορίας είδαμε το απέναντι βουνό να έχει καφετί και κοκκινωπές ρίγες. Μέσα στην χαρά αρχίσαμε τις φωτογραφίες. Ο ξεναγός μας είπε να προχωρήσουμε μιας και αυτό δεν είναι τίποτα. Τα χρωματιστά βουνά στην πραγματικότητα δεν τα είχαμε δεί ακόμα. Με σύνεση, αργό βηματισμό, λίγα λόγια και οικονομία περιττών κινήσεων προχωρήσαμε για να φτάσουμε στον τελικό προορισμό και στο τρομερό αυτό θέαμα.
Ουάου! Απίστευτο. Κοιτάζαμε ξανά και ξανά το τοπίο εκστασιασμένοι. Λές και κάποιος είχε πάρει 5 κουβάδες μπογιές και τις είχε ρίξει στα βουνά απο την κορυφή μέχρι τους πρόποδες. Κόκκινα, πράσινα, καφετί, και γκρίζα χρώματα κυριαρχούσαν στο τοπίο. Δεν χόρταινε το βλέμμα και δεν μπορούσε το μυαλό να το διανοηθεί. Τα χρωματιστά βουνά ήταν εκεί, η εναλλαγή χρωμάτων έντονη και πραγματικά οι φωτογραφίες δεν μπορούν ούτε στο ελάχιστο να αποτυπώσουν όσα είδαν τα ματάκια μας. Στην κορυφή λοιπόν, στα 4900 υψόμετρο και στην απόλυτη σιωπή μπιπ μπιπ ξαφνικά μήνυμα στο viber. Σκάσαμε στα γέλια!
Η μια κοπέλα που ήταν στην παρέα μας είχε επισκεφτεί πρόσφατα το Vinicunca και μας είπε ότι ήταν πολύ δύσκολο, λίγο πριν την κορυφή έπρεπε να πιαστείς απο ένα σκοινί για να ανέβεις αν και σε όλη την διαδρομή είχε ντόπιους με γαϊδουράκια για όποιον δυσκολευόταν να συνεχίσει πεζός. Επίσης, μας ανέφερε ότι το Vinicunca είχε 1-2 χρώματα παραπάνω απο το Palcoyo αλλά στο σύνολο προτιμάει το Palcoyo γιατί είναι σαφώς ευκολότερο και το τοπίο είναι βουκολικό, σε όλη την διαδρομή βλέπεις αμέτρητα αλπάκα και λάμα να βόσκουν ελεύθερα στη φύση.
Στο βουνό είμασταν εμείς οι 5 και όταν φεύγαμε ερχόταν άλλη μια παρέα.
Το μοναδικό μελανό σημείο της συγκεκριμένης εκδρομής ήταν το κοριτσάκι που συναντήσαμε στην κορυφή με τα χείλη και τα χέρια σκασμένα απο τις κακουχίες και το οποίο περίμενε καρτερικά τους καλοθρεμμένους τουρίστες να του δώσουν κατιτίς. Η μια κοπέλα που ήταν μαζί μας του έδωσε μια μπανάνα και αυτό γύρισε πλάτη και την έφαγε γρήγορα γρήγορα για να μην του ζητήσει μερίδιο η αδερφή του που ανέβαινε εκείνη την ώρα για να του αφήσει μια υποτυπώδη κουβερτούλα.
Δύσκολες οι συνθήκες για τους ανθρώπους που ζουν στην ύπαιθρο. Παιδιά που θα έπρεπε να παίζουν και να διαβάζουν αναγκάζονται να δουλεύουν ή να ζητούν ελεημοσύνη για να συμβάλουν στον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Καλό θα είναι λοιπόν όποιος επισκεφτεί αυτά τα μέρη και θέλει να έχει μαζί του κάποια τρόφιμα για να τα δώσει στους ανθρώπους και στα παιδιά που θα συναντήσει.
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής και όσο κατεβαίναμε τόσο ο οργανισμός και η αναπνοή μας επανερχόταν στην πρότερη κατάσταση. Κάναμε στάση κάπου στο πουθενά για φαγητό και το απογευματάκι να 'μαστε πίσω στο Cusco. Ήταν η τελευταία μας βραδιά και το βράδυ είχε ceviche.
Πήγαμε λοιπόν σε ένα σεβιτσάδικο στην plaza de Armas παραγγείλαμε, εγώ πήρα και ένα pisco sour και της είπα να μου το κάνει light. Αφού πήρε την παραγγελία λοιπόν την βλέπω να πηγαίνει απέναντι στον υπολογιστή στον οποίον είχα οπτική επαφή και να προσπαθεί στο google translate να γράψει την λέξη light.. Αλλά επειδή δεν την έγραφε σωστά και άκρη δεν έβγαζε, έριξε τα μούτρα της και ξαναήρθε για διευκρινιστικές ερωτήσεις. Μας φέρνουν λοιπόν τα πιάτα και τον σύζυγο αρχίζουν να τον ζώνουν τα φίδια μιας και μέχρι εκείνη την ώρα δεν είχε καταλάβει τι είναι το ceviche.. Έφαγε όπως όπως 5-6 κουταλιές, η κοπέλα που την πήρε χαμπάρι ήρθε να μας πεί εάν θέλουμε να πάρουμε κάτι άλλο, αρνηθήκαμε ευγενικά και μετά απο λίγο φύγαμε. Λέει θα πάω στο KFC. Αμ έλα που είχε κλείσει κι έτσι κοιμήθηκε νηστικός. Πάντως έμαθε τι είναι το ceviche..
Την επόμενη το πρωί κάναμε μια τελευταία βόλτα στο Cusco, αγοράσαμε τα τελευταία σουβενίρ, επισκεφτήκαμε το Μουσείο των Ίνκας στο οποίο οι περισσότερες αίθουσες ήταν κλειστές οπότε δεν είδαμε απολύτως τίποτα, το Μουσείο Τέχνης, το Μουσείο Σοκολάτας καταλήξαμε στην αγαπημένη μας αγορά San Pedro για ένα τελευταίο γεύμα και πήραμε το δρόμο για το αεροδρόμιο.
Μετά απο 1.30 ώρα πτήσης φτάνουμε στο αεροδρόμιο της Λίμα παίρνουμε ταξί και μας πάει στον κεντρικό σταθμό των λεωφορείων όπoυ είχαμε κάνει κράτηση ήδη με redbus και μετά απο 5.30 ώρες βρεθήκαμε στην Ica και απο εκεί με ταξί άλλα 10 λεπτά φτάσαμε επιτέλους στον τελικό προορισμό μας την Huacachina. Κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι φτάνουμε στο ξενοδοχείο και όσο εγώ ήμουν στην reception ο σύζυγος κλασικά απέξω για τσιγάρο και πιάνει κουβέντα με έναν νεαρό απο την Βενεζουέλα που ζούσε πλέον στην Ica και ο οποίος είχε ένα τουκ τουκ αλλά το χρησιμοποιούσε ως μεταφορικό μέσο και όχι σαν ταξί. Τι δουλειά κάνεις τον ρωτάει ο σύζυγος, είμαι καλλιτέχνης του λέει φτιάχνω κοσμήματα.
Αφού τελείωσα πήγαμε για ύπνο σε ένα δωμάτιο κάτω του μετρίου χωρίς καθόλου ηχομόνωση..