interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.200
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
“Υπήρχαν αυτές οι τεράστιες διαφημιστικές πινακίδες όταν έμπαινες στον όροφο του εργαστηρίου. Μία από αυτές τις πινακίδες είχε πάνω έναν μεταλλουργό. Η κλασική εικόνα με την κουτάλα χύτευσης. Η πινακίδα ήταν κίτρινη, ο μεταλλουργός ήταν μαύρος και κάτω έγραφε “Chwała hutnikom Polski Ludowej!” (“Δοξάστε τους μεταλλουργούς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας”). Οπότε αυτή η πινακίδα στεκόταν εκεί. Το βράδυ, φυσικά, κάποιοι συνάδερφοι από την νυχτερινή βάρδια ήθελαν να κάνουν πλάκα, είχανε κίτρινη μπογιά, οπότε βάψανε από πάνω το “Ch” και το πρωί η πινακίδα έγραφε: “wała hutnikom Polski Ludowej!” (Γ...στε τους μεταλλουργούς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας”)”
Αυτά εξηγούσε μια πινακίδα μέσα στο Κομμουνιστικό μουσείο της γειτονιάς Νόβα Χούτα της Κρακοβίας όπου είχα φτάσει με το τραμ. Έχω αρχίσει να το αναγνωρίζω ως τυπικό κυνικό Πολωνικό χιούμορ.
Η Νόβα Χούτα, πριν ενωθεί με την Κρακοβία ήταν ανεξάρτητη πόλη. Μια “πρότυπη Κομμουνιστική πόλη” που άρχισε να χτίζεται το ‘50 ως κέντρο βαριάς βιομηχανίας. Μπούλεβαρντ που θυμίζουν το Παρίσι, συμμετρικές πλατείες, αυστηρά “κλασικιστικά” Σταλινιστικά κτίρια όπου ζούσαν οι εργάτες. Το κτίριο που στεγάζει το μουσείο έχει παντού τα αρχικά “H.L.” μέσα σε ένα γρανάζι. Είναι το λογότυπο των “Χυτηρίων του Λένιν” (Huta im. Lenina). Μαζί με ένα εργοστάσιο καπνού και ένα τσιμέντου, ήταν τα μεγαλύτερα στην Πολωνία. Η κατασκευή της Νόβα Χούτα ήταν το αντικείμενο δεκάδων ταινιών, ραδιοφωνικών σόου, ποιημάτων και τα τραγουδιών. Σε μια φωτογραφία φαίνεται η πλάτη του Φιντέλ, ο οποίος πέταξε στην Κρακοβία μόνο και μόνο για να δει την Νόβα Χούτα και μετά έφυγε κατευθείαν για την πατρίδα του.
Μόλις είχαν μπει παιδάκια από ένα δημοτικό σχολείο μαζί με τις νεαρές Πολωνές δασκάλες και παρατηρούσαν τα αραδιασμένα σε τραπέζι εργαλεία μεταλλουργών. Από πάνω προειδοποιητικές ζωγραφιστές πινακίδες για τους εργάτες. Μία με ένα σύννεφο με το σύμβολο του μονοξειδίου, “CO”, να μπαίνει στα πνευμόνια μιας μαύρης καρικατούρας εργάτη. Μια άλλη με μια ζωγραφιά που αντιπαραβάλει τον λάθος τρόπο σκυψίματος με τον σωστό, λυγίζοντας τα γόνατα. Απλά, έντονα, αποτελεσματικά.
Φωτογραφίες δείχνανε όχι μόνο την σκληρή ζωή στα χυτήρια, αλλά και τις δραστηριότητες που έκαναν οι εργάτες στον ελεύθερο τους χρόνο. Μια ομάδα μπάσκετ, μια σχολική γιορτή όπου τα παιδάκια ντυμένα ομοιόμορφα κρατούσαν τρομαχτικές μάσκες στα πρόσωπα, μια ομάδα παραδοσιακά ντυμένων χορευτών να ποζάρει μπροστά από αυστηρά Σοβιετικά παράθυρα, μια μοντέρνα χορογραφία με ανθρώπους ντυμένους σκελετούς. Και τέλος μια σκηνή από τα βουνά Τάτρα, στα σύνορα με την Σλοβακία, όπου οι υπάλληλοι της εταιρίας κάθονταν χαλαρά στα κάγκελα ενός σαλέ και πόζαραν με σετ από σκι. Το σύστημα φρόντιζε για κάθε πτυχή της ζωής του ανθρώπου, μια γλυκιά προστασία, απαλλαγή από βασικές έγνοιες. Και δεν είχε πρόβλημα να βρει νέους εργάτες, κυρίως λόγω της παροχής στέγης.
“Τι μπορώ να πω, ο κάθε ένας απλά έπαιρνε ένα διαμέρισμα. Σαν εργένης το πήρα μετά από ενάμισι χρόνο στο συγκρότημα Β1, και όταν παντρεύτηκα πήρα ένα δωμάτιο με κουζίνα στην γειτονιά Urocze. Και όταν ο γιος μας γεννήθηκε, πήρα πολύ γρήγορα ένα διαμέρισμα με δύο κρεβατοκάμαρες και μου κόστισε δύο χιλιάδες ζλότι”.
Στον πάνω όροφο του καλαίσθητου αλλά και επιβλητικού κτιρίου έπινε καφέ μια ομάδα επισκεπτών. Μου θύμισε συγκέντρωση επισκεπτών συνδικαλιστών που τους παρουσιάζουν την καλή πτυχή της ζωής στο εργοστάσιο και μετά φεύγουν.
Μια άλλη μαρτυριά παρουσίαζε την διττή ζωή του εργάτη: “Η σκόνη στο εργοστάσιο ήταν πανταχού παρούσα. Έπρεπε κυριολεκτικά να τρίβεις τον εαυτό σου γιατί όλα τα ρούχα σου, κάθε κομμάτι, τα αισθανόσουν μουσκεμένα με σκόνη, ειδικά το καλοκαίρι. Την ίδια εποχή έκανα προπόνηση ποδηλασίας και τους έλεγα: ‘Αν αναπνέω αυτά τα σκατά, δεν θα έχω καθόλου αποτελέσματα’. Ήμουν μέλος του ποδηλατικού τμήματος για δέκα χρόνια.”
Βγήκα και άρχισα να περπατάω τα μπούλεβαρντ και τις πλατείες, σε μια εκ των οποίων βρίσκεται ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο, στολισμένο. Σε αντίστοιχο μέρος σε μια δυτική μεγαλούπολη θα περίμενες να δεις επίσης σόπινγκ μολ, εστιατόρια, καφέ με τραπέζια έξω. Εδώ μόνο κτήρια, ποδηλατοδρόμοι και γραμμές τραμ. Αρκετός κόσμος, ακόμα και νέος, περιπατούσε στα φαρδιά πεζοδρόμια. Μου εξήγησαν ότι τα φτηνά ενοίκια και η εύκολη πρόσβαση με το τραμ ξανατραβάνε κόσμο στην Νόβα Χούτα. Πέρασα και από μια Χριστιανική εκκλησία. Ασυνήθιστη αρχιτεκτονική, τούβλινη “μεταμοντέρνα”, και με αυστηρά αριθμημένες θρησκευτικές εικόνες που οι πιστοί προσεύχονται στο εσωτερικό. Με την σωστή σειρά.
Η βόλτα μου τελείωσε σε ένα σχολείο. Μπαίνοντας, εντόπισα μια καθαρίστρια σε ένα καμαράκι και την ρώτησα που βρίσκεται το “καταφύγιο”. Με κατεύθυνε σε μια εσωτερική αυλή, στην οποία συνάντησα μαθητές που βγαίναν με βιβλία στο χέρι, και μια πυλωτή όπου εργάτες επισκεύαζαν ένα αμάξι (!). Στο απέναντι κτίριο βελάκια δείχνανε προς το υπόγειο. Η είσοδος του υπογείου είναι φραγμένη με κάγκελα αλλά η πόρτα ανοιχτή οδηγούσε σε ένα στενό διάδρομο με μια βαριά πόρτα στο τέλος. Μπαίνοντας στο “καταφύγιο”, με τους ψυχρούς λευκούς διαδρόμους, στέκομαι μπροστά στις επεξηγητικές ταμπέλες. Χτισμένο την εποχή του ψυχρού πολέμου, το αποκαλούμενο “πυρηνικό καταφύγιο”, έχει χοντρούς τοίχους, αεραγωγούς και συσκευές προστασίας, όπως μάσκες οξυγόνου. Σε ένα δωμάτιο έχουν δημιουργήσει μια κατασκευή με τρύπες καλειδοσκόπια. Οι παραστάσεις, όπως ένα πουλάκι να ταίζει μέσα σε μια τρύπα στο δέντρο το παιδάκι του, αναπαράγουν συνθήκες προστασίας αλλά και περιορισμού.
“Ψευδαίσθηση ασφάλειας”, λέει η πινακίδα.
Εξηγεί ότι η έλλειψη χώρου αποθήκευσης τροφίμων κάνουν στην ουσία το καταφύγιο μη ασφαλές στην περίπτωση πυρηνικού πολέμου. Όλα αυτά κάτω από το σχολείο-γκαράζ.
Ψευδαίσθηση ασφάλειας ή ουτοπία;
Τελικά τι τους κάνουμε τους μεταλλουργούς της Νόβα Χούτα; Να τους δοξάσουμε ή να τους ....;
Αυτά εξηγούσε μια πινακίδα μέσα στο Κομμουνιστικό μουσείο της γειτονιάς Νόβα Χούτα της Κρακοβίας όπου είχα φτάσει με το τραμ. Έχω αρχίσει να το αναγνωρίζω ως τυπικό κυνικό Πολωνικό χιούμορ.
Η Νόβα Χούτα, πριν ενωθεί με την Κρακοβία ήταν ανεξάρτητη πόλη. Μια “πρότυπη Κομμουνιστική πόλη” που άρχισε να χτίζεται το ‘50 ως κέντρο βαριάς βιομηχανίας. Μπούλεβαρντ που θυμίζουν το Παρίσι, συμμετρικές πλατείες, αυστηρά “κλασικιστικά” Σταλινιστικά κτίρια όπου ζούσαν οι εργάτες. Το κτίριο που στεγάζει το μουσείο έχει παντού τα αρχικά “H.L.” μέσα σε ένα γρανάζι. Είναι το λογότυπο των “Χυτηρίων του Λένιν” (Huta im. Lenina). Μαζί με ένα εργοστάσιο καπνού και ένα τσιμέντου, ήταν τα μεγαλύτερα στην Πολωνία. Η κατασκευή της Νόβα Χούτα ήταν το αντικείμενο δεκάδων ταινιών, ραδιοφωνικών σόου, ποιημάτων και τα τραγουδιών. Σε μια φωτογραφία φαίνεται η πλάτη του Φιντέλ, ο οποίος πέταξε στην Κρακοβία μόνο και μόνο για να δει την Νόβα Χούτα και μετά έφυγε κατευθείαν για την πατρίδα του.
Μόλις είχαν μπει παιδάκια από ένα δημοτικό σχολείο μαζί με τις νεαρές Πολωνές δασκάλες και παρατηρούσαν τα αραδιασμένα σε τραπέζι εργαλεία μεταλλουργών. Από πάνω προειδοποιητικές ζωγραφιστές πινακίδες για τους εργάτες. Μία με ένα σύννεφο με το σύμβολο του μονοξειδίου, “CO”, να μπαίνει στα πνευμόνια μιας μαύρης καρικατούρας εργάτη. Μια άλλη με μια ζωγραφιά που αντιπαραβάλει τον λάθος τρόπο σκυψίματος με τον σωστό, λυγίζοντας τα γόνατα. Απλά, έντονα, αποτελεσματικά.
Φωτογραφίες δείχνανε όχι μόνο την σκληρή ζωή στα χυτήρια, αλλά και τις δραστηριότητες που έκαναν οι εργάτες στον ελεύθερο τους χρόνο. Μια ομάδα μπάσκετ, μια σχολική γιορτή όπου τα παιδάκια ντυμένα ομοιόμορφα κρατούσαν τρομαχτικές μάσκες στα πρόσωπα, μια ομάδα παραδοσιακά ντυμένων χορευτών να ποζάρει μπροστά από αυστηρά Σοβιετικά παράθυρα, μια μοντέρνα χορογραφία με ανθρώπους ντυμένους σκελετούς. Και τέλος μια σκηνή από τα βουνά Τάτρα, στα σύνορα με την Σλοβακία, όπου οι υπάλληλοι της εταιρίας κάθονταν χαλαρά στα κάγκελα ενός σαλέ και πόζαραν με σετ από σκι. Το σύστημα φρόντιζε για κάθε πτυχή της ζωής του ανθρώπου, μια γλυκιά προστασία, απαλλαγή από βασικές έγνοιες. Και δεν είχε πρόβλημα να βρει νέους εργάτες, κυρίως λόγω της παροχής στέγης.
“Τι μπορώ να πω, ο κάθε ένας απλά έπαιρνε ένα διαμέρισμα. Σαν εργένης το πήρα μετά από ενάμισι χρόνο στο συγκρότημα Β1, και όταν παντρεύτηκα πήρα ένα δωμάτιο με κουζίνα στην γειτονιά Urocze. Και όταν ο γιος μας γεννήθηκε, πήρα πολύ γρήγορα ένα διαμέρισμα με δύο κρεβατοκάμαρες και μου κόστισε δύο χιλιάδες ζλότι”.
Στον πάνω όροφο του καλαίσθητου αλλά και επιβλητικού κτιρίου έπινε καφέ μια ομάδα επισκεπτών. Μου θύμισε συγκέντρωση επισκεπτών συνδικαλιστών που τους παρουσιάζουν την καλή πτυχή της ζωής στο εργοστάσιο και μετά φεύγουν.
Μια άλλη μαρτυριά παρουσίαζε την διττή ζωή του εργάτη: “Η σκόνη στο εργοστάσιο ήταν πανταχού παρούσα. Έπρεπε κυριολεκτικά να τρίβεις τον εαυτό σου γιατί όλα τα ρούχα σου, κάθε κομμάτι, τα αισθανόσουν μουσκεμένα με σκόνη, ειδικά το καλοκαίρι. Την ίδια εποχή έκανα προπόνηση ποδηλασίας και τους έλεγα: ‘Αν αναπνέω αυτά τα σκατά, δεν θα έχω καθόλου αποτελέσματα’. Ήμουν μέλος του ποδηλατικού τμήματος για δέκα χρόνια.”
Βγήκα και άρχισα να περπατάω τα μπούλεβαρντ και τις πλατείες, σε μια εκ των οποίων βρίσκεται ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο, στολισμένο. Σε αντίστοιχο μέρος σε μια δυτική μεγαλούπολη θα περίμενες να δεις επίσης σόπινγκ μολ, εστιατόρια, καφέ με τραπέζια έξω. Εδώ μόνο κτήρια, ποδηλατοδρόμοι και γραμμές τραμ. Αρκετός κόσμος, ακόμα και νέος, περιπατούσε στα φαρδιά πεζοδρόμια. Μου εξήγησαν ότι τα φτηνά ενοίκια και η εύκολη πρόσβαση με το τραμ ξανατραβάνε κόσμο στην Νόβα Χούτα. Πέρασα και από μια Χριστιανική εκκλησία. Ασυνήθιστη αρχιτεκτονική, τούβλινη “μεταμοντέρνα”, και με αυστηρά αριθμημένες θρησκευτικές εικόνες που οι πιστοί προσεύχονται στο εσωτερικό. Με την σωστή σειρά.
Η βόλτα μου τελείωσε σε ένα σχολείο. Μπαίνοντας, εντόπισα μια καθαρίστρια σε ένα καμαράκι και την ρώτησα που βρίσκεται το “καταφύγιο”. Με κατεύθυνε σε μια εσωτερική αυλή, στην οποία συνάντησα μαθητές που βγαίναν με βιβλία στο χέρι, και μια πυλωτή όπου εργάτες επισκεύαζαν ένα αμάξι (!). Στο απέναντι κτίριο βελάκια δείχνανε προς το υπόγειο. Η είσοδος του υπογείου είναι φραγμένη με κάγκελα αλλά η πόρτα ανοιχτή οδηγούσε σε ένα στενό διάδρομο με μια βαριά πόρτα στο τέλος. Μπαίνοντας στο “καταφύγιο”, με τους ψυχρούς λευκούς διαδρόμους, στέκομαι μπροστά στις επεξηγητικές ταμπέλες. Χτισμένο την εποχή του ψυχρού πολέμου, το αποκαλούμενο “πυρηνικό καταφύγιο”, έχει χοντρούς τοίχους, αεραγωγούς και συσκευές προστασίας, όπως μάσκες οξυγόνου. Σε ένα δωμάτιο έχουν δημιουργήσει μια κατασκευή με τρύπες καλειδοσκόπια. Οι παραστάσεις, όπως ένα πουλάκι να ταίζει μέσα σε μια τρύπα στο δέντρο το παιδάκι του, αναπαράγουν συνθήκες προστασίας αλλά και περιορισμού.
“Ψευδαίσθηση ασφάλειας”, λέει η πινακίδα.
Εξηγεί ότι η έλλειψη χώρου αποθήκευσης τροφίμων κάνουν στην ουσία το καταφύγιο μη ασφαλές στην περίπτωση πυρηνικού πολέμου. Όλα αυτά κάτω από το σχολείο-γκαράζ.
Ψευδαίσθηση ασφάλειας ή ουτοπία;
Τελικά τι τους κάνουμε τους μεταλλουργούς της Νόβα Χούτα; Να τους δοξάσουμε ή να τους ....;
Last edited: