soudianos
Member
- Μηνύματα
- 3.755
- Likes
- 6.505
- Ταξίδι-Όνειρο
- Βερακρούζ
Περιεχόμενα
Αγιονόρος μια δυσάρεστη περιπέτεια
Ήταν αρχές Μαΐου του 2014 όταν παρέα μ’ ένα φίλο από τα Χανιά ξεκινήσαμε από την Κρήτη για τα μοναστήρια. Μέσω αεροπλάνων, τραίνων, λεωφορείων και πλοιαρίων φτάσαμε ένα μεσημέρι στις Καρυές την πρωτεύουσα του Α.Ο., χαμηλοσκεπασμένη από βαριά σύννεφα που άρχιζαν να ρίχνουν τις πρώτες τους ψιχάλες. Η ώρα αυτή είναι η πιο πολύβουη στην πλατεία και χώρο στάθμευσης των Καρυών. Οι προσκυνητές δύο λεωφορείων που φτάνουν εδώ από τη Δάφνη το λιμανάκι του Α.Ο., οι περισσότεροι θα επιβιβαστούν σε βανάκια για να προωθηθούν στα μοναστήρια όπου έχουν κάνει κράτηση για φιλοξενία. Τα βανάκια όμως δεν έχουν πινακίδα που να γράφει τον προορισμό τους. Έτσι, οι οδηγοί με φωνές ενημερώνουν, και οι προσκυνητές με φωνές κι αυτοί να δηλώνουν τον προορισμό τους. Αποτέλεσμα να επικρατεί μια μικρή οχλαγωγία «σαναγοράς». Ο καημένος ο πρωτάρης προσκυνητής που ξεκίνησε από την άκρη της Ελλάδας ή της Ευρώπης να φτάσει σε τόπο ηρεμίας, βλέποντας αυτή τη χάβρα, τα μαύρα ράσα και τις γενειάδες να τις ανεμίζει ο αέρας, τα χαμηλά σύννεφα να σκεπάζουν τις σκήτες στα βουνά, καταλαμβάνεται από τέτοιο δέος, σύγχυση και μπέρδεμα, που αναρωτιέται αν δικαιώνονται οι προσδοκίες του ταξιδιού του. Μα γι’ αυτό χρειάζεται να κάνει υπομονή κι΄ εξαρτάται από τον ίδιο. Τώρα μακαρίζω την τύχη του πρωτάρη και κολλητού μου φίλου, πολύ κολλητός βεβαίως κείνες τις στιγμές…, ώσπου τον τακτοποίησα στο βανάκι για τη μονή Φιλοθέου και ηρέμησε.
Αγιονόρος όμως χωρίς πεζοπορία δεν γίνεται ιδίως μες του Μαγιού τις μυρουδιές! Αξίζει ο κόπος να το δοκιμάσετε παρόλο που δε θα δείτε εκεί κοράσια…Θα κόψετε όμως σίγουρα αυτή την εποχή κάποιο σπαραγγάκι, ίσως συναντήστε και κάποιο άκακο φιδάκι να το φωτογραφίσετε… Για τα προγραμματισμένα μας μοναστήρια οι πορείες που ταίριαζαν ήταν από Φιλοθέου προς Καρακάλου μία ωρίτσα μόνο πράγμα που δεν ήταν αρκετή. Η άλλη από Καρακάλου προς Μ. Λάυρας σύνολο επτά ώρες αλλά και να αποφασίσεις να την κάνεις είναι επικίνδυνο μόνος σου, βγαίνεις έξω από το πρόγραμμα των μοναστηριών, θα μείνεις θεονήστικος και αλειτούργικος. Έτσι η πιο βολική ήταν η διαδρομή από Καρυές προς Φιλοθέου 3.5 ώρες σύμφωνα με τις οδηγίες. Φορτώθηκα λοιπόν το σακίδιο στην πλάτη, άνοιξα την ομπρέλα και κατά τις μία το μεσημέρι ξεκίνησα για το μονοπάτι που βρίσκεται πλησίον της Μ. Κουτλουμουσίου, είκοσι λεπτά πεζοπορία από τις Καρυές.
Πριν βγω έξω από τα κτιριακά παμπάλαια συγκροτήματα των Καρυών, συνάντησα κάποιον ασπρογένη σεβάσμιο γέροντα από τον οποίο θέλοντας να αντλήσω θετικές γνώμες για το οδοιπορικό μου, παρόλο που είχα πληροφορίες για τη διαδρομή, τον ρώτησα: «-Από πού θα πάω πατερά άγιε στη μονή Φιλοθέου;» Οι απαντήσεις του με ξάφνιασαν γιατί ήταν ακριβώς αυτές που ήθελα σα να διάβασε τη σκέψη μου. Θυμήθηκα περιγραφές για μοναχούς που μόλις σε πρωταντικρύσουν έχουν την ιδιαίτερη ικανότητα να μαντεύουν τις σκέψεις σου, και διερωτήθηκα μπας κι έπεσα σε τέτοια περίπτωση. Οι απαντήσεις του όμως με αποθάρρυναν. «Τέτοια ώρα θα πας;» «Θα σε πιάσει η βροχή δε βλέπεις τον καιρό;» (ψιχάλιζε τα σύννεφα είχαν κατέβει πάνω στα κεφάλια μας)-«Θέλεις 4 ώρες δρόμο…». Μετά από λίγη συζήτηση που επέμενε να μην μου δείχνει τη διαδρομή, για να φανώ πιστευτός τον ξαναρώτησα, και αδιάφορα σα να μου λέει, «τι ρωτάς αφού ξέρεις», μου έδειξε να πάω από ένα σημείο άσχετο από αυτό που ήξερα. Προβληματισμένος που τον ενόχλησα χωρίς λόγο, τα μελλούμενα όμως έχουν κάποιο προηγούμενο αίτιο, προχώρησα προς το Κουτλουμούσι και βρήκα την πινακίδα προς Φιλοθέου.
Ήταν ένα μονοπάτι κάτω από δένδρα κι’ ενώ νόμιζα πως θα πεζοπορούσα μέσα σε δάσος μ’ έβγαλε σύντομα σε φαρδύ χωματόδρομο οδικής κυκλοφορίας, όπως είναι οι περισσότεροι στο Α.Ο. Σε όλη τη διαδρομή το μοναδικό αυτοκίνητο που είδα ήταν ένα αγροτικό που με προσπέρασε. Ο δρόμος φιδόσερνε ανάμεσα σε τοπίο απίθανο, απείραχτο ανά τους αιώνες, με πυκνή δενδροφύτευση στις άκρες του. Πότε πότε τα δένδρα αραίωναν κι από τ’ αριστερά μου ξεπρόβαλαν απέραντες πράσινες πλαγιές. Ρυάκια με καθαρό νερό κατέβαιναν από τα λοφάκια στα δεξιά μου διέσχιζαν κάθετα το δρόμο και χύνονταν στην άλλη πλευρά. Μια ξυλεία κομμένη σε κάποιο σημείο ήταν έτοιμη για μεταφορά, πινακίδες που έδειχναν τα μονοπάτια προς άλλες μονές, σκήτες, ή καλύβες. Πολύ σύντομα καθάρισε ο ουρανός και πεζοπορούσα κάτω από μια θαυμάσια λιακάδα. Πάτερ ‘Αγιε στο θέμα του καιρού έπεσες έξω… κι ευτυχώς που δε σε άκουσα, μονολογούσα.
Η μια στροφή διαδεχόταν την επόμενη. Η Μονή Φιλοθέου βρίσκεται σε μεγαλύτερο υψόμετρο από τις Καρυές οι ανηφοριές δεν έλειπαν, υπήρχαν όμως διαλλείματα με ισιάδα και με ξεκούραζαν. Σε κάποιο σημείο έφτασα σε μια τριπλή διακλάδωση με δύο πινακίδες που με μπέρδεψαν. Σε όλη τη διαδρομή δεν συνάντησα μέχρι τότε άλλο άτομο πλην το αγροτικού όπως προανέφερα. Κάθισα να ξεκουραστώ και να σκεφτώ γιατί το λάθος το πληρώνεις ακριβά! Κείνη την ώρα για καλή μου τύχη μια ομάδα πέντε ατόμων κατέβαιναν προς το μέρος μου από τον ένα ανηφορικό δρόμο. Ήταν Βαλκάνιοι ερχόντουσαν από τη Φιλοθέου και πήγαιναν στις Καρυές δηλαδή την αντίθετη πορεία από τη δική μου. «–Σε μισή ώρα ακόμα θα φτάσεις» μου είπαν δείχνοντας μου τη σωστή πορεία. Τέλεια, σκέφτηκα. Εδώ σπάμε τα ρεκόρ! 2.5 και μισή ακόμα μας κάνουν 3 ώρες και οι πληροφορίες μου έλεγαν 3,5. Όχι αυτές του σεβαστού γέροντα με τις τέσσερεις, σκέτη απογοήτευση μου ήταν. Δεν μου έφευγε από το μυαλό…!
Συνέχισα σε περισσότερη ανηφορίτσα για να φτάσω στο υψόμετρο της μονής. Καθάριος ήταν ο αέρας, ο δρόμος πάντα φαρδύς και η μέρα συνέχιζε ηλιόλουστη. Λαχάνιασμα, ιδρώτας, το τοπίο απείραχτο από ανθρώπινη επέμβαση, κανένα ίχνος ζωής εκτός από κάποιες σαύρες μερικές φορές ξεπετάγονταν ξαφνικά μπροστά από το διαβάτη που τους χάλαγε την ηρεμία.. Τα τσακάλια και τα αγριογούρουνα του Α.Ο. κυκλοφορούν τη νύχτα. Μα να, λίγο ακόμα σύμφωνα με το ρολόι μου και φτάνω. Τη γαλήνη του τοπίου διέκοψε για λίγο το κτύπημα του τηλεφώνου που ήταν από το φίλο μου ο οποίος ήθελε να μάθει που βρίσκομαι. Τον άφησα μόνο του πρωτάρη ανάμεσα στα ράσα… «Σε μισή ώρα φθάνω» απάντησα.
Λίγο πριν τις τέσσερεις έφτασα σε μια θέση όπου από το αριστερό μέρος ένας μικρός δρόμος ενώνονταν με το δικό μου. Μια πινακίδα τσίγκινη σχήματος βέλους, ήταν τοποθετημένη στην αρχή του, και πάνω της ήταν γραμμένα με πρόχειρα γράμματα «Προς Φιλοθέου». Ακολούθησα την πινακίδα και πήρα το κατηφορικό δρομάκι που μέσα του μπορούσε να περάσει άνετα ένα αγροτικό αυτοκίνητο. Στα αριστερά της πορεία μου φάνηκαν τα ερείπια μιας παλιάς σκήτης της οποίας το όνομα δεν θυμάμαι σήμερα, και λίγο παρακάτω είδα στα δεξιά μου μια τεράστια τσιμεντένια δεξαμενή νερού που η μια πλευρά της να εφάπτονταν σχεδόν στο δρομάκι. Μόλις πέρασα τη δεξαμενή έμεινα ακίνητος. Μια διαίσθηση μ’ έκανε να σταματήσω. Κάτι δεν πήγαινε καλά μα δεν μπορούσα να το προσδιορίσω, είχα την αίσθηση πως παίρνω λάθος πορεία. Όμως η πινακίδα την έδειχνα καθαρά. Τηλεφώνημα στο φίλο να ρωτήσει κάποιον μοναχό και να μου δώσει οδηγίες. Πλην όμως ήταν ώρα απογευματινή και οι μοναχοί αναπαύονταν. Μου μίλησε κάποιος με σπασμένα ελληνικά, αλλά δεν γνώριζε τη δεξαμενή.
Συνέχισα προβληματισμένος, λίγο παρακάτω αραίωσαν τα δένδρα από τα δεξιά και φάνηκε το μοναστήρι σε όλο του το μεγαλείο. Ένα φαράγγι όμως απροσπέραστο και βαθύ με χώριζε απ’ αυτό. Ένα μονοπάτι χαραγμένο παράλληλα και ψηλά από το φαράγγι ήταν μπρος μου, αλλά οδηγούσε σε αντίθετη κατεύθυνση από τη θέση του μοναστηριού. Τηλεφώνησα ξανά, μου μίλησε κάποιος μοναχός. «–Βλέπω το μοναστήρι αλλά δεν ξέρω από πού θα περάσω το φαράγγι.» του είπα. Δεν κατάλαβε τη θέση μου. Νόμιζε ότι ήμουν στην προηγούμενη διασταύρωση, κι είπε να πάρω το μονοπάτι που οδηγεί σε μια γέφυρα πάνω από το φαράγγι. Συνέχισα στο κατηφορικό μονοπάτι αλλά γέφυρα δεν έβρισκα και επιπλέον είχα απομακρυνθεί πολύ από τη μονή. Επέστρεψα πίσω ανηφορίζοντας.
Άρχισα τότε ένα ατέλειωτο βάδισμα. . Δεν μπορεί κάπου να βρω την άκρη…! Με κέντρο την πινακίδα τριγύρναγα όλα τα γύρω δρομάκια και μονοπάτια. Κάποιο με έβγαλε ξανά πίσω στο δρόμο των Καρυών , άλλο με ανέβασε σε στροφές κοντά στα σύννεφα μακριά από το μοναστήρι. Συνεχείς προσπάθειες από τους ίδιους δρόμους. Το μυαλό μου δεν μπορούσε να δουλέψει, τα πόδια μου με πήγαιναν όπου θέλανε. Τα βουνά έκρυβαν τον ήλιο, η ώρα πλησίαζε τις επτά βάδιζα χωρίς ελπίδα, ένα μπουκαλάκι νερό προσπαθούσα να μην το τελειώσω.
Στις επτά και τέταρτο μου έγινε το τελευταίο τηλεφώνημα από κάποιο μοναχό. Του είπα που βρίσκομαι περίπου. –«Προχώρησε μου είπε προς Μονή Ιβήρων και πάρε τον άλλο δρόμο». Αν είναι δυνατόν τέτοια ώρα; Θα μ’ έπιανε η νύχτα σίγουρα. Όπως μου τα έλεγε ήταν σα να έπαιρνα τη μισή διαδρομή από Καρυές προς Φιλοθέου μέσω Ιβήρων εκτός από τον χρόνο να φτάσω εκεί!!!»-Δεν είμαι τόσο χαμηλά, στη προηγούμενη στροφή έχασα το μοναστήρι», του είπα. «–Ξέρεις που είναι μια παλιά σκήτη …;» « -Πως δεν την ξέρω συνεχώς εκεί στριφογυρίζω». «– Απέναντι της είναι ένα μονοπατάκι και θα σε βγάλει στο γεφύρι πάνω από τη ρεματιά και θα δεις τα σκαλάκια που θα σε ανεβάσουν στο μοναστήρι.-Το μονοπάτι πίσω από τη δεξαμενή!!!» «-Το μονοπάτι είναι πίσω από τη δεξαμενή;;; ευχαριστώ πολύ!!!!» -«Άντε ευλογημένε » μου λέει.
Στη δεξαμενή λοιπόν, όπου ασυναίσθητα σταμάτησα λίγο πριν τις τέσσερεις σαν κάτι να με εμπόδιζε να συνεχίσω, το μυαλό όμως δεν δούλεψε… Κάποιος κείνη τη στιγμή προσπαθούσε να με βοηθήσει… Μα κάποια άλλη δύναμη που υπερίσχυσε μου θόλωσε τη σκέψη…
Άρχισε τότε ένας αξέχαστος οδυνηρός Γολγοθάς, σε συνεχή ανηφορικό δρόμο μια απόσταση 1500 μέτρων περίπου, μετά από έξη ώρες πορείας, νηστικός μόνο με το πρωινό του ξενοδοχείου στη Ουρανούπολη, με ένα κουλούρι και ξηρούς καρπούς στη διαδρομή μου, το νερό στο μπουκάλι να τελειώνει, με άσχημο χτεσινοβραδινό ύπνο, με το άγχος να φτάσω στη δεξαμενή και να βρω το μονοπάτι πριν σκοτεινιάσει. Έχω κάνει μέχρι και 8 ώρες πορεία με τον ορειβατικό, έχω περάσει φαράγγια, ήταν η τρίτη φορά που πεζοπορούσα στο Α.Ο. αλλά το να μην μπορώ να ανοίξω κανονικά τα σκέλια μου να περπατήσω, να μου πονάνε οι κλειδώσεις της λεκάνης σε κάθε άνοιγμα δεν μου έχει ξανασυμβεί. Μετά από κάθε πενήντα μέτρα αναγκαστική ξεκούραση κατάχαμα έστω και για δύο λεπτά. Η περίπτωση να μου συμβεί κάποια κοίλη, πρόβλημα στα γόνατα ή δεν ξέρω τι άλλο δεν ήταν μακριά. Είχα και την αγωνία να προλάβω μην νυχτώσει. Περιέργως η ανάσα μου δούλευε σωστά χωρίς λαχάνιασμα.
Έφτασα στη δεξαμενή επιτέλους. Εκεί όπου ολομερής τριγύριζα χαμένος, μπερδεμένος. Από τη μια πλευρά της τεράστιου θάμνοι εμπόδισαν την πρόσβαση, και την άλλη θα πρέπει να είναι το μονοπάτι. Που είναι όμως; Το έδαφος μπροστά μου ήταν χορταριασμένο, προσπαθούσα να διακρίνω μονοπάτι ματαίως. Ας πάω πίσω από τη δεξαμενή όπως μου είπε ο μοναχός. Έκανα μερικά βήματα μέσα στα ψηλά αγριόχορτα , και τότε διέκρινα το μονοπάτι που μόλις ξεχώριζε από τον υπόλοιπο χώρο. Μη έχοντας πατηθεί τελευταία από ανθρώπου βήματα, είχε χορταριάσει αραιά και τα χόρτα φτάνανε στο ένα μέτρο ύψος.
Η πινακίδα που με ταλαιπώρησε συνέχιζε απτόητη να δείχνει προς το δρομάκι. . Ποια αόρατη δύναμη μου τη μετακίνησε από τη σωστή κατεύθυνση!!! Ξέχασα να τη στρίψω προς το μονοπάτι. Άλλες ήταν οι προτεραιότητες μου κείνες τις στιγμές.
Κατέβηκα την απότομη πλαγιά κι έφτασα στο παλιό γεφυράκι που συνδέει τη μια πλευρά της χαράδρας με αυτή του μοναστηριού. Κάτω του έτρεχαν τα νερά ενός χειμάρρου. Κάποιοι προσκυνητές είχαν κατέβει να το δουν. «Σου έχουν κρατήσει φαγητό μου είπε κάποιος!» Μπα, δεν έχω όρεξη για φαγητό, σκέφτηκα. Συνέχισα στα σκαλάκια που ανέβαιναν στον εξωτερικό χώρο της μονής. Άλλο μαρτύριο εδώ. Με τη δύναμη του χεριού πιασμένο πάνω στην ξύλινη κουπαστή της σκάλας τράβαγα το σώμα μου και έτσι κατάφερνα να ανεβαίνουν και τα πόδια μου το ένα σκαλί μετά το άλλο. Μετά από κάθε πέντε σκαλάκια έκανα αναγκαστική ξεκούραση. Τέλος, έφτασα στον εξωτερικό χώρο όταν είχε πλέον σκοτεινιάσει τόσο που τα πρόσωπα των προσκυνητών που βρίσκονταν εκεί μόλις που διακρίνονταν από απόσταση λίγων μέτρων. Η ώρα ήταν οκτώ και μισή περίπου. Το τρομερό τεστ κοπώσεως είχε τελειώσει… Ο σεβάσμιος γέροντας στη Δάφνη που τον κακολογούσα στην πορεία μου, μου είχε πει τέσσερεις ώρες. Όμως, το Περιβόλι της Παναγιάς σε πληρώνει τοις μετρητοίς και άμεσα…: Τόλμησες βρε αθεόφοβε και τα έβαλες με τον ολονυκτίς, ολημερίς, και επί χρόνια υμνητή μου, και σε πείραξαν οι τέσσερεις ώρες που είπε και συ τον κακολογούσες συνεχώς…; Πάρε λοιπόν ακόμα ένα τεσσαράκι, δωράκι από μένα και να παρακαλείς που δε σ άφησα να ξενυχτήσεις με τα τσακάλια και τα αγριογούρουνα….
Ήμουν μούσκεμα εσωτερικά κι εξωτερικά. Άλλαξα. Τα γεμιστά δεν μπορούσα να τα καταπιώ. Τρία δροσερά ακτινίδια τα έφαγα με ευχαρίστηση. Υπάρχουν και τέτοια φρούτα στο Α.Ο. τι νομίζετε!!!! Ο φίλος μου (κάποιοι Θεσσαλονικείς τον έχετε γνωρίσει) ήταν ανήσυχος όλη μέρα και χαμένος στο πρώτο του μοναστήρι. Από το χώρος υποδοχής δεν θέλησε να μετακινηθεί σε κελί μέχρι που έφτασα. Την επόμενη το πρωί πεζοπορήσαμε μαζί για τη μονή Καρακάλου μία ώρα και 15 λεπτά. Ήταν το χαλάρωμα…!!!
Δέκα μήνες περάσανε από το περιστατικό αυτό, μα μόνο τώρα αποφάσισα να σας το αναφέρω. Τα δυσάρεστα γεγονότα τα αφήνουμε πίσω μας σα να μην υπήρξαν. Επειδή όμως πρόκειται και για πληροφορία σημαντικότατη σας την παρουσιάζω εδώ στο φόρουμ, και είμαι σίγουρος πως πουθενά αλλού είναι γραμμένη. Προσπάθησα να μπω σε κάποιο αγιορείτικο φόρουμ να τους ενημερώσω αλλά ματαίως, φαίνεται πως επιλέγουν αυστηρά τα μέλη τους…Κανένα πρόβλημα. Αυτοί θα χάσουν και το φόρουμ μας θα πάρει πόντους… Επίσης το γεγονός της ιστορίας δεν το έχω αναφέρει ακόμα στο στενό μου κύκλο για λόγους μελλοντικής ανησυχίας εννοείται…
Ήταν αρχές Μαΐου του 2014 όταν παρέα μ’ ένα φίλο από τα Χανιά ξεκινήσαμε από την Κρήτη για τα μοναστήρια. Μέσω αεροπλάνων, τραίνων, λεωφορείων και πλοιαρίων φτάσαμε ένα μεσημέρι στις Καρυές την πρωτεύουσα του Α.Ο., χαμηλοσκεπασμένη από βαριά σύννεφα που άρχιζαν να ρίχνουν τις πρώτες τους ψιχάλες. Η ώρα αυτή είναι η πιο πολύβουη στην πλατεία και χώρο στάθμευσης των Καρυών. Οι προσκυνητές δύο λεωφορείων που φτάνουν εδώ από τη Δάφνη το λιμανάκι του Α.Ο., οι περισσότεροι θα επιβιβαστούν σε βανάκια για να προωθηθούν στα μοναστήρια όπου έχουν κάνει κράτηση για φιλοξενία. Τα βανάκια όμως δεν έχουν πινακίδα που να γράφει τον προορισμό τους. Έτσι, οι οδηγοί με φωνές ενημερώνουν, και οι προσκυνητές με φωνές κι αυτοί να δηλώνουν τον προορισμό τους. Αποτέλεσμα να επικρατεί μια μικρή οχλαγωγία «σαναγοράς». Ο καημένος ο πρωτάρης προσκυνητής που ξεκίνησε από την άκρη της Ελλάδας ή της Ευρώπης να φτάσει σε τόπο ηρεμίας, βλέποντας αυτή τη χάβρα, τα μαύρα ράσα και τις γενειάδες να τις ανεμίζει ο αέρας, τα χαμηλά σύννεφα να σκεπάζουν τις σκήτες στα βουνά, καταλαμβάνεται από τέτοιο δέος, σύγχυση και μπέρδεμα, που αναρωτιέται αν δικαιώνονται οι προσδοκίες του ταξιδιού του. Μα γι’ αυτό χρειάζεται να κάνει υπομονή κι΄ εξαρτάται από τον ίδιο. Τώρα μακαρίζω την τύχη του πρωτάρη και κολλητού μου φίλου, πολύ κολλητός βεβαίως κείνες τις στιγμές…, ώσπου τον τακτοποίησα στο βανάκι για τη μονή Φιλοθέου και ηρέμησε.
Αγιονόρος όμως χωρίς πεζοπορία δεν γίνεται ιδίως μες του Μαγιού τις μυρουδιές! Αξίζει ο κόπος να το δοκιμάσετε παρόλο που δε θα δείτε εκεί κοράσια…Θα κόψετε όμως σίγουρα αυτή την εποχή κάποιο σπαραγγάκι, ίσως συναντήστε και κάποιο άκακο φιδάκι να το φωτογραφίσετε… Για τα προγραμματισμένα μας μοναστήρια οι πορείες που ταίριαζαν ήταν από Φιλοθέου προς Καρακάλου μία ωρίτσα μόνο πράγμα που δεν ήταν αρκετή. Η άλλη από Καρακάλου προς Μ. Λάυρας σύνολο επτά ώρες αλλά και να αποφασίσεις να την κάνεις είναι επικίνδυνο μόνος σου, βγαίνεις έξω από το πρόγραμμα των μοναστηριών, θα μείνεις θεονήστικος και αλειτούργικος. Έτσι η πιο βολική ήταν η διαδρομή από Καρυές προς Φιλοθέου 3.5 ώρες σύμφωνα με τις οδηγίες. Φορτώθηκα λοιπόν το σακίδιο στην πλάτη, άνοιξα την ομπρέλα και κατά τις μία το μεσημέρι ξεκίνησα για το μονοπάτι που βρίσκεται πλησίον της Μ. Κουτλουμουσίου, είκοσι λεπτά πεζοπορία από τις Καρυές.
Πριν βγω έξω από τα κτιριακά παμπάλαια συγκροτήματα των Καρυών, συνάντησα κάποιον ασπρογένη σεβάσμιο γέροντα από τον οποίο θέλοντας να αντλήσω θετικές γνώμες για το οδοιπορικό μου, παρόλο που είχα πληροφορίες για τη διαδρομή, τον ρώτησα: «-Από πού θα πάω πατερά άγιε στη μονή Φιλοθέου;» Οι απαντήσεις του με ξάφνιασαν γιατί ήταν ακριβώς αυτές που ήθελα σα να διάβασε τη σκέψη μου. Θυμήθηκα περιγραφές για μοναχούς που μόλις σε πρωταντικρύσουν έχουν την ιδιαίτερη ικανότητα να μαντεύουν τις σκέψεις σου, και διερωτήθηκα μπας κι έπεσα σε τέτοια περίπτωση. Οι απαντήσεις του όμως με αποθάρρυναν. «Τέτοια ώρα θα πας;» «Θα σε πιάσει η βροχή δε βλέπεις τον καιρό;» (ψιχάλιζε τα σύννεφα είχαν κατέβει πάνω στα κεφάλια μας)-«Θέλεις 4 ώρες δρόμο…». Μετά από λίγη συζήτηση που επέμενε να μην μου δείχνει τη διαδρομή, για να φανώ πιστευτός τον ξαναρώτησα, και αδιάφορα σα να μου λέει, «τι ρωτάς αφού ξέρεις», μου έδειξε να πάω από ένα σημείο άσχετο από αυτό που ήξερα. Προβληματισμένος που τον ενόχλησα χωρίς λόγο, τα μελλούμενα όμως έχουν κάποιο προηγούμενο αίτιο, προχώρησα προς το Κουτλουμούσι και βρήκα την πινακίδα προς Φιλοθέου.
Ήταν ένα μονοπάτι κάτω από δένδρα κι’ ενώ νόμιζα πως θα πεζοπορούσα μέσα σε δάσος μ’ έβγαλε σύντομα σε φαρδύ χωματόδρομο οδικής κυκλοφορίας, όπως είναι οι περισσότεροι στο Α.Ο. Σε όλη τη διαδρομή το μοναδικό αυτοκίνητο που είδα ήταν ένα αγροτικό που με προσπέρασε. Ο δρόμος φιδόσερνε ανάμεσα σε τοπίο απίθανο, απείραχτο ανά τους αιώνες, με πυκνή δενδροφύτευση στις άκρες του. Πότε πότε τα δένδρα αραίωναν κι από τ’ αριστερά μου ξεπρόβαλαν απέραντες πράσινες πλαγιές. Ρυάκια με καθαρό νερό κατέβαιναν από τα λοφάκια στα δεξιά μου διέσχιζαν κάθετα το δρόμο και χύνονταν στην άλλη πλευρά. Μια ξυλεία κομμένη σε κάποιο σημείο ήταν έτοιμη για μεταφορά, πινακίδες που έδειχναν τα μονοπάτια προς άλλες μονές, σκήτες, ή καλύβες. Πολύ σύντομα καθάρισε ο ουρανός και πεζοπορούσα κάτω από μια θαυμάσια λιακάδα. Πάτερ ‘Αγιε στο θέμα του καιρού έπεσες έξω… κι ευτυχώς που δε σε άκουσα, μονολογούσα.
Η μια στροφή διαδεχόταν την επόμενη. Η Μονή Φιλοθέου βρίσκεται σε μεγαλύτερο υψόμετρο από τις Καρυές οι ανηφοριές δεν έλειπαν, υπήρχαν όμως διαλλείματα με ισιάδα και με ξεκούραζαν. Σε κάποιο σημείο έφτασα σε μια τριπλή διακλάδωση με δύο πινακίδες που με μπέρδεψαν. Σε όλη τη διαδρομή δεν συνάντησα μέχρι τότε άλλο άτομο πλην το αγροτικού όπως προανέφερα. Κάθισα να ξεκουραστώ και να σκεφτώ γιατί το λάθος το πληρώνεις ακριβά! Κείνη την ώρα για καλή μου τύχη μια ομάδα πέντε ατόμων κατέβαιναν προς το μέρος μου από τον ένα ανηφορικό δρόμο. Ήταν Βαλκάνιοι ερχόντουσαν από τη Φιλοθέου και πήγαιναν στις Καρυές δηλαδή την αντίθετη πορεία από τη δική μου. «–Σε μισή ώρα ακόμα θα φτάσεις» μου είπαν δείχνοντας μου τη σωστή πορεία. Τέλεια, σκέφτηκα. Εδώ σπάμε τα ρεκόρ! 2.5 και μισή ακόμα μας κάνουν 3 ώρες και οι πληροφορίες μου έλεγαν 3,5. Όχι αυτές του σεβαστού γέροντα με τις τέσσερεις, σκέτη απογοήτευση μου ήταν. Δεν μου έφευγε από το μυαλό…!
Συνέχισα σε περισσότερη ανηφορίτσα για να φτάσω στο υψόμετρο της μονής. Καθάριος ήταν ο αέρας, ο δρόμος πάντα φαρδύς και η μέρα συνέχιζε ηλιόλουστη. Λαχάνιασμα, ιδρώτας, το τοπίο απείραχτο από ανθρώπινη επέμβαση, κανένα ίχνος ζωής εκτός από κάποιες σαύρες μερικές φορές ξεπετάγονταν ξαφνικά μπροστά από το διαβάτη που τους χάλαγε την ηρεμία.. Τα τσακάλια και τα αγριογούρουνα του Α.Ο. κυκλοφορούν τη νύχτα. Μα να, λίγο ακόμα σύμφωνα με το ρολόι μου και φτάνω. Τη γαλήνη του τοπίου διέκοψε για λίγο το κτύπημα του τηλεφώνου που ήταν από το φίλο μου ο οποίος ήθελε να μάθει που βρίσκομαι. Τον άφησα μόνο του πρωτάρη ανάμεσα στα ράσα… «Σε μισή ώρα φθάνω» απάντησα.
Λίγο πριν τις τέσσερεις έφτασα σε μια θέση όπου από το αριστερό μέρος ένας μικρός δρόμος ενώνονταν με το δικό μου. Μια πινακίδα τσίγκινη σχήματος βέλους, ήταν τοποθετημένη στην αρχή του, και πάνω της ήταν γραμμένα με πρόχειρα γράμματα «Προς Φιλοθέου». Ακολούθησα την πινακίδα και πήρα το κατηφορικό δρομάκι που μέσα του μπορούσε να περάσει άνετα ένα αγροτικό αυτοκίνητο. Στα αριστερά της πορεία μου φάνηκαν τα ερείπια μιας παλιάς σκήτης της οποίας το όνομα δεν θυμάμαι σήμερα, και λίγο παρακάτω είδα στα δεξιά μου μια τεράστια τσιμεντένια δεξαμενή νερού που η μια πλευρά της να εφάπτονταν σχεδόν στο δρομάκι. Μόλις πέρασα τη δεξαμενή έμεινα ακίνητος. Μια διαίσθηση μ’ έκανε να σταματήσω. Κάτι δεν πήγαινε καλά μα δεν μπορούσα να το προσδιορίσω, είχα την αίσθηση πως παίρνω λάθος πορεία. Όμως η πινακίδα την έδειχνα καθαρά. Τηλεφώνημα στο φίλο να ρωτήσει κάποιον μοναχό και να μου δώσει οδηγίες. Πλην όμως ήταν ώρα απογευματινή και οι μοναχοί αναπαύονταν. Μου μίλησε κάποιος με σπασμένα ελληνικά, αλλά δεν γνώριζε τη δεξαμενή.
Συνέχισα προβληματισμένος, λίγο παρακάτω αραίωσαν τα δένδρα από τα δεξιά και φάνηκε το μοναστήρι σε όλο του το μεγαλείο. Ένα φαράγγι όμως απροσπέραστο και βαθύ με χώριζε απ’ αυτό. Ένα μονοπάτι χαραγμένο παράλληλα και ψηλά από το φαράγγι ήταν μπρος μου, αλλά οδηγούσε σε αντίθετη κατεύθυνση από τη θέση του μοναστηριού. Τηλεφώνησα ξανά, μου μίλησε κάποιος μοναχός. «–Βλέπω το μοναστήρι αλλά δεν ξέρω από πού θα περάσω το φαράγγι.» του είπα. Δεν κατάλαβε τη θέση μου. Νόμιζε ότι ήμουν στην προηγούμενη διασταύρωση, κι είπε να πάρω το μονοπάτι που οδηγεί σε μια γέφυρα πάνω από το φαράγγι. Συνέχισα στο κατηφορικό μονοπάτι αλλά γέφυρα δεν έβρισκα και επιπλέον είχα απομακρυνθεί πολύ από τη μονή. Επέστρεψα πίσω ανηφορίζοντας.
Άρχισα τότε ένα ατέλειωτο βάδισμα. . Δεν μπορεί κάπου να βρω την άκρη…! Με κέντρο την πινακίδα τριγύρναγα όλα τα γύρω δρομάκια και μονοπάτια. Κάποιο με έβγαλε ξανά πίσω στο δρόμο των Καρυών , άλλο με ανέβασε σε στροφές κοντά στα σύννεφα μακριά από το μοναστήρι. Συνεχείς προσπάθειες από τους ίδιους δρόμους. Το μυαλό μου δεν μπορούσε να δουλέψει, τα πόδια μου με πήγαιναν όπου θέλανε. Τα βουνά έκρυβαν τον ήλιο, η ώρα πλησίαζε τις επτά βάδιζα χωρίς ελπίδα, ένα μπουκαλάκι νερό προσπαθούσα να μην το τελειώσω.
Στις επτά και τέταρτο μου έγινε το τελευταίο τηλεφώνημα από κάποιο μοναχό. Του είπα που βρίσκομαι περίπου. –«Προχώρησε μου είπε προς Μονή Ιβήρων και πάρε τον άλλο δρόμο». Αν είναι δυνατόν τέτοια ώρα; Θα μ’ έπιανε η νύχτα σίγουρα. Όπως μου τα έλεγε ήταν σα να έπαιρνα τη μισή διαδρομή από Καρυές προς Φιλοθέου μέσω Ιβήρων εκτός από τον χρόνο να φτάσω εκεί!!!»-Δεν είμαι τόσο χαμηλά, στη προηγούμενη στροφή έχασα το μοναστήρι», του είπα. «–Ξέρεις που είναι μια παλιά σκήτη …;» « -Πως δεν την ξέρω συνεχώς εκεί στριφογυρίζω». «– Απέναντι της είναι ένα μονοπατάκι και θα σε βγάλει στο γεφύρι πάνω από τη ρεματιά και θα δεις τα σκαλάκια που θα σε ανεβάσουν στο μοναστήρι.-Το μονοπάτι πίσω από τη δεξαμενή!!!» «-Το μονοπάτι είναι πίσω από τη δεξαμενή;;; ευχαριστώ πολύ!!!!» -«Άντε ευλογημένε » μου λέει.
Στη δεξαμενή λοιπόν, όπου ασυναίσθητα σταμάτησα λίγο πριν τις τέσσερεις σαν κάτι να με εμπόδιζε να συνεχίσω, το μυαλό όμως δεν δούλεψε… Κάποιος κείνη τη στιγμή προσπαθούσε να με βοηθήσει… Μα κάποια άλλη δύναμη που υπερίσχυσε μου θόλωσε τη σκέψη…
Άρχισε τότε ένας αξέχαστος οδυνηρός Γολγοθάς, σε συνεχή ανηφορικό δρόμο μια απόσταση 1500 μέτρων περίπου, μετά από έξη ώρες πορείας, νηστικός μόνο με το πρωινό του ξενοδοχείου στη Ουρανούπολη, με ένα κουλούρι και ξηρούς καρπούς στη διαδρομή μου, το νερό στο μπουκάλι να τελειώνει, με άσχημο χτεσινοβραδινό ύπνο, με το άγχος να φτάσω στη δεξαμενή και να βρω το μονοπάτι πριν σκοτεινιάσει. Έχω κάνει μέχρι και 8 ώρες πορεία με τον ορειβατικό, έχω περάσει φαράγγια, ήταν η τρίτη φορά που πεζοπορούσα στο Α.Ο. αλλά το να μην μπορώ να ανοίξω κανονικά τα σκέλια μου να περπατήσω, να μου πονάνε οι κλειδώσεις της λεκάνης σε κάθε άνοιγμα δεν μου έχει ξανασυμβεί. Μετά από κάθε πενήντα μέτρα αναγκαστική ξεκούραση κατάχαμα έστω και για δύο λεπτά. Η περίπτωση να μου συμβεί κάποια κοίλη, πρόβλημα στα γόνατα ή δεν ξέρω τι άλλο δεν ήταν μακριά. Είχα και την αγωνία να προλάβω μην νυχτώσει. Περιέργως η ανάσα μου δούλευε σωστά χωρίς λαχάνιασμα.
Έφτασα στη δεξαμενή επιτέλους. Εκεί όπου ολομερής τριγύριζα χαμένος, μπερδεμένος. Από τη μια πλευρά της τεράστιου θάμνοι εμπόδισαν την πρόσβαση, και την άλλη θα πρέπει να είναι το μονοπάτι. Που είναι όμως; Το έδαφος μπροστά μου ήταν χορταριασμένο, προσπαθούσα να διακρίνω μονοπάτι ματαίως. Ας πάω πίσω από τη δεξαμενή όπως μου είπε ο μοναχός. Έκανα μερικά βήματα μέσα στα ψηλά αγριόχορτα , και τότε διέκρινα το μονοπάτι που μόλις ξεχώριζε από τον υπόλοιπο χώρο. Μη έχοντας πατηθεί τελευταία από ανθρώπου βήματα, είχε χορταριάσει αραιά και τα χόρτα φτάνανε στο ένα μέτρο ύψος.
Η πινακίδα που με ταλαιπώρησε συνέχιζε απτόητη να δείχνει προς το δρομάκι. . Ποια αόρατη δύναμη μου τη μετακίνησε από τη σωστή κατεύθυνση!!! Ξέχασα να τη στρίψω προς το μονοπάτι. Άλλες ήταν οι προτεραιότητες μου κείνες τις στιγμές.
Κατέβηκα την απότομη πλαγιά κι έφτασα στο παλιό γεφυράκι που συνδέει τη μια πλευρά της χαράδρας με αυτή του μοναστηριού. Κάτω του έτρεχαν τα νερά ενός χειμάρρου. Κάποιοι προσκυνητές είχαν κατέβει να το δουν. «Σου έχουν κρατήσει φαγητό μου είπε κάποιος!» Μπα, δεν έχω όρεξη για φαγητό, σκέφτηκα. Συνέχισα στα σκαλάκια που ανέβαιναν στον εξωτερικό χώρο της μονής. Άλλο μαρτύριο εδώ. Με τη δύναμη του χεριού πιασμένο πάνω στην ξύλινη κουπαστή της σκάλας τράβαγα το σώμα μου και έτσι κατάφερνα να ανεβαίνουν και τα πόδια μου το ένα σκαλί μετά το άλλο. Μετά από κάθε πέντε σκαλάκια έκανα αναγκαστική ξεκούραση. Τέλος, έφτασα στον εξωτερικό χώρο όταν είχε πλέον σκοτεινιάσει τόσο που τα πρόσωπα των προσκυνητών που βρίσκονταν εκεί μόλις που διακρίνονταν από απόσταση λίγων μέτρων. Η ώρα ήταν οκτώ και μισή περίπου. Το τρομερό τεστ κοπώσεως είχε τελειώσει… Ο σεβάσμιος γέροντας στη Δάφνη που τον κακολογούσα στην πορεία μου, μου είχε πει τέσσερεις ώρες. Όμως, το Περιβόλι της Παναγιάς σε πληρώνει τοις μετρητοίς και άμεσα…: Τόλμησες βρε αθεόφοβε και τα έβαλες με τον ολονυκτίς, ολημερίς, και επί χρόνια υμνητή μου, και σε πείραξαν οι τέσσερεις ώρες που είπε και συ τον κακολογούσες συνεχώς…; Πάρε λοιπόν ακόμα ένα τεσσαράκι, δωράκι από μένα και να παρακαλείς που δε σ άφησα να ξενυχτήσεις με τα τσακάλια και τα αγριογούρουνα….
Ήμουν μούσκεμα εσωτερικά κι εξωτερικά. Άλλαξα. Τα γεμιστά δεν μπορούσα να τα καταπιώ. Τρία δροσερά ακτινίδια τα έφαγα με ευχαρίστηση. Υπάρχουν και τέτοια φρούτα στο Α.Ο. τι νομίζετε!!!! Ο φίλος μου (κάποιοι Θεσσαλονικείς τον έχετε γνωρίσει) ήταν ανήσυχος όλη μέρα και χαμένος στο πρώτο του μοναστήρι. Από το χώρος υποδοχής δεν θέλησε να μετακινηθεί σε κελί μέχρι που έφτασα. Την επόμενη το πρωί πεζοπορήσαμε μαζί για τη μονή Καρακάλου μία ώρα και 15 λεπτά. Ήταν το χαλάρωμα…!!!
Δέκα μήνες περάσανε από το περιστατικό αυτό, μα μόνο τώρα αποφάσισα να σας το αναφέρω. Τα δυσάρεστα γεγονότα τα αφήνουμε πίσω μας σα να μην υπήρξαν. Επειδή όμως πρόκειται και για πληροφορία σημαντικότατη σας την παρουσιάζω εδώ στο φόρουμ, και είμαι σίγουρος πως πουθενά αλλού είναι γραμμένη. Προσπάθησα να μπω σε κάποιο αγιορείτικο φόρουμ να τους ενημερώσω αλλά ματαίως, φαίνεται πως επιλέγουν αυστηρά τα μέλη τους…Κανένα πρόβλημα. Αυτοί θα χάσουν και το φόρουμ μας θα πάρει πόντους… Επίσης το γεγονός της ιστορίας δεν το έχω αναφέρει ακόμα στο στενό μου κύκλο για λόγους μελλοντικής ανησυχίας εννοείται…